Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Οι ελληνικοί πληθυσμοί των
αλύτρωτων περιοχών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά την λήξη του Α΄ Παγκοσμίου
Πολέμου, έτρεφαν μεγάλες προσδοκίες για απελευθέρωση, μετά τη νίκη των συμμάχων
της Αντάντ και της συμπαράταξης με την ηττημένη Γερμανία ως συμμάχων της με
ενεργό συμμετοχή, τόσο των Τούρκων όσο και των Βουλγάρων. Η εξέλιξη των
γεγονότων δικαίωσε εν μέρει τις ελληνικές προσδοκίες. Επίκεντρο του ενδιαφέροντος,
υπήρξε το Παρίσι όπου συνήλθε η Διάσκεψη Ειρήνης, η οποία άρχισε τις εργασίες της
στις 12 Ιανουαρίου 1919
Η Ελλάδα βρέθηκε στο πλευρό των νικητών και παρά τον λαϊκό ενθουσιασμό, τα πράγματα για την κυβέρνηση δεν ήταν εύκολα, σε ό,τι αφορά την ικανοποίηση των εθνικών διεκδικήσεων.
Όπως γράφει ο Σπύρος Μαρκεζίνης στην «Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος για το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου:
«Από τώρα και εις το εξής θα αρχίσουν πλέον τα παράπονα, καθ’ ολοκληρίαν δικαιολογημένα των Ελλήνων έναντι των Γάλλων, των Άγγλων και βραδύτερον , κατ’ εξοχήν, εναντίον των Αμερικανών,, οι οποίοι επεδείκνυον εις πάσαν περίπτωσιν την αδυναμίαν των απέναντι των Βουλγάρων, προς τους οποίους εύρισκον πάντοτε τρόπον να συμπεριφέρωνται με επιείκειαν».
Ο αλύτρωτος Ελληνισμός ζούσε έως τότε με τον τρόμο των Βούλγαρων κομιτατζήδων και την αυθαιρεσία των Τούρκων καθώς και την χλευαστική τους στάση. Ήταν συνεχή τα ανθελληνικά προκλητικά επεισόδια, στην Ανατολική Μακεδονία και την Θράκη, ακόμα και μέσα στην Κωνσταντινούπολη.