ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
*Απρίλιος 1964. Ο Aντώνης Αμπατιέλος αποφυλακίζεται από τις
φυλακές της Αίγινας. Η πολιτική των μέτρων ειρηνεύσεως συνεχίστηκε και τα
επόμενα χρόνια, για να ενταθεί με τις αποφυλακίσεις των αρχών του 1966.
Γράφει ο κ. ΜΙΧΑΛΗΣ Ν. ΚΑΤΣΙΓΕΡΑΣ
Στις 5 Νοεμβρίου 1955, μόλις ένα μήνα μετά την ανάθεση της
πρωθυπουργίας στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, αναγγέλθηκε ότι οι φάκελοι των
κρατουμένων στις φυλακές καταδίκων κομμουνιστών, που ανέρχονταν σε περίπου
5.000, θα επανεξεταστούν και αναλόγως θα αποφυλακιστούν, «εκτός των
επικινδύνων».
Ήταν ένα πρώτο σήμα έναρξης μιας διαδικασίας
λήψεως μέτρων ειρηνεύσεως, αργής, αλλά που γεννούσε προσδοκίες στους δεσμώτες
ηττημένους του Εμφυλίου Πολέμου. Επρόκειτο για μια σημαντική πρωτοβουλία με
ακόμα σημαντικότερο το «αφανές» μέρος της: από την ανάληψη της πρωθυπουργίας
Καραμανλή δεν έγινε καμία εκτέλεση θανατικής ποινής πολιτικών καταδίκων, ακόμα
και αν είχαν καταδικαστεί με την κατηγορία της «κατασκοπείας», αν και συνέχισαν
και κατά τα αμέσως επόμενα χρόνια να υπάρχουν καταδίκες εις θάνατον, ενώ
εκκρεμούσαν και άλλες από την προ του 1955 εποχή. Οι αποφάσεις έμεναν
ανεκτέλεστες στο συρτάρι του εκάστοτε υπουργού Δικαιοσύνης των κυβερνήσεων
Καραμανλή.
Σχετικώς, αφηγείται στον
υπογράφοντα το τότε στέλεχος του ΚΚΕ Αντώνης Συγγελάκης: «Όλα αυτά τα χρόνια το σοβαρότερο πρόβλημα ήταν με όσους είχαν καταδίκες
σε θάνατο και είχαν απορριφθεί οι αιτήσεις χάριτος. Κάθε φορά που άλλαζε ο
υπουργός Δικαιοσύνης, ο Ηλιού πήγαινε στον υπουργό και του έλεγε να μη βγουν οι
καταδίκες από το συρτάρι του· να μην τις στείλει στον εισαγγελέα γιατί μπορούσε
να διατάξει την εκτέλεσή τους».
*Πολιτικοί κρατούμενοι παλαιότερα, στην Ακροναυπλία
Η εξαγγελία του Νοεμβρίου 1955
έγινε σταδιακά πράξη, παρά τον έντονα αντικομμουνιστικό χαρακτήρα του
μετεμφυλιακού κράτους– τόσο σε επίπεδο εκτελεστικής εξουσίας όσο και σε επίπεδο
Δικαιοσύνης– και παρά τη διεθνή πολιτική ατμόσφαιρα που επηρέαζε ιδιαίτερα μια
χώρα που βρισκόταν στα γεωπολιτικά όρια αντιπαράθεσης Ανατολής και Δύσεως, ενώ
σε χώρες του αντιπάλου κόσμου, όπως η Βουλγαρία, η Αλβανία, η Ουγγαρία, οι
εκτελέσεις πολιτικών αντιπάλων συνεχίζονταν και βρίσκονταν ενίοτε σε παροξυσμό.
Η δύσκολη πορεία προς την ομαλοποίηση
Με την πολιτική μέτρων
ειρηνεύσεως κατά την οκταετία Καραμανλή, απελευθερώθηκαν χιλιάδες πολιτικοί
κρατούμενοι και εκτοπισμένοι. Σ’ αυτό βεβαίως συνέβαλαν και οι πιέσεις της
Αριστεράς και του Κέντρου. Άλλωστε, στον χώρο της μετριοπαθούς Δεξιάς το κλίμα
είχε αλλάξει. Χαρακτηριστικό είναι εν προκειμένω το ακόλουθο πρωτοσέλιδο σχόλιο
της «Καθημερινής» της 4ης Ιανουαρίου 1962: «Ο
Άρειος Πάγος εξέδωσεν απόφασιν αξίαν ανωτάτου δικαστηρίου: ΄Ωρισεν ότι αρμόδια
διά τας εκδικάσεις παραβάσεων του Γ΄ Ψηφίσματος είναι τα Πενταμελή Εφετεία και
όχι τα Στρατοδικεία. [...] Ίσως είναι καιρός να εξετασθή η πλήρης κατάργησις
του Γ΄ Ψηφίσματος το οποίον στηρίζεται επί ψευδούς βάσεως– ότι εξακολουθεί ο
συμμοριτοπόλεμος. Διά την δίωξιν του κομμουνισμού υπάρχει– και όλοι το
παραδέχονται– επαρκής νομοθεσία, [...].» Μάλιστα το σχόλιο αυτό επικαλούντο
πολιτικοί εκτοπισμένοι, υπογραμμίζοντας ότι δεν υπάρχει το αδιανόητο νομικό
πλάσμα της «συνεχίσεως της ανταρσίας»· (επιστολή προς βουλευτές της Ενώσεως
Κέντρου, με ημερομηνία 15 Ιανουαρίου 1962, που υπογράφουν οι εκτοπισμένοι στον Άγιο
Ευστράτιο Βαρδής Βαρδινογιάννης, Εμμ. Διπλός, Αλέξ. Ιωσηφίδης και Νικόλ.
Χαραγκιώνης. Αρχείο Κωνσταντίνου Κ. Μητσοτάκη).
Αυτή η πολιτική μέτρων
ειρηνεύσεως φάνηκε πως θα έχει συνέχεια από την ΕΡΕ και μετά την παραίτηση
Καραμανλή το 1963. Ο διάδοχός του στην πρωθυπουργία, «βασιλικός ανήρ»
Παναγιώτης Πιπινέλης, θεώρησε σκόπιμο στις προγραμματικές δηλώσεις της, περίπου
υπηρεσιακής, κυβερνήσεώς του ενώπιον της Βουλής των Ελλήνων, στις 24 Ιουνίου
1963, να αναφέρει πως η κυβέρνησή του «έχει
βαθείαν επίγνωσιν του ότι διά να επέλθει πλήρης κατευνασμός των υφισταμένων
αντιθέσεων, θα δεήση ν’ αντιμετωπισθή η λήψις και άλλων μέτρων αποσκοπούντων
εις την αποτελεσματικήν θεραπείαν των πληγών του παρελθόντος, αι οποίαι
προέκυψαν εκ της μεγάλης εθνικής περιπετείας των πρώτων μεταπολεμικών ετών». Προσέθεσε
όμως ότι η λήψη αυτών των μέτρων εναπόκειται στην κυβέρνηση που θα προέλθει από
εκλογές. Επιβεβαίωση αυτής της πρόθεσης ήρθε την επομένη από τον αρχηγεύοντα
την ΕΡΕ Παναγιώτη Κανελλόπουλο, ο οποίος στην αγόρευσή του δήλωσε ότι «η ΕΡΕ είναι απολύτως σύμφωνος, καθ’ όσον,
άλλωστε, αι κυβερνήσεις της από του 1955 εχάραξαν την γραμμήν αυτήν και την
εφήρμοσαν θετικώς». Είναι χαρακτηριστικό το ότι και οι δύο ηγετικοί
παράγοντες της Δεξιάς δεν μίλησαν περί «συμμοριτοπολέμου», αλλά περί «μεγάλης
εθνικής περιπετείας». (Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι είναι ενδιαφέρον να
παρακολουθήσει κανείς την εξέλιξη των περί Εμφυλίου χρησιμοποιηθέντων όρων, και
από τις δύο πλευρές των αντιπάλων, από την αρχή του μέχρι και το 1989).
*Ο πρωθυπουργός Θεμιστοκλής Σοφούλης αναγγέλλει τη θέσπιση νόμο
για τη δίωξη του κομμουνιστικού κινδύνου
Η πρώτη κυβέρνηση της Ενώσεως
Κέντρου που ακολούθησε επιτάχυνε τη σταδιακή αποφυλάκιση των πολιτικών
κρατουμένων. Ο καταδικασμένος το 1959, με την υπόθεση Γλέζου, με την κατηγορία
της «κατασκοπείας» Αντώνης Συγγελάκης θυμάται: «Όταν ήρθε το Κέντρο στην κυβέρνηση, τον Νοέμβριο του ’63, όσους ήταν
καταδικασμένοι με τον 509 τους έβγαλαν όλους. Εμείς είμασταν με τον 375 “για
κατασκοπεία”. Μείναμε μέσα. Από την κυβέρνηση μας λέγανε: “Να δούμε”. Ο
Παπανδρέου πιεζόταν από τη Δεξιά για παραχωρήσεις στον κομμουνισμό και ήταν
διστακτικός. Ωστόσο είχε τεθεί το ζήτημα να ξεκαθαριστούν τα υπολείμματα [των
συνεπειών] της ανταρσίας. Είχαν πειστεί ότι δεν είμασταν κατάσκοποι. Εγώ ήμουν
φυλακισμένος στην Αίγινα. Με μετέφεραν με παρέμβαση του υπουργού Δικαιοσύνης,
του Μήτσου του Παπασπύρου. Ήμουν μέσα επτά χρόνια. Μετά την αποφυλάκιση εκείνων
που είχαν καταδικαστεί με τον 509, μείναμε μέσα 70-75 άτομα. Βρισκόμασταν στην
Ε Ακτίνα, στον μικρό θάλαμο. Ήταν η ηγεσία- Χαρίλαος Φλωράκης, Γιώργης
Τρικαλινός, Λευτέρης Βουτσάς, Φωκίων Βέττας, Κώστας Φιλίνης, Αντώνης
Καρκαγιάννης, Γιώργος Σπανός και εγώ».
Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης Στεφανόπουλου
Οι μετά τον Ιούλιο του 1965
κυβερνήσεις των Αποστατών στηριζόμενες στην ΕΡΕ είχαν μεγαλύτερη πολιτική άνεση
στο ζήτημα των μέτρων ειρηνεύσεως, καθώς δεν κατηγορούνταν από την ΕΡΕ για
σύμπραξη με την Αριστερά, όπως συνέβαινε με τον Γεώργιο Παπανδρέου.
Πέραν του Παπασπύρου, ευνοϊκά
διέκειτο προς τη λήξη του ανωμάλου μετεμφυλιακού καθεστώτος ο Κωνσταντίνος
Μητσοτάκης του οποίου ο αναμφισβήτητος ηγετικός ρόλος έδινε βάρος στην άποψή
του. Εκτελεστικός παράγων της διαφαινόμενης αποφυλάκισης και των υπολοίπων
πολιτικών κρατουμένων ήταν ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Στεφανάκης. Λέει
ο Συγγελάκης: «Ο Στεφανάκης φαινόταν
ειλικρινής στις υποσχέσεις του στους δικούς μας που ζητούσαν την αποφυλάκισή
μας· εφεκτικός».
Βεβαίως για να αποφυλακιστεί το
σύνολο των εναπομεινάντων στις φυλακές πολιτικών κρατουμένων δεν αρκούσε η
βούληση του Μητσοτάκη· έπρεπε να υπάρξει ρητή έγκριση της ΕΡΕ, στις ψήφους της
οποίας στηρίζονταν οι κυβερνήσεις της Αποστασίας. Η ηγεσία της ΕΔΑ, και το ΚΚΕ
από την υπερορία, δεν έπαυαν να πιέζουν πολιτικά και σε επίπεδο προπαγάνδας.
Συνεχείς ήσαν οι παραστάσεις του Γιάννη Πασαλίδη, του Ηλία Ηλιού και άλλων στην
κυβέρνηση Στέφανου Στεφανόπουλου, ενώ το ΚΚΕ πίεζε με τις συνεχείς αναφορές στο
πρόβλημα από τις εκπομπές του ραδιοφωνικού σταθμού «Η φωνή της αλήθειας».
Ακόμα, δεν πρέπει να αγνοηθεί και η συμβολή προσώπων όπως η Μπέτυ Αμπατιέλου,
που με μικρές αλλά δυναμικές κινητοποιήσεις είχαν προβάλει το ζήτημα των
πολιτικών κρατουμένων στη Βρετανία και σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης κατά τα προηγούμενα
χρόνια. Στην εκτίμηση της βαρύτητας αυτής της τρίτης παραμέτρου είχε συμβάλει ο
αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Στεφανόπουλου, Ηλίας Τσιριμώκος, ο οποίος ζητούσε
εκκαθάριση του ζητήματος υπογραμμίζοντας ότι παρουσιάζει διεθνή αντίκτυπο άνευ
λόγου.
*Ο Ηλίας Ηλιού
Το σαφές «πράσινο φως» ήρθε από
τον αρχηγό– πλέον– της ΕΡΕ Παναγιώτη Κανελλόπουλο στις 10 Ιανουαρίου 1966. Την
ημέρα εκείνη τον επισκέφθηκαν οι εκπρόσωποι της ΕΔΑ Ηλίας Ηλιού και Αντώνης
Μπριλλάκης και ζήτησαν τη συμπαράσταση του ιδίου ως αρχηγού, αλλά και της ΕΡΕ
για την αποφυλάκιση των υπολοίπων κρατουμένων κομμουνιστών. Ο Κανελλόπουλος
τους απάντησε ότι και χωρίς το διάβημά τους, συνεπής προς όσα είχε πει στη
Βουλή, είχε δηλώσει σε μέλος της κυβερνήσεως ότι «δεν έχει αντιρρήσεις διά την ολοκλήρωσιν των αποφυλακίσεων».
Ωστόσο, η δήλωσή του προκάλεσε αντιδράσεις των «σκληρών» του κόμματός του, τους
οποίους κινούσε και η πρόθεση αμφισβήτησης της ηγεσίας του. Και τούτο παρά το
ότι ο Κανελλόπουλος δεν είχε χαμηλώσει τους τόνους της πολιτικής του έναντι του
«κομμουνιστικού κινδύνου», για τον οποίο μετέβαλε εκτιμήσεις αργότερα.
Την επομένη, 11 Ιανουαρίου, το
πρόβλημα συζητήθηκε στην πολιτική κυβερνητική επιτροπή σε θετικό κλίμα έπειτα
από εισήγηση του Στεφανάκη. Την ίδια ημέρα Ηλιού και Μπριλλάκης επισκέφθηκαν τον
Παπανδρέου, ο οποίος τους απάντησε ότι η απόλυση των κρατουμένων προεβλέπετο
από το νομοσχέδιο της κυβερνήσεώς του για την κατάργηση των εκτάκτων μέτρων και
επομένως η εκ μέρους της Ενώσεως Κέντρου στήριξη της πρωτοβουλίας ήταν
δεδομένη.
Η επιμονή του Παναγιώτη Κανελλόπουλου
Η δήλωση του Κανελλόπουλου,
ωστόσο, προκάλεσε την οξεία αντίδραση των ultra της παρατάξεώς του, οι οποίοι
τις ημέρες εκείνες είχαν εντείνει την κριτική τους κατά της ηγεσίας του
Κανελλόπουλου. Και ίσως η αντίθεσή τους προς αυτόν να ήταν η βάση εκκινήσεως
της κριτικής τους και το ζήτημα των αποφυλακίσεων η αφορμή, αν όχι η πρόφαση.
Στις 11 Ιανουαρίου η εφημερίδα «Ακρόπολις» εξέφραζε την ανάγκη επιστροφής του
Κωνσταντίνου Καραμανλή. Την επομένη «Η Ημέρα», πρωινό φύλλο του δεδηλωμένου καραμανλικού
Τζώρτζη Αθανασιάδη, ασκούσε σφοδρότατη κριτική στον αρχηγό της ΕΡΕ για τα όσα
είπε σχετικώς προς τις αποφυλακίσεις των κομμουνιστών κρατουμένων, αλλά και για
τη στάση του έναντι του Μητσοτάκη και του Παπανδρέου. Ο Κανελλόπουλος αντέδρασε
την ίδια ημέρα με μακρές απαντητικές δηλώσεις όπου τόνιζε: «Η εφημερίς λησμονεί ότι χιλιάδες στυγερών εγκληματιών [του ΚΚΕ]
απεφυλάκισαν αι κυβερνήσεις της ΕΡΕ και ότι απομένουν ως δείγμα και δείγμα
ανάξιον σοβαρού κράτους, περί τους 80. Είχον τάχα ευθυγραμμισθεί προς την ΕΔΑ
αι κυβερνήσεις της ΕΡΕ, όταν απηλευθέρωναν χιλιάδας». Και σε τόνο
απολογητικό προσέθετε: «Ο αρχηγός της
Ενώσεως Κέντρου ήνοιξεν, ως πρωθυπουργός τον δρόμον διά την εξάπλωσιν του
κομμουνισμού και την διείσδυσίν του παντού. Εγώ επιχειρώ δι’ όλων των ηθικών
μου δυνάμεων να κλείσω τον δρόμον αυτόν, αλλά ανοίγω τας φυλακάς εις 80, οι
οποίοι ελησμονήθησαν εκεί, μετά την απελευθέρωσιν χιλιάδων». Το «εγώ ανοίγω
τας φυλακάς» έδινε έναν κατηγορηματικό τόνο στην απόφασή του.
*Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης
Σχολιάζει και θυμάται ο Συγγελάκης:
«Οταν διαβάσαμε στις εφημερίδες τον λόγο
του Κανελλόπουλου για “ξεχασμένους στις φυλακές” αρχίσαμε να πιστεύουμε ότι
κάτι θα γίνει και για μας. [...] Ο Στεφανάκης έβγαλε πρώτους εμάς που είμασταν
λιγότερο προβεβλημένοι. Δεν είμασταν μέλη της Κεντρικής Επιτροπής. Μετά έβγαλε
Φλωράκη, Βουτσά, Τρικαλινό».
Το καθεστώς της ανωμάλου
μετεμφυλιακής περιόδου έδειχνε να έχει λήξει. Λίγους μήνες αργότερα ήρθε το
στρατιωτικό πραξικόπημα και το καθεστώς ποικίλων συμφερόντων που προέκυψε από
αυτό. Σχεδόν όλοι οι τότε τελευταίοι απολυθέντες συνελήφθησαν, μαζί βεβαίως και
άλλοι πολίτες από όλες τις πολιτικές παρατάξεις. Τα πάθη δεν είχαν ακόμα
καταλαγιάσει...
* Ο κ. Μιχάλης Ν.
Κατσίγερας είναι δημοσιογράφος.
Andreas Makrides
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο αφιέρωμα είναι ενδιαφέρον, αλλά με ενοχλεί ιδιαίτερα η τελευταία του φράση.
Είναι σαν να θεωρεί την απόφαση της Χούντας για μαζικές συλλήψεις πολιτών, ένα σύμπτωμα "όξυνσης των πολιτικών παθών που δεν είχαν καταλαγιάσει". Που σημαίνει πως και οι πραξικοπηματίες δεν ήσαν ακριβώς πραξικοπηματίες, αλλά απλώς θερμοκέφαλοι αξιωματικοί της Δεξιάς, που συμμετείχαν (έστω και με έναν "ακραίο" τρόπο) στο πολιτικό παιχνίδι που ήταν "οξυμένο" με ευθύνες όλων.
Η αναφορά αυτή είναι για μένα απαράδεκτη, ακόμα και αν εμπεριέχει ομολογουμένως ορισμένα στοιχεία αλήθειας. Και θεωρώ πως είναι σκόπιμη, στο πλαίσιο της σημερινής ιδεολογίας της "Καθημερινής" να παρουσιάζει την Ελλάδα, όχι ως ένα πεδίο σύγκρουσης ιδεολογιών και συμφερόντων, αλλά ως πεδίο σύγκρουσης συμπεριφορών.
Kostas Patialiakas
ΑπάντησηΔιαγραφήΜετά τα γνωστά Ιουλιανά γεγονότα και τα επακολουθήσαντα η πολιτική κατάσταση είχε εκτραχυνθεί και κάθε άλλο παρά ομαλή ήταν. Το κλιμα είχε οξυνθεί και από την εξέλιξη των δικών ΑΣΠΙΔΑ και Λαμπράκη, ενώ πάταγο προκάλεσε και η δημοσέυση στις 27 Νοεμβρίου 1966 ότι η ΕΔΑ εμήνυσε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, που βρισκόταν αυτοεξόριστος στο Παρίσι, για εσχάτη προδοσία, γιατί αποπειράθηκε βιαία μεταβολή του πολιτεύματος στις εκλογές του 1961. Η Βουλή των Ελλήνων είχε μεταβληθεί σε αρένα αντεγκλήσεων, συκοφαντιών, ύβρεων και ακόμα προπηλακισμών μεταξύ των Βουλευτών όλων των κομμάτων. Θυμάμαι ήμουνα Εύελπις Ιης και ΙΙας Τάξεως και δεν τολμούσα με τη στολή να περάσω από την Ομόνοια, γιατί πολλοί συνάδελφοί μου είχαν δεχθεί ύβρεις, προσβολές μέχρι και επιθέσεις κατά την έξοδό τους.