*Η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού
Γράφει ο Αντιστράτηγος
ε.α. Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας
Πρόσφατα η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού του
Γενικού Επιτελείου Στρατού εξέδωσε τόμο με τίτλο «Μνήμες Πολέμου 1897-1974. Οι
αγώνες του Ελληνικού Έθνους μέσα από προσωπικές μαρτυρίες». Η έκδοση αυτή δεν
αποτελεί προϊόν ιστορικής έρευνας βασισμένης σε επίσημες πηγές, αλλά, όπως
δείχνει ο τίτλος της, παρουσιάζει τις πολεμικές αναμετρήσεις του Ελληνικού
Στρατού με βάση τις προσωπικές μαρτυρίες ανθρώπων, οι οποίοι καταγράφουν τα
γεγονότα μέσα από προσωπική, ενδεχομένως πιο συναισθηματική και εκ των
πραγμάτων υποκειμενική ματιά.
Οι
μαρτυρίες αυτές, οι περισσότερες των οποίων έχουν αντληθεί από ημερολόγια αγωνιστών,
συνιστούν μια επιπλέον «ηρωική» πράξη των ανθρώπων αυτών. Η ιστορική
πραγματικότητα που αποτυπώνεται μέσα από τις προσωπικές μαρτυρίες και από την αβίαστη
έκφραση συνειδήσεων αναδεικνύει τους ευρύτατους ορίζοντες του Έθνους και φέρνει
κοντά το σήμερα με τις αξίες και τις παραδόσεις του χθες, δίνοντας έτσι τη
δυνατότητα να φωτισθούν αμφίπλευρα το παρελθόν και το παρόν.
ΜΝΗΜΕΣ ΑΠΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
Από την έκδοση για την περίοδο
του Εμφυλίου Πολέμου 1946-1949 παρουσιάζονται ορισμένες προσωπικές μαρτυρίες,
όπως παρακάτω:
*Το Λιτόχωρο
1. Λιτόχωρο, 31 Μαρτίου 1946
«Η μάχη άρχισε στις 11 νυχτερινή και κράτησε μέχρι τις 4 το πρωί. Αφού
είδαν ότι δεν μπορούσαν να τους εξουδετερώσουν, έριξαν στη στέγη φιάλες με
βενζίνα. Πήρε φωτιά το κτίριο και τότε οι πέντε (3 δικοί μας και 2 από
Πύργο-Πυργετό) πήδησαν έξω από τα παράθυρα. Ο τέταρτος Μεσοχωρίτης, Γιώργος
Ξηντάρας, κάηκε ζωντανός. Η σπιτονοικοκυρά βγήκε έξω, αλλά γιατί δεν τους
άνοιγε την πόρτα, την έριξαν πάλι μέσα και κάηκε ζωντανή. Κι αφού οι συμμορίτες
πέτυχαν το σκοπό τους, πήγαν στους νεκρούς που κείτονταν κάτω, τους ξεγύμνωσαν,
πήραν τα ρούχα, τις στολές τους (τις χρειάζονταν;) και μετά τους έκαναν κομμάτια,
όπως μου είπε ένας χωροφύλακας, συμμαθητής τους απ' τη Σχολή που τους γνώριζε
καλά. «Εγώ, μου λέει, τους ταξινόμησα και τους τοποθέτησα στα φέρετρα, έβαλα τα
κομμάτια απ' τον καθένα. Δεν μπορώ άλλα να σου περιγράψω, με πιάνει η φρίκη».
"Αναμνήσεις από την Κατοχή και τον
Εμφύλιο", Λουτρό 2004, του Βασιλείου Κ. Ευαγγελίδη- Κούτρα.
*Μια μαρμάρινη πλάκα στη Νιάλα Αγράφων, μαρτυρεί την παράδοξη συναδέλφωση ανταρτών και στρατιωτών για μια μόνο νύχτα, εξαιτίας της φοβερής χιονοθύελλας (Από το ντοκιμαντέρ του Στάθη Γαλαζούλα).
2. Νιάλα Αγράφων, 12/13 Απριλίου 1947
« Όλοι τους, σε λίγο, έμελλε να περάσουν την
συγκλονιστική, τη σκληρότερη δοκιμασία του εμφυλίου πολέμου. Έγιναν μάρτυρες
ενός πρωτοφανούς δράματος της νεώτερης ελληνικής ιστορίας, παλεύοντας με τα
στοιχεία της φύσης, που , εκείνες τις κρίσιμες
στιγμές, συμμάχησαν με τον πάνοπλο αντίπαλο, που ενέδρευε πάνω στην
υποχρεωτική διάβαση της Νιάλας. Περίπου 150 αγωνιστές: γέροι, γυναίκες, παιδιά
και αντάρτες άφησαν την τελευταία τους πνοή πάνω στις απότομες πλαγιές της, στη
διάρκεια μιας πρωτοφανούς χιονοθύελλας. Η φάλαγγα θα φθάσει και στη Νιάλα, το
βράδυ, αντάρτες και καταδιωκόμενοι αγωνιστές θα μείνουν μισοπαγωμένοι μαζί με
τους στρατιώτες του αντιπάλου στις σκηνές τους, εφαρμόζοντας αμοιβαία ιδιόμορφη
ανακωχή, και την άλλη μέρα θα συνεχίσει την πορεία της...».
«Αντάρτες στ' Άγραφα 1946-1950»
του Τάκη Ψημένου.
*Το Μπούλκες στη Γιουγκοσλαβία
3. Μπούλκες, Γιουγκοσλαβία, Δεκέμβριος 1947
«Άνοιξα την πόρτα. Με ήθελαν στα
γραφεία της Οργάνωσης η ώρα 11 τη νύχτα και με εκείνο το κρύο. Η καρδιά μου
μάτωσε. Ήρθε η σειρά μου. Με σπασμωδικές κινήσεις ντύθηκα και πήγα στα Γραφεία.
Μας έστελναν στο βουνό, μια αποστολή από 130 ανθρώπους με εμένα επικεφαλής. Οι
αποστολές γίνονταν πάντα τη νύχτα και κρυφά. Όλοι ξέραμε τι γινόταν. Κάθε τόσο
βλέπαμε να αδειάζουν τα σπίτια, όμως όσοι έφευγαν δεν είχαν δικαίωμα να πουν
στους γείτονές τους, πως φεύγουν για την Ελλάδα. Μέτρα ασφαλείας για τις
σχέσεις Γιουγκοσλαβίας- Ελλάδας. Δεν έπρεπε να γίνει γνωστό ότι η Γιουγκοσλαβία
βοηθούσε το αντάρτικο».
«Πόλεμος και αίμα» της Μαργαρίτας
Λαζαρίδου.
*Το παιδομάζωμα ή κατά το ΚΚΕ παιδοφύλαγμα
4. Παραμεθόρια χωριά Ηπείρου- Δυτικής
Μακεδονίας, Μάρτιος 1948.
«Ο λαός των παραμεθορίων
περιοχών, όπου κυρίως έλαβε χώραν το παιδομάζωμα, ας ενθυμηθή τις τραγικές ημέρες
και νύχτες, όταν αρπάχτηκαν τα παιδιά. Είναι ο μόνος αψευδής μάρτυς, να
διαβεβαιώση αν αρπάχτηκαν τα παιδιά τους με τη βία, πότε την ημέρα και πότε την
νύχτα, με επιδρομές και επιχειρήσεις. Ο ίδιος θα κρίνη το θράσος των
συμμοριτών, οι οποίοι διαβεβαίωναν, για να παραπλανήσουν τη διεθνή κοινήν
γνώμην και να συγκαλύψουν το έγκλημά τους, ότι δήθεν ούτε ένα παιδί δεν
ανηρπάγη με τη βία. Ας ενθυμηθούν οι γονείς εκείνοι, που ευρίσκοντο στον στρατό
ή μακρυά των οικογενειών τους, λόγω της εργασίας τους, όταν εγένετο το
παιδομάζωμα: Ποίοι απ' αυτούς έδωσαν συγκατάθεσιν να αρπαγούν τα παιδιά τους;
Είναι γνωστόν ότι, όχι μόνον δεν συγκατετέθησαν, αλλά ούτε εγνώριζαν, ούτε
εφαντάζοντο ότι θα ευρίσκοντο άνθρωποι να κλέψουν τα παιδιά τους. Και
παρετηρήθη το τραγικό φαινόμενο, ότι πάρα πολλοί γονείς εξ αυτών έμαθαν την
αρπαγήν των παιδιών τους ύστερα από ένα ή και δύο χρόνια, όταν επέστρεψαν στα
σπίτια τους».
«Παιδομάζωμα. Το μεγάλο έγκλημα κατά της φυλής»
του Γεωργίου Χ. Μανούκα.
*Γυναίκες της Ηπείρου μεταφέρουν τραυματίες, το 1948
5. Καλπάκι Ιωαννίνων, 24 Ιουνίου 1948
"Μέσα στο καφενείο ακούγαμε τους
θορύβους, που έκαναν άνδρες του τάγματος σκαπανέων για να διορθώσουν το δρόμο.
Κάθισα κοντά στο παράθυρο και συλλογιζόμουν ότι έπρεπε να πάω μαζί με τον
υπολοχαγό μια που ήταν μεγαλύτερος στην ηλικία και ανώτερος στο βαθμό από
εμένα. Αισθανόμουν τύψεις για την άρνησή μου. Τις σκέψεις μου διέκοψαν ξαφνικά
μια έκρηξη και μαύρος καπνός ανακατωμένος με σκόνη, που ανέβαινε από το
ανατιναχθέν τμήμα του δρόμου. Σε λίγα λεπτά όλοι μας πάθαμε από σοκ, όταν
είδαμε ένα τζιπ να σταματά μπροστά στο καφενείο με το πτώμα του υπολοχαγού στο
πίσω κάθισμα και με το σοφέρ του πρώτου οχήματος βαριά τραυματισμένο στο
μπροστινό, δεξιό κάθισμα. Όπως εξακριβώσαμε αργότερα, όταν το τζιπ του
υπολοχαγού προσπάθησε να επιστρέψει στο καφενείο, πάτησε σε μια νάρκη, η οποία
κατέστρεψε το δεξιό μέρος του οχήματος, το οποίο ανατινάχθηκε στον αέρα και
έπεσε στο διπλανό χανδάκι. Ο ύπουλος πόλεμος στα μετόπισθεν στοίχισε τη ζωή
ενός αθώου αξιωματικού και πλήγωσε βαριά έναν στρατιώτη. Ήταν αδύνατο να
καταλάβω τι ήταν εκείνο που μ' είχε κάνει ν' αρνηθώ μια φιλική πρόταση να
συνοδεύσω τον υπολοχαγό στον τόπο της εκρήξεως".
«Αίμα και δάκρυα» του Γεωργίου Κ.
Παπαβύζα.
*Από τις μάχες στο ύψωμα Προφήτης Ηλίας (Από την εφημερίδα "Εμπρός".
6. Κοντά στο ύψωμα Προφήτης Ηλίας του
Κάμενικ στον Γράμμο, αρχές Ιουλίου 1948
"Όταν την επόμενη μέρα ο λόχος
υπέβαλε αναφορά στο τάγμα και στην ταξιαρχία με το όνομα της ανταρτίνας, η
οποία είχε διαφύγει με κίνδυνο της ζωής της από τις εχθρικές γραμμές, κάτι το
ασυνήθιστο συνέβη. Ο αξιωματικός του επιτελείου παρατήρησε ότι το επίθετο της
ανταρτίνας ήταν το ίδιο μ' εκείνο ενός στρατιώτη του 522 Τάγματος Πεζικού, το
οποίο βρισκόταν στο ύψωμα Α. Όταν ο στρατιώτης κατέβηκε στην έδρα του τάγματος
και γνώρισε την αδελφή του, συγκινητικές σκηνές με κλάματα και δάκρυα
εναλλάσσονταν με σκηνές χαράς και πάλι με δάκρυα. Αδελφός και αδελφή
αγκαλιάστηκαν για πολλή ώρα, και οι περισσότεροι γύρω τους προσπαθούσαν να
κρύψουν τα δάκρυα στα μάτια τους. Ο ελληνικός αλληλοσπαραγμός είχε φέρει έναν
νέο άνδρα στο αντίθετο στρατόπεδο με την αδελφή του και αν η κοπέλα δεν είχε διαφύγει,
σε λίγες μέρες θα πολεμούσε εναντίον της στις υπώρειες του Γράμμου».
«Αίμα και δάκρυα» του Γεωργίου Κ.
Παπαβύζα.
*Από τις μάχες του Εμφυλίου
7. Υψώματα Γκόλιο- Κάμενικ, 2-3 Αυγούστου
1948
«Στην υποχώρηση εγώ βοηθούσα στην μεταφορά ενός τραυματία. Ήταν ένα νέο
παλληκάρι με κοιλιακό τραύμα. Πεταγόταν επάνω, παραλίγο να πέσει από το φορείο.
Εγώ τότε δεν είχα πείρα, δεν ήξερα ότι αυτά τα τινάγματα ήταν η πάλη του νεαρού
με το θάνατο. Μου ζητούσε νερό. Έβρεχα λίγο βαμβάκι και δρόσιζα τα χείλη του.
Πήρα το χέρι του τρυφερά μέσα στο δικό μου και το κράτησα ως την τελευταία
στιγμή. Έσκυψα πάνω από τα μεγαλωμένα από τον τρόμο και τον πόνο μάτια του και
είδα τον Χάρο να χάσκει, έτοιμος να τον καταπιεί. Ύστερα σιώπησε, έπαψαν οι
σπασμοί. Λες και ήξερε ότι πηγαίνει κάπου, όπου ο πόνος έχει αντικατασταθεί από
την γαλήνη».
«Πόλεμος και αίμα» της Μαργαρίτας
Λαζαρίδου.
*Σταθμός Α΄ Βοηθειών του στρατού στα βουνά της Ηπείρου
8. Ύψωμα Κλέφτης Γράμμου, τέλη Ιουλίου- αρχές
Αυγούστου 1948.
"Ο εθνικός στρατός και οι αντάρτες
πολέμησαν για τον Κλέφτη με τέτοιο πείσμα και αποφασιστικότητα, ώστε έφθασαν στο
σημείο να μάχονται με ξιφολόγχες, άνδρες από τη μια μεριά αποφασισμένοι να
καταλάβουν το ύψωμα με κάθε θυσία, άνδρες και γυναίκες από την άλλη αποφασισμένοι να πεθάνουν, παρά ν' αφήσουν το
ύψωμα να πέσει στα χέρια των «μοναρχοφασιστών». Την 26η Ιουλίου οι εθνικές
δυνάμεις κατέλαβαν το ύψωμα, αλλά οι αντάρτες ανάγκασαν τους στρατιώτες να το
εγκαταλείψουν μετά από μια τρομερή αντεπίθεση, αφήνοντας πολλούς νεκρούς και
τραυματίες στο πεδίο της μάχης. Για τέσσερις μέρες και νύχτες μετά την 26η
Ιουλίου ακούγαμε τις εκρήξεις στον Κλέφτη και βλέπαμε τις τροχιοδεικτικές
σφαίρες τη νύχτα, ενώ εμαίνετο η μάχη. Τελικά την 1η Αυγούστου, μετά από έναν
τρομερό κανονιοβολισμό, το πεζικό του εθνικού στρατού εξαπέλυσε μια λυσσώδη και
αιματοβαμμένη επίθεση με όπλα, χειροβομβίδες και ξιφολόγχες και κατέλαβε τον
Κλέφτη».
9. Υψώματα Γκόλιο- Κάμενικ Γράμμου 2-3 Αυγούστου 1948
«Φωτιά ξεχυνόταν από παντού. Το
ύψωμα είχε μεταβληθεί σε έναν φλεγόμενο κρατήρα. Αποδεκατισμένοι οι αντάρτες
υποχωρούσαν. Γύρω τους όλοι νεκροί. Ο Γιαννούλης προσπαθούσε άδικα να τους
σταματήσει. Τον βλέπαμε να πολεμά από βράχο σε βράχο, από πέτρα σε πέτρα. Και
όταν ένιωσε πως το μέτωπο κατέρρεε έτρεχε σαν τρελός για να σώσει τους
ανθρώπους του, να περισώσει ό,τι απόμεινε ζωντανό από την ταξιαρχία του, που
σχεδόν είχε διαλυθεί. Με μεθοδικότητα και με αγωνία οργάνωσε την οπισθοχώρηση.
Έστειλε στα μετόπισθεν τους τραυματίες. Αυτούς πρώτα απομάκρυνε και μαζί τους
έστειλε στα μετόπισθεν εμένα και την γυναίκα του, τη Βασιλική Γιαννούλη, που
ήταν τότε έγκυος».
«Πόλεμος και αίμα» της Μαργαρίτας
Λαζαρίδου.
10. Κοιλάδα Σινιάτσικου Κοζάνης, Νοέμβριος 1948
«Η εικόνα που παρουσίαζαν τα
υποχωρούντα τμήματα των Μοιρών Καταδρομών, που ενώ έδιναν σκληρό αγώνα κουβαλούσαν και στους ώμους τους, τους
νεκρούς και τραυματίες αξιωματικούς και οπλίτες, ήταν και συγκινητική, αλλά και
ωραία σαν πολεμική σκηνή. Έδειχνε τους ψημένους και εμπειροπόλεμους άνδρες των
Μοιρών Καταδρομών να εκτελούν έναν υποδειγματικό ελιγμό κάτω από τα δυνατά πυρά
και σκληρή πίεση του εχθρού, μεταφέροντας συγχρόνως στους ώμους τους όλους τους
νεκρούς και τραυματίες συναδέλφους τους, εκτός από δύο ανθυπολοχαγούς που
έπεσαν νεκροί σε προωθημένη θέση και όλες οι προσπάθειες που έγιναν να τους
αποσύρουν απέτυχαν, γιατί ο τόπος είχε κατακλυσθεί από αντάρτες. Για την
ιστορία αναφέρω ότι το ίδιο βράδυ, όταν είχαμε πια εγκατασταθεί ισχυρά στα
νότια υψώματα, ένας επιλοχίας με μερικούς Καταδρομείς, χωρίς να αναφέρουν
τίποτα σε κανένα, γιατί ήξεραν ότι δεν θα τους αφήναμε, ξαναμπήκαν αργά την
νύχτα βαθιά μέσα στην κοιλάδα, πήγαν στο
μέρος που κείτονταν άταφοι οι δύο ανθυπολοχαγοί και τους έφεραν τα ξημερώματα
πίσω, περνώντας κοντά από αντάρτες, που κοιμόνταν κατάκοποι και αυτοί».
«Μνήμες
πολέμου και ειρήνης» του Στρατηγού Κυριάκου Παπαγεωργόπουλου.
*Το μνημείο πεσόντων της μάχης των Μεταξάδων
11. Περιοχή Μεταξάδων- Πρωτοκκλήσι Έβρου, Μάϊος 1949
«Στη μεγάλη αυτή εμφυλιακή μάχη,
υπήρξαν πολλοί νεκροί και από το δικό μας μέρος και από το μέρος των ανταρτών,
δεν μπορούσε να είναι διαφορετικά. Έπειτα από δωδεκάωρη σύγκρουση, όλο το ύψωμα
είχε ποτισθεί από το αίμα της Ελληνικής νεολαίας. Όλοι τότε πιστεύαμε ότι
είχαμε το δίκιο με το μέρος μας και γι’ αυτό πολεμούσαμε με αυταπάρνηση. Όταν
φθάσαμε στο χωριό Πρωτοκκλήσι, ειδοποιήσαμε το νοσοκομείο στο Διδυμότειχο και
μας έστειλε νοσοκομειακά αυτοκίνητα και πήραν τους 29 τραυματίες μας, μεταξύ
των οποίων ήταν και ο ηρωικός διαβιβαστής μας, ανθυπολοχαγός Κάζης Παρασκευάς
από τη Θεσσαλονίκη, ο οποίος μη μπορώντας να μας μιλήσει μας αποχαιρέτησε
σηκώνοντας το χέρι του».
« Ένας
έφεδρος ανθυπολοχαγός στον Εμφύλιο 1946-1950» του Αλεξάνδρου Κάντζα.
*Ανταρτίνες που συνελήφθησαν αιχμάλωτες στη μάχη των Μεταξάδων
12. Μεταξάδες Έβρου, 16 Μαΐου 1949
«Εις
την λαμπράν ταύτην επιτυχίαν συνέβαλον σημαντικώς και οι κάτοικοι του χωρίου
Μεταξάδες, πολλοί των οποίων, κυρίως γυναικόπαιδα, ευρέθησαν εντός του σημείου
στηρίγματος κατά την ώρα της προσβολής, καθώς και οι κάτοικοι των γειτονικών
χωρίων, οι οποίοι έσπευσαν προς ενίσχυσιν των εθνικών δυνάμεων. Κατά τον
διεξαχθέντα τριήμερον αγώνα εσημειώθησαν όχι μόνον υπό των στρατιωτών, αλλά και
των πολιτών, ανδρών, γυναικών και παιδίων, που ευρέθησαν εντός του σημείου
στηρίγματος, πράξεις τοιαύτης γενναιότητος και αυτοθυσίας, που πρέπει να
γεμίζουν από υπερηφάνειαν κάθε Ελληνικήν ψυχήν. Πολλοί εκ των πολιτών έλαβον
όπλα και επολέμησαν γενναιότατα παρά το πλευρόν των στρατιωτών, ενώ άλλοι, νέοι
και κορίτσια, γυναίκες και παιδιά, εβοήθουν ποικιλλοτρόπως τους μαχητάς,
μεταφέροντες πυρομαχικά, ανασκάπτοντες χαρακώματα και εκτελούντες πάσαν άλλην
εργασίαν".
«Από την κορυφή του λόφου.
Αναμνήσεις και στοχασμοί» του Στρατηγού Θεοδώρου Γρηγοροπούλου.
*Ερείπια στα χωριά του νομού Έβρου
13. Περιοχή Δερείου Έβρου, αρχές
καλοκαιριού 1949.
«Μια
απέραντη, νεκρική σιγή, εκάλυπτε όλο το τοπίο, τα ερειπωμένα χωριά τα σκέπαζαν
τώρα άγριοι θάμνοι και τα πεσμένα σπίτια
τους μαρτυρούσαν την καταστροφή, που είχε περάσει επάνω τους. Δεν
βλέπαμε τίποτα, ούτε αγρότες, ούτε αγρότισσες να φροντίζουν τη γη τους, καμιά
φωνή δεν ακουγότανε, ούτε του τσοπάνη, ούτε του βουκόλου, να οδηγούν τα ζώα
τους στη βοσκή. Είχαν όλα ερημώσει, είχαν όλα βουβαθεί, γιατί όλοι οι κάτοικοι,
οι ακρίτες μας, είχαν γίνει πρόσφυγες μέσα στην ίδια την πατρίδα τους,
αφήνοντας την εύφορη γη τους».
« Ένας
έφεδρος ανθυπολοχαγός στον Εμφύλιο 1946-1950» του Αλεξάνδρου Κάντζα.
14. Ύψωμα Μάλι- Μάδι, 14 Αυγούστου 1949
«Κάποια
στιγμή όλα σκοτείνιασαν γύρω μας. Το μυδράλιο μας βουβάθηκε. Αισθάνθηκα μέσα
μου να πέφτουν κορμιά και κάτι γλοιώδες να χύνεται επάνω μου, το αίμα των
πετσοκομμένων νέων παλληκαριών. Ένα τανκ είχε πετύχει να ρίξει την οβίδα του
μέσα από το παραθυράκι του πολυβολείου μας. Το σκοτάδι ήταν από τους καπνούς
και από τη σκόνη. Δεν έβλεπα τίποτα γύρω μου. Άκουσα όμως τη φωνή της Κασσιανής
να μου λέει: «Πάμε να φύγουμε. Βάλανε στόχο το πολυβολείο μας και μας πετύχανε.
Θα ρίξουν κι άλλη οβίδα τώρα». Και κρατώντας έναν νεαρό τραυματισμένο, τον μόνο
που κινούνταν, βγήκε μαζί του έξω, να γλιτώσουν από την κόλαση. Εμένα δεν μου
βάσταξε η καρδιά να αφήσω μόνους τους άλλους. Δεν ήξερα ποιος ήταν ζωντανός και
ποιος είχε πεθάνει. Η οβίδα ακαριαία είχε κόψει το νήμα της ζωής τους, μα εγώ
ακόμα δεν το γνώριζα. Σαν καθάρισε και φώτισε λίγο, τους είδα. Τέσσερα
κατακρεουργημένα κορμιά κι εγώ πλημμυρισμένη στο αίμα, στο δικό τους αίμα».
«Πόλεμος
και αίμα» της Μαργαρίτας Λαζαρίδου.
15. Βίτσι- Γράμμος, Αύγουστος 1949
«Κάτω απ΄ την ακατάπαυστη δράση
της εχθρικής αεροπορίας πολλοί μπόρεσαν να περάσουν σε μας, μερικοί στην
Γιουγκοσλαβία και οι πιο πολλοί έμειναν ολόκληρη τη μέρα κρυμμένοι στα καλάμια
της μικρής Πρέσπας, βουτηγμένοι στο νερό ως το λαιμό. Τη νύχτα πέρασαν κι
αυτοί. Ένα άλλο τμήμα πέρασε απαρατήρητα όλη τη μεγάλη Πρέσπα απ' το
Γιουγκοσλαβικό έδαφος κι έφτασε στην Αλβανία, όπου και ενώθηκε με μας. Συμπτυχθήκαμε
με σημαντικές απώλειες στο κομματάκι αυτό της ελληνικής γης κι αφού προωθήσαμε
όλα τα τμήματά μας στην Αλβανία, τη μεθεπομένη το πρωί με καμιά δεκαριά μαχητές
περάσαμε κι εμείς στο φιλόξενο έδαφος της Αλβανίας, που ο λαός της σ' όλη την
περίοδο του αγώνα όχι μόνο μας βοήθησε, μα τα έδωσε όλα, όλα ό,τι είχε και δεν
είχε για τον αγώνα μας. Έτσι τελείωσε η μάχη του Βίτσι».
«Εμφύλιος Πόλεμος 1946-1949» του
Γιώργη Μπλάνα.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Οι οδυνηρές συνέπειες του
Εμφυλίου Πολέμου επηρέασαν για πολλά χρόνια την Ελλάδα. Οι απώλειες σε
ανθρώπινες ζωές και οι ζημιές σε υλικές καταστροφές ήταν ανυπολόγιστες, ενώ
υπήρξε πλήρης αποδιοργάνωση του Ελληνικού κράτους σε όλους τους τομείς της
δραστηριότητάς του, σε μια περίοδο, κατά την οποία τα υπόλοιπα κράτη της
Ευρώπης επιδόθηκαν στην ανασυγκρότησή τους, μετά την λήξη του Β΄ Παγκοσμίου
Πολέμου.
Αντιστράτηγος
ε.α. Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας
DK DK
ΑπάντησηΔιαγραφήkalimera file efxaristo polu gia tis selides. Endiaferon