Παρασκευή 13 Οκτωβρίου 2023

1940-41: Πόλεμος και αγωνία της Ελλάδας να αποκτήσει περισσότερα αεροπλάνα

*Οι δύο πρέσβεις που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στον πόλεμο του 1940-41, προσερχόμενοι στο Γενικό Στρατηγείο. Αριστερά ο Λίνκολν Μακβή (ΗΠΑ)
 και δεξιά ο Μίκαελ Πάλαιρετ (Αγγλία) 


 


 

*Ανέκδοτη διπλωματική αλληλογραφία.

*Τα αεροπλάνα των ΗΠΑ, που δεν δόθηκαν 

*Το υπόμνημα του Μεταξά προς τον Ρούζβελτ.

 



 

Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης



 

               Ο πόλεμος του 1940 εναντίον της Ιταλίας και του 1941 εναντίον της Γερμανίας, ήταν ένας τιτάνιος αγώνας εναντίον του φασισμού και του Ναζισμού. Η Ελλάδα πολέμησε με γενναιότητα και χωρίς μεγάλη και ουσιαστική βοήθεια, πλην της Βρετανίας, που έστειλε ανεπαρκείς δυνάμεις και περιορισμένο αριθμό αεροπλάνων. Η Ελλάδα απευθύνθηκε στις συμμαχικές χώρες ζητώντας αποφασιστική βοήθεια, που δεν την πήρε ποτέ. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των ΗΠΑ, που υποσχόταν αεροπλάνα τα οποία δεν δόθηκαν ποτέ. Διαφωτιστική εικόνα της κατάστασης που επικρατούσε τότε μας δίνει η διπλωματική αλληλογραφία, που διασώθηκε στα αμερικανικά Εθνικά Αρχεία.

               Ο νικηφόρος πόλεμος κατά των Ιταλών, στα Ηπειρωτικά βουνά, παρά τις επιμέρους ελλείψεις, δεν επηρεάσθηκε και συνέχισε να είναι νικηφόρος. Το πνεύμα του ΟΧΙ ήταν ισχυρό. Η μεγάλη έλλειψη που γίνονταν αισθητή, ήταν οι ελλείψεις ιδίως στην πολεμική αεροπορία. Η βοήθεια που παρείχαν οι Άγγλοι, δεν ήταν επαρκής. Είναι γνωστό ότι χάρη στις συνεχείς πιέσεις και του ίδιου του πρωθυπουργού Ουίνστον Τσώρτσιλ, το πρώτο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου του 1940 διατέθηκαν στην Ελλάδα τρεις μοίρες καταδιωκτικών και βομβαρδιστικών αεροπλάνων, ενώ άλλη μοίρα αεροσκαφών που είχε έδρα στην Αίγυπτο άρχισε να δρα εναντίον  εχθρικών στόχων στο μέτωπο. Ήταν σαφής όμως η ανεπάρκεια από αεροπορικής πλευράς, όταν μάλιστα δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην Ελλάδα τα νεώτερου τύπου βομβαρδιστικά, για λόγους τεχνικούς. Πάντως ο Τσώρτσιλ έβλεπε τη σημασία την αντίστασης της Ελλάδας στις δυνάμεις του Άξονα και στις 4 Νοεμβρίου τηλεγραφούσε στον υπουργό Πολέμου Άντονι  Ήντεν:

               «Από στρατηγική άποψη η απώλεια της Αθήνας θα αποτελούσε πλήγμα εξίσου σοβαρό με την απώλεια του Χαρτούμ, πλήγμα μάλιστα ανεπανόρθωτο».

               Ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς στις 16 Νοεμβρίου ζήτησε μεταξύ άλλων από τους Άγγλους την αποστολή και άλλων αεροπλάνων, προειδοποιώντας ότι αναμένει γερμανική επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Ταυτόχρονα διαβεβαίωνε ότι η ελληνική κυβέρνηση ήταν αποφασισμένη να αντισταθεί και κατά της Γερμανίας.

               Η αγωνία πάντως της Ελλάδας για ενίσχυση της αεροπορικής άμυνας ήταν συνεχής. Όπως και η φροντίδα για ποικίλο πολεμικό υλικό. Γι’ αυτό, εκτός της Αγγλίας στράφηκε και στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.

               Η ιταλική αεροπορία μπορούσε να βομβαρδίζει ελληνικές πόλεις. Στις 30 Οκτωβρίου η ιταλική αεροπορία βομβάρδισε την Πάτρα. Οι άμαχοι νεκροί εκείνη τη μέρα, ήταν 100 και οι τραυματίες 250. Αργότερα βομβαρδίστηκαν η Θεσσαλονίκη, η Κέρκυρα, τα Ιωάννινα, τα Χανιά και διάφορες κωμοπόλεις και χωριά, χωρίς να πληγούν στρατιωτικοί στόχοι, παρά μόνο πολιτικοί. Τα ελληνικά αεροσκάφη στο διάστημα του πολέμου κατέρριψαν στο μέτωπο πολλά ιταλικά αεροπλάνα. Είχαμε όμως απώλεια ελληνικών αεροσκαφών, που δεν ήταν εύκολο να αντικατασταθούν από νέα. Από τις αρχές Νοεμβρίου η αγγλική αεροπορία εγκατέστησε βάσεις στην Ελλάδα και άρχισε να συμμετέχει από κοινού με την ελληνική αεροπορία σε επιχειρήσεις. Συνήθως επιτυχείς με καταρρίψεις ιταλικών πολεμικών αεροσκαφών.

               Στις αρχές Νοεμβρίου 1940  στις ΗΠΑ εξελέγη πρόεδρος ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ επικεφαλής των Δημοκρατικών.

*Ο Ιωάννης Μεταξάς


Υπόμνημα του Μεταξά προς τις  ΗΠΑ

 

Ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα Λίνκολν Μακβή, τηλεγραφούσε στις 7 Δεκεμβρίου 1940 στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ στην Ουάσιγκτον, ότι τον κάλεσε εκείνο το πρωί ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς στο Υπουργείο Εξωτερικών και του παρέδωσε γραπτό υπόμνημα αναφερόμενο στην ανάγκη που είχε η Ελλάδα να καλύψει την επέκταση των πιστώσεων σε δολάρια με κάποια μορφή «για τις απελπιστικά απαραίτητες αγορές πολεμικού υλικού». Επιπλέον, ζήτησε να ενημερωθεί προσωπικά ο Πρόεδρος Ρούσβελτ, εάν είναι δυνατόν, για τις ελληνικές απόψεις, σχετικά με τον επείγοντα χαρακτήρα αυτού του θέματος, που απασχολούσε την Ελλάδα.

«Ο στρατηγός Μεταξάς- έγραφε ο Μακβή- είπε ότι οι επιχειρήσεις προχωρούν ικανοποιητικά κατά των Ιταλών αλλά είναι απολύτως απαραίτητο να τελειώσει ο πόλεμος στην Αλβανία αυτόν τον χειμώνα γιατί, χωρίς καμία αμφιβολία, η Γερμανία θα επιτεθεί στην περιοχή αυτή την ερχόμενη άνοιξη. Αυτό εξηγεί γιατί ο Ελληνικός Στρατός προς το παρόν δεν εδραιώνεται αλλά προωθεί τις θέσεις του με όλες τις δυνάμεις παρά τις καιρικές συνθήκες και το δύσκολο έδαφος. Εάν η Ελλάδα μπορέσει να διώξει τους Ιταλούς από την Αλβανία μέσα στους επόμενους μήνες, θα εξασφαλιστεί η γιουγκοσλαβική, η τουρκική και ίσως και η βουλγαρική αντίσταση στη Γερμανία. Έτσι θεωρεί τον ελληνικό πόλεμο σήμερα ως σημείο καμπής στη μάχη για την ελευθερία όλης αυτής της περιοχής και ίσως και σε ολόκληρο τον πόλεμο. Αλλά τόνισε και τόνισε ξανά, ότι τα πυρομαχικά της Ελλάδας και όσα μπορούν να διαθέσουν οι Βρετανοί για χρήση αυτό το χειμώνα, δεν επαρκούν για αδιάκοπες επιχειρήσεις στην παρούσα κλίμακα για διάστημα μηνών. Κατανοεί τους περιορισμούς που επιβάλλονται από την αμερικανική νομοθεσία, αλλά προέτρεψε ότι είναι προς το συμφέρον όλων αυτών που πρεσβεύει η Αμερική καθώς και προς το συμφέρον αυτού του ηρωικού μικρού έθνους να επινοηθούν κάποια μέσα το συντομότερο δυνατό για να διασφαλιστεί η επαρκής ροή πυρομαχικών ώστε να διασφαλισθεί η συνέχιση και η επιτυχία της παρούσας προσπάθειας της Ελλάδας».

               Ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς παρέδωσε στον πρέσβη Μακβή και ένα μνημόνιο, για την αμερικανική κυβέρνηση, στο οποίο τονίζονταν:

«Στις 13 Νοεμβρίου, ο υπουργός Οικονομικών απηύθυνε στον πρέσβη των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ελλάδα μια μακρά επιστολή, που περιγράφει τις ανυπέρβλητες δυσκολίες τις οποίες αντιμετωπίζουμε λόγω έλλειψης επαρκούς πίστωσης σε δολάρια για τις ζωτικές μας ανάγκες σε προμήθειες, εκφράζοντας έκκληση για αμερικανική οικονομική στήριξη ώστε οι επείγουσες απαιτήσεις της στιγμής να μπορούν να ικανοποιηθούν αποτελεσματικά. Με την εξέλιξη της πολεμικής κατάστασης οι οικονομικές μας ανάγκες γίνονται πιο πιεστικές και η αντιμετώπισή τους γίνεται συντριπτικό πρόβλημα. Αν και η Μεγάλη Βρετανία έχει ανοίξει πιστώσεις υπέρ ημών, το πρόβλημα παραμένει κρίσιμο καθώς οι τελευταίες περιορίζονται στην περιοχή της στερλίνας και μεγάλος αριθμός αγαθών ουσιαστικής σημασίας μπορεί να αγοραστεί μόνο στην Αμερική και σε χώρες που απαιτούν πληρωμή σε δολάρια. Λόγω της μείωσης των εξαγωγών προς την Αμερική, η προμήθεια δολαρίων γίνεται εξαιρετικά δύσκολη και το απόθεμα των δολαρίων μας εξαντλείται τη στιγμή που πρέπει να υποβάλουμε αίτηση στην αμερικανική αγορά για προμήθειες πολεμικού υλικού, που η Μεγάλη Βρετανία δεν μπορεί να εξασφαλίσει. Καθώς οι δυσκολίες γίνονται συντριπτικές, θέτοντας σε κίνδυνο την επιτυχή έκβαση του πολέμου, θεωρούμε ότι είναι επίκαιρο να απευθύνουμε έκκληση στην κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών για οικονομική βοήθεια.

Ως εκ τούτου, σας ζητάμε να κάνετε τα απαραίτητα βήματα στο όνομα της Ελληνικής Κυβέρνησης και πιστεύουμε ότι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών δεν θα αρνηθεί τη βοήθειά της στην Ελλάδα, ώστε να μπορέσει να δώσει αποτελεσματικά τον αγώνα της για την ελευθερία και τα κοινά ιδανικά των δύο εθνών μας».

*Ο Αμερικανός πρόεδρος Ρούζβελτ

               Την επομένη 8 Δεκεμβρίου, στις εφημερίδες της Αθήνας δημοσιεύθηκε ότι ο πρόεδρος τον ΗΠΑ Ρούζβελτ, απαντώντας στο  ευχαριστήριο τηλεγράφημα του βασιλιά Γεώργιου Β΄, διαβεβαίωνε ότι οι ΗΠΑ θα ενισχύσουν την Ελλάδα στον αγώνα της.

Στις 9 Δεκεμβρίου 1940, ο Ιωάννης Μεταξάς κάλεσε τον πρέσβη Μακβή και του επέδωσε το ακόλουθο προσωπικό δραματικό μήνυμα που απηύθυνε στον πρόεδρο Ρούζβελτ, ο οποίος έδινε ελπίδες ότι οι Αμερικανοί θα δώσουν αεροπλάνα στην Ελλάδα. Το κείμενο ήταν γραμμένο στα γαλλικά. Σήμερα υπάρχει μεταφρασμένο στα αγγλικά στα Εθνικά Αρχεία των ΗΠΑ και είναι το ακόλουθο:

«Κύριε Πρόεδρε, αυτή τη στιγμή που η Ελλάδα, θύμα αδικαιολόγητης επιθετικότητας από την πλευρά μιας μεγάλης δύναμης, αγωνίζεται εδώ και 40 μέρες με όλα της τα μέσα για την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της και των υψηλών αρχών που από την αρχή ήταν το θεμέλιο της στην εθνική της ύπαρξη, έρχεται αντιμέτωπη με προβλήματα, των οποίων η λύση εξαρτάται από την παροχή της κατάλληλης βοήθειας. Το ζήτημα των απαραίτητων προμηθειών πολεμικού υλικού και του συναλλάγματος που απαιτείται για την προμήθεια του αποτελούν δύο από τα οξύτερα προβλήματα, απέναντι στην αυστηρή πραγματικότητα των οποίων, το πνεύμα θυσίας και το ακλόνητο θάρρος αυτού του έθνους κινδυνεύουν να διαρραγούν.

Έτσι, ενώ η ελληνική Πολεμική Αεροπορία καταδιώκει τον εχθρό στο μέτωπο με τους μικρούς πόρους που έχει στη διάθεσή της, ο άμαχος πληθυσμός, γυναίκες και παιδιά εκτίθενται σε ύπουλη επίθεση από την εχθρική αεροπορία, η οποία προτιμά να επιτίθεται σε πόλεις, των οποίων η έλλειψη άμυνας τις αφήνει ανοιχτές στις επιθέσεις.

Επιπλέον, η κυβέρνηση αντιμετωπίζει εξαιρετικά σοβαρές δυσκολίες στις προσπάθειές της να προμηθευτεί τα απαραίτητα εφόδια για τον στρατό και να εξασφαλίσει την τροφοδοσία του άμαχου πληθυσμού με τρόφιμα, λόγω της έλλειψης συναλλάγματος, που οφείλεται στις αυξημένες ανάγκες του και του περιορισμού των πόρων του.

Σε κάθε κρίσιμη συγκυρία της εθνικής της ύπαρξης, η Ελλάδα βρήκε πάντα στη χώρα σας τη συμπάθεια και τη βοήθεια που απαιτούσε. Είναι φυσικό, λοιπόν, σε τέτοιες στιγμές που ζει σήμερα να στραφεί με σιγουριά προς αυτή την κατεύθυνση.

Εκπροσωπώντας αυτή την εμπιστοσύνη, για άλλη μια φορά, κύριε Πρόεδρε, απευθύνομαι αυτοπροσώπως σε εσάς ως ο εξουσιοδοτημένος αρχηγός του μεγάλου αμερικανικού έθνους καθώς και ως κληρονόμος των ευγενέστερων παραδόσεων του, για να σας παρακαλέσω να ασκήσετε το υψηλό σας κύρος για να διαβεβαιώσετε τη χώρα μου για τη βοήθεια της οποίας έχει ανάγκη.

Μόλις χθες παρενέβητε μεγαλόψυχα για να διασφαλίσετε τη μεταφορά στην Ελληνική Πολεμική Αεροπορία των 30 από τα 60 αεροπλάνα καταδίωξης που είχαμε ζητήσει και τα οποία επρόκειτο να παραδοθούν στον Αμερικανικό Στρατό. Ενθαρρυμένοι από αυτή τη χειρονομία και αναμένοντας την άρση των εμποδίων στην εκπλήρωσή της που έχουν προκύψει, σας παρακαλώ να είστε αρκετά μεγαλόψυχοι για να μεσολαβήσετε για την ικανοποίηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες των πιεστικών αναγκών της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας.

Πολλές άλλες προμήθειες είναι επίσης απαραίτητες για τον στρατό μας για να μπορέσει να ολοκληρώσει το έργο που έχει μπροστά του. Δυστυχώς, οι διαθέσιμοι πόροι της χώρας σε συνάλλαγμα κάθε άλλο παρά επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες. Ως εκ τούτου, ελπίζω ότι θα εξεταστεί η δυνατότητα συμφωνίας με την Ελλάδα, με τέτοιους όρους πληρωμής, που θα της επιτρέψουν να κάνει στις Ηνωμένες Πολιτείες επείγουσες παραγγελίες για υλικό, που δεν μπορεί να προμηθευτεί από την Αγγλία παρά τη γενναιόδωρη βοήθεια που της παρείχε η χώρα αυτή.

Η βοήθεια που θα μπορούσε να μας δώσει αυτή τη στιγμή η μεγάλη χώρα σας μπορεί να είναι αποφασιστική στον αγώνα που επιβλήθηκε στην Ελλάδα και τον οποίο διεξάγει τώρα στο πλευρό του βρετανικού έθνους για τη διασφάλιση της ελευθερίας και της δικαιοσύνης για όλους τους ανθρώπους. Γνωρίζοντας την αφοσίωσή σας σε αυτό το ιδανικό και στην υπεροχή των πνευματικών και ηθικών δυνάμεων έναντι εκείνων της βίας και της καταπίεσης, το ιδανικό που ήταν πάντα η κοινή κληρονομιά των δύο λαών μας, τολμώ να ελπίζω ότι αυτή η περαιτέρω έκκληση που τολμώ να απευθύνω σε εσάς θα συναντήσει μια συμπαθητική υποδοχή.

Με αυτήν την ελπίδα, ικετεύω, κύριε Πρόεδρε, να δεχτείτε τη διαβεβαίωση της βαθιάς αφοσίωσής μου.

Ιωάννης Μεταξάς.»

 

               Πάντως στα Εθνικά Αρχεία των ΗΠΑ, υπάρχει σήμερα ένα υπηρεσιακό σημείωμα που έκοβε τις ελπίδες της Ελλάδας να πάρει αεροπλάνα, τα οποία είχε τόση ανάγκη. Σύμφωνα με το σημείωμα αυτό το αρμόδιο τμήμα εξέτασε το ζήτημα της εξαγωγής αεροπλάνων στην Ελλάδα σε σχέση με καθεμία από τις τρεις ομάδες αεροπλάνων (Vultee, Columbia και Seversky) και εκφράζονταν η γνώμη ότι «δεν θα ήταν συνετό να παρεμποδίσουμε τις δικές μας αμυντικές ανάγκες, επιμένοντας στην εξαγωγή αυτών των στρατιωτικών αεροπλάνων στην Ελλάδα».

*Αεροπλάνο τύπου "Σπιτφάιρ" στους ελληνικούς ουρανούς

Το έγγραφο υπέγραφε ο Γουώλτερ Μάρρεϋ, ο οποίος εξηγούσε ότι οδηγείται σε αυτό το συμπέρασμα από τις ακόλουθες σκέψεις, με βάση τις καλύτερες πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση στην Ελλάδα:

«(1) Ο κ. Μακβή, πρέσβης μας στην Αθήνα, ανέφερε ότι αν και υπάρχει εντεινόμενη ελληνική κοινή γνώμη υπέρ της αντίστασης στην επιθετικότητα και ότι η κυβέρνηση Μεταξά έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι η Ελλάδα θα πολεμήσει «μέχρις εσχάτων», ο κ. ΜακΒή εξακολουθεί να βλέπει την πιθανότητα, η Ελλάδα να υποταχθεί, χωρίς να πολεμήσει, στις αποφασιστικές απαιτήσεις του Άξονα. Εν όψει της βασικής μας επιθυμίας να αποφύγουμε να πέσουν αεροπλάνα στα χέρια του Άξονα, ο κίνδυνος που ενέχει η αποστολή πολύτιμων αεροπλάνων στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή είναι σημαντικός παράγοντας.

(2) Δεδομένου ότι η Ελλάδα μπορεί να αντισταθεί, ο Ελληνικός Στρατός δεν είναι ούτε καλά εκπαιδευμένος ούτε καλά εξοπλισμένος και πιθανότατα θα πρόσφερε δυσκολία για μια καλά μηχανοποιημένη επιθετική δύναμη. Στην Ελλάδα λείπουν οι ιδιαίτερα εκπαιδευμένοι αεροπόροι και μηχανικοί, όπως θα απαιτούνταν για τη λειτουργία σύγχρονων αεροπλάνων αμερικανικής κατασκευής. Επομένως, ακόμη κι αν τα αμερικανικά αεροπλάνα που αποστέλλονται στην Ελλάδα αποφύγουν τη σύλληψη από την Ιταλία, πιθανότατα δεν θα επιτύγχαναν κανένα σημαντικό στρατιωτικό αποτέλεσμα όταν επανδρώνονταν από Έλληνες πιλότους.

(3) Εφόσον η Μεγάλη Βρετανία έχει εγγυηθεί την ελληνική ανεξαρτησία και είναι πρωτίστως υπεύθυνη για την άμυνα αυτής της χώρας, τα αεροπλάνα που μπορούμε να διαθέσουμε για εξαγωγή θα αξιοποιηθούν πολύ καλύτερα εάν προμηθεύονταν στη Βρετανία παρά στην Ελλάδα».

Οι αμερικανοί υπηρεσιακοί παράγοντες δεν καταλάβαιναν το πρόβλημα των μαχόμενων Ελλήνων. Η ελληνική κυβέρνηση, που λογικά δεν γνώριζε τις εσωτερικές αντιρρήσεις των αμερικανών υπηρεσιακών παραγόντων, εξακολουθούσε να ελπίζει και να αποζητεί την αμερικανική βοήθεια σε αεροπλάνα και άλλο πολεμικό υλικό.

Η ελπίδα αναζωπυρώθηκε όταν στις αρχές Δεκεμβρίου 1940 ο Έλληνας πρέσβης στην Ουάσιγκτον ενημερώθηκε ότι ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα Λίνκολν Μακβή, ανέφερε υπηρεσιακά ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να αγοράσει 30 αεροπλάνα καταδίωξης. Μετά από αναφορά στην κυβέρνηση της Αθήνας, ο πρέσβης δήλωσε ότι η κυβέρνησή του επιθυμούσε να αγοράσει 30 αεροπλάνα καταδίωξης Curtiss- Wright P-40. Καθώς όλα τα αεροπλάνα P-40 που παράγονταν τότε προορίζονταν για τη Μεγάλη Βρετανία, η βρετανική κυβέρνηση πρότεινε στον Μεταξά, μέσω Βρετανών αξιωματούχων στην Αθήνα, ότι η Βρετανία θα προμήθευε αμέσως στην Ελλάδα 30 αεροπλάνα Defiant, με αντάλλαγμα τη συμφωνία της Ελλάδας, να παραιτηθεί από τα 30 αεροπλάνα Curtiss- Wright, που είχαν υποσχεθεί οι Αμερικανοί.

*Ο αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος

Στις 16 Δεκεμβρίου, ο Βρετανός επιτετραμμένος στην Ουάσιγκτον ενημέρωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ότι είχε λάβει ένα τηλεγράφημα από την κυβέρνησή του, που ανέφερε ότι ο στρατηγός Μεταξάς είχε ενημερώσει τη βρετανική κυβέρνηση πως η Ελλάδα θα ήταν αρκετά ικανοποιημένη να παραλάβει 30 αεροπλάνα από τις βρετανικές δυνάμεις αεροπορίας, που έδρευαν στην Αίγυπτο για αντικατάσταση των 30 αεροπλάνων P–40 που προσφέρονταν από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η κατάσταση όμως δεν ομαλοποιήθηκε και η Ελλάδα πολεμούσε διατηρώντας ελπίδες ότι θα πάρει αεροπλάνα, αλλά αεροπλάνα κατάλληλα για τις επιχειρησιακές ανάγκες της. Στις 17 Δεκεμβρίου, ο Έλληνας πρέσβης υπέβαλε γραπτό υπόμνημα στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, δηλώνοντας ότι «μετά από προσεκτική εξέταση της προσφοράς που έγινε για τα αεροπλάνα Defiant, η ελληνική κυβέρνηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα αεροπλάνα αυτά είναι ακατάλληλα και ότι τα Curtiss P-40 είναι τα κατάλληλα. Ως εκ τούτου, η ελληνική κυβέρνηση θέλει να ανανεώσει την επείγουσα έκκλησή της προς την κυβέρνηση των ΗΠΑ».

 Στις 18 Δεκεμβρίου, ο σύμβουλος της Ελληνικής Πρεσβείας στην Ουάσιγκτον συμφώνησε να τηλεγραφήσει στην κυβέρνησή του στην Αθήνα ζητώντας την αποδοχή των αεροπλάνων Defiant. Οι Αμερικανοί δεν έδιναν τα αεροπλάνα που ζητούσε η Ελλάδα. Διπλωματικός μύλος…

               Στην υπόθεση παρενέβη και ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Κορντέλ Χαλ, ο οποίος σε έγγραφό του υποστήριζε ότι τυχόν παρεξήγηση σε αυτό το θέμα θα πρέπει να αποσαφηνιστεί από τις βρετανικές και τις ελληνικές αρχές.

«Προς ενημέρωσή σας, ωστόσο, συνέχιζε, θα πρέπει να επισημανθεί ότι ενώ η αμερικανική κυβέρνηση δεν έχει καμία πρόθεση να αποσύρει την προσφορά που έγινε στην Ελλάδα, οι ενημερωμένες υπηρεσίες αυτής της κυβέρνησης, θεωρούν ότι η Ελλάδα καλό θα ήταν να αποδεχτεί τη βρετανική προσφορά για διάφορους λόγους:

(1) Ο χρόνος παράδοσης και αποστολής των P-40 στην Ελλάδα είναι αβέβαιος.

(2) Το αεροπλάνο P-40 λέγεται ότι είναι ιδιαίτερα δύσκολο στον χειρισμό, και εν μέρει για αυτόν τον λόγο ο στρατός μας δεν δέχεται άλλα αεροπλάνα αυτού του τύπου.

(3) Χωρίς ανταλλακτικά ή μηχανικούς στην Ελλάδα που να είναι εξοικειωμένοι με αυτό το αεροπλάνο, το P-40 μπορεί σύντομα να είναι περισσότερο βάρος έναντι της Ελλάδας, παρά περιουσιακό στοιχείο».

Και κατέληγε με την διπλωματική διατύπωση:

«Επιθυμούμε να αποφύγουμε κάθε υπονοούμενο ότι η αμερικανική κυβέρνηση επιχειρεί να αποσύρει την προσφορά της προς την Ελλάδα. Είμαστε πεπεισμένοι, ωστόσο, ότι η βρετανική προσφορά είναι αναμφισβήτητα συμφέρουσα για την Ελλάδα».

*Συνεργασία με τους συμμάχους αλλά και αγωνία...


Αντί για αεροπλάνα, βοήθεια από τον Ερυθρό Σταυρό

 

Στις 18 Δεκεμβρίου 1940 και ενώ η Ελλάδα μάχονταν στο Βορειοηπειρωτικό μέτωπο  ο υπουργός Εξωτερικών Κορντέλ Χαλ ειδοποίησε τον πρέσβη Μακβή στην Ελλάδα να ενημερώσει τον πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά, ότι η έκκλησή του για οικονομική βοήθεια έχει υποβληθεί στον πρόεδρο Φρανκλίνο Ρούζβελτ, ο οποίος την εξέφρασε με τη μεγαλύτερη συμπαράστασή του. Και πρόσθετε:

«Ο πρόεδρος ζητά τώρα να ενημερώσετε τον στρατηγό Μεταξά ότι ενόψει της ξεκάθαρης πρόθεσης του Κογκρέσου, όπως εκφράζεται στην υφιστάμενη νομοθεσία, δεν είναι πρακτικό να ενεργήσουμε ευνοϊκά επί της έκκλησης του πρωθυπουργού αυτή τη στιγμή. Ωστόσο, η οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα επεκτείνεται σε σημαντικά ποσά μέσω του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού και άλλων οργανισμών και αυτή η βοήθεια αναμφίβολα θα συνεχιστεί και θα αυξηθεί. Επιπλέον, ο Πρωθυπουργός μπορεί να βεβαιωθεί ότι θα συνεχίσει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στη διευκόλυνση της απόκτησης από την Ελλάδα στρατιωτικών προμηθειών.

 

Πρόσφεραν ελπίδες, αλλά μόνο ελπίδες…

 

Με συνεχή αγώνα, έκλεισε το έτος 1940. Το 1941 ανέτειλε, με μήνυμα του πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά:

«Αρχίζουμε το 1941, γνωρίζοντας, ότι ο αγώνας μας θα είμαι μακρός και σκληρός και ότι θα υποφέρωμεν. Αλλά είμαστε αποφασισμένοι να υποφέρουμε τα πάντα για να φέρωμεν τον αγώνα μας σε τέρμα αντάξιο της Ελλάδος μας» τόνιζε ο πρωθυπουργός της χώρας.

Στις 10 Ιανουαρίου οι εφημερίδες της Αθήνας και την προηγουμένη οι εφημερίδες της Νέας Υόρκης έγραφαν με πανηγυρικούς τίτλους, ότι η Αμερική παραχωρεί στην Ελλάδα 100 αεροπλάνα, ως εκπλήρωση της υπόσχεσης του προέδρου Ρούζβελτ. Καλλιεργούσαν ελπίδες, αλλά αεροπλάνα δεν μας έδιναν… Βάσιζαν τους πανηγυρισμούς τους, στο λόγο του προέδρου Φρανκλίνου Ρούζβελτ στο Κογκρέσο στις 6 Ιανουαρίου, όπου τόνισε ότι οι ΗΠΑ θα στέλνουν συνεχώς πλοία, αεροπλάνα, τανκς και κανόνια στην Αγγλία και τους συμμάχους της. Στο σημαντικό αυτό λόγο του υπήρχε και μια αποστροφή, που ενδιέφερε ιδιαίτερα την Ελλάδα χωρίς να την κατονομάζει, αφού ενδιέφερε το ίδιο και άλλες μικρές χώρες. Συγκεκριμένα τόνιζε:

«Δεν συνιστώ να τους δανείσωμεν δολάρια, με τα οποία να μας πληρώσουν τα όπλα αυτά, ούτε δάνεια δια να μας εξοφλήσουν με δολάρια. Συνιστώ όπως καταστήσωμεν δυνατόν εις τα έθνη ταύτα να εξακολουθήσουν να λαμβάνουν πολεμικό υλικό από τας ΗΠΑ κανονίζοντα τας παραγγελίας των επί τη βάσει του ιδίου ημών προγράμματος(… ) Δια παν ό,τι θα στείλωμεν έξω, θα πληρωθώμεν μετά την παύσιν των εχθροπραξιών».

Ένα έγγραφο των Εθνικών Αρχείων των ΗΠΑ, με ημερομηνία 17 Ιανουαρίου 1941, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα. Προέρχεται από τον Αμερικανό συνταγματάρχη Ντόνοβαν και είχε σταλεί από την αμερικανική πρεσβεία της Αθήνας στον υπουργό Ναυτικών. Δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία. Ίσως να πρόκειται για τον Ντόνοβαν ο οποίος το 1942 οργάνωσε την μυστική υπηρεσία των ΗΠΑ γνωστή ως OSS, η οποία μεταπολεμικά εξελίχθηκε στη γνωστή μας CIA. Πρόκειται για συμπεράσματα μετά από συζητήσεις που έγιναν με το βασιλιά Γεώργιο Β΄, τον πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά και τον αρχιστράτηγο Αλέξανδρο Παπάγο.

Ο Μεταξάς, φοβάται να τονίσει την ενίσχυση της θέσης της Βρετανίας στον ελληνικό χώρο, επειδή η Γερμανία μπορεί να επιχειρήσει να καταλάβει τη Θεσσαλονίκη, έγραφε ο Ντόνοβαν και πρόσθετε:

«Ο στρατηγός Ουέιβελ, ζήτησε να ενημερώσω ότι έχει αντλήσει και αντλεί πολλά από τους πόρους που έχει στη διάθεσή τους για να βοηθήσει την Ελλάδα, αλλά λόγω των ναυτιλιακών δυσκολιών και των υφιστάμενων δεσμεύσεών του αυτή τη στιγμή, δεν μπορεί να κάνει περισσότερα.

Ο Μεταξάς λέει ότι το όνομα του προέδρου Ρούζβελτ ασκεί μεγάλη επιρροή σε όλα τα Βαλκάνια και πως οτιδήποτε θα τονίσει το ενδιαφέρον και τη διαβεβαίωση της υποστήριξής του στη διατήρηση της θέσης της Ελλάδας, που θα ζωογονούσε την αντίσταση της Γιουγκοσλαβίας και της Βουλγαρίας και πιθανότατα θα απέτρεπε τη γερμανική απόπειρα.

Πιο συγκεκριμένα χρειάζονται τώρα για τον Ελληνικό Στρατό, παπούτσια, κάλτσες, στολές, φορτηγά Ford, γαϊδούρια ψηλά, ορεινά όπλα με πυρομαχικά και αεροσκάφη.

Όλοι εδώ συμφωνούν ότι εάν αυτές οι προμήθειες ή οποιοδήποτε μέρος τους μπορούσαν να σταλούν στην Ελλάδα απευθείας από τον Πρόεδρο, θα έδινε ανανεωμένη εμπιστοσύνη στην Ελλάδα και θα συνέβαλε σημαντικά στη διατήρηση της θέσης της όχι μόνο ως γραμμή αντίστασης αλλά και ως γραμμή προώθησης».

Ο συνταγματάρχης Ντόνοβαν είχε μείνει στην Αθήνα τρεις μέρες. Συναντήθηκε με τον Βρετανό πρέσβη, ενώ ο Αμερικανός πρέσβης τον παρουσίασε στον βασιλιά και τον πρωθυπουργό. Σε σύντομο χρονικό διάστημα απέκτησε μια αξιοσημείωτα πλήρη και σαφή αντίληψη της κατάστασης, ιδιαίτερα όσον αφορά το ζήτημα της μελλοντικής αγγλοελληνικής συνεργασίας. Ο Μακβή έγραφε, ότι βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να αναφέρει ότι ο Ντόνοβαν εντυπωσίασε με επιτυχία τους Έλληνες ηγέτες με τη σοβαρότητα για την πρόθεση της Αμερικής να υποστηρίξει τις δημοκρατίες, αλλά και για τη συντριπτική υποστήριξη που παρέχεται από τον πρόεδρο Ρούσβελτ σε αυτό το θέμα.

Ο Ντόνοβαν αναχώρησε για τη Σόφια και θα μετέβαινε από εκεί στο Βελιγράδι λόγω της πεποίθησης του βρετανού πρέσβη και των στρατιωτικών αρχών στην Αθήνα, στην οποία συμφωνούσε και ο Μακβή, ότι η επίσκεψή του σε αυτές τις πρωτεύουσες, δεν έπρεπε να καθυστερήσει. Σχεδίαζε να επιστρέψει στην Αθήνα για να κάνει στη συνέχεια ένα ταξίδι στο αλβανικό μέτωπο πριν πάει στην Τουρκία.

Με άλλο τηλεγράφημά του ο Μακβή πληροφορούσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ότι ο Μεταξάς ενημέρωσε τον συνταγματάρχη Ντόνοβαν ότι είναι πλέον «σίγουρος» ότι οι Γερμανοί θα έρθουν νότια και αναμένει εξελίξεις έως την 1η Μαρτίου σύμφωνα με τις τρέχουσες ενδείξεις. Ο στρατηγός Μεταξάς είχε συναινέσει όχι μόνο να επιτρέψει τη βρετανική παρουσία στη Βόρεια Ελλάδα, αλλά συμφώνησε και μάλιστα συμβούλεψε την προετοιμασία μιας βρετανικής αποστολής στη Θεσσαλονίκη, που θα τεθεί σε ετοιμότητα, τη στιγμή που οι Γερμανοί θα περάσουν τον Δούναβη. Σε σχέση με αυτό, ο Βρετανός πρέσβης στη Μόσχα ανέφερε στην κυβέρνησή του σύμφωνα με πληροφορίες που έλαβε η βρετανική αντιπροσωπεία της Αθήνας, ότι γίνεται όλο και λιγότερο πιθανό η Ρωσία να παρέμβει σε μια τέτοια γερμανική κίνηση με την πεποίθηση, ότι θα στόχευε μάλλον εναντίον των Βρετανών. Και δεν θα εξυπηρετούσε τα σοβιετικά συμφέροντα.

*Από την κηδεία του Ιωάννη Μεταξά
 

Ο θάνατος του Ιωάννη Μεταξά

 

Στις 29 Ιανουαρίου 1941 απεβίωσε ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς. Αυθημερόν ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ όρισε ως νέο πρόεδρο της κυβέρνησης τον διοικητή της Εθνικής Τράπεζας Αλέξανδρο Κορυζή, ο οποίος ορκίσθηκε ενώπιον του αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρύσανθου.

               Σε διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό ο Κορυζής τόνισε μεταξύ άλλων:

               «Με την πεποίθησιν ότι το Έθνος θα φέρη εις νικηφόρον τέρμα τον αναληφθέντα αγών και η Ελλάς θα συνεχίση τα μεγάλα της πεπρωμένα, βαδίζομεν υπό την ευλογίαν του Θεού, με θάρρος και πίστιν, προς την εκτέλεσιν του καθήκοντος».

Λόγω του θανάτου του Ιωάννη Μεταξά στις 31 Ιανουαρίου 1941, ο διπλωματικός εκπρόσωπος των ΗΠΑ στο Βερολίνο Μόρρις, επισκέφθηκε τον Έλληνα ομόλογό του για υποβολή συλλυπητηρίων.

Σε τηλεγράφημά του προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανέφερε ότι κατά τη διάρκεια της συλλυπητήριας επίσκεψης του για τον θάνατο του στρατηγού Μεταξά, ο Έλληνας πρέσβης τον πληροφόρησε ότι Γερμανοί αξιωματούχοι, στρατιωτικοί και πολιτικοί, χρησιμοποιούν κάθε ευκαιρία και επαφή για να του επιβεβαιώσουν την επισφαλή κατάσταση της Ελλάδας, συγκεκριμένα με τον ισχυρισμό ότι η αμερικανική βοήθεια δεν θα ερχόταν εγκαίρως για να είναι αποτελεσματική και ότι τα αμερικανικά αεροπλάνα και ο άλλος οπλισμός ήταν κατώτερα από τα γερμανικά!!!

Και κατέληγε ο Μόρρις:

«Οι Γερμανοί αξιωματούχοι, καταλαβαίνω, δεν είχαν φτάσει τόσο μακριά στις παραστάσεις τους προς αυτόν ώστε να προτείνουν στην ελληνική κυβέρνηση να προσπαθήσει να συνάψει ειρήνη με την Ιταλία, αλλά ήταν προφανές ότι ήλπιζαν ότι θα τους πίστευε και θα επαναλάμβανε στην Αθήνα αυτές τις ηττοπαθείς ιδέες».

Αλλά όπως αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων οι Ναζί του Βερολίνου δεν εύρισκαν «ευήκοα ώτα» και οι Έλληνες συνέχιζαν να μάχονται με απόλυτη επιτυχία στα Ηπειρωτικά βουνά, κατατροπώνοντας τους Ιταλούς φασίστες. Χαρακτηριστικά στις 31 Ιανουαρίου το πολεμικό ανακοινωθέν του Γενικού Στρατηγείου, γνωστοποιούσε:

«Κατά την σημερινή ημέραν τα στρατεύματά μας διεξήγαγον επιτυχείς αγώνας επί ορεινών περιοχών ύψους 1900 μέτρων και άνω. Κατελήφθησαν μεγάλης σημασίας εδαφικά σημεία κατεχόμενα υπό του εχθρού και συνελήφθησαν περί τους 150 αιχμαλώτους. Εις έτερον σημείον του μετώπου προσπάθεια του εχθρού να επιτεθή δι’ αρμάτων συνετρίβη εν τη γενέσει της». 

Τις πρώτες μέρες του Φεβρουαρίου ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ επισκέφθηκε το μέτωπο όπου επιθεώρησε αρκετές μονάδες του μαχόμενου στρατού, συνεργάσθηκε με τον αρχιστράτηγο Αλέξανδρο Παπάγο και διοικητές μεγάλων σχηματισμών και επέδωσε παράσημα σε ανδραγαθήσαντες υπαξιωματικούς και οπλίτες. 

Εν τω μεταξύ η αμερικανική Βουλή των αντιπροσώπων, επί έξι μέρες συζητούσε το νομοσχέδιο για την παροχή βοήθειας στην Αγγλία. Τελικά το νομοσχέδιο ψηφίσθηκε με 260 ψήφους υπέρ και 165 κατά. Στην Αγγλία ο πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ σε νυχτερινή ραδιοφωνική ομιλία του πρόβλεψε ότι ο πόλεμος σύντομα θα εισέλθει σε φάση μεγάλης σφοδρότητας. Ειδικά για τον αγώνα της Ελλάδα είπε:

«Ο Μουσολίνι επετέθη κατά της Ελλάδος και εισέβαλεν εις αυτήν, χωρίς να κατορθώση άλλο τι, παρά να απωθηθή κατά τον εξευτελιστικώτερον τρόπον υπό του ηρωικού Ελληνικού Στρατού, ο οποίος έκαμε να αναλάμψη προ των ομμάτων μας η αίγλη της κλασσικής εποχής, η οποία περιβάλλει την χώραν του».

*Η αρχή του τηλεγραφήματος για τη συνομιλία του βασιλιά Γεωργίου Β΄ και του Αμερικανού πρέσβη Λίνκολν Μακβή μέσα σε αντιαεροπορικό καταφύγιο
 

Βασιλιάς και Μακβή σε αντιαεροπορικό καταφύγιο

 

Η ανησυχία όμως για επικείμενη γερμανική επίθεση κυριαρχούσε στην ηγεσία της Ελλάδας. Ο αμερικανός πρέσβης Μακβή, συνάντησε το βασιλιά Γεώργιο Β΄ μέσα σε ένα αντιαεροπορικό καταφύγιο και εκεί προστατευμένοι και οι δύο από τις ιταλικές αεροπορικές επιθέσεις, είχαν μακρά συνομιλία. Αυτό συνέβη τη νύχτα της 11ης Φεβρουαρίου 1941.

Σε έκθεση του προς την Ουάσιγκτον ο Μακβή τόνιζε ότι ο βασιλιάς του είπε πως θεωρεί συντριπτικά πιθανή μια πρώιμη γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας και για να αντιταχθεί σε ένα τέτοιο μαχαίρι πισώπλατο, έχει πλέον διαθέσιμες μόνο τρεις μεραρχίες. Σε σχέση με τη διευθέτηση που είχε κάνει ο Μεταξάς πριν πεθάνει, ο Γεώργιος είπε, ότι οι Βρετανοί προφανώς δεν έχουν κάνει συγκεκριμένα σχέδια και απαντώντας στις επανειλημμένες τηλεγραφικές εκκλήσεις της ελληνικής κυβέρνησης τις τελευταίες ημέρες πρότειναν την αποστολή μόνο ενός συντάγματος πυροβολικού στη Θεσσαλονίκη. Η στάση της Τουρκίας παραμένει απροσδιόριστη και η Γιουγκοσλαβία δείχνει «τον λήθαργο ενός κουνελιού που αντιμετωπίζει το φίδι που θα το καταβροχθίσει». Ωστόσο, είπε, ότι η Ελλάδα θα αντισταθεί σε όποιες πιθανότητες υπάρχουν γιατί αυτό είναι σύμφωνο με την τιμή, την πίστη και το πνεύμα της χώρας. Εάν η Γερμανία προτού επιτεθεί προτείνει να συνάψει ειρήνη η Ελλάδα με την Ιταλία, η απάντηση θα είναι ότι η Ελλάδα πρέπει να συμβουλευτεί τον σύμμαχό της. Εάν η Γερμανία προσφέρει οποιονδήποτε άλλο συμβιβασμό, η απάντηση θα είναι άρνηση, καθώς η αποδοχή θα σήμαινε μόνο ενδεχόμενη υποδούλωση, όπως στην περίπτωση της Ρουμανίας.

Ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ είπε ότι το ελληνικό σχέδιο τώρα είναι να προχωρήσουμε εναντίον των Ιταλών σε μια πιο σύντομη και πιο αμυντική γραμμή που μπορεί να κρατηθεί με μόνο ένα μέρος των δυνάμεων στην Αλβανία, απελευθερώνοντας έτσι τις υπόλοιπες δυνάμεις για να αντιταχθούν στους Γερμανούς. Η γραμμή που εξετάζεται είναι αυτή του ποταμού Σκούμπη και η τεράστια προσπάθεια που πρέπει να γίνει για να φτάσει σε αυτόν ο στρατός μας θα γίνει τις επόμενες μέρες και θα είναι «η πιο κρίσιμη ενέργεια του πολέμου για την Ελλάδα». Θεωρώ- έλεγε ο Μακβή- ότι αυτό το σχέδιο αντιπροσωπεύει μια πολύ πρόσφατη απόφαση καθώς ο Γεώργιος Β΄ ζήτησε την απόλυτη μυστικότητα και πρόσθεσε ότι εκτός του επιτελείου είχε μιλήσει γι' αυτό μέχρι στιγμής, μόνο με τον Πρωθυπουργό Κορυζή.

Αυτή η χώρα-συνέχισε ο Μακβή την αναφορά του- μάχεται στην πρώτη γραμμή του πολιτισμού και αντιμετωπίζει ακόμη πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες σήμερα από αυτές που συνάντησε τόσο συγκλονιστικά τον περασμένο Οκτώβριο. Επιπλέον, το κάνει χωρίς καμία διασφάλιση αποτελεσματικής βοήθειας. Πιστεύω ότι οι αρχές μας δεν θα είναι αναίσθητες από μια τέτοια ηρωική λύση. Η αποτυχία της Ελλάδας να αποκτήσει οποιοδήποτε αεροπλάνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής μετά από 3 μήνες προσπάθειας ήταν αποκαρδιωτική. Η δήλωση της βρετανικής επιτροπής αγορών στις 12 Δεκεμβρίου ότι οι Βρετανοί είχαν ήδη 400 αεροπλάνα που βοηθούσαν την Ελλάδα όταν στην πραγματικότητα δεν είχε περισσότερα από 32 είναι συγκλονιστικό. Η άμμος στην κλεψύδρα της Ελλάδας τελειώνει όσο αυτό το πράγμα συνεχίζεται, συμπέρανε ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄.

Και κατέληγε ο Αμερικανός διπλωμάτης:

«Ο βασιλιάς μου είπε με αξιοθαύμαστη αυτοσυγκράτηση: «Συνειδητοποιώ την απελπισμένη ανάγκη της Αγγλίας για προμήθειες, αλλά τα 30 ή 60 αεροπλάνα που χρειαζόμαστε τόσο απελπισμένα, δεν θα λυγίσουν τη Βρετανική Αυτοκρατορία».

*Ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής
 

Μια ακόμα έκκληση από τον Κορυζή


               Η 12η Φεβρουαρίου, ήταν μια σημαντική μέρα. Πριν από τη βραδινή συνάντηση με το βασιλιά στο αντιαεροπορικό καταφύγιο,  του ο Μακβή είχε κληθεί στο γραφείο του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή. Όπου ο Έλληνας πρωθυπουργός του παρέδωσε μια ακόμη έκκληση, για προμήθειες αμερικανικού πολεμικού υλικού στην Ελλάδα. Μετά από αναφορά στις προσπάθειες του προκατόχου του Ιωάννη Μεταξά, καθώς και στα τηλεγραφήματα του Έλληνα πρέσβη στην Ουάσιγκτον, που όλα απέβησαν άκαρπα, ο Κορυζής του επέδωσε τα ακόλουθο υπόμνημα:

«Η ανάγκη για υλικό γίνεται πιο σκληρά αισθητή κάθε μέρα. Ειδικότερα, η αναγκαιότητα ενίσχυσης της ελληνικής αεροπορίας είναι η πιο επιτακτική από όλες. Δεν επιθυμώ να αναλύσω αυτό το τελευταίο ερώτημα που είναι γνωστό στην Εξοχότητά σας με όλες του τις λεπτομέρειες. Περιορίζομαι στην παρατήρηση ότι επί του παρόντος, 3½ μήνες μετά την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο μετά την αδικαιολόγητη επίθεση μιας μεγάλης δύναμης, η προμήθεια αυτού του απελπιστικά απαραίτητου αεροπορικού υλικού δεν έχει ολοκληρωθεί. Όπως γνωρίζετε, δεδομένου ότι η ακραίως επείγουσα ανάγκη δεν επέτρεψε στην ελληνική κυβέρνηση να περιμένει διευθετήσεις για την προμήθεια αμερικανικού πολεμικού υλικού με πίστωση. Είχε διαφυλάξει από τους λιγοστούς πόρους της σε δολάρια το ποσό που ήταν απαραίτητο για την αγορά των αεροπλάνων. Κατά συνέπεια, δεν υπήρξε κανένα εμπόδιο στην απόκτηση του εν λόγω υλικού εκτός από την εκτροπή από την αμερικανική παραγωγή του μικρού αριθμού αεροπλάνων που είχε υποσχεθεί στην Ελλάδα από τις 20 περασμένου Νοεμβρίου η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Εν τω μεταξύ, η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία, που καλείται να αντιμετωπίσει έναν εχθρό που κατείχε συντριπτικά ανώτερα μέσα, στερήθηκε την ενίσχυση που ήταν επαρκής ακόμη και για να αντικαταστήσει τη φθορά 3½ μηνών πολέμου.

*Η αμοιβή του Χίτλερ προς τη Βουλγαρία (Ακρόπολις 22 Απριλίου 1941)

Όσον αφορά την προμήθεια άλλου υλικού, έχουμε λάβει μέχρι στιγμής μόνο 2.000 οβίδες των 57 χιλιοστών από παλιά αποθέματα του Αμερικανικού Ναυτικού.

Εν τω μεταξύ, η κατάσταση φαίνεται να παίρνει κρίσιμη τροπή στα Βαλκάνια. Κανείς δεν μπορεί να πει ποιους κινδύνους θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε στο εγγύς μέλλον, ακόμη πιο σοβαρούς από αυτούς που συναντούσαμε μέχρι τώρα. Εάν υπό αυτές τις συνθήκες δεν βοηθηθούμε αποτελεσματικά όσο υπάρχει ακόμη χρόνος, οι συνέπειες μπορεί να είναι σοβαρές και οι επακόλουθες εξελίξεις απρόβλεπτες».

Την 1η Μαρτίου η Βουλγαρία προσχώρησε στο τριμερές σύμφωνο των δυνάμεων του Άξονα. Η συμφωνίας υπεγράφη στο ανάκτορο Μπελβεντέρε της Βιέννης. Γερμανία- Ιταλία- Βουλγαρία επισημοποίησαν τη σχέση τους. Η αμοιβή της Βουλγαρίας, δεν θα αργούσε να έρθει.

 

Αυτοκτονία Κορυζή και γερμανική επίθεση

 

               Τα γεγονότα εξελίσσονταν με γρήγορους ρυθμούς. Αυτό που πρόβλεπε η ελληνική ηγεσία, συνέβη στις 6 Απριλίου 1941. Ισχυρές γερμανικές δυνάμεις με την υποστήριξη αεροπλάνων, αρμάτων και βαρέος Πυροβολικού άρχισαν να προσβάλουν ελληνικές θέσεις στις κυριότερες ζώνες της ελληνοβουλγαρικής παραμεθορίου και ιδιαίτερα στις περιοχές του Μπέλλες και της κοιλάδας του Στρυμόνα. Στις 11 Απριλίου άρχισαν να κατέρχονται από την περιοχή του Μοναστηρίου οι εχθρικές φάλαγγες των Γερμανών προς Φλώρινα και προς την κοιλάδα του ποταμού Αξιού.

Στις 18 Απριλίου αυτοκτόνησε ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής. Ήταν Μεγάλη Παρασκευή…

Ακολούθησε η ανάθεση της πρωθυπουργίας στον Εμμανουήλ Τσουδερό. Η συνθηκολόγηση που υπέγραψε στο Βοτονόσι της Ηπείρου ο στρατηγός Γεώργιος Τσολάκογλου, σήμαινε το τέλος της μεγάλης και ηρωικής προσπάθειας της Ελλάδας ενάντια στο φασισμό και το ναζισμό. Η αναχώρηση του βασιλιά και της κυβέρνησης στο Κάιρο έδειχνε την ελληνική αποφασιστικότητα για συνέχιση του αγώνα. Η μαρτυρική Κατοχή της Ελλάδας από τους Χιτλερικούς άρχιζε…

Αμερικανικά αεροπλάνα δεν ήρθαν…

 

Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 


ΠΗΓΕΣ:

*Εθνικά Αμερικανικά Αρχεία ΗΠΑ (https://history.state.gov/historicaldocuments/frus1941v02/d609)

*Αρχείο εφημερίδας «Ακρόπολις» Αθηνών. Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων

*«Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» τόμος ΙΕ΄, Εκδοτική Αθηνών ΑΕ

 

 

 

5 σχόλια:

  1. Να είσαι καλά πατριώτη μου που γράφεις κ μαθαίνουμε! 7 Χρόνια ο μπαμπάς μου στο στρατό εκεί στα βουνά όταν ήρθε δεν τον ήξερα για πατέρας μου! έλεγα κ του έλεγα να φύγει,,,,,,,

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας
    Και αν ακόμα χορηγούνταν μαχητικά αεροπλάνα είναι αμφίβολο, αν θα χρησιμοποιούνταν από τους Ίκαρους και τεχνικά θα υποστηρίζονταν. Οι ΗΠΑ όμως θα μπορούσαν να διαθέσουν αντιαεροπορικά και αντιαρματικά. Καλό βράδυ Παντελή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Το άκρως ενδιαφέρον αφιέρωμά σου Παντελή, τείνει να καταδείξει πως η ειρωνική έκφραση "υπέρ της αεροπορίας", που γεννήθηκε με την υποψία ότι τα χρήματα του σχετικού εράνου είχαν "φαγωθεί" από τους επιτήδειους, δεν περιέγραφε την πραγματικότητα - και πως το Καθεστώς της 4ης Αυγούστου μπορεί να ευθυνόταν για πολλά, αλλά όχι και για τις ελλείψεις της αεροπορίας μας.

    Κατά τα άλλα, για ακόμα μία φορά αποδεικνύεται, πως όταν μια μεγάλη δύναμη υπόσχεται βοήθεια σε μια μικρότερη που μπαίνει σε έναν πόλεμο στο πλευρό ή για λογαριασμό της πρώτης, δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα φανεί συνεπής στις υποσχέσεις της. Και αν για την περίοδο του Β'ΠΠ μπορούμε να το παραβλέψουμε, καλό είναι πάντα να το έχουμε υπόψη μας για το μέλλον...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Anna Moystacka
    Greece fought bravely and without much and substantial help, except for Britain, which sent insufficient forces and a limited number of planes. Greece appealed to the allied countries asking for decisive help, which it did not receive

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. " Ο πόλεμος του 1940 εναντίον της Ιταλίας και του 1941 εναντίον της Γερμανίας, ήταν ένας τιτάνιος αγώνας εναντίον του φασισμού και του Ναζισμού."
    Νομίζω ότι αυτό είναι λάθος. Η Ελλάς δεν πολέμησε πολιτεύματα, αλλά εισβολείς. Το ίδιο θα έκανε αν οι εισβολείς ήσαν δημοκράτες, κομμουνιστές, ή ο,τιδήποτε άλλο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή