Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Η μεγάλη περιοδεία, που έκανε στις αρχές
του Ιουλίου 1920, ο βασιλεύς Αλέξανδρος ήταν μια αλησμόνητη πορεία νίκης και
ελευθερίας. Ξεκίνησε από το Παλαιό Φάληρο επιβαίνοντας στο θρυλικό θωρηκτό
«Αβέρωφ» πήγε μόνο στο λιμάνι της Σμύρνης, επισκέφθηκε τον αρχιστράτηγο Λεωνίδα
Παρασκευόπουλο στην Πάνορμο, παρέστη στην απόβαση απελευθέρωσης της Ραιδεστού,
πήγε σε Αλεξανδρούπολη και Κομοτηνή και μέσω Διδυμοτείχου έφτασε στο Καραγάτς
για να εισέλθει στην Αδριανούπολη, μια μέρα μετά την απελευθέρωσή της. Το έθνος
ζούσε τότε μοναδικές και αλησμόνητες στιγμές σε όλα τα μέτωπα.
Τον Ιούλιο του 1920 ο βασιλεύς Αλέξανδρος είχε πρόθεση να επισκεφθεί τη Σμύρνη και το Μικρασιατικό Μέτωπο. Από την πλευρά όμως των Μεγάλων Δυνάμεων διατυπώθηκαν αντιρρήσεις για την επίσκεψη αυτή. Η κυβέρνηση Βενιζέλου φαίνεται πώς θορυβήθηκε και αποφάσισε να μην γίνει η επίσκεψη αυτή, παρά το γεγονός ότι ο λαός της Σμύρνης είχε αρχίσει προετοιμασίες για μεγάλη υποδοχή.
Τελικά στις 10 μ.μ. στις 2 Ιουλίου ο Αλέξανδρος φορώντας στολή ναυάρχου πήγε στο Φάληρο και επιβιβάσθηκε στο θωρηκτό «Αβέρωφ» για να αναχωρήσει. Τον συνόδευαν οι υπασπιστές του Σούτσος, Σκουμπουρδής, Μελάς και Σοφιανός, καθώς και ο αρχηγός του Στρατιωτικού του Οίκου στρατηγός Κόρακας.
Στην πλατεία του Φαλήρου ο κόσμος τον χειροκρότησε και ζητωκραύγαζε:
-Και στην Πόλη!!!
Στις 4 Ιουλίου έκπληκτος ο λαός διάβαζε στις εφημερίδες ότι οι Βούλγαροι κομιτατζήδες συνέχιζαν στην Θράκη τις εγκληματικές τους δραστηριότητες εις βάρος των Ελλήνων, παρά την παρουσία εκεί ελληνικού στρατού.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τηλεγραφήματα από το Διδυμότειχο τη νύχτα της 30ης Ιουνίου, ομάδα 200 κομιτατζήδων περικύκλωσε το χωριό Τοκμάκιοϊ (Μεταξάδες) και επιχείρησε να το πυρπολήσει. Μέσα στο χωριό υπήρχαν μόνο δύο στρατιώτες και δύο χωροφυλακές υπό τον ανθυπολοχαγό Ιωάννη Σώκο. Κατόρθωσαν να ακινητοποιήσουν τους εισβολείς έως ότου μετά από μία ώρα περίπου μεταβατικό απόσπασμα χωροφυλάκων υπό τον υπομοίραρχο Γεώργιο Λαγουδάκη από κοντινό φυλάκιο κινήθηκε αμέσως και επιτέθηκε εναντίον των Βουλγάρων και τους έτρεψε σε φυγή. Από τη μάχη που διήρκεσε 1,5 ώρα σκοτώθηκαν τρεις κομιτατζήδες, ενώ από βουλγαρική χειροβομβίδα έχασε τη ζωή της μια γυναίκα και ένα παιδί. Τραυματίσθηκαν επίσης άλλες δύο γυναίκες. Οι στρατιώτες μας δεν έπαθαν τίποτα. Κατά την εφημερίδα «Μακεδονία» επρόκειτο για μισθοφόρους στην υπηρεσία του Τζαφέρ Ταγιάρ στρατιωτικού διοικητή της Αδριανούπολης, σύμφωνα με έγγραφα που βρέθηκαν σε ένα σκοτωμένο κομιτατζή. Τα όπλα που εγκατέλειψαν ήταν τύπου Λεμπέλ.
Μια μέρα νωρίτερα στο χωριό Ντερμίργιουρεν (Σιδηρώ Σουφλίου) 15 κομιτατζήδες αιχμαλώτισαν και απήγαγαν τον Δημήτριο Αλεξίου.
Λίγες μέρες αργότερα το «Εμπρός» έγραφε ότι Τούρκοι στην περιοχή της Κεσσάνης βίασαν 12 Ελληνίδες.
Στο λιμάνι της Σμύρνης
Εν τω μεταξύ το θωρηκτό «Αβέρωφ» κατέπλευσε στις 4 Ιουλίου στη Σμύρνη, αλλά ο βασιλεύς Αλέξανδρος, ακολουθώντας τις οδηγίες της κυβέρνησης δεν πάτησε το πόδι του στο έδαφος της Σμύρνης, ενώ χιλιάδες λαού ζητωκραύγαζαν στην προκυμαία και τα πολεμικά πλοία που ήταν εκεί χαιρέτιζαν την άφιξή του με τις σειρήνες τους. Στο πλοία ανέβηκαν για να χαιρετίσουν το βασιλέα ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος και ο ύπατος αρμοστής Αριστείδης Στεργιάδης.
Όπως έγραψε η εφημερίδα «Πατρίς»
και ο απεσταλμένος της Κ. Αθάνατος, στον «Αβέρωφ» επιβιβάσθηκε για να
συναντήσει τον Αλέξανδρο και η μοργανατική σύζυγος του Αλέξανδρου η Ασπασία
Μάνου, η οποία είχε καταταχθεί στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό και υπηρετούσε στο
Μικρασιατικό Μέτωπο.
Ο διάπλους των Στενών των Δαρδανελίων έγινε το Σάββατο 4 Ιουλίου. Ο Αλέξανδρος παρέμεινε στη γέφυρα του πλοίου και παρατηρούσε με ενδιαφέρον την περιοχή. Η Καλλίπολη και τα Δαρδανέλια ήταν στολισμένα με ελληνικές σημαίες και οι κάτοικοι χαιρετούσαν από μακριά τη διέλευση του θωρηκτού.
Την επομένη 5 Ιουλίου ο Αλέξανδρος έφτασε στην Πάνορμο, στα νότια παράλια της Προποντίδας, αφού πέρασε από την Κίο και την Κύζικο. Στην Πάνορμο συναντήθηκε με τον αρχιστράτηγο Λεωνίδα Παρασκευόπουλο στο στρατηγείο και ενημερώθηκε για τη στρατιωτική κατάσταση. Παρέθεσε επίσης γεύμα στους στρατηγούς Δημήτριο Ιωάννου και Αλέξανδρο Μαζαράκη και στη συνέχεια επιθεώρησε τα λάφυρα, που είχαν εγκαταλείψει οι Τούρκοι. Περνώντας από τους δρόμους της Πανόρμου ο λαός ζητωκραύγαζε υπέρ του. Επί του «Αβέρωφ» τον επισκέφθηκε και ο Άγγλος κυβερνήτης του πολεμικού πλοίου που ναυλοχούσε εκεί.
Στις 6 Ιουλίου το απόγευμα το θωρηκτό «Αβέρωφ» απέπλευσε κατευθυνόμενο προς τα Στενά με τελικό προορισμό το Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη).
Ο Αλέξανδρος παρακολουθεί την απελευθέρωση της Ραιδεστού
Εν τω μεταξύ από νωρίς το πρωί της 7ης Ιουλίου, είχαν αρχίσει από τη θάλασσα της Προποντίδας οι αποβατικές ενέργειες των ελληνικών δυνάμεων για την κατάληψη της Ανατολικής Θράκης στο Σουλτάνκιοϊ, την Ηράκλεια και τη Ραιδεστό. Στη 1 το μεσημέρι η Ραιδεστός είχε καταληφθεί. Την απόβαση υποστήριζαν το πολεμικό πλοίο «Κιλκίς», τα αντιτορπιλικά «Λέων» και «Αετός», το ανιχνευτικό «Ιέραξ», μεταγωγικά σκάφη και άλλα δύο αγγλικά πολεμικά πλοία (λεπτομέρειες βλέπετε στο https://sitalkisking.blogspot.com/2017/04/blog-post_21.html)
Σε όλη αυτή την επιχείρηση, το θωρηκτό «Αβέρωφ» στο οποίο επέβαινε ο βασιλεύς Αλέξανδρος, βρίσκονταν σε θέση τάξης μάχης και είχε φτάσει στα ανατολική της Ραιδεστού στις 5 το πρωί, 4 χιλμ. μακριά από την ακτή. Σύμφωνα με τηλεγράφημα του επιτελάρχη Θεόδωρου Πάγκαλου, κατά τη διάρκεια της απόβασης ο Αλέξανδρος δεν δέχθηκε να εισέλθει σε τεθωρακισμένο πυργίσκο της γέφυρας του «Αβέρωφ» και παρακολουθούσε ακάλυπτος την έκβαση της αποβατικής επιχείρησης.
Όταν τελείωσε η απόβαση ο Αλέξανδρος με σήμα του από τον ασύρματο του θωρηκτού συνεχάρη τα πληρώματα όλων των πλοίων. Το απόγευμα με στολή ναυάρχου αποβιβάσθηκε στη Ραιδεστό, όπου οι κάτοικοι τον περίμεναν με απερίγραπτο ενθουσιασμό και τον έραιναν με άνθη. Τον συνόδευαν οι υπασπιστές του και ο κυβερνήτης του «Αβέρωφ» Μαυρουδής. Τον υποδέχθηκε ο μητροπολίτης εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του λαού για την απελευθέρωση. Μαζί του ήταν ο Μουφτής και ο Αρμένιος επίσκοπος.
Ο βασιλεύς παρέμεινε στην απελευθερωμένη Ραιδεστό επί δίωρο, πριν αναχωρήσει για το Δεδέαγατς.
Οι επιχειρήσεις συνεχίζονται ασταμάτητες
Οι δυνάμεις που αποβιβάσθηκαν από τη θάλασσα της Προποντίδας προωθήθηκαν ταχύτατα στο εσωτερικό της Ανατολικής Θράκης και συνέλαβαν κάτω από κωμικές συνθήκες αιχμάλωτο τον ίδιο τον Τζαφέρ Ταγιάρ (για τις συνθήκες της αιχμαλωσίας του από ένα τσομπανόπουλο βλέπετε στο https://sitalkisking.blogspot.com/2016/05/1920.html). Εστάλη αιχμάλωτος στην Αθήνα και αργότερα ανταλλάχθηκε με τον υποστράτηγο Νικόλαο Κλαδά, που είχαν συλλάβει οι Τούρκοι αιχμάλωτο.
Από τον τομέα του ποταμού Έβρου οι Τούρκοι επιχείρησαν κάποιας μορφής αντίσταση, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Σε βομβαρδισμό της περιοχής του Καραγάτς, στις 7 Ιουλίου, οι ελληνικές δυνάμεις είχαν τέσσερις νεκρούς και δύο τραυματίες. Την επομένη δεν υπήρξε βομβαρδισμός.
Στους βομβαρδισμούς αυτούς χρησιμοποιήθηκαν ως παρατηρητήρια βολών Πυροβολικού οι μιναρέδες του μνημειακού τεμένους του Σουλτάν Σελήμ. Στην πρώτη διαταγή προς τις ελληνικές δυνάμεις ξεκαθαρίζονταν ότι για τη διαφύλαξη των μνημείων της Αδριανούπολης δεν θα γίνει βομβαρδισμός της Αδριανούπολης. Υπήρξαν όμως αψιμαχίες με δυνάμεις του Πεζικού. Στις αψιμαχίες της 8ης Ιουλίου, έχασε τη ζωή του στη γέφυρα, ο λοχαγός Νικόλαος Διαμάντης.
Στις 10 Ιουλίου οι ελληνικές δυνάμεις προχώρησαν από το Καραγάτς προς Αδριανούπολη, καταλαμβάνοντας τη μεγάλη λίθινη γέφυρα επί του ποταμού Έβρου. Τα οχυρωματικά έργα πέριξ της Αδριανούπολης, που είχε ενισχύσει ο Ταγιάρ, αποδείχθηκαν άχρηστα. Αυτά ήταν κατασκευασμένα την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων και ήταν προσανατολισμένα για αντίσταση κατά των Βουλγάρων, ενώ τώρα οι Έλληνες εφορμούσαν από τα δυτικά.
Η κατάληψη της Αδριανούπολης φαίνεται πως έγινε από τις 11 Ιουλίου 1920, σύμφωνα με ένα τηλεγράφημα από το Διδυμότειχο. Ήταν ανεπίσημες πληροφορίες από στρατιωτικούς κύκλους.
Ο βασιλεύς καταφθάνει στο Δεδέαγατς
Το θωρηκτό «Αβέρωφ» με τον βασιλέα Αλέξανδρο κατέπλευσε στο Δεδέαγατς στις 8 Ιουλίου το πρωί, ημέρα Τετάρτη. Η πόλη παρουσίαζε λαμπρή όψη για την υποδοχή του μονάρχη. Στην προκυμαία είχε στηθεί μεγαλοπρεπής αψίδα, υπήρχε τιμητικό στρατιωτικό άγημα, ενώ είχαν παραταχθεί μαθητές σχολείων και πρόσκοποι. Έκλεισαν τα καταστήματα. Ο κόσμος είχε συγκεντρωθεί στην παραλία περιμένοντας την αποβίβαση του βασιλιά, ο οποίος τελικά βγήκε με ατμάκατο στις 4 μμ. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν χαρμόσυνα και σκόρπιζαν στην ατμόσφαιρα τη χαρά της απελευθερωμένης από τις 14 Μαΐου πόλης, ενώ στο σημείο αποβίβασης η στρατιωτική φιλαρμονική του Σώματος Εθνικής Άμυνας παιάνιζε θριαμβευτικά εμβατήρια.
Κατά την αποβίβαση τον υποδέχθηκαν ο ύπατος Αρμοστής Ανατολικής Θράκης Αντώνιος Σαχτούρης, ο πολιτικός διοικητής της πόλης Σνωκ, ο δήμαρχος Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης, ο στρατηγός Εμμανουήλ Ζυμπρακάκης και άλλοι επίσημοι, ενώ μαθήτριες πρόσφεραν στο βασιλέα ανθοδέσμη. Ακολούθησε δοξολογία στο μητροπολιτικό ναό του Αγίου Νικολάου χοροστατούντος του επισκόπου Αργυρουπόλεως Γερμανού και δεξίωση στο μητροπολιτικό μέγαρο. Μετά τη δεξίωση ο Αλέξανδρος επισκέφθηκε τραυματίες στρατιώτες, που νοσηλεύονταν εκεί και στη συνέχεια με αυτοκίνητο πήγε στη Μάκρη, όπου έμεινε κατάπληκτος από τα ερείπια που είδε. Ήταν από το συμμαχικό βομβαρδισμό κατά των Βουλγάρων το 1915.
Η επίσκεψη του Αλέξανδρου, σχετίζεται με το σημερινό όνομα της Αλεξανδρούπολης. Από τις πρώτες ημέρες της απελευθέρωσης της πόλης στις 14 Μαΐου 1920 οι αρχές του τόπου και η μητρόπολή της, πήραν την απόφαση να μετονομάσουν την πόλη από Δεδέαγατς σε Νεάπολη, καθώς αποτελούσε ως τότε την νεότερη Ελληνική πόλη.
Η επίσκεψη όμως του βασιλέως της Ελλάδος, Αλέξανδρου Α΄, οδήγησε τις τοπικές αρχές να μετονομάσουν ξανά σε σύντομο χρονικό διάστημα την πόλη σε Αλεξανδρούπολη, προς τιμήν του.
Τη επομένη ο Αλέξανδρος πήγε στη Γκιουμουλτζίνα (Κομοτηνή) και επέστρεψε το απόγευμα για να παρακαθίσει σε γεύμα που έδωσε προς τιμήν του ο ύπατος αρμοστής Αντώνιος Σαχτούρης. Πρόλαβε να κάνει και μια σύντομη επίσκεψη στο Πόρτο Λάγος.
Λίγες μέρες νωρίτερα στην Κομοτηνή είχε γίνει μέσα σε κλίμα μεγάλου ενθουσιασμού, αλλά και συγκίνησης, η ορκωμοσία των νεοσύλλεκτων Θρακών εθελοντών.
Το Διδυμότειχο, χρήσιμο τηλεπικοινωνιακό
κέντρο
Ο βασιλεύς Αλέξανδρος ήταν πλέον έτοιμος να παρακολουθήσει από κοντά τις επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού, που απελευθέρωνε σταδιακά και την Ανατολική Θράκη, από τα δυτικά διαβαίνοντας τον ποταμό Έβρο και από την θάλασσα της Προποντίδας. Το σχέδιο σε στρατιωτικό επίπεδο ήταν η σύγκλιση των δυνάμεων που είχαν αποβιβασθεί από την Προποντίδα και των δυνάμεων που είχαν διαβεί τον ποταμό Έβρο. Αυτό θα σήμαινε την οριστική απελευθέρωση της Ανατολικής Θράκης έως τη γραμμή της Τσατάλτζας και τον απόλυτο έλεγχο της σιδηροδρομικής γραμμής.
Τα τηλεγραφήματα από το Διδυμότειχο όπου είχε στήσει το στρατηγείο του ο στρατηγός Εμμανουήλ Ζυμπρακάκης, έδιναν και έπαιρναν… Λόγω ύπαρξης τηλεγραφείου στην πόλη, τα περισσότερα δημοσιογραφικά τηλεγραφήματα έφευγαν από εκεί.
Ήδη σύμφωνα με τηλεγραφήματα από το Διδυμότειχο, οι ελληνικές δυνάμεις είχαν διαβεί τον ποταμό Έβρο και προέλαυναν ανατολικά. Ο βασιλεύς που έφτασε εκεί στις 11 Ιουλίου, παρακολουθούσε με τον στρατηγό Ζυμπρακάκη την εξέλιξη των επιχειρήσεων. Εισήλθε στην πόλη από την παλαιά γέφυρα, διήλθε από την εκκλησία της Αγίας Μαρίνας και από την εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου και κατευθύνθηκε στην πλατεία της πόλης, όπου έγινε πάνδημη υποδοχή. Έκτοτε και μέχρι σήμερα ο δρόμος αυτό ονομάζεται οδός Βασιλέως Αλεξάνδρου. Στην ίδια πόλη δέχθηκε μεταξύ άλλων τον πρόεδρο της μουσουλμανικής κοινότητας Αλή Μπέη συνοδευόμενο από ιμάμη Χουλουσή, οι οποίοι υπέβαλαν τα σέβη τους και εξέφρασαν την αφοσίωση των ομοφύλων τους στον βασιλέα.
Περνώντας οι Έλληνες στρατιώτες από τη γέφυρα του Κούλελι Μπουργκάς (Πύθιο) είχαν καταλάβει το Εσκήκιοϊ και το Τσακμάκ κυριεύοντας άφθονα πυρομαχικά και συλλαμβάνοντα ς αιχμαλώτους. Το απόγευμα ένα τηλεγράφημα από το Διδυμότειχο ανήγγειλε ότι στις 6 μμ της 11 Ιουλίου έπεσε στα χέρια των Ελλήνων το Ουζούν Κιοπρού (Μακρά Γέφυρα). Ήταν οι δυνάμεις που είχαν περάσει από τις γέφυρες εκστρατείας με τις οποίες είχε ζευχθεί ο ποταμός Έβρος κάπου μεταξύ Σουφλίου και Κορνοφωλιάς.
Οι Τούρκοι κατά διαστήματα πραγματοποιούσαν βομβαρδισμούς, χωρίς να επιτυγχάνουν στρατηγικά αποτελέσματα. Βομβαρδισμοί έγιναν στην περιοχή του Πυθίου και του Καραγάτς. Ειδικά στο Καραγάτς στις 7 Ιουλίου καταστράφηκαν 10 σπίτια και ένα σπίτι της γαλλικής συνοικίας έγινε παρανάλωμα του πυρός. Στις 8 του μηνός επικρατούσε ησυχία, αλλά στις 9 Ιουλίου το πυροβολικό των Τούρκων έριξε εναντίον του Καραγάτς 151 βολές εγκαιροφλεγών και κρουσιφλεγών βλημάτων, καταστρέφοντας τα σπίτια των Ιμισόγλου, Δημητιουτόγλου, Κυριάκη, Ευαγγελούδη, Ανετζή, Παρθενούλη, Βούζια, Κιτσόγλου, Λεοντόγλου, Αρμενάκη, Αγραπίου. Τραυματίσθηκε επίσης σοβαρά ο Αδριανουπολίτης Β. Γεωργαντζής. Τα βλήματα εξακριβώθηκε ότι ήταν Αυστριακής προέλευσης.
Στις 12 Ιουλίου οι εφημερίδες ανήγγειλαν ότι έπεσε η Αδριανούπολη!!! Ήταν η μεγάλη ώρα της λευτεριάς!!!
Ένα από τα τηλεγραφήματα, που έφυγαν από το Διδυμότειχο ανέφερε ότι με τα πρώτα τμήματα του στρατού εισήλθαν στην Αδριανούπολη οι απεσταλμένοι των «Τάιμς» του Λονδίνου, του πρακτορείου Ρώυτερ και της εφημερίδας «Σικάγο Τρίμπιουν» οι οποίοι ενημέρωναν τον έξω κόσμο ότι η Αδριανούπολη έπλεε στα γαλανόλευκα και πανηγύριζε.
Σε ένα άλλο τηλεγράφημα από το Διδυμότειχο αναφέρθηκε ότι όταν έπεσε η Αδριανούπολη και το πληροφορήθηκε ο Αλέξανδρος, δήλωσε συγκινημένος:
«Η σημερινή ημέρα είναι η ευτυχεστέρα της ζωής μου, διότι με την ευλογίαν του Θεού, ηξιώθην να εισέλθω μετά του ελληνικού στρατού εις την Αδριανούπολιν. Πρέπει όλοι να είμεθα υπερήφανοι».
Η αμαχητί κατάληψη της Αδριανούπολης έγινε στις 2 μ.μ. της Κυριακής, 12 Ιουλίου 1920.
Η Αδριανούπολη παραδόθηκε ήρεμα και ομαλά. Ο στρατιωτικός διοικητής της Τζαφέρ Ταγιάρ είχε εξαφανισθεί και τελικά έγινε γνωστό με καθυστέρηση, ότι συνελήφθη αιχμάλωτος υπό κωμικές συνθήκες. Ο βαλής (νομάρχης) βλέποντας την εξέλιξη της κατάστασης κάλεσε στο Διοικητήριο τον μητροπολίτη Πολύκαρπο, ο οποίος πήγε αμέσως συνοδευόμενος από τον έφεδρο γιατρό του Ερυθρού Σταυρού Γεώργιο Τσαγκρή. Εκεί βρήκαν τις τουρκικές αρχές της πόλης και άλλους θρησκευτικούς αρχηγούς που συνεδρίαζαν. Πολύκαρπος και Τσαγκρής πρότειναν να παραδοθεί η Αδριανούπολη ειρηνικά στο ελληνικά στρατεύματα. Έτσι σχηματίσθηκε μια επιτροπή με το βαλή, το μητροπολίτη, το μουφτή, το δήμαρχο, τον αρχιρραβίνο, τον αρμένιο μητροπολίτη και ένα Τούρκο αξιωματικό, για να κάνουν τις συνεννοήσεις με την ελληνική πλευρά. Οι σχετικές συνεννοήσεις ευοδώθηκαν και ο ελληνικός στρατός άρχισε να εισέρχεται στην Αδριανούπολη.
Ο αρχιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος σε ανακοινωθέν του τόνιζε μεταξύ άλλων:
«Η Αδριανούπολις παρεδόθη. Αι επιχειρήσεις κατά των κύριων δυνάμεων του Ταγιάρ, αρξάμεναι την πρωίαν της 7ης τρέχοντος δια της εις Ραιδεστόν αποβάσεως, δύνανται να θεωρηθούν λήξασαι. Διήρκεσαν 5 ημέρας».
Κανονιοβολισμοί χαράς στην Αθήνα
Στην Αθήνα συνεδρίασε το υπουργικό συμβούλιο υπό την προεδρία του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Εμμανουήλ Ρέπουλη, γιατί ο Βενιζέλος απουσίαζε στο εξωτερικό (ετοιμάζονταν για την συνθήκη των Σεβρών) και αποφασίσθηκε να ειδοποιηθούν όλοι οι νομάρχες του κράτους να εορτασθεί με μεγαλοπρέπεια σε όλες τις πόλεις η κατάληψη της Αδριανούπολης.
Από το πυροβολείο του Λυκαβηττού, έπεσαν 21 χαιρετιστήριοι κανονιοβολισμοί όταν αναγγέλθηκε η πτώση της Αδριανούπολης. Ο κόσμος της Αθήνας παραληρούσε από χαρά.
Το μεσημέρι της Κυριακής 12 Ιουλίου ο Αλέξανδρος έφτασε στο Καραγάτς και διέμεινε στην οικία του Κωνσταντίνου Αλτιναλμάζη. Η υποδοχή του αλλά και η επίσημη είσοδος την επομένη στην Αδριανούπολη, υπήρξε αποθεωτική. Ήταν το τέλος μιας πορείας ελευθερίας με άρωμα μεγάλης ελληνικής νίκης. Η περιγραφή όμως της εισόδου, του Αλέξανδρου στην Αδριανούπολη, που ήταν ξεχωριστή και μεγαλειώδης, ίσως στο μέλλον να αποτελέσει ένα άλλο άρθρο.
Και ένα παραλειπόμενο: Τον βασιλέα Αλέξανδρο κατά τη διάρκεια της ιστορικής περιοδείας του, συνόδευε το πιστό του λυκόσκυλο ο Φρίτς!!!
Αθανασιάδης Στεφ. Αθανασιάδης
ΠΗΓΕΣ
*Αρχείο εφημερίδων Ιουλίου 1920 «Καιροί», «Πατρίς», «Εστία», «Εμπρός», Αθηνών
«Μακεδονία» Θεσσαλονίκης, Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων.
Χάρις Τσάτσου
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπούσε την Ελλάδα είχε παντρευτεί -αν θυμάμαι καλά-την Ασπασία Μάνου κόρη συνταγματαρχη της χωροφυλακης-πρώτη φορά Ελληνίδα σύζυγος "γαλαζοαιματου "! Περίεργος ο θάνατος του !
Μας βάζει σε πολλές σκέψεις !!!
Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας
ΑπάντησηΔιαγραφήΉ Θράκη προμαχούσα, αλλά δυστυχώς παραχωρήθηκε η Ανατολική Ρωμυλία στην Βουλγαρία και η Ανατολική στην Τουρκία. Κατά τον Βενιζέλο θα πρέπει να ευγνωμονούμε τους <> που μας παραχώρησαν τη σημερινή Ελληνική Θράκη. Καληνύκτα Παντελή με υγεία και χαρούμενο ξημέρωμα.
Mandas Indianos
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ υπόλοιπη βασιλική οικογένεια δεν τον αναγνώρισε ποτέ ως βασιλιά (καθώς επίσημα ο Κωσταντίνος δεν είχε υποβάλει παραίτηση).
Στον τάφο του γράφει: Αλέξανδρος βασιλιπαίς της Ελλάδος , βασίλευσε αντί του πατρός αυτού
Είναι όπως τα λες.
ΑπάντησηΔιαγραφήAndreas Makrides
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα υποθέσω πως από τότε η Αλεξανδρούπολη και το Διδυμότειχο δεν γνώρισαν ξανά τέτοια μεγαλεία; Ή όχι;
Τέτοια διέλευση με τέτοια νίκη; Ποτέ άλλοτε....
ΔιαγραφήΝα είσαι καλά ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΟΥ,μ μαθαίνουμε όσα δεν ξέρουμε,,,,από μακρά γέφυρα ο παπους μου το μπαμπά μου ο μπαμπάς! νύχτα πέρασε το ποτάμι κ από φαθαδες μαζί με άλλους έμεινε Διδυμότειχο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤριαδα φωτοπουλου,