Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Η ανασυγκρότηση της Θράκης κατά την φάση της
απελευθέρωσή της το 1920, υπήρξε βασική μέριμνα του κράτους, δεδομένου ότι ο
ελληνικός πληθυσμός της αντιμετώπισε τρομερές διώξεις και ποικίλες καταστροφές.
Διώξεις που άγγιξαν τον ορισμό της γενοκτονίας και καταστροφές κάθε
περιουσιακού στοιχείου, από τα σπίτια έως τα μικρότερα γεωργικά εργαλεία.
Το βασικό τραπεζικό ίδρυμα της χώρας, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, αμέσως μετά την απελευθέρωση της Θράκης, άρχισε να ιδρύει υποκαταστήματα και να επεκτείνει τις εργασίες της με στόχο την υποστήριξη της γεωργικής, εμπορικής και βιομηχανικής πίστης. Το κράτος απέβλεπε στην οικονομική ενίσχυση του πληθυσμού της Θράκης «από οκταετίας διωκομένου και καταδυναστευομένου» όπως είχε γράψει τότε μια εφημερίδα.
Όταν απελευθερώθηκε αρχικά η Δυτική Θράκη το Μάιο του 1920, η Εθνική Τράπεζα έσπευσε να ιδρύσει υποκαταστήματα στην Ξάνθη, την Γκιουμουλτζίνα (Κομοτηνή) και το Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη) με διευθυντές αντίστοιχα τους Μωραΐτη, Νεζερίτη και Κανέτσο.
Στη συνέχεια, όταν καταλήφθηκε η Ανατολική Θράκη από τον Ελληνικό στρατό τον Ιούλιο του 1920 εστάλη στην Αδριανούπολη ο επιθεωρητής της Εθνικής Τράπεζα Χονδροδήμος με εντολή να ιδρύσει και να οργανώσει υποκαταστήματα και τραπεζικά πρακτορεία σε περισσότερες πόλεις της Θράκης. Ταυτόχρονα τον επιθεωρητή Χονδροδήμο ανατέθηκαν και καθήκοντα οικονομικού συμβούλου του Ύπατου Αρμοστή Αντώνιου Σαχτούρη. Ο Χονδροδήμος περιόδευσε στη Θράκη και μελέτησε την δυνατότητα ίδρυσης υποκαταστημάτων στην Αδριανούπολη, τις Σαράντα Εκκλησίες, τη Ραιδεστό και την Καλλίπολη και πρακτορείων σε άλλες πόλεις.
Οι κυριότερες δυσχέρειες που παρουσιάσθηκαν, αφορούσαν στην εξεύρεση καταλλήλων οικημάτων.
Το πρώτο τραπεζικό υποκατάστημα της Εθνικής ιδρύθηκε στην Αδριανούπολη με διευθυντή τον Μαυρομάτη, υποδιευθυντή τον Πάλλη και διευθυντή λογιστηρίου τον Δεσύλα. Αρχικά το τραπεζικό αυτό υποκατάστημα έστρεψε την προσοχή του στην παροχή δανείων προς του αγρότες για την αγορά γεωργικών εργαλείων, δεδομένου ότι υπήρχε εκτεταμένη παλιννόστηση Θρακών, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από τους Νεότουρκους κατά τα έτη 1912-1918, και φυσικά επέστρεφαν χωρίς να έχουν εργαλεία. Άλλος στόχος ήταν να ενισχυθεί στη Θράκη η ίδρυση γεωργικών συνεταιρισμών για να επιτευχθεί μεγαλύτερη και εντατικότερη καλλιέργεια της γης.
Τα εγκαίνια του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στην Αδριανούπολη έγιναν τον Οκτώβριο του 1920 με μεγάλη επισημότητα, από τον Μητροπολίτη Λιτίτζης (Ορτάκιοϊ) Νικόδημο (σ.σ. Ο Νικόδημος διέμενε στην Αδριανούπολη γιατί το Ορτάκιοϊ δεν είχε περιληφθεί στα εδάφη που απελευθέρωσε ο ελληνικός στρατός). Παρέστη ο Ύπατος Αρμοστής Αντώνιος Σαχτούρης, ο πολιτικός σύμβουλος Παρασκευόπουλος, οι διευθυντές της Αρμοστείας Μάντζαρης, Παλαιολόγος, Νικολόπουλος και Αντωνιάδης. Ο αρχηγός του Επιτελείου της Στρατιάς Θράκης Καλογεράς (γιατί απουσίαζε ο διοικητής Εμμ. Ζυμπρακάκης) και οι επιτελείς Παναγιωτόπουλος, Πλαστήρας, Γαζής κ.ά. ο αρχηγός της Χωροφυλακής Διοσκουρίδης, ο γενικός αρχίατρος Κουρτάκης, ο μέραρχος Μεσσήνης με τον επιτελάρχη της ΙΧ Μεραρχίας Πολίτης, ο διευθυντής της αστυνομίας Αδριανούπολης Μερεντίτης, ο διευθυντές τραπεζών, τα μέλη του Εμπορικού Επιμελητηρίου και πολύς κόσμος.
Μετά τον αγιασμό από τον μητροπολίτη Λιτίτζης Νικόδημο, μίλησε ο επιθεωρητής της Εθνικής Τράπεζας Χονδροδήμος, που ανέπτυξε τους σκοπούς της Τράπεζας υπογραμμίζοντας ιδιαίτερα το στόχο της ενίσχυσης της αγροτικής, κτηματικής και εμπορικής πίστης και της παραγωγής των πλουτοπαραγωγικών πόρων της χώρας.
Το υποκατάστημα στο Σουφλί
Υποκατάστημα Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος εγκαινιάσθηκε και στο Σουφλί στα μέσα Οκτωβρίου με την οφειλόμενη μεγαλοπρέπεια.
Παρέστησαν οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές, οι διευθυντές διαφόρων υπηρεσιών, ο εμπορικός κόσμος και η εκλεκτή κοινωνία του Σουφλίου. Διευθυντής είχε ορισθεί ο Ιωάννης Στεφανίτσας, ο οποίος μεταξύ άλλων τόνισε:
«Δεν έχω ανάγκην να εξάρω την μεγάλην σημασίαν της ωθήσεως προς πρόοδον
εν παντί κλαδω της Γεωργίας, Εμπορίου και Βιομηχανίας, ήν προώρισται να παραγματοποιήση
η Εθνική Τράπεζα εν τω Επιγείω Παραδείσω, ως άριστα θα ηδύνατο να χαρακτηρισθεί
η Θράκη».
Ταμίας της τράπεζας στο Σουφλί ήταν ο Διαμαντόπουλος και λογιστής ο Βολλίδης.
Η λειτουργία υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας, στο Διδυμότειχο άργησε. Αυτό συνέβη το 1925 και το υποκατάστημα λειτούργησε σε νεόκτιστο κτίριο. Ο αγιασμός προσέλαβε μια σημαντική για την πόλη μεγαλοπρέπεια. Τον τέλεσαν ο μητροπολίτης Λιτίτζης Νικόδημος και ο αρχιμανδρίτης Νικόλαος Βαφείδης. Διευθυντής ήταν ο Β. Τριανταφύλλου, λογιστής ο Παπαβασιλείου και γραμματέας ο Νικολαΐδης.
Στις 13 Ιουνίου 1920 δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες η είδηση ότι εντός του ίδιου μήνα η Εθνική Τράπεζα θα αρχίσει να χορηγεί δάνεια στους συνεταιρισμούς και στους επαγγελματίες της Θράκης
Εκείνο τον Οκτώβριο με απόφαση του Ύπατου Αρμοστή Αντώνιου Σαχτούρη αποφασίσθηκε να συσταθεί Τελωνείο στο Τσερκέζκιοϊ της Αδριανούπολης.
Η μέριμνα για τους διωχθέντες Θράκες
Η ελληνική κυβέρνηση έδειξε ενδιαφέρον για την εγκατάσταση των παλιννοστούντων Θρακών, με τη δημιουργία Κεντρικής Επιτροπής υπέρ Μετατοπισθέντων Ελληνικών Πληθυσμών
Η επιτροπή αυτή υπήρξε ένας θεσμός αξιοσημείωτης ανακούφισης πολιτών, που είχαν υποστεί τα πάνδεινα από τις φοβερές εκτοπίσεις στην Ανατολική Θράκη από τους Νεότουρκους και από τους απηνείς στη Δυτική Θράκη από τους Βουλγάρους, κατά τα έτη 1914-1918. Ιδρύθηκε στο τέλος Οκτωβρίου 1918 και εγκατέστησε τμήματα στα κυριότερα αστικά κέντρα της Θράκης και στα Ασιατικά παράλια της Προποντίδας, όταν η Τουρκία και η Βουλγαρία συνθηκολόγησαν, ως σύμμαχοι των ηττημένων Γερμανών
Η Επιτροπή αυτή αρχικά ιδρύθηκε
ως υπηρεσία παροχής των πρώτων και βασικών βοηθειών στον παλιννοστούντα
πληθυσμό και εξελίχθηκε σαν πιστωτικό ίδρυμα με προορισμό την αποκατάσταση του
γεωργικού κυρίως πληθυσμού με παροχή δανείων για την αγορά ζώων, σπόρων και
λοιπών χρειωδών, καθώς και για την επισκευή των κατεστραμμένων σπιτιών.
Αρχικά, για να έχουμε εικόνα της τάξης των μεγεθών, θα αναφέρουμε ότι έως τις 31 Δεκεμβρίου 1919 είχαν διατεθεί 1.469.049,36 τουρκικές λίρες και είχαν διανεμηθεί σε πρώτη φάση 1.000.887,70 τουρκικές λίρες. Κάθε γεωργικό δάνειο είχε ορισθεί σε 300 λίρες Τουρκίας, αλλά γρήγορα λόγω πιστωτικής στενότητας περιορίσθηκε στις 250 λίρες.
Σχετική έκθεση, συνέταξε ο Α. Α. Πάλλης, Γενικός Οικονομικός Επιθεωρητής, αποσπασμένος στην Ελληνική Αρμοστεία της Κωνσταντινούπολης, στις 17 Φεβρουαρίου 1920.
Μετά την απελευθέρωση της Θράκης, στην ενίσχυση των Θρακών είχε αρχίσει να συμβάλλει πλέον το τραπεζικό σύστημα της χώρας.
Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
ΠΗΓΕΣ
*Αρχείο εφημερίδων
«Πατρίς», «Καιροί», Αθηνών «Μακεδονία», «Φως» Θεσσαλονίκης, 1920, Βιβλιοθήκη
της Βουλής των Ελλήνων.
*Ιστορικό και
Διπλωματικό Αρχείο υπουργείου Εξωτερικών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου