Γράφει ο κ. Γιώργος Θ. Μαυρογορδάτος
Tη χώρα εξακολουθεί να ταλαιπωρεί το πρόβλημα της διαδοχής δύο
χαρισματικών της ηγετών: του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Το πρόβλημα είναι από τη φύση του ανεπίλυτο. Δεν επιδέχεται λύση. Αν ο
χαρισματικός ηγέτης είναι μοναδικός, όπως πιστεύεται, λογικά είναι και
ανεπανάληπτος. Δεν μπορεί να έχει αληθινό, δηλαδή ισοδύναμο, διάδοχο.
Το επίθετο «χαρισματικός» έχει
καταντήσει να σημαίνει σήμερα απλώς «ελκυστικός», «δημοφιλής», «προικισμένος». Όμως
εδώ ενδιαφέρει ο χαρισματικός ηγέτης όπως ακριβώς ορίστηκε από τον μεγάλο
κοινωνιολόγο Μαξ Βέμπερ, ως ιδιαίτερος τύπος ηγεσίας, που έχει τη δική του
ιδιαίτερη νομοτέλεια. Ό,τι ισχύει για τους χαρισματικούς ηγέτες δεν ισχύει για
τους άλλους.
«Χάρισμα», μ’ αυτή την έννοια (και στον ενικό), διαθέτει ένα πρόσωπο όταν αναγνωρίζεται ως ηγέτης επειδή θεωρείται θεόσταλτο ή προικισμένο με υπερφυσικές, υπεράνθρωπες ή τουλάχιστον εντελώς εξαιρετικές ικανότητες ή ιδιότητες, απρόσιτες στον κοινό άνθρωπο. Αυτή η τελευταία φράση («απρόσιτες στον κοινό άνθρωπο») αποτελεί το ελάχιστο που απαιτείται όταν απουσιάζουν θρησκευτικές ή άλλες υπερβατικές δοξασίες, όπως π.χ. με πολιτικούς της νεότερης και σύγχρονης εποχής. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, για παράδειγμα, «δεν ήταν άνθρωπος όπως όλοι» σύμφωνα με όσα έγραφε μετά τον θάνατό του ακόμη και ο Γ. Α. Βλάχος, που τον μίσησε όσο λίγοι.
Ο χαρισματικός ηγέτης δεν παύει
βέβαια να είναι θνητός. Προκύπτει έτσι το πρόβλημα της διαδοχής του και
γενικότερα η ανάγκη να εξασφαλιστεί με κάποιον τρόπο η διάρκεια του κινήματος ή
κόμματος που ίδρυσε. Χρειάζεται λοιπόν μετάλλαξη του χαρίσματος και επένδυσή
του σε μονιμότερες δομές και θεσμούς. Η προσφυγή στο υποτιθέμενο «οικογενειακό»
χάρισμα φαίνεται ευκολότερη, αλλά αποτελεί στην ουσία λύση απελπισίας, αφού
πηγάζει από την εντελώς αστήρικτη υπόθεση ότι αυτό μεταβιβάζεται βιολογικά.
Το ζήτημα δεν έχει σχέση με την «οικογενειοκρατία» γενικά στην πολιτική. Από αρχαιοτάτων χρόνων, συμβαίνει να καταλαμβάνονται ακόμη και αιρετά τοπικά πολιτικά αξιώματα (δημάρχων, βουλευτών, γερουσιαστών κ.ο.κ.) από μέλη της ίδιας οικογένειας, σαν να της ανήκαν δικαιωματικά. Είναι όμως άλλης τάξεως φαινόμενο να «κληρονομείται» ολόκληρο κόμμα ή κίνημα εθνικής εμβέλειας σαν να ανήκε στην οικογένεια του χαρισματικού ιδρυτή του. Διαφωτίζουν εδώ δύο καθαρά ρητορικές ερωτήσεις. Θα γινόταν ποτέ ο Γιώργος Α. Παπανδρέου πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και πρωθυπουργός αν δεν ήταν γιος του πατέρα του; Θα γινόταν ποτέ ο Κώστας Καραμανλής πρόεδρος της Ν.Δ. και πρωθυπουργός αν δεν ήταν ανεψιός του θείου του;
Αν ο χαρισματικός ηγέτης είναι
μοναδικός, όπως πιστεύεται, λογικά είναι και ανεπανάληπτος. Δεν μπορεί να έχει
αληθινό, δηλαδή ισοδύναμο, διάδοχο.
Δεν χρειάζεται όμως να θιγούν
ζώντες. Αρκεί η αναφορά στον κατεξοχήν χαρισματικό ηγέτη της νεότερης Ελλάδας.
Η διαδοχή του Ελευθερίου Βενιζέλου αποδείχθηκε εντελώς ανέφικτη όσο ζούσε,
μολονότι εγκατέλειψε την πολιτική και το Κόμμα Φιλελευθέρων όχι λιγότερες από
πέντε φορές συνολικά. Ακόμη και ο θάνατός του το 1936 δεν τερμάτισε την
αστάθεια και την αβεβαιότητα που είναι συνυφασμένες με τη χαρισματική ηγεσία
και τη διαδοχή της. Αυτό συνέβη επειδή ο ανασφαλής Θεμιστοκλής Σοφούλης
επικαλέστηκε και ξύπνησε, σαν μαθητευόμενος μάγος, τις ανεξέλεγκτες δυνάμεις
του «οικογενειακού» χαρίσματος.
Για να εξασφαλιστεί από
αμφισβητήσεις ως νέος αρχηγός των Φιλελευθέρων, ο Σοφούλης προσκάλεσε αμέσως
τον Σοφοκλή Ελ. Βενιζέλο να συμμετάσχει στην τριμελή Διοικούσα Επιτροπή του
κόμματος. Αυτός άρχισε να παίρνει δικές του πρωτοβουλίες, όπως η καταρχήν
συμφωνία του με τον Ιωάννη Μεταξά να επιβάλουν μαζί ετήσια δικτατορία! Τη
ματαίωσε, όμως, το ζήτημα της επαναφοράς των αποτάκτων αξιωματικών. Στη
συνέχεια, επρόκειτο να παίξει για τρεις σχεδόν δεκαετίες αμφιλεγόμενο και
δυσανάλογα μεγάλο ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις, με πρωταρχικό προσόν το ότι
ήταν γιος του πατέρα του – και κατά τεκμήριο διάδοχός του στην ηγεσία του
κόμματος, που επανειλημμένα διέσπασε.
Το 1936 ο Σοφοκλής μειονεκτούσε
σε σχέση με τον πρωτότοκο αδελφό του Κυριάκο, που είχε ασχοληθεί με την
πολιτική και ως βουλευτής Αθηνών το 1928-32. Αντίθετα, ο Σοφοκλής είχε να
επιδείξει μόνο στρατιωτική σταδιοδρομία, ως αξιωματικός του Πυροβολικού το
1914-20 και ως στρατιωτικός ακόλουθος στο Παρίσι το 1923-30. Ωστόσο, ο Κυριάκος
φαίνεται ότι προτίμησε να μείνει απλώς ένας εφοπλιστής του Λονδίνου, ιδίως μετά
την ανάμειξή του στο Κίνημα του 1935 και την καταδίκη του (ερήμην) γι’ αυτό. Ο
γιος του Νικήτας (επίσης εφοπλιστής στο Λονδίνο) ήταν εκείνος που μπήκε για
λίγο στην πολιτική μετά το 1974, αντλώντας και αυτός από το «οικογενειακό»
χάρισμα. Έφθασε μάλιστα στο σημείο να εμφανίσει ένα «Κόμμα Φιλελευθέρων» σαν να
ήταν οικογενειακό κειμήλιο που ανακάλυψε σε κάποιο σεντούκι…
Πότε έληξε επιτέλους το ζήτημα
της διαδοχής του Ελευθερίου Βενιζέλου – όχι γενικά ως πολιτικού, αλλά ειδικά ως
χαρισματικού ηγέτη; Ασφαλώς είχε λήξει προ πολλού όταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος
αναδείχθηκε χάρη στη δική του αξία, χωρίς να παίζει ρόλο η απλή συνωνυμία.
Μένει να δούμε πότε θα συμβεί κάτι ανάλογο με τα επώνυμα «Καραμανλής» και
«Παπανδρέου».
* Ο κ. Γιώργος Θ.
Μαυρογορδάτος είναι τ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου