Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Η κατάσταση στην Ελλάδα την άνοιξη του 1941, ήταν πάρα πολύ δύσκολη. Η γερμανική επίθεση, που είχε ανοίξει και δεύτερο μέτωπο, στη Μακεδονία μετά την ιταλική επίθεση από τη Βόρεια Ήπειρο «γονάτιζε» τη μικρή Ελλάδα, η οποία αντιμετώπιζε ηρωικά δύο αυτοκρατορίες. Σε στράτευμα και κυβέρνηση επικρατούσε αναβρασμός. Στις 19 Απριλίου αυτοκτόνησε ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής.
Στο
μέτωπο ορισμένοι στρατηγοί διοικητές Σωμάτων Στρατού εξουσιοδότησαν τον
στρατηγό Γεώργιο Τσολάκογλου να συνάψει ανακωχή. Το
πρωτόκολλο υπεγράφη στις 20 Απριλίου 1941 μεταξύ του Τσολάκογλου και του
Γερμανού υποστράτηγου Ντήτριχ, Διοικητή της Σωματοφυλακής των SS «Αδόλφος
Χίτλερ». Η υπογραφή έγινε στο Βοτονόσι του Μετσόβου. Στις 21 Απριλίου υπογράφηκε δεύτερο πρωτόκολλο με
δυσμενέστερους όρους παρά την αντίδραση του Τσολάκογλου, που διαμαρτυρόμενος
υπόγραψε αυτό αναγκαστικά ως αιχμάλωτος πολέμου πλέον. Τέλος στις 23 Απριλίου,
μετά από παρέμβαση του Μουσολίνι προς τον Χίτλερ, όπως προκύπτει από εκθέσεις
Γερμανών στρατηγών της περιόδου εκείνης, υπογράφηκε στη Θεσσαλονίκη το τρίτο
και οριστικό πρωτόκολλο με ακόμα δυσμενέστερους όρους για την Ελλάδα, μεταξύ
του Γερμανού στρατάρχη Γιόντλ, του Ιταλού στρατηγού Φερρέρο και του αντιστράτηγου
Τσολάκογλου.
Η κατάσταση όμως στο στράτευμα,
δεν ήταν καθόλου καλή, όπου διαπιστώνονταν αρκετά περιστατικά ανυπακοής και
διάλυσης.
Η Γερμανική αεροπορία πραγματοποίησε από τις 19 Απριλίου 1941 επιδρομές στη Λαμία, τη Χαλκίδα, το Αγρίνιο, τη Χίο και βύθισαν ένα αλιευτικό πλοίο στις δυτικές ακτές της Πελοποννήσου. Οι Βρετανικές δυνάμεις που βρίσκονταν στην Ελλάδα είχαν αρχίσει να συμπτύσσονται.
Στην Αθήνα πραγματοποιούνταν συνεχείς συσκέψεις της κυβέρνησης με τον αρχιστράτηγο Αλέξανδρο Παπάγο. Στις 21 Απριλίου έγιναν και αερομαχίες Γερμανών και Βρετανών στον ουρανό της Αττικής. Την ίδια μέρα ορκίσθηκε ο νέος πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός, ενώ τα γερμανικά αεροπλάνα πραγματοποίησαν επιδρομές στον Πειραιά, τη Σαλαμίνα, τα Μέγαρα και σε περιοχές της Κορινθίας.
Όλοι έψαχναν τρόπους να αντιδράσουν στη νέα κατάσταση που απειλούσε την πατρίδα.
Το ρεσάλτο του έφεδρου ίλαρχου
Γαρμπή
Ένας από αυτούς ήταν ο έφεδρος ίλαρχος
Νικόλαος Γαρμπής. Σε έκθεση που υπέβαλε αργότερα στις 26 Ιουνίου 1941 προς το
Αρχηγείο του Ελληνικού Στρατού στο Κάιρο, περιέγραψε πώς έφυγε από τον Πειραιά για την Κρήτη και
από εκεί στη Μέση Ανατολή. Η πρώτη σκέψη του όταν ακόμα βρίσκονταν στο μεγάλο
λιμάνι, ήταν πώς θα βρει τρόπο να διαφύγει για την Κρήτη για να εξακολουθήσει
τον αγώνα, παίρνοντας μαζί του όσους περισσότερους μπορούσε αξιωματικούς και
οπλίτες.
Διαπίστωσε
ότι στο λιμάνι του Πειραιά υπήρχαν μόνο δύο ατμόπλοια, που περίμεναν να
ξεφορτώσουν τα φορτία γαιανθράκων, που προορίζονταν για τους σιδηρόδρομους του
Ελληνικού Κράτους. Ήταν αραγμένα στην Ελεύθερη Ζώνη του λιμανιού του Πειραιά. Όταν
το πληροφορήθηκε αυτό ο Γαρμπής, έκανε τη σκέψη, επειδή έβλεπε ότι κατέρρευσε
το μέτωπο, ότι όλο αυτό το κάρβουνο θα έπεφτε στα χέρια των κατακτητών. Έτσι
αποφάσισε, έστω και δια της βίας να καταλάβει τουλάχιστον το ένα πλοίο και να
φύγει για την Κρήτη.
Αμέσως
μάζεψε κρυφά τους 55 άνδρες που είχε καταφέρει να συγκεντρώσει γύρω του έως
εκείνη τη μέρα και συνεννοήθηκε μαζί τους πώς θα καταλάβουν το πλοίο. Όλοι
ψυχωμένα παλληκάρια Κρητικοί, που ήθελαν να πάνε στο νησί τους, διέθεταν τον
ατομικό οπλισμό τους και δύο πολυβόλα με αρκετά φυσίγγια.
Έτσι
το απόγευμα της 23ης Απριλίου τοποθέτησε φρουρά μέσα και έξω από το
πλοίο «Point of Judith» που περιείχε την μεγαλύτερη
ποσότητα γαιανθράκων βάρους 6.800 τόνων, για να εμποδίσει την αποχώρησή του
πλοίαρχου και το πληρώματος. Το όλο εγχείρημα δεν φαίνεται να παρουσίασε
δυσκολίες και ο Γαρμπής διέταξε να φορτωθούν επίσης στο πλοίο για να μην τα πάρουν
οι Γερμανοί, 200 σάκοι με φασόλια, ζάχαρη και καφέ. Βρήκε επίσης στα υπόστεγα της Ελεύθερης Ζώνης και 18
καινούργια ελαστικά αυτοκινήτων. Τα φόρτωσε και αυτά. Υπήρχαν επίσης στο λιμάνι
και 35 γυναικόπαιδα Κρητικών οικογενειών που ήθελαν να φύγουν στο νησί τους,
πριν καταφθάσουν οι Γερμανοί, καθώς και 20 οπλίτες Κρητικής καταγωγής από
διαλυμένες μονάδες. Τους πήρε όλους αυτούς μαζί του. Το πλοίο μετά το
πατριωτικό ρεσάλτο του Γαρμπή ξεκίνησε στις 9.30 το πρωί της 24ης
Απριλίου 1941.
Όλο
το απόγευμα της προηγούμενης μέρας μετά
την κατάληψη του πλοίου ο Γαρμπής είχε αρχίσει να τηλεφωνεί σε αξιωματικούς
διαφόρων μονάδων να πάνε μαζί του στην Κρήτη. Χωρίς επιτυχία στις εκκλήσεις
του. Μόνο ένας αξιωματικός ανταποκρίθηκε στην έκκλησή του και αυτός ήταν ο
αντισυνταγματάρχης Πεζικού Κλεομένης Βερριώτης με άλλους επτά αξιωματικούς, που
υπηρετούσαν στη Γενική Αποθήκη Υλικού Στρατού στον Πειραιά. Όλοι δήλωσαν
πρόθυμοι να πάνε μαζί του με το πλοίο που κατέλαβε στην Κρήτη. Από κακή
συνεννόηση όμως πήγαν στο Κερατσίνι, όπου βρήκαν άλλο πλοίο και έφυγαν και
αυτοί.
Το
καταληφθέν φορτηγό πλοίο «Point of Judith” έπλεε κανονικά και στις 5 τα
ξημερώματα έφτασε στο όρμο Μέριχας της Κύθνου. Εκεί για λόγους πρόνοιας
αποβίβασε τους 75 άνδρες που είχε και κατέλαβαν τα γύρω υψώματα για άμυνα σε
ενδεχόμενη αεροπορική επίθεση. Αποβιβάστηκαν και τα γυναικόπαιδα, σε ασφαλές
μέρος, καθώς και το πλήρωμα του πλοίου φρουρούμενο για να μην αποδράσει.
Κατά
τις 7 το πρωί, εμφανίσθηκε στον ουρανό ένα εχθρικό αεροπλάνο. Μόλις αντιλήφθηκε
το πλοίο στον όρμο, έκανε κάποιους γύρους από πάνω του και στην συνέχεια έκανε
«βουτιά» για να μπορέσει με βόμβες να το βυθίσει. Πράγματι έκανε κάθετη εφόρμηση
όπως συνήθιζαν οι Γερμανοί αεροπόροι με τα «Στούκας» και έριξε δύο βόμβες. Ο
Γαρμπής όμως, που είχε ετοιμάσει τους οπλίτες του, άφησε να φτάσει το αεροπλάνο
στο χαμηλότερο δυνατό ύψος και έδωσε παράγγελμα στα πολυβόλα να αρχίσουν να πολυβολούν. Ο πιλότος
αιφνιδιάσθηκε και μην μπορώντας να δράσει όπως ήθελε έριξε τις δύο βόμβες όπως-
όπως, που έπεσαν μακριά από το στόχο τους. Το αεροπλάνο εβλήθη επίσης από τα
πολυβόλα και αποχώρησε άπρακτο, αφού προηγουμένως πολυβόλησε και τις θέσεις των
πολυβολητών.
Η
πρώτη επαφή με τον εχθρό τερματίσθηκε αίσια και χωρίς απώλειες. Δεν ήταν όμως η
τελευταία…
Κατά
τις 8 το πρωί, εμφανίσθηκαν αυτή τη φορά δύο εχθρικά αεροπλάνα, τα οποία
άρχισαν να βομβαρδίζουν το πλοίο και τις θέσεις των αμυνομένων. Αυτή φορά το
πλοίο χτυπήθηκε από μια βόμβα στην πρύμνη, η οποία όμως δεν του προκάλεσε
μεγάλες ζημιές. Και πάλι η περιπέτεια δε τερματίσθηκε…
Στις
8.45΄ π.μ. εμφανίσθηκαν άλλα δύο Γερμανικά αεροπλάνα τα οποία άρχισαν να
βομβαρδίζουν το πλοίο και τις θέσεις των αμυνομένων. Σ’ αυτό τον τρίτο
βομβαρδισμό το πλοίο χτυπήθηκε στην πλώρη και το λεβητοστάσιο, όπου προκλήθηκαν
εκρήξεις των λεβήτων. Μέσα σε 10 λεπτά, το “Point of Judith» βυθίσθηκε στον όρμο του
Μέριχα της Κύθνου…
Όταν
έφυγαν τα γερμανικά αεροπλάνα, ο Γαρμπής με τους άνδρες του προσπάθησαν να
περισυλλέξουν ότι μπορούσε να σωθεί. Μπόρεσαν να διασώσουν τα 18 ελαστικά των
αυτοκινήτων και κάποια άλλα πράγματα που επέπλεαν στο νερό…
Εκείνη
τη μέρα σμήνος γερμανικών αεροπλάνων είχε βομβαρδίσει την Κέα, με ελάχιστα
θύματα και ασήμαντες ζημίες.
Ο
έφεδρος ίλαρχος ανήσυχος άρχισε να ρωτάει τους κατοίκους πώς θα φύγουν όλοι για
την Κρήτη. Πληροφορήθηκε ότι στο λιμάνι των Θερμιών υπήρχε το
πετρελαιοκίνητο πλοίο «Ευαγγελίστρια». Πήγε αμέσως και βρήκε τον
πλοίαρχο και το πλήρωμα.
«…και αφού δεν ηδυνήθην δια
της πειθούς να επιβιβασθώ τούτου καθ’ όσον ο πλοίαρχος και το πλήρωμα
εταξίδευον προς Σύρον, οπόθεν κατήγοντο, ηναγκάσθην να επιβιβασθώ απειλήσας
αυτούς δια των Πολυβόλων»
έγραψε στην αναφορά του ο Νικόλαος Γαρμπής.
Ήταν
πλέον 25 Απριλίου. Ώρα 8.30 το πρωί. Το
«Ευαγγελίστρια» ξεκίνησε το ταξίδι του μετά το νέο ρεσάλτο του Γαρμπή. Επόμενο
λιμάνι η Σέριφος το πρωί της 26ης Απριλίου. Όλα έδειχναν ήρεμα. Το
επόμενο νησί στο οποίο προσέγγισαν πρωί- πρωί ήταν η Σαντορίνη. Μπήκαν στο
λιμάνι της Οίας. Εκεί βρήκαν να περιμένουν τρόπο διαφυγής 30 Άγγλοι ναυαγοί,
υπό τον λοχαγό ‘Οξμπορν Ρόου!!! Στο λιμάνι της Θήρας βρήκε άλλους 55 ναυαγούς
να περιμένουν με αγωνία κάποιο πλοίο σωτηρίας. Ήταν μέλη του προσωπικού της
Βρετανικής Πρεσβείας της Αθήνας με επικεφαλής τον Γραμματέα της. Ανάμεσά τους
υπήρχαν τέσσερις βαριά τραυματισμένοι και έξι ελαφρά. Υπήρχαν επίσης και 10
Άγγλοι αξιωματικοί. Τους πήρε και αυτούς όλους στο πλοίο «Ευαγγελίστρια» που
είχε καταλάβει και κατευθύνθηκαν με ήρεμη θάλασσα και χωρίς άλλα απρόοπτα προς
το Ηράκλειο. Έφτασαν στον προορισμό τους το πρωί της 29ης Απριλίου.
Στην Αθήνα οι Γερμανοί είχαν μπει στις 27 Απριλίου 1941.
Σε
όλη τη διάρκεια της διαδρομής από τον Πειραιά προς το Ηράκλειο και παρά τις
αεροπορικές επιθέσεις που δέχθηκε, κανένας από τους στρατιώτες του, που ήταν
όλοι Κρητικοί, δεν έπαθε κάτι.
Ο
Γαρμπής παρουσιάστηκε στις στρατιωτικές αρχές του Ηρακλείου και παρέδωσε με
απόδειξη, τα 18 καινούργια ελαστικά αυτοκινήτων, 197 δοχεία με ελαιόλαδο,
συνολικού βάρους 2.471 οκάδων.
Οι
άνδρες του με τα πολυβόλα και τα υπόλοιπα πυρομαχικά παρουσιάστηκαν στο
Φρουραρχείο Ηρακλείου, το οποίο τους απέσπασε
επίσημα στο εκεί Τάγμα Πεζικού.
Λίγες
μέρες αργότερα, θα ακολουθούσε η Μάχη της Κρήτης…
Παντελής
Στεφ. Αθανασιάδης
ΠΗΓΗ
*Διεύθυνση
Ιστορίας Στρατού/ΓΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου