*Φωτογραφία μου, του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα, στην οδό Λάμπρου Κορομηλά 23, έργο του Ερνέστου Τσίλερ, όπου στην Τουρκοκρατία στεγάστηκε το
Ελληνικό Γενικό Προξενείο Θεσσαλονίκης, μυστικό επιτελικό κέντρο του Αγώνα στην
ένοπλη φάση του, με επικεφαλής τον πρόξενο Λάμπρο Κορομηλά.
Γράφει ο Νίκος Δ.Παπαδιονυσίου
Μεσάνυκτα Οκτώβρη του 1905. Ο Δημήτριος ή Δημητρός ή Μήτσος, πατέρας
του Νικόλα, στα δεκαπέντε του ξεφεύγει απ’ την κομιτατζήδικη επιτήρηση για να
μπει στην Ελλάδα. Ήθελε να φθάσει στην
Αθήνα. Καβάλα σ’ άλογο με αγωγιάτη του σογιού που τον περίμενε στην άκρη της
πόλης του, της Στρώμνιτσας (της Στρούμτσας της σημερινής FYROM, της βόρειας
Μακεδονίας) φθάνει στον σιδηροδρομικό σταθμό του Ούντοβο. Απ’ εκεί, στη
οθωμανική Σαλονίκη, στον θείο του Γιώργη Λιώτη, αδελφό της μάνας του Μαριγώς. Έμεινε λίγες ημέρες, εφοδιάζεται με
χαρτιά και με το τούρκικο τρένο και το Θεσσαλικό Ελληνικό μετά, φθάνει στον
προορισμό του.
Η ανάγκη για το φευγιό του ήταν
άμεση. Όλοι οι άνδρες του σογιού, εχθροί των κομιτατζήδων, ήσαν σ’ επιτήρηση.
Απρίλης 15 του 1904, Τετάρτη, κομιτατζήδες του Τσερνοπέεφ μαχαίρωσαν πισώπλατα
τον μεγαλύτερο θείο του Δημητρού, Χαρίτωνα Λιώτη, πρωτεργάτη του Μακεδονικού
Αγώνα στη Στρώμνιτσα, καθώς σταμάτησε για πηγαίο νερό στον δρόμο για το
Βαλάντοβο. Μήνα μετά, σκυλιασμένοι απ΄ τ’ αντίποινα Ελλήνων κι΄ Ελληνόφωνων με
την εκτέλεση του πρωτοπαλίκαρού του, παραμόνευαν να δολοφονήσουν τον δεύτερο
αδελφό Χρήστο Λιώτη, που τέλειωνε τη Σχολή Ευελπίδων στην Αθήνα. Πήγε κρυφά για
το μνημόσυνο του αδελφού του. Τους απέφυγε με την αστραφτερή του εξυπνάδα που
γνώρισε ο Νικόλας χρόνια πολλά μετά. Φεύγοντας κρυφά από Στρώμνιτσα, Ούντοβο
μετά, ταξίδεψε για Τεργέστη, απ’ όπου γύρισε Πειραιά- Αθήνα με πλοίο.
*«Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα: Στις στήλες «ΥΠΕΡ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΠΕΣΟΝΤΕΣ»και το όνομα
του θείου Χαρίτωνα Λιώτη»
Ο Μήτσος έμεινε ένα μεγάλο
διάστημα με τον θείο του, τον «θείο Χρήστο» όπως τον αποκαλούσε όλο το σόι,
αξιωματικό του Μηχανικού του Ελληνικού Στρατού, αργότερα Στρατηγό.
*«Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα: Το τότε γραφείο του Προξένου Λάμπρου
Κορομηλά»
……………………………………………………
Ο Νικόλας θεωρεί ότι μια από τις
πιο βασικές υποχρεώσεις των ανιόντων, ειδικά των γονιών, είναι να ενημερώνουν
τα παιδιά τους για τις ρίζες τους. Αυτό δεν συνέβη με τους δικούς του.
Στα παιδικά του χρόνια και στα
πρώτα εφηβικά, το ενδιαφέρον του ήταν ελαττωμένο πάνω στο θέμα. Στα 15-16
κορυφώθηκε η περιέργειά του βλέποντας ότι με τ΄ αδέλφια του γνώριζαν τα
στοιχειώδη από μεριάς του Μακεδόνα πατέρα του.
Στις επίμονες ερωτήσεις του στον
ίδιο, στις θείες του, αδελφές του,
Ευπραξία στο Κιλκίς και Άννα, στα πολύ μεγαλύτερα απ΄ αυτόν παιδιά της,
πρώτα του εξαδέλφια Παντελή και Αλεξάνδρα στη Σαλονίκη, στη πρώτη εξαδέλφη του
πατέρα του, θεία Ελενίτσα, κόρη του δολοφονημένου Χαρίτου, στα τότε Πατήσια, η
αντιμετώπιση ήταν ίδια: Αλλαγή στη συζήτηση, κάποιες γενικότητες με καταφανή
αμηχανία και επίκληση άγνοιας στις περιπτώσεις που ζητούσε κάποιες, όχι
εξεζητημένες, απλές διευκρινίσεις.
Μόνο η μάνα του, θέλοντας να
πειράξει τον πατέρα του όταν τα παιδιά την ρωτούσαν στα χρόνια της υποχρεωτικής
εγκράτειας μέχρι το 1950, αλλά και αργότερα:
- Τι έχουμε να φάμε το βράδυ
μαμά;, τους απαντούσε χαμογελώντας κοιτάζοντας τον πατέρα τους με τα μοναδικά
σλαυομακεδονικά που άκουσαν και τους έμειναν:
- Τσάϊτσε ε μασλίνγκι (τσαγάκι
κι΄ ελίτσες), όπως του μετέφρασε πρόσφατα το μασλίνγκι, όχι ελιές όπως νόμιζε,
η Αιμιλία, βουλγάρα οικιακή βοηθός στο σπίτι του. Τους έλεγε ότι η μάνα του, η
γιαγιά Μαριγώ που δε τη πρόλαβαν, μιλούσε μόνο σλαυομακεδόνικα μαζί του
υπονοώντας ότι ήταν σλαυομακεδόνισα (γραικομάνα, όπως αργότερα με τις
αναζητήσεις του έμαθε), πράγμα που το είχε πιστέψει και αποδεχθεί σαν μία
αδιάφορη ιδιαιτερότητα… Τους έλεγε ότι ο πατέρας μιλούσε με τη μάνα του μόνο σλαυομακεδονικά όταν αντάμωναν
τα πρώτα χρόνια του γάμου τους, τα οποία ο πατέρας δεν μιλούσε ποτέ με άλλον,
με τις θείες του Άννα και Ευπραξία, ίσως όταν τα παιδιά ήσαν μπροστά.
Όταν αργότερα, στα 30 του ο
Νικόλας, μετά τον θάνατο των γονιών του, τόλμησε να ρωτήσει τον θείο Στρατηγό
Χρήστο Λιώτη στη βιλίτσα του στο Καστρί, αντιμετώπισε, παρόλη την αγάπη που του
είχε, το διεισδυτικό, διερευνητικό, οξύ του βλέμμα αναγκάζοντάς τον να τα
«μαζέψει» και μη επανέλθει στα υπόλοιπα πέντε χρόνια της ζωής του θείου.
Γνώρισε έναν πρώτο εξάδελφό του
στη Σαλονίκη, τον Χρήστο Γάβερ, γιο του Λεωνίδα, αδελφού του πατέρα του, που
την ύπαρξή του έμαθε το 1964 σε επίσκεψή του στ΄ άλλα εξαδέλφια του.
Συμπαθέστατος, ήπιος, ίδιος στην εμφάνιση με τον αδελφό του Κώστα.. Γνώρισε και
τη γυναίκα του Νίτσα και τη μικρούλα, ξανθούλα, χαριτωμένη Μάγδα, τη κορούλα
τους, 6 ετών τότε.
Την ίδια εποχή (23 χρόνων) τα
ξαδέλφια του τον πήραν δύο φορές στην εορτή των Πεντεκαίδεκα Μαρτύρων,
πολιούχων της Στρώμνιτσας. Την εόρταζαν οι πρόσφυγές της στη Σαλονίκη και το
Κιλκίς. Αυτό, προσπαθώντας να τον κρατήσουν κοντά τους στη Σαλονίκη, άκληροι οι
ίδιοι, με το να τον παντρέψουν εκεί.
Ο Νικόλας θυμάται το ερευνητικό
βλέμμα πολλών μεγάλης ηλικίας, ορισμένων ντυμένων ως μακεδονομάχων, καθώς
άκουγαν το επίθετό του με τις συστάσεις :«Ο Νικόλας είναι Παπαδιονυσίου από την
Αθήνα», ενώ το δικό του βλέμμα καρφωνόταν
στις κούκλες κόρες- εγγονές τους, ντυμένες με στολές του Γιδά.
Το επίθετο ενός γερασμένου ατόμου έμεινε στο
υποσυνείδητό του. Το συνάντησε πολύ αργότερα, το 1988 διαβάζοντας ένα βιβλίο: ο
κύριος Αγγειοπλάστης.
Δεν έκανε με τον Χρήστο τότε
καμιά συζήτηση πάνω στο θέμα του σλάβικου επιθέτου του. Βρισκόταν σε σύγχυση.
Σκέφτηκε ότι θα αναμόχλευε κάτι που το κρατούσαν στο σκοτάδι. Έκανε άσχημα να
μη βγάλει από τότε άκρη.
Τις 2- 3 φορές που τον ξαναείδε,
όταν αργότερα ανέβαινε Σαλονίκη με τον αδελφό του για χαλεπές καταστάσεις (κηδείες,
μνημόσυνα, σε μια αδυσώπητη- ταχεία διαδικασία για την εξάλειψη του σογιού
του), δίστασε πάλι να τον ρωτήσει. Ξαφνικά, μετά και το θάνατο και των ξαδελφιών
του Παντελή και Αλεξάνδρας, πριν το 1990, έχασε κάθε ίχνος του παρά τις
προσπάθειές του, καθώς μετακόμισαν, άλλαξαν τηλέφωνο και φαίνεται δεν είχαν την
ίδια διάθεση μ΄ αυτόν για επικοινωνία.
Μόνο τη Μάγδα, κοπέλα πια, το
1984, την είδε για μερικά λεπτά στο αεροδρόμιο στο Ελληνικό καθώς έφευγε για
Σαλονίκη, όταν ειδοποιήθηκα ξαφνικά στη ΠΥΡΚΑΛ να πάει να την συναντήσει. Είχε
δώσει εξετάσεις στον ΟΤΕ.
Τελικά Φεβρουάριο του 2005,
ψάχνοντας πάλι στον κατάλογο Σαλονίκης, βρήκε ένα τηλέφωνο στο όνομα της
Νίτσας. Συγκίνηση αμοιβαία, κλάματα όταν τον πληροφόρησε για τον πριν τρία
χρόνια θάνατο του Χρήστου, με ίδιο εισιτήριο με αυτό του αδελφού του Κώστα τον Νοέμβριο
του1995. Μετά 15 λεπτά τον πήρε η Μάγδα, 48 χρόνων, χήρα από τα 30 της.
Με τη πρώτη ευκαιρία θα ανέβει
Σαλονίκη να τους δει και συζητήσει μαζί τους.
Συνεχίζοντας μ΄ αυτά που είναι
λεπτομέρειες, ήδη από τα γυμνασιακά του χρόνια ο Νικόλας, στην Ζ΄ και Η΄ (2α
και 3η λυκείου) στο Κλασσικό του Α΄ Προτύπου Γυμνασίου Αρρένων Πειραιώς
(Ιωνίδειο), άρχισε να ασχολείται με τις ελληνικές μειονότητες στα Βαλκάνια,
χωρίς να είναι στις υποχρεώσεις του. Έψαχνε
βιβλιογραφία στη δημοτική βιβλιοθήκη Πειραιά στο Δημοτικό Θέατρο,
διάβαζε οτιδήποτε εύρισκε σχετικό.
Πηνελόπη Δέλτα και τα Μυστικά της του Βάλτου ή τον Καιρό του Βουλγαροκτόνου,
Παύλο Μελά, Κορομηλά, Ίωνα Δραγούμη. Ελληνικά και σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα
και Βαλκάνια με διαφορετικά σήμερα ονόματα, πληθυσμοί ελλήνων, εβραίων,
βαλκανίων και τούρκων που τα ζωντάνευαν, ρουμανίζοντες, γραικομάνοι, αφηγήσεις
από έλληνες και ξένους. Είχαν γίνει γι΄
αυτόν συνηθισμένα. Πάντα με απόλυτη την πίστη ύπαρξης την εποχή εκείνη ενός υπό
συνεχή πίεση από τους Βουλγάρους ελληνισμού.
Στην Ζ΄ γυμνασίου, όταν στην
Έκθεση τους δόθηκε ελεύθερο θέμα, έγραψε το «Ελληνισμός εις τα Βαλκάνια» με
βάση τα ακούσματά του και ότι βοηθήματα διέθετε. Ο Ευθυμίου, καθηγητής του
Ιστορίας, άφησε την (φαινομενική) αδιαφορία του και τον εξύμνησε στη τάξη. Ο απρόσιτος
Αλέξανδρος Καρανικόλας, γυμνασιάρχης- δημιουργός του Α΄ Προτύπου Γυμνασίου
Αρρένων Πειραιώς, του χαμογέλασε επιδοκιμαστικά και όπως δεκαετίες αργότερα,
όταν ο πατέρας του είχε φύγει, έμαθε από τον Νομικό γαμπρό του, ότι συγχάρηκε
γι΄ αυτόν τον πατέρα του, όταν τον κάλεσε στο Γυμνάσιο, συγκινώντας τον και
συγκινώντας και τον Νικόλα όταν το έμαθε πολλά χρόνια μετά, καθώς πάντα είχε τη
λανθασμένη εντύπωση ότι το ενδιαφέρον του πατέρα του γι΄ αυτόν και τις σπουδές
του ήταν περιορισμένο. Συνειδητοποιούμε για λίγες περιπτώσεις, όσες επιτρέπει η
τύχη, τη πραγματικότητα και το βάθος της για πράγματα που μας έχουν πληγώσει,
όταν ο χρόνος μας αφαιρεί τη δυνατότητα μιας έμπρακτης, όχι λεκτικής, συγνώμης
ή έστω μιας αγκαλιάς σ’ αυτούς, πολύ περισσότερο στους γονιούς μας, που
αδικήσαμε με τις κρίσεις μας. Αυτό χωρίς να σημαίνει ότι ο Νικόλας δεν αγαπούσε
και σεβόταν τον πατέρα του.
1988, και ψάχνοντας στο
βιβλιοπωλείο του Τάσου Πιτσιλού, έπεσαν
τα μάτια του σε βιβλίο του Κ. Βακαλόπουλου, καθηγητή ιστορίας του ΑΠΘ, άριστου
ερευνητή, έκδοση Μπαρμπουνάκη- Θεσσαλονίκη 1987:
Μακεδονικός Αγώνας, η ένοπλη
φάση, 1904- 1908.
Το αγόρασε αμέσως. Διαβάζει από
το κεφ. Ι. Η εξέλιξη του Μακεδονικού Αγώνα στο βιλαέτι Θεσσαλονίκης, σελ. 275:
«Τον Μάιο του 1904 δολοφονήθηκε ο πρόκριτος Χαρίτων Λιώτης, καθώς επέστρεφε από
το Βαλάντοβο στη Στρώμνιτσα. Τότε, το Σεπτέμβριο του 1904 σχηματίστηκε με
πρωτοβουλία του Νικ. Αγγειοπλάστη, ο πρώτος μυστικός πυρήνας στη Στρώμνιτσα με
βασικά στελέχη τους Ν. Παπανικολάου, Δημ. Αμβράση, Λεων. Παπαδιονυσίου, Νικ.
Τσάτση, …….».
Με μόνη εξαίρεση το θέμα Γάβερ,
που δεν θίγει, θα επανέλθει με τις όποιες πληροφορίες από Νίτσα- Μάγδα, ιστορεί
τις ρίζες του βασισμένος στα όσα λίγα άκουσε και σε ιστορικά στοιχεία της
Μακεδονίας, καθώς δεν υπάρχει περίπτωση να αντλήσει περισσότερα. Άλλωστε,
πλέον, «ουκέτι καιρός».
*«Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα: Φωτό μου επεξεργασμένες από πίνακες γνωστών
ζωγράφων: Παύλος Μελάς, Λάμπρος Κορομηλάς, Ίων Δραγούμης»
Σύντομα ιστορικά στοιχεία
Με την ύπαρξη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και τη μετέπειτα
Οθωμανική, η ανάμιξη των βαλκανικών εθνοτήτων Ελλήνων (με Σαρακατσάνους,
Βλάχους, σλαβόφωνους Έλληνες, Αλβανούς με Ελληνική συνείδηση), Βουλγάρους,
Σέρβους, Ρουμάνους, Αλβανούς και λοιπών όπως Τούρκων, Εβραίων (στις πλείστες
πόλεις και χωριά.
*Επεξεργασμένη δική μου φωτό poster του Μουσείου:Η Σαλονίκη
των Εβραίων, Οθωμανών, Ελλήνων πριν την ανάκτησή της.
Στη Σαλονίκη το 1912, πριν την
είσοδο του Ελληνικού Στρατού σε σύνολο 130.000 κατοίκων οι 60.000 ήταν Εβραίοι.
Σε άλλη απογραφή του 1904 επί 150000 κατοίκων, οι 75000 ήσαν Εβραίοι, 35000
Οθωμανοί, 25000 Έλληνες, 10000 Αρμένιοι, 5000 Βούλγαροι και οι λοιποί
Ευρωπαίοι), υπήρξε τεράστια, ώστε να την αποκαλούν οι ξένοι «τεράστιο
μακεδονικό συνονθύλευμα», κοινώς «αχταρμάς». Ειδικά γύρω από τα σημερινά βόρεια
σύνορα της Ελλάδας και σε βάθος χιλιομέτρων η ανάμιξη αυτή πριν την αποχώρηση
των Οθωμανών, ήταν τέτοια ώστε όχι μόνο καθαρά ελληνικά χωριά και πόλεις δεν
υπήρχαν αλλά συχνά οι Έλληνες αποτελούσαν μειονότητα. Οι αναμίξεις επίσης με επιμειξίες ήταν
συχνές.
*«Επεξεργασμένη δική μου φωτό poster του Μουσείου:Η ύπαιθρος πριν την
ανάκτησή της»
Κατά τον Henry Noel Brailsford,
Άγγλο που εξέφραζε την τότε (αρχές 20ου αιώνα) Αγγλική πολιτική δημιουργίας
αυτόνομης «Μακεδονίας» υπό την Τουρκία με την Ελλάδα μέχρι και τη Θεσσαλία, δεν
υπήρχαν, εκτός από στις παραθαλάσσιες περιοχές Έλληνες, επειδή ο Ελληνισμός και
ο πολιτισμός του είχε καταστραφεί από τις επιμειξίες με τις καθόδους
«βαρβάρων». Όσοι μιλούσαν ελληνικά τα μιλούσαν σαν δεύτερη γλώσσα, θεωρούμενοι
ελίτ της εποχής, σαν γλώσσα που διασώθηκε από το τυπικό της Ορθόδοξης
Εκκλησίας. Τη θεωρούσε γλώσσα της ελληνικής παιδείας στα ελληνικά σχολεία όπου
φοιτούσαν παιδιά ευπόρων, ελληνόφωνων και μη.
Οι προβλέψεις του διαψεύστηκαν με
τη πέρασμα του 20ου αιώνα.
Παρά τις από πολλά χρόνια
διαμορφωμένες εθνικές συνειδήσεις, με έξαρση ειδικά στην αντιπαλότητα Ελλήνων
και Βουλγάρων, η κοινή θρησκεία με την ύπαρξη του κοινού Πατριαρχείου της
Κωνσταντινούπολης αλλά και ο φόβος του αλλόθρησκου κατακτητή, τους συγκρατούσε
σε ένα επίπεδο ανταγωνισμού αλλά και καχυποψίας, έχοντας βρει έναν τρόπο
συμβίωσης.
Με τον 19ο αιώνα, όταν φαινόταν η
επερχόμενη η απόσυρση των Οθωμανών από τα Βαλκάνια, η αντιπαλότητα αυτή με
εγκληματικές βιαιότητες από μέρους των Βουλγάρων βασικά (κομιτατζήδων) σε πρώτη
φάση και σε συνέχεια από τους Έλληνες και ελληνόφρονες (Μακεδονικός Αγώνας),
πήρε διαστάσεις, σε ένα αγώνα επικράτησης και μελλοντικής κατανομής εδαφών.
Πολύ περισσότερο, τα έκτροπα και η με κάθε τρόπο προσπάθεια επιβολής του
εκβουλγαρισμού ειδικά προς το ελληνικό και ελληνίζον στοιχείο, έφτασαν στο
μέγιστο σημείο μετά μια ιστορικών γεγονότών:
-Με τη δημοσίευση του από 10
Μαρτίου 1870 φιρμανιού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για την ίδρυση «Βουλγαρικού
Εξαρχάτου», ανεξάρτητης από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ορθόδοξης οντότητας,
παρά τα ισχύοντα από την κατάληψη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, με στόχο να
διαιρέσει το Ορθόδοξο στοιχείο, επιτείνοντας τις διαμάχες του. Ταυτόχρονα
ιδρύθηκαν μια σειρά από Εξαρχικές Μητροπόλεις, μια από τις οποίες στη
Στρώμνιτσα, τόπο καταγωγής του πατέρα μου, με αποτέλεσμα οι Βούλγαροι να
καταλαμβάνουν τις εκκλησίες και να τις μετατρέπουν σε εξαρχικές, εκβιάζοντας
και με αιματηρές μεθόδους το ελληνικό και ελληνικών φρονημάτων στοιχείο να
απαρνηθούν ότι είναι «πατριαρχικοί» και να δηλώσουν «εξαρχικοί» σε πρώτη φάση,
βούλγαροι σε δεύτερη.
-Με την κατάληψη το 1885 από τους
Βουλγάρους της Ανατολικής Ρωμυλίας, με
Ελληνικό στοιχείο, πράγμα που απέδειξε την επεκτατική τους πολιτική.
-Με τα πριν, κατά τη διάρκεια και
μετά την βουλγαρική «εξέγερση» του Ίλιντεν την 30 Ιουλίου 1903 κατά των
Τούρκων, οπότε εξανάγκαζαν το Ελληνικό στοιχείο να τους ακολουθήσει στα βουνά
και σε όχι δικές του μάχες, υφιστάμενο τις συνέπειες τόσο απ’ αυτούς όσο και
από τους Τούρκους.
Αποτέλεσμα της πιο πάνω δράσης
υπήρξε η αντίδραση του γηγενούς ελληνικού και ελληνικής συνείδησης σλαβόφωνου
στοιχείου με την μυστική υποστήριξη της Ελλάδας τόσο στην οργάνωσή του, όσο και
στην αποστολή ανθρώπινου δυναμικού (αξιωματικούς, χωροφύλακες, πολίτες όπως
γιατρούς και ειδικά ιερείς) και υλικού, με αποτέλεσμα να οργανωθεί ο
Μακεδονικός Αγώνας για τη προστασία και ενθάρρυνση του Μακεδονικού Ελληνισμού,
μετά το 1900 ειδικά και με έξαρση μεταξύ 1904- 1908, με τη διαφοροποίηση της
Ελληνικής διστακτικής πολιτικής μετά την ήττα του 1887 από τη Τουρκία.
*«Οι Μακεδονομάχοι Τέλλος Άγρας (κέντρο), Κάλας (αρ.) και Νικηφόρος (δ.)
από φωτό του 1906, σε δική μου επεξεργασμένη από poster του Μουσείου
Μακεδονικού Αγώνα»
Η Στρώμνιτσα και οι
Στρωμνιτσιώτες
Η Στρώμνιτσα αναφέρεται από την
εποχή των Ρωμαίων σαν Τιβεριούπολις.
Τον 7ο αιώνα κατέβηκαν σλαβικά
φύλα και τον 8ο- 9ο οι Βούλγαροι (Ουνοουγγρικά φύλα που αναμείχθηκαν με
σλαβικά) και πλημμύρησαν την σημερινή Βουλγαρία διεισδύοντας και ανατολικά και
νότια. Εκχριστιανίστηκαν από τους Βυζαντινούς.
Στο μεγάλο κάμπο της, στη θέση
Κλειδί, μπροστά από τη πόλη, έγιναν οι μεγαλύτερες συγκρούσεις των Βυζαντινών
Αυτοκρατόρων με τους Βουλγάρους που οδήγησαν στην για κάποιο διάστημα υποταγή
των τελευταίων (Βασίλειος ο Β’ ο Βουλγαροκτόνος- Σαμουήλ) και στην ελάττωση της
ισχύος τους. Είχε αρχίσει ήδη η αιώνια πάλη ανάμεσα στον προϋπάρχοντα ελληνισμό
και τον βουλγαρικό εθνικισμό για την επικράτηση σ’ αυτές τις περιοχές της
Βαλκανικής, πάλης που κράτησε μέχρι το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και
μετά.
Το 1900 κατοικείτο από περίπου
10.000 κατοίκους, με τους 6.000 να είναι
σλαβόφωνοι Ελληνικής εθνικής συνείδησης, γραικομάνοι, όπως τους αποκαλούσαν οι
ίδιοι οι Βούλγαροι, αναγνωρίζοντας την ελληνικότητά τους. Πολλοί μιλούσαν Ελληνικά.
Πολλοί από τους μεγάλους Μακεδονομάχους ήσαν σλαβόφωνοι, όπως οι Κων/νος
Κώττας, Βαγγέλης Στρεμπενιώτης, Δημ. Νταλίπης, ο οπλαρχηγός της Στρώμνιτσας
Παντελής Παπαϊωάννου ή Γραικός ή Νικοτσάρας, κ.α.
Είναι εξαιρετικά συγκινητική η
περιγραφή του Μ.Ραillares (βιβλιογραφία), όταν στην επίσκεψή του το 1904 στη
πόλη οι σλαβόφωνοι Έλληνες κάτοικοι προσπαθούσαν να τον πείσουν για την
Ελληνικότητά τους τραγουδώντας του τον Εθνικό Ύμνο, ελληνικά τραγούδια στα
σχολεία τους και σε άλλες συγκεντρώσεις, περνώντας ακόμη και σε νυκτερινές ώρες
κάτω από τα παράθυρά του.
Γράφει στο κεφάλαιο για τη
Στρώμνιτσα μεταξύ των άλλων (σελ.311):
«….Ο Χαρίτων Λιώτης(αδελφός της
Μαριγώς Λιώτη, γιαγιάς του Νικόλα, μητέρας του πατέρα του), τιμωρήθηκε με
θάνατο από τον βούλγαρο κομιτατζή Τσερνοπέεφ που καταπίεζε με κάθε τρόπο τους
Έλληνες, γιατί χάρισε πρόστιμο στον Έλληνα Επίσκοπο αντί να το εισπράξει…». Πιο
κάτω περιγράφει τη δολοφονία του.
Σε αφήγηση από την αδελφή του
Νικόλα Φωτεινή, πράγμα που ποτέ μέχρι τώρα δεν του είχε ιστορήσει, σύμφωνα με
αναφορά του πατέρα τους προς την ίδια το 1949, όταν ήταν 12 ετών, ο θείος του
Χαρίτος Λιώτης, πρόκριτος, κρεμάστηκε από τους κομιτατζήδες στη πλατεία της
Στρώμνιτσας επειδή αρνήθηκε να παραδώσει όταν του ζητήθηκε «ένα τενεκέ λίρες»
για την ενίσχυση του Βουλγαρικού κομιτάτου. Τόση ήταν η αντιπάθειά του πατέρα τους για τους Βουλγάρους ώστε την
όρκισε ποτέ της να μη μιλήσει σε Βούλγαρο!. Σήμερα η αδελφή του έχει οικιακή
βοηθό Βουλγάρα!.
Στην περιοχή βρίσκεται το χωριό
Γάβροβο ή Γκάμπροβο. Σύνηθες να ονομάζονται χωριά από το όνομα των πρώτων
οικιστών ή προκρίτων τους και το αντίθετο.
Το 1907 μέσα στη Στρώμνιτσα οι
ελληνοβουλγαρικές συμπλοκές ήταν πλέον καθημερινό φαινόμενο, όπως και στα γύρω
χωριά με έξαρση των βιαιοτήτων κατά των Ελλήνων στο Γάβροβο, Ελεούσα, Κολέσινο,
Ζίμποβο, με απαγωγές και δολοφονίες. Η με κάθε τρόπο καταπίεση και ο φόβος,
εξανάγκαζαν τους Έλληνες και ειδικά τους νεότερους, με τη κορύφωση ιδίως του
Μακεδονικού Αγώνα και τον φόβο αντιποίνων σε μέλη οικογενειών αυτών που
συμμετείχαν σ’ αυτόν, πολύ περισσότερο αυτούς που είχαν ήδη θύματα, να
εγκαταλείπουν τη περιοχή και να εγκαθίστανται σε ασφαλέστερες, νοτιότερες
περιοχές και μεγαλύτερες πόλεις, επί Τουρκοκρατίας ακόμη, όπως το Κιλκίς και η
Θεσ/νίκη, ακόμη και οι Σέρρες. Κάποιοι έκαναν το άλμα και έμπαιναν στην Ελλάδα
κατεβαίνοντας στην Αθήνα, όπως ο θείος του πατέρα του Νικόλα, αργότερα
Στρατηγός Χρήστος Λιώτης και το 1905, έφηβος ο πατέρας του Δημήτριος
Παπαδιονυσίου. Μαζί η οικογένεια του δολοφονημένου Χαρίτωνα Λιώτη.
Με τους βαλκανικούς πολέμους και
την κατάληψη από τον Ελληνικό Στρατό της Θεσσαλονίκης στις 26 Οκτωβρίου του
1912, εορτή του Πολιούχου της Αγίου Δημητρίου, η Στρώμνιτσα παραδόθηκε από τις
Μεγάλες Δυνάμεις στη Βουλγαρία σε πρώτη φάση τον Ιούλιο του 1913 με τη συνθήκη
του Βουκουρεστίου. Το 1919, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τη συνθήκη του
Νεϊγί (Νeuilly), παραδόθηκε στη Σερβία στην οποία ανήκε μέχρι και τη διάλυση
της Γιουγκοσλαβίας.
Σύμφωνα με ιστορικά στοιχεία της
βιβλιογραφίας αλλά και αφηγήσεις συγγενών του Νικόλα και τρίτων, προσφύγων από
τη Στρώμνιτσα στη Σαλονίκη, η ανακοίνωση
στους κατοίκους της απόφασης των Μεγάλων
Δυνάμεων για τη παράδοση της πόλης στη Βουλγαρία ανατέθηκε από τον
Αρχιστράτηγο- διάδοχο Κωνσταντίνο σε ομάδα αξιωματικών.
*«Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα: Φωτό
μου επεξεργασμένη από poster της εισόδου Γεωργίου Α΄ και Κωνσταντίνου στη
Θεσσαλονίκη»
Στην ομάδα είχε το πικρό καθήκον
να συμμετάσχει ο γεννημένος το 1879 και μεγαλωμένος στη πόλη, υπολοχαγός τότε
στο επιτελείο του Κωνσταντίνου, αγαπημένος θείος του Νικόλα Χρήστος Λιώτης που έφυγε
το 1976 πλήρης ημερών.
Απόφαση των Ελλήνων της πόλης,
προεξάρχοντος του Δημάρχου της, με τη προτροπή των αξιωματικών (η ανάγκη για
αύξηση του Ελληνικού στοιχείου στις απελευθερωθείσες περιοχές και πόλεις ήταν
τεράστια, παρόλο στοιχεία αναφέρουν ότι τους προέτρεπαν να μην εγκαταλείψουν
τις εστίες τους για να διατηρήσουν τον ελληνισμό της), ήταν να κάψουν τα σπίτια
τους, αφού πάρουν οτιδήποτε μπορούσαν να μεταφέρουν και να προσφύγουν στις
ελεύθερες περιοχές, όπως και έγινε.
Σε φωτό βιβλιογραφίας, υπάρχει
αυτή της Στρώμνιτσας και μία, όπου ο Νικόλας αναγνωρίζει τον «Στρατηγό», θείο
Χρήστο Λιώτη, καθισμένο με τον Δήμαρχο της πόλης, άλλους αξιωματικούς και
πολίτες.
Οι περισσότεροι πρόσφυγες
εγκαταστάθηκαν στο Κιλκίς, όπως και η θεία του Νικόλα Ευπραξία Τσαϊρτζή- Παπαδιονυσίου με τον
σύζυγό της Σπύρο και στη Σαλονίκη, όπου ίδρυσαν τον σύλλογό τους « Η
ΤΙΒΕΡΙΟΥΠΟΛΙΣ». Στο Κιλκίς ίδρυσαν την εκκλησία των Πεντεκαίδεκα Μαρτύρων, όπου
μετέφεραν και οστά του ενός. Κάθε χρόνο στις 28 Νοεμβρίου γιορτάζουν τη μνήμη
τους και τις μνήμες τους. Την αμέσως
ερχόμενη Κυριακή ο ιερέας της εκκλησίας του Κιλκίς κατεβαίνει με τα οστά
στη Σαλονίκη και λειτουργεί στην εκκλησία της Παναγούδας στη Καμάρα κοντά, για
τους παλαιότερους και πιστεύω και για
τους κατιόντες σήμερα, την μνήμη Τους και τη θύμηση της χαμένης πόλης τους,
διατηρώντας τον δεσμό τους και τις μνήμες των πατέρων τους που ο Νικόλας είχε
απολέσει για τους λόγους που ήδη αναφέρθηκαν.
Ο Νικόλας θα προσπαθήσει στις 3
Δεκεμβρίου αυτού του χρόνου(2006) να πάει, άγνωστος ανάμεσά τους, μεγάλος πια
στην ηλικία, να παρακολουθήσει σαν λαθρεπιβάτης- λαθρακουστής τις εκδηλώσεις
τους, τελευταίος άρρην απόγονος ενός τεράστιου, με το επίθετό του και το
επίθετο των 1ου και 2ου βαθμού Μακεδόνων συγγενών, του ξεκληρισμένου σογιού
του.
Το τελευταίο που μπορεί να
προσθέσει ο Νικόλας, πριν ιστορήσει σύντομα τα της επίσκεψής του στη Σαλονίκη
στις 2, 3 και 4 Δεκ. 2006, είναι η συχνή έκκληση των ξαδελφιών του Παντελή-
Αλεξάνδρας, όχι της μάνας τους θείας Άννας,
προς τον πατέρα του, που προσέκρουε στη γνωστή μυστικοπάθεια αλλά και σε
οικονομικούς λόγους, να επισκεφτούν με το «σύλλογο» τη Στρώμνιτσα (15ετία 1950-
1965) και ειδικά το σπίτι του σογιού που φαίνεται δεν κάηκε, και που λόγω
μεγέθους του μετατράπηκε σε Ιατρικό Κέντρο. Ο Νικόλας φαντάζεται ότι θα υπάρχει
και σήμερα, χωρίς όμως να υπάρχει κάποιος από το σόι να το αναγνωρίσει.
Οι Γραικομάνοι
Ο Νικόλας ανέφερε ήδη λίγα για
τους Γραικομάνους (τους μετά μανίας Γραικούς, τους φανατικούς Έλληνες), όπως
τους παραδέχεται η βαλκανική ιστοριογραφία, ειδικά οι Βούλγαροι.
Με τη συνθήκη του Neuilly και την
οριοθέτηση των συνόρων είχε αποφασιστεί και η ανταλλαγή πληθυσμών, Βουλγάρων ή
όσων αυτοπροσδιορίζονταν Βούλγαροι και Ελλήνων ή όσων αυτοπροσδιορίζονταν
Έλληνες. Έτσι εκλείπει ο βουλγαρογενής πυρήνας σλαβόφωνων στην Ελλάδα ή αν
έμειναν, ήσαν το πολύ κάποιες χιλιάδες. Έμειναν οι Γραικομάνοι.
Δυστυχώς, το τότε ελλαδικό Κέντρο
της Παλιάς Ελλάδας όπως και σήμερα ακόμη αποκαλούν τη Νότια Ελλάδα οι
γηραιότεροι Βορειοελλαδίτες Μακεδόνες, η τότε intelligentsia ειδικά μετά το 1912,
θεωρώντας ότι η ίδια αποτελεί καθαρή συνέχεια των αρχαίων Ελλήνων, άρχισε να
θεωρεί τους Γραικομάνους σαν φυλετική ομάδα μη επιβεβαιωμένης ελληνικής
ταυτότητας. Κάποιοι ακόμη χειρότερα.
Οι ύμνοι για τους Γραικομάνους
και την ελληνικότητά τους πριν, κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα και τη
περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων, ξεχάστηκαν από πολλούς. Άρχισε μια υβριστική
συμπεριφορά εναντίον τους. Κάποτε άρχισαν και διώξεις κατά του γραικομανικού
πληθυσμού. Αυτή επί Μεταξά ήταν η πιο σκληρή περίοδος. Μη ξεχνάμε τις κραυγές
στα γήπεδα, ακόμη και σήμερα, πολλών «φιλάθλων» για να πικάρουν τους
Βορειοελλαδίτες, κατάλοιπο των πιο πάνω συμπεριφορών:
-Βούλγαροι!!, Βούλγαροι!!
Η συμπεριφορά αυτή προκάλεσε
αντιδράσεις μεταξύ των γραικομάνων Ελλήνων. Σημαντικό τους ποσοστό εξωθήθηκε να
πάρει θέση κατά της αστικής τάξης στον Εμφύλιο. Όλοι ζούσαν φοβισμένοι
κρύβοντας τη καταγωγή τους, αλλάζοντας επίθετά με καθαρά ελληνικά, προσπαθούσαν
να μιλούν ελληνικά το δυνατόν καλύτερα, έπαψαν να ομιλούν τη γλώσσα τους
δημόσια, δεν επέτρεπαν στα παιδιά τους να μάθουν σλαυομακεδονικά, κόβανε
δεσμούς οικογενειακούς με συγγενείς που επέμεναν ή έμεναν στην αντίπερα περιοχή
των συνόρων, στρέφονταν στην Εκκλησία και στην αστική τάξη ώστε να φαίνονται
πιστοί στην Πολιτεία όπως ήταν τότε.
Στη Σαλονίκη στις 02, 03, 04 Δεκεμβρίου 2006
Οι λόγοι της ανόδου του Νικόλα
στη Σαλονίκη ήσαν να προσπαθήσει να βρει απαντήσεις στα ερωτηματικά του για το
σλάβικο επίθετο του πρώτου εξαδέλφου του Χρήστου Γάβερ, να ιδεί τους
τελευταίους, όπως νόμιζε, Μακεδόνες συγγενείς του, τη γυναίκα του Νίτσα και την
κόρη του Μάγδα, να παρακολουθήσει τη λειτουργία των Πεντεκαίδεκα Μαρτύρων και
τη μάζωξη των απογόνων των Στρωμνιτσιωτών στον ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ΓΟΡΓΟΕΠΗΚΟΟΣ-
ΠΑΝΑΓΟΥΔΑ
*«Θεσσαλονίκη: Στην «Παναγούδα»
Η συνάντηση
Σάββατο βράδυ συνάντησε Νίτσα και
Μάγδα στη reception του ξενοδοχείου του. Η Νίτσα στα 77. Τελευταία φορά που την
είχε ιδεί ήταν μια καλοφτιαγμένη, πληθωρική λαϊκή γυναίκα, εξαιρετικά
αισθησιακή, στην ακμή των 36 χρόνων της, εύκολα αναγνωρίσιμη, παρά τα χρόνια
της. Δίπλα της η Μάγδα στα 48. Έξι χρόνων παιδούλα, ξανθούλα, πάλλευκη,
γαλανομάτα κουκλίτσα όταν γνώρισε την οικογένειά τους. Όμορφη γυναίκα, απλά
ντυμένη και κτενισμένη, με καλές αναλογίες, καστανή, μαυρισμένη από συχνές
δουλειές στο κήπο της σήμερα. Μιλούσε με
την ίδια κοριτσίστικη, χαδιάρικη των 6 χρόνων φωνούλα της.
Έμαθε ότι ο θείος Λεωνίδας,
πατέρας του Χρήστου, είχε κακές σχέσεις με τους γονιούς του και τ’ αδέλφια του,
ήδη από τη Στρώμνιτσα. Από αντίδραση,
του είπαν, πήρε όνομα σλάβικο, από το χωριό Γάβροβο.
Η απάντηση φάνηκε στον Νικόλα
εύκολη. Ο ίδιος θεωρούσε ότι επέλεξε τ’ όνομα αποφασίζοντας ότι το επίθετό του
θα έπρεπε να είναι της περιοχής καταγωγής του, σλαυομακεδόνικο. Ίσως πάλι
οδηγήθηκε στην απόφασή αυτή από
συμπεριφορές που μετέτρεψαν τα εθνικά του πιστεύω. Δύσκολη εκδοχή. Τον είχε
καταγράψει ήδη η ιστορία της Μακεδονίας σαν μακεδονομάχο με ελληνικό επίθετο.
Μπορεί και να στράφηκε αριστερά επηρεασμένος και από τις εξαγγελίες του ΚΚΕ ή
να επηρεάστηκε από το γραικομάνικο σόι της γυναίκας του.
Έξι Δεκεμβρίου 2006, τηλεφώνησαν
στον Νικόλα για τα «Χρόνια Πολλά» η Νίτσα πρώτα και μετά η Μάγδα. Το τηλεφώνημα
της Μάγδας κράτησε πολύ. Ήταν έντονα συναισθηματικό και κατατοπιστικό για
πράγματα που δεν ελέχθησαν στη συνάντησή τους, όπως ότι και η μητέρα της Νίτσα
είναι γραικομανικής καταγωγής και από τους δυο της γονείς που κατάγονταν από
την Γευγελή της FYROM σήμερα. Αδέλφια των γονιών της Νίτσας παρέμειναν με την
αποχώρηση των ελληνοφρόνων για τις περιουσίες τους. Δεν γνώριζαν Ελληνικά. Λίγα
χρόνια πριν έρχονταν στη Σαλονίκη. Μιλούσαν με τη Νίτσα σλαυομακεδονικά. Ο
Χρηστάκης μιλούσε ελάχιστα. Η ίδια καταλάβαινε κάποια. Τώρα θυμάται κάποιες
φράσεις. Δεν τα έμαθε γιατί «δεν της άρεσαν».
Το σόι, προέτρεψαν τον Χρήστο να αλλάξει
επίθετο με αυτό του σογιού. Ήταν έτοιμος να το κάνει. Τελικά μεταπείστηκε για
τη μνήμη του πατέρα του.
Αυτό φαίνεται ότι συντήρησε την
απόστασή του από το σόι..
Ο Νικόλας απέτυχε να συνδεθεί με
τους Στρωμνιτσιώτες. Έπρεπε ν’ ανέβει στη πόλη καλύτερα προετοιμασμένος. Να
γνωρίζει ονοματεπώνυμα ανθρώπων που έπρεπε να συναντήσει. Αποφάσισε ν’
ανεβαίνει κάθε χρόνο για να γραφτεί στο Σύλλογο Στρωμνιτσιωτών, να
ξαναεπισκεφτεί και παρατηρήσει με επιμέλεια, πράγμα που ποτέ δεν είχε κάνει
θεωρώντας το αγγαρεία, εκκλησιές και μνημεία που είχε να ιδεί από παιδί ή που
δεν είχε επισκεφθεί ποτέ, όπως το Μουσείο του Μακεδονικού Αγώνα που στεγάζεται
από την ίδρυσή του το 1982 στο νεοκλασικό κτήριο του Γενικού Προξενείου της
Ελλάδας την περίοδο 1894-1912 με Πρόξενο τον επιτελικό ηγέτη του Αγώνα Λάμπρο
Κορομηλά και το Εβραϊκό Μουσείο.
Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα: Από τα όπλα του
Μετά το 2006 ανεβαίνει στη
Σαλονίκη κάθε χρόνο. Μόνο τα τελευταία χρόνια απέχει από σοβαρό τραυματισμό και
θέματα υγείας. Είναι μέλος του Συλλόγου που δυστυχώς χαροπαλεύει. Καμιά σχέση μ’ αυτό που γνώρισε
στα νιάτα του. Έμειναν λίγα τα μέλη του με τον θάνατο πολλών. Τα παιδιά, εγγόνια ή δισέγγονά τους, δεν μετέχουν για να
εξασφαλιστεί η συνέχεια. Αμφιβάλει αν υπάρχει σε μερικά χρόνια, κάτι που τον στενοχωρεί έντονα.
Όλο τον ελεύθερο χρόνο του εκτός
προγράμματος που έχει στη πόλη, την κατανάλωνε για καφέ στου ΤΟΤΗ, όσο υπήρχε,
η αλλού στην Πλατεία Αριστοτέλους, σε ποδαρόδρομους μνήμης στην Εγνατία και
τους πάνω απ’ αυτήν δρόμους που περιδιάβαζε από παιδί, έφηβος και νέος, στην
Αγίου Δημητρίου, στην Κασσάνδρου και στα κάθετα δρομάκια με στρωμένα παλαιότερα
καλντερίμια και με σπιτάκια μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής, όπως αυτό της θειας
του Άννας, αφανισμένα σήμερα.
*«Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα: Από
τα όπλα του…»
Τις νυκτερινές ώρες, ο
ποδαρόδρομός του περιορίζεται στην παραλιακή, από Λευκό Πύργο μέχρι το λιμάνι ή
στη Τσιμισκή. Περπατά αδιάκοπα. Νοιώθει σαν να το έχει τάμα ή να επιβάλλει στον
εαυτό του καλογερική ποινή για την για χρόνια αδιαφορία του.
Τη λατρεύει αυτή τη πόλη.
Λίγα ιστορικά και απόψεις του
Πάντοτε ζωντανή παρά τους
διαφορετικούς κατακτητές της και κατοίκους της. Από την ίδρυσή της από τον
Κάσσανδρο το 316 π.Χ., με περιοχή κατοικημένη
από τη 3η χιλιετία π.Χ., είδε ένα πλήθος πολιτισμών και ανθρώπων που
άφησαν τη σφραγίδα και το D.N.A τους στους σημερινούς της κατοίκους.
Από παιδί ανέβαινε στη Σαλονίκη
και το Κιλκίς κάθε χρόνο με τους γονιούς του ή και μόνος του αργότερα να
επισκεφτεί θείες και ξαδέλφια ή για εργασία αργότερα σαν Μηχανικός στη
Χαλκιδική, ακόμα και τα τελευταία χρόνια που έκανε αεροπορικά ταξίδια-αστραπή,
εισηγητής σε σεμινάρια διπλωματούχων Μηχανικών της πόλης. Παιδί, πριν την
επιδρομή βαλκανίων Ρομά και φυλών Ασίας και Αφρικής, θυμάται ότι του έκαναν
εντύπωση κάποια χαρακτηριστικά στα πρόσωπα, ειδικά σε ντόπιες στη καταγωγή
γυναίκες, που δεν τα συναντάς στην υπόλοιπη Ελλάδα. Χαρακτηριστικά λεπτά,
ευγενικά, σημιτικά ή σπανιόλικα, μαύρα μάτια, κάτι σαν τα πρόσωπα στους πίνακες
του Ελ Γκρέκο, χαρακτηριστικά ιβηρικά, σεφεραδίμ υπέθεσε αργότερα διαβάζοντας,
που δεν έχει συναντήσει ούτε σε αθηναίους ούτε σε άλλων ελληνικών πόλεων
εβραίους φίλους του. Είναι σίγουρος για την επιμειξία με το εβραϊκό στοιχείο
που έχει προέλθει με την πάνω από 500 χρόνια αρμονική συγκατοίκηση στη πόλη.
Ένα θεωρεί σίγουρο. Μπορεί οι
ελληνοεβραίοι της πόλης να ξεκληρίστηκαν με πάνω από 50000 θύματα με το
Ολοκαύτωμα, το 96,5% των εβραίων της πόλης, το DNA τους όμως έχει παρέμεινε
ισχυρό σ’ αυτή μαζί με τα δημιουργήματά
τους.
Έλληνες, Ρωμαίοι, Βυζαντινοί,
Εβραίοι Ρωμανιώτες ελληνόφωνοι με ονόματα και γλώσσα ελληνικά, εβραίοι στο
θρήσκευμα, μετάλλαξη σε Βυζαντινούς με όλους τους λαούς τους, μαζί οι Θράκες,
Λύδιοι, Κάρες, Γαλάτες του Γαλατικού Πόντου, Φρύγες, Καππαδόκες, Παφλαγόνες,
Βιθυνοί, Πέρσες, Αρμένιοι, κ.ά. Σλάβοι μετά, Γότθοι, Άβαροι, Ούννοι επιδρομείς,
Σαρακηνοί, Νορμανδοί κατακτητές, Βούλγαροι σαν μόνιμοι κάτοικοι, Φράγκοι
Σταυροφόροι του Βονιφάτιου του Μομφερατικού, σ’ ένα τεράστιο χωνευτήρι.
Πρόσφυγες από διωγμούς στη βόρεια
Ευρώπη, οι εβραίοι Ασκενάζυ, φθάνουν τον
13ο αιώνα. Το 1430 κατακτάται από τους Τούρκους. Απελευθερώνεται 26η Νοεμβρίου
1912, ημέρα του Αγ. Δημητρίου, από τον Ελληνικό Στρατό, μετά 500 περίπου
χρόνια.
Το 1492, με τον διωγμό στην
Ισπανία από τον Φερδινάνδο και την Ισαβέλλα
Αράβων και Εβραίων αλλά και νωρίτερα, από τα τέλη του 14ου αι., φθάνουν
κατά κύματα χιλιάδες στη πόλη οι εβραίοι Σεφαραδίτες, μαζί με άλλους από
Πορτογαλία, Γαλλία, Ιταλία και αλλού, προσκεκλημένοι των Τούρκων σε μια
προσπάθεια τους να εποικίσουν τη ρημαγμένη Θεσσαλονίκη που είχαν κατασφάξει και
εξανδραποδίσει. Αργότερα έρχονται οι Μοράνος ή Νέοι Χριστιανοί,
εκχριστιανισμένοι οικειοθελώς στην Ιβηρική εβραίοι, όπως και οι Ντονμέδες,
οικειοθελώς εξισλαμισθέντες εβραίοι. Όλοι αυτοί, μαζί και οι Έλληνες,
αναπτύσσουν τη πόλη με τη δραστηριότητά τους καθιστώντας την πολιτιστικό,
εμπορικό και ναυτιλιακό κέντρο. Σύντομα καθίστανται, μέχρι το 1912 η πλέον
πολυάριθμη κοινότητα στη πόλη. Η αύξηση του Ελληνικού πληθυσμού και η κυριαρχία
του στη πόλη επήλθε, με την αποχώρηση των Τούρκων, από τους πρόσφυγες της Β.
Μακεδονία, της Ανατολικής Ρωμυλίας, ειδικά την ανταλλαγή πληθυσμών μετά την
Μικρασιατική Καταστροφή και τελευταία, με την βίαιη απομάκρυνση των
ελληνοεβραίων για το ταξίδι χωρίς επιστροφή προς τα ναζιστικά στρατόπεδα
θανάτου. Μαζί η καταστροφή του εβραϊκού νεκροταφείου σε λειτουργία από τον 2ο
αι. π.Χ.
Όλη αυτή τη περίοδο η πόλη ήταν
σταυροδρόμι πολιτισμών και θρησκειών, σημείο συσσώρευσης πλούτου. Όλ’ αυτά
πλούτισαν τη πόλη που έχει στοιχειωδώς ερευνηθεί με αρχαιολογικές ανασκαφές, μ’
ένα μεγάλο αριθμό μνημείων, αρχαιοελληνικών, ελληνιστικών, ρωμαϊκών,
βυζαντινών, μουσουλμανικών, εβραϊκών. Τοπωνύμια, ονόματα χώρων λατρείας, εμπορικά
κέντρα, κατοικίες, άλλοι χώροι στη γλώσσα των κατακτητών και των διαφόρων
πολιτισμικών ομάδων κατοίκων της, έχουν μπολιάσει τη πόλη.
Θέρμη, Ρωμαϊκή Αγορά με το θέατρό
της, θριαμβική αψίδα του Γαλέριου (Καμάρα), Φραγκομαχαλάς, ρωμαϊκή Ροτόντα με
τα βυζαντινά ψηφιδωτά της του Θεοδόσιου, χριστιανική εκκλησία, μουσουλμανικό
τέμενος, χριστιανική εκκλησία, μουσείο, τείχη του Κάσσανδρου, του Θεοδόσιου και
του Πέρση στρατηγού του Ορμίσδα με τον Λευκό τους Πύργο, Αχειροποίητος, η
βασιλική του 5ου αιώνα, ο σταυροειδής Άγιος Δαυίδ του 5ου αι. γνωστός και σαν
Μονή Λατόμου, Αγία Σοφία του 8ου αι., ορθόδοξη, καθολική από τους Φράγκους,
τζαμί από τους Τούρκους, ορθόδοξη από το 1913, Άγιος Δημήτριος, χριστιανικό
σύμβολο, με τα ψηφιδωτά και μάρμαρά του, χριστιανικός ναός μέχρι τον 15ο αι.
που μεταβλήθηκε σε τζαμί, χριστιανικός ναός και πάλι από το 1907, πριν φύγουν
οι Τούρκοι, Παναγία Χαλκέων, η αποκαλούμενη «κόκκινη εκκλησία» για τα κόκκινα
βυζαντινά τούβλα της, Άγιος Νικόλαος Ορφανός, Άγιος Παντελεήμων, Αγία Αικατερίνη,
Άγιοι Απόστολοι, Ταξιάρχες, κ.α., Βυζαντινό Λουτρό του 13ου αι. που
λειτουργούσε μέχρι το 1940, τα Τούρκικα Λουτρά Μπέη Χαμάμ του 1444 που
λειτούργησαν ασταμάτητα μέχρι το 1968 και Γιαχουντί Χαμάμ (ανδρών- γυναικών)
του 1500- 50 μέχρι τις αρχές του 20 αιώνα, Τζαμί Αλατζά Ιμαρέτ του 1484, αγορά
Μπεζεστένι, Χαμσά Τζαμί του 1467 ( στην αυλή του λειτουργούσε μέχρι πρόσφατα ο
κινηματογράφος Αλκαζάρ!), Casa Bianca, Βίλα Μορντώχ, Έπαυλη Αχμέτ Καπαντζή,
Βίλα Αλλατίνη, Βίλα Μοδιάνο, Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο σήμερα, κ.α...
*Σαλονίκη: Μπέη Χαμάμ, σινέ Παράδεισος μέχρι το 1968
Σήμερα κάποια από τα μνημεία
αυτά, παρά την προσπάθεια της νέας δημοτικής αρχής, εξακολουθούν να στέκουν σαν
ετοιμόρροπα χαλάσματα, στην εγκαταλελειμμένη από χρόνια πόλη, μνημεία έλλειψης
στόχων των παλαιότερων τοπικών της αρχόντων και της Πολιτείας ή και αδυναμίας,
που μοιάζουν να βασίζουν την ανάπτυξή της στις καφετέριες, στα μπαρ, στα fast
food και σε κιτς θεάματα στη εκάστοτε
γιορτινή πλατεία Αριστοτέλους.
……………………………………………….
Πριν μερικά χρόνια ο Νικόλας
πληροφορήθηκε για το βιβλίο που έγραψε εξαδέλφη του, εγγονή του Χαρίτωνος
Λιώτη, «Χρόνια του χαλασμού και της φωτιάς»,
Μυθιστορηματικό χρονικό της Στρώμνιτσας, έκδοση «Ακρίτας», 2004 που αναφέρεται στον Αγώνα και
τον Χαρίτωνα. Σ’ αυτό αναφέρεται και στο δικό του σόι.
Σε συνάρτηση και με άλλες πληροφορίες
συμπέρανε ότι το σόι του παππού του
Νικόλαου, πατέρα του πατέρα του, ήταν ελληνόγλωσσοι που μιλούσαν και
σλαυομακεδόνικα, ζώντας ανάμεσα σε σλαβόφωνους. Στο Λιωτέϊκο, απ΄ όπου
καταγόταν η γιαγιά Μαριγώ, ο πατέρας της ήταν ελληνόγλωσσος ενώ η μητέρα της
πλούσια γραικομάνα από το Γάβροβο.
Τα συμπεράσματα
Έφτασε στο τέλος της αναζήτησής
του που μπορεί να κάνει κάποιον να σκέφτεται με μεγάλη περίσκεψη για τη περιοχή
και τους κατοίκους της. Έδωσε τέλος μετά
χρόνια σε υποψίες και αμφιβολίες του. Αποδέχτηκε ευχάριστα την μερική
γραικομανική ρίζα του από την προγιαγιά του, γιαγιά του αγαπημένου του πατέρα.
Είναι περήφανος για τους ανιόντες του και τη διαπιστωμένη προσφορά τους για την
ελληνικότητα της Μακεδονίας.
Κατανοεί τη κρυψίνοια του πατέρα
του και του Μακεδονίτικου σογιού του για την προσπάθειά τους, απαραίτητη για τα
τότε κρατούντα, να προστατέψουν τους εαυτού τους και τους απογόνους τους.
Σκέφτεται κάποιους συνέλληνες που
έχουν τη γνώμη ότι κυλά ατόφιο στις φλέβες τους το αίμα του Όμηρου, του Περικλή,
του Λεωνίδα, του Μεγαλέξανδρου, των Ιώνων Μικρασιατών, των Αχαιών ή Δωριέων της
Ελλάδας ή της Μικρασίας, των Μακεδόνων. Αγνοούν τις μετακινήσεις λαών στον
ευρύτερο ελληνικό χώρο, τη κάθοδο και εγκατάσταση Σλάβων μέχρι τη Πελοπόννησο,
πράγμα που αποδεικνύουν σλαβικά τοπωνύμια ακόμη και σήμερα παρά τις
μετονομασίες των περισσότερων, τη μετακίνηση από τον Ιουστινιανό τον Β΄ το 688
πάνω από 80.000 Σλάβων από τη περιοχή της Σαλονίκης στη Μικρά Ασία, την εκεί
εγκατάστασή τους και ανάμειξή τους με τις μικρασιατικές χριστιανικές τότε
φυλές. Αγνοούν τις μετακινήσεις επί
αιώνες των διάφορων φύλων Αλβανών μέχρι την Πελοπόννησο, το πέρασμά τους στα
κοντινά νησιά, την εγκατάστασή τους στις πλέον εύφορες περιοχές και την ανάμειξή
τους με τους ντόπιους, απ’ όπου πήραν θρησκεία, γλώσσα, ήθη και έθιμα.
Λατίνοι φεουδάρχες και Καταλανοί
σήμερα έχουν αφήσει ονομασίες και επίθετά τους ελληνοποιημένα στη Πελοπόννησο,
ακόμη και στη Ρούμελη μαζί με τους Γαλάτες, με τους «γασμούλους» τους. Τούρκοι
κατακτητές για 500 χρόνια, βορειοαφρικανοί πειρατές και Αιγύπτιοι του Ιμπραήμ
που παρέμειναν, με όλους τους άλλους, τροποποίησαν το αρχαιοελληνικό D.N.A.
Δεν παύουν οι σύγχρονοι να είναι
τυχεροί για τους αρχαίους τους προπάτορες, όχι καθαρού γενετικού φύλου κι’
αυτοί σαν μείξη πελασγικών φύλων με
αχαϊκά, δωρικά που κατέβηκαν κι‘ αυτά από τον βορά, φοινικικά, λαών της Μ.
Ασίας, που τους κληρονόμησαν τη γλώσσα, πολλά από τα ήθη και έθιμα τους και το
δικαίωμα να αποκαλούνται Έλληνες.
Κάτι ανάλογο είχε διαβάσει πριν
χρόνια, δεν θυμόταν που. Τότε δεν πολυσυμφωνούσε. Βρήκε βιβλίο και συγγραφέα,
τον Ίωνα Δραγούμη. Μεγάλη για την εποχή
η μόρφωσή του, απασχολήθηκε σαν διπλωμάτης σε κρίσιμες πόλεις στα Βαλκάνια και
την Κωνσταντινούπολη. Συμμετείχε στον Μακεδονικό Αγώνα. Ήταν γυναικάδελφος του
Παύλου Μελά. Συμμετείχε στους βαλκανικούς πολέμους. Γιος πρώην Πρωθυπουργού,
του Στέφανου Δραγούμη, συγγραφέας βιβλίων, συνεργάτης περιοδικών όπως «Ο Νουμάς»,
δημοτικιστής. Πολιτικός, «βασιλικός», εκτελέστηκε τελικά από φρουρά
«βενιζελικών» που τον συνέλαβαν όταν έφτασε η πληροφορία για τη δολοφονική
απόπειρα κατά του Βενιζέλου στο Παρίσι.
Όλ’ αυτά τον έκαναν να τον
θεωρήσει αξιόλογη πηγή για τις σκέψεις του, τόσο περισσότερο γιατί παρ’ όλο
βασιλικός, περισσότερο δεξιός, θα περίμενε κανείς εθνικιστικές εξάρσεις.
Διαβάζοντας το βιβλίο του : ΟΣΟΙ
ΖΩΝΤΑΝΟΙ, πρώτη έκδοση το 1911, κεφ. Η φυλή, θα βρει την ομοιότητα:
Πίστευε στην αξία και τη
ζωτικότητα του έθνους που αύξανε με τις συνεχείς προσμίξεις. Αποστρεφόταν την προγονοπληξία
και τον ψευδοκλασικισμό.
T΄αδέλφια του Μήτσου
Τα αδέλφια του Μήτσου, όλα
γεννημένα στην Στρώμνιτσα ήσαν: Λεωνίδας, πατέρας του Χρήστου Γάβερ και άλλων
δυο αγοριών που ο Νικόλας δεν έχει γνωρίσει. Έζησε στη Θεσσαλονίκη.
Μαρίντση, σύζυγο του Σπύρου Μαρίντση στη
Θεσ/νίκη, μητέρα των ξαδελφιών του Νικόλα, Παντελή και Αλεξάνδρας κι΄ ενός
τρίτου νεώτερου, που δεν γνώρισε, τον
Νίκο, που έφυγε σε ηλικία 22- 23 ετών από….κρυολόγημα.
Κωνσταντίνος (Κωστάκης). Έφυγε
νέος και άκληρος. Το όνομά του έδωσαν οι γονείς του Νικόλα στο πρώτο τους
παιδί, τον αδελφό του Κώστα.
Θωμάς, εμπορευόμενος, σκοτώθηκε
όταν το φορτηγό αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε ανατινάχθηκε από νάρκη, άγνωστο
για τον Νικόλα που και πότε. Έφυγε άκληρος και νέος.
Ευπραξία Τσαϊρτζή. Εγκαταστάθηκαν
στο Κιλκίς με την εκκένωση της Στρώμνιτσας με τον σύζυγό της Σπύρο Τσαϊρτζή που
τον πρόλαβε ο Νικόλας μέχρι το 1952- 53 που έφυγε.
Ο πατέρας του Νικόλα, Δημήτριος
(Μήτσος) ήταν μεταξύ Κωνσταντίνου και Θωμά.
Τυχαίο λήμμα από ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ ερευνώντας πριν χρόνια: Μακεδονικός Αγώνας,
Στρώμνιτσα, Παπαδιονυσίου
Το 1875 οι Στρωμνιτσιώτες (μεταξύ των οποίων και πολλοί
σλαβόφωνοι) αποφάσισαν να αντισταθούν κατά των Βουλγάρων και συγκρότησαν γι’
αυτό το σκοπό πατριωτική ομάδα.
“Το Πάσχα του έτους 1875
συνελθόντες εις την οικίαν του Δ. Παπαδιονυσίου: οι Νικόλαος Ε. Οικονομίδης,
Κωστάκης Γραικού, Κων. Δημ. Μίσσιου, Γρηγ. Παπαδιονυσίου, Ι. Παπαδιονυσίου,
Δημ. Αγγειοπλάστης, Γεώργ. Κόλλιου, Γεωργ. Μούλκας, Κων. Αμπράσης, Κων.
Κωνσταντινίδης καί Παντελής Γουγούσης, αντιπροσωπεύοντες δε οι ανωτέρω και τους
παρακάτω ειλικρινείς και ενθέρμους πατριώτας: Δημ. Καλινίκην, Παντελήν Πάκον,
Εμ. Πώνην, Κων. Κολιούσκαν, Γ. Κολιούσκαν, Γρηγ. Ταμανίμην, Κύρον Τοπούζην,
Γρηγ. Τράϊνον, Πρωτοπαππάν (παπά Νικόλαν), Γρηγ. Δανιήλ, Ιωάν. Ιόφτσου, Παντ.
Σαμουλαδάν και Γεώργ. Ντουλμπέρη, απεφάσισαν και κατήρτισαν Πατριωτικήν ομάδα
αντιστάσεως, προγραμματίσαντες συνάμα την ημέραν εκείνην σχέδιον αντάξιον
γνησίων Ελλήνων ηρώων, εξέλεξαν δε αρχηγόν τον Παντελήν Γουγούσην”.
Νίκος Δημ. Παπαδιονυσίου
Αναφορές:
*Κων. Βακαλόπουλου, Ιστορία τού Βορείου Ελληνισμού
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ. Θεσσαλονίκη, 1990.
*Παντ. Βυσσούλη, 0 Μακεδονικός Ελληνισμός. Αγώνες και θυσίες
αιώνων. Αθήνα, 1980.
*Γερμανού (Καραβαγγέλη), Ο Μακεδονικός Αγών.
*Απομνημονεύματα. Αρχείον Μακεδονικού Αγώνος Πηνελόπης
Δέλτα. Θεσσαλονίκη 1959:
D. Dakin, Ι. Κ. Μαζαράκη-Αινιάνος, Ε. Κωφού,
*Ι. Διαμαντούρου, Μακεδονικός Αγώνας. Αθήνα 1985.
*Γεωργ. Δικωνύμου- Μακρή, Ο Μακεδονικός Αγών.
Απομνημονεύματα. Θεσσαλονίκη, 1959.
*Βασ. Λαούρδα, Ο Μακεδονικός Αγών. Θεσσαλονίκη, 1962.
*Νικ. Μέρτζου, Εμείς ο Μακεδόνες. Αθήνα, 1986.
*Γεωργ. Χ. Μόδη, Μακεδονικός Αγών και Μακεδόνες Αρχηγοί.
Θεσσαλονίκη, 1950.
*Ιωάννης Χολέβας, Οι Έλληνες σλαβόφωνοι της Μακεδονίας, εκδ.
Πελασγός, 1999.
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ- ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1. G. DESCHAMPS
: Η Ελλάδα σήμερα.
Οδοιπορικό 1890, ο κόσμος του Χαρίλαου Τρικούπη.
Εκδόσεις Τροχαλία. Πρώτη έκδοση το 1892.
2. ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
: ΟΣΟΙ ΖΩΝΤΑΝΟΙ. Πρώτη έκδοση το 1911.
Εκδόσεις Πέλλα.
3. ΣΠΥΡΟΣ ΜΕΛΑΣ
: ΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ 1912- 1913
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ- ΗΠΕΙΡΟΣ- ΑΙΓΑΙΟΝ
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑΣ.
ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ «ΜΠΙΡΗΣ», 1972.
4. V. BERARD : Τουρκία και Ελληνισμός.
Οδοιπορικό στη Μακεδονία ( Περιγραφή τριών ετών στην «Ανατολή»,
Αύγουστος 1890- Ιούλιος 1892).
Έλληνες- Τούρκοι- Βλάχοι- Αλβανοί- Βούλγαροι- Σέρβοι.
Εκδόσεις Τροχαλία 1987, Β’ Έκδοση.
5. Κ.Α.ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ : ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
ΠΑΥΛΟΣ ΓΥΠΑΡΗΣ
ΚΟΡΥΦΑΙΕΣ ΜΟΡΦΕΣ
ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ ( 1902-
1908).
Εκδόσεις ΜΠΑΜΠΟΥΝΑΚΗΣ 1987.
6.Κ.Α.ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ : ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ, Η ΕΝΟΠΛΗ ΦΑΣΗ 1904-
1908.
Εκδόσεις ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ 1987.
7.
ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΝΕΑ ΔΟΜΗ,
Εκδόσεις «ΔΟΜΗ».
8. Μ. PAILLARES L’ imbroglio Macedonien.
H Μακεδονική θύελλα
ΤΑ ΠΥΡΙΝΑ ΧΡΟΝΙΑ 1903- 1907.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ- ΚΟΖΑΝΗ- ΕΔΕΣΣΑ-
ΝΑΟΥΣΑ- ΣΕΡΡΕΣ- ΚΑ
ΒΑΛΑ- ΔΡΑΜΑ- ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ- ΣΚΟΠΙΑ.
Μετάφραση : Β.
Καρδιόλακα.
Εισαγωγή- σχόλια:
Κ.Α.Βακαλόπουλος.
Εκδόσεις Τροχαλία, Σεπ. 1994.
9. ΝΤΕΪΒΙΝΤ
ΟΟΥΕΝ ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ
Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1996.
10. ΤΖΩΝ ΡΗΝΤ : ΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΣΤΙΣ ΦΛΟΓΕΣ.
ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗ.
Εκδόσεις ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ, 1997.
( Από
επίσκεψή του το 1915, ως πολεμικός ανταποκριτής).
11. ΧΡΙΣΤΟΣ ΖΑΦΕΙΡΗΣ
: Βαλκάνιος Πραματευτής.
ΟΔΟΙΠΟΡΙΑ ΜΝΗΜΗΣ ΣΕ
ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ
ΠΑΡΟΙΚΙΕΣ.
Εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ, 1998.
12.Κ.Α.ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ : ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΕΠΙΤΟΜΗ- ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ
ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΕΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
(1204) ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΑΔΑ
(2000).
Εκδόσεις Εκδοτικός Οίκος Αντ. Σταμούλη, Θεσ/νίκη 2005.
13.HENRY NOEL BRAILS FORD:
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
ΟΙ ΦΥΛΕΣ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥΣ.
Εκδόσεις ΟΔΥΣΣΕΑΣ, ΙΟΥΝΙΟΣ 2006.
14.ΜARK MAZOWER
: ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ΤΩΝ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ, ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ ΚΑΙ ΕΒΡΑΙΟΙ,
1430- 1950.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ, 2006.
15.Κ.Α.ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ : Ο ΕΝΔΙΑΜΕΣΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΣΤΟ
ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟ
ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΡΧΩΝ ΙΔΕΟΛΟΓΙΩΝ.
Κριτική προσέγγιση και απομυθοποίηση της ιστορικής διαδρομής των Νέων
Χωρών.
ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΑΝΤ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ, 2006, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ.
16.
ΕΛΛΑΔΑ
ΧΑΡΤΕΣ,
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΝΟΜΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Εκδόσεις «ΔΟΜΗ», 2006.
17. : Θεσσαλονίκη
ΜΙΑ ΠΟΛΗ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Επιλογή κειμένων ΣΑΚΗΣ ΣΕΡΕΦΑΣ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΡΙΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΚΑΜΙΛΟ
ΝΟΛΛΑΣ
Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, 2006.
18. ΠΑΤΡΑ ΝΕΝΑ Χρόνια του χαλασμού και της
φωτιάς
Μυθιστορηματικό χρονικό της Στρώμνιτσας
Έκδοση «Ακρίτας», 2004
19, ΚΩΣΤΗΣ ΚΟΨΙΔΑΣ
:ΟΙ ΕΒΡΑΙΟΙ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ «Μέσα από κάρτ-ποστάλ 1886-1917»
Γιώργος Παπαδημητρίου
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ ενδιαφέρουσα η ιστορία της καταγωγής του πατέρα σου, Νίκο. Πάντως, οι παλιοί, γενικά, είχαν περάσει πολλά και απεύφεγαν να μιλούν γί αυτά, ίσως υπήρχαν πολλά δυσάρεστα που ήθελαν να διαγράψουν από τη μνήμη τους. Για μας αυτά αποτελούν απλώς μια ιστορία, μια περιπέτεια, ενώ γί αυτούς ήταν εξαιρετικά οδυνηρές καταστάσεις.
Νίκος Παπαδιονυσίου
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιώργο μου, ευχαριστώ για την υπομονή σου να το διαβάσεις. Οι λόγοι για την κρυψίνοια του πατέρα μου αλλά και όλου του σογιού είναι εμφανείς.. Η προστασία του σογιού και η δική μας από τις τότε συμπεριφορές.. Και αυτός, όσο και μείς, τα παιδιά του, ήταν περήφανος για τη γενιά του..