Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Οι πιο μαύρες σελίδες στην νεώτερη ιστορία
των Θρακών, γράφτηκαν στα χρόνια 1914-1918, όταν οι ανελέητοι διωγμοί των
Νεοτούρκων εναντίον του Ελληνισμού της Ανατολικής Θράκης, έμειναν στη συλλογική εθνική μνήμη με την ονομασία
«Μαύρο Πάσχα» των Θρακών. Εκείνοι οι διωγμοί κατά των Χριστιανών που ζούσαν
στην Ανατολική Θράκη και στη Μικρά Ασία, οδήγησαν στη συνέχεια στις φοβερές γενοκτονίες
των Ποντίων, των Αρμενίων και των Ασσυρίων από την Τουρκία, και δεν δικαιώθηκαν
ποτέ.
Είναι γνωστό ότι οι Νεότουρκοι με την επανάσταση του 1908, αρχικά έδειξαν στη διεθνή κοινότητα ένα πρόσωπο συγκαταβατικό, αρκούντως πολιτισμένο και ευρωπαϊκό, που παρέσυρε τα υποταγμένα έθνη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία να πιστέψουν ότι θα αποκτήσουν πολιτικά δικαιώματα και ισοπολιτεία. Γρήγορα όμως λειτούργησε με αντίθετη φορά η εθνική αφύπνιση των Τούρκων, που μετατράπηκε σε ένα απόλυτο εθνικισμό, ο οποίος συνέβαλε στην εντελώς εχθρική αντιμετώπιση των μειονοτήτων.
Η αρχή έγινε από τους Έλληνες της Ανατολικής Θράκης, γιατί η Δυτική Θράκη ήταν υπό βουλγαρική κατοχή από 1913. Οι Ανατολικοθρακιώτες απομακρύνθηκαν βίαια από τις πατρογονικές εστίες τους στις αρχές του 1914. Όλη αυτή η επιχείρηση του διωγμού έγινε με την καθοδήγηση των Γερμανών, συμμάχων των Τούρκων. Η εκκένωση μεθοδεύτηκε πρώτα με ανθελληνική εκστρατεία του τουρκικού Τύπου και ταυτόχρονη καταπίεση των Ελλήνων για να εξαναγκαστούν σε δήθεν «εκούσια» μετανάστευση.
Στην ιστορία αυτοί ο διωγμοί αποτέλεσαν την πρώτη πειραματική εφαρμογή των σχεδίων Γενοκτονίας, που σχεδίασαν οι Νεότουρκοι. Και όταν διαπίστωσαν όταν δεν υπήρχαν σημαντικές αντιδράσεις από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και κυρίως από τις λεγόμενες μεγάλες Δυνάμεις, εφάρμοσαν τις γενοκτονικές πολιτικές τους εναντίον των Ποντίων, των Μικρασιατών, των Αρμενίων και των Ασσυρίων, ενώ παράλληλα διεξάγονταν ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως εθναρχούσα κεφαλής των Ορθόδοξων Χριστιανών, αντέδρασε έντονα και εκείνη τη χρονιά, που το Πάσχα γιορτάζονταν στις 6 Απριλίου έκλεισε το Πατριαρχείο, σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Από το γεγονός αυτό συμβολικά μέλλαμε σήμερα για το «Μαύρο Πάσχα» των Θρακών, αν και οι διωγμοί είχαν αρχίσει από νωρίτερα. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο από τις 30 Μαρτίου 1914 είχε επιδώσει διακοίνωση (τακρίριον) στο υπουργείο Θρησκευμάτων για την εκδίωξη των Ελλήνων από τα χωριά της Ανατολικής Θράκης. Σχημάτισε και Πατριαρχική Επιτροπή. Η Επιτροπή αυτή έκανε για το ίδιο ζήτημα προφορικό διάβημα στον Μεγάλο Βεζίρη. Αργότερα εξέδωσε και «Μαύρη Βίβλο».
Η εικόνα που έχουμε από τη διπλωματική αλληλογραφία της εποχής και από δημοσιεύματα του Τύπου, βλέπουμε ότι ήταν τραγική. Ιδίως στην ύπαιθρο χώρα. Οι διωγμοί άρχισαν με έντονο και κατευθυνόμενο μποϋκοτάζ εναντίον των ελληνικών καταστημάτων και επιχειρήσεων. Για το λόγο αυτό ο Έλληνας πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη επέδωσε νότα διαμαρτυρίας στην Υψηλή Πύλη.
Ζαλούφι, Πέτρα, Σκοπός, στενάζουν…
Το Ζαλούφι ήταν ένα σημαντικό χωριό στην περιοχή της Αδριανούπολης. Βρίσκονταν 35 χιλιόμετρα ΝΑ της Αδριανούπολης και 15 χιλιόμετρα από την Μακρά Γέφυρα (Ουζούν Κιοπρού). Διοικητικά υπάγονταν στο βιλαέτι (νόμο) και στο σαντζάκι (επαρχία) της Αδριανούπολης. Εκκλησιαστικά όπως υπάγονταν στη Μητρόπολη του Διδυμοτείχου. Το χωριό αυτό είχε ελληνικά κοινοτικά σχολεία, χρησιμοποιούσαν την ελληνική γλώσσα στη θρησκευτική τους λατρεία και γενικά σε κάθε ευκαιρία τόνιζαν την ελληνικότητά τους. Στην καθημερινότητά τους μιλούσαν τα αρβανίτικα, γιατί οι κάτοικοί του προέρχονταν από περιοχές της Βορείου Ηπείρου και εγκαταστάθηκαν εκεί τον 18ο αιώνα, αλλά και νωρίτερα.
Στο Ζαλούφι, χάρη στις ενέργειες του Μητροπολίτη Διδυμοτείχου Φιλάρετου, επιτεύχθηκε η αντικατάσταση των υπαξιωματικών της Τουρκικής χωροφυλακής. Πρώτη πράξη του αντικαταστάτη ήταν να εκδικηθεί, όσους διαμαρτυρήθηκαν και κατέθεσαν εναντίον του μετατεθέντος συναδέλφου του. Συνέλαβε λοιπόν τους φιλήσυχους χωρικούς και τους έστειλε σιδηροδέσμιους στο Ουζούν Κιοπρού.
Προς τα τέλη Απριλίου η εφημερίδα «Ακρόπολις» είχε γράψει:
«Εν τη περιφερεία Διδυμοτείχου τα χωρία Ζαλούφι και Ουζούν Κιοπρού
ελεηλατήθησαν υπό των Τούρκων. Η χωροφυλακή υπεβοήθησεν την λεηλασίαν. Οι κάτοικοι εκτυπήθησαν και απηλάθησαν υπό των αρχών».
Οι χωρικοί του χωριού Γιαλπούζ και Τατάρκιοϊ είδαν τα σπίτια τους και τα κτήματά τους να καταλαμβάνονται πολύ νωρίτερα, από μουσουλμάνους μουατζίρηδες (πρόσφυγες). Οι πρόσφυγες αυτού, συνήθως ζητιάνευαν στην Αδριανούπολη και το Καραγάτς για να εξασφαλίσουν τον επιούσιο άρτο. Αυτοί είχαν κατορθώσει να εξαναγκάσουν τον καϊμακάμη (έπαρχος επικεφαλής του σαντζακίου) να τους δώσει έγγραφα με τα οποία τους παραχωρούσε τα κτήματα των Χριστιανών μεγάλης αξίας, έναντι μικρών οφειλών που είχαν αυτοί από φόρους προς το τουρκικό κράτος.
Υπήρχε την εποχή εκείνη γενικός κανόνας ότι κάθε χωρικός ο οποίος είχε ακόμα κάποια περιουσία, να υφίσταται καθημερινά γενναίες χρηματικές αφαιμάξεις από διάφορα όργανα της τουρκικής χωροφυλακής, χωρίς να έχει την δυνατότητα να τα καταγγείλει στον Μητροπολίτη Διδυμοτείχου, ή σε άλλους μητροπολίτες.
Στις 25 Μαΐου 1914 η κατάσταση συνεχώς εκτραχύνονταν. Οι πληροφορίες που έφταναν στο προξενείο της Αδριανούπολης και μεταβιβάζονταν στην ελληνική πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης ανέφεραν ότι στις εκκλησιαστικές περιφέρειες Αδριανούπολης, Σαράντα Εκκλησιών και Διδυμοτείχου, έδειχναν ότι η κατάσταση έφτανε στα άκρα εξαιτίας της καταπίεσης που ασκούσαν οι αρχές στα χωριά.
Οι κάτοικοι του χωριού Τούρκμπεη (κοντά στο Λουλέ Μπουργκάς) εξαναγκάζονταν από τον καϊμακάμη του Λουλέ Μπουργκάς και άλλα όργανα της εξουσίας να μεταναστεύσουν. Ο δημόσιος εισπράκτορας των φόρων Μεχμέτ εφέντης είπε σε συγκεντρωμένους χωρικούς, ότι αν δεν φύγουν μόνοι τους θα προχωρήσουν οι μουσουλμάνοι σε φόνους, οι οποίοι, όλοι ήξεραν προκαταβολικά, ότι θα μείνουν ατιμώρητοι!!!
Σε πολλά χωριά, είχε επιβληθεί η
υποχρεωτική αγγαρεία στους κατοίκους τους, ώστε γίνονταν πλέον καταφανής ο
σκοπός των Οθωμανικών αρχών να εξοντώσει τους Έλληνες «δια της κακουχίας και πείνης».
Στο χωριό Πέτρα των Σαράντα Εκκλησιών οι κάτοικοι υπέφεραν τα πάνδεινα από τον μουδίρη Μουφήτ Μπέη (μουδίρης είναι ο επικεφαλής του καζά. Καζάς είναι υποδιαίρεση του σαντζακίου) ο οποίος εκβίαζε τους χωρικούς να εργάζονται καθημερινά στην επισκευή των δημόσιων δρόμων, να οργώνουν τα χωράφια που είχαν καταλάβει οι πρόσφυγες και να προσφέρουν πρόβατα, για να σχηματίζουν δικά τους κοπάδια οι πρόσφυγες!!!
Οι χωρικοί του Σκοπού των Σαράντα Εκκλησιών, εξαναγκάζονταν με την απειλή του δαρμού να υπογράψουν για την αγορά αλωνιστικής μηχανής αξίας 900 λιρών, ενώ δεν τους είχαν επιτρέψει να σπείρουν ούτε σπιθαμή… Ήθελαν την αλωνιστική μηχανή για τους εαυτούς τους. Επίσης καθημερινά τους έπαιρναν σε αγγαρεία 25 ανδρών ανά συνοικία. Εκεί στην αγγαρεία ήταν καταδικασμένοι να εργάζονται από το πρωί έως το απόγευμα νηστικοί. Και οι Οθωμανικές αρχές τους ειδοποιούσαν ότι η αγγαρεία θα συνεχισθεί έως ότου τελειώσουν οι επισκευές επτά δρόμων.
Στο χωριό Μπουνάρ Χισσάρ των Σαράντα Εκκλησιών, που είχε περίπου ισάριθμο πληθυσμό τουρκικό και χριστιανικό, οι Έλληνες κάτοικοι διατάχθηκαν να βγουν στους αγρούς να… μαζέψουν ακρίδες!!! Ευφάνταστοι βασανιστές… Πράγματι βγήκαν 100 Έλληνες και 3 Τούρκοι. Δεν γνωρίζουμε για ποιο λόγο στάλθηκαν να μαζεύουν ακρίδες οι ελάχιστοι Τούρκοι. Όταν όμως επέστρεψαν οι 103 στο χωριό εξυβρίσθηκαν και χλευάσθηκαν από συγκεντρωμένους μουατζίρηδες. Με άλλη διαταγή κάθε χωρικός επιφορτίσθηκε να σπάει πέτρες και να τις συγκεντρώνει, ώστε να σχηματίζεται όγκος 3 τετραγωνικών μέτρων. Υπολογίσθηκε τότε ότι κάθε κάτοικος υποχρεώθηκε σε προσωπική εργασία που αναλογούσε σε 20 μέρες αγγαρείας. Το μέτρο εφαρμόσθηκε και στα χωριά Δημητρίκιοϊ, Μεκτσελή, και Σαρίγιαρ της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας της Αδριανούπολης, παρά τις επανειλημμένες διαμαρτυρίες του Μητροπολίτη Πολύκαρπου.
«Και σημειώ μόνον τινα εκ των χωρίων των πολλών των καταθλιβομένων με αγγαρείας κατά τοιούτον τρόπον ώστε να καθίσταται εις τους πενομένους χωρικούς αδύνατος πάσα ιδική των εργασία προς πορισμόν του επιουσίου» αναφέρεται σε διπλωματικό έγγραφο της εποχής.
Στο σαντζάκι της Αδριανούπολης χάρη στις κατάλληλες επεμβάσεις του μητροπολίτη Πολύκαρπου στο Βαλή είτε για άλλους λόγους, οι αυθαιρεσίες των οργάνων της εξουσίας ήταν σε σύγκριση με άλλα διαμερίσματα της Ανατολικής Θράκης λιγότερο επαχθείς. Αλλά μετά το Πάσχα εκείνης της χρονιάς «κατέστησαν τελευταίως αφόρητοι».
«Η κατάστασις των προσφύγων εξαιρετικώς
αθλία…»
Χαρακτηριστικά την 1η Απριλίου 1914, η «Ακρόπολις» έγραφε ότι τα χωριά Μαγκριώτισα, Ασμπουγά, Τοπτίκιοϊ, Άγιος Γεώργιος, Άγιος Ιωάννης, Τσακλί, Σαράι, Γιάτρος και Κρυόνερο ερημώθηκαν εντελώς. Οι κάτοικοί τους Έλληνες όλοι εκδιώχθηκαν και στάλθηκαν στην Ραιδεστό, για να φύγουν με πλοία στη Θεσσαλονίκη. Στη Σαρακίνα οι κάτοικοι ειδοποιήθηκαν να ετοιμάζονται και αυτοί για το ίδιο ταξίδι. Σύμφωνα με την «Νέα Αλήθεια» στις 31 Μαρτίου είχε καταπλεύσει στη Θεσσαλονίκη αυστριακής ιδιοκτησίας πλοίο με 1200 πρόσφυγες από την Αδριανούπολη, το Ορτάκιοϊ, τη Μανδρίτσα, το Άκαλαν και από τα πέριξ των Σαράντα Εκκλησιών και της Ραιδεστού ελληνικά χωριά.
«Η κατάστασις των προσφύγων τούτων- έγραφε η ίδια εφημερίδα- είναι εξαιρετικώς αθλία και αξία οίκτου, καθόσον ταλαιπωρηθέντες επί τρείς μήνας και υποστάντες τα πάντα παρά Τούρκων και Βουλγάρων έφθασαν ενταύθα κατόπιν κακουχιών και στερήσεων…».
Ένας επιστολογράφος έγραφε για τις λεηλασίες των εκκενούμενων σπιτιών για την αγορά των οικόσιτων ζώων «μπιρ παρά» και πρόσθετε:
«Έπειτα είναι και αι χανούμισσαι. Αυταί κάμνουν ένα γύρο στα σπίτια και παίρνουν ό,τι θέλουν, λέγουσαι πως «μια και θα φύγετε ας το πάρωμεν εμείς αυτό» και αλλοίμονον εάν ημείς δεν πούμε το πεκ έϊ- πολύ καλά, έρχονται οι άνδρες των και το παίρνουν με το ντίνι-ιμανί- την πίστιν σας και με ξύλο».
Κατά τη «Μακεδονία» περί τα τέλη Μαρτίου ο Ρώσος πρόξενος στη Θεσσαλονίκη πήγε ατμοπλοϊκώς στο Δεδέαγατς, για να επισκεφθεί στη συνέχεια τη Γκιουμουλτζίνα, την Ξάνθη και το Διδυμότειχο για να εξετάσει τις καταγγελίες για τις βιαιοπραγίες των Βουλγάρων στη Βουλγαροκρατούμενη Θράκη. Η περιοδεία πραγματοποιήθηκε ύστερα από διαμαρτυρίες του Οικουμενικού Πατριάρχη προς τη Ρωσική κυβέρνηση.
Τα ίδια και στο Διδυμότειχο
Στο Άκαλαν, κοντά στο Ορτάκιοϊ, δολοφονήθηκαν με δόλο 42 ομογενείς. Από την περιφέρεια Διδυμοτείχου 500 οικογένειες αναγκάσθηκαν να εκπατρισθούν. Τους φόρτωσαν τη Μεγάλη Δευτέρα σε τρένο για να τους πάνε στην Κωνσταντινούπολη, όπως τους είπαν. Το τρένο σταμάτησε στην Τυρολόη και διατάχθηκαν όλοι να κατεβούν με τη χρήση μάλιστα της λόγχης των χωροφυλάκων. Πέντε τραυματίσθηκαν. Οι υπόλοιποι αναγκάσθηκαν να μεταβούν στο λιμάνι της Ραιδεστού όπου λιμοκτονούσαν μαζί με άλλους 30.000 διωγμένοι Έλληνες, που περίμεναν πλοία για να φύγουν. Κάποιοι κατέφυγαν στις τουρκικές αρχές, αλλά εκεί έπαιρναν τη μόνιμη απάντηση κατά την «Ακρόπολι»:
-Γκιεμπερσινλέρ!!! Να ψοφήσουν!!!
Άλλοι πρόσφυγες από το Διδυμότειχο, που έφτασαν στην Καβάλα μέσω του Δεδέαγατς περιέγραψαν με τα μελανώτερα χρώματα την κατάσταση των ομογενών τόσο στην Τουρκοκρατούμενη όσο και τη Βουλγαροκρατούμενη Θράκη.
Περί τις 23 Μαρτίου 1914 στο χωριό Τσιαουσλή (σήμερα Κυανή Διδυμοτείχου) συνέβη το ακόλουθο περιστατικό κατά την εφημερίδα «Νέα Αλήθεια»:
Στο καφενείο του Σταύρου Νεράντζη, όπου βρίσκονταν ο ιερέας του χωριού παπα Χριστόφορος, μπήκε ένας Τούρκος αξιωματικός και διέταξε τον Νεράντζη να ειδοποιήσει το μουχτάρη του χωριού γιατί έχει να ανακοινώσει κάτι σημαντικό για την ελληνική κοινότητα του χωριού. Όταν έφτασε ο μουχτάρης ο Τούρκος αποπειράθηκε να δέσει χωρίς λόγο τον Νεράντζη. Εκείνος αντιστάθηκε, με αποτέλεσμα να βγάλει πιστόλι και να σκοτώσει τον άτυχο καφεπώλη. Τραυμάτισε επίσης σοβαρά το μουχτάρη και τον ιερέα.
Μεγάλος συνωστισμός χριστιανών προσφύγων και στην Αδριανούπολη. Εκλιπαρούσαν όλοι να τους δοθούν τα μέσα για να φύγουν.
Στις 13 Μαΐου ο μητροπολίτης Διδυμοτείχου Φιλάρετος ανέφερε προς το Πατριαρχείο ότι στο χωριό Μάνδρα κοντά στο Σουφλί, απελάθηκε ο μουδίρης του χωριού Αθανάσιος Κοπαράνης με ολόκληρη την οικογένειά του, αφού προηγουμένως τον έδειρα ανηλεώς.
Στο γειτονικό Σαλτίκιοϊ (σήμερα Λάβαρα) απειλήθηκαν 33 πρόκριτοι κάτω από τις ακόλουθες συνθήκες: Στις 8 Μαΐου πήγαν στο χωριό ο μουδίρης της Μάνδρας με τον Τούρκο κομιτατζή Ιμπραχίμ Μπέη από το Καράκκλησε (σήμερα Μαυροκκλήσι) συγκέντρωσε τους 33 πρόκριτους ανάμεσα στους οποίους ο δάσκαλος Ηλίας Σταύρου και δύο Ηπειρώτες παντοπώλες και εξέτασαν τα βιβλία της εκκλησίας και του σωματείου «Αδελφότης Αγάπης» βρήκαν 800 γρόσια τα πήραν!!! Ο μητροπολίτης διαμαρτυρήθηκε στον καϊμακάμη γιατί έγινε έλεγχος των βιβλίων εν αγνοία του για τα χρήματα που πήραν. Ο καϊμακάμης δήλωσε ότι έκαναν το καθήκον τους και ότι τα 800 γρόσια που πήραν θα διατεθούν υπέρ του Τουρκικού στόλου!!! Στο χωριό αυτό, του είπε, και επί Βουλγαροκρατίας μάζευαν συνδρομές υπέρ του Ελληνικού στόλου. Και ανήγγειλε ότι θα γίνουν και άλλες απελάσεις…
Ο Ταλαάτ στην Αδριανούπολη
Στα μέσα Απριλίου την Αδριανούπολη επισκέφθηκε ο Ταλαάτ Μπέης ηγετικό στέλεχος των Νεοτούρκων. Υπενθυμίζουμε ότι μαζί με τους Εμβέρ και Τζεμάλ αποτελούσε την τριανδρία του τουρκικού κομιτάτου «Ένωση και Πρόοδος» των Νεότουρκων από την επικράτησή τους το 1908 μέχρι την τουρκική ήττα του 1918. Τον δολοφόνησε το 1921 στο Βερολίνο ο Αρμένιος Τεϋλιριάν. Ο Ταλαάτ στην Αδριανούπολη εξέτασε την κατάσταση και όταν επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη δήλωσε ότι η μετανάστευση των χριστιανών οφείλεται στην προπαγάνδα της Ελλάδας, ότι μετά τους Βαλκανικούς πολέμους στα εδάφη της Μακεδονίας υπάρχουν εδάφη για καλλιέργεια για όλους. Η Μακεδονία είναι η Γη της Επαγγελίας. Έτσι πολλοί παρασύρθηκαν. Οι αρχές, είπε ο Ταλαάτ δεν ευθύνονται. Φταίει η προπαγάνδα που διεξάγεται στη Θράκη!!!
Ψήφισμα προς τον πρωθυπουργό, που εκδόθηκε στις 28 Μαρτίου 1914, έστειλε ο Θρακικός σύλλογος Καβάλας, ζητώντας να ληφθεί μέριμνα για τους πρόσφυγες της Θράκης που εγκατέλειπαν τις περιουσίες τους και κατέφευγαν στην Ελλάδα «γυμνοί και ανέστιοι». Το ψήφισμα υπέγραφαν ο πρόεδρος Γ. Χεκίμογλους και ο γενικός γραμματέας Γ. Ιωαννίδης.
Με απόφαση του 7ου Παγκοσμίου Συνεδρίου Θρακών, που πραγματοποιήθηκε στο Διδυμότειχο τον Ιούνιο του 2006, καθιερώθηκε η 6η Απριλίου 1914, ημερομηνία κορύφωσης της εξόντωσης του θρακικού ελληνισμού, ως ημέρα μνήμης των απανταχού Θρακών. Τότε, 232.000 Ανατολικοθρακιώτες εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Άλλοι 96.000 οδηγήθηκαν στη Μικρά Ασία, σε καταναγκαστικά έργα.
Οι διωγμοί εκείνοι έμειναν αδικαίωτοι…. Όπως και οι μεγάλες γενοκτονίες που ακολούθησαν. Εναντίον των Ποντίων, των Αρμενίων και των Ασσυρίων. Η ζωή εκείνο το μοιραίο «Μαύρο Πάσχα» του 1914 έμεινε «εν τάφω». Δεν ανέστη…
Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Υστερόγραφο
*Για το ίδιο θέμα, διαβάστε και στη θέση
https://sitalkisking.blogspot.com/2017/08/1914.html
ΠΗΓΕΣ
*Ιστορικό Αρχείο
Υπουργείου Εξωτερικών.
*Αρχεια εφημερίδων «Ακρόπολις» Αθηνών, «Νέα Αλήθεια», «Μακεδονία» Θεσσαλονίκης, Βιβλιοθήκη της Βουλής
Σόφη Σταμπολίδου
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλη Κυριακη Παντελη,οι μαυρες αναμνησεις ολων των φρικιαστικων,κτηνωδών πραξεων του Κεμαλ και των νεοτούρκων του,φυσικα δεν πρεπει να ατονησουν,οι Τουρκοι,οπως και ολοι οι αλλοι μουσουλμανικοι λαοι,επειδη καθοδηγουνται κατα το πλειστον απο τυφλη υπακοη στην θρησκεια,δεν προκειται ποτε να αποκτησουν δημοκρατικη συνειδηση και εξωστρεφη κουλτουρα,παντα αυτο συνεβαινε,οχι μονο τωρα.
Και ακουμε τις "πολεμικες δηλωσεις τους εναντιον μας
Βασικά δεν πρέπει να ατονήσει η μνήμη μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήTeo Kiolious
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ.. πρέπει..
Αραμπατζή Κυριακή
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Αναγνώριση της Γενοκτονίας των Προγόνων Μας Θρακιωτών πότε άραγε θα γίνει από το Ελληνικό Κοινοβούλιο;
Afroditi Papafotiou
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστω πολυ Παντελη. Παντα μαθαινω απο τα κειμενα σου. Πολυτιμα. Καλη δυναμη.
Σμα Αγγε
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ γιαγιά μου ήρθε απ'το Σκοπό μικρό κορίτσι.
Ioannis Papachristou
ΑπάντησηΔιαγραφήεκτός από τα μαύρα πάσχατα και τις καταστροφές, δεν έχετε γράψει τίποτα πιο ευχάριστο για την ιστορία και τον πολιτισμό της Θράκης; η Θράκη μόνο πόλεμο και καταστροφή γνώρισε;
Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
ΔιαγραφήΣυντάκτης
Ioannis Papachristou Δυστυχώς η Νεώτερη Ιστορία της Θράκης είναι γεμάτη, με δυσάρεστα γεγονότα. Ευχάριστες εικόνες μας δίνει η Λαογραφία, με τα ωραία πανηγήρια, τις μουσικές και τα άλλα λαογραφικά δρώμενα!!!
Δέσποινα Σουγιουλτζή
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγκλονιστικό!!
Elias Papadodemas
ΑπάντησηΔιαγραφήΔάκρυα
Κατερίνα Γαργατοπούλου
ΑπάντησηΔιαγραφήΧιλιοβασαμισμενη Θράκη Ζεις πάντα στην σκέψη μας
Maroula Ispiridou
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστούμε για τη λεπτομερή εξιστόρηση των θλιβερών γεγονότων στην Ανατολική και τη Δυτική Θράκη. Αισθανόμαστε αποτροπιασμό για τα ειδεχθή εγκλήματα σε βάρος των κατοίκων στις περιοχές αυτές.
Κύριε Αθανασιάδη
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστούμε για τα κείμενα ιστορίας.
Να προσθέσω για το χωριό μου τότε Καδηκιο σημερινή Μάνη είχαν φύγει για την παλιά Ελλάδα πάνω από 20 οικογένειας κάποιες εγκαταστάθηκαν στον Αμπελώνα Λάρισας με τον ιερέα Ευάγγελο Παπαευαγγελου και κάποιες στο Μαζί Βοιωτίας με τον ιερέα Πασχάλη Γκιντιδη επέστρεψαν τον Νοέμβριο του 1919 χάρις τις προσπάθειες του Χαρισίου Βαμβακά.
Στον Αμπελώνα γεννήθηκε και η γιαγιά μου Αναστασία το1916 εγγονή του Παπαευαγγελου.
Βα'ι'ραμης Κώστας
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΕΣΙΣΟΓΛΟΥ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτή θα έπρεπε να είναι η ημερομηνία μνημόνευσης της γενοκτονίας των Ελλήνων της Ανατολής, στον Πόντο, στην Ιωνία, στην Θράκη και οπουδήποτε αλλού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτό που έκαναν οι Αρμένιοι θα έπρεπε να κάνουμε κι εμείς. Αλλά...
Χάρης Αντωνακούδης
ΑπάντησηΔιαγραφή...γκιεμπερσιλερ....Νεότουρκοι και παλιό τουρκοι....
Λυδία Λυδία Παπα
ΑπάντησηΔιαγραφήΤότε φύγαν και οι γονείς της μητέρας μου νιόπαντρο χωρίς παιδιά ακόμη κι ήρθαν με το τρικαταρτο καικι του παππού στη Θεσσαλονίκη Τους κυνηγούσαν οι Τούρκοι μα τα κατάφεραν
Όλγα Ρεφειάδου
ΑπάντησηΔιαγραφήΌσοι πρόγονοι δεν τα μετάφεραν στους απογόνους τους ,δυστυχώς ξέχασαν 😪