*Τύφος και ευλογιά
*Νεκρά ζώα στη θάλασσα
Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Ο Μάρτης του 1878 στην Κωνσταντινούπολη δεν
μύριζε άνοιξη. Η θαλάσσια αύρα του Βοσπόρου, δεν έφερνε το δροσερό χάδι, αλλά
απαίσιες οσμές. Το αεράκι ψηλά στους μιναρέδες, δεν ήταν όπως παλιά. Τα κύματα
δεν λαμπύριζαν από τις ακτίνες του ήλιου. Επάνω τους κολυμπούσε ο θάνατος. Στα
σοκάκια, οι άνθρωποι κυκλοφορούσαν κατηφείς. Η πόλη των πόλεων, η Βασιλεύουσα,
αντιμετώπιζε βαρύτατη υγειονομική κρίση.
Η Τουρκία, βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο. Ηττημένη στον ρωσοτουρκικό πόλεμο, είχε υποχρεωθεί να υπογράψει την ταπεινωτική συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και αναζητούσε διεθνή στηρίγματα, για να σώσει την πρωτεύουσα της από την κάθοδο των Ρώσων του Τσάρου Αλέξανδρου Α’, που η διάβασή τους από τον Αίμο δημιούργησε χιλιάδες Τούρκων προσφύγων, οι οποίοι κατέφευγαν με κάθε μέσο στη Κωνσταντινούπολη.
Οι Τούρκοι της Αδριανούπολης και της Βόρειας Θράκης, προσπαθούσαν να φύγουν όπως- όπως από το 1877. Προορισμός η πρωτεύουσα. Στην ελληνική εφημερίδα «Νεολόγος» της Κωνσταντινούπολης, του Ιανουαρίου 1878, υπάρχουν πολλές ανταποκρίσεις από την Αδριανούπολη, που μιλούν για σύγχυση και αταξία, ενόψει της καθόδου των Ρώσων. Μέσα στην Αδριανούπολη κατέφυγαν χιλιάδες πρόσφυγες, ανάμεσα στους οποίους 4.460 στρατιωτικοί (ασθενείς ή τραυματίες).
Το κρύο ήταν δριμύτατο και το θερμόμετρο έδειχνε 10 βαθμούς της κλίμακας Ρεωμύρου κάτω του μηδενός. Υπάρχουν στον Τύπο περιγραφές για νεαρή μητέρα που κρατούσε στην αγκαλιά της το νεκρό βρέφος της, το οποίο είχε χάσει τη ζωή του εξαιτίας του κρύου. Μια άλλη τουρκάλα γέννησε μέσα σε ένα βαγόνι. Ακόμα και μαστιγώσεις πολιτών για ασήμαντες αφορμές από Βούλγαρους που διορίσθηκαν από τους Ρώσους ως αστυνομικοί μετά την κατάληψη της Ανατολικής Θράκης, αναφέρθηκαν.
Ρακένδυτοι πρόσφυγες έφταναν από τη Φιλιππούπολη μέσα σε ανοιχτά βαγόνια αφού ταξίδευαν μέσα στο ψύχος επί 26 ώρες και είχαν αναμείνει τις αμαξοστοιχίες άλλες 48 ώρες για να τους παραλάβουν.
Στα βαγόνια οι άνθρωποι ανέβαιναν ακόμα και στις οροφές. Ο υποπρόξενος στο Δεδέαγατς (σημερινή Αλεξανδρούπολη) Γ. Καραγιαννόπουλος δίνει μια συνοπτική αλλά άκρως παραστατική περιγραφή της καθόδου των προσφύγων στις 4 Ιανουαρίου 1878 γράφοντας ότι «θέαμα σπαραξικάρδιον παρουσιάζει από τινος η κωμόπολις αύτη». Τότε είχε διακοπεί η σιδηροδρομική γραμμή προς Κωνσταντινούπολη ενώ «ο σιδηρόδρομος της Αδριανουπόλεως μετέφερε τεσσαράκοντα βαγόνια πλήρη έσωθεν και άνωθεν Οθωμανικών οικογενειών. Το δε μεσονύκτιον έτερα τεσσαράκοντα της αυτής καταστάσεως. Ο θρήνος και ο κλαυθμός απερίγραπτος». Το ένα τρίτο από τους πρόσφυγες στεγάσθηκε πρόχειρα σε καφενεία και μερικά σπίτια και οι υπόλοιποι έμεναν στο ύπαιθρο ή σε σκηνές. Πρόσφυγες Οθωμανοί είχαν καταφύγει ακόμα και στην Ξάνθη. Σχεδόν 20.000 ψυχές, από την Φιλιππούπολη και την Αδριανούπολη. Στην Ξάνθη είχαν αρχίσει να σημειώνονται δραματικές ελλείψεις τροφίμων.
Ο μεγάλος όγκος όμως των προσφύγων κατέφευγε μέσα στην Κωνσταντινούπολη για ασφάλεια. Απερίγραπτος συνωστισμός. Άστεγοι παντού. Μεγάλη φτώχεια και δυστυχία. Και όπως είχε γράψει μια εφημερίδα «η ένδεια βαίνει αύξουσα μάλλον ή ελλατουμένη».
Μια τουρκική φιλανθρωπική οργάνωση άρχισε να προσφέρει ψωμί σε πεινασμένους πρόσφυγες. Κάθε μέρα μοίραζε ψωμί για χιλιάδες άτομα στην απέναντι ακτή του Κεράτιου και στο Βόσπορο. Άλλα κέντρα διανομής στήθηκαν στην Αγία Σοφία, στο Σουλτάν Αχμέτ στο Γενή Τζαμί, σε παλιές εγκαταστάσεις της Αστυνομίας, στο χάνι Τζελάλ Μπέη, στο Παγκάλτιο στο Μακροχώρι και στο Κανδυλί. Γαλλίδες Αδελφές του Ελέους είχαν στήσει τρία μαγειρεία και μοίραζαν ζωμό κρέατος στο Γαλατά και στο Τοπχανέ. Μια άλλη διεθνής επιτροπή παρείχε βοήθεια σε οικογένειες, αλλά όλα αυτά ήταν ανεπαρκή. Και όπως έγραψε τότε ο «Νεολόγος» χαρακτηριστικά «η ένδεια αύτη και πάσαι αι παραμαρτούσαι κακουχίαι και στερήσεις πολλούς προπέμπουσιν εις άδην, μέγας δε αριθμός προσφύγων μαστίζεται υπό διαφόρων νόσων».
Ξεσπούν οι μολυσματικές ασθένειες
Πολύ σύντομα άρχισαν να ξεσπούν στην Κωνσταντινούπολη, διάφορες επιδημικές ασθένειες και ιδίως ο τύφος και η ευλογιά, η «ευφλογία», όπως την αποκαλούσαν τότε… Τα κρούσματα είχαν αρχίσει να εκδηλώνονται στις χιλιάδες των Οθωμανών προσφύγων, καθώς και στους νοσηλευόμενους τραυματίες και ασθενείς του Οθωμανικού στρατού. Το αποτέλεσμα; Πολυάριθμοι καθημερινοί θάνατοι, γιατί αυτές οι ασθένειες «προπέμπουσιν εις τον άδην καθ’ ημέραν μύρια όσα θύματα ακαθαρσιών και των μιασματικών τούτων επιδημιών» έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής.
Σε μια περίπτωση η εφημερίδα «Βακήτ» έγραψε, ότι δύο φορτηγίδες γεμάτες με νεκρούς πρόσφυγες είχαν πλεύσει προς το Χαϊδάρ Πασά για να γίνει η ταφή τους εκεί. Όμως για λόγους άγνωστους έμειναν εκεί οι φορτηγίδες για 24 ώρες με τις σορούς εκτεθειμένες στην ατμόσφαιρα. Υπήρχαν ενοχλητικές αναθυμιάσεις γιατί πολλοί από τους νεκρούς είχαν πεθάνει προ τριών ή τεσσάρων ημερών!!! Η Κωνσταντινούπολη ζούσε ημέρες φρίκης…
Η εφημερίδα «Βασηρέτ» δημοσίευσε επίσημη ανακοίνωση των αρχών υπενθυμίζοντας ότι έχει απαγορευθεί η ανεξέλεγκτη ταφή νεκρών, πλην των περιοχών που υπέδειξαν οι αρμόδιες υπηρεσίες, επειδή υπήρχε πλέον τύφος, ευλογιά και άλλα μολυσματικά νοσήματα.
Για τους Τούρκους τραυματίες του πολέμου η Stafford House είχε οργανώσει νοσοκομείο 280 κλινών στο σιδηροδρομικό σταθμό Μακροχωρίου, που το διηύθυνε ο Άγγλος Sketchley. Η οργάνωση αυτή φοβούμενη τις μολυσματικές νόσους από τα πεταμένα νεκρά ζώα στους δρόμους φρόντισε με πρόσφυγες να κάνει καθαρισμό στο Ιντζιρλή, Κιουτσούκ Τσεκμετζέ και στα πέριξ και να τα θάψει σε λάκκους με ασβέστη στη Ζάφρα.
Εκείνο για το οποίο προειδοποιούσε ο Τύπος της Κωνσταντινούπολης ήταν ότι υπήρχε κίνδυνος να βρει τον θάνατο το μεγαλύτερο μέρος των δυστυχών προσφύγων, που υπολογίζονταν τότε, μόνο για την Κωνσταντινούπολη σε περίπου 130.000. Και φυσικά ο ακόμα μεγαλύτερος κίνδυνος ήταν οι μεταδοτικές αυτές ασθένειες να μεταδοθούν και στους υπόλοιπους μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι επιπλέον λόγω του πολέμου αντιμετώπιζαν αδικαιολόγητες υπερτιμήσεις των αγαθών πρώτης ανάγκης.
Η εικόνα της Βασιλεύουσας είχε γίνει τραγική. Στους περίβολους των τζαμιών, είχαν συσσωρευθεί χωρίς τρόφιμα και ρουχισμό χιλιάδες προσφύγων από τη Βόρεια Θράκη την Ανατολική Μακεδονία και τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη. Μια εικόνα αδρή μας δίνει ο «Ανατολικός Αστήρ», σημειώνοντας:
«Εάν μόνον διέλθη τις εκ των περιβόλων
οθωμανικών τινών τεμενών εκ Γενή Τζαμίου παραδείγματος χάριν αλλά και άλλων,
θέλει φρίξει, βλέπων την ακαθαρσίαν, την ρυπαρότητα των συσσωρευμένων τούτων
προσφύγων, εξ ών είναι αδύνατον να μην μεταδοθή το μόλυσμα και εις τους λοιπούς
κατοίκους, ους δυστυχώς ήρξατο από τούδε να δεκατίζη σποράδην».
Πτώματα νεκρών ζώων στη θάλασσα!!!
Ο φόβος για θανατηφόρες επιδημίες είχε φωλιάσει στην σκέψη των κατοίκων, γιατί έβλεπαν ότι δεν τηρούνται οι κανόνες υγιεινής και οι επιζώντες έρχονται συνεχώς σε επαφή με τους μολυσμένους ασθενείς. Και το σημείο αιχμής ήταν το γεγονός ότι οι αρχές φρόντισαν να θάβονται ή να πετιώνται στο βυθό της θάλασσας τα πτώματα νεκρών ζώων, που μαζεύονταν από τις διάφορες συνοικίες!!! Φρίκη…
Στα μέσα Μαρτίου 1878 είχα ανακοινωθεί μάλιστα επίσημα ότι ρίχτηκαν στη θάλασσα ή θάφτηκαν 2.384 πτώματα ζώων!!! Και αυτό ενώ είχε γίνει γνωστό ότι πολλά άλλα νεκρά ζώα ήταν πεταμένα και άταφα στους γύρω λόφους, από την πύλη του Αδριανού έως το χωριό Καλφά και ανατολικά από τη Χρυσούπολη έως το Αλέμ Νταγ. Το υπουργείο της Αστυνομίας είχε εκδώσει οδηγίες για τους ενταφιασμούς ανθρώπων και ζώων κατά τους κανόνες της υγιεινής, αλλά κανένας δεν τους εφάρμοζε όπως έδειχνε η κατάσταση, που επικρατούσε στην ιστορική μεγαλούπολη. Ειδικά ως προς τους τάφους ανθρώπων διαπιστώθηκε ότι δεν έσκαβαν όσο έπρεπε στο χώμα.
Η εφημερίδα «Ανατολικός Ταχυδρόμος» είχε αποκαλύψει ότι εκείνο το φοβερό Μάρτιο 28 νεκροί είχαν ταφεί στις παρυφές της συνοικίας Ταταύλα μέσα σε ένα κήπο, παρά τις διαμαρτυρίες των κατοίκων της περιοχής, για την αντικανονική ταφή. Η ίδια εφημερίδα έγραψε επίσης ότι οι τάφοι στο Οθωμανικό νεκροταφείο των Ταταύλων ήταν τόσο αβαθείς, ώστε μετά από μια δυνατή βροχή εκείνων των ημερών τρία πτώματα είχαν βγει στην επιφάνεια!!! Κατά δε την τουρκική εφημερίδα «Βακήτ» δύο μαούνες γεμάτες με νεκρούς είχαν πλεύσει προς το Χαϊδάρ Πασά για να ταφούν, αλλά έμειναν εκεί επί 24 ώρες αν και πολλοί από τους νεκρούς είχαν πεθάνει πριν από 3 ή 4 μέρες… Οι πάντες απαιτούσαν να υπάρχει από τις αρχές μέριμνα ώστε ανάμεσα στα σφαζόμενα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα, που έφταναν στα κρεοπωλεία να μην υπάρχουν ασθενή ζώα προσβεβλημένα από τις διάφορες επιζωοτίες. Η Κωνσταντινούπολη ζούμε μέρες φρίκης, ως συνέπεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου…
Η φιλανθρωπική οργάνωση Turkish Compassionate Fund είχε μετατρέψει 8 σπίτια σε νοσοκομεία εξασφαλίζοντας 400 κλίνες. Το ίδιο είχε κάνει η Διεθνής Επιτροπή.
Η Τουρκική κυβέρνηση, είχε αρχίσει να σκέπτεται να απομακρύνει τους πρόσφυγες, οι οποίοι ήταν κυρίως Μουσουλμάνοι. Ένα από τα μέτρα που σκέφτηκαν ήταν να τους διασπείρει στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, όπου εργαζόμενοι στην καλλιέργεια μεγάλων εκτάσεων θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν τη διατροφή των οικογενειών τους.
Κατά την εφημερίδα «Ανατολικός Κήρυξ» και η υγειονομική κατάσταση του Οθωμανικού στρατού που στρατοπέδευε στην πρωτεύουσα του κράτους δεν ήταν ευχάριστη. Παρατηρούνταν πολλά κρούσματα τυφοειδούς πυρετού και δυσεντερίες, που αποδίδονταν κατά ένα μεγάλο μέρος στην κακή ποιότητα του κρέατος, που δίνονταν στους στρατευμένους. Έγινε προσπάθεια μετεγκατάστασης μονάδων για να αραιώσουν οι μεγάλες συγκεντρώσεις στρατιωτών.
Όλοι έβλεπαν με τρόμο, ότι το επερχόμενο καλοκαίρι θα έφερνε περισσότερες συμφορές από τις μολυσματικές ασθένειες.
Στις 10 Μαρτίου η εφημερίδα «Βυζαντίς» αναφερόμενη στις μολυσματικές νόσους που έπλητταν στην Κωνσταντινούπολη, έγραψε ότι προσβάλλουν και συνεχώς επεκτείνονται, στους πρόσφυγες. Αλλά και στους νοσηλευόμενους τραυματίες και ασθενείς του Οθωμανικού στρατού, που βρίσκονταν στα στρατιωτικά νοσοκομεία και εντός των στρατώνων. Συνολικά 25.000 άτομα.
Για τους
πρόσφυγες που έμεναν στα μεγάλα τζαμιά η ίδια εφημερίδα έγραψε ότι
δημιουργήθηκαν μολυσματικές εστίες και η θνησιμότητα μεγάλωνε μέρα με τη μέρα,
φτάνοντας στους 500-600 νεκρούς, με κίνδυνο να μεταδοθούν αυτές οι ασθένειες
και στους κατοίκους της Κωνσταντινούπολης. Παρατηρούσε επίσης ότι «οι αποθνήσκοντες δεν ενταφιάζονται κατά
τους περί τούτου κανόνας υγιεινής» με κίνδυνο να μεταδοθεί το μόλυσμα, όπως
είχε συμβεί κατά το παρελθόν με την επιδημία της χολέρας.
Εν τω μεταξύ η όξυνση της κατάστασης, οδήγησε το σουλτάνο μετά και από διαβήματα των προσφύγων να ζητήσει από την κυβέρνηση να μεριμνήσει ώστε «να κατασκευασθώσιν εν σπουδή καλύβαι εν είδει αμαξοστασίων εν Αλέμ Νταγ δια της ξυλείας της εν τω δάσει τούτω ήτις είναι άφθονος». Ζήτησε ακόμα για την αποκατάσταση μεταναστών στην επαρχία της Βαγδάτης να ολοκληρωθεί το σιδηροδρομικό δίκτυο, που είχε μελετηθεί επί σουλτάνου Αζίζ. Η εποπτεία των έργων στο δάσος Αλέμ Ντάγ ανατέθηκε στον Μεχμέτ εφέντη, πρόκριτο της Φιλιππούπολης.
Η Κωνσταντινούπολη ασφυκτιούσε από τους άστεγους πρόσφυγες, και από την θάλασσά της που μολύνονταν επικίνδυνα.
Λίγες μέρες αργότερα οι αρχές της Βασιλεύουσας ανακοίνωσαν ότι υπήρχαν κρούσματα μολυσματικών νόσων μεταξύ των προσφύγων οι οποίοι διέμεναν στα τεμένη της Αγίας Σοφίας, στο Σουλτάν Αχμέτ, στο Γενή Τζαμί και αλλού. Οι αρχές αποφάσισαν να στέλνουν τους πρόσφυγες στις πατρίδες τους αφού είχε λήξει ο πόλεμος και υπογράφηκε η ανακωχή. Συγκροτήθηκε μάλιστα στα σουλτανικά ανάκτορα ειδική επιτροπή για να οργανώσει την επάνοδο των προσφύγων στις πατρίδες τους και να φροντίσει τους άλλους που θα έμεναν τελικά στην Τουρκία. Γιατί υπήρχαν και πολλοί που αρνούνταν να φύγουν. Έτσι αποφασίσθηκε να αποστέλλονται όλοι αυτοί με ατμόπλοια σε διάφορα άλλα μέρη της Μικράς Ασίας.
Γενικά η επάνοδος των προσφύγων που συμφωνούσαν, άρχισε στις αρχές Απριλίου. Ήταν άμεση ανάγκη να αποσυμφορηθεί η Κωνσταντινούπολη.
Δραματική ήταν η κατάσταση και σε άλλες πόλεις. Στην Αδριανούπολη, όπως είχε γράψει ο «Ανατολικός Αστήρ» επικρατούσε μεγάλη δυστυχία μεταξύ των προσφύγων και των τραυματιών στρατιωτών. Ταυτόχρονα είχε ενσκήψει και τυφοειδής πυρετός και υπήρχε φόβος ότι θα πεθάνουν οι μισοί από τους 15.000 πρόσφυγες από την πείνα και στις ασθένειες.
Ήταν για την Τουρκία, φρικτές οι συνέπειες του Ρωσοτουρκικού πολέμου το 1878, πέρα από την στρατιωτική ήττα της. Χρειάστηκαν πολλές προσπάθειες για να φύγει ο εφιάλτης της υγειονομικής κρίσης από τον αέρα της Κωνσταντινούπολης.
Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
ΠΗΓΕΣ
*Αρχείο εφημερίδων «Ανατολικός
Αστήρ», «Ανατολικός Αστήρ», «Βυζαντίς», «Νεολόγος» 1878, Βιβλιοθήκη της Βουλής
των Ελλήνων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου