ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
https://www.kathimerini.gr/society/561779692/istoria-periodeies-karamanli-sti-dyt-eyropi/
*Ελληνοϊταλικές συνομιλίες στη Ρώμη. Επικεφαλής της ιταλικής
αντιπροσωπείας ο πρωθυπουργός Τζούλιο Αντρεότι. Η συνάντηση ήταν κρίσιμης
σημασίας για την υπερκέραση των επιφυλάξεων της Ιταλίας, που αφορούσαν τα
ελληνικά αγροτικά προϊόντα. Φωτ. ΙΔΡΥΜΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ
*Η εντατικοποίηση των διαπραγματεύσεων
με την ΕΟΚ συνοδεύεται
από τη διπλωματική εξόρμηση
του πρωθυπουργού
Γράφει ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλείου*
Η υποβολή, τον Ιούνιο του 1975, της αίτησης για προσχώρηση στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες αποτέλεσε τη μείζονα πολιτική επιλογή της κυβέρνησης Καραμανλή αλλά και της μεταπολιτευτικής Ελλάδας συνολικά. Μετά την οικονομική ανάπτυξη των δεκαετιών του 1950 και 1960, η χώρα μπορούσε πλέον να προσδοκά ρεαλιστικά αυτή την προοπτική.
Επιπλέον όμως, μετά την ταπεινωτική εμπειρία της δικτατορίας του 1967-1974 και τη συγκρότηση μιας εδραιωμένης δημοκρατίας με την υιοθέτηση του Συντάγματος του 1975, η κυβέρνηση Καραμανλή προσέβλεπε στη σταθεροποίηση και στη θωράκιση του δημοκρατικού πολιτεύματος μέσω της ένταξης στην κοινότητα των ανεπτυγμένων αντιπροσωπευτικών δημοκρατιών της Δυτικής Ευρώπης. Η εδραίωση της δημοκρατίας και η ευρωπαϊκή επιλογή ήταν δύο επάλληλοι στόχοι, κυριολεκτικά οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: ο ένας δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς τον άλλον. Το έτος 1978 αποκτούσε πλέον κρίσιμη σημασία για την επιτυχία της προσπάθειας.
Στόχος, η επιτάχυνση των διαδικασιών
Οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες ανταποκρίθηκαν στο ελληνικό αίτημα. Παρά τις μερικές αμφιβολίες που είχαν διατυπωθεί από την Επιτροπή στις αρχές του 1976 (και είχαν υπερκερασθεί χάρη στη δραστηριοποίηση της ελληνικής διπλωματίας και του ίδιου του πρωθυπουργού), η Κοινότητα επέλεξε να χρησιμοποιήσει την προοπτική της ένταξης ως μοχλό για τη σταθεροποίηση των δημοκρατιών και του δυτικού προσανατολισμού των κρατών της Νότιας Ευρώπης που έβγαιναν από δικτατορίες – Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία.
Αλλά για την Ελλάδα το έτος 1977 ανέκυψαν άλλου τύπου προβλήματα. Υπήρχε ο κίνδυνος της καθυστέρησης της δικής της ένταξης λόγω της σύνδεσής της με αυτές των δύο ιβηρικών κρατών. Οι διαπραγματεύσεις προσέκρουσαν και στη σχετική χαλάρωση της ελληνικής διοίκησης που προκάλεσε καθυστερήσεις. Στο μεταξύ, το αποτέλεσμα των εκλογών του 1977 και η σοβαρή πτώση του εκλογικού ποσοστού της Νέας Δημοκρατίας έδειχναν ότι μια τρίτη κυβερνητική θητεία της δεν ήταν τόσο πιθανή, ενώ οι ανερχόμενες δυνάμεις της αντιπολίτευσης σαφώς δεν έδιναν την έμφασή τους στην ένταξη. Προτεραιότητα επομένως απέκτησε η ταχύτερη δυνατή ένταξη· επειδή, εάν δεν επιτυγχανόταν άμεσα, δεν ήταν βέβαιο ότι το παράθυρο της ευκαιρίας θα παρέμενε ανοικτό. Την επαύριον των εκλογών του Νοεμβρίου 1977, η κυβέρνηση έδωσε όλες τις δυνάμεις της σε αυτόν τον στόχο. Αφενός, αναδιοργανώθηκαν οι διαπραγματευτικές ομάδες και η προετοιμασία τους έγινε πολύ πιο συστηματική. Αφετέρου, η επιμελέστερη διαπραγμάτευση συνοδεύτηκε από μια υπερπροσπάθεια του ίδιου του Καραμανλή, με τέσσερις διαδοχικές περιοδείες στη Δυτική Ευρώπη, ώστε να υποστηριχθεί και στο πολιτικό επίπεδο το αίτημα της ένταξης. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός έριχνε όλο το βάρος του διεθνούς κύρους του –σοβαρά αναβαθμισμένου μετά την αναίμακτη και επιτυχή μετάβαση στη δημοκρατία– στην επίτευξη του μείζονος στόχου. Η προσπάθεια αυτή αναλήφθηκε παρά το μεγάλο πλήγμα της ασθένειας και αναγκαστικής αποχώρησης από την κυβέρνηση ενός από τα σημαντικότερα στελέχη της, γνώστη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, που είχε ήδη αναλάβει τη θέση του υπουργού Εξωτερικών, του Παναγή Παπαληγούρα. Η συνολικότητα και συστηματικότητα της προσπάθειας –η εντατικότερη και καλά οργανωμένη διαπραγμάτευση των τεχνικών ζητημάτων και η φρενήρης διπλωματική δραστηριότητα του Καραμανλή– συνδυάστηκαν ώστε να αποφέρουν στα τέλη του έτους τη συμφωνία για την ένταξη.
*Συνάντηση του Κωνσταντίνου
Καραμανλή με τον Βρετανό πρωθυπουργό Τζέιμς Κάλαχαν. Πίσω του ο Πέτρος
Μολυβιάτης. (ΙΔΡΥΜΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ)
Οι πρώτοι γύροι επαφών με άμεσα αποτελέσματα
Η πρώτη περιοδεία του Καραμανλή πραγματοποιήθηκε από 24 Ιανουαρίου έως 1η Φεβρουαρίου 1978 και περιλάμβανε επισκέψεις στη Βρετανία, στο Βέλγιο, στη Γαλλία και στη Δυτική Γερμανία. Σε αυτή την εξόρμηση, ο πρωθυπουργός έκανε επαφές πρωτίστως με μεγάλες χώρες της Κοινότητας και είχε συνομιλίες με τον Βρετανό πρωθυπουργό Τζέιμς Κάλαχαν, τον Γάλλο πρόεδρο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν και τον Δυτικογερμανό καγκελάριο Χέλμουτ Σμιτ. Αλλά και στο Βέλγιο, πέραν των επαφών με τον πρωθυπουργό Λεό Τίντεμανς, διενήργησε μείζονος σημασίας επαφές με τον πρόεδρο της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Ρόι Τζένκινς, προσωπικότητα κομβικής σημασίας στο κοινοτικό πλαίσιο. Επίσης, ο Καραμανλής συναντήθηκε με την ολομέλεια της Επιτροπής, με τα μέλη της οποίας είχε κρίσιμες συνομιλίες. Η περιοδεία φάνηκε να φέρνει άμεσα αποτελέσματα: στις 7 Φεβρουαρίου, το Συμβούλιο Υπουργών της Κοινότητας αποφάσισε την προώθηση των διαπραγματεύσεων με την Ελλάδα, απορρίπτοντας πλέον οριστικά το ενδεχόμενο σύνδεσής τους με τις αντίστοιχες της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Ο στόχος της επιτάχυνσης της διαδικασίας φαινόταν να έχει επιτευχθεί.
*28.1.1978. Οι αισιόδοξες δηλώσεις
Καραμανλή μετά τις επαφές του στις Βρυξέλλες στην πρώτη σελίδα της «Κ».
Ο Καραμανλής, ωστόσο, δεν ήταν άνθρωπος που θα επαναπαυόταν σε αυτή την προοπτική. Στις 30 Μαρτίου, και έως τις 6 Απριλίου (δηλαδή αμέσως μετά τη συνάντησή του με τον Τούρκο πρωθυπουργό Μπουλέντ Ετσεβίτ στο Μοντρέ της Ελβετίας), πραγματοποίησε νέα εξόρμηση στη Δανία, στο Λουξεμβούργο, στην Ολλανδία και στην Ιταλία. Η ελληνική διπλωματία δεν αγνοούσε, επομένως, τα μικρότερα μέλη της Κοινότητας, ενώ οι διαβουλεύσεις με μία ακόμη μεγάλη χώρα, την Ιταλία και τον πρωθυπουργό της, Τζούλιο Αντρεότι, ήταν κρίσιμης σημασίας για την υπερκέραση των επιφυλάξεών της που αφορούσαν τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα. Και αυτή η περιοδεία έφερε σχετικά σύντομα θετικά αποτελέσματα: στις αρχές Απριλίου η Σύνοδος Κορυφής της Κοινότητας επιβεβαίωσε την επιτάχυνση των διαπραγματεύσεων, ενώ στις 20 του μηνός η έκθεση της Επιτροπής για τις προοπτικές διεύρυνσης της Κοινότητας δεν περιείχε προβλέψεις που θα μπορούσαν να ανακόψουν τη διαδικασία που αφορούσε την Ελλάδα.
*Ο Έλληνας πρωθυπουργός με τον πρόεδρο της Επιτροπής των
Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Ρόι Τζένκινς, στην Αθήνα
Ένταση των προσπαθειών προς όλες τις κατευθύνσεις
Ο Απρίλιος του 1978 υπήρξε καθοριστικός στις διεθνείς διαβουλεύσεις, αλλά ο Καραμανλής ήταν πλέον διατεθειμένος να εκτείνει ακόμη περισσότερο τις προσπάθειές του, χάρη και στη σημαντική ενίσχυση του προσωπικού διεθνούς κύρους του. Στις αρχές του Μαΐου, η απονομή του βραβείου Καρλομάγνου, στο Άαχεν, υπήρξε μια τέτοια αναγνώριση, που του έδωσε την ευκαιρία να τοποθετηθεί για το μέλλον της Ευρώπης με μια ομιλία που συζητήθηκε διεθνώς: αναγνωριζόταν, και από τον ευρωπαϊκό Τύπο, όλο και περισσότερο ως μια προσωπικότητα σεβαστή όχι μόνον για τα επιτεύγματά του στην Ελλάδα, αλλά και για τις θέσεις του για την Ευρώπη. Η απονομή του βραβείου τού έδωσε την ευκαιρία για έναν ακόμη γύρο επισκέψεων στη Δυτική Γερμανία και στην Ελβετία, χώρα που δεν ήταν μέλος της Κοινότητας, αλλά είχε κεντρικούς ρόλους στα ευρωπαϊκά πράγματα.
Και δεν ήταν μόνον η Ευρώπη. Στα τέλη του Μαΐου, ο Καραμανλής μετέβη στις ΗΠΑ για να μετάσχει στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Είχε κρίσιμες συνομιλίες με τον πρόεδρο Κάρτερ και την αμερικανική ηγεσία, ενώ εκφώνησε ομιλία και στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Η εντεινόμενη διπλωματική προσπάθεια της χώρας υπογραμμίστηκε (πέραν της νέας επίσκεψης του Καραμανλή στη Βουλγαρία, τον Ιούλιο) και με δύο ακόμη πρωτόγνωρα διπλωματικά γεγονότα τον Σεπτέμβριο του 1978: ο νέος υπουργός Εξωτερικών Γεώργιος Ράλλης πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στη Σοβιετική Ένωση (η πρώτη Ελληνα υπουργού Εξωτερικών από την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων το 1924), ενώ ο υπουργός Εξωτερικών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας Χουάγκ Χούα επισκέφθηκε την Αθήνα. Οι δύο αυτές διεργασίες προετοίμαζαν τις εντυπωσιακές εξελίξεις στις σχέσεις με τις δύο μεγάλες κομμουνιστικές χώρες που θα λάβουν χώρα το επόμενο έτος.
Δεν έλειψε και τότε η ένταση της προσπάθειας στο ευρωπαϊκό πεδίο. Επίσης τον Σεπτέμβριο, επισκέφθηκε την Αθήνα ο Ρόι Τζένκινς και πραγματοποιήθηκαν σημαντικές διαβουλεύσεις καθώς δρομολογείτο η προσπάθεια για την τελική συμφωνία. Και τον Οκτώβριο ο Καραμανλής πραγματοποίησε την τέταρτη περιοδεία του στη Δυτική Ευρώπη, με επισκέψεις στην Ιταλία, στη Γαλλία και στην Ιρλανδία. Στις 12 Δεκεμβρίου, μέρες πριν από την τελική διαπραγμάτευση, με επιστολή του προς τους αρχηγούς των κυβερνήσεων των κρατών-μελών της Κοινότητας και προς τον Τζένκινς, επισήμανε την ανάγκη να ολοκληρωθεί η διαδικασία, αλλά και τις αβελτηρίες που είχε δείξει σε αυτήν η ίδια η Κοινότητα.
Όταν, στις 21 Δεκεμβρίου, στις Βρυξέλλες, επιτεύχθηκε η συμφωνία για την ένταξη της Ελλάδας, ήταν η δικαίωση προσπαθειών δεκαετιών. Για να γίνει, χρειάστηκε μια υπερέκταση του αγώνα ακόμη και στο τέλος του. Ίσως ακόμη και ο χαρακτηρισμός «φρενήρης» για τη διπλωματική δραστηριότητα του Καραμανλή εκείνη τη χρονιά να υποτιμά την ένταση της προσπάθειάς του. Δεν ήταν, βέβαια, μόνον το στοιχείο της δικής του δραστηριοποίησης. Παράλληλα, υπό τη δική του ηγεσία, αλλά και την ηγεσία των Γεωργίου Ράλλη και Γεωργίου Κοντογεώργη (καθώς και του Βύρωνα Θεοδωρόπουλου, γενικού γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών), είχε πραγματοποιηθεί ένα ποιοτικό άλμα και στην ανταπόκριση της ελληνικής διοίκησης στις διαπραγματεύσεις. Ήταν ένας συνδυασμός σκληρής δουλειάς σε πολλά επίπεδα –με τον πρωθυπουργό να δίνει ο ίδιος το παράδειγμα– που έφερε την επιτυχή κατάληξη εκείνου του έτους, το οποίο έμελλε να αλλάξει τη μοίρα της χώρας.
* Ο κ. Ευάνθης
Χατζηβασιλείου είναι καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του
Πανεπιστημίου Αθηνών, γενικός γραμματέας του Ιδρύματος της Βουλής για τον
Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου