Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Η ληστεία, κατά τη διάρκεια του 19ου
αιώνα, υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα για τους κατοίκους της Θράκης,
επειδή το Οθωμανικό κράτος δεν έδειχνε ενδιαφέρον για την πάταξή της, ενώ σε
ορισμένες περιπτώσεις την υποκινούσε εκ του αφανούς. Οι ληστές ήταν συνήθως
άτακτοι βασιβουζούκοι, και συχνά λιποτάκτες του Οθωμανικού στρατού.
Μια αδρή εικόνα της ληστοκρατίας περί το 1878 μας δίνει ο υποπρόξενος της Ελλάδας στο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη) Γ.Ν. Καραγιαννόπουλος. Περιγραφικός στις λεπτομέρειες, σε υπηρεσιακή αναφορά του, μας μεταφέρει στο δυστοπικό κλίμα της εποχής του, που επικρατούσε στην ευρύτερη περιοχή της σημερινής Αλεξανδρούπολης.
Συγκεκριμένα γράφει ότι η ληστεία ήταν «κορυφωμένη πέριξ της πόλεώς μας είς τον ανώτατον βαθμόν». Και δίνει ως παράδειγμα την περίπτωση του αδελφού του προξενικού πράκτορα της Γαλλίας ονόματι Πολίτη Βερνάτζη, που έρχονταν από την Αδριανούπολη, προφανώς με άμαξα. Σε απόσταση δύο ωρών έξω από την Αλεξανδρούπολη τον συνέλαβαν ληστές και του έκλεψαν τα πάντα… «τοσούτον ώστε και αυτά τα περιπόδιά του αφήρεσαν»!!! Του πήραν δηλαδή και τις κάλτσες!!! Τη λέξη περιπόδια, παρεμπιπτόντως, χρησιμοποιεί και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.
Ο αδελφός του, όταν το έμαθε με το κύρος του προξενικού πράκτορα της Γαλλίας, ζήτησε από τις Οθωμανικές αρχές αστυνομική δύναμη για να τον ελευθερώσει, γιατί οι ληστές τον είχαν πάρει μαζί του στα ορεινά. Οι Οθωμανικές αρχές αδιαφόρησαν πλήρως και με χίλιες παρακλήσεις του διέθεσαν δύο χωροφύλακες. Έτσι αναγκάσθηκε να μισθώσει και 12 άτομα για να βγει στα βουνά κυνηγώντας τους ληστές ώστε να ελευθερώσει τον αδελφό του. Τελικά τον βρήκε κάπου στο βουνό, γυμνό!!!
Τρεις μέρες νωρίτερα άγνωστοι ληστές είχαν συλλάβει κάποιους αμαξηλάτες, «αραμπατζήδες» όπως διευκρινίζει στην έκθεσή του ο Καραγιαννόπουλος, που έρχονταν στην Αλεξανδρούπολη και τους έκλεψαν όσα είχαν και δεν είχαν, ενώ σκότωσαν και μερικούς…
Εφόνευσαν τον συνάζοντα αβδέλας…
Όμως τότε, κατά τον Καραγιαννόπουλο «άλλον δε συνάζοντα αβδέλας εις τα περίχωρα, αφού του αφήρεσαν παν ό,τι είχε τον εφόνευσαν». Οι αβδέλες, που τις εύρισκαν σε στάσιμα νερά και έλη, χρησιμοποιούνταν για αφαιμάξεις, όσων είχαν υψηλή αρτηριακή πίεση.
Οι Οθωμανικές αρχές όμως εξακολουθούσαν να αδιαφορούν και να μην παίρνουν μέτρα αντιμετώπισης της ληστείας, που μάστιζε τον τόπο. Ο Καραγιαννόπουλος πάντως στην έκθεσή του το λέει ευθέως: Ποιες τοπικές αρχές να πάρουν μέτρα, όταν οι ίδιες αρχές κατά κανόνα έκλεβαν το κράτος στα φανερά... Όσον αφορά την ασφάλεια των κατοίκων τα ίδια περίπου συνέβαιναν. «Και εις την Γιμουρτζίναν (σ.σ. Κομοτηνή) τα αυτά κακουργήματα πράττονται, ένθα στρατιώται τινές εκτύπησαν δια βολής πιστολίου την δεκαεξαετή θυγατέραν του ιατρού Στεφάνου, Ιταλού, και ήδε είς μέγιστον κίνδυνον ευρίσκεται».
Συμπερασματικά ο Καραγιαννόπουλος έγραφε προς το υπουργείο Εξωτερικών στην Αθήνα:
«Αι τοιαύται δε βιαιοπραγίαι και τα ανήκουστα αδικήματα πραττόμενα παρά της ενταύθα Οθωμ. Αρχής κατά των υπηκόων της Α. Μ. και ανεξαιρέτως εις τους υπηκόους όλων των εθνών και εις αυτούς ακόμη τους συμμάχους του Σουλτάνου, είνε αδύνατον να εκφρασθώσιν: περιφρονούσα και νόμους και συνθήκας και διεθνές δίκαιον μετέρχεται παν θεμιτόν και αθέμιτον προς κακοποίησιν των ξένων υπηκόων ανεξαιρέτως και ουδεμίαν θέλουσα να διεκπεραιώσει διαφοράν, όταν συμπέση να υπάρχη τοιαύτη μεταξύ υπηκόων ξένης δυνάμεως και υπηκόου Οθωμανού όπερ δεν δύναμαι να εκπεραιώσω, ως πρέπει, ουδεμίαν υπόθεσιν υπηκόου Έλληνος».
Ούτε το Χάττ-ι Χουμαγιούν αρκούσε!!!
Και άλλη μια σημαντική παρατήρηση του υποπρόξενου Καραγιαννόπουλου:
«Ο εξαγριωμός ούτος των Οθωμανών, ήρχισεν ν’ αυξάνη εις πολύ μετά την
ανάγνωσιν του Χάτι Χουμαγιούν».
Τι ήταν το Χαττ-ι Χουμαγιούν;
Επρόκειτο για αυτοκρατορικό μεταρρυθμιστικό διάταγμα, που δημοσιεύθηκε το 1856. Η έκδοσή του έγινε κάτω από την πίεση της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας. Στόχος των μεγάλων δυνάμεων ήταν να ληφθούν νέα μέτρα υπέρ των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το διάταγμα αυτό, λόγω των μεταρρυθμίσεων που ήθελε να επιβάλει ήρθε σε ευθεία αντίθεση με την παραδοσιακή πολιτική ιδεολογία της Αυτοκρατορίας και σε πολλές περιπτώσεις οι Οθωμανοί θεωρούσαν ότι επρόκειτο για σουλτανική προδοσία. Και αντιδρούσαν με κάθε τρόπο, στις προβλέψεις του, που επιχειρούσαν να προστατεύσουν τους Χριστιανούς. Η άνοδος όμως στο θρόνο του απολυταρχικού σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ Β’ και το ξέσπασμα του Ρωσο-Τουρκικού πολέμου (1877-1878) ανέστειλαν τη διαδικασία φιλελευθεροποίησης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και οδήγησαν στη βαθμιαία επιστροφή του παλαιού γνώριμου απολυταρχικού καθεστώτος.
Η ληστεία πάντως ήταν μόνιμη πληγή για τους κατοίκους της Θράκης. Από τις 9 Μαρτίου 1854 ο πρόξενος στην Αδριανούπολη Ιωσήφ Βαρότσης γνωστοποιούσε στην Αθήνα το πρόβλημα από πολυάριθμες σπείρες ληστών και κατατρομοκρατούσαν τους κατοίκους της υπαίθρου, οι οποίοι για ασφάλεια κατέφευγαν στις πόλεις. Οι αρχιληστές Μουμτζής και Βαλαβαντσής- έλεγε- μαστίζουν τα περίχωρα Ραιδεστού και Ζααράς. Μέσα σε μια χρονιά, μόνο ο Βαλαβαντσής είχε σκοτώσει 150 χριστιανούς…
Ο επόμενος πρόξενος στην Αδριανούπολη, ο Γεννάδη,ς σε αναφορά του στις 25 Μαΐου 1877 γνωστοποιούσε στην Αθήνα τα βάσανα των κατοίκων της Θράκης από τους άτακτους Κιρκάσιους, που καταλήστευσαν τον κόσμο. Η πεποίθηση την οποία σχημάτισαν οι χριστιανοί ήταν ότι δεν έχουν να ελπίζουν τίποτα από την Οθωμανική κυβέρνηση «διότι είτε εξ ενόχου αδιαφορίας είτε εξ αδυναμίας οικτράς ουδέν αύτη ενεργεί προς περιστολήν του κακού».
Ομάδες ληστών ακόμα και το 1890 δρούσαν ανενόχλητες. Στις 5 Ιουλίου ο πρόξενος στο Δεδέαγατς Ν. Νικολάου, ανέφερε, ότι ληστρική ομάδα 18 ατόμων, που είχε συγκροτηθεί στην περιοχή Σουφλίου, από Οθωμανούς πρόσφυγες προερχόμενους από τη Βουλγαρία, περίπου 10 μέρες νωρίτερα, κατέλαβε το δρόμο μεταξύ Σουφλίου και Διδυμοτείχου «εν ημέρα πανηγύρεως» συνελάμβανε και λήστευε όλους τους διερχόμενους χριστιανούς. Οι αρχές διέταξαν να βγουν τα αποσπάσματα για την καταδίωξη των ληστών, ισχυρίζονταν όμως ότι οι ληστές δεν πρέπει να είναι Οθωμανοί… αλλά ξένοι. Και προσέθετε ο Νικολάου: «Εν τοις χωρίοις ουδείς των προκρίτων αποφασίζει να εξέλθει διότι φοβείται αν μεν συλληφθή υπό συμμορίας να φονευθή, παρά του πρώτου παρατυχόντος πρόσφυγος Οθωμανού, αρκούν μόνο να λάβη ό,τι εύρει εις την τζέπην. Τοιαύτη εστίν η δημοσία ασφάλεια εν τη περιφερεία μου».
Η ληστεία όντως υπήρξε πληγή αγιάτρευτη για τους κατοίκους της Θράκης του 19ου αιώνα, που προκάλσε πολύ πόνο.
Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
ΠΗΓΗ
Διπλωματικό και
Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου των Εξωτερικών