*Η μοναδική φωτογραφία που διασώζεται από τις ηχογραφήσεις στο στρατόπεδο του Γκαίρλιτς. Ο 23χρονος λυράρης και βιολάτορας Μιχάλης Πολυχρονάκης πραγματοποιεί
μια από τις παλαιότερες ηχογραφήσεις κρητικής μουσικής παγκοσμίως.
Γράφει ο Γεράσιμος Αλεξάτος, συγγραφέας
Καθώς επανέρχεται στη
συλλογική μνήμη η ξεχασμένη έως πρόσφατα «υπόθεση Γκαίρλιτς», που συντάραξε επί
πολλά χρόνια το πανελλήνιο και αποτύπωσε όσο καμιά άλλη τα πάθη τού Εθνικού
Διχασμού, έρχονται σταδιακά στο φως και πολλές μικρότερες αλλά εξαιρετικά
ενδιαφέρουσες επί μέρους πτυχές της.
Μία από αυτές αφορά την
παρουσία στο Γκαίρλιτς στρατιωτών από όλα τα μήκη και πλάτη τού διάσπαρτου τότε
ελληνικού κόσμου- εντός και εκτός του Ελληνικού Βασιλείου- και τη συμμετοχή
τους σε μια από τις παλαιότερες και πλέον εκτεταμένες ηχητικές καταγραφές
ελληνικού λόγου και μουσικής, που έλαβαν χώρα το καλοκαίρι του 1917 στο
στρατόπεδο των Ελλήνων αιχμαλώτων.
Μεταξύ αυτών και τρεις
τουλάχιστον στρατιώτες από τον Πόντο που η φιλοπατρία, οι συγκυρίες και η
σκληρή μοίρα τους, τούς φόρτωσε εκόντες άκοντες στα τρένα της αιχμαλωσίας για
το μακρινό στρατόπεδο της Γερμανίας.
Το καλοκαίρι του 1916, στη
μέση ακριβώς του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, 7000 στρατιώτες και αξιωματικοί τού
εγκατεστημένου στην Ανατολική Μακεδονία Δ΄ Σώματος Στρατού, μεταφέρθηκαν κάτω
από δραματικές συνθήκες στη μικρή πόλη Γκαίρλιτς της Σιλεσίας, με το μοναδικό
στα χρονικά στάτους τού «αιχμάλωτου- φιλοξενούμενου». Είχε προηγηθεί η εισβολή
βουλγαρικού στρατού στο ακριτικό αυτό τμήμα της Μακεδονίας- ύστερα από πράσινο
φως της μεγάλης συμμάχου του Γερμανίας- με πρόσχημα την απόκρουση των αντίπαλων
δυνάμεων της Αντάντ (Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία), που από έτους ήδη είχαν
εγκατασταθεί στην Κεντρική και Δυτική Μακεδονία με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Από την
πρώτη στιγμή όμως έγινε αντιληπτό με τον πλέον οδυνηρό τρόπο, ότι παρά τις
καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις προς την φίλα προσκείμενη φιλοβασιλική κυβέρνηση
των Αθηνών, ο πραγματικός στόχος των εισβολέων δεν ήταν άλλος από την αποπομπή
των ελληνικών αρχών, την εκδίωξη των κατοίκων και την κατάκτηση μακεδονικού
εδάφους. Εντούτοις, το εθνικό κέντρο, πιστό στη φιλογερμανική πολιτική της
ουδετερότητας και έχοντας εφησυχάσει πλήρως με τις παρασχεθείσες γερμανικές
εγγυήσεις, αρνήθηκε την αποστολή εφοδίων και ενισχύσεων απαγορεύοντας ρητά
οποιασδήποτε αντίσταση. Οι εγκαταλελειμμένες στην τύχη τους μονάδες,
σπαρασσόμενες ήδη από τις εντάσεις του διχασμού, προτίμησαν τότε- με
πρωτοβουλία του προσωρινού διοικητή τους Ιωάννη Χατζόπουλου- να ζητήσουν τη
μεταφορά τους στη Γερμανία, μαζί με τον οπλισμό τους, ως προερχόμενες από
ουδέτερη χώρα, προκειμένου να αποφύγουν τη βέβαιη και οδυνηρή βουλγαρική
αιχμαλωσία, αίτημα που έγινε ασμένως αποδεκτό από τη γερμανική πλευρά. Την ίδια
στιγμή στο εσωτερικό της χώρας, ο Εθνικός Διχασμός περνούσε σε παροξυντική
φάση: Μετά το κίνημα της Εθνικής Αμύνης που εκδηλώθηκε εσπευσμένα τις ημέρες
εκείνες στη Θεσσαλονίκη, και την εγκατάσταση εκεί της προσωρινής κυβέρνησης υπό
τον Ελευθέριο Βενιζέλο, η Ελλάδα κοβόταν στα δύο, ενώ ο άμαχος πληθυσμός της
Ανατολικής Μακεδονίας εγκαταλείπονταν ανυπεράσπιστος στο έλεος του εισβολέα.
*Η κεντρική είσοδος του ελληνικού στρατοπέδου του Γκαίρλιτς
Η τύχη το έφερε η άφιξη των
ανδρών στους στρατώνες του Γκαίρλιτς να είναι η πρώτη στην ιστορία μαζική
συνάντηση των δύο λαών σε γερμανικό έδαφος. Σύντομα, η πόλη της Σιλεσίας έγινε
πόλος έλξης για δεκάδες Γερμανούς φιλέλληνες καθηγητές, ερευνητές και
επιστήμονες με ελληνικού ενδιαφέροντος αντικείμενα και αποστολές. Μεταξύ άλλων
αποφασίστηκε και η συστηματική ηχητική καταγραφή ελληνικής μουσικής, διαλέκτων
και ιδιωμάτων, τα οποία «χάριν ευτυχούς
συγκυρίας αντηχούν τώρα στα βουνά της Σιλεσίας» (Βαυαρική Ακαδημία
Επιστημών). Έτσι, το ελληνικό στρατόπεδο, εν μέσω του φονικότερου έως τότε
πολέμου, μετατράπηκε για κάποιο διάστημα σε πελώριο εργαστήριο ηχητικών
εγγραφών με τα πλέον σύγχρονα για την εποχή τεχνικά μέσα. Επικεφαλής τού
φιλόδοξου αυτού εγχειρήματος ήταν ο διάσημος τότε νεοελληνιστής και
βυζαντινολόγος Άουγκουστ Χάιζεμπεργκ, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Μονάχου.
Ανάμεσα στους εκατό περίπου οπλίτες
που συμμετείχαν στις ηχογραφήσεις- ύστερα από μεθοδική διαδικασία επιλογής-
ήταν και ο Δημήτριος Τοπαλίδης. Πρόκειται για στρατιώτη καταγόμενο από
την Τραπεζούντα, ο οποίος το καλοκαίρι του 1916 υπηρετούσε ως εθελοντής στο 23ο
Σύνταγμα Πεζικού με έδρα τη Δράμα, πριν από τη μεταφορά του μαζί με ολόκληρο το
Σώμα στη Γερμανία. Απήγγειλε κείμενο με τον τίτλο «Η αρκούδα, η αλεπού και το
γουρούνι», το οποίο κατεγράφη στον υπ΄ αριθμό 962 δίσκο γραμμοφώνου, που
φυλάσσεται σήμερα στο Ηχητικό Αρχείο του Πανεπιστημίου Χούμπολντ του
Βερολίνου. Περισσότερα στοιχεία αυτή τη στιγμή δεν είναι γνωστά, σίγουρα όμως
μια περαιτέρω έρευνα στο προαναφερθέν Αρχείο- που κρύβει πολλούς ακόμα
θησαυρούς της γλωσσικής και μουσικής μας κληρονομιάς- θα ήταν πιθανώς
ιδιαιτέρως αποκαλυπτική.
Γνωστή είναι και η περίπτωση
δύο Σανταίων εθελοντών στρατιωτών, του Αλέξανδρου Χιονίδη και του Γεωργίου
Πηλείδη, αδελφικών φίλων καταγόμενων από το σανταίικο χωριό Αντρεόφκα
(Ζουρνατσάντων) της περιοχής Σουχούμι του Καυκάσου. Στην υπό ρωσικό έλεγχο
περιοχή, όπως και στο Καρς, Βατούμ και Τυφλίδα, είχαν εγκατασταθεί πολλοί
κάτοικοι της Σάντας μετά τον νικηφόρο για τους Ρώσους ρωσοτουρκικό πόλεμο του
1878. Το 1913, αμέσως μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, πήραν την τολμηρή
απόφαση, μαζί με άλλους δύο εικοσάχρονους συνομήλικούς τους, να πάνε στην
Ελλάδα και να καταταγούν στον ελληνικό στρατό για να υπερασπιστούν τα εδάφη της
Μακεδονίας που μόλις τότε απελευθερώθηκαν. Από το Σουχούμι ταξίδεψαν στη
Θεσσαλονίκη με ιταλικό πλοίο. Την πρώτη βραδιά διανυκτέρευσαν στην εκκλησία της
Αγίας Αικατερίνης (πίσω από το Διοικητήριο) και την επομένη παρουσιάστηκαν στο
Γ΄ Σώμα Στρατού. Υπηρέτησαν ως στρατιώτες ή χωροφύλακες από το 1913 έως το
1924, συμμετέχοντας σε μάχες στα μέτωπα του Α΄ΠΠ και της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
*Ο υπίατρος και γνωστός θεατρικός συγγραφέας Βασίλης Ρώτας,
"φιλοξενήθηκε" και αυτός στο Γκαίρλιτς
Το καλοκαίρι του 1916, όταν
υπηρετούσαν στην περιοχή της Δράμας, συνελήφθησαν από τους Βουλγάρους,
αναγκαζόμενοι να ακολουθήσουν ως αιχμάλωτοι την πορεία ολόκληρου του Δ΄ Σώματος
προς στο Γκαίρλιτς, όπου και έμειναν μέχρι τις αρχές του 1919. Έμαθαν να μιλούν
και να γράφουν γερμανικά, πιθανώς στο σχολείο γερμανικών που ίδρυσαν Γερμανοί
ελληνομαθείς καθηγητές για 700 περίπου στοιχειωδώς μορφωμένους και επαρκώς
οξυδερκείς Έλληνες στρατιώτες. Εργάστηκαν στη γερμανική πολεμική βιομηχανία
μαζί με 5000 άλλους συναδέλφους τους, οι οποίοι εντάχθηκαν- μετά το καλοκαίρι
του 1917- σε 100 περίπου αποστολές εργασίας, με επικεφαλής έμπιστους για τους
Γερμανούς φιλοβασιλικούς αξιωματικούς, και διασκορπίστηκαν προς πάσα κατεύθυνση
προσφέροντας έναντι συνήθους αμοιβής την εργατική τους δύναμη.
Μετά τη λήξη που
πολέμου και την πολυπόθητη επιστροφή στην πατρίδα, η «Οδύσσειά» τους θα
συνεχιζόταν. Το καλοκαίρι τού 1919 με νέα επιστράτευση προωθήθηκαν στα μέτωπα
του Πολέμου της Μικράς Ασίας, όπου έφθασαν μέχρι τον Σαγγάριο ποταμό. Το 1923
επέστρεψαν οριστικά και εγκαταστάθηκαν, μαζί με πολλούς παλιούς συγχωριανούς τους,
στο χωριό Αμάραντα του Κιλκίς. Συνολικά υπηρέτησαν γύρω στα δέκα χρόνια. Ανήκαν
στη γενιά εκείνων που «ελησμόνησαν τα
επαγγέλματά των», όπως αναφέρεται στα πρακτικά μιας δίκης της εποχής,
εκείνων που «είδαν την τις οικογένειές
των ως εν βραχεία οπτασία... Μόλις επέστρεφαν εις τα χωριά των, νέα
επιστράτευσις και έφευγαν. Υπήρξαν αξιωματικοί έφεδροι, οι οποίοι ελησμόνησαν
εάν υπήρξαν ποτέ ιατροί ή δικηγόροι και οι οποίοι έγιναν πλέον επαγγελματίαι
στρατιώται...».
Γεράσιμος Αλεξάτος
Πηγές:
1. Γεράσιμος Αλεξάτος, Οι Έλληνες του Γκαίρλιτς 1916-1919, Εκδόσεις
Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2010.
2. Heisenberg August, Dialekte und Umgangssprache
im Neugriechischen. Festrede gehalten in der öffentlichen Sitzung der Akademie
der Wissenschaften, Μόναχο 1918.
3. Αχιλλέας Πηλείδης, «Η ιστορία των Ποντίων (Σανταίων) Αμαραντιωτών», στην
ιστοσελίδα http://santeos.blogspot.de/2010/11/blog-post_3143.html, Νοέμβριος 2010.
Elen Chion
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο και στον κ Αλεξάτο, για τις άγνωστες, σε πολλούς, λεπτομέρειες!
Emmanouil Simos
ΑπάντησηΔιαγραφήΦΟΒΕΡΟ. ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΑΛΤΣΙΔΗΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
ΑΠΟ ΤΟΝ Κ. ΠΑΝΤΕΛΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ
Dennis Dion
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ιστορια των ελληνων Οδυσσεων αποτελει μια ιστορια- μυθιστορημα, που μονο ελληνες μπορουν να γραψουν
Κόρσαββας Κυριάκος
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ φωτογραφία που δημοσιεύετε με τον τίτλο "από τον Πόντο στο στρατόπεδο αιχμαλωσίας του" δεν είναι Πόντιος ο εικονιζόμενος λυράρης αλλά Κρητικός (κρητική είναι και η λύρα του), ονόματι Πολυχρονάκης και η φωτογραφία είναι στο στρατόπεδο ¨αναπαύσεως" και όχι αιχμαλωσίας του Gorlitz στα σύνορα της πρώην Ανατολικής Γερμανίας και της Πολωνίας. Σας ευχαριστώ.
Η λεζάντα της φωτογραφίας λέει ότι πρόκειται για τον Κρητικό λυράρη και βιολάτορα Πολυχρονάκη. Η διαφορά σας με τον συγγραφέα του άρθρου κ. Γερ. Αλεξάτο είναι αν το Γκαίρλιτς ήταν στρατόπεδο αιχμαλωσίας ή αναπαύσεως...
ΑπάντησηΔιαγραφήAkrat Aristeidis
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο είχα διαβάσει παλαιά τρομερή ιστορία
16 Σεπτεμβρίου 2014 Ώρα 1700.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ αιχμαλωσία των Μονάδων του Δ'Σώματος Στρατού[Δ'ΣΣ],συνολικής δύναμης 7000 Αξιωματικών και Οπλιτών,από τα Γερμανο-Βουλγαρικά στρατεύματα στην Ανατολική Μακεδονία και η μεταφορά των τον Σεπτέμβριο του 1916 στο Γκαίρλιτς της Γερμανίας,σιδηροδρομικώς από Δράμα μέσω Βουλγαρίας,αποτέλεσε πεδίο σφοδρών συγκρούσεων,μεταξύ της Κυβέρνησης Ελλάδας[διορισμένη από τον Βασιλέα Κωνσταντίνο] και των υπευθύνων του κινήματος Εθνικής Αμύνης.
Οι υπεύθυνοι της Εθνικής Αμύνης προέτρεπον τον αναπληρούντα στη Διοίκηση του Δ'ΣΣ Στρατηγού Γενάδη Συνταγματάρχη Ιωάννη Χατζόπουλο να αμυνθεί στην πόλη της Καβάλας,προ των υπερτέρων Βουλγαρικών στρατευμάτων ή την επιβίβαση στα πλοία του Αγγλικού στόλου,που είχε αποκλείσει την περιοχή και την μεταφορά των στην ελεύθερη Ελλάδα.[Επιστολές Ε.Βενιζέλου δημοσιευθείσες στις 19 και 20 Νοεμβρίου 1934 στο Ελεύθερο Βήμα]
Σε εκτέλεση διαταγών του ΓΕΣ,ο Συνταγματάρχης Ι.Χατζόπουλος συνεκάλεσε πολεμικό συμβούλιο,στο οποίο συμμετείχαν οι αναπληρωτές των Διοικητών των Μεραρχιών,ο Διοικητής Πυροβολικού και ο Φρούραρχος Καβάλας Συνταγματάρχης Καράκαλος.Αφού απέκλεισαν την παράδοση στους Βουλγάρους,την άμυνα της Καβάλας,λόγω υπερτέρων Βουλγαρικών δυνάμεων,την αιχμαλωσία,αποφάσισαν την παράδοση των Μονάδων τους στους Αγγλο-Γάλλους.Η μεταφορά των με παρέμβαση υπευθύνων της Εθνικής Αμύνης εγκρίθηκε από τους Άγγλους μόνο για την Θεσσαλονίκη.Έτσι η μεταφορά δεν έγινε.[Επιστολές Ι.Μεταξά δημοσιευθείσες στις 25,26 και27 Νοεμβρίου 1934 στην Καθημερινή]
Τον Φεβρουάριο του 1919,πλην 200 που παρέμειναν οικειοθελώς στην Γερμανία,οι υπόλοιποι επέστρεψαν στην Ελλάδα.Οι Μόνιμοι Αξιωματικοί παραπέμφθηκαν στο Στρατοδικείο από την Κυβέρνηση του Ε.Βενιζέλου και όλοι τους καταδικάσθηκαν,από τους οποίους οι οκτώ[8] σε θάνατο,μεταξύ των οποίων και ο Συνταγματάρχης Καρά καλος.Οι θανατικές ποινές δεν εκτελέσθηκαν και όλοι τους εκτοπίσθηκαν σε διάφορα νησιά της χώρας.Άλλη μία δίωξη,από τις άπειρες,του Εθνάρχη Βενιζέλου,για τις οποίες θα δηλώσει στις 17 Δεκεμβρίου 1929 στην Βουλή ότι υπήρξε ο αίτιος του Διχασμού του Ελληνικού Λαού κατά τον Α'Παγκόσμιο Πόλεμο.
ΥΓ.Η αιχμαλωσία και η μεταφορά του Δ'ΣΣ εγκρίθηκε με τηλεγραφική διαταγή του Γερμανού Στρατάρχου Φον Χίντενμπουργκ.
Κωνστ.Πατιαλιάκας
Αντιστράτηγος ε.α