Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

Οι πολεμικοί ανταποκριτές των Βαλκανικών Πολέμων 1912-1913

*Σκηνή από τους Βαλκανικούς Πολέμους. Προετοιμασία του γεύματος 




 

*Ένα εκπληκτικό αρχείο

στο Υπουργείο Εξωτερικών

 

 


Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 

 

        Οι Βαλκανικοί πόλεμοι 1912-13, ήταν οι ενδοξότεροι πόλεμοι μετά την Επανάσταση του 1821, γιατί ήταν νικηφόροι και εξασφάλισαν στην Ελλάδα διπλασιασμό των εδαφών της και σχεδόν διπλασιασμό του πληθυσμού της. Και το σημαντικότερο ήταν ότι τα εδάφη αυτά ιστορικά ήταν ελληνικά και οι πληθυσμοί που απελευθερώθηκαν ήταν αλύτρωτοι Έλληνες.     

Στους πολέμους αυτούς εκτός από την ηγεσία του τόπου έδωσε την ικμάδα του ο ελληνικός λαός, δείχνοντας ύψιστα δείγματα πατριωτισμού.

Στους πολέμους αυτούς, που αφορούσαν πέντε κράτη της Βαλκανικής (Ελλάς, Τουρκία, Βουλγαρία, Σερβία, Μαυροβούνιο) έδωσαν το παρόν τους και οι Έλληνες δημοσιογράφοι είτε ως στρατευμένοι Έλληνες από την πρώτη γραμμή του πυρός, είτε ως πολεμικοί ανταποκριτές. Ως πολεμιστές πρώτης γραμμής αναφέρονται ενδεικτικά μεταξύ άλλων οι Πέτρος Καλαμίδας, που έχασε τη ζωή του, ο Σταμάτης Σταματίου γνωστός ως Σταμ. Σταμ. που έφερε ως λάφυρο μια βουλγαρική σημαία, ο δημοσιογράφος και ποιητής Ρώμος Φιλλύρας, ο Δ. Γ. Χατζηγιαννάκογλους, ο Ανδρέας Τσαμόπουλος, ο Κώστας Μιχαλόπουλος, ο Βασίλεος Κατωπόδης, ο Διονύσιος Κόκκινος, ο Γεώργιος Κιτσόπουλος κ.ά. (Λεπτομέρειες βλέπετε στο  https://sitalkisking.blogspot.com/2017/07/blog-post_23.html#more).

Σήμερα θα δούμε και τους πολεμικούς ανταποκριτές, οι οποίοι με τις περιγραφές τους διέσωσαν μια μεγάλη πλευρά της ιστορίας των Βαλκανικών Πολέμων, ίσως την πιο ανθρώπινη και την πιο ηρωική. Το άρθρο αυτό γράφεται  με αφορμή την ανακάλυψη στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών των αιτήσεων διαπίστευσης που υπέβαλαν τότε πολλοί δημοσιογράφοι αλλά και διευθυντές των εφημερίδων τους, που στήριζαν τους συντάκτες τους. Μεγάλα ονόματα της ελληνικής δημοσιογραφίας.

*Ο Σταμ Σταμ με το λάφυρό του, τη βουλγαρική σημαία

Το ασυνήθιστο για μας σήμερα είναι η υποχρέωση όσων θα έπαιρναν άδεια να αναχωρήσουν για το μέτωπο να κάνουν δηλώσεις ότι αναλάμβαναν την ευθύνη να μην αποκαλύπτουν κινήσεις του ελληνικού στρατού ούτε και να βλάψουν τα συμφέροντα της χώρας. Η δήλωση αυτή ήταν δακτυλογραφημένη και πανομοιότυπη για όλους, άλλοτε γραμμένη στα ελληνικά και άλλοτε στα γαλλικά.

Βασικά το Γενικό Επιτελείο είχε ετοιμάσει σε ένα δακτυλογραφημένο κείμενο τις διατυπώσεις που απαιτούνταν για να δοθεί άδεια. Πρώτη κίνηση ήταν να υποβληθεί από τον ενδιαφερόμενο δημοσιογράφο αίτηση, η οποία να συνοδεύεται από πιστοποίηση της εφημερίδας, ότι ο συγκεκριμένος είναι όντως δημοσιογράφος. Να επισυνάπτεται και φωτογραφία του μικρού σχήματος για έκδοση ταυτότητας.

Οι πολεμικοί ανταποκριτές έπρεπε να φροντίσουν οι ίδιοι για τα μέσα μεταφοράς του γιατί η υπηρεσία δεν διέθετε. Επίσης έπρεπε να έχουν εμφανές σήμα αναρτημένο στο στήθος τους, που να φανερώνει την ιδιότητά τους. Οι δημοσιογράφοι έπρεπε να επιδεικνύουν την άδειά τους όταν τους ζητείται και να συμμορφώνονται προς τις υποδείξεις των αξιωματικών, που ήταν επιφορτισμένοι να τους οδηγούν στα μέρη που διεξάγονται μάχες.

*Βασιλεύς Κωνσταντίνος και πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος. Οι πρωταγωνιστές...

Άλλο ένα χαρακτηριστικό των αιτήσεων των δημοσιογράφων αλλά και των βεβαιώσεων των διευθυντών των εφημερίδων, είναι ότι πρόκειται για ιδιόγραφα κείμενα με υπηρεσιακό ύφος. Σε μερικές όμως επιστολές των διευθυντών διαβάζουμε ότι ο συντάκτης τους διακρίνεται μεταξύ άλλων και για την… χρηστοήθειά του!!!.

Ο κατάλογος που βρέθηκε είναι φανερό πως δεν είναι ολοκληρωμένος, γιατί ασφαλώς και άλλοι δημοσιογράφοι θα είναι ενδιαφερθεί τότε να μεταβούν στο μέτωπο για να περιγράψουν το μεγάλο άλμα της Ελλάδας προς τα πεπρωμένα της. Αλλά και ο διασωθείς ψηφιοποιημένος κατάλογος θα άξιζε να ζητηθεί από την Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, ώστε να εκτεθεί σε μια επετειακή έκθεση ή να παρέχεται ως υλικό της Ιστορίας της Ελληνικής Δημοσιογραφίας στις δημοσιογραφικές σχολές.

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, όπως είναι γνωστό, είχαν δύο φάσεις. Την έναρξη του πολέμου τον Οκτώβριο του 1912, την κατάληψη της Θεσσαλονίκης και άλλες σπουδαίες μάχες και τις μάχες του 1913 με την  πολιορκία και κατάληψη του Μπιζανίου και στη συνέχεια τη συντριβή της Βουλγαρίας.

*Απόσπασμα της ιδιόχειρης επιστολής του Άδωνη Κύρου για τον Νίκο Καρβούνη



Το αρχείο με τους πολεμικούς απεσταλμένους

 


Από πλευράς «Εστίας» απεσταλμένος της ήταν ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, ο οποίος στην αίτησή του στις 12 Οκτωβρίου 1912, έγραφε ότι επιθυμεί να μεταβεί «δια του Λαρισαϊκού» στη Θεσσαλονίκη και εκείθεν στη Μακεδονία, για να παρακολουθήσει τις πολεμικές επιχειρήσεις. Ο Θεοδωρόπουλος εκτός από δημοσιογράφος ήταν και βουλευτής Αττικής και Βοιωτίας.

Για τον συγκεκριμένο απεσταλμένο ο Άδωνης Κύρου διευθυντής της εφημερίδας δήλωνε ότι για τον Θεοδωρόπουλο εγγυάται «περί της τιμιότητος, της χρηστοηθείας και του πατριωτισμού του».

Στον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο η «Εστία» έστειλε τον Νίκο Καρβούνη. Ο δημοσιογράφος, λόγιος και συγγραφέας, Νίκος Καρβούνης, γεννήθηκε στην Ιθάκη το 1880  και πέθανε στην  Αθήνα, στις 17 Φεβρουαρίου 1947. Γύρω στο 1930 ασπάστηκε τη μαρξιστική ιδεολογία. Προσχώρησε στην Εθνική Αντίσταση μέσω της ΠΕΕΑ. Το  τραγούδι «Στ' άρματα - στ' άρματα» που τραγουδούσαν οι αντάρτες του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ, έχει δικούς του στίχους.

*Η πανομοιότυπη δακτυλογραφημένη δήλωση που υπέγραφαν όσοι δημοσιογράφοι ήθελαν να πάρουν άδεια για να μεταβούν στο μέτωπο. Εδώ η δήλωση του Νίκου Καρβούνη

Σε ανταποκρίσεις του αναφέρθηκε σε ανθρώπους που πολέμησαν ηρωικά και ορισμένοι έχασαν τη ζωή τους, όπως είχε συμβεί στο Δρίσκο. Ανάμεσά τους εκτός του Αλέξανδρου Ρώμα, που τραυματίσθηκε, υπήρχαν ο Λορέντζος Μαβίλης «πανευγενής ιππότης άλλων εποχών, αντικαταστήσας την εύμολπον χώραν δια του ξίφους του πολεμιστού». Ο Ναθαναήλ Δομενεγίνης «άξιος εγγονός του Ναθαναήλ Δομενεγίνη, του πολεμιστού του Πέτα». Ο υπολοχαγός Τοπάλης «Κερκυραίος ευπατρίδης Ηπειρωτικής καταγωγής». Ο υπολοχαγός Γερακάρης «Κρης ευπατρίδης, άλλοτε δήμαρχος Ρεθύμνης». Ο Αλέξιος Τάκης (που πολέμησε εθελοντικά και στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο αν και πρώην βουλευτής Τρικάλων) «ο μόνος Θεσσαλός πολεμιστής εις την ευγενή φάλαγγα» κ. ά.

*Ο Νίκος Καρβούνης, την εποχή της Εθνικής Αντίστασης

        Η αίτηση του Καρβούνη υποβλήθηκε με ημερομηνία 9 Ιανουαρίου 1913 «εις την σεβαστήν Διεύθυνσιν του Γραφείου Τύπου» του υπουργείο Εξωτερικών, εγκρίθηκε και παραπέμφθηκε στο υπουργείο Στρατιωτικών από όπου επίσης πήρε έγκριση να μεταβεί στα πεδία των μαχών της Ηπείρου, ως πολεμικός ανταποκριτής της «Εστίας». Ήταν οι μέρες της πολιορκίας του Μπιζανίου. Συνοδεύονταν από ιδιόχειρη επιστολή του διευθυντή της εφημερίδας Άδωνη Κύρου, ο οποίος διαβεβαίωνε ότι η διεύθυνση της «Εστίας» ανελάμβανε «πάσαν ευθύνην περί του χαρακτήρος του απεσταλμένου της». Φυσικά ο Καρβούνης είχε υπογράψει και την πανομοιότυπη δακτυλογραφημένη υπηρεσιακή δήλωση με την οποία αναλάμβανε την ευθύνη να μην αποκαλύψεις τις κινήσεις του ελληνικού στρατού ή να μην βλάψει τα συμφέροντα της χώρας.

        Η εφημερίδα «Σκριπ» στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο όρισε ως απεσταλμένο της τον Ιωάννη Κουτήφαρη που όπως γράφει στην ιδιόχειρη αίτησή του στις 9 Οκτωβρίου 1912 ήθελε να μεταβεί στο «θέατρον του πολέμου».

*Η σφραγίδα του "Σκρίπ" και η υπογραφή του διευθυντή του Γρηγόριου Ευστρατιάδη

        Ο διευθυντής της εφημερίδας Γρηγόριος Ευστρατιάδης βεβαίωνε στην δική του επιστολή ότι ο απεσταλμένος του θα πήγαινε στο μέτωπο της Θεσσαλίας (υπενθυμίζεται ότι ο πόλεμος άρχισε από την Μελούνα και προχώρησε στη Θεσσαλία) «περιβάλλεται δι’ ιδιαιτέρας εμπιστοσύνης της διευθύνσεως του «Σκριπ» και ότι θέλει πιστώς και κατά τους κείμενους νόμους και τας διατάξεις των αρμοδίων διεξαγάγει την ήν ανέλαβεν εντολήν…».

        Ο δεύτερος απεσταλμένος του «Σκριπ» ήταν ο Κωνσταντίνος Νέαρχος, ο οποίος υπέβαλε την αίτησή του στις 9 Ιανουαρίου 1913, ζητώντας να μεταβεί στο μέτωπο της Ηπείρου.

        Γι’ αυτόν ο διευθυντής του Γρ. Ευστρατιάδης στη δική του επιστολή έγραφε ότι: «Διαβεβαιώ ότι μετά πλήρους εμπιστοσύνης ανετέθη αυτώ η τοιαύτη αποστολή». 

        Μεγαλύτερη κινητικότητα σε απεσταλμένους παρουσίαζε το «Εμπρός» του Δημητρίου Καλαποθάκη.

        Κατά την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων έστειλε στο μέτωπο δύο απεσταλμένους τον Ιωάννη Αναγνωστόπουλο και τον Γεώργιο Κουτσομητόπουλο, που ζήτησαν άδεια μετάβασης στη Θεσσαλία στις 10 Οκτωβρίου 1912. Βεβαίωνε για τους δύο αυτούς ο εκδότης εφημερίδας Δημήτριος Καλαποθάκης.

        Στις 13 Οκτωβρίου 1912 ζήτησε άδεια να μεταβεί στη Θεσσαλία και ο Κωνσταντίνος Χαλκιάς. Γι’ αυτόν ο Καλαποθάκης έγραφε: «Αναλαμβάνομεν πάσαν ευθύνην δια τας πράξεις αυτού».

        Στις 17 Οκτωβρίου 1912 με ιδιόχειρη αίτησή του ζήτησε άδεια για να μεταβεί στο μέτωπο της Ηπείρου ο Χαρίλαος Παπαντωνίου. Στη συνοδευτική επιστολή του ο Καλαποθάκης γράφει «εγγυώμαι περί αυτού».

        Στις 4 Δεκεμβρίου 1912 ζήτησε άδεια για το μέτωπο ένας ακόμα δημοσιογράφος του «Εμπρός» ο Ηλίας Κατσαντώνης, για να μεταβεί στο θέατρο των επιχειρήσεων στην Ήπειρο. Ο Καλαποθάκης έγραφε γι’ αυτόν ότι «περί της εχεμυθείας αυτού ή της τηρήσεως πάντων των επιβαλλομένων όρων αναλαμβάνομεν πάσαν ευθύνην».

Ο Κατσαντώνης  εξέδωσε αργότερα βιβλίο με τίτλο «Η εκπόρθησις του Μπιζανίου» Στη σελίδα 37, γράφει για τη μάχη της Μανωλιάσας Ιωαννίνων, που έγινε στις 16 Δεκεμβρίου 1912, για τον ηρωικό θάνατο του συναδέλφου του δημοσιογράφου Πέτρου Καλαμίδα, που είχε στρατευθεί και πολεμούσε. Έγραψε συγκεκριμένα:

 «Σήμερον ο λοχαγεύων ανθυπολοχαγός Π. Καλαμίδας, ένας ξανθός ωραίος λεβέντης, συνέχισε την μάχην δια να καταλάβη υπερκείμενον λόφον.

Τα πυρά εξηκολούθουν ακατάπαυστα μέχρι της εσπέρας όταν μίαν στιγμήν ο λόχος ελύγισεν.

 Ο αξιωματικός ευρέθη τότε εις την πρώτην γραμμήν, έσυρε το ξίφος του γεμάτος θυμόν και αυταπάρνησιν.

-Παιδιά μου, τους είπεν, ατενίσατε τα Γιάννενα και την λίμνην και κάμετε το καθήκον σας. Εμπρός!

 -Ζήτω η Πατρίς! Ζήτω ο λόχος, εβροντοφώνησαν με ένα στόμα οι άνδρες.

Μετά ημίσειαν ώραν ο λόχος ηρίθμει 70 νεκρούς και τραυματισμένον εις το κεφάλι τον γενναίον αρχηγόν του. Αλλ’ είχε καταλάβει το αντέρεισμα και η θυσία ήτο γλυκεία, όπως κάθε καρποφόρος θυσία».

        Στις 24 Ιανουαρίου 1913, δύο φωτογράφοι του «Εμπρός» ζήτησαν άδεια να μεταβούν στο μέτωπο των πολεμικών επιχειρήσεων της Ηπείρου. Ήταν ο Νικόλαος Μπίρκος και ο βοηθός του Γεώργιος Τριποσκιάδης. Και για τους δύο αυτούς ο Καλαποθάκης αναλάμβανε την ευθύνη «δι’ ό,τι ήθελε συμβεί». Ο Μπίρκος ήταν Πατρινός στην καταγωγή, που είχε ανοίξει φωτογραφείο στην Αθήνα.

        Η «Ακρόπολις» του Βλάση Γαβριηλίδη, κινήθηκε αμέσως και έστειλε αρχικά στο μέτωπο τον τακτικό συνεργάτη της και πολιτικό Θαλή Κουτούπη. Ο ίδιος ο Κουτούπης στην ιδιόγραφη επιστολή του στις 12 Οκτωβρίου 1912, ζητούσε να του επιτραπεί η μετάβαση στο μέτωπο. Πάντως στο μέτωπο ως στρατευμένος ήταν και ο συντάκτης της Σοφοκλής Φαρμακίδης, που έδωσε σημαντικές ανταποκρίσεις.

*Από τις ανταποκρίσεις του Θαλή Κουτούπη στην "Ακρόπολι". Συνδιαβάς τον Αξιό...

        Ο ιδιοκτήτης της εφημερίδας Βλάσης Γαβριηλίδης με τη δική του επιστολή βεβαίωνε ότι ο Κουτούπης «είναι άξιος πάσης εμπιστοσύνης και καλλίστης διαγωγής ως τοιούτον δε τον συνιστώ αναλαμβάνων πάσαν ευθύνην περί της αμέμπτου εκτελέσεως του καθήκοντός του».

        Απεσταλμένος της «Ακροπόλεως» του Βλάση Γαβριηλίδη στο Μακεδονικό Μέτωπο ήταν και ο νεαρός συντάκτης του Γεώργιος Αθανασιάδης, που πολύ αργότερα τον Ιούλιο του 1965 ανέλαβε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, η οποία όμως δεν έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής. Αντί του Γαβριηλίδη όμως τη συνοδευτική επιστολή της αίτησης που υποβλήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1912, υπογράφει με εντολή του διευθυντή ο αρχισυντάκτης, η υπογραφή του είναι δυσανάγνωστη, που αναφέρει για τον Αθανασιάδη: «Τυγχάνει της απολύτου εμπιστοσύνης μας, θεωρούμεν δε αυτόν τιμιώτατον και καθ’ όλα αντάξιον της ανατεθείσης εις αυτόν εντολής». Ο Αθανασιάδης γεννήθηκε στη Ναύπακτο το 1893. Άρα το 1912 ήταν  μόλις 19 ετών.

*Απόσπασμα της ιδιόγραφης επιστολής του Βλάση Γαβριηλίδη για την άδεια του Γεωργίου Βεντήρη

        Το Δεκέμβριο του 1912 η «Ακρόπολις» στέλνει στο μέτωπο ένα βαρύ όνομα της δημοσιογραφίας. Τον Γεώργιο Βεντήρη, ο οποίος υπέβαλε την αίτησή του στο υπουργείο Εξωτερικών/ Γραφείο Τύπου στις 17 Δεκεμβρίου. Την συνόδευε η επιστολή του διευθυντή της «Ακροπόλεως» Βλάση Γαβριηλίδη ο οποίος είχε γράψει ότι «τυγχάνει της απολύτου εμπιστοσύνης μου, εγγυώμαι δε δια την τιμιότητά του».

        Από την εφημερίδα «Καιροί» του Πέτρου Κανελλίδη ζήτησε άδεια πολεμικού ανταποκριτή στις 11 Δεκεμβρίου 1912 ο δημοσιογράφος Νικόλαος Σιμόπουλος για να μεταβεί στην ζώνη των επιχειρήσεων στην  Ήπειρο.

        Ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας Σπύρος Νικολόπουλος στη δική του επιστολή έγραφε: «Ο κ. Σιμόπουλος τυγχάνει της απολύτου εμπιστοσύνης ημών, εγγυώμεθα δε περί αυτού».

        Για λογαριασμό των «Καιρών ζήτησε άδεια πολεμικού ανταποκριτή από τις 14 Οκτωβρίου και ο Γεώργιος Τσάτσος. Δεν έχει διασωθεί η προσωπική ιδιόχειρη αίτησή του, αλλά μόνο η επιστολή του εκδότη Κανελλίδη, ο οποίος εγγυάται για τον απεσταλμένο του ότι «θέλει τηρήσει του κειμένους Νόμους».

        Από τους «Καιρούς» ζητήθηκε άδεια πολεμικού ανταποκριτή για ένα ακόμα δημοσιογράφο, που το όνομά του είναι δυσανάγνωστο.


Ο Γεράσιμος Βώκος (Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ)

        Η εφημερίδα «Πατρίς» από την αρχή του πολέμου όρισε ως πολεμικό απεσταλμένο της στη Μακεδονία τον Γεράσιμο Βώκο, ο οποίος έστειλε την αίτησή του στο υπουργείο Εξωτερικών στις 14 Οκτωβρίου 1912, διευκρινίζοντας επίσης ότι θα αντιπροσωπεύει στο μέτωπο και την εφημερίδα «Εφημερίς» της Αλεξάνδρειας. Ταυτόχρονα εκπροσωπούσε και τη γερμανική εφημερίδα «Vossische Jeitung».

        Ο διευθυντής της «Πατρίδος» Σπύρος Σίμος ακραιφνής βενιζελικός στην συνοδευτική επιστολή του εγγυάται «περί της τιμιότητος, της χρηστοηθείας και του πατριωτισμού του» για τον Βώκο.

Η «Πατρίς» έστειλε ως δεύτερο πολεμικό ανταποκριτή, στο μέτωπο της Ηπείρου, τον συντάκτη της Σπ. Λαμπρίδη, ο οποίος υπέβαλε αίτηση στις 22 Νοεμβρίου 1912 υπογράφοντας πομπωδώς «Μεθ’ υπολήψεως ιδιαζούσης, ταπεινός θεράπων».

        Ο διευθυντής Σπύρος Σίμος εγγυήθηκε για την ποιότητα και το ποιόν του συντάκτη του.

*Η θρυλική Θάλεια Φλωρά- Καραβία ζωγραφίζει στο μέτωπο

        Μια μεγάλη μορφή των Βαλκανικών Πολέμων ήταν και η ζωγράφος Θάλεια Φλωρά- Καραβία, η οποία εκπροσώπησε στα πεδία των μαχών, ως ανταποκρίτρια την εφημερίδα «Εφημερίς» της Αλεξάνδρειας, την οποία εξέδιδε ο σύζυγός της Νίκος Καραβίας.

        Η ίδια υπέβαλε «Προς το σεβαστόν επί των Εξωτερικών υπουργείον (Τμήμα του Τύπου)» στις 8 Νοεμβρίου 1912 την ακόλουθη αίτηση:

        «Επιθυμούσα να επισκεφθώ τα υπό του στρατού καταληφθέντα μέρη και να παρακολουθήσω την περαιτέρω πορείαν του , παρακαλώ όπως ευαρεστούμενοι μοι εγκρίνητε την προς τούτο άδειαν, Ευπειθεστάτη, Θάλεια Φλωρά- Καραβία, Ζωγράφος, Ανταποκριτής της εν Αλεξανδρεία «Εφημερίδος».

        Η αίτησή της την επομένη 9 Νοεμβρίου 1912 είχε γίνει δεκτή.  

        Η Θάλεια Φλωρά- Καραβία γεννήθηκε στη Σιάτιστα το 1871. Στους Βαλκανικούς Πολέμους ακολούθησε τον Ελληνικό Στρατό στις εκστρατείες του, και ζωγράφισε πάμπολλα πολεμικά στιγμιότυπα σε σχέδια με κάρβουνο, κιμωλία και παστέλ. Αργότερα το 1936 εξέδωσε το βιβλίο της «Εντυπώσεις από τον πόλεμο του 1912-1913: Μακεδονία-Ήπειρος» περιγράφοντας τις εμπειρίες της από τα πεδία των μαχών. Ακολούθησε επίσης τον ελληνικό στρατό στην Μικρά Ασία (1918–1922). Τέλος, απαθανάτισε σκηνές από τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940–1941. Λέγεται ότι οι ελαιογραφίες με τις εν γένει εργασίες της ξεπερνούν τις 2.500. Υπήρξε παραγωγική ζωγράφος.

        Από την εφημερίδα «Αστραπή» που εξέδιδε ο Κ. Γιολδάσης, έχει διασωθεί η αίτηση του δημοσιογράφου Σωκράτη Καλογερόπουλου, που ζητούσε στις 30 Οκτωβρίου 1912 να του δοθεί άδεια να πάει στο μέτωπο ως πολεμικός ανταποκριτής.

        Ο Γιολδάσης στην επιστολή του τόνισε ότι «δηλούμεν δε ότι αναλαμβάνομεν και την ευθύνην των ανταποκρίσεων του, συμφώνως τοις κεκανονισμένοις».

        Αξίζει να αναφέρουμε ότι το Δεκέμβριο 1912 και τον Ιανουάριο 1913 η εφημερίδα διαφήμισε ότι θα δημοσιεύσει την Ιστορία του Βαλκανικού Πολέμου που συνέγραφε ο μαχόμενος συνεργάτης της Αχ. Καρώνης, που σημαίνει ότι υπηρετούσε τη θητεία του στο μέτωπο.

        Ο δημοσιογράφος Ανδρέας Μοσχονάς εκ μέρους  της εφημερίδας «Αθήναι» ζήτησε να του παραχωρηθεί άδεια πολεμικού ανταποκριτού στις 13 Οκτωβρίου 1912. Επρόκειτο να μεταβεί στο μέτωπο της Μακεδονίας.

        Ο εκδότης της εφημερίδας Γεώργιος Πώπ, που ήταν και βουλευτής Ψαρών, στην ιδιόχειρη επιστολή του πιστοποιούσε την εντιμότητα και τον πατριωτισμό του δημοσιογράφου Ανδρέα Μοσχονά και την εμπιστοσύνης της εφημερίδας.
        Εκ μέρους των γνωστών φιλοβασιλικών εφημερίδων «Πρωινή» και «Εσπερινή» που εξέδιδε ο Πέτρος Γιάνναρος, υπέβαλε αίτηση πολεμικού ανταποκριτή ο δημοσιογράφος Δημήτριος Τρίκας, στις 11 Οκτωβρίου 1911. Δεν έχουν διασωθεί επιστολές διευθυντών, παρά μόνο η γνωστή πανομοιότυπη δακτυλογραφημένη δήλωση του ίδιου του Δ. Τρίκα.

        Η εφημερίδα «Νέα Ημέρα» εμφανίζεται να έχει στείλει στο πολεμικό μέτωπο τρείς απεσταλμένους.

Ο πρώτος που υπέβαλε αίτηση στις 12 Οκτωβρίου 1912, για να μεταβεί στις πολεμικές επιχειρήσεις   της Μακεδονίας ήταν ο νεαρός συντάκτης Γρηγόριος Βασιλάς.

Εγγυήθηκε με επιστολή του, για την τιμιότητα, την χρηστοήθεια και τον πατριωτισμό του Βασιλά, ο διευθυντής του Ι. Λ. Χαλκοκονδύλης.

*Ο Γρηγόριος Βασιλάς

Η ιστορία του Βασιλά είναι ιδιαιτέρως συγκινητική. Πρόκειται για τον Γρηγόριο Βασιλά, που εγκατέλειψε το μάταιο αυτό κόσμο σε ηλικία περίπου 25 ετών, αφού διέγραψε μια λαμπρή και υποδειγματική πορεία στη δημοσιογραφία και πρόλαβε να εκδώσει ένα βιβλίο για τον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο.

Ο Βασιλάς γεννήθηκε στη Σμύρνη, αλλά πολύ σύντομα, υπήρξε θύμα των διωγμών που είχαν αρχίσει οι Νεότουρκοι και αναγκάσθηκε να καταφύγει στην Αθήνα, το 1910, μόλις 20 χρονών, συνεχίζοντας μια καριέρα, που είχε αρχίσει στην πατρίδα του. Ο Βασιλάς παρακολουθώντας τους Βαλκανικούς Πολέμους διέσχισε πεζός ολόκληρη τη Μακεδονία παρακολουθώντας τις κινήσεις διαφόρων Μεραρχιών ή παρακολουθώντας από την πρώτη γραμμή την εξέλιξη κρίσιμων μαχών. Οι στρατιωτικές αρχές παρενέβαλαν προσκόμματα στην εργασία των πολεμικών ανταποκριτών και ο Βασιλάς δεν δίστασε να γράψει στην «Νέα Ημέρα»: «Η τακτική αυτή είναι ακατανόητος. Οι περισσότεροι Έλληνες δημοσιογράφοι επέστρεψαν εις τας Αθήνας εξ αιτίας των δυσχερειών αυτών. Εγώ όχι μόνον δεν έτυχα ευκολιών, αλλ’ ηπειλήθην επανειλημμένως και με δέσιμον!».

Μετά τη λήξη του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου, εξέδωσε την ιστορική μελέτη του «Προς τη Σόφια» η οποία είχε μεγάλη επιτυχία και τον κατέστησε γνωστότερο και δημοφιλέστερο δημοσιογράφο.

Και κάτι σημαντικό: Στις 28 Ιουνίου 1915 λίγες μέρες πριν πεθάνει ο Γρηγόρης Βασιλάς, όντας ετοιμοθάνατος κληροδότησε στην Ένωση Συντακτών τη μικρή βιβλιοθήκη του με ένα σύντομο γράμμα που σώζεται, προς τον πρόεδρο της Ένωσης Ιωάννη Κονδυλάκη γράφοντας μεταξύ άλλων: «Την βιβλιοθήκην μου την οποίαν απέκτησα με αίμα, στερηθείς δια την αγορά ενός βιβλίου και αυτού του ψωμιού, αφιερώνω εις την ένωσιν των συντακτών δια να αποτελέση την βάσιν της μελλοντικής βιβλιοθήκης της. Εν Αθήναις τη 28η  Ιουνίου1915, Γρ. Βασιλάς». Και πράγματι, η δωρεά του Βασιλά ήταν η μαγιά να έχει σήμερα η ΕΣΗΕΑ τη σπουδαία Βιβλιοθήκη της. (Περισσότερα για τον Γρηγόριο Βασιλά, μπορείτε να δείτε στο https://sitalkisking.blogspot.com/2018/06/1915.html)

Ο επόμενος συντάκτης της «Νέας Ημέρας» που υπέβαλε αίτηση στις 15 Οκτωβρίου 1912, ήταν ο δημοσιογράφος Νέστωρ Λάσκαρης, που ζήτησε να μεταβεί στην Ήπειρο.

        Εγγυήθηκε με επιστολή του, για την τιμιότητα, την χρηστοήθεια και τον πατριωτισμό του Λάσκαρη, ο διευθυντής του Ι. Λ. Χαλκοκονδύλης.

        Ο τρίτος συντάκτης της «Νέας Ημέρας» πολεμικός απεσταλμένος στο μέτωπο της Ηπείρου ήταν ο Αναστάσιος Φώτης.

        Ο ιδιοκτήτης του «Χρόνου» Κωστής Χαιρόπουλος, έστειλε στο θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων της Μακεδονίας, ένα σπουδαίο δημοσιογράφο και ιστορικό της εποχής του τον Δημήτριο Γατόπουλο. Την αίτηση υπέβαλε ο ίδιος ο Χαιρόπουλος στις 15 Οκτωβρίου 1912.

        Ο Χαιρόπουλος επίσης ως ιδιοκτήτης του «Χρόνου» στην συνοδευτική επιστολή του έγραψε για τον Δημήτριο Γατόπουλο: «Πιστοποιώ την εντιμότητα και την εχεμύθειαν του συντάκτου του «Χρόνου» Δημ. Γατοπούλου όστις απολαμβάνει της πλήρους εμπιστοσύνης μου». Ο Χαιρόπουλος εξελέγη αργότερα και δύο φορές βουλευτής Φλώρινας.

        Εκ μέρους της εφημερίδας «Το Κράτος» ζήτησε στις 13 Οκτωβρίου 1912, την άδεια να αναχωρήσει στη Θεσσαλία ως πολεμικός ανταποκριτής ο δημοσιογράφος Αντώνιος Κεφαλάς.

        Ιδρυτής και ιδιοκτήτης της εφημερίδας ήταν ο δρ. Θάνος Τζαβέλας, που εγγυήθηκε «περί της τιμιότητος, της χρηστοηθείας και του πατριωτισμού» του Κεφαλά.

        Από τον ομογενειακό Τύπο της Αιγύπτου, εκτός της Θάλειας Φλωρά- Καραβία, απεσταλμένο στις μάχες είχε στείλει και η εφημερίδα «Αλεξάνδρεια» της Αλεξάνδρειας και η «Επιθεώρησις» του Καΐρου. Ήταν ο διευθυντής της «Αλεξάνδρειας» Δανιήλ Φωκάς, που υπέβαλε αίτηση στις 11 Οκτωβρίου 1912, επιθυμώντας να μεταβεί στο μέτωπο της Άπειρου.

        Στο πολύτιμο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών υπάρχει και η αίτηση του Πατρινού φωτογράφου Ιωάννη Αγγελόπουλου, ο οποίος ήθελε να μεταβεί στο θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων για να κινηματογραφήσει τις επιχειρήσεις.

        Σε άλλο αρχείο, αναφέρεται ως πολεμικός ανταποκριτής και ο Λεωνίδας Αγγελόπουλος του «Νεολόγου» Κωνσταντινουπόλεως. Το δελτίο πολεμικού ανταποκριτή εξεδόθη στις 11 Οκτωβρίου 1912.

*Το "μέσον" του Αρβανιτόπουλου...

        Ο Αγγελόπουλος για να πάρει την άδεια κυρίως από το υπουργείο Στρατιωτικών, είχε επικαλεσθεί και τον Πατρινό υπουργό Εθνικής Οικονομίας Ανδρέα Μιχαλακόπουλο, ο οποίος σε μπιλιέτο του είχε γράψει: «Ο κ. Αρβανιτόπουλος είναι γνωστός μου τελείως και άξιος ούτος πάσης εμπιστοσύνης».

        Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή το διασωθέν ψηφιοποιημένο αρχείο στο Υπουργείο Εξωτερικών δεν είναι πλήρες.

        Για παράδειγμα, δεν φαίνεται στο ψηφιοποιημένο αρχείο να υπάρχει αίτηση του Σπύρου Μελά, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Νέα Ημέρα». Περιόδευσε στο μέτωπο και έστειλε ανταποκρίσεις με την υπογραφή  «Έφεδρος» στη στήλη «Πολεμικαί σελίδες». Οι ανταποκρίσεις του είχαν επιτυχία και αργότερα περιλήφθηκαν στο βιβλίο που εξέδωσε το 1913 με τίτλο «Πολεμικές σελίδες από τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1912» (εκδόσεις Φέξη).

        Σε άλλο φάκελο του Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών υπάρχουν πολλά στοιχεία για ξένους ανταποκριτές που ήρθαν στην Ελλάδα για να καλύψουν δημοσιογραφικά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Πολλοί ξένοι ανταποκριτές ήταν Έλληνες.  

        Γενικά στην ηρωική εκείνη εποχή των Βαλκανικών Πολέμων, η ελληνική δημοσιογραφία έδωσε το δυναμικό παρόν της τόσον όσον αφορά την πληροφόρηση του κοινού για την εξέλιξη των μαχών, όσο και την στήριξη της εθνικής προσπάθειας.

 

Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης


ΠΗΓΕΣ

*Ιστορικό Άρχείο Υπουργείου Εξωτερικών αρ. φακ. 77/1913, σελ. 62 

7 σχόλια:

  1. Πολύ καλό Παντελή. Η συνεισφορά του ελληνικού Τύπου στους πολέμους των αρχών του 20ου αιώνα δεν έχει εκτιμηθεί και οι πρωταγωνιστές του είναι άγνωστοι ακόμα και σε μας τους νεότερους. Κάτι απαράδεκτο, εάν σκεφτούμε μάλιστα πως η γενιά εκείνη κλήθηκε να ξεπεράσει το σοκ του 1897 και στη συνέχεια να πολεμήσει για δέκα και πλέον χρόνια σε διάφορα μέτωπα.

    Τίποτα δεν θα ήταν δυνατόν χωρίς τον Τύπο να κρατά ψηλά το ηθικό του λαού και του στρατιώτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Kiriaki Gidika
    ΗΤΑΝ ΗΡΩΕΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Christos Kapoutsis
    ΥΠΕΡΟΧΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΠΡΆΒΟ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ελένη Τράϊου
    Πολύ ενδιαφέρον
    Μπράβο

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Petros Andrikopoulos
    Εξαιρετικό, συγχαρητήρια κύριε Αθανασιάδη! Κάποια συγγένεια με τον αναφερόμενο συντάκτη Γεώργιο Αθανασιάδη?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Ευχαριστώ. Καμμία συγγένεια. Εκείνος γεννήθηκε στη Ναύπακτο, εγώ στο Διδυμότειχο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Michalis Dimitriou
    ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΕΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΣΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΆ

    ΑπάντησηΔιαγραφή