ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗΣ
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_20/01/2013_508284
*Δύο εκπρόσωποι της νέας γενιάς ιστορικών
προσεγγίζουν την κρίσιμη δεκαετία του ’40
Του Ηλία Μαγκλίνη
Ανήκουν και οι δύο σε μια νέα γενιά ιστορικών. Ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης
είναι γεννημένος το 1970, ο Ιάσονας Χανδρινός το 1984. Και οι δύο όμως
ασχολούνται με την ιστορία της ταραγμένης δεκαετίας του ’40.
Ο πρώτος εξέδωσε πρόσφατα το
βιβλίο «Η εμπειρία της Κατοχής και της
Αντίστασης στην Αθήνα» (εκδ. Αλεξάνδρεια), που εστιάζει στο εαμικό κίνημα
των ανατολικών συνοικιών της Αθήνας και είναι αποτέλεσμα διδακτορικής έρευνας.
Ο δεύτερος υπογράφει «Το τιμωρό χέρι του
λαού. Η δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στην κατεχόμενη πρωτεύουσα, 1942-1944»
(εκδ. Θεμέλιο), προϊόν μεταπτυχιακής μελέτης που ερευνά ένα αποσιωπημένο για
την Αριστερά θέμα: τη δράση των εκτελεστών της ΟΠΛΑ, του λεγόμενου «σιδερένιου
βραχίονα» του ΚΚΕ.
Συναντήσαμε τους δύο νέους
ιστορικούς σε ένα καφέ στο Μετς, επί της Μάρκου Μουσούρου. Γειτονιά με μνήμες,
κυρίως από τον Δεκέμβριο του 1944. Μιλήσαμε για τις μάχες του Αρδηττού, για
τους πολυβολισμούς των αγγλικών Σπίτφαϊρ και το πώς ο λόφος άλλαξε χέρια
κάμποσες φορές. Ωστόσο, παρά το αίμα που χύθηκε τον Δεκέμβριο του 1944, η Αθήνα
εκείνης της περιόδου παραμένει αχαρτογράφητο πεδίο, και αυτό, από μόνο του,
ήταν μια πρόκληση και για τους δύο ιστορικούς.
Για τον Μ. Χαραλαμπίδη,
υπάρχουν μερικά βασικά μα απλά ερωτήματα γύρω από το τι συνέβη στην Αθήνα την
περίοδο 1941-45. «Πέρα από τις πολιτικές ηγεσίες και τις αποφάσεις τους, ποια
ήταν τα κίνητρα, οι λογικές και οι αντιλήψεις που ώθησαν απλούς πολίτες να
πάρουν όπλο στα χέρια τους; Αν υποθέσουμε ότι όσοι ακολούθησαν το ΕΑΜ
προσδοκούσαν σε κάτι καλύτερο μεταπολεμικά, η άλλη πλευρά, εκείνη που είδε με
καχυποψία το ΕΑΜ αλλά δεν συνεργάστηκε με τις δυνάμεις κατοχής, και που ήταν
ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού στην Αθήνα, κράτησε στάση αναμονής. Υπήρχαν και
οι συνεργάτες των κατακτητών: πέρα από το όποιο υλικό κίνητρο, δεν τους ένωνε ο
εθνικοσοσιαλισμός αλλά ο αντικομμουνισμός. Σε αντίθεση με μια κωμόπολη ή ένα
χωριό, δεν είναι καθόλου εύκολο να εξετάσει κάποιος όλα αυτά τα θέματα σε έναν
μεγάλο πληθυσμό όπως αυτόν της Αθήνας». Στο πλαίσιο αυτό, ο Ι. Χανδρινός διερεύνησε
«πώς αναπτύσσεται ένα επαναστατικό, εθνικοαπελευθερωτικό, λαϊκό κίνημα, πώς
πήρε σχήμα μέσα σε ένα ανεπτυγμένο πολεοδομικό συγκρότημα».
Η χρονική απόσταση
Το βιβλίο του Ι. Χανδρινού
επικεντρώνεται στη δράση της Οργάνωσης Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα, της ΟΠΛΑ.
Ωστόσο, και ο Μ. Χαραλαμπίδης αφιερώνει τμήμα του δικού του βιβλίου σε αυτήν τη
σκοτεινή, αποσιωπημένη πτυχή. «Αυτό που επικράτησε γύρω από την ΟΠΛΑ είναι ότι
υπήρξε μηχανισμός ενός σταλινικού κόμματος, ο οποίος εξόντωνε αντιφρονούντες
του ΚΚΕ», λέει ο Ι. Χανδρινός. «Ισχύει αυτό, ωστόσο αποκρύπτεται ένα τεράστιο
κομμάτι της πραγματικής δράσης της. Πρώτον, δεν ήταν ένας αυτόνομος ένοπλος
μηχανισμός, ήταν αναπόσπαστο κομμάτι ενός μαζικού πολιτικού κινήματος.
Δεύτερον, η πλειονότητα των μαχητών της ΟΠΛΑ προέρχεται από την εαμική γενιά. Άνθρωποι
από δεκαέξι ετών έως το πολύ είκοσι πέντε, που αντιπροσωπεύουν την ανέλιξη του
δυναμικότερου κομματιού του εαμικού κομματιού στην πόλη. Όντως, πολλά μέλη της
ήταν αποβράσματα, κοινοί δολοφόνοι, αλλά πρέπει να λάβουμε υπόψη μας το πλαίσιο
της εποχής: έναν κόσμο ο οποίος έχει όχι μόνο συνηθίσει αλλά πλήρως εξοικειωθεί
με την απόλυτη βία. Οπωσδήποτε, για να κάνεις μια τέτοια δουλειά πρέπει να
έχεις προδιάθεση απέναντι στη βία. Ο Αρης Βελουχιώτης αυτούς που στρατολόγησε
πρώτους ήταν κατσικοκλέφτες, ποινικοί εγκληματίες, κουμπουροφόροι κ.ά.».
Εκτεταμένη βία
Σύμφωνα με τον Μ.
Χαραλαμπίδη, «δεδομένου ότι η ΟΠΛΑ έχει ειδική αποστολή, περιλαμβάνει τα πιο
τολμηρά στελέχη του ΕΛΑΣ, αυτά που χειρίζονται καλύτερα τα όπλα, και όλο αυτό
δημιουργεί στα μέλη της μιαν αίσθηση υπεροχής η οποία, σταδιακά, τους απέκοψε
από την επαφή με την τεράστια λαϊκή μάζα από την οποία προήλθαν. Σε κάποιο
βαθμό όλο αυτό δημιούργησε νοοτροπίες διαφορετικές από εκείνες των συναγωνιστών
τους στο ΕΑΜ ή ακόμα και στον ΕΛΑΣ».
Ο Μ. Χαραλαμπίδης προσπάθησε
να ταυτοποιήσει τα θύματα της ΟΠΛΑ στην Αθήνα. «Τα στοιχεία που προέκυψαν
προήλθαν κυρίως από ιατροδικαστικές εκθέσεις. Μέσα στην Κατοχή, λοιπόν, και
αυτό το τονίζω, η ΟΠΛΑ εκτελεί σε συντριπτική πλειονότητα ανθρώπους που είχαν
ταχθεί στο αντίπαλο ένοπλο στρατόπεδο: χωροφύλακες, άνδρες των ταγμάτων
ασφαλείας, του μηχανοκίνητου τμήματος της Αστυνομίας Πόλεων, συνεργάτες των
γερμανικών υπηρεσιών, αλλά και ένα μικρό ποσοστό πολιτών που από την έρευνά μου
δεν προέκυψε κάποια σχέση με το αντίπαλο στρατόπεδο. Είναι ένα μικρό ποσοστό,
εξήντα άτομα από περίπου εξακόσια. Αυτό όμως αλλάζει τελείως από τα Δεκεμβριανά
και μετά».
Τη βία της ΟΠΛΑ ο Ι.
Χανδρινός τη χαρακτηρίζει εκτεταμένη, αλλά «πολιτικά συντηρητική». «Δεν είναι
επαναστατική βία, δεν στρέφεται στους παραδοσιακούς ταξικούς εχθρούς, τους
λεγόμενους πλουτοκράτες, π.χ. Στρέφεται εναντίον πραγματικών ή μη πραγματικών
συνεργατών του κατακτητή, ένστολων ή πολιτών». Ο Μ. Χαραλαμπίδης συμπληρώνει
ότι οι «συνεργάτες των Γερμανών και οι νεόπλουτοι της Κατοχής δεν είχαν καμία
σχέση με τη μεγαλοαστική τάξη της προπολεμικής Ελλάδας. Είναι οι μαυραγορίτες
που εκμεταλλεύτηκαν την οικονομική ανωμαλία της εποχής, σε μεγάλο ποσοστό
άνθρωποι του υποκόσμου, οπότε το ΕΑΜ εμφανίζεται ως δύναμη δημοκρατική η οποία
μετά την Κατοχή θα ξεκαθαρίσει το τοπίο. Οπότε, η ΟΠΛΑ δεν είχε λόγο να
σκοτώσει βιομηχάνους και χρηματιστές αλλά μόνο τους δωσίλογους. Κάτι που
αλλάζει από τον Δεκέμβριο και μετά», οπότε και η ΟΠΛΑ εξοντώνει ανεξέλεγκτα στο
πλαίσιο, ίσως, αυτού που ο Ι. Χανδρινός χαρακτηρίζει «το ξέσπασμα ενός ταξικού
μίσους».
Αποκατάσταση;
Αναφέρουμε στους δύο
ιστορικούς ότι, συχνά, σε συγκεντρώσεις της ΚΝΕ ακούγεται σύνθημα όπου η ΟΠΛΑ
περιλαμβάνεται πλάι στην ΕΠΟΝ, στο ΕΑΜ, στον Δημοκρατικό Στρατό. «Σε ό,τι αφορά
το ΚΚΕ σήμερα, δεν τίθεται καν ζήτημα αποκατάστασης της ΟΠΛΑ», αποφαίνεται ο Ι.
Χανδρινός. «Η ΟΠΛΑ, για ένα κόμμα σαν το ΚΚΕ, δεν υπάρχει. Η ίδια της η φύση
και η λειτουργία- και είναι τραγικό να το λέμε αυτό- κατατάσσει τα μέλη της
στους αναλώσιμους. Τα ονόματά τους δεν αναφέρονται. Αυτό εξηγεί εν μέρει τη
σιωπή του ΚΚΕ αναφορικά με την ατομική τρομοκρατία της δεκαετίας του 1940. Το
ότι η ΚΝΕ περιλαμβάνει την ΟΠΛΑ στα συνθήματά της είναι απλώς μια σιωπηλή,
συναισθηματική αποκατάσταση».
Τελικώς, ανεξαρτήτως
ηλικίας, η ενασχόληση με τη δεκαετία του ’40 είναι και μια μάχη με γερά
εδραιωμένους συλλογικούς μύθους. Ο Μ. Χαραλαμπίδης επιμένει πως είναι «απολύτως
αναγκαίο να ανοίξει ένας διάλογος και κάποιες δίοδοι ώστε οι ιστορικοί να έρθουν
σε επαφή με ένα μεγαλύτερο κοινό. Εδώ τα ΜΜΕ διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Η
συζήτηση αυτή θα βοηθούσε, αν όχι να ξεπεράσουμε, πάντως να έχουμε μια αντίληψη
του τι ήταν ο Εμφύλιος και η Κατοχή και να λύσουμε κάποια τραύματα. Με το
παρελθόν δεν ξεμπλέκεις αν δεν ασχοληθείς μαζί του. Διότι το παρελθόν είναι
πάντα παρόν».
Ο Ι. Χανδρινός συμφωνεί,
αλλά διευκρινίζει: «Αυτό δεν σημαίνει ότι ένας ιστορικός, εκτός από την
ερευνητική του δουλειά, οφείλει να παίξει τον γιατρό ενός κοινωνικού σώματος
επουλώνοντας τραύματα. Απλώς, και εδώ μπαίνει η πολιτική συγκυρία, αυτά τα
βιβλία είναι μια μεθοδολογική πρόταση στο ότι πρέπει να ξαναδούμε την κοινωνία.
Να κοιτάξουμε πίσω από τον πολιτικό λόγο, πίσω από τις διακηρύξεις, πίσω από τη
δημόσια παρουσία και τη δημόσια έκφραση και να δούμε τις κοινωνικές
μετατοπίσεις. Να ανακαλύψουμε ξανά αυτό που λέμε κοινωνική ιστορία, η οποία
έχει ξεχαστεί μέσα σε αυτό τον ορυμαγδό του σημερινού πολιτικού λόγου».
Ποιοι είναι οι δύο ιστορικοί
Ο Ιάσονας Χανδρινός
γεννήθηκε στην Αθήνα το 1984. Αποφοίτησε από το Τμήμα Ιστορίας - Αρχαιολογίας
της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών το 2006. Είναι υποψήφιος
διδάκτωρ Νεώτερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας και εκπονεί διδακτορική
διατριβή με θέμα τη συγκριτική εξέταση της εμπειρίας του Πολέμου και της
Κατοχής στα ελληνικά και ευρωπαϊκά αστικά κέντρα (επόπτης καθηγητής Χάγκεν
Φλάισερ). Το βιβλίο του «Το τιμωρό χέρι του λαού. Η δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ
στην κατεχόμενη πρωτεύουσα, 1942-1944» (εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, Μάρτιος 2012)
βασίστηκε στη διπλωματική του εργασία, η οποία βραβεύθηκε από το Ιδρυμα
Βασιλικής και Ολγας Σταυροπούλου, το 2011.
Ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης
γεννήθηκε στην Αθήνα το 1970. Ελαβε πτυχίο Οικονομικών Επιστημών από το
Πανεπιστήμιο Πειραιά και στη συνέχεια εκπόνησε τη διδακτορική διατριβή του στον
τομέα της Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου
Αθηνών. Αρθρογραφεί σε επιστημονικά περιοδικά και έχει διοργανώσει, ως ιδρυτικό
μέλος του Φόρουμ Κοινωνικής Ιστορίας, δύο συνέδρια για τη δεκαετία του 1940 και
για την περίοδο του Μεσοπολέμου. Εκτός από το βιβλίο του «Η εμπειρία της
Κατοχής και της Αντίστασης στην Αθήνα» (εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, Σεπτέμβριος
2012), έχει συνεπιμεληθεί τον συλλογικό τόμο «Η ελληνική κοινωνία στη δεκαετία
του 1940. Η εποχή των ρήξεων» (εκδ. Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη, 2012).
Ρωτάμε και τους δύο
ιστορικούς αν το γεγονός πως είναι νεότερης γενιάς διαδραματίζει ρόλο στο να
προσεγγίσουν την εποχή νηφάλια. Ο Μ. Χαραλαμπίδης τονίζει ότι αυτό «δεν έχει να
κάνει τόσο με τη χρονική απόσταση από τα γεγονότα όσο με τις γενιές. Παρότι
έχουμε διαφορά ηλικίας με τον Ιάσονα, ανήκουμε σε μια γενιά ιστορικών που δεν
μεγάλωσαν με τα ίδια ερωτήματα που μεγάλωσαν οι ιστορικοί της δεκαετίας του
1970 και του 1980 ή με την έντονα πολιτική στράτευση που ίσχυε τότε. Επίσης,
επειδή δουλέψαμε πολύ με προφορικές μαρτυρίες, οι εκπρόσωποι της εαμικής
πλευράς αλλιώς σου μιλούσαν πριν από το 1989 και εντελώς διαφορετικά μετά.
Πολλοί απελευθερώθηκαν μετά το 1989 και μίλησαν πιο ειλικρινά, πιο άμεσα».
«Μια ιστορική έρευνα
ασχολείται και με το σήμερα», υπογραμμίζει ο Ι. Χανδρινός. «Ξαναγυρίζουμε στην
Ιστορία ρωτώντας διαφορετικά πράγματα και παίρνοντας διαφορετικές απαντήσεις
επειδή μας απασχολούν κάποια πράγματα στο τώρα, το σήμερα. Τρανταχτό παράδειγμα
η σημερινή εποχή. Η Κατοχή έχει επικαιροποιηθεί με έναν περίεργο τρόπο,
απόδειξη ότι η ελληνική κοινωνία δεν έχει απεμπλακεί από τους παρελθοντικούς,
διχαστικούς όρους του παρελθόντος. Το φάντασμα του Εμφυλίου έρχεται και
επανέρχεται. Οπότε η εμπειρία αυτή μεταφέρεται μηχανικά και στο σήμερα».
26 Νοεμβριου 2014.Ώρα 19.30
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Ανδρέας Παπανδρέου στο βιβλίο του Η Δημοκρατία στο Απόσπασμα έγραψε:Κατά τις μάχες του Δεκεμβρίου 1944 η ΟΠΛΑ,η αστυνομική δύναμη του ΕΑΜ,με φανατισμό αστυνομικών ολοκληρωτικών καθεστώτων,αναλάμβανε και εκτελούσε όχι μόνο συνεργάτες των Γερμανών,αλλά και αθώους πολίτες οπαδούς της μοναρχίας.
Κωνστ. Πατιαλιάκας