Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2019

Πώς μια πριγκίπισσα έσωσε οικογένεια Εβραίων από τους ναζί


*H πριγκίπισσα Αλίκη και ο σύζυγός της, πρίγκιπας Ανδρέας της Ελλάδος και της Δανίας, 
το 1921, στην Αθήνα.



Στους πρόποδες του Όρους των Ελαιών, δίπλα στην παλαιά πόλη της Ιερουσαλήμ, βρίσκεται το μνήμα της πιο εκκεντρικής, ίσως, προσωπικότητας της βρετανικής βασιλικής οικογένειας: της πριγκίπισσας Αλίκης του Μπάτενμπεργκ, μητέρας του πρίγκιπα Φιλίππου, συζύγου της βασίλισσας Ελισάβετ, και δισέγγονης της βασίλισσας Βικτωρίας.
Η πριγκίπισσα Αλίκη γεννήθηκε στο Ουίνδσορ στις 25 Φεβρουαρίου του 1855, πάσχοντας από κώφωση. Παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Ανδρέα της Ελλάδος, γιο του βασιλιά Γεωργίου Α΄, και έζησε μια ζωή γεμάτη βασιλικά μεγαλεία, αλλά και ακραία ανέχεια. Νοσηλεύθηκε επί διετία σε ελβετικό ψυχιατρείο, καθώς διαγνώστηκε με σχιζοφρένεια.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η πριγκίπισσα Αλίκη φιλοξένησε στο σπίτι της, το ανάκτορο του πρίγκιπα Γεωργίου, στη συμβολή των οδών Ακαδημίας και Δημοκρίτου, την εβραϊκή οικογένεια Κοέν, η οποία βρισκόταν υπό διωγμόν από τους ναζί και τους ομοϊδεάτες τους, μεταξύ των οποίων και κάποια από τα παιδιά της. Όπως επισημαίνει η Εύη Κοέν, της οποίας η γιαγιά, η θεία και ο θείος βρήκαν καταφύγιο στο σπίτι της πριγκίπισσας, «η πριγκίπισσα Αλίκη απλώς έσωσε όλη την οικογένεια. Προφανώς δεν θα ήμουν εδώ, ούτε θα είχα γεννηθεί, αν δεν υπήρχε η πριγκίπισσα».

Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2019

Η γέννηση του ελληνικού Τύπου


*Αριστερά, η πρώτη σελίδα του φύλλου αρ. 20 των «Ελληνικών Χρονικών» (8/3/1824). 
Δεξιά, «O Λόρδος Bύρωνας με σουλιώτικη φορεσιά». 
Eλαιογραφία του Thomas Phillips. Aθήνα, βρετανική πρεσβεία.





Του κ. ΑΡΙΣΤΕΙΔΗ ΧΑΤΖΗ*



Στις 8 Μαρτίου 1824 κυκλοφόρησε στο Μεσολόγγι το 20ό τεύχος της εφημερίδας «Ελληνικά Χρονικά». Το τεύχος αυτό αποτέλεσε την αφορμή για το πρώτο σοβαρό επεισόδιο λογοκρισίας στην ιστορία του ελληνικού Τύπου. Με πρωταγωνιστή τον Λόρδο Μπάιρον, που, ουσιαστικά, απαγόρευσε την κυκλοφορία της εφημερίδας. Ας δούμε γιατί.
Στην πρώτη σελίδα του συγκεκριμένου τεύχους δημοσιεύονταν η συνέχεια και το τέλος ενός δοκιμίου με θέμα την έννοια της ελευθερίας. Οι επόμενες τρεις σελίδες ήταν αφιερωμένες σε ένα κρούσμα πανώλης που είχε τρομοκρατήσει την πόλη. Στο τέλος της τέταρτης σελίδας η εφημερίδα έκλεινε με ένα σύντομο σημείωμα με θέμα τον φιλελληνισμό των Ούγγρων. Ο οποίος οφείλεται, όπως υπονοούσε ο συντάκτης, σε παρόμοιες εμπειρίες με τους Έλληνες καθώς ήταν και αυτοί ένας λαός που διεκδικούσε την ελευθερία του – από τους Αυστριακούς. Ο συντάκτης του άρθρου ήταν ο Ιάκωβος Μάγερ, ο φιλέλληνας Ελβετός που, έχοντας πολιτογραφηθεί Έλληνας, διηύθυνε την εφημερίδα.

Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2019

Μια περιγραφή των Πομάκων, σε εφημερίδα των Αθηνών, του 1878


*Πομάκοι του χωριού Χλόη Ροδόπης, σε φωτογραφία του 1960 περίπου.






Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης




          Το καλοκαίρι του 1878 ήταν κρίσιμο για ολόκληρη τη Θράκη, αλλά και για τους Πομάκους ιδιαίτερα. Είχαν νικήσει οι Ρώσοι στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο που είχε αρχίσει το 1877 και επέβαλαν στους Τούρκους δυσμενείς όρους με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Οι όροι όμως ήταν δυσμενέστατοι και για τους Έλληνες της Θράκης, γιατί οι Ρώσοι, παρέδωσαν τη Θράκη και τη Μακεδονία στους Βουλγάρους, δημιουργώντας τη "Μεγάλη Βουλγαρία". Τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου ανέτρεψε το συνέδριο του Βερολίνου. Μέχρις ότου ομαλοποιηθεί κατά κάποιο τρόπο η κατάσταση, οι Πομάκοι έζησαν δύσκολες στιγμές.
           Όταν οι Ρώσοι διέβησαν τη στενωπό της Πλέβνας και κατέβαιναν νοτιότερα, πολλοί Τούρκοι, ενόψει της προσέγγισης των Ρωσικών στρατευμάτων, θέλοντας να αποφύγουν την εκδικητικότητα των Βουλγάρων, όσοι μάλιστα δεν μπόρεσαν να καταφύγουν στην Κωνσταντινούπολη επειδή κόπηκε η σιδηροδρομική επικοινωνία, ανέβηκαν στα απρόσιτα ορεινά χωριά της Ροδόπης. Εκεί Πομάκοι, ξεσπιτωμένοι Τούρκοι και λιποτάκτες, δημιούργησαν ένα ενιαίο μέτωπο κατά των Ρώσων και των Βουλγάρων. Το πρώτο πράμα που έκαναν ήταν να κλείσουν τις διαβάσεις προς την ορεινή Ροδόπη. Αρχικά, οι αρχές κατοχής δεν έδωσαν καμιά σημασία. Όταν υπεγράφη η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, οι Τούρκοι πίστεψαν στις διαβεβαιώσεις των Ρώσων ότι δεν κινδυνεύουν, δέχθηκαν τις αρχές κατοχής και μάλιστα αφοπλίσθηκαν. Όταν όμως απομακρύνθηκαν οι Ρώσοι βάσει των αποφάσεων του συνεδρίου του Βερολίνου, άρχισαν οι επιθέσεις των Βουλγάρων. Μόλις έμαθαν όσοι βρίσκονταν ψηλά στα ορεινά τι έπαθαν οι Τούρκοι που δήλωσαν υποταγή, αμέσως αποφάσισαν να αντισταθούν με κάθε μέσον. Έκλεισαν πάλι τις διαβάσεις και τις στενωπούς της Ροδόπης και απαντούσαν με πυρά, όταν οι Ρώσοι προσπαθούσαν να περάσουν από τις εμπροσθοφυλακές τους, που πρέπει να εκτείνονταν σε μέτωπο 80 χιλμ. Στη Δράμα μάλιστα, σε μυστικές συγκεντρώσεις διακήρυξαν από τις 7 Μαρτίου, «πως προτιμώσι να τεθώσιν υπό το σκήπτρον του βασιλέως των Ελλήνων και μείνωσιν ευχαρίστως εις τας εστίας των, παρά υπό τον Βούλγαρο Ηγεμόνα...».

Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2019

Όταν ο Όθων, κάρφωσε το Σταυρό στη στέγη των Ανακτόρων του, το 1839...

*Τα Ανάκτορα του Όθωνος, σε γκραβούρα εποχής






Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης



Ο Σταυρός που στήνουν οι κτίστες όταν ολοκληρώνουν την κατασκευή ενός κτιρίου είναι, ένα πανελλήνιο έθιμο, που το τίμησαν και ο πρώτος βασιλιάς των Ελλήνων Όθων και η βασίλισσα Αμαλία, όταν ολοκληρώθηκε η κατασκευή της στέγης των Ανακτόρων τους, που σήμερα είναι το Μέγαρο της Βουλής!
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Φήμη» της 5ης Ιανουαρίου 1840, το βασιλικό ζεύγος, συνοδευόμενο από ανώτερους πολιτικούς υπαλλήλους και στρατιωτικούς επισκέφθηκε στις 31 Δεκεμβρίου1839 «τα νεοκτιζόμενα ανακτόρια», ενώ πλήθος κόσμου είχε συγκεντρωθεί και τους επευφημούσε, παρά την κακοκαιρία, που επικρατούσε εκείνη τη μέρα.
Εκεί ο Όθων, κάρφωσε συμβολικά το πρώτο καρφί στο Σταυρό της σκεπής. Αμέσως μετά ο εργαζόμενος στην οικοδόμηση των Ανακτόρων ανθυπολοχαγός του Μηχανικού Γ. Α. Μεταξάς εκφώνησε λογύδριο, τονίζοντας μεταξύ άλλων:
«Σήμερον επιστατούντων ημών, επιστεγάζονται τα λαμπρά Ανάκτορα του πρώτου Βασιλέως, όστις εκλήθη παρά της Θείας προνοίας να επαναγάγη εις το ελληνικόν ‘Εθνος την αρχαίαν δόξαν και ευδαιμονίαν του».

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2019

Σελίδες από την ιστορία των Φερών Έβρου

*Απόσπασμα από τα Θρακικά Έγγραφα της Βιβλιοθήκης της Βουλής






Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης



                Οι Φέρες είναι σήμερα μια δημιουργική και παραγωγική κωμόπολη, που συνορεύει με το Δέλτα του ποταμού Έβρου και κοσμείται από τον περικαλλή βυζαντινό ιερό ναό της Παναγίας της Κοσμοσώτειρας, που οι Οθωμανοί τον είχαν μετατρέψει σε τέμενος. Ο ναός αυτός είναι τμήμα από μοναστήρι, που ιδρύθηκε από τον σεβαστοκράτορα Ισαάκιο Κομνηνό στην τοποθεσία Βήρα, όπως ήταν η βυζαντινή ονομασία των Φερών. Κατά πάσα πιθανότητα, κτίσθηκε το 1152.
                Η ιστορική αυτή κωμόπολη, από τα πανάρχαια χρόνια ακολούθησε τη μοίρα του Ελληνισμού και συχνά υπήρξε στόχος ξένων εισβολέων. Κρίσιμα ήταν τα χρόνια μετά το σχίσμα της Βουλγαρικής Εκκλησίας το 1870, με σουλτανικό φιρμάνι και χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
                Οι Φέρες αποτέλεσαν πολύ νωρίς, στόχο του Βουλγαρικού επεκτατισμού. Οι Βούλγαροι με έντονο εποικισμό κατόρθωσαν περί το 1880 και νωρίτερα, να παρουσιάζουν αυξημένο πληθυσμό έναντι των Ελλήνων.

Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2019

Η οδύσσεια των αγωνιστών του Υψηλάντη

*Ένας Έλληνας ιερέας, ένας Σπαρτιάτης (δεξιά) και ένας Υδραίος (αριστερά). 
Ο Σπαρτιάτης και ο Υδραίος αντιστοιχούν σε πραγματικά πορτρέτα 
Ελλήνων προσφύγων στη Ζυρίχη 
(ζωγραφιά του Ελβετού Γιόχαν Κόνραντ Φόσι, 1796-1870).






Γράφει ο κ. ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΠΑΠΑΡΣΕΝΟΣ*




Καθώς πλησιάζει η 200ή επέτειος της Ελληνικής Επανάστασης, μία συγκινητική και εν πολλοίς άγνωστη ιστορία πατριωτισμού και φιλελληνισμού αναδεικνύει ο Γεώργιος Γκέκος, ομότιμος καθηγητής του Πολυτεχνείου της Ζυρίχης και ιστοριοδίφης.
Το βιβλίο του «Η Επιστροφή» είναι το τελευταίο προϊόν της ενασχόλησής του με την ιστορική έρευνα. Είχαν προηγηθεί η γενική επιμέλεια του βιβλίου «Έλληνες στη Ζυρίχη» και η μονογραφία «Η ελληνική παρουσία στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης».
Τώρα ο συγγραφέας αξιοποιώντας ανέκδοτο αρχειακό υλικό μετά επισταμένη έρευνα στα ελβετικά και γερμανικά αρχεία, αναζητεί τα ίχνη των αγωνιστών του Αλέξανδρου Υψηλάντη μετά την αποτυχημένη εξέγερση στη Μολδοβλαχία το 1821, όταν αποφάσισαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα για να συνεχίσουν εκεί τον απελευθερωτικό Αγώνα. Με αφετηρία την Οδησσό και τελικό προορισμό τη Μασσαλία, περίπου 1.000 πολεμιστές ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο 1822 την οδύσσεια της επιστροφής, ακολουθώντας μια πορεία-εκατόμβη 3.000 χλμ., μέσω Ρωσίας, Πολωνίας, Γερμανίας και Ελβετίας, που είχε σχεδιαστεί υπολογίζοντας την πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη και τους ανταγωνισμούς των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής.

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2019

Από τη μαρτυρική ιστορία της Προσοτσάνης

*Η πλατεία της Προσοτσάνης






Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης



Η Προσοτσάνη του νομού Δράμας, αναγνωρίσθηκε ως «μαρτυρική πόλη» με Προεδρικό Διάταγμα της 1ης Ιουνίου 2017 (ΦΕΚ 79, τεύχος Α’,  1/6/2017). Αυτό έγινε ως αναγνώριση των αγώνων και των ανθρώπινων απωλειών, που υπέστησαν οι κάτοικοί της κατά την περίοδο της βουλγαρικής κατοχής στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Τα μαρτύριά της όμως, συνεχίσθηκαν και κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Από το 1946 ως το 1949 η κωμόπολη υπέστη πολλές καταστροφές από επιθέσεις των ανταρτών.
Πάντως στη διάρκεια της Κατοχής σημειώθηκε στην Προσοτσάνη, μια εντυπωσιακή πράξη εθνικής αντίστασης, που πρέπει να αναφέρεται πάντα και να μην λησμονηθεί ποτέ.
Τον Σεπτέμβριο του 1944 και ενώ ολόκληρος ο νομός της Δράμας και της ευρύτερης Ανατολικής Μακεδονίας τελούσε υπό την φοβερή Κατοχή των Βουλγάρων, ο δάσκαλος Κωνσταντίνος Καζάνας μαζί με τον Αστέριο Αστεριάδη, υπέστειλαν τη βουλγαρική σημαία και ύψωσαν την ελληνική! Οι Βούλγαροι αφήνιασαν. Τους συνέλαβαν και τους καταδίκασαν.

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...