*Ο ανδριάντας του Γρηγορίου Ε' στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών
Γράφει ο δημοσιογράφος Ανδρέας Μακρίδης
Την Κυριακή 13 Μαρτίου του 1821, σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, Γρηγόριος ο Ε’, εκφωνεί επισήμως τον αφορισμό των δύο εμφανιζόμενων πρωταγωνιστών της ελληνικής εξέγερσης στη Μολδοβλαχία: Του αρχηγού της Φιλικής Εταιρείας, Αλέξανδρου Υψηλάντη και του συνεργάτη του Μιχαήλ (Βόδα) Σούτσου, Ηγεμόνα της Μολδαβίας.
Αν η επαναστατική προκήρυξη του Υψηλάντη, «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος», διεκδικεί την διάκριση του πρώτου και πλέον προοδευτικού μανιφέστου της μεταναπολεόντειας εποχής, ο αφορισμός του διακινητή της και όσων των ακολουθούσαν, αποτελεί εκ πρώτης όψεως το άκρως αντίθετό του: Έναν κατάπτυστο ύμνο στο ραγιαδισμό και την εθελοδουλία.
Συντεταγμένος στις 11 Μαρτίου του ’21, ο αφορισμός εμφανίζεται έκτοτε, ως τεκμήριο του αντιδραστικού ρόλου της Εκκλησίας κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, αλλά και αργότερα. Οι κατήγοροι του Γρηγορίου ωστόσο, είτε αγνοούν, είτε ηθελημένα αποσιωπούν, πως την απόφαση για αφορισμό δεν την έλαβε κάποιος συνειδητά αντεπαναστάτης Πατριάρχης, αλλά ένα Σώμα εβδομήντα δύο εκπροσώπων της Ρωμιοσύνης της Κωνσταντινούπολης – ιερείς, πολιτικοί, αρχιτεχνίτες – αρκετοί εκ των οποίων ήσαν μυημένοι στο επαναστατικό εγχείρημα. Και σχεδόν πάντα, την ίδια ώρα που ο Γρηγόριος απαγχονίζεται εκ νέου από τους ομοφύλους του, αποσιωπείται όλο το κρίσιμο παρασκήνιο, που έκανε τον ίδιο τον Υψηλάντη να μιλά για «το άγιο αίμα του Πατριάρχη» μετά απ’ τον απαγχονισμό του.