*Φωτογραφία του Εσάτ Πασά, που την πρόσφερε στον ιδιοκτήτη του σπιτιού, όπου διέμενε κατά την αιχμαλωσία του. Στην ιδιόχειρη αφιέρωση με την παλαιοτουρκική γραφή σημειώνει: «Εις ανταπόδοσιν της ευγνωμοσύνης μου δια την φιλοξενίαν και τας φιλικάς περιποιήσεις, τω αξιοτίμω Κυρίω Ζίννη. Τη 27η Οκτωβρίου 1914, Εσάτ» (Δημοσιευμένη στην Ιστορία του Σπ. Μαρκεζίνη).
Ο Εσάτ Πασάς, υπήρξε ο πείσμων και
μαχητικός υπερασπιστής των Ιωαννίνων και του Μπιζανίου, κατά τον πρώτο
Βαλκανικό Πόλεμο, που όμως προ της ορμής του ελληνικού στρατού, αναγκάσθηκε να
παραδοθεί. Αυτός λοιπόν ο σκληρός μαχητής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είχε
ελληνικό αίμα στις φλέβες του.
Αυτή
την άποψη υποστήριξε ο Γιαννιώτης ποιητής Χρήστος Χρηστοβασίλης το 1913, όταν
έπεσαν τα Ιωάννινα και μπήκε μέσα ο νικητής ελληνικός στρατός. Σύμφωνα με όσα
έγραψε το Φεβρουάριο του 1913 στην «Ακρόπολι» ο Εσάτ πασάς δεν ήταν Τούρκος
ούτε Αλβανός, αλλά Έλληνας, απόγονος Ελλήνων, που κάποτε στο παρελθόν αρνήθηκαν
την χριστιανική θρησκεία, λόγω των φοβερών συνθηκών που επικρατούσαν για το
υπόδουλο έθνος. Ο παππούς του κατάγονταν από το Μπούλτζο του Ζαγορίου και η γιαγιά
του από το Σούλι. Γεννήθηκε στα Ιωάννινα στις 18 Οκτωβρίου 1862 και πέθανε στην
Τουρκία στις 2 Νοεμβρίου 1952.
Ο ίδιος
ο Εσάτ πάντως ισχυρίζονταν ότι πρόγονός του υπήρξε ένας Ουζμπέκος από την
Τασκένδη, από αυτούς που έφερε το 1379 ο στρατηγός Γαζή Εβρενός και τους
εγκατέστησε στην Ήπειρο. Αυτός άρπαξε νύχτα των Χριστουγέννων μια ελληνίδα τη
Βασιλική της οικογένειας των Γλυκέων από την εκκλησία του Ταξιάρχη Μιχαήλ και
την έκανε γυναίκα του. Γι’ αυτό θα τον βρείτε και με το προσωνύμιο Εσάτ πασάς
Γλίκα.