ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
https://www.kathimerini.gr/1059773/gallery/epikairothta/ellada/kwn-karamanlhs-boys-pray-for-me
*24 Ιουλίου 1974, ώρα 2.05. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής φτάνει
στο αεροδρόμιο του Ελληνικού.
Του κ. ΕΥΑΝΘΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ*
Σπανίως στην ιστορία των εθνών σημειώνονται εξελίξεις τόσο δραματικές
όσο εκείνες της 23ης προς 24η Ιουλίου 1974 στην Αθήνα. Στο μέσον μιας εθνικής
τραγωδίας στην Κύπρο, η χούντα κατέρρευσε και αναγκάστηκε, τελικά, να παραδώσει
την εξουσία στον πολιτικό κόσμο. Οι κρίσιμες διαβουλεύσεις οδήγησαν στην
επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή από το Παρίσι και στη συγκρότηση της κυβέρνησης
Εθνικής Ενότητας.
Ο Καραμανλής όφειλε να κινηθεί
μέσα από τις συμπληγάδες της εθνικής κρίσης, της απειλής ενός νέου
πραξικοπήματος από τους νοσταλγούς της χούντας ή ακόμη και της πιθανής
δολοφονίας του. Ξεκινούσε, έτσι, το ιστορικό φαινόμενο, που έμεινε γνωστό ως
Μεταπολίτευση και διήρκεσε έως το καλοκαίρι του 1975, οπότε συγκροτήθηκε ένα
νέο δημοκρατικό καθεστώς, απαλλαγμένο από τα βαρίδια των δύο εθνικών διχασμών
του 20ού αιώνα και ικανό να εκπληρώσει το όνειρο του νέου ελληνισμού, την
ένταξη στην Ευρώπη και στον ανεπτυγμένο κόσμο.
Κατάρρευση της δικτατορίας
Είναι δύσκολο να περιγραφεί με
στοιχειώδη επάρκεια η στρατηγική ανοησία που διέπραξαν οι χουντικοί με το
πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου. Η χώρα ήταν απολύτως απομονωμένη διεθνώς,
αλλά ξεκινούσε μια (δυνητικά) πολεμική κρίση στην Κύπρο, σε συνθήκες απόλυτης
διεθνούς απομόνωσης, χωρίς συμμάχους, χωρίς να έχει προετοιμαστεί επαρκώς
στρατιωτικά και χωρίς ακόμη να μπορεί να υπερασπιστεί έστω τα ανοχύρωτα νησιά
του Ανατολικού Αιγαίου. Το εσωτερικό μέτωπο ήταν κατακερματισμένο.
Οι πιθανότητες τουρκικής
αντίδρασης αγνοήθηκαν και θεωρήθηκε δεδομένο ότι οι ΗΠΑ θα την αποτρέψουν –
χωρίς η πρεσβεία (ο επίσημος αντιπρόσωπος της Ουάσιγκτον) να δώσει οποιαδήποτε
τέτοια διαβεβαίωση. Οι ελληνικές δυνάμεις στην Κύπρο ήταν διάσπαρτες μετά το
πραξικόπημα, χωρίς να έχουν ενισχυθεί. Δυνατότητα δράσης της ελληνικής
Αεροπορίας στην Κύπρο δεν υπήρχε. Ακόμη και τα πολυθρύλητα υπερσύγχρονα
υποβρύχια βρίσκονταν την κρίσιμη στιγμή στην περιοχή του Αιγαίου και θα
απαιτείτο πλεύση δύο ημερών σε κατάδυση για να φτάσουν στον χώρο των
επιχειρήσεων.
*Η αποτυχία της επιστράτευσης ήταν ένας από τους παράγοντες
που οδήγησαν στην κατάρρευση της χούντας
Στην πράξη, αγνοήθηκαν όλοι οι
κανόνες όχι μόνον της στρατηγικής, αλλά και της κοινής λογικής. Οι χουντικοί
ήταν ανώτεροι, όχι ανώτατοι αξιωματικοί και δεν είχαν την κατάρτιση για να
λάβουν αποφάσεις ειρήνης και πολέμου. Ήξεραν να κάνουν πραξικοπήματα (ακόμη και
ο ένας έναντι του άλλου) αλλά όχι πόλεμο. Ενδεικτικό άλλωστε είναι ότι το πραξικόπημα
εναντίον του Μακαρίου είχε σχεδιαστεί αποτελεσματικά και πέτυχε. Στον πόλεμο
απέτυχαν.
Έτσι, οι Τούρκοι απλώς
αποβιβάστηκαν στο Πέντε Μίλι και κατάφεραν να αποκρούσουν την αντεπίθεση των
ελληνικών δυνάμεων το ίδιο βράδυ. Από τη στιγμή που κατάφεραν να εγκαταστήσουν
προγεφύρωμα, με την αεροπορία τους κυρίαρχη και διαθέτοντας τη δυνατότητα να το
εφοδιάζουν, ο πόλεμος είχε χαθεί. Δεν είναι σύμπτωση ότι για να συμφωνηθεί η
εκεχειρία στις 22 Ιουλίου, οι Αμερικανοί δεν έβρισκαν κυβερνητικό παράγοντα στη
θέση του, παρά μόνον τον αρχηγό του Ναυτικού.
Και όμως, η εθνική ήττα στην
Κύπρο δεν ήταν ο μόνος παράγων που οδήγησε στην κατάρρευση της χούντας. Κρίσιμη
ήταν η αποτυχία της γενικής επιστράτευσης που προκήρυξε το καθεστώς στις 20
Ιουλίου. Το 1940, ο Αλ. Παπάγος, πολύ προσεκτικά και με επίπονο σχεδιασμό,
κάλεσε υπό τα όπλα συγκεκριμένες κλάσεις ώστε να έχει τον χρόνο να τις
εξοπλίσει και να τις προωθήσει συντεταγμένα στο μέτωπο. Αλλά τον Ιούλιο του
1974, με τη «γενική» επιστράτευση, μέσα σε μία ημέρα, περίπου ένα εκατομμύριο
άνδρες βρέθηκαν να ψάχνουν πού να καταταγούν, χωρίς το κράτος να είναι
προετοιμασμένο να τους απορροφήσει, χωρίς να έχουν οπλισμό και σε συνθήκες
χάους. Οι δομές του Στρατού κατέρρευσαν και η χώρα ήταν πλήρως ακάλυπτη. Αυτός
ήταν ο κύριος λόγος για τον οποίο οι χουντικοί παρέδωσαν την εξουσία.
Η κρίσιμη σύσκεψη της 23ης Ιουλίου
Το απόγευμα της 23ης Ιουλίου
συνεκλήθη υπό τον «πρόεδρο της Δημοκρατίας», στρατηγό Φαίδωνα Γκιζίκη, σύσκεψη
της στρατιωτικής ηγεσίας (Γρ. Μπονάνος, Α. Γαλατσάνος, Π. Αραπάκης και Α.
Παπανικολάου) με κορυφαίους εκπροσώπους του πολιτικού κόσμου. Μετείχαν οι Π.
Κανελλόπουλος και Γ. Μαύρος– αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων της
προδικτατορικής περιόδου– Στ. Στεφανόπουλος, Γ. Αθανασιάδης-Νόβας, Σπ.
Μαρκεζίνης, Π. Γαρουφαλιάς, Ευ. Αβέρωφ-Τοσίτσας και Ξ. Ζολώτας.
Ο Γκιζίκης ανακοίνωσε την απόφαση
για σχηματισμό πολιτικής κυβέρνησης, με δεδομένο μάλιστα ότι ο «πρωθυπουργός»
Α. Ανδρουτσόπουλος δεν μπορούσε να ανευρεθεί… Οι Κανελλόπουλος και Μαύρος
απέρριψαν αμέσως την απαίτηση του Γκιζίκη να διατηρηθούν στις θέσεις τους οι
υπουργοί Αμύνης, Ασφαλείας και Εσωτερικών, κάτι που θα καθιστούσε τη νέα
κυβέρνηση όμηρο των χουντικών. Ο Γκιζίκης διαβεβαίωσε τους πολιτικούς ότι,
προτείνοντας τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης, ομιλούσε και εξ ονόματος του
«αόρατου δικτάτορα» Ιωαννίδη. Ο Αβέρωφ πρότεινε να κληθεί ο Καραμανλής από το Παρίσι,
αλλά οι υπόλοιποι αντέτειναν ότι απαιτείτο ο άμεσος σχηματισμός κυβέρνησης και
έτσι προκρίθηκε η λύση του Κανελλόπουλου, με αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και
υπουργό Εξωτερικών τον Μαύρο.
*23 Ιουλίου 1974. Π. Γαρουφαλιάς, Ξ. Ζολώτας, Ευ. Αβέρωφ, Π.
Κανελλόπουλος, Γ. Αθανασιάδης-Νόβας, Γ. Μαύρος, Σπ. Μαρκεζίνης και Στ.
Στεφανόπουλος συμμετέχουν στη σύσκεψη στην οποία αποφασίζεται η παράδοση της
εξουσίας στον πολιτικό κόσμο.
Στο σημείο αυτό, φάνηκαν και τα όρια μιας τέτοιας λύσης. Οι
Κανελλόπουλος και Μαύρος ζήτησαν χρόνο για να διαβουλευθούν για τη σύνθεση της
κυβέρνησης και η σύσκεψη διεκόπη. Η επιλογή τους ήταν ασφαλώς λογική και
θεσμική, αλλά μάλλον απρόσφορη για τις δύσκολες εκείνες ώρες, στις οποίες
απαιτείτο μια αποφασιστικότητα την οποία δεν έδειχναν. Μετά τη διακοπή της
σύσκεψης, ο Αβέρωφ έμεινε πίσω. Αφού μίλησε με τον αρχηγό Ναυτικού, Αραπάκη,
και τον αρχηγό Αεροπορίας, Παπανικολάου (δύο Όπλα στα οποία η χούντα δεν είχε
ποτέ πρόσβαση και υποστήριξη), επανήλθε στον Γκιζίκη προτείνοντας τη λύση Καραμανλή.
Μετά την επιμονή του, ο Γκιζίκης δέχθηκε να επιχειρηθεί τηλεφωνική επικοινωνία
με τον πρώην πρωθυπουργό στο Παρίσι, και ο Αβέρωφ, με δυσκολία, κατάφερε να του
μιλήσει. Ο Καραμανλής ζήτησε από τον Αβέρωφ να τον διαβεβαιώσει πως οι Ένοπλες
Δυνάμεις βρίσκονταν υπό έλεγχο. Ο Αβέρωφ διηγείται: «Απάντησα κατηγορηματικώς: “Ναι”. Δεν εγνώριζα βεβαίως τι έλεγα εκείνη
την ώρα… Όταν ανέλαβα το υπουργείο Εθνικής Αμύνης, τότε κατάλαβα ότι δεν
μετέδιδα την πραγματικότητα…». Ήταν ένα θαυμαστό δείγμα της υψηλής πολιτικής
ηθικής του Κανελλόπουλου το ότι, όταν πληροφορήθηκε την απόφαση, την αποδέχθηκε
αναγνωρίζοντας πως ο Καραμανλής (ο οποίος τον υποσκέλιζε σε έναν αγώνα για την
πρωθυπουργία για δεύτερη φορά μετά το 1955) διέθετε μεγαλύτερες δυνατότητες από
τον ίδιο να διατηρήσει τον έλεγχο των εξελίξεων. Ένα πραγματικά ασυνήθιστο
χαρακτηριστικό για έναν Έλληνα πολιτικό. Η Αθήνα πλέον περίμενε τον νέο ηγέτη.
*Λίγες ώρες αργότερα αρχίζουν οι πανηγυρισμοί για την πτώση
της δικτατορίας.
Αεροδρόμιο Ελληνικού, ώρα 2.05 τη νύχτα
Ο Καραμανλής επέστρεψε με
αεροσκάφος που έθεσε στη διάθεσή του ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Βαλερί
Ζισκάρ ντ’ Εστέν. Η Γαλλία– όπως και η Δυτική Γερμανία αργότερα στην περίπτωση
των ιβηρικών κρατών– έδειχνε πως η αναδυόμενη Ευρώπη θα μεριμνούσε για τη
δημοκρατική πορεία των χωρών της ηπείρου. Οι στιγμές ήταν δραματικές και ο
Καραμανλής δεν είχε ψευδαισθήσεις για το βάρος που αναλάμβανε. Βγαίνοντας από
το σπίτι του στην οδό Μονμορανσί, με τους δημοσιογράφους να έχουν συγκεντρωθεί
στην είσοδο, τους θύμισε με τη βαριά ανατολικομακεδονική του προφορά τη ρήση
του προέδρου Χάρι Τρούμαν, όταν εκείνος αναλάμβανε την εξουσία στις ΗΠΑ: «Boys,
pray for me» (Προσευχηθείτε για μένα).
Στην Αθήνα, η είδηση της
επιστροφής του έγινε δεκτή με ενθουσιασμό. Οι πολίτες βγήκαν πανηγυρίζοντας
στους δρόμους και μεγάλη πλήθη κατευθύνθηκαν στο αεροδρόμιο του Ελληνικού για
τον υποδεχθούν. Το αεροπλάνο προσγειώθηκε στις 2.05: αργότερα, ο Παναγιώτης
Λαμπρίας, που συνόδευε τον Καραμανλή, αναφέρθηκε στην απόλυτη ψυχραιμία που
έδειχνε εκείνη τη στιγμή, αλλά και στους δικούς του φόβους ότι θα τον
δολοφονήσουν «εν θριάμβω», καθώς δεν μπορούσε να τεθεί, εκείνες τις στιγμές,
μέσα στην καταιγιστική αποθέωση του κόσμου, θέμα μέτρων ασφαλείας. Ο Καραμανλής
ορκίστηκε, μόνος, ως πρωθυπουργός, στις 4.15 το πρωί. Η κυβέρνηση της Εθνικής
Ενότητας ορκίστηκε σε κλιμάκια τις επόμενες ημέρες, συμπεριλαμβάνοντας
σημαντικά πρόσωπα από τα προδικτατορικά κόμματα της ΕΡΕ και της Ένωσης Κέντρου,
καθώς και νέα πρόσωπα που είχαν διακριθεί στην υπεράσπιση της δημοκρατίας κατά
τα χρόνια της χούντας. Ακολούθησε παροχή αμνηστίας, απελευθέρωση των πολιτικών
κρατουμένων. Η Μεταπολίτευση ξεκινούσε. Η Ελλάδα έμελλε να αναδειχθεί σε
διεθνές πρότυπο μετάβασης στη δημοκρατία – ένα «ελληνικό θαύμα».
Δεν ήταν εύκολη υπόθεση, όσο και
εάν οι δικές μας γενιές, που μεγάλωσαν μέσα στα πλεονεκτήματα που τους
προσέφερε η Μεταπολίτευση, ίσως και να έμαθαν να τη θεωρούν δεδομένη. Οι
σύγχρονες επιστημονικές ερμηνείες επισημαίνουν, ορθά, ότι ο Καραμανλής δεν
έκανε τη Μεταπολίτευση μόνος του: επικουρήθηκε από ένα μεγάλο επιτελείο που
εξέφραζε ιδεολογικές αρχές κοινές με τις δικές του, επομένως μια ευρύτερη
κοινωνική δυναμική. Αλλά τη δύσκολη νύχτα της 23ης προς 24η Ιουλίου, με το
έθνος στα γόνατα, όλες του οι ελπίδες επικεντρώθηκαν στην άφιξη ενός ανθρώπου,
που θα προστάτευε τα επιτεύγματα και την πρόοδό του. Και ο αυστηρός,
μονόχνωτος, σκεφτικός από το βάρος της ευθύνης άνθρωπος, που κρατούσε τους
πάντες –ακόμη και εκείνη τη στιγμή του θριάμβου του– σε απόσταση, εξέφραζε τις προσδοκίες
ενός ολόκληρου κόσμου.
* Ο κ. Ευάνθης
Χατζηβασιλείου είναι καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του
Πανεπιστημίου Αθηνών.
Χάρης Αντωνακούδης
ΑπάντησηΔιαγραφήΜεγάλη ώρα....
Pantelis Athanasiadis
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ μεγάλη, αλλά δεν την έζησα στην Αθήνα. Είχα επιστρατευθεί κάπου στην περιοχή της Ταύρης.
.... ήμουν παρών στην υποδοχή... μαθητής τότε.... χαμός είχε τόσο πολύ κόσμο που δεν πατούσαμε στο έδαφος καν..στον αέρα μας κινούσε το πλήθος η μάζα ανθρώπων... μεγάλη στιγμή... αξέχαστη ....
ΑπάντησηΔιαγραφήΚιμων Βρεττος
ΑπάντησηΔιαγραφήΕμείς, η γενιά μας φίλε Παντελή, ζήσαμε τα γεγονότα την ώρα που εξελίσσονταν. Ήμουν επίστρατος στο χωριό Δήμητρα έξω από τη Λάρισα και παρακολουθούσα την όλη πορεία από ένα τρανζιστοράκι. Αγωνία, ενθουσιασμός, ανακούφιση..... Η γλαφυρή περιγραφή είναι απόλυτα ακριβής. Μετά πέντε-έξη μέρες πήρα φύλλο πορείας για το σπίτι μου. Γυρίζοντας στην ΕΡΤ, υπήρχε ατμόσφαιρα δημοκρατίας........ Μπορούσαμε να μιλήσουμε ελεύθερα !!!!!!!
Εγώ έμεινα ειιστρατευμένος περί τις 75 μέρες
ΑπάντησηΔιαγραφή