Πώς φτάσαμε στο πραξικόπημα
της 21ης Απριλίου
*Τάνκς στους δρόμους
Tου κ. Θάνου Bερέμη *
H
δυσχερής μετεμφυλιακή Δημοκρατία, με την κεντρώα αφετηρία και το βίαιο τέλος το
1967, στερήθηκε το πνεύμα της βασικής συναίνεσης που καθιστά ομαλό το
δημοκρατικό πολίτευμα. Η απομόνωση των ηττημένων του
Εμφυλίου, η φοβική αντιμετώπιση κάθε αριστερής απόκλισης και η κρατική ανοχή
για τις ποικίλες παραβιάσεις της νομιμότητας επέτρεψαν την επώαση της 21ης
Απριλίου 1967.
Ο στρατάρχης Αλέξανδρος Παπάγος, ως αρχηγός των
νικητών στον Εμφύλιο Πόλεμο, απέκτησε το μεγαλύτερο γόητρο ανάμεσα στους
Ελληνες πολιτικούς. Εγινε έτσι ο ανταγωνιστικός προς τον θρόνο πόλος της
μεγάλης συντηρητικής παράταξης. Αν και η αντίθεση των Ανακτόρων προς τον Παπάγο
κρατήθηκε αρχικά μακριά από τη δημοσιότητα, οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ αναγνώρισαν
γρήγορα τον πραγματικό τους ηγέτη. Ο Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών γεννήθηκε
με άλλη μορφή κατά την περίοδο του πολέμου στην Αίγυπτο και αναζήτησε από νωρίς
τον στρατιωτικό που θα δεχόταν να εκπροσωπεί την καθαρόαιμη εθνικιστική του
ιδεολογία, αλλά και να προσφέρει την υψηλή του προστασία στο δίκτυο των
στρατιωτικών του οπαδών.
Τα ξημερώματα της 31ης Μαΐου 1951, κινηματίες του
ΙΔΕΑ κατέλαβαν το ΓΕΕΘΑ και το ΓΕΣ, τους ραδιοφωνικούς σταθμούς Αθηνών και
Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς και τα αεροδρόμια Ελευσίνας και Τατοΐου, με σκοπό να
θέσουν τον εκλεκτό τους επικεφαλής της κυβέρνησης. Μολονότι ο Παπάγος αρνήθηκε
την προσφορά και ανάγκασε τους κινηματίες να παραδοθούν, παραμένει η υποψία ότι
η προετοιμασία του πραξικοπήματος δεν του ήταν άγνωστη. Είναι πιθανό να
κατάφερε με τον τρόπο αυτό να δείξει στα Ανάκτορα το βάθος της επιρροής του
στις Ενοπλες Δυνάμεις και παράλληλα να εγκαινιάσει την είσοδό του στην πολιτική
ως προστάτης της νομιμότητας.
*Οι πρωταίτιοι, Παττακός, Παπαδόπουλος και Μακαρέζος
Οι πρωταίτιοι αποτάχθηκαν και φυλακίστηκαν, για να
αποκατασταθούν μετά τον εκλογικό θρίαμβο του Ελληνικού Συναγερμού το 1952. Το
κίνημα του ΙΔΕΑ είναι δυνατό να θεωρηθεί προανάκρουσμα της 21ης Απριλίου, καθώς
δύο νεαρά στελέχη του, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος και ο Δημήτριος Ιωαννίδης, δεν
έπαψαν έκτοτε να δολοπλοκούν. Η ΕΕΝΑ (Εθνική Ένωση Αξιωματικών) ιδρύθηκε το
1958 ως παρακλάδι του ΙΔΕΑ με πρόεδρο τον Παπαδόπουλο. Χαρακτηριστικό της
οργάνωσης ήταν ότι τα μέλη της δεν είχαν προλάβει να διακριθούν στον Εμφύλιο,
και έτσι δεν διέθεταν άλλες περγαμηνές στον δεξιό κόσμο από τη διάθεσή τους να
γίνουν φύλακες του συστήματος. Εξάλλου, η ταπεινή τους καταγωγή και η έλλειψη
ερεισμάτων στα Ανάκτορα τους καθιστούσε εχθρικούς έναντι των βασιλοφρόνων
συναδέλφων τους.
Ο Παπαδόπουλος υπήρξε και προϊόν της συνεργασίας των
αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών με την ελληνική ΚΥΠ. Ο μελλοντικός δικτάτορας
μαθήτευσε σε Advanced Intelligence Center στα σύνορα με κομμουνιστικές χώρες,
δημιουργώντας πολύτιμες γνωριμίες μέσα στις αμερικανικές υπηρεσίες. Η CIA
συνεργαζόταν ακόμα με τους Λόχους Ορεινών Καταδρομών (ΛΟΚ) που ήταν επίλεκτο
σώμα, πιστό στα Ανάκτορα. Το 1951 η σχέση εγκαινιάστηκε με συμφωνία της
υπηρεσίας και του αρχηγού των ΛΟΚ, συνταγματάρχη Ανδρέα Καλίνσκι, που ήταν
αδελφός της κ. Παπάγου. Ο κοινοβουλευτικός θρίαμβος του τελευταίου και η
σταδιακή χειραφέτηση της πολιτικής του από τη συμμαχική κηδεμονία (όπως φάνηκε
στο Κυπριακό) διατήρησαν τα Ανάκτορα στις αμερικανικές επιλογές ως εναλλακτική
λύση.
Η Βουλή είχε καταληφθεί από τα τανκς
Εφεδρεία
έκτακτης ανάγκης
Ο θάνατος του Αλέξανδρου Παπάγου και η άνοδος του
Κωνσταντίνου Καραμανλή στην ηγεσία του μεγαλύτερου δεξιού κόμματος άλλαξε τις
σχέσεις των νέων της ΕΕΝΑ με την πολιτική τους παράταξη. Όταν το 1956 η ΕΡΕ
κέρδιζε μεν τις εκλογές (47%), αλλά με μικρότερο ποσοστό από τη Δημοκρατική Ένωση
(48%), ο Δ. Ιωαννίδης, ο Ν. Μακαρέζος και άλλοι ζήτησαν από τον αρχηγό του ΓΕΣ,
Σόλωνα Γκίκα, να κινηθεί ο στρατός για να θέσει τέλος στην αύξηση των
κεντροαριστερών. Ο Γκίκας αρνήθηκε τη συνδρομή του και έγινε έμπιστος του
Καραμανλή. Για μια ακόμη φορά οι κινηματίες απομονώθηκαν από τους ανωτέρους
τους χωρίς όμως να τιμωρηθούν. Η αντίληψη των δεξιών ότι οι «απείθαρχοι και
ζωηροί» αξιωματικοί αποτελούσαν εφεδρεία σε ώρα έκτακτης ανάγκης για το
πολίτευμα, θα εξασφάλιζε την ατιμωρησία, που διευκόλυνε το πραξικόπημα της 21ης
Απριλίου.
Υπήρξαν ωστόσο και προσπάθειες από την κορυφή της
ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων να διαλυθεί η ΕΕΝΑ. Ο αρχηγός ΓΕΣ, Πέτρος
Νικολόπουλος, εντόπισε τους Παπαδόπουλο, Μακαρέζο, Λαδά κ.ά., αλλά το Ανώτατο
Στρατιωτικό Συμβούλιο αποφάσισε τη μετάθεσή τους στην περιφέρεια αντί της
αποστράτευσης, με παρέμβαση των Ανακτόρων. Όταν αρχηγός του ΓΕΣ έγινε το 1959 ο
Β. Καρδαμάκης, παλιό μέλος του ΙΔΕΑ, έφερε στο επιτελείο του στελέχη της ΕΕΝΑ
όπως τους Αγγελή, Πατίλη και Μέξη. Ο Καρδαμάκης εφάρμοσε μέτρα που προορίζονταν
για έκτακτες περιστάσεις, εναντίον της Ένωσης Κέντρου στις εκλογές του 1961.
Οταν ο Γ. Παπανδρέου αποκάλεσε τον Καρδαμάκη ανάξιο ηγέτη του στρατού στη
συνεδρίαση της Βουλής της 18ης Ιανουαρίου 1962, ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος
Καραμανλής αναγκάστηκε να τον αντικαταστήσει.
Η νίκη του Κέντρου το 1963 εγκαινίασε νέα ένταση
στις σχέσεις στρατιωτικών και πολιτικών. Απορία προκαλεί σήμερα η γενικευμένη
άγνοια, Ανακτόρων, συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης εκείνης της εποχής, για το
τι συνέβαινε στα στρατιωτικά παρασκήνια. Αν και η Ένωση Κέντρου εξασφάλισε
μεγάλη εκλογική νίκη το 1964, δεν κατάφερε να αλλάξει τον συσχετισμό δυνάμεων
στην ηγεσία του Στρατού. Αρχηγός ΓΕΣ έγινε ο Ιωάννης Γεννηματάς, γνωστός για
τον ρόλο του κατά του Κέντρου, στις εκλογές του 1961. Ανασταλτικός παράγοντας
σε σοβαρές αλλαγές ήταν ο ίδιος ο υπουργός Αμύνης Πέτρος Γαρουφαλιάς, ο οποίος
θέλησε να αποφύγει ενέργειες που θα προκαλούσαν την οργή των δεξιών αξιωματικών
και των Ανακτόρων. Όταν ο Παπανδρέου επέδωσε στον υπουργό τον κατάλογο
αξιωματικών του ΙΔΕΑ που κατείχαν θέσεις-κλειδιά σε διοικήσεις της Αττικής, ο
Γαρουφαλιάς αντέδρασε αρνητικά. Ήταν φανερό ότι οι αντιλήψεις του πρωθυπουργού
και του υπουργού του δεν συνέπιπταν για το τι έπρεπε να γίνει στο στράτευμα.
*Ο πρωτεργάτης του ΑΣΠΙΔΑ, εξιστορεί στο βιβλίο του...
Η
υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ
Η ανομοιογένεια που επικρατούσε στην Ένωση Κέντρου
έκανε πιο δύσκολη τη μεταρρύθμιση σε οποιονδήποτε τομέα του δημόσιου βίου. Τον
Ιούλιο του 1965 ο Γ. Παπαδόπουλος κατήγγειλε στον Γεννηματά δολιοφθορά σε
τεθωρακισμένα του Έβρου, που, όπως αποδείχθηκε, είχε κατασκευάσει ο ίδιος. Την
ίδια εποχή ξέσπασε η υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ με κύριο στόχο τον Ανδρέα Παπανδρέου. Η
κρίση κορυφώθηκε με την άρνηση του Γαρουφαλιά να υπογράψει την αντικατάσταση
του Γεννηματά. Όταν ο Γ. Παπανδρέου θέλησε να αναλάβει ο ίδιος το υπουργείο
Αμύνης, συνάντησε τη σταθερή αντίθεση του μονάρχη πλέον Κωνσταντίνου. Η
παραίτηση του πρωθυπουργού στις 15 Ιουλίου προκάλεσε τη μεγαλύτερη μεταπολεμική
κρίση στην Ελλάδα.
Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου ήταν προϊόν πολλών
παραγόντων. Η διεθνής ύφεση μείωνε διαρκώς τη σημασία της κομμουνιστικής
απειλής, γεγονός το οποίο καθιστούσε τους στρατιωτικούς φύλακες του συστήματος,
άχρηστους. Μολονότι οι πραξικοπηματίες επικαλέσθηκαν την απειλή αυτή για να
δικαιολογήσουν τη δικτατορία τους, στις κατοπινές τους δηλώσεις διαβεβαίωναν
ότι ο κομμουνισμός ήταν αμελητέος κίνδυνος για την Ελλάδα. Η Ελλάδα της
δεκαετίας του 1960 γνώριζε ταχεία οικονομική ανάπτυξη και τη σταδιακή έξοδο από
τις ποικίλες πολιτικές απαγορεύσεις της πρώτης δεκαετίας μετά το τέλος του
Εμφυλίου. Οι προσδοκίες που η Ένωση Κέντρου προκάλεσε με τον εκλογικό της θρίαμβο,
όμως, δεν άρεσαν καθόλου σε όσους κατείχαν θέσεις- κλειδιά στο κράτος και στον
Στρατό.
*Στιγμιότυπο από τη δίκη του ΑΣΠΙΔΑ. Ο συνήγορος Νικηφόρος Μανδηλαράς αγορεύει.
Δεξιά ο πρόεδρος Καμπέρης, ο αντιστράτηγος Χατζής και ο ταξίαρχος Ζαλοχώρης.
Στο κέντρο, ο βασιλικός επίτροπος Ηλίας Παπαπούλος
Αιτία παρέμβασης στην πολιτική δημιούργησαν και οι
επαγγελματικές ανησυχίες των αξιωματικών. Η απότομη διεύρυνση του σώματος κατά
τον Εμφύλιο και η συρρίκνωσή του μετά το τέλος του πολέμου προκάλεσαν συμφόρηση
στους μεσαίους βαθμούς. Η παραδοσιακή πυραμίδα των προαγωγών υπονομεύτηκε από
τον βασιλικό και πολιτικό παραγοντισμό, ώστε οι περισσότεροι αξιωματικοί να
αποστρατεύονται ως ταξίαρχοι. Η πυραμίδα μεταμορφώθηκε σε πεντάγωνο σχήμα και
ευνόησε τους λιγότερο ικανούς, που υπό ομαλές συνθήκες θα αποστρατεύονταν. Η
κατηγορία αυτή των ανασφαλών αξιωματικών αποτέλεσε και την προθυμότερη πελατεία
του στρατιωτικού κινήματος. Μέρος της νοοτροπίας τους υπήρξε και ο παραδοσιακός
ατομικισμός της υπαίθρου, που απέβλεπε πρώτιστα στην προστασία της οικογένειας
και των φίλων από τις δυσλειτουργίες ενός απρόσωπου κρατικού μηχανισμού ώστε να
δικαιολογούνται ηθικά ορισμένες παραβάσεις της νομιμότητας.
*21 Απριλίου 1967.Τανκς παντού
Στις 20 Απριλίου 1967 ο αρχηγός ΓΕΣ, Γ. Σπαντιδάκης,
και έξι από τους έντεκα αντιστρατήγους αποφάσισαν την πραγματοποίηση του
βασιλικού πραξικοπήματος στις 23 Απριλίου, για να ματαιώσουν τις επερχόμενες
εκλογές που, σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις, θα έδιναν τη νίκη στον Γ.
Παπανδρέου. Ένας εκ των αντιστρατήγων, ο Γ. Ζωιτάκης, μετέφερε την είδηση στον
συνταγματάρχη Ν. Μακαρέζο με τη συμβουλή η ομάδα του να αναβάλει την ημερομηνία
του δικού της κινήματος, που είχε ορισθεί για την 21η Απριλίου. Ο Παπαδόπουλος
και ο Μακαρέζος ωστόσο επέμεναν στην αρχική τους απόφαση. Σε διευρυμένη
συγκέντρωση συνταγματαρχών της ίδιας ημέρας, η απόφαση επικυρώθηκε και
σχηματίστηκε «Επαναστατικό Συμβούλιο» κατ’ απαίτηση της πλειοψηφίας. Την
επομένη τα μηχανοκίνητα βρέθηκαν σε νευραλγικά σημεία της Αθήνας.
*Ο κ. Θάνος Βερέμης
είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών. To κείμενο είχε
συμπεριληφθεί στο ένθετο της «Κ», «Ανατομία της Δικτατορίας» του 2007.
Β΄
έκδοση: «Την 2αν πρωινήν εξερράγη
στρατιωτικόν
κίνημα»
Των
Άγγελου Πετρόπουλου και Μαριάννας Kακαουνάκη
«Νόμιζα ότι ξυπνούσα σε κακό ελληνικό φιλμ· έχουν
πιάσει την Αθήνα, με τανκς και στρατό» ακούγεται να λέει η Ελένη Βλάχου λίγο
μετά τις 3 τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου 1967 στο ηχητικό ντοκουμέντο της
σύσκεψης της «Καθημερινής» για τη Β΄ έκδοση της εφημερίδας, που θα ενέτασσε στο
πρωτοσέλιδό της την είδηση του πραξικοπήματος.
Όπως η ίδια σημειώνει στα
απομνημονεύματα και τις σημειώσεις της δεν δίσταζε ποτέ να μεταχειριστεί το
μαγνητόφωνο και το μικρόφωνο που στεκόταν πάντα στην αριστερή γωνιά του
γραφείου της, στον πέμπτο όροφο των γραφείων της «Καθημερινής» στην οδό
Σωκράτους 57. Έτσι, με το ξέσπασμα του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου, και με
τη βοήθεια του συζύγου της Κώστα Λούνδρα φτάνει λίγο μετά τις 3 τα ξημερώματα
στην «Καθημερινή» για να ηχογραφήσει λεπτό προς λεπτό τα γεγονότα που βλέπει
από το παράθυρο του γραφείου της, όσα έχει δει προηγουμένως στους δρόμους της
πόλης, αλλά και τις εκτιμήσεις για όσα γίνονται εκείνη την νύχτα και τις
συζητήσεις που προκύπτουν ανάμεσα στην ίδια και τους συντάκτες της εφημερίδας
που επιχειρούν χωρίς τηλέφωνα ή ραδιόφωνο μέχρι τις 6 το πρωί να καταγράψουν
την αλλαγή της ιστορικής πορείας της Ελλάδος.
Στο ηχητικό ντοκουμέντο της Βλάχου καταγράφονται
εκείνη τη νύχτα ανάμεσα σε άλλα οι συζητήσεις της εκδότριας της «Καθημερινής»
με τον τότε αρχισυντάκτη της εφημερίδας Κώστα Ζαφειρόπουλο, τον Βασίλη
Νικολόπουλο, διάφορους ρεπόρτερ που καταθέτουν τις μαρτυρίες τους, αλλά και τα
πρώτα ραδιοφωνικά μηνύματα που έρχονται από τις 6 το πρωί και μετά να
επιβεβαιώσουν την είδηση του πραξικοπήματος.
Οι πρώτες συζητήσεις, πριν ακόμη τυπωθεί η Β΄ έκδοση
της εφημερίδας δηλώνουν την έκπληξη, με την οποία αντιμετώπισαν τα γεγονότα
όλοι, αλλά και τη διάχυση των πρώτων πληροφοριών.
*Η Ελένη Βλάχου
«Φτάσαμε εδώ στην “Καθημερινή” όπου κανείς δεν ξέρει
τι γίνεται», ακούγεται να λέει η Βλάχου στο μικρόφωνο. Η ίδια, φαίνεται να
αντιλαμβάνεται αμέσως τη σημασία των στιγμών, αλλά και της καταγραφής των
προσωπικών μαρτυριών τόσο της ίδιας όσο και της συντακτικής ομάδας της
«Καθημερινής», τα οποία καταλαβαίνει ότι είναι πολύ πιθανό να αποτελέσουν
σημαντικό ιστορικό τεκμήριο στο μέλλον. «Βρισκόμαστε σε πλήρη αμηχανία και σε
πλήρη έκπληξη, για να το πω αμέσως, μήπως τυχόν αυτό καμία μέρα αποτελέσει μια
πραγματική ζωντανή εικόνα ενός δράματος που δεν μπορεί παρά να καταστρέψει την
Ελλάδα».
«Αρχή
της καταστροφής»
Ανάμεσα στις πιο σημαντικές στιγμές του ιστορικού
ντοκουμέντου μια συζήτηση ανάμεσα στους συντάκτες για το ποιος μπορεί να
βρίσκεται πίσω από τα γεγονότα. «Αξιωματικοί δεξιοί είναι κ. Ελένη, κάτι
τέτοιοι, όπως αυτός ο Στέλιος Παττακός, ο ταξίαρχος των τεθωρακισμένων»,
ακούγεται να εκτιμά ένας από τους δημοσιογράφους που παραθέτει ένα εκτενές
βιογραφικό, αλλά και μία απολύτως προφητική προσωπική συζήτησή του με τον
πρωταγωνιστή της Επταετίας. «Μια μέρα που συζητούσαμε μού λέει, άκουσε να σου
πω αυτές οι θεωρίες σας οι δημοκρατικές είναι καλές, αλλά είτε το θέλει είτε
δεν το θέλει ο βασιλεύς, αν δούμε
κίνδυνο θα κάνουμε δικτατορία».
Ακόμη και με θολή την εικόνα τού ποιος βρίσκεται
πίσω από τα γεγονότα εκείνης της νύχτας, η καταδίκη τους από την Ελένη Βλάχου
είναι άμεση. «Οποιανού και εάν είναι η επέμβασις», συμπληρώνει η ίδια κρατώντας
το μικρόφωνο, «είναι η αρχή της καταστροφής εκτός και εάν μπορέσει να
καταπνιγεί αμέσως».
Το
ιστορικό μονόστηλο της πρώτης σελίδας
Το βράδυ της 20ής Απριλίου η πρώτη έκδοση της
εφημερίδας «Η Καθημερινή» κλείνει με πρώτο θέμα στο πρωτοσέλιδό της τα μέτρα
της κυβέρνησης Π. Κανελλόπουλου για την ενίσχυση των αγροτών. Όπως θα γράψει
αργότερα στα απομνημονεύματά της η εκδότρια της εφημερίδας Ελένη Βλάχου τη
στιγμή που έκλεισε το φύλλο «τα ξέραμε όλα ή τουλάχιστον έτσι πιστεύαμε». Λίγο
μετά τις 2 τα ξημερώματα στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας ξεχύνονται άρματα
μάχης. Ο πρωθυπουργός Π. Κανελλόπουλος, υπουργοί του και πολιτικοί άνδρες της
χώρας ξυπνούν από την «επίσκεψη» αξιωματικών του στρατού οι οποίοι τους
συλλαμβάνουν και τους οδηγούν στο Γουδί. Η »Καθημερινή θα είναι η μόνη
εφημερίδα που λίγο μετά τις 4 τα ξημερώματα θα καταφέρει να περάσει την είδηση
στη δεύτερη έκδοση που τυπώνεται με τις φροντίδες της Ελένης Βλάχου, των
συντακτών, αλλά και εργατών του τυπογραφείου και του πιεστηρίου που θα βρεθούν
λίγο μετά τις 3 π.μ. στα γραφεία της εφημερίδας στην οδό Σωκράτους 57. Στην
τέταρτη στήλη της πρώτης σελίδας, το μονόστηλο που θα καταφέρουν να εντάξουν
στην ύλη της εφημερίδας είναι βασισμένο μόνο σε όσα βλέπουν και ακούν οι
συντάκτες που βρίσκονται στο κέντρο της πόλης, σε μια νύχτα που οι
τηλεπικοινωνίες έχουν κοπεί και η πληροφόρηση είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Αυτό το
ιστορικό πρωτοσέλιδο της «Καθημερινής» θα είναι και το τελευταίο μετά τη
διακοπή της έκδοσης της εφημερίδας και την επτάχρονη σιωπή της μέχρι το 1974.
*Οι πρωταίτιοι στο δικαστήριο
Τι
άφησε πίσω της η χούντα του ’67
*Προξένησε
πλήγμα διαρκείας
στη
δημοκρατική διαδικασία
και
τη βαθιά πληγή του Κυπριακού
που
χαίνει ακόμη 45 χρόνια πριν
Tου
Αντώνη Kαρκαγιάννη*
Κυπριακή τραγωδία, εθνική ήττα, πλήγμα διαρκείας στη
δημοκρατική διαδικασία. Το οδυνηρότερο κατάλοιπο το άφησε ο εγκληματικός
τυχοδιωκτισμός της χούντας του Ιωαννίδη στην Κύπρο.
Προκάλεσε τη στρατιωτική
επέμβαση της Τουρκίας, με τη συνενοχή ή την ανοχή Αμερικανών και Άγγλων και την
αδράνεια της διεθνούς κοινότητας. Το πλήγμα αυτό δεν επουλώνεται, από τότε τα
πράγματα στην Κύπρο είναι δύσκολο να επανέλθουν στην προηγούμενη κατάσταση· θα
πρέπει να αναζητήσουμε νέες καταστάσεις και νέες μορφές συμβίωσης των δύο
κυπριακών κοινοτήτων, πράγμα που αποδείχθηκε ακόμη πιο δύσκολο.
Οι συνέπειες στο φρόνημα και στην ψυχή μας είναι
ακόμα πιο σοβαρές. Η κατάρρευση της δικτατορίας το καλοκαίρι του 1974 ήρθε μαζί
με την πίκρα της εθνικής ήττας, στρατιωτικής και πολιτικής. Είναι δύσκολο να
την αποδεχθούμε και να αντιμετωπίσουμε με τις δυνάμεις μας τις συνέπειές της.
Μαζί με την πίκρα της ήττας, μας έμεινε και η εσωστρέφεια του προβληματικού
αδικημένου που αποδίδει στους άλλους τις αιτίες της κακομοιριάς του και
πιστεύει ότι όλοι οι άλλοι συνωμοτούν και βυσσοδομούν εναντίον του. Κατά βάθος
ζούμε με το όνειρο μιας «ρεβάνς», χωρίς να ξέρουμε ποια μπορεί να είναι η μορφή
της και ποιος ο χαρακτήρας της, με ποιες δυνάμεις και ποιες συμμαχίες θα την
επιχειρήσουμε.
Ως έθνος πάντοτε είχαμε πρόβλημα αυτογνωσίας, να
ξέρουμε και να αποφασίζουμε από πού ερχόμαστε και πού πηγαίνουμε και με ποιες
δυνάμεις πορευόμαστε. Μετά την ήττα στην Κύπρο το πρόβλημα αυτό έγινε οξύτερο
και κρισιμότερο.
Τα άλλα πλήγματα της δικτατορίας στο εθνικό σώμα, η
κατάλυση των πολιτικών ελευθεριών, η ωμή καταπάτηση των ατομικών δικαιωμάτων
και οι πολιτικές διώξεις, δεν νομίζω ότι άφησαν σοβαρά κατάλοιπα. Αντιθέτως,
καθώς πολίτες διαφορετικών παρατάξεων βρέθηκαν στο ίδιο στρατόπεδο των
διωκομένων, αναπτύχθηκε ένα είδος ενότητας και ομοψυχίας για πρώτη φορά μετά
τον εμφύλιο πόλεμο. Δεξιοί και αριστεροί άρχισαν να μιλούν μεταξύ τους και να
ανακαλύπτουν ή απλώς να αναζητούν κοινούς σκοπούς και κοινές επιδιώξεις.
Πιστεύω ότι αυτή η λαϊκή ενότητα εκφράσθηκε πολιτικά με την ευρύτατη αποδοχή
της πρώτης μεταδικτατορικής εκλεγμένης από τον λαό κυβέρνησης του Κωνσταντίνου
Καραμανλή. Ασφαλώς και με το δημοψήφισμα που καθιέρωσε το πολίτευμα της
Προεδρικής Δημοκρατίας.
*Τα τανκς είχαν κάνει αισθητή την παρουσία τους εκείνη μέρα
Οι αναμνήσεις από τις εξορίες, του εσωτερικού και
εξωτερικού, από τις φυλακές και τα κρατητήρια, γρήγορα μετά την πτώση της
δικτατορίας απέκτησαν συναισθηματικό και συμβολικό χαρακτήρα (και σε μερικές
περιπτώσεις μετατράπηκαν σε γραμμάτια προς εξόφληση). Κατά κάποιο τρόπο
ενσωματώθηκαν σ' αυτό που τελευταία συνηθίζεται να αποκαλείται «εθνική
αφήγηση», ανάμεικτη από γεγονότα και μύθους.
Πιο σοβαρά είναι τα κατάλοιπα από τη διά της βίας
κατάλυση της δημοκρατικής νομιμότητας, από την παραβίαση του δημοκρατικού
κανόνα με την ισχύ των όπλων που η Πολιτεία εμπιστεύθηκε σε μια μικρή αλλά
οργανωμένη μειοψηφία.
Πρόκειται και πάλι για κατάλοιπα στο φρόνημα και
στην ψυχή μας. Οταν ακούω πανεπιστημιακούς δασκάλους να δηλώνουν ότι δεν θα
εφαρμόσουν νόμο που ψήφισε η Εθνοσυνέλευση, σκέφτομαι ότι η δημοκρατική
διαδικασία, με την οποία, στη συνείδηση των πολιτών, νομιμοποιούνται οι
πολιτικές αποφάσεις, υπέστη σοβαρό πλήγμα διαρκείας. Σαράντα χρόνια ζούμε με το
ίδιο πρόβλημα: μικρές δυναμικές και οργανωμένες μειοψηφίες, με διάφορες μορφές
βίας, προσπαθούν να επιβάλουν τη θέλησή τους και τα συμφέροντά τους. Το
φαινόμενο δεν είναι ταξικό, είναι διαταξικό. Χαρακτηρίζει τόσο τις «ανώτερες»
και ισχυρές όσο και τις «κατώτερες» και αδύναμες τάξεις, αλλά πάντοτε σε βάρος
των τελευταίων. Κατά κανόνα, με ένα κακέκτυπο «ταξικής πάλης», υπονομεύουμε τη
διεύρυνση και κατοχύρωση της δημοκρατικής νομιμότητας και ισονομίας, κεντρικό
και πάντοτε επίκαιρο αίτημα μετά την πτώση της δικτατορίας.
*Ο δημοσιογράφος
και αντιστασιακός Αντώνης Καρκαγιάννης (1932-2010) διετέλεσε διευθυντής και
εκδότης της «Καθημερινής». Το ανά χείρας κείμενο γράφτηκε το 2007.
Παναγούλης,
ο πρωταγωνιστής
του
αντιδικτατορικού αγώνα
Του
Νίκου Xρυσολωρά
Όταν εκδηλώθηκε η «επανάσταση», ο Αλέκος Παναγούλης,
γιος και αδελφός αξιωματικών του Στρατού Ξηράς, υπηρετούσε τη θητεία του στη
Βέροια. Ξαφνικά, άρχισε να παριστάνει τον παράφρονα. «Γιατί δεν κάθεσαι
Παναγούλη;» τον ρωτούσαν οι ανώτεροί του. «Γιατί είμαι ο Ακάθιστος Ύμνος»
απαντούσε.
Μετήχθη στη Θεσσαλονίκη για ψυχιατρική εξέταση, όπου «επείσθη»
τελικά να καθήσει. Κατά την επιστροφή του στη μονάδα του λιποτάκτησε, αδίκημα
που λόγω της ισχύος του στρατιωτικού νόμου ετιμωρείτο με θάνατο. Γνωστός για
τους δημοκρατικούς του αγώνες πριν από τη δικτατορία, δραπέτευσε κυνηγημένος
για την Κύπρο και στη συνέχεια, με τη βοήθεια της κυβέρνησης Μακαρίου, κατάφερε
να διαφύγει στην Ευρώπη. Όταν επέστρεψε -κρυφά φυσικά- στην Ελλάδα οργάνωσε με
τους συντρόφους του απόπειρα δολοφονίας του επικεφαλής της χούντας, Γεωργίου Παπαδόπουλου.
Ο Παναγούλης, ακολουθώντας το κλασικό παράδειγμα του
Αρμόδιου και του Αριστογείτονα, θεωρούσε ότι ο «αποκεφαλισμός» του καθεστώτος
πριν προλάβει να εδραιώσει την κυριαρχία του θα οδηγούσε στην κατάρρευσή του.
Στις 13 Αυγούστου 1968 έστησε ενέδρα με εκρηκτικό μηχανισμό στο 31ο χιλιόμετρο
της παραλιακής οδού Αθηνών- Σουνίου (Βάρκιζα), περιμένοντας την αυτοκινητοπομπή
του Παπαδόπουλου. Για τεχνικούς λόγους όμως, η έκρηξη δεν σκοτώνει τον
δικτάτορα. Ο Παναγούλης συλλαμβάνεται επί τόπου και η ενέργειά του
αποδοκιμάζεται από σύσσωμο τον πολιτικό κόσμο της εποχής, εκτός του Ανδρέα
Παπανδρέου, ο οποίος την επικροτεί (παρά το γεγονός ότι οι σχέσεις των δύο
ανδρών ήταν και παρέμειναν τεταμένες, αν όχι ψυχρές).
Συγκλονιστική
απολογία
Μετά από πολυήμερους εφιαλτικούς βασανισμούς στο
Ειδικό Ανακριτικό Τμήμα της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας (ΕΑΤ/ΕΣΑ), ο
Παναγούλης οδηγήθηκε σε δίκη. Η απολογία του συγκλόνισε την ελληνική και διεθνή
κοινή γνώμη, καθώς οι ανταποκριτές των ξένων μέσων ενημέρωσης στην Αθήνα δεν
υπόκειντο σε λογοκρισία. Στην αρχή της διαδικασίας, όταν ο πρόεδρος του
δικαστηρίου κάλεσε τον «στρατιώτη Παναγούλη Αλέξανδρο» να δηλώσει αν δέχεται ή
αρνείται την ενοχή του, εκείνος πέταξε τον μπερέ που βιαίως του είχαν φορέσει
οι βασανιστές του και απάντησε ότι αρνείται να υπηρετεί τον στρατό που πρόδωσε
την πατρίδα. Από κατηγορούμενος, μετατράπηκε σε κατήγορο. Δικαιολόγησε την
απόπειρα τυραννοκτονίας ως εξής: «Πιστεύω στον διάλογο και τη δημοκρατική
αντιπαράθεση των ιδεών. Πιστεύω στην ειρηνική επίλυση των πολιτικών διαφορών.
Και όταν υπάρχει έστω και η ελάχιστη δυνατότητα ειρηνικής διεξόδου... τότε η
βία είναι απαράδεκτη. Ταυτόχρονα, όμως, πιστεύω ότι... όταν μια κατάσταση
ανερχόμενη διά της βίας εδραιώνεται, όταν κάθε προσπάθεια απομάκρυνσης αυτής
της κατάστασης αποδεικνύεται περιττή, διά της βίας επιδιώκεται η ανατροπή της».
Γνωρίζοντας ότι θα καταδικαστεί, προκάλεσε ρίγη στο ακροατήριο με τη δήλωση πως
«το ωραιότερον κύκνειον άσμα οιουδήποτε πραγματικού αγωνιστού είναι ο
επιθανάτιος ρόγχος προ του εκτελεστικού αποσπάσματος μιας τυραννίας και αυτήν
την θέσιν αποδέχομαι».
Καταδικάστηκε τελικά «δις εις θάνατον», αλλά η ποινή
του δεν εκτελέστηκε ποτέ, λόγω των πιέσεων που δέχθηκε ο Παπαδόπουλος από
σύσσωμη τη διεθνή κοινή γνώμη. Το πρωτοφανές και ανεπανάληπτο για πολιτικό
κρατούμενο γεγονός ότι κινητοποιήθηκαν ταυτόχρονα για να τον σώσουν
προσωπικότητες όπως ο πρόεδρος των ΗΠΑ, ο πρόεδρος της Γαλλίας, ο καγκελάριος
της Γερμανίας, ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, ο γ.γ. του ΟΗΕ και ο Πάπας της
Ρώμης καταδεικνύει ότι ο Παναγούλης πέτυχε τον στόχο του να στρέψει τα βλέμματα
του κόσμου στο ελληνικό δράμα. Ο ίδιος πάντως οδηγήθηκε στη φυλακή και υπέστη
τρεις φορές το μαρτύριο της εικονικής εκτέλεσης. Την τρίτη φορά είπε στους
βασανιστές του ότι «στερούνται ανδρικών αδένων για να τον εκτελέσουν».
Τα μαρτύρια που υπέστη ξεπερνούν και την πλέον
διεστραμμένη φαντασία: «μαστιγώσεις με καλώδια και συρματόσκοινα σε όλο το
κορμί- χτυπήματα με κλομπ στα πέλματα των ποδιών- χτυπήματα με σίδερα στο
στήθος και τα πλευρά- εγκαύματα με τσιγάρο στα χέρια και τα γεννητικά όργανα-
πέρασμα βελόνας από ευάγωγο μέταλλο στην ουρήθρα και θέρμανσή του με αναπτήρα-
απόφραξη των αναπνευστικών οδών μέχρι ασφυξίας- χτυπήματα του κεφαλιού στους
τοίχους και το πάτωμα- στέρηση ύπνου». Ποτέ δεν κατονόμασε τους συντρόφους του
όμως, ούτε και ζήτησε χάρη ή επιείκεια. Αποπειράθηκε να δραπετεύσει τρεις
φορές. Την πρώτη φορά προδόθηκε, τις άλλες δύο απέτυχε και συνελήφθησαν
συναγωνιστές του που τον βοήθησαν. Πέρασε 4,5 χρόνια «εντοιχισμένος» σε ειδικό
κελί στην απομόνωση, επιχειρώντας 25 απεργίες πείνας προκειμένου να διεκδικήσει
τα δικαιώματά του ως κρατούμενος. Στη διάρκεια του εγκλεισμού του έγραψε, συχνά
με το ίδιο του το αίμα, ποιήματα πολιτικού χαρακτήρα, τα οποία- με
μυθιστορηματικές συνθήκες- διοχετεύθηκαν στο εξωτερικό, μελοποιήθηκαν από τον
μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη και τραγουδήθηκαν αργότερα στην εξέγερση του
Πολυτεχνείου (1973). Με τη μεταπολίτευση, εξελέγη βουλευτής της Ένωσης Κέντρου.
Σκοτώθηκε δύο χρόνια αργότερα σε αυτοκινητικό δυστύχημα, για τις συνθήκες του
οποίου έχουν διατυπωθεί πολλά ερωτήματα.
Ο Παναγούλης υπήρξε χωρίς αμφιβολία η κορυφαία μορφή
της αντίστασης εναντίον της δικτατορίας των συνταγματαρχών στην Ελλάδα. Η δράση
του, καθώς και της οικογένειας (αντιστασιακοί ήταν και τα αδέλφια του) και των
συναγωνιστών του, έστρεψε την προσοχή των διεθνών μέσων ενημέρωσης στην
κατάσταση που επικρατούσε στη χώρα μας και τα πάθη του αποκάλυψαν την αληθινή
φύση του δικτατορικού καθεστώτος.
Στις μέρες μας, όπου λέξεις όπως «αγωνιστής» και
«αντίσταση» χρησιμοποιούνται για τους πλέον ευτελείς σκοπούς, τα έργα και οι
ημέρες του Παναγούλη εκθέτουν και γελοιοποιούν τους δήθεν και εκ του ασφαλούς
«επαναστάτες». Άλλωστε, το πλέον εντυπωσιακό στοιχείο ήταν ότι ο Παναγούλης δεν
ήταν ιδεαλιστής, αλλά ρεαλιστής και πολιτικά μετριοπαθής (ιδεολογικά
τοποθετούνταν στον λεγόμενο «μεσαίο χώρο»). Όλες οι πράξεις του ήταν προσεκτικά
μελετημένες ώστε να συμβάλουν στην κατεύθυνση ενός και μόνο στόχου: την πτώση
της δικτατορίας. Έφυγε πριν προλάβει να φθαρεί ως σύμβολο, γνωρίζοντας
τουλάχιστον ότι οι αγώνες του απέδωσαν καρπούς.
1967... σημαδιακή χρονιά... τότε γεννήθηκα εγώ, μήνα Φεβρουάριο και λίγο μετά ήρθε η χούντα... λέτε να σημαίνει κάτι ??? !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήSotiria Kella
Σχετικά με τα πολύ ενδιαφέροντα για την 21η Απριλίου τοποθετούμαι για
ΑπάντησηΔιαγραφήτον Παναγούλη.
Αναφισβήτητα επρόκειτο για αγνό αγωνιστή με απαράμιλο θάρρος. Πλην όμως είχε πέσει θύμα παραπλάνησης εκείνων των κέντρων αποφάσεων CIA κλπ που ήθελαν τη διαιώνιση του δικτατορικού καθεστώτος στην Ελλάδα. Ο Γιωρκάτζης βοήθησε τον Παναγούλη βλέποντας την προσπάθεια του ως προβοκάτσια.
Ισχύει ότι ο άθλιος Γιωρκάτζης πράκτορας των Αμερικανών και αρχηγός του αντικουμουνιστικού αγώνος, του προμήθευσε τα εκρηκτικά. Ευτυχώς ο Δικτάτορας δεν σκοτώθηκε, άλλως θα είχε ηρωοποιηθεί ο προδότης
δικτάτορας και όχι ο γενναίος Παναγούλης. Ο Θεός λυπήθηκε την Ελλάδα και έτσι ο Παναγούλης πέτυχε τον επικοινωνιακό του στόχο.
Αν τότε ο Παπαδόπουλος είχε σκοτωθεί θα είχε ηρωποιηθεί ενώ ακραία στοιχεία, όπως ο Ιωαννίδης θα είχαν από τότε επικρατήσει και αλλοίμονο μας.
Ο Παναγούλης είχε ζήλο για την πατρίδα και τη δημοκρατία, αλλ΄ουκ μετ' επιγνώσεως.
Αυτή είναι η γνώμη μου με όλο το σεβασμό στην φιλοπατρία και το
απαράμιλλο θάρρος του ήρωα Παναγούλη.
Κρίτων Κοκκινάκης
"Η Ελευθερία δεν είναι δικαίωμα, αλλά καθήκον" είχε πει ο Αλέκος Παναγούλης. Ο Παναγούλης υπήρξε από τους ωραιότερους Έλληνες, γενναίος και ηρωικός, πραγματικός δημοκράτης και καθαρός άνθρωπος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαμιά φορά, σκέφτεται κανείς πως ο Χάρος χτυπάει ορισμένους ανθρώπους των οποίων τη μνήμη επιθυμεί να προστατεύσει. Και ο Παναγουλης σκοτώθηκε πριν δει την παρακμή της Δημοκρατίας στην Ελλάδα και τον πλήρη εκφυλισμό των δυνάμεων του σοσιαλιστικού κέντρου όπου ο ίδιος κινείτο πολιτικά.
Θυμάμαι μια ωραία συνέντευξη που είχε δώσει στην Οριάνα Φαλάτσι, όπου παρουσίαζε τον εαυτό του σαν έναν απλό άνθρωπο σαν όλους τους άλλους (και ας ήξερε πως δεν ήταν σαν όλους τους άλλους). "Δεν γνώριζα τι δυνάμεις είχα μέσα μου, μέχρι που με υπέβαλλαν στα βασανιστήρια" ανέφερε κάπου στη συνέντευξη - και τα βασανιστήρια στην περίπτωσή του ήσαν φριχτά και πρωτοφανή για τη χώρα μας...
Andreas Makrides
11 Νοεμβρίου 2014.Ώρα 19.00
ΑπάντησηΔιαγραφήΟρισμένες διορθώσεις και σχόλια του παρόντος κειμένου για την πληρέστερη ενημέρωση των επισκεπτών του ιστολογίου:
1.Ο Γεωρ. Παπαδόπουλος,ως Αξιωματικός Πυροβολικού,ήταν Διοικητής της 117 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού,που είχε έδρα τότε την Ορεστιάδα του Νομού Έβρου,και όχι Μονάδας Τεθωρακισμένων.
2.Όπως μου είπε Απόστρατος Αξιωματικός,τότε Υπολοχαγός στην 117 ΜΠΠ,είχε εντοπισθεί δολιοφθορά σε οχήματα της Μονάδας,αλλά δεν ήταν αυτής της έκτασης,που τότε είχε δοθεί.
3.Είχε σημειωθεί μία κίνηση στα παρασκήνια από Αξιωματικούς βαθμού Λοχαγού και Ταγματάρχου,περίπου 2.000,οι οποίοι δυσφορούσαν,γιατί καθυστερούσε χαρακτηριστικά η προοπτική της σταδιοδρομίας των.Το γεγονός αυτό προκαλούσε στους Αξιωματικούς αυτούς βαθύτατη δυσαρέσκεια κατά της τότε πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας και ενίσχυε τις ανατρεπτικές τάσεις.
4.Ο Γεωρ. Ζωϊτάκης,Διοικητής τότε του Γ΄Σώματος Στρατού με έδρα την Θεσσαλονίκη,συμμετείχε στην συνεδρίαση της 20ης Απριλίου 1967 του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου.Τα διαμειφθέντα στο Συμβούλιο ο Γ. Ζωϊτάκης,που εγνώριζε την κίνηση των Συνταγματαρχών,μετέφερε στον Νκ. Μακαρέζον,για να επισπεύσουν το κίνημά τους.
5.Ο Δημ. Ιωαννίδης το καλοκαίρι του 1966 είχε μετατεθεί στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων,ως Διοικητής του Τάγματος Ευελπίδων.Γι αυτό και οι Ευέλπιδες είχαν χρησιμοποιηθεί,πλησίον της Σχολής,την 21η Απριλίου 1967 σε στατικές αποστολές και περιπολίες,προς απαγόρευση της κυκλοφορίας των πολιτών προς το κέντρο των Αθηνών.
Κωνστ. Πατιαλιάκας
Αντιστράτηγος ε.α