*Το Δημαρχείο της Αδριανούπολης
Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Το Έπος του Θρακικού Αγώνα, στις απαρχές του 20ου αιώνα, παρέμεινε άγνωστο, κυριολεκτικά στη σκιά του Μακεδονικού Αγώνα, τον οποίο καθαγίασε η θυσία του Παύλου Μελά, αλλά και η πολυάριθμη συμμετοχή αγωνιστών από την ελεύθερη και την υπόδουλη Ελλάδα.
Ωστόσο και ο Θρακικός Αγώνας, είχε τις μεγάλες στιγμές του, αλλά και τις μεγάλες προσωπικότητες που εργάσθηκαν γι’ αυτόν.
Το ιστορικό πλαίσιο, είναι γνωστό. Το Βουλγαρικό κράτος, μετά την τόσο άδικη και αιφνιδιαστική προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας το 1880, άρχισε ένα φοβερό εξοντωτικό αγώνα κατά του Ελληνικού στοιχείου στη Βόρεια Ελλάδα γενικότερα, προωθώντας τις επεκτατικές του τάσεις. Ένας αιματηρός αγώνας, που κράτησε χρόνια, αλλά άρχισε να κορυφώνεται μετά την γνωστή βουλγαρική επανάσταση του Ίλιντεν το 1904. Η επανάσταση αυτή έβαλε ουσιαστικά τις βάσεις, για να αρχίσει ο ένοπλος αγώνας των κομιτατζήδων, με απώτερο στόχο την προσάρτηση εδαφών της Μακεδονίας και της Θράκης και την έξοδό τους στο Αιγαίο.
Ήδη χάρη στην πολιτική της Βουλγαρίας, είχαν ξεριζωθεί από τις πανάρχαιες κοιτίδες του Ελληνισμού, περισσότεροι από 300.000 Έλληνες, ενώ πολλοί βρήκαν φρικτό θάνατο. Παντού όπου υπήρχε ακμαίος Ελληνισμός, υπήρχαν ερείπια και στάχτες. Κατέστρεψαν εντελώς το 1906 την ελληνικότατη Αγχίαλο. Στη Βόρεια Θράκη έκαψαν οι Βούλγαροι 80 ελληνικά σχολεία, ρήμαξαν ή άρπαξαν για λογαριασμό τους πάνω από 70 ελληνικές εκκλησίες. Αφάνισαν όλα τα ελληνικά ευαγή ιδρύματα. Οι λεγόμενες Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης αδιαφορούσαν.
*Ο Στυλιανός Γονατάς, την εποχή της Επανάστασης του 1922
Στη Θράκη, το 1907 δρούσαν για παράδειγμα διάφορες βουλγαρικές συμμορίες, οι οποίες το 1908 μετατράπηκαν βάσει σχεδίου σε μαχητικά ένοπλα τμήματα ή σε μαχητικές προπαγανδιστικές ομάδες. Επρόκειτο βασικά για 200 κομιτατζήδες, οι οποίοι εισήλθαν από τα εδάφη της Βουλγαρίας το 1907 και διασπάσθηκαν σε τρία τμήματα. Το ένα με περίπου 60 άνδρες κατευθύνθηκε προς την περιοχή της Αλεξανδρούπολης, το άλλο επίσης με 60 άνδρες, προς την περιοχή της Κομοτηνής με επικεφαλής τον Αρναούτωφ και το τρίτο με 80 άνδρες πήγε στην Ανατολική Θράκη και κυρίως προς την περιοχή Κεσσάνης- Μαλγάρων- Σαράντα Εκκλησιών, σκορπώντας το τρόμο και τη φρίκη στον υπόδουλο Ελληνικό πληθυσμό. Κατά διαστήματα βοεβόδες της δύναμης αυτής διετέλεσαν οι Π. Βάσκωφ. ο Ντάνωφ, ο Κεσσανώφ, ο Τσόγκωφ κ.λπ.
*Μεταγενέστερη φωτογραφία του Στυλ. Γονατά
Η αφύπνιση της Αθήνας, καθυστερημένη, οδήγησε στη δημιουργία του εξωθεσμικού, αλλά αποφασιστικού Μακεδονικού Κομιτάτου υπό τους Δημήτριο Καλαποθάκη (πολιτικό σκέλος) και Παναγιώτη Δαγκλή (στρατιωτικό σκέλος) το οποίο μετά τις πληροφορίες για την δραματική κατάσταση των Ελλήνων της Μακεδονίας και της Θράκης, άρχισε να οργανώνει μυστικές αποστολές αξιωματικών, οι οποίοι συγκροτούσαν ομάδες κατοίκων για άμυνα κατά των Βουλγάρων, δεδομένου ότι οι επικυρίαρχοι Οθωμανοί, δεν παρείχαν εχέγγυα ασφαλείας στους υπόδουλους Έλληνες.
Στη Θράκη ειδικότερα και ύστερα από απεγνωσμένες εκκλήσεις των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης, εστάλη με μυστική οργανωτική αποστολή, μια από τις μετέπειτα μεγάλες προσωπικότητες της πολιτικής και στρατιωτικής της χώρας, ο εκ των αρχηγών της Επανάστασης του 1922 Στυλιανός Γονατάς, υπολοχαγός τότε.
Είχε προηγηθεί ο επιλοχίας τότε του Ελληνικού Στρατού Γεώργιος Κονδύλης. Από το 1905, παριστάνοντας τον παραγγελιοδόχο οινοπνευματωδών ποτών του οίκου «Καμπά» περιήρχετο τη Βόρεια Θράκη με επίκεντρο την Αγαθούπολη, αλλά οι Οθωμανικές αρχές γρήγορα τον υποπτεύθηκαν και τον υποχρέωσαν να εγκαταλείψει την Αυτοκρατορία τους. Τον επόμενο χρόνο ο Κονδύλης, παρορμητικός όπως πάντα εμφανίσθηκε στην Ανατολική Θράκη και με το ψευδώνυμο Νικόλαος Ζιάγκας, άρχισε να οργανώνει τον Θρακικό Ελληνισμό της περιοχής Σαράντα Εκκλησιών, Βιζύης, Σαμακοβίου, Σκοπού, Γέννας, Γιατρού και Σοργκάς.
*Ο Παναγιώτης Κλείτος, ένας ακόμη αξιωματικός που έδρασε στη Θράκη. Αργότερα πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους τραυματίσθηκε και πέθανε εξαιτίας των κακουχιών του πολέμου σε νοσοκομείο το 1913, στα ελευθερωμένα Ιωάννινα
Είχαν αναλάβει αποστολή επίσης στη Θράκη και διάφοροι άλλοι Έλληνες αξιωματικοί, όπως ο υπίλαρχος Παναγιώτης Κλείτος ως ειδικός γραφέας στο υποπροξενείο Σαράντα Εκκλησιών, ο υπολοχαγός Πυροβολικού Περικλής Βλάσσης (με το ψευδώνυμο Πάνος Βάθης), ο επιλοχίας Δημήτριος Τρουπής (ή Φιλίππου) ως διδάσκαλος στις Σαράντα Εκκλησίες, ο υπίλαρχος Αινιάν Αχιλλεύς (ή Δεδούσης) ως ειδικός γραφέας στο υποπροξενείο Ξάνθης, ο ανθυπίλαρχος Πανουσόπουλος Βασίλειος στο υποπροξενείο Ραιδεστού, ο υπολοχαγός Πεζικού Προκοπέας Γαβριήλ (ή Πετρής) ως υπάλληλος εταιρείας στο Σουφλί, ο ανθυπασπιστής Υλικού Πυροβολικού Κωνσταντίνος Νταής ως υπάλληλος εταιρείας στις Σαράντα Εκκλησιές, ο ανθυπολοχαγός Καρμπούνης Λουκάς ως υπάλληλος εταιρείας στην Αδριανούπολη, ο επιλοχίας Πεζικού Ηλιόπουλος Παναγιώτης (ή Κατσίγρης) ως διδάσκαλος στο Μουσταφά Πασά Ανατολικής Θράκης, ο επιλοχίας Πυροβολικού Σταυρόπουλος Βασίλειος ως διδάσκαλος στην Ξάνθη, ο επιλοχίας Ευζώνων Κωνσταντίνος Στράτος ως πλανόδιος πωλητής στην Αλεξανδρούπολη, ο λοχίας Πεζικού Νικόλαος Αντωνάτος ως πράκτωρ Ασφαλιστικής Εταιρείας στην Κεσσάνη Ανατολικής Θράκης, ο λοχίας Πεζικού Κωνσταντίνος Δασκαλόπουλος (ή Κότσας) ως διδάσκαλος στην Αδριανούπολη, και ο λοχίας πεζικού Δημήτριος Παπαβασιλείου ως διδάσκαλος στο Ουζούν Κιοπρού (Μακρά Γέφυρα) Ανατολικής Θράκης.
Με πατριωτική οικογενειακή παράδοση
Στο σημερινό άρθρο θα μας απασχολήσει η περίπτωση Γονατά, ο οποίος γεννημένος στην Πάτρα στις 17 Αυγούστου 1876, είχε ρίζες από τη μεριά του πατέρα του, από τις Κυδωνίες (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας και από την μεριά τις μητέρας του είχε ρίζες από την Κύπρο.
Ο παππούς του Στυλιανός, είχε πάρει μέρος στην Επανάσταση του 1821 και είχε στο στήθος του δύο διαμπερή τραύματα. Η οικογενειακή του παράδοση ήταν πατριωτική.
Ο ίδιος, ζώντας μέσα στο κλίμα του πατριωτισμού και της εθνικής ανάτασης, που ακολούθησε την επαίσχυντη ήττα του 1879, κατετάγη στο Στρατό και εξελίχθηκε σε ένα άξιο και επιστημονικά καταρτισμένο αξιωματικό. Μέσα στο κλίμα αυτό, άρχισε να σκέφτεται σοβαρά, ότι θα πρέπει να μετάσχει στους αγώνες των υπόδουλων Ελλήνων, που επιζητούσαν την ελευθερία τους, την ασφάλεια και την πολιτική χειραφέτησή τους, τόσο από επικυρίαρχους τυράννους, όσο και από επίβουλους και δόλιους διεκδικητές των εδαφών τους.
Οι σκέψεις προς την κατεύθυνση αυτή υπήρχαν πάντα, αλλά έγιναν εντονότερες όταν ο φίλος του ανθυπολοχαγός Νικόλαος Κοντογούρης που υπηρετούσε στο Μοναστήρι, στο ηφαίστειο δηλαδή του Μακεδονικού Αγώνα, του έγραφε από το Σεπτέμβριο του 1906:
«…Σου ορκίζομαι ότι πρέπει να έλθης. Σου ομιλώ ούτω διότι γνωρίζω, ότι δεν έχουσι δια σε σημασίαν οιασδήποτε φύσεως δεσμοί. Αλλά πρέπει να έλθης τάχιστα. Θα δικαιολογήσεις τους λόγους μου όταν ευρεθείς εις το καμίνι αυτό του Μακεδονικού Αγώνος, το οποίο ονομάζεται Μοναστήρι…».
Ο Γονατάς, πήρε την επιστολή, αλλά την εποχή εκείνη ήταν κλινήρης από τύφο. Ήταν αδύνατο να κάνει οτιδήποτε….
Λίγο καιρό αργότερα, πήρε μια άλλη επιστολή. Αυτή τη φορά από τον αδελφό του Δημήτριο, που υπηρετούσε στην Αθήνα ως πρωτοδίκης.
Του εξηγούσε ότι ο υπουργός Εξωτερικών Αλέξανδρος Σκουζές, το ζήτησε να ρωτήσει τον αδελφό του εάν τελικά δεχόταν να τον στείλουν στο Προξενείο του Μοναστηρίου, απ’ όπου υπήρχε μια αίτηση για να μετατεθεί εκεί.
*Ο Στυλιανός Γονατάς με τον Νικόλαο Πλαστήρα, εισέρχονται στην Αθήνα
μετά την επικράτηση της Επανάστασής τους
Ο Στυλιανός Γονατάς έκατσε αμέσως και έγραψε στον υπουργό μια συστημένη επιστολή.
«Ομολογώ- του έγραφε- ότι εκολακεύθην μεγάλως δια την προσγενομένην μοι τιμήν του να κριθώ ως δυνάμενος να παράσχω και ελαχίστην έστω υπηρεσίαν εν ταις κρισίμοις ταύταις εθνικαίς περιστάσεσι και σπεύδω, μετ’ απείρου υπερηφανείας, να τεθώ υπό τας διαταγάς της, δια του στόματος Υμών, καλούσης με Πατρίδος. Μη δυνάμενος όμως ήδη, δυστυχώς, εκ της υγείας μου να αναχωρήσω αμέσως, θέλω παρουσιασθεί ενώπιον Σας μόλις δυνηθώ, δια να λάβω τας δια την νέαν μου θέσιν διαταγάς Σας».
Οι ημέρες της ανάρρωσης στην πατρίδα του την Πάτρα, περνούσαν αργά και βασανιστικά, εξαιτίας της θέλησης του Γονατά, να αναλάβει δράση στην υπόδουλη Μακεδονία, η οποία αντιμετώπιζε τους καταπιεστικούς μηχανισμούς των Οθωμανών, αλλά και τις επιδρομές των βούλγαρων κομιτατζήδων.
Μόλις στάθηκε στα πόδια του επανήλθε στην Αθήνα, αλλά αμέσως μια πάθηση στα μάτια η «ιρίτιδα» τον κράτησε και πάλι μακριά από τα καθήκοντά του ένα και πλέον μήνα.
*Οι συνταγματάρχες Πλαστήρας και Γονατάς
Κύριε υπουργέ, προτιμώ το Μοναστήρι…
Μόλις στις 13 Ιανουαρίου 1907 αποθεραπεύθηκε πλήρως και αποφάσισε να παρουσιασθεί στο υπουργείο Εξωτερικών για να τους διαβεβαιώσει ότι είναι έτοιμος για αναχώρηση.
Ο υπουργός Εξωτερικών όμως του ανακοίνωσε ότι ήδη είχε στείλει στο Μοναστήρι τον ανθυπολοχαγό Μηχανικού Σαρηγιάννη. Και επειδή δεν υπήρχε δυνατότητα να σταλεί εκεί και άλλος αξιωματικός με μυστική αποστολή, του πρότεινε ευθέως, να μεταβεί στην Αδριανούπολη.
Παρόμοιοι κίνδυνοι όπως αυτοί της Μακεδονίας, απειλούσαν και την υπόδουλη Θράκη. Οι Βούλγαροι άκρως προκλητικοί μετά την εκδίωξη χιλιάδων Ελλήνων από την Ανατολική Ρωμυλία, απειλούσαν να εκδιώξουν και τους Έλληνες της υπόλοιπης Θράκης.
Ο Γονατάς χωρίς κανένα δίλημμα, είπε αμέσως το μεγάλο «ναι».
-Κύριε υπουργέ, απάντησε, είμαι διατεθειμένος να χρησιμοποιηθώ οπουδήποτε ήθελε κριθεί αναγκαίο. Προτιμούσα όμως το Μοναστήρι γιατί είναι κέντρο ενεργητικότερης δράσης.
Έτσι αποφασίσθηκε να ζητηθεί η απόσπαση του Γονατά στο υπουργείο Εξωτερικών. Υπήρχε όμως ένα ακόμα πρόβλημα που έπρεπε να παρακαμφθεί. Η Χαρτογραφική Υπηρεσία του Στρατού επέμεινε ότι ο νεαρός υπολοχαγός της ήταν απαραίτητος τουλάχιστον έως το Σεπτέμβριο για να ολοκληρωθούν όλες οι καλοκαιρινές εργασίες της υπηρεσίας. Το υπουργείο Εξωτερικών ήταν ανένδοτο στην απόσπαση.
Έτσι κατέστη δυνατόν στο Γονατά να αναχωρήσει από την Αθήνα στις 10 Μαρτίου 1907 για την Αδριανούπολη, χρησιμοποιώντας πλέον το ψευδώνυμο Στέργιος Γρηγορίου. Άλλωστε το υπουργείο Εξωτερικών τον είχε εφοδιάσει με κανονικό διαβατήριο στο όνομα αυτό, που θα χρησιμοποιούσε εφεξής, αφού θα εκτελούσε πλέον μυστική αποστολή.
Ο γέροντας πατέρας του κατά την αναχώρηση συγκινημένος και δακρυσμένος, μόλις κατόρθωσε να ψελλίσει τις λέξεις:
-Ο Θεός να δώσει να ανταμωθούμε πάλι, παιδί μου…
Οι οικείοι του ήταν αναστατωμένοι, θεωρώντας ότι ο Στυλιανός, θα αντιμετώπιζε τεράστιους κινδύνους στη Θράκη. Εκείνος απτόητος, επέμεινε και επιβιβάσθηκε στο ατμόπλοιο της γραμμής για την Κωνσταντινούπολη. Εκεί παρέμεινε πέντε ημέρες. Τον φιλοξένησαν ο πρέσβης Γρυπάρης και ο στρατιωτικός ακόλουθος Κοντογιάννης.
Επισκέφθηκε την Αγία Σοφία και άλλα μνημεία του Ελληνισμού. Ζούσε ένα πατριωτικό όνειρο…
Στην Αδριανούπολη
Όταν έφτασε στην Αδριανούπολη, τον υποδέχθηκε ο πρόξενος Δημαράς. Και όπως του εξήγησε, στη Θράκη δεν είχε γίνει καμιά προεργασία.
Ο Δημαράς, πολύ γρήγορα μετατέθηκε από την Αδριανούπολη στο Μοναστήρι και ο Γονατάς βρέθηκε ουσιαστικά μόνος, χωρίς στηρίγματα και ενθαρρύνσεις.
Λίγο καιρό αργότερα, είχε την τύχη να γνωρίσει τον γυμνασιάρχη Δημήτριο Σάρρο. Μεγάλη προσωπικότητα, με κύρος, με εμπειρία, με γνώσεις και με μεγάλη εθνική δράση. Είχε διατελέσει επί δύο χρόνια επιθεωρητής των ελληνικών σχολείων στη Μακεδονία, είχε επαφές με το Εθνικό Κέντρο και γνώριζε από πρώτο χέρι τα όσα συνέβαιναν στον υπόδουλο Ελληνισμό, που υφίστατο μεγάλες πιέσεις από τον ανερχόμενο βουλγαρικό εθνικισμό. Τον βοήθησε αποφασιστικά χωρίς να γνωρίζει την πραγματική ταυτότητα του Γονατά.
Η Αδριανούπολη ήταν μεγάλο στρατιωτικό κέντρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στρατοπέδευαν εκεί μεγάλες μονάδες. Οι πληροφορίες που προέρχονταν από εκείνη την κατεύθυνση ενδιέφεραν το στρατιωτικό ακόλουθο της Ελλάδας, που συνεχώς πίεζε για περισσότερες πληροφορίες, παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες που υπήρχαν. Ο Γονατάς, κατάφερε να κάνει φιλία με τον διερμηνέα του Προξενείου Κωνσταντινίδη, ο οποίος ως τουρκομαθής διατηρούσε φιλίες με πολλούς επιφανείς Τούρκους, από τους οποίους αλίευε χρήσιμες πληροφορίες.
Η βασική αποστολή όμως του Γονατά, ήταν να ανυψώσει το εθνικό φρόνημα στην υπόδουλη Θράκη, να αποκαταστήσει επικοινωνία με τα ελληνικά χωριά και να υποβάλει προϋπολογισμό δαπανών για το εθνικό αυτό εγχείρημα.
Έτσι, μόλις προσαρμόσθηκε στο καινούργιο περιβάλλον του, έμαθε τις συνθήκες ζωής στην πόλη, άρχισε και τις επισκέψεις του στα χωριά για να διαμορφώσει προσωπική αντίληψη της κατάστασης με επιτόπια εξέταση. Επισκέφθηκε πρώτα τα προάστια της Αδριανούπολης Γιλντιρίμ, Καϊκιοϊ, Κιρισχανέ, και Κούμ- Μαχαλέ, που είχαν ελληνικό πληθυσμό και ελληνορθόδοξες εκκλησίες. Σποραδικά υπήρχαν και κάποιοι Βούλγαροι, που αποτελούσαν τον ύψιστο κίνδυνο εκείνης της εποχής. Οι Βούλγαροι μάλιστα για να παρουσιάζουν κινητικότητα, διατηρούσαν στην Αδριανούπολη Γυμνάσιο και Οικοτροφείο, στα οποία φοιτούσαν διάφορα ορφανά που έφερναν μέσα από τη Βουλγαρία, αφού εκεί δεν υπήρχαν τόσοι Βουλγαρόπαιδες.
Αργότερα επισκέφθηκε και μακρινότερα χωριά και ειδικότερα όπου υπήρχαν τουρκόφωνοι Έλληνες. Από τις επαφές αυτές ειδικότερα, ο Γονατάς πείσθηκε ότι από μόνη της η γλώσσα δεν μπορούσε να αποτελέσει κριτήριο εθνικότητας, όπως πρόβαλε τότε η Βουλγαρική προπαγάνδα κυρίως στη Μακεδονία, αφού διαπίστωσε ότι οι τουρκόφωνοι που έβλεπε, είχαν εδραία ελληνική συνείδηση.
Περιοδείες στην υπόλοιπη Θράκη
Στις 14 Απριλίου 1907 με αφορμή υπηρεσιακούς λόγους, επισκέφθηκε την Ξάνθη, σε μια προσπάθεια να αποκλεισθούν οι Βούλγαροι καπνεργάτες από τα ελληνικά καπνομάγαζα, για να ενισχυθεί το ελληνικό στοιχείο.
Εκεί επισκέφθηκε τον Έλληνα πρόξενο και το Μητροπολίτη και είχε μαζί τους συσκέψεις για την εθνική υπόθεση. Στη συνέχεια, με τον πρόξενο μαζί επισκέφθηκε την Κομοτηνή, που τότε ονομάζονταν ακόμα Γκιουμουλτζίνα., για σειρά επαφών με το ελληνικό στοιχείο.
Στην επιστροφή του πέρασε και από το Δεδέαγατς, όπου συναντήθηκε με τον Έλληνα πρόξενο Ευθύμιο Κανελλόπουλο και το γραφέα του Βάθη, ο οποίος στην πραγματικότητα ήταν και αυτός αξιωματικός, ο Βλάσσης υπολοχαγός Πυροβολικού.
Το Δεδέαγατς την εποχή εκείνη, βρίσκονταν στο επίκεντρο της προσπάθειας των Βουλγάρων να επιτύχουν να πάρουν διέξοδο στο Αιγαίο. Ήταν κατάλοιπο της πικρίας των Πανσλαβιστών, που έχασαν όσα είχαν κερδίσει με την συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Και κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια με κάθε μέσον προπαγάνδας, να έχουν προσβάσεις τέτοιες, που θα διευκόλυναν την κάθοδό τους στην Μπέλο Μόριε, δηλαδή την Άσπρη Θάλασσα, όπως ονόμαζαν το Αιγαίο.
Με τον πρόξενο Κανελλόπουλο συνεννοήθηκε για ποικίλα θέματα και κυρίως για τους τρόπους ενίσχυσης των ελληνικών πληθυσμών και βασικά την οργάνωση της αυτοάμυνας.
Μόλις επέστρεψε στην Αδριανούπολη, συνέταξε ειδικές εκθέσεις που θα επέτρεπαν στους προϊσταμένους του να σχηματίσουν σαφή εικόνα της κατάστασης που επικρατούσε στη Θράκη.
Το Μάιο του 1907 συνοδεύοντας τον πρόξενο, έκανε περιοδείες και σε χωριά που είχαν βουλγαρόφωνους πληθυσμούς, γιατί εκεί έδινε μεγάλο βάρος η βουλγαρική πολιτική και θρησκευτική προπαγάνδα. Πάντως είναι χαρακτηριστικό, ότι και σε πολλά από αυτά τα χωριά που υπερτερούσαν οι βουλγαρόφωνοι πληθυσμοί, οι κάτοικοι αυτοί διατηρούσαν ελληνορθόδοξες και όχι σχισματικές εκκλησίες και ελληνικά σχολεία.
Με τη γνώση και τις εμπειρίες που αποκτούσε ο… κ. Στέργιος Γρηγορίου άρχισε να συντάσσει εθνολογικό χάρτη της Θράκης με πληροφορίες για τους πληθυσμούς, τις γλώσσες που μιλούσαν σε διάφορα χωριά, τα σχολεία, κ.λπ. Μη έχοντας μάλιστα άλλα χαρτογραφικά βοηθήματα, πήρε έναν αυστριακό χάρτη (μάλλον την έκδοση του Κίπερτ) και εκεί επάνω με χρώματα και σημειώσεις ολοκλήρωνε την εργασία του.
*Πλαστήρας και Γονατάς. Πίσω αριστερά ο Γέωργιος Παπανδρέου
Παράλληλα βοήθησε να δημιουργηθεί Γυμναστικός Σύλλογος, που άρχισε να κατασκευάζει γυμναστήριο για την άθληση της νεολαίας, ενώ βοηθήθηκε και ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος να ανεγείρει ξανά το καμένο μέγαρό του. Στην Αδριανούπολη, είχε τονωθεί αρκούντως το ελληνικό πνεύμα.
Πέραν όμως όλων αυτών ο Γονατάς στις πόλεις και τα χωριά που επισκέπτονταν διαπίστωνε την κατάσταση που επικρατούσε και δημιουργούσε αμυντικούς πυρήνες από Θρακιώτες, τόσο για να διαφυλάσσονται οι κάτοικοι από τις επιδρομές των κομιτατζήδων, όσο και για να διατηρείται άσβεστο το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων.
Σε μια δεύτερη σύσκεψη που έγινε στο Δεδέαγατς όπου μετείχαν ο πρόξενος Ευθύμιος Κανελλόπουλος, ο Βάθης, ο πρόξενος Ραιδεστού Κ. Ντάσος και ο… κ. Στέργιος Γρηγορίου, έγινε η επεξεργασία του καταστατικού της «Πανελλήνιας Οργάνωσης» και συντάχτηκε ένας κανονισμός λειτουργίας της, που χαρακτηρίστηκε κανονισμός Εθνικής Εργασίας και περιλάμβανε την συνολική διάρθρωσή της. Έτσι άνοιγε ο δρόμος για την υλοποίηση των στόχων της οργάνωσης.
Ορκωμοσία σε παλιό καριοφίλι
Συγκινητική είναι η περιγραφή της δημιουργίας της «Πανελλήνιας Οργάνωσης» όπως είχε ονομασθεί, η οργάνωση για τη στήριξη του Θρακικού Αγώνα και η ορκωμοσία της ηγετικής ομάδας της. O Γονατάς είχε ειδοποιήσει τους Μητροπολίτες και τους πρόξενούς της ευρύτερης περιοχής και στη σύσκεψη, πού ακολούθησε, αποφασίστηκε η οριστική ίδρύση της «Πανελλήνιας Οργάνωσης» με επικεφαλής το Μητροπολίτη Αδριανουπόλεως Πολύκαρπο Βαρβάκη και στρατιωτικό διοικητή τον ίδιο το Γονατά. Όταν ελήφθη η απόφαση, ο Πολύκαρπος έβγαλε ένα κρυμμένο παλιό καριοφίλι και ένα σταυρό και είπε στους παριστάμενους, που έδειχναν αποφασισμένοι για όλα:
«Αδελφοί, ήλθεν η στιγμή της εθνικής αφυπνίσεως και εξεργέσεως.
Υπόσχομαι ενώπιον Θεού και ανθρώπων, να φανώ άξιος της εμπιστοσύνης του ποιμνίού μου. Γνωρίζω, ότι η οδός δεν θα είναι ομαλή. Γνωρίζω ακόμη ότι άκανθαι, θα ξεσχίσωσι τα ιμάτια και τας σάρκας μας. Είμαι έτοιμος καγώ να άρω τον σταυρόν του μαρτυρίού, ως o Θεάνθρωπος, ο αρχηγός της Μεγάλης Θρησκείας μας. Πιστός στρατιώτης του Χριστού και της πατρίδας, Θα υπηρετήσω την μεγάλην υπόθεσιν του Έθνους».
Και τους κάλεσε να ορκιστούν επάνω στο καριοφίλι… Οι στιγμές ήταν εξόχως συγκινητικές.
Μια μοιραία συνάντηση με σημασία…
Την 1η Σεπτεμβρίου 1907, ο Γονατάς είχε μια απροσδόκητη συνάντηση με δυο πρόσωπα, για τη ζωή των οποίων θα έπαιζε ο ίδιος πρωτεύοντα ρόλο το 1922, με την Επανάσταση που συνδιοργάνωσε με τον Νικ. Πλαστήρα και οδήγησε στην εκτέλεση των Έξι.
Στην Αδριανούπολη, κατέφθασαν επιστρέφοντας από περιοδεία σε βαλκανικές χώρες οι βουλευτές Δημ. Γούναρης και Π. Πρωτοπαπαδάκης (μεταξύ των Έξι που εκτελέσθηκαν το 1922) συνοδευόμενοι από τον καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Κονοπισόπουλο.
Έμειναν στην Αδριανούπολη δύο ημέρες. Ο Γονατάς, τους περιποιήθηκε, τους ξενάγησε στην πόλη και τους συνόδευσε όταν επισκέφθηκαν το Μητροπολίτη.
Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι τους έκανε μια κλειστή απόρρητη ενημέρωση και τους κατατόπισε βάσει και του χάρτη που είχε φτιάξει, για την εθνολογική κατάσταση στη Θράκη.
Οι δυο βουλευτές, δεν κατόρθωσαν να διαπιστώσουν την πραγματική ταυτότητα του Γονατά, ότι ήταν δηλαδή αξιωματικός σε μυστική αποστολή. Εντυπωσιάστηκαν όμως από την ικανότητά του να χειρίζεται τους χάρτες και να κάνει ενημέρωση σε βάθος για λεπτά εθνικά ζητήματα.
Με τον πρόξενο Νικόλαο Ξυδάκη, που έφτασε στην Αδριανούπολη τον Αύγουστο του 1907, ο Στυλ. Γονατάς ή Στέργιος Γρηγορίου περιόδευσε όλα τα ελληνικά προξενεία της Θράκης και οργάνωσε πρόγραμμα δράσης, το οποίο υπέβαλε στο υπουργείο Εξωτερικών, υπολογίζοντας ότι για την εφαρμογή του θα απαιτηθούν 200.000 χρυσά φράγκα ετησίως. Το σχέδιο αυτό εγκρίθηκε, μαζί με την προτεινόμενη δαπάνη.
*Πανηγύρι στη Μονή Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Ορτάκιοϊ.
Αρχείο Θρακικής Εστίας Θεσσαλονίκης
Στις 23 Σεπτεμβρίου 1907, η μονή Κωνσταντίνου και Ελένης κοντά στην πόλη Ορτάκιοϊ (σήμερα ανήκει στη Βουλγαρία) που απείχε 5,5 ώρες με άμαξα, είχε μεγάλο πανηγύρι. Οκτώ με δέκα χιλιάδες Έλληνες έπαιρναν μέρος τη χρονιά εκείνη, στη μεγάλη αυτή θρησκευτική γιορτή της περιοχής. Ανάμεσά τους ειδοποιημένα και τα μέλη των αμυντικών πυρήνων των διαφόρων πόλεων και χωριών της ευρύτερης περιοχής. Κατασκήνωσε ο λαός γύρω από το μοναστήρι και μετά την εκτέλεση των θρησκευτικών τους καθηκόντων τους γλεντούσαν όλοι με νταούλια και ζουρνάδες. Παρόντες επίσης τρεις μητροπολίτες και άλλοι Έλληνες αξιωματικοί.
*Το ιστορικό μοναστήρι των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, που βρίσκεται περίπου 2-3 χιλιόμετρα νότια της πόλης του Ορτάκιοϊ ( σημερινό (Ivailovgrad ).
Φωτογραφία Βασίλη Πενταλοφιώτη
Φωτογραφία Βασίλη Πενταλοφιώτη
Και όσοι ώρα έξω ο λαός διασκέδαζε, όλοι οι «ταγμένοι» στον αγώνα, έδωσαν όρκο πίστης μπροστά στο ιερό Βήμα, υπό τις ευλογίες των μητροπολιτών.
*Ο Στυλιανός Γονατάς στη Βουλή, κατά την ημέρα που ομίλησε
ο πρόεδρος της Νότιας Αφρικής Γιαν Σματς
Ο ίδιος στην Αθήνα, ανέλαβε τη διεύθυνση του Θρακικού Τμήματος υπό τον γενικό διευθυντή της Οργάνωσης Παναγιώτη Δαγκλή, συνεχίζοντας να ενισχύει όπως μπορούσε το Θρακικό Ελληνισμό, για να αντιμετωπίσει τον Βουλγαρικό επεκτατισμό. Πύκνωσε τους πράκτορές του στη Θράκη, εντάθηκε ο κρυφός εξοπλισμός των Ελλήνων, γιατί και οι Βούλγαροι μοίραζαν οπλισμό στους δικούς τους. Για την μεταφορά των όπλων στην Τουρκία χρησιμοποιήθηκε τότε ένα παλαιό τορπιλοβόλο με κυβερνήτη τον ανθυποπλοίαρχο Δεμέστιχα. Ναυτικοί από τη Μαρώνεια, μεταφόρτωναν τα όπλα σε ψαροκάικα και τα ξεφόρτωναν στη Μάκρη έξω από την Αλεξανδρούπολη για να διοχετευθούν στο εσωτερικό της Θράκης.
Η «Πανελλήνιος Οργάνωσις» διαλύθηκε τον Αύγουστο του 1909, από την κυβέρνηση Δημητρίου Ράλλη. Όλοι οι αξιωματικοί ανακλήθηκαν και επέστρεψαν στις μονάδες τους.
Μια δραματική σελίδα στην ιστορία της Θράκης έκλεινε. Πολλές άλλες, έμελλε να ανοίξουν αργότερα…
Π.Σ. ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ
Πηγές- Βοηθήματα
-«Ο Μακεδονικός Αγών και τα εις Θράκην γεγονότα», Έκδοση Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, 1979.
-«Θρακικά» τόμος 25ος.
-Απόστολου Ευθυμιάδη «Η Συμβολή της Θράκης εις τους Απελευθερωτικούς Αγώνες του Έθνους» Αλεξανδρούπολη 2002.
-Νικόλαου Στάγκου- Γεώργιου Σαλονικίδη «Ο Θρακικός Αγών» Αρχείο Θρακικού και Λαογραφικού Θησαυρού τόμος 27ος.
-Στ. Γονατά "Απομνημονεύματα".
http://mariatweety.blogspot.com
ΑπάντησηΔιαγραφήENA POLY KALO BLOG ENOS KORITSIOU 24 ETWN
A3IZEI
SAS EUXARISTOUME KAI KALH SYNEXEIA
PETROS KAI DANAH
Πάντοτε πλήρες, τεμηριωμένο, με πλούσιο εποπτικό υλικό και ευχάριστα αναγιγνωσκόμενο, το άρθρα σας κ. Αθανασιάση. Το συγκεκριμένο μάλιστα μου χρειάζεται και για την εν εξελίξει διδακτορική μου διατριβή...Χάρηκα πολύ που σας γνώρισα και είδα πόσο φως και πόση γνώση για την ιστορία, οσο και ζεση για την διάδοσή της διαθέτετε...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚύριε Σαββίδη, ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια. Και χαίρομαι ιδιαίτερα, που αυτό το ελάχιστο πόνημα μου θα σας φανεί χρήσιμο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικά ενημερωτικό και ενδιαφέρον! Ευχαριστώ πολύ!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήChryssi Baboura
Aν μή τι άλλο μαθαίνουμε και λίγη ιστορία εδώ μέσα.....και ευχαριστούμε γι'αυτό...
ΑπάντησηΔιαγραφήVafiadou Maroyla
Αρχοντία Παπαδοπούλου
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαταπληκτική η ιστορικού περιεχομένου ανάρτησή σας, κύριε Αθανασιάδη.
Γιωργος Παπαζωης
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο σας γιαυτό που κάνετε. Μαθαίνουμε πολλά για την θρακιωτικη ράτσα μας. Εγώ προσωπικά που είμαι 72 χρονών τώρα τα μαθαίνω αυτά. Μου έλεγε η γιαγιά μου για τον ξεριζωμό αλλά ήμουν μικρός και πολλά δεν τα θυμάμαι.
Anna Demertzi
ΑπάντησηΔιαγραφήΝά είστε καλά που ανεβάζετε και μαθαίνουμε τά γεγονότα!στα δύσκολα χρόνια της Θράκης!!
Ioannis Outsios
ΑπάντησηΔιαγραφήΔυστυχώς το σημερινό επιτελικό ελληνικό κράτος έχει ξεχάσει τον ελληνισμό που ζει σε ξένες πατρίδες όπως π.χ βόρεια Ήπειρος