Ο χειμώνας του 1946 υπήρξε δριμύς στον Έβρο. Σκληρός και αδυσώπητος από κάθε άποψη. Τα μαύρα σύννεφα του εμφυλίου πολέμου, άρχισαν φουντώνουν και να καλύπτουν το νομό και ολόκληρη την Ελλάδα. Χιονοπτώσεις πολλές. Ομίχλη πυκνή. Κρύο αφόρητο και υγρασία. Στα αστικά κέντρα, απαγορευμένη η κυκλοφορία τις νύχτες.
Ο ανταποκριτής του Ρώυτερ Ρόμπερτ Μπίτζιο μετέδιδε από το Διδυμότειχο, ότι και οι στρατιώτες (όπως και οι αντάρτες φυσικά) ζούσαν σε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες μέσα σε άθλια οικήματα και σε κατάσταση διαρκούς επιφυλακής λόγω της εμφανίσεως και δράσης ανταρτών. «Λόγω της πτώσεως χιόνος, απεκόπησαν όλαι αι συγκοινωνίαι των και επικοινωνούν μόνον δια του ασυρμάτου» τηλεγραφούσε ο Άγγλος ανταποκριτής. Ξεπαγιασμένοι και νηστικοί μάχονταν οι αντάρτες. Αλλά και οι στρατιώτες και χωροφύλακες δεν ήταν σε καλύτερη μοίρα. Με θύμα ανάμεσά τους τον άμαχο πληθυσμό του νομού Έβρου.
Τα πράγματα στην περιοχή του νομού Έβρου, δεν ήταν ευχάριστα, όταν άρχισαν το 1946 οι πρώτες εχθροπραξίες μεταξύ των ανταρτών και των κυβερνητικών δυνάμεων, που ήταν ο εθνικός στρατός, η Χωροφυλακή και οι επιστρατευμένοι πολίτες στην ύπαιθρο.