*Οι πρώτες παράγκες στο Δημόσιο Ψυχιατρείο (Δαφνί), οι οποίες
κατασκευάστηκαν το 1928
Γράφει ο κ. ΑΙΜΙΛΙΟΣ ΧΑΡΜΠΗΣ
Στη χώρα μας, όπως και στο
εξωτερικό, επανέρχεται με διάφορες αφορμές στην επικαιρότητα το ζήτημα των
ναρκωτικών. Κυβερνητικές αποφάσεις, νέοι νόμοι περί χρήσης και εμπορίας ή
εγκλήματα όπως αυτό που συντάραξε την κοινωνία πριν από μερικές εβδομάδες, αποτελούν
αφορμές για διάλογο και διαφωνία πάνω στο θέμα, το οποίο ωστόσο μάλλον λίγοι
γνωρίζουν αληθινά και επί της ουσίας.
Ένας από αυτούς είναι σίγουρα ο
Δημήτρης Υφαντής, ο οποίος εργάζεται στον τομέα της αντιμετώπισης των
εξαρτήσεων τα τελευταία τριάντα χρόνια και υπογράφει το βιβλίο «Τοξικομανία δι’
ηρωίνης- Η χρήση ουσιών στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου».
Η μελέτη του, η οποία βασίζεται
σε εξονυχιστική έρευνα των πρωτογενών πηγών αλλά και της μετέπειτα αποκτημένης
γνώσης, δεν αποτελεί απλώς παράθεση στοιχείων· αντιθέτως οργανώνεται θεματικά,
προσφέροντας μια συνολική θεώρηση του ζητήματος της χρήσης ουσιών στην Ελλάδα
επικεντρώνοντας στην κομβικής σημασίας περίοδο του Μεσοπολέμου. Πρόκειται για
τα χρόνια όπου στη χώρα καταγράφεται για πρώτη φορά σοβαρός αριθμός εξαρτημένων
από τα λεγόμενα «σκληρά» ναρκωτικά (ηρωίνη, κοκαΐνη, μορφίνη κ.τ.λ.), ενώ
κατακόρυφη άνοδο σημειώνει και η γνωστή από παλαιότερα χρήση του χασίς, την
οποία μάλιστα οι πηγές αποδίδουν στην έλευση των προσφύγων της Μικρασιατικής
Καταστροφής.
Ενδιαφέρον, επίσης, έχει ο τρόπος
με τον οποίο ο συγγραφέας, αναζητώντας τις ρίζες της εξάρτησης, συνδέει τη νέα
σχέση ατόμου- αντικειμένου/αγαθού στη βιομηχανική κοινωνία της ελεύθερης
αγοράς, με εκείνη εξαρτημένου και ουσίας. Γενικότερα, το (εκάστοτε) κοινωνικό
πλαίσιο αναλύεται εδώ διεξοδικά, υπογραμμίζοντας για παράδειγμα το ταξικό
αποτύπωμα της κάθε ουσίας- χασίς και ηρωίνη για τα κατώτερα, κοκαΐνη και μορφίνη
για τα ανώτερα στρώματα- όπως αυτό είχε επικρατήσει εκείνη την εποχή.
Τα πιο «ζουμερά» και συγκλονιστικά
κομμάτια του βιβλίου είναι βέβαια αυτά που μεταφέρουν αυτούσιες μαρτυρίες
εκείνης της περιόδου: «Φτάνουμε στη Νιο
και με πάνε γραμμή για τη Χωροφυλακή του νησιού κι από εκεί στο χωριό. Εκεί μου
δίνουνε βιβλιαράκι να πηγαίνω στο μπακάλη να ψωνίζω, για να τρώω. [...]
πέθαιναν γυμνοί στη Νιο οι πρεζάκηδες, σαν τα σκυλιά στο δρόμο. Πέθαιναν από
την πείνα. Αφού πουλάγανε το φαΐ για την ένεση... Την πείνα που είδανε όλοι
στην Κατοχή, να πεθαίνει στους δρόμους ο κόσμος πρησμένος από την ασιτία, την είδα
εγώ πιο μπροστά, το 1938 στην εξορία εκεί. [...] Αυτός ο μάγερας πούλαγε πρέζα.
Έπαιρνε από τους εξόριστους ρούχα, λεφτά, ρολόγια, δαχτυλίδια, ό,τι είχανε κι
ερχόταν στην Αθήνα και τα πούλαγε. Κι έφερνε στη Νιο, πρέζα. Αυτά ήταν σε γνώση
της Χωροφυλακής. Την πρέζα που είδα εγώ να κυκλοφορεί στην εξορία, δεν την είχε
όλη η Αθήνα», λέει ένας από τους επιζήσαντες, τον οποίο η δικτατορία του
Μεταξά έστειλε προς... απεξάρτηση στην Ίο.
Μια άλλη αποκαλυπτική πτυχή της
ιστορίας είναι αυτή που έχει να κάνει με τη χιλιοτραγουδισμένη (κυριολεκτικά)
κάνναβη. Όπως για παράδειγμα, το γεγονός πως η Ελλάδα ήταν η πρώτη (!)
ευρωπαϊκή χώρα η οποία απαγόρευσε την χρήση της, το 1891.
*Το βιβλίο του Δημήτρη Υφαντή
Λόγω ανταγωνισμού
Φυσικά δεν πρόκειται για
πρωτοβουλία... εκσυγχρονισμού. Απλώς η Βρετανία, η οποία ήλεγχε τις εξαγωγές
χασίς της Ινδίας, ήθελε να εξαλείψει τον ανταγωνισμό προς τη μεγάλη αγορά της
Αιγύπτου, την οποία η Ελλάδα προμήθευε με μεγάλες ποσότητες ως τότε. Έτσι
σταδιακά μέχρι και το 1920, και πάντα «προς
χάριν της δημόσιας υγείας», η χρήση του χασίς όχι μόνο είχε απαγορευθεί,
αλλά πλέον θεωρούνταν πιο επικίνδυνη και αξιόποινη από εκείνη κάθε άλλης
ναρκωτικής ουσίας.
Τέλος, ένα καταληκτικό αλλά
αρκετά εκτενές κομμάτι του βιβλίου, αφιερώνεται στις υπηρεσίες υγείας και στα
πρώτα βήματα που έγιναν προς την κατεύθυνση της θεραπείας των εξαρτήσεων στη
χώρα μας. Κι εδώ βέβαια πολλές από τις παρατηρήσεις θα φάνταζαν σχεδόν κωμικές
αν δεν είχαν υπάρξει, κατά κανόνα, τόσο τραγικές για τους πάσχοντες. Ο Υφαντής
συμπεραίνει πως τα στοιχεία που μας παρέχουν οι πηγές της εποχής, μπορούν να
συμβάλουν στην αποσαφήνιση σύγχρονων ερωτημάτων που απασχολούν την επιστήμη και
τον κοινωνικό διάλογο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου