Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2020

O πολιτικός έλεγχος του στρατού, στη Μεταπολίτευση

ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
*Οι νέοι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων Δ. Αρμπούζης (αριστερά) και Ι. Ντάβος (δεξιά). Στο μέσον, ο υπ. Εθνικής Αμύνης Ευάγγελος Αβέρωφ.







Γράφει ο κ. ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ ΚΟΥΡΚΟΥΒΕΛΑΣ*



Η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974, και η συνακόλουθη κατάρρευση της στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα δεν σηματοδοτούσε, αυτόματα, την ομαλή μετάβαση σε ένα δημοκρατικό κοινοβουλευτικό καθεστώς. Θεμελιώδης προϋπόθεση για την πλήρη αποκατάσταση της Δημοκρατίας ήταν η επιβολή πολιτικού ελέγχου στις Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίες επί επτά χρόνια (ιδιαίτερα μετά τις μεγάλες εκκαθαρίσεις του 1967-68) είχαν στο μεγαλύτερο μέρος τους ελεγχθεί από το δικτατορικό καθεστώς.
Ο βαθμός επιτυχίας του εγχειρήματος εξαρτιόταν, αφενός, από τη στάση του στρατεύματος ως προς την εγκατάλειψη των κεκτημένων, αφετέρου, από την πολιτική στρατηγική που θα ακολουθούσαν οι κυβερνήσεις Καραμανλή για τη χαλιναγώγηση και τελική επικράτηση πάνω στις ενδεχόμενες φιλοδοξίες των νοσταλγών του στρατιωτικού καθεστώτος.
Σημαντική στο πλαίσιο αυτό ήταν η προσωπικότητα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος, λόγω του αδιαμφισβήτητου κύρους και του ηγεμονικού ρόλου του στη μετεμφυλιακή πολιτική σκηνή, μπορούσε να έχει την ανοχή του μεγαλύτερου μέρους των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων. Κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση και εκτέλεση της πολιτικής της αποχουντοποίησης διαδραμάτισαν επίσης ο υπουργός Άμυνας Ευάγγελος Αβέρωφ και ο υπουργός Δημόσιας Τάξης, στρατηγός ε.α. Σόλων Γκίκας, έμπιστα πρόσωπα του Καραμανλή, με πολλά ερείσματα και πλούσια πείρα στα στρατιωτικά ζητήματα.
Ως προς τη στρατηγική της αποχουντοποίησης, κύριος στόχος των κυβερνήσεων Καραμανλή ήταν η χάραξη και η άσκηση μιας πολιτικής, η οποία θα ισορροπούσε ανάμεσα στην τιμωρία και στην ενδεχόμενη πρόκληση αντιδράσεων από χουντικά στοιχεία, που θα μπορούσαν να επιφέρουν τη συνολική κατάρρευση της προσπάθειας για τον εκδημοκρατισμό της χώρας. Τα διλήμματα που είχε να αντιμετωπίσει η πολιτική ηγεσία οξύνονταν με δραματικό τρόπο από τον άμεσο κίνδυνο ενός πολέμου με την Τουρκία. Η προσπάθεια για την εκρίζωση του χουντικού συστήματος εξουσίας δεν μπορεί να γίνει κατανοητή παρά μόνο μέσα από την προοπτική μιας συνολικής πολιτικής διευθέτησης του μεταπολιτευτικού τοπίου από τις κυβερνήσεις Καραμανλή.

Οι πρώτες κρίσιμες αναμετρήσεις

Η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας κινήθηκε προσεκτικά, ιδιαίτερα από τη στιγμή που γνώριζε ότι φιλοδικτατορικοί κύκλοι περίμεναν την κατάλληλη συγκυρία ώστε να επαναφέρουν ένα καθεστώς στρατιωτικής δικτατορίας στη χώρα.
Στην πρώιμη αυτή φάση προκρίθηκαν οι επιλεκτικές έναντι των μαζικών αποστρατεύσεων, ενώ επέστρεψαν στην ενεργό υπηρεσία αξιωματικοί γνωστοί για τα δημοκρατικά τους φρονήματα, που είχαν αποστρατευτεί κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Στις 2 Αυγούστου (μία ημέρα μετά τη δημοσίευση της Συντακτικής Πράξης που επανέφερε σε ισχύ το Σύνταγμα του 1975), ο ταξίαρχος Δ. Ιωαννίδης τέθηκε σε διαθεσιμότητα.
*Ως υπουργός Δημοσίας Τάξεως, ο Σόλων Γκίκας συνέβαλε καθοριστικά στην εμπέδωση της δημοκρατικής νομιμότητας.

Η προσπάθεια για τον έλεγχο του στρατεύματος κλιμακώθηκε σε μια δραματική σύσκεψη με την ηγεσία του Στρατού στις 11 Αυγούστου, όταν, με αφορμή πληροφορίες των Αβέρωφ και Γκίκα ότι επέκειτο εκδήλωση πραξικοπηματικής ενέργειας, ο Καραμανλής απαίτησε και πέτυχε την άμεση απόσυρση όλων των μονάδων από το λεκανοπέδιο της Αττικής που στην πράξη μπορούσαν να κρατήσουν όμηρο την κυβέρνηση.
Ένα εξίσου αποφασιστικό βήμα στην πορεία για την οριστική επιβολή του κυβερνητικού ελέγχου στις Ένοπλες Δυνάμεις πραγματοποιήθηκε στις 19 Αυγούστου, με την αποστράτευση των αρχηγών Ενόπλων Δυνάμεων και Στρατού, Γρ. Μπονάνου και Ανδρ. Γαλατσάνου. Τις θέσεις τους ανέλαβαν ο Δ. Αρμπούζης ως αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων και ο Ι. Ντάβος ως αρχηγός Στρατού. Ο Ιωαννίδης αποστρατεύθηκε αμέσως μετά. Ωστόσο, οι μαζικές αποστρατεύσεις αποκλείστηκαν ως επιλογή, καθώς θα συνεπάγονταν (όπως πάντοτε συνέβαινε σε μαζικές αποχωρήσεις, συνέβη μάλιστα και το 1967, όπως είχε δείξει η κρίση της Κοφίνου) την κατάρρευση της μαχητικής ικανότητας των Ενόπλων Δυνάμεων σε μια εποχή σοβαρής κρίσης με την Τουρκία.
Στη διάρκεια αυτών των πρώτων μηνών, οι Αβέρωφ και Γκίκας απέτρεψαν διαδοχικές ενέργειες (αν και όχι απαραίτητα καλά συντονισμένες) των νοσταλγών της χούντας να κινηθούν εναντίον της κυβέρνησης ή να δολοφονήσουν τον πρωθυπουργό. Στα τέλη του Αυγούστου, όταν ο Καραμανλής μίλησε στην περίφημη ανοικτή συγκέντρωση στο «Μακεδονία Παλλάς» στη Θεσσαλονίκη –ενέργεια απαραίτητη για να ενισχύσει την πεποίθηση ότι η χώρα άλλαζε ορατά σελίδα– άλλη μία απόπειρα δολοφονίας του αδρανοποιήθηκε. Στις αρχές Οκτωβρίου, ο Γκίκας απέτρεψε σχέδια νοσταλγών της χούντας να καταλάβουν το κτίριο της κρατικής τηλεόρασης και να συλλάβουν τον πρωθυπουργό. Οι προσπάθειες για την αποκατάσταση του πολιτικού ελέγχου εξελίσσονταν πάντοτε μέσα από συμπληγάδες.


Οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης


Η στρατηγική της προσεκτικής και σταδιακής αποχουντοποίησης στις Ένοπλες Δυνάμεις από την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας συνάντησε αρκετές αντιδράσεις κυρίως από την αντιπολίτευση και από μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Στον δημόσιο διάλογο άρχισε να διαμορφώνεται η άποψη ότι η πολιτική της κυβέρνησης ήταν εξαιρετικά εφεκτική και ανεπαρκής, ιδίως ως προς το δημόσιο αίσθημα, που ζητούσε την παραδειγματική τιμωρία των σφετεριστών της δημοκρατίας.
*Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής απευθύνεται στο συγκεντρωμένο πλήθος από το «Μακεδονία Παλλάς». Η πραγματοποίηση της δημόσιας συγκέντρωσης ήταν σημαντικό βήμα προς την εμπέδωση της κανονικότητας. Παράλληλα, απετράπη απόπειρα δολοφονίας του πρωθυπουργού.

Η απροθυμία της κυβέρνησης Καραμανλή να αναλάβει η ίδια μια τέτοια παραδειγματική τιμωρία των ενόχων και, αντίθετα, να αφήσει το θέμα στις δικαστικές διαδικασίες ενίσχυσε την αντίληψη που είχε αρχίσει να παρεισφρέει στον δημόσιο λόγο, σύμφωνα με την οποία ο πρωθυπουργός είχε έλθει σε «μυστική συμφωνία» με τους χουντικούς για τη μη τιμωρία μελών ή υποστηρικτών της χούντας. Το γεγονός ότι αγωγές κατά των χουντικών άρχισαν να εγείρονται από ιδιώτες, τον Σεπτέμβριο, δυσχέραινε περαιτέρω τη θέση της κυβέρνησης Καραμανλή. Ο αντίλογος του Καραμανλή σε αυτές τις κατηγορίες ήταν ότι η στρατηγική της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας είχε ως μείζονα στόχο τη μη δημιουργία «μαρτύρων» για τους θιασώτες της χούντας στις Ένοπλες Δυνάμεις.


Οι πρωταίτιοι


Επιπλέον, μείζον πρόβλημα παρέμενε η αντιμετώπιση των Παπαδόπουλου, Παττακού και Μακαρέζου, οι οποίοι θα μπορούσαν να αποτελέσουν ηγετικούς πόλους για ένα νέο στρατιωτικό πραξικόπημα. Και αντίθετα όμως: όποια βεβιασμένη ενέργεια εναντίον τους θα μπορούσε να προκαλέσει μια τέτοια αντίδραση από τους υποστηρικτές τους. Τελικά, τον Οκτώβριο, όταν πλέον η διαδικασία της Μεταπολίτευσης φαινόταν να έχει σταθεροποιηθεί και η χώρα όδευε προς εκλογές, η έντονη φημολογία περί της προετοιμασίας νέου πραξικοπήματος από χαμηλόβαθμους αξιωματικούς του Στρατού Ξηράς έδωσε την αφορμή στην κυβέρνηση για τη σύλληψη και τον εκτοπισμό των τριών ανδρών στην Κέα.


Το κίνημα του Φεβρουαρίου 1975


Η σαρωτική εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές με ποσοστό 54,37% άλλαζε το πολιτικό σκηνικό και έδινε πλέον στον Καραμανλή μεγάλη ελευθερία κινήσεων ως προς το έργο της πλήρους μετάβασης στη κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η εξισορροπητική διαδικασία της αποχουντοποίησης θα λάβει νέες διαστάσεις με το συνωμοτικό κίνημα του Φεβρουαρίου 1975, το οποίο θα οδηγούσε σε σκλήρυνση της κυβερνητικής στάσης ως προς τους νοσταλγούς της χούντας.
Μετά τη δημοσίευση του ψηφίσματος της Βουλής, στις 14 Ιανουαρίου 1975, που χαρακτήριζε την ανατροπή της δημοκρατίας το 1967 πραξικόπημα και όχι επανάσταση, προφυλακίστηκαν οι πέντε πρωταίτιοι του πραξικοπήματος (Παπαδόπουλος, Μακαρέζος, Παττακός, Ρουφογάλης, Λαδάς) μαζί με τον Ιωαννίδη. Αμέσως μετά, στα τέλη του Φεβρουαρίου, αναλήφθηκε η τελευταία σημαντική προσπάθεια για πραξικοπηματική ενέργεια με εμπνευστές τους Ιωαννίδη και τον έμπιστό του συνταγματάρχη Παπαποστόλου. Η κυβέρνηση, που ενημερώθηκε για το σχεδιαζόμενο στρατιωτικό κίνημα, κινήθηκε άμεσα με συλλήψεις υπόπτων και αποστρατεύσεις.
Συνελήφθησαν συνολικά 37 αξιωματικοί, εν ενεργεία, σε διαθεσιμότητα ή απόστρατοι που ανήκαν όλοι στον Στρατό Ξηράς. Ενδεικτικό της σημασίας που είχε το κίνημα πάνω στις αποφάσεις της κυβέρνησης ήταν ότι τελικά αποστρατεύτηκαν 140 αξιωματικοί, ενώ μέχρι τότε είχαν αποστρατευτεί μόλις 62.
Η κατάπνιξη του κινήματος αυτού σηματοδότησε οριστικά την πλήρη επαναφορά του Στρατού υπό πολιτικό έλεγχο. Ήταν μια διαδικασία που απαίτησε μεγάλη προσοχή και λεπτούς χειρισμούς, ώστε να αποφευχθούν και μια βίαιη αντίδραση των νοσταλγών της χούντας (που θα αποδεικνυόταν μοιραία για τη Μεταπολίτευση) και η αποδυνάμωση των Ενόπλων Δυνάμεων σε μια εποχή κρίσης με την Τουρκία. Στη στρατηγική του Καραμανλή, η επιτυχία της προσπάθειας, ο πλήρης έλεγχος των Ενόπλων Δυνάμεων αλλά και η αποφυγή ακροτήτων ήταν αποφασιστικής σημασίας: κατά την αντίληψη του πρωθυπουργού, χωρίς αυτά τα στοιχεία θα ήταν αδύνατη η συγκρότηση μιας σταθερής, εδραιωμένης δημοκρατίας.


* Ο κ. Λυκούργος Κουρκουβέλας διδάσκει στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.

3 σχόλια:

  1. Ραϊκούδης Κωνσταντίνος
    Ο Γκιζικης, Ο Αραπακης και ο Παπανικολάου γιατί παρέμειναν?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Konstantinos Moutzouridis
    Το διαβασα.Πολυ καλο.Ας ειναι καλα μερικοι πολυ σπουδαιοι ανθρωποι που χειριστηκαν σοφα τη μεταπολιτευση και δεν ξανακυλησε η χωρα σε καμια δικτατορια της ελεεινης μορφης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Στέλιος Αγγελίδης
    Έφταιγαν τα "σταγονίδια" της ποντικομαμμής που επινοήθηκαν για να σφίγγουν οι κώλοι και ο νοών νοείτω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...