*Συνέπραξε
με τον Τάνε Νικολώφ
*Οργάνωσε
επίθεση στον Εχίνο το 1922
Γράφει
ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Η
ιστορία του Τούρκου Ολυμπιονίκη της ξιφασκίας Φουάτ Μπαλκάν, που έδρασε στη
Θράκη ως κομιτατζής, σε συνεργασία ακόμα και με τους Βουλγάρους, έχει ξεχαστεί.
Παραμένει όμως ζωντανή στην Κωνσταντινούπολη και συνοδεύει πάντα την αθλητική
ομάδα Μπεσίκτας, της οποίας υπήρξε το υπ’ αριθμ 1 ιδρυτικό μέλος και πρώτος
πρόεδρός της για τρεις θητείες.
Η ιστορία του Φουάτ
Μπέη όπως τον αποκαλούσαν οι ομόφυλοί του στη Θράκη άρχισε πριν από τον Πρώτο
Παγκόσμιο Πόλεμο. Συνέχισε να δρα εναντίον
Σέρβων στην ευρύτερη περιοχή των Σκοπίων και Ελλήνων στη Δυτική Θράκη και
Ανατολική Μακεδονία, συνεργαζόμενος με Βούλγαρους κομιτατζήδες.
Ο Φουάτ Μπαλκάν
γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1887 και πέθανε το 1970.
Φοίτησε στη στρατιωτική σχολή της Αδριανούπολης και ως υπολοχαγός εντάχθηκε στο Κίνημα των Νεοτούρκων, των οποίων αποτέλεσε δραστήριο στέλεχος, αναλαμβάνοντας διάφορες αποστολές κατασκοπείας ή υπονομευτικής δράσης στα Βαλκάνια. Επιδόθηκε από μικρός στο άθλημα της ξιφασκίας, όπου και διέπρεψε. Στους Θερινοί Ολυπακούς Αγώνες των Παρισίων το 1924 αγωνίστηκε αλλά έχασε μεταξύ άλλων και από τον Έλληνα Κωνσταντίνο Κοτζιά, ο οποίος είχε χρηματίσει αργότερα δύο φορές δήμαρχος Αθηναίων και υπουργός στην κυβέρνηση Ιωάννη Μεταξά. Στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Άμστερνταμ το 1928 έφτασε στους ημιτελικούς.
Στη Θράκη φαίνεται να
έδρασε κατά διαστήματα από το 1913 έως το 1923.
Στην Τουρκία προβάλλεται ως ήρωας, αλλά στη Θράκη δεν φαίνεται να είχε επιτυχίες, παρά τη συνεργασία του με τους Βουλγάρους. Η δραστηριότητά του με μία εξαίρεση το 1913, κυμάνθηκε στα πλαίσια της δράσης άτακτων ληστανταρτών και κομιτατζήδων, που σκόρπισαν αίμα και πόνο, αλλά δεν κατόρθωσαν να αποσπάσουν τη Θράκη από την Ελλάδα. Ο Φουάτ Μπαλκάν έδρασε κυρίως ως πράκτορας της Teşkîlât-ı Mahsûsa. Η μυστική αυτή παρακρατική οργάνωση ιδρύθηκε από τον Enver Pasha στο πλαίσιο της Επιτροπής Ένωσης και Προόδου των Νεοτούρκων. Στόχος της ήταν να πραγματοποιεί, αναταραχές, προπαγάνδα και δολοφονίες στην Τουρκία και στο εξωτερικό. Δραστηριοποιήθηκε από το 1911.
Η
παρουσία του στη Δυτική Θράκη
Το 1913 μετά τη λήξη
των Βαλκανικών πολέμων, με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου η Δυτική Θράκη
επιδικάσθηκε στην ηττημένη Βουλγαρία. Τότε το Κομιτάτο της Ένωσης και της
Προόδου θέλοντας να εκβιάσει την Βουλγαρία να κάνει υποχωρήσεις δημιούργησε το
πρώτο Τουρκικό Θρακικό Κομιτάτο, που είχε σκοπό την αυτονόμηση της Θράκης.
Επικεφαλής του
κομιτάτου αυτού είχε τεθεί ο αντισυνταγματάρχης των Επιτελών Σουλεϊμάν Ασκερί
Μπέης, που ήλεγχε την περιοχή του Κίρτζαλη. Μαζί του συνέπραξαν ο
συνταγματάρχης Τσερκέζ Ιλιάς, ο αντισυνταγματάρχης Ρουσουχή, οι ταγματάρχες
Σουλεϋμάν Νουρή, Μουατζίρ Χαλήλ, Φουάτ Μπαλκάν, Χατζή Εσρέφ, ο αδελφός του
Χατζή Σαμή, Νταή Μεσούτ, και οι Νιζαμεντίν, Σεφκέτ, Σαχίν και ο λοχαγός Χαϊρή.
Το πρώτο πράγμα που επέτυχαν ήταν η δημιουργία κυβέρνησης με έδρα την Κομοτηνή. Την αποτελούσαν οι Σουλεϊμάν Ασκερί Μπέης, Χατζή Σαμή, Ρεσίτ Μπέης, Ραΐφ εφέντης (δικηγόρος) Χαφούζ Σαλή, ο αρχιερατικός επίτροπος Μαρωνείας εκπρόσωπος του Μητροπολίτη Μαρωνείας Νικόδημου, ο Αρμένιος δικηγόρος Μιγκιρντίτς Ταμπακιάν και ο Ισραηλίτης Γιακούμπ Κασαβή. Η κυβέρνηση αυτή- με έμμεση στήριξη και από την Ελλάδα- κατόρθωσε με το οργανωτικό πνεύμα του Φουάτ Μπαλκάν να σχηματίσει στρατό 30.000 ανδρών, που έδωσαν μάχες εναντίον των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Οι παραχωρήσεις που πέτυχαν οι Οθωμανοί ήταν να αναγνωρίσει η Βουλγαρία την Αδριανούπολη και τις Σαράντα Εκκλησίες ως τουρκικές και το τρίγωνο Διδυμοτείχου- Ορτάκιοϊ (αργότερα το 1915 οι Τούρκοι το παραχώρησαν στους Βουλγάρους). Η Ελλάδα υποβοήθησε το εγχείρημα αυτό γιατί δεν επιθυμούσε την εξάπλωση της Βουλγαρίας προς το Αιγαίο.
Οι κομιτατζήδες και οι
βασιβουζούκοι συνεχής απειλή
Η κατάσταση όμως για
τον ελληνικό πληθυσμό της Θράκης δεν άλλαξε. Είχε να αντιμετωπίσει τις συνεχείς
επιθέσεις των Βούλγαρων κομιτατζήδων, αλλά και των Τούρκων ατάκτων, που γέμισαν
τις οροσειρές της.
Για παράδειγμα στις 30
Αυγούστου 1913, κατά τους «Καιρούς» της Αθήνας ένα τάγμα Πεζικού από Λαζούς, με
τους αξιωματικούς τους, αποσπάσθηκε από τον Τουρκικό στρατό, οι άνδρες του
μεταμφιέσθηκαν σε χωρικούς και εστάλησαν από το Μπαμπά Εσκή της Ανατολικής
Θράκης στο Σουφλί. Από εκεί πέρασαν κρυφά στο εσωτερικό της Δυτικής Θράκης και
απλώθηκαν σε εδάφη, που δεν είχαν καταλάβει ακόμα οι Βούλγαροι.
Τον Αύγουστο του 1913
αναφέρθηκαν στη Δυτική Θράκη πολλές συγκρούσεις μεταξύ Βουλγάρων και
βασιβουζούκων, τους οποίους, είναι προφανές, ότι διοικούσαν Τούρκοι
αξιωματικοί.
Εν τω μεταξύ στην Κωνσταντινούπολη άρχισαν οι διαπραγματεύσεις Τουρκίας και Βουλγαρίας για την οριοθέτηση των περιοχών που θα καταλάμβαναν οι δύο χώρες. Η Τουρκία ενδιαφέρονταν κυρίως για τις Σαράντα Εκκλησίες και την Αδριανούπολη με το Διδυμότειχο και το Ορτάκιοϊ. Το Σουφλί περνούσε σε βουλγαρική κατοχή.
Ο ίδιος ο Φουάτ Μπέης στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του αναφέρει ότι το 1913 επί Προσωρινής Αυτόνομης Διοίκησης της Θράκης με τουρκικές δυνάμεις έκαψε τα χωριά Έβρου και Ροδόπης Teke (σήμερα Ταύρη), Torbalı (σήμερα Πυλαία), Pişman (σήμερα Πεσσάνη), Vakıf (σήμερα Βάκος), Çamurdere, Domuzdere (τοποθεσία ΒΑ κοντά στην Πόρπη Ροδόπης με πολλά αγριογούρουνα),Çukur, Bahadirviran (σήμερα Νέα Σάντα), Derbent (σήμερα Δέρειο), Papaz, Fındıcak (σήμερα Λεπτοκαριά), Şıçanlık (σήμερα Ποντίκια, χωριό επάνω από τη Νέα Σάντα), Merhemli (σήμερα Πέπλος), Balık (σήμερα Μελία). Προφανώς είχαν κάποιους Βούλγαρους κατοίκους ή κρύβονταν σ’ αυτά Βούλγαροι κομιτατζήδες.
Η αυτονομία φυλλοροεί
Ο επίλογος της ιστορίας
της Αυτονομίας γράφτηκε τον Οκτώβριο του 1913.
Περί τις 10 του μηνός
εμφανίσθηκε στην περιοχή της Ξάνθης ο Τζεμάλ Μπέης φρούραρχος Κωνσταντινούπολης
και πρώην βουλευτής Δεδέαγατς στο Οθωμανικό Κοινοβούλιο, συνοδευόμενος από ένα
ταγματάρχη (πιθανόν ο Φουάτ Μπέης) και ένα ανθυπολοχαγό.
Ο Τζεμάλ Μπέης ανέφερε,
ότι ήρθε με εντολή να προλειάνει το έδαφος για την επάνοδο των Βουλγαρικών
στρατευμάτων. Η Τουρκία τόνιζε στους Μουσουλμάνους που τον επισκέπτονταν ήταν
υποχρεωμένη να σεβαστεί απολύτως τη συνθήκη που υπέγραψε με τη Βουλγαρία.
Η συνθήκη αυτή πρόβλεπε
επάνοδο των Βουλγάρων στο μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Θράκης, με νομάρχες και
επάρχους Τούρκους και χρήση της Τουρκικής γλώσσας σε όλα τα επίσημα έγγραφα.
Πολύ νωρίτερα όμως
Τούρκος υπουργός, μη κατονομαζόμενος είχε προλειάνει το έδαφος με δηλώσεις του
στην εφημερίδα “Τανίν”. Συγκεκριμένα είχε δηλώσει μεταξύ άλλων:
«Είμεθα
εις το έπακρον περίλυποι δια τας βιαιότητας και τας καταπιέσεις εις άς
ευρέθησαν εκτεθειμένοι οι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης κατά το διάστημα της
βουλγαρικής κατοχής. Αν και η καρδία μας συγκινείται και θλίβεται μεγάλως εκ
των εκ της Δυτικής Θράκης αντηχουσών επικλήσεων, δεν θέλομεν εν τούτοις να
δημιουργήσωμεν νέον ζήτημα και να ενθαρρύνομεν αυτούς εις την οδόν εις ήν
εισήλθον».
Έτσι έσβησε το όνειρο
της αυτονομίας της Θράκης, ενώπιον κοινού εχθρού, των Βουλγάρων.
Εντολή για υπονομευτική δράση
Ο Φουάτ Μπέης όμως δεν
σταμάτησε τις υπονομευτικές του δραστηριότητες από τα Σκόπια έως την
Κωνσταντινούπολη και κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ήττα της
Γερμανίας και των συμμάχων της, Βουλγαρίας και Τουρκίας, δημιούργησε νέες
εξελίξεις και ανακατατάξεις στα Βαλκάνια, δεδομένου ότι η Ελλάδα, προσπάθησε
και επέτυχε πολλές εθνικές επιδιώξεις της και κυρίως την απελευθέρωση της Δυτικής και Ανατολικής
Θράκης, που πραγματοποιήθηκε το 1920, ενώ από το Μάιο του 1919 η Ελλάδα είχε
αποβιβάσει δυνάμεις στη Σμύρνη. Άρχιζε η μεγάλη περιπέτεια στη Μικρά Ασία, ενώ
σήμανε ξανά η ώρα της δράσης του Φουάτ Μπαλκάν εναντίον της Ελλάδας. Η μεγάλη
διαταγή για την υπονομευτική δράση του, δόθηκε από τον αρχηγό του Επιτελείου
Φεβζή Τσακμάκ και από τον Ισμέτ Πασά
(Ινονού). Να πάει στη Θράκη να σχηματίσει συμμορίες, και το πιο σημαντικό , να αναγκάσει
τους Έλληνες να κρατήσουν όσο το δυνατόν περισσότερες δυνάμεις στη Θράκη αντί
να τις στείλουν στη Μικρά Ασία. Αυτό σήμανε και την ανάγκη ανασύστασης του
διαλυμένου Τουρκικού Κομιτάτου.
Έτσι μετά την απόφαση
των συμμάχων που ελήφθη στο Νεϊγύ της Γαλλίας, στη Δυτική Θράκη, που εκκενώθηκε
από το Βουλγαρικό στρατό δημιουργήθηκε το υβριδικό κράτος με τίτλο
«Διασυμμαχική Θράκη».
Το ανασυσταθέν Τουρκικό
Κομιτάτο αποφάσισε αμέσως να δημιουργήσει συμμορίες ενόπλων, και τη διενέργεια
προπαγάνδας για αυτονομία της Θράκης . Για την επιτυχία των σκοπών του ζητήθηκε
η συνεργασία με την λεγόμενη Εσωτερική Μακεδονική Οργάνωση της Αδριανούπολης.
Έτσι άρχισε η ένοπλη δράση Τούρκων και Βουλγάρων από κοινού εις βάρος των
Ελλήνων της Θράκης.
Ήδη από τις αρχές
Ιουλίου 1919 οι Άγγλοι και οι Γάλλοι είχαν ανακαλύψει έγγραφα στην Κωνσταντινούπολη
και αλλού, που αποδείκνυαν ότι οι Νεότουρκοι είχαν οργανώσει συνωμοσία με στόχο
την εξέγερση των απανταχού Μωαμεθανών (εφημερίδα «Μακεδονία»).
Στα μέσα Ιουλίου
Βούλγαροι κομιτατζήδες επιτέθηκαν εναντίον Γαλλικού αποσπάσματος στο σιδηροδρομικό
σταθμό του χωριού Ναρλή (σήμερα Πολύανθος) στην περιφέρεια Κομοτηνής. Επίσης
άλλοι Βούλγαροι επιτέθηκαν εναντίον Γάλλων στο χωριό Γιαλιμλή (σήμερα Κοπτερόν)
και σκότωσαν δύο Γάλλους. Οι Γάλλοι διενήργησαν πολλές έρευνες και βρήκαν
αποθήκες πολεμοφοδίων των κομιτατζήδων.
Εν τω μεταξύ και ενώ η ατμόσφαιρα στην Διάσκεψη Ειρήνης στο Παρίσι άρχισε να διαμορφώνεται ευνοϊκά υπέρ της Ελλάδας, στις 20 Ιουλίου 1919 οι μουσουλμανικοί σύλλογοι Γκιουμουλτζίνας, Ξάνθης, Εγρί Ντερέ, Νταρί Ντερέ, Δεδέαγατς, Φερών, Διδυμοτείχου, Ορτάκιοϊ, Κίρτζαλι και άλλων πόλεων με τηλεγράφημά τους στο Βενιζέλο στο Παρίσι, ζήτησαν την ένωση της Δυτικής Θράκης με την Ελλάδα, παρά την προπαγάνδα του Φουάτ Μπαλκάν και την τρομοκρατία των Τουρκοβουλγάρων.
Τούρκοι και Βούλγαροι κομιτατζήδες
εναντίον των Ελλήνων
Στις 21 Ιουλίου
δημοσιεύθηκαν πληροφορίες (εφημερίδα «Πατρίς») ότι οι Βούλγαροι αντιδρώντας
στην προέλαση των Ελληνικών και των Σερβικών στρατευμάτων για την κατάληψη των
εδαφών που θα επιδικασθούν από τη Διάσκεψη της Ειρήνης, ίδρυσαν επαναστατικό
κομιτάτο με επικεφαλής τους στρατηγό Πρωτογέρωφ, τον αρχικομιτατζή Αλεξανδρώφ,
τον βοεβόδα τους Κιλκίς Κασαπτζίεφ, τον
βοεβόδα της Αδριανούπολης Γεωργίεφ, τον τέως διευθυντή της αστυνομίας Σόφιας Ματώφ,
τον Βούλγαρο μητροπολίτη Αδριανούπολης Ιλαρίωνα και τον ιδιώτη Γκεόργκι
Στάικοφ. Το κομιτάτο αυτό διαιρέθηκε σε δύο ομάδες. Την ομάδα Θράκης με βάσεις
το Καραγάτς και το Μικρό Τύρνοβο και την ομάδα Μακεδονίας με βάσεις την
Στρώμνιτσα και το Κιουστεντίλ. Το κομιτάτο αυτό ήταν σε συνεννόηση και με τους
Τούρκους.
Εν τω μεταξύ προς τα
τέλη του μηνός δημοσιεύθηκαν πληροφορίες ότι ο Βαλής (νομάρχης) της
Αδριανούπολης συνωμοτούσε κατά των συμμάχων της Αντάντ, οργανώνοντας ανταρτικά
σώματα σε συνεννόηση με το Βουλγαρικό κομιτάτο του Καραγάτς.
Στις 6 Αυγούστου η «Μακεδονία»
έγραψε: «Τα βουλγαρικά στρατεύματα
απεσύρθησαν εκ Θράκης, παρέμειναν δε μόνο φυλάκια τινά και ολίγαι φρουραί.
Εξηκριβώθη όμως, ότι τα στρατεύματα
ταύτα, αποσυρόμενα μετασχηματίζονται εις κομιτατζίδικα σώματα. Επι κεφαλής των
σωμάτων τούτων ευρίσκονται ανώτεροι Βούλγαροι αξιωματικοί, διαβόητοι
αρχικομιτατζήδες και τινες Τούρκοι λησταντάρται οπαδοί του περιφήμου Φουάρ Μπέη
οργανωτού των τουρκικών ταγμάτων, άτινα κατά την βουλγαρικήν κατοχήν της Ανατ.
Μακεδονίας, διέπραξαν τα γνωστά κακουργήματα της Καβάλας και του Παγγαίου».
Το «Φως» της
Θεσσαλονίκης (7 Αυγούστου 1919) είχε γράψει ότι στο Διδυμότειχο οι Βούλγαροι
είχαν συλλάβει τους Έλληνες Ν. Χριστίδη και Κ. Αϊβάζογλου, καθώς και τους
μουσουλμάνους πρόκριτους Ιμπραήμ Οσμάν, Σαλή Σαβάτ και Κερήμ Μπέη, τους
μετέφεραν σε ένα δάσος της περιφέρειας όπου και τους δολοφόνησαν. Ένα απόσπασμα
Γάλλων πήγε στον τόπο του εγκλήματος, συνεπλάκη με μέλη της συμμορίας και τους
εξόντωσαν. Ανάμεσά τους ήταν και μερικοί Βούλγαροι υπαξιωματικοί. Ο αρχηγός της
συμμορίας Λαζώφ τραυματίσθηκε, συνελήφθη και μεταφέρθηκε στις φυλακές του
Διδυμοτείχου.
Παράλληλα με τους Βουλγάρους άρχισαν να δρουν και Τούρκοι κομιτατζήδες στην Ανατολική Θράκη. Στις περιοχές Μπαμπά Εσκή και Μετρών, οι κάτοικοι δεν τολμούσαν να βγουν στα χωράφια τους, γιατί τουρκικές συμμορίες σκότωναν και λήστευαν. Ταυτόχρονα έβαζαν φωτιά στα σπαρτά και στα αμπέλια καταστρέφοντας τις καλλιέργειες. Μεταξύ άλλων αναφέρθηκε η δολοφονία του Σταθάκη Χρ. Σταθάκογλου με εφτά σφαίρες από πίσω, με όπλο Μάουζερ.
Συνάντηση με τον Τάνε Νικολώφ
Συνεργάτης του Φουάτ
Μπέη στην περιοχή της Ξάνθης ήταν ο Βούλγαρος κομιτατζής Τάνε Νικολώφ, με
έντονη εγκληματική δράση,
Στις 11 Αυγούστου 1919
ταξίδεψε στην Ξάνθη ο δημοσιογράφος του «Φωτός» Θεσσαλονίκης Νικόλαος Φαρδύς.
Στη Θράκη είχαν εγκατασταθεί ήδη τα συμμαχικά στρατεύματα της Αντάντ, αλλά δεν
είχε ολοκληρωθεί η απομάκρυνση των Βουλγάρων. Στο σταθμό, έγινε έλεγχος, οι
Γάλλοι έδωσαν στη Φαρδύ δύο συνοδούς
στρατιώτες και με ένα αμάξι πήγε στο κέντρο της πόλης.
Εκεί στην είσοδο της
αγοράς συνάντησε ένα ψηλό γενειοφόρο Βούλγαρο με αγριωπό βλέμμα. Ήταν ο
αρχικομιτατζής Τάνε Νικολώφ ή Ντάνε όπως τον ήξεραν στην Ξάνθη. Τότε ο Φαρδύς πληροφορήθηκε ότι
μέσα στην πόλη είχαν κατοικίες εκτός του Τάνε Νικολώφ, που εμφανίζονταν ως μεγαλοτσιφλικάς και οι Μιχαήλ Τσακώφ, που παρουσιάζονταν ως
έμπορος , ο Παντελής Παντώφ υπάλληλος του Τελωνείου, ο Ναούμ Τσομπάνωφ
υποδηματοποιός, ο παντοπώλης Κυριαζώφ και ένας ιεροδιάκονος ονόματι
Ευστάθιος!!! Όλοι αυτοί διοικούσαν σώματα 200-400 κομιτατζήδων. Τα λημέρια τους
ήταν στην τοποθεσία Τεπέ Τσιφλίκ κοντά στο χωριό Γενιζέ Καρασού (σήμερα
Γενισέα) , ο δήμαρχος του οποίου Νικολάκι Γεωργκίεφ ήταν σημαίνων
αρχικομιτατζής της περιφέρειας. Σύμφωνα με άλλες πληροφορίες ο Μιχαήλ Τσάκωφ πρώην
διοικητής της Καβάλας είχε συμμορία 250 ατόμων στη τοποθεσία Τεπέ Τσιφλίκ κοντά
στο Πόρτο Λάγος.
Ο Φαρδύς περιέγραψε μια
επίσκεψή του στο Γενιζέ Καρασού, αλλά και ένα συλλαλητήριο, που οργάνωσε μέσα
στην Ξάνθη ο Τάνε Νικόλωφ.
Εν τω μεταξύ στις 19
Αυγούστου κατέφθασαν μυστικά στο Ορτάκιοϊ και φορώντας πολιτικά ρούχα
Τούρκοι Κεμαλικοί αξιωματικοί, οι οποίοι κατέλυσαν στο σπίτι του Χότζα Σελήμ
Νουρή Εφέντη, όπου πραγματοποίησαν σειρά επαφών με πρόκριτους διαφόρων χωριών.
Μερικές μέρες αργότερα στους κυριότερους δρόμους της Αδριανούπολης και γύρω από
τα τζαμιά των χωριών τοιχοκολλήθηκαν από άγνωστους προκηρύξεις που καλούσαν τους Τούρκους να είναι έτοιμοι
για θυσίες στο πλευρό του Εθνικού Κινήματος δηλαδή του Μουσταφά Κεμάλ.
Προς τα τέλη Αυγούστου
παρατηρήθηκε μια κινητοποίηση των Μωαμεθανών
κατοίκων της Δυτικής Θράκης. Μια περίεργη επιτροπή υπό τον Νουρή Μπέη,
που είχε εγκατασταθεί στη Γκιουμουλτζίνα επιχειρούσε να εξεγείρει του Μωαμεθανούς
κατά της αναμενόμενης απόφασης της Διάσκεψης Ειρήνης να περιέλθει η Δυτική
Θράκη στην Ελλάδα. Διέθετε άφθονο χρήμα και είχε την εμφανή υποστήριξη πλέον
και των Βούλγαρων κομιτατζήδων. Οι χωρικοί μιλούσαν φανερά για τον Τάνε Νικολώφ,
και για τον αδελφό του τον Τσαούς, καθώς
και για τον Βούλγαρο διοικητή της αστυνομίας Τέπκωφ και τον συνταγματάρχη
Αμπατζήεφ. Το κίνημα δεν φάνηκε να έχει τη μαζική στήριξη των χωρικών
Μωαμεθανών της Ροδόπης . Οι συμμαχικές αρχές ενώπιον των προσπαθειών αυτών να
διαταραχθεί η τάξη έλαβαν μέτρα ασφαλείας για να εκμηδενίσουν τον κίνδυνο. Η
επιτροπή του Νουρή Μπέη αναχώρησε και κατέφυγε στο Διδυμότειχο, οι Έλληνες
κάτοικοι του οποίου υπέφεραν από φοβερή πείνα, γιατί οι Βούλγαροι δεν τους
έδιναν άλευρα και άλλα τρόφιμα.
Υπήρξαν δημοσιεύματα
μάλιστα στον Τουρκικό Τύπο, που είχαν στόχο να φανατίσουν και να εξεγείρουν το
Τουρκικό στοιχείο της Θράκης, γεγονός που συνδυάστηκε με υπόνοιες ότι
ετοιμάζεται ενδεχομένως κίνημα. Ταυτόχρονα οι Τουρκικές εφημερίδες έγραφαν για
παρατηρούμενες συγκεντρώσεις κομιτατζήδων και ληστοσυμμοριτών, που όμως ήταν
εξοπλισμένες με σύγχρονα όπλα. Οι συμμορίες αυτές περιφερόμενες στην ύπαιθρο
προέβαιναν σε ληστείες και φόνους εις βάρος ομογενών. Στη Δυτική Θράκη τα Γαλλικά
στρατεύματα της Διασυμμαχικής Θράκης περιόρισαν κάπως τη δραστηριότητα των
Βουλγαρικών συμμοριών. Αντίθετα, αναβρασμός σημειώνονταν στο Τουρκικό στοιχείο
της Θράκης. Ήδη είχε μπει ο Σεπτέμβριος….
Το Τουρκικό κομιτάτο
δημοσίευσε έκκληση προς τους Τούρκους της Θράκης που τους συνιστούσε να φυλάγονται
από την ελληνική προπαγάνδα! Η έκκληση αυτή βέβαια, έρχονταν σε αντίθεση με τα
τηλεγραφήματα μεγάλης μερίδας Μωαμεθανών της Θράκης, που φοβούμενοι την
Βουλγαρική εκδικητικότητα έκαναν εκκλήσεις για ένωση με την Ελλάδα.
Δημοσιογραφικές
πληροφορίες ανέφεραν ότι από την Ξάνθη έως το Δεδέαγατς είχαν αναπτυχθεί
περίπου 20.000 κομιτατζήδες, πολλοί από τους οποίους προσποιούνταν τους
επαγγελματίες ή τους υπαλλήλους.
Ο Αύγουστος του 1919
κυρίως στην Ανατολική Θράκη, ήταν φονικός, εξαιτίας της επιθετικότητας των
Τούρκων. Σε όλα σχεδόν τα χωριά υπήρχαν θύματα δολοφονιών, ληστειών και
βιασμών. Οι σελίδες των εφημερίδων περιέγραφαν κάθε μέρα τέτοια ειδεχθή
εγκλήματα από ατάκτους.
Είναι χαρακτηριστικό
ότι οι Μουσουλμάνοι της Βουλγαροκρατούμενης Δυτικής Θράκης τον Αύγουστο
αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στις
Βουλγαρικές εκλογές και οι Βούλγαροι άρχισαν αμέσως τα αντίποινα συλλαμβάνοντας
πρόκριτους αλλά και τους βουλευτές της Βουλγαρικής Σοβράνιε,Τεβφήκ και Ασήμ
Μπέηδες, τους οποίους μετέφεραν στη Σόφια.
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1919
οι Σουφλιώτες οργάνωσαν συλλαλητήριο υπέρ της ενώσεως της Θράκης με την μητέρα
Ελλάδα. Στους συγκεντρωμένους μίλησε ο εκ Διδυμοτείχου καθηγητής Νικόλας
Κινίδης. Η οργανωτική επιτροπή πήγε στη συνέχεια στις Γαλλικές αρχές και
επέδωσε σχετικό ψήφισμα.
Εκείνες τις μέρες ο
Μητροπολίτης Ραιδεστού έκανε σειρά καταγγελιών για φοβερά εγκλήματα των Τούρκων
εναντίον των Ελλήνων που παλιννοστούσαν εκεί. Όλες αυτές οι εγκληματικές
πράξεις αποδίδονταν σε οπαδούς του Τουρκικού κομιτάτου.
Στις 20 Σεπτεμβρίου 1919 ανακοινώθηκε ότι το
τουρκικό επαναστατικό κομιτάτο της Θράκης σχημάτισε προεδρείο αποτελούμενο από τους Δράμαλη Μεχμέτ πρόεδρο, Μελή Χικμή
Εφέντη, Χότζα Τεφήκ Μπέη, οδοντίατρο, Χουσεΐν Τσαούς, Ισμαήλ Μπέη υπαλλήλους
καταστημάτων στην Ξάνθη και Πομάκ Χαϊρεντίν αντιπρόεδρο των εργατών.
Οι επόμενες μέρες του
Σεπτέμβριοι πέρασαν με συνεχείς καταγγελίες για πολλά περιστατικά βίας από
Τούρκους στα χωριά της Ανατολικής Θράκης, κυρίως στις περιοχές της Ραιδεστού
και των Μαλγάρων.
Ενόψει της απελευθέρωσης της Ξάνθης το Τουρκικό κομιτάτο οργάνωσε συχνές αποστολές αντιπροσώπων του, προσπαθώντας να πείσει τους μουσουλμάνους της Θράκης ότι γίνονται ενέργειες για τη δημιουργία αυτόνομου κράτους. Την παραμονή μάλιστα της εισόδου των στρατευμάτων στην Ξάνθη ήρθαν από τη Γκιουμουλτζίνα ο Ιζέτ Μπέης και ο Χαϊρή Μπέης που συναντήθηκαν με το Μουφτή και άλλους σημαίνοντες Τούρκους και είχαν τρίωρη συνομιλία.
Στις 15 Οκτωβρίου
σημειώθηκε στον ποταμό Έβρο κοντά στο Σουφλί ένοπλο επεισόδιο μεταξύ Γάλλων
στρατιωτών και Τούρκων βασιβουζούκων.
Συγκεκριμένα οι Γάλλοι ειδοποίησαν τους Τούρκους που λόγω
των Βουλγαρικών διωγμών είχαν καταφύγει εκείθεν του Έβρου για ασφάλεια, ότι
μπορούν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Η διαπεραίωσή τους θα γίνονταν με
μεγάλα σλέπια. Όμως στο σημείο της επιβίβασής τους είχαν φτάσει βασιβουζούκοι,
οι οποίοι αφού λήστεψαν το παρακείμενο χωρίο
Εντέκιοϊ θέλησαν να πάρουν τα σλέπια για να περάσουν αυτοί στη δυτική
όχθη του ποταμού. Οι Γάλλοι που το πληροφορήθηκαν ζήτησαν να πάρουν αυτοί τα
σλέπια για να περάσουν στο τουρκικό έδαφος δύναμη που θα κατεδίωκε τους ατάκτους.
Όταν όμως οι Τούρκοι απάντησαν αρνητικά οι Γάλλοι έστησαν τηλεβόλα. Έτσι μπόρεσαν και πήραν αυτοί τα σλέπια και
πέρασαν δύναμη η οποία προσέβαλε τους ατάκτους, τους διασκόρπισε συλλαμβάνοντας
300 αιχμάλωτους.
Το ίδιο χρονικό
διάστημα και οι Βούλγαροι κομιτατζήδες προσπαθούσαν να ανασυγκροτηθούν Στη
Στενήμαχο έγινε ένα συνέδριο υπό την προεδρία του Τάνε Νικολώφ, ο οποίος είχε
καταρτίσει νέα δική του ομάδα 400 ανδρών, που διασκορπίσθηκαν στην οροσειρά της
Ροδόπης σκοπεύοντας να δράσουν στην
περιοχή της Γκιουμουλτζίνας.
Σύμπραξη
Τούρκων και Βουλγάρων κομιτατζήδων
Τον Σεπτέμβριο του 1921
έγιναν γνωστές πληροφορίες ότι στη Σόφια πραγματοποιήθηκε μυστική συνάντηση
Τούρκων απεσταλμένων και Βουλγάρων για συντονισμό κοινής δράσης κατά της
Ελλάδας. Άλλοι πάλι Τούρκοι απεσταλμένοι
έφτασαν στη Βουλγαρική πρωτεύουσα, παρέλαβαν όπλα και πυρομαχικά και τα
προώθησαν σε άγνωστη κατεύθυνση.
Λίγο αργότερα έγιναν
γνωστές πληροφορίες για σύμπραξη του Βουλγαρικού και του Νεοτουρκικού Κομιτάτου.
Μετέβησαν μάλιστα στη Σόφια για συνεννοήσεις με το Κεντρικό Συμβούλιο των
Βούλγαρων κομιτατικών, ο αξιωματικός του Τουρκικού στρατού Χασάν Μεμέτ
συνοδευόμενος από τον Βούλγαρο αξιωματικό Ντιμίτρι Ασκώφ και τον δημοσιογράφο
Πετρώφ. Στην αντιπροσωπεία αυτή μετείχε και ο Φουάτ Μπαλκάν. Όλοι μαζί στη
συνέχεια πήγαν στην Κωνσταντινούπολη αφού στάθμευσαν και στην Αδριανούπολη. Ο
Φουάτ Μπέης συναντήθηκε στις Σαράντα Εκκλησίες (Κιρκλαρέλι) με τον Βούλγαρο
κομιτατζή Λαζάρωφ.
Εκείνες τις μέρες στο σιδηροδρομικό σταθμό του Καραγάτς συνελήφθησαν δύο Βούλγαροι, που αποδείχθηκε ότι ήταν σταλμένοι από το Τουρκοβουλγαρικό κομιτάτο. Επάνω τους βρέθηκαν έγγραφα που αποδείκνυαν ότι είχαν εντολή να ανατινάξουν αμαξοστοιχία που είχε προορισμό το Δεδέαγατς.
Η
επίθεση στον Εχίνο Ξάνθης
Η
σημαντικότερη ίσως δραστηριότητα του Φουάτ Μπαλκάν πέραν της ληστοσυμμοριακής
κομιτατζήδικης δράσης του ήταν η επίθεση σε συνεργασία με τους Βουλγάρους σε
στρατιωτικό τμήμα προκάλυψης στο χωριό Σαχίν (Εχίνος σήμερα) βορείως της Ξάνθης
στις 7 προς 8 Νοεμβρίου 1922 (με το παλαιό ημερολόγιο). Λίγες μέρες πριν ο Τάνε
Νικολώφ ήταν στο Χάσκιοϊ και μάζευε κομιτατζήδες ώστε μέσω του Κίρτζαλη να
εισβάλει στο ελληνικό έδαφος στην περιφέρεια της Γκιουμουλτζίνας. Είχε
συγκεντρώσει 300 Βούλγαρους και 2.000 Τούρκους που τους διοικούσαν Τούρκοι
αξιωματικοί (εφημερίδα «Φως» Θεσσαλονίκης).
Η συμμοριακή δράση στον
Εχίνο, άρχισε με περικύκλωση του απομακρυσμένου στρατιωτικού τμήματος, που οι
κομιτατζήδες ζήτησαν να παραδοθεί. Οι άνδρες του τμήματος αντί να παραδοθούν
απάντησαν με σφοδρό πυρ στους επιτιθέμενους, οι οποίοι σε κάποια φάση
ενισχύθηκαν με πρόσθετες δυνάμεις. Όταν η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο οι
Έλληνες στρατιώτες έκαναν επίθεση με εφ΄ όπλου λόγχη και διέσπασαν τον εχθρικό
κλοιό. Η μάχη όμως συνεχίσθηκε για πολλές ώρες έως ότου έφτασαν ενισχύσεις από
τη Μεραρχία. Οι κομιτατζήδες τελικά συνετρίβησαν. Στο πεδίο της μάχης κατά την
εφημερίδα «Μακεδονία» άφησαν 30 νεκρούς. Συνέλαβαν και 60 αιχμαλώτους. Οι
Έλληνες είχαν μόνο μερικούς τραυματίες, Οι διασωθέντες Τουρκοβούλγαροι τράπηκαν σε φυγή.
Σύμφωνα
με άλλη ελληνική πηγή (βιβλίο «Θρακικά Κομιτάτα») οι άτακτοι Τουρκοβούλγαροι
άφησαν στο πεδίο της μάχης 50 νεκρούς και 18 αιχμαλώτους, οι οποίοι, επειδή δεν
ανήκαν σε τακτικό στρατό παραπέμφθηκαν
σε έκτακτα στρατοδικεία ως ληστές και καταδικάσθηκαν σε θάνατο.
Ο Φουάτ
Μπέης μετά την αποτυχία του στον Εχίνο αποσύρθηκε με τους συντρόφους του στα
χωριά Τσακάλ και Αρά- Πάτερη, όπου διαλύθηκαν. Ο οπλισμός των ανταρτών
παραδόθηκε σε Βούλγαρο αξιωματικό που έδρευε στο χωριό Τσακάλ. Στον ίδιο
παραδόθηκαν και οι ζωοτροφές της ομάδας, καθώς και τα αιγοπρόβατα και τα σιτηρά
που είχαν για να διατρέφονται οι κομιτατζήδες στα βουνά της Ροδόπης.
Ο ίδιος ο Φουάτ Μπαλκάν
στα απομνημονεύματά του δίνει μια διαφορετική εκδοχή για τη μάχη αυτή. Ισχυρίζεται
ότι από την αυγή εκείνης της μέρας
περικύκλωσε τα χωριά Σαχίν- Μάχκοβα-Τσαλάπερντι (σήμερα Πετεινός) και επιτέθηκε στο 6ο σύνταγμα
της 3ης ελληνικής Μεραρχίας. Στο χωριό Σαχίν
(Εχίνος) σκοτώθηκαν πάνω από 100 στρατιώτες, ενώ πυρπολήθηκαν στρατιωτικές
εγκαταστάσεις. Μαζί με άλλους αξιωματικούς συνέλαβαν έξι στρατιώτες στα χωριά Μάχκο-Θέρμες,
ενώ στο Τσαλάπερντι όπου ήταν ο 1ος λόχος του συντάγματος, ο λόχος αυτός
κυκλώθηκε και καταστράφηκε. Στο χωριό Τσαλάπερντι καθώς ήταν καλά
περικυκλωμένο, από τον εκεί στρατιωτικό λόχο δεν γλύτωσε κανείς. Από την
ελληνική δύναμη λεηλατήθηκαν δύο πολυβόλα Χότσκις, όπλα , πυρομαχικά, τηλέφωνο
και άλλα στρατιωτικά υλικά.
Για το ένοπλο αυτό
περιστατικό ο στρατηγός Κωνσταντίνος Νίδερ δήλωσε («εφημερίδα «Μακεδονία»):
-Συμμορίαι
τουρκοβουλγαρικαί, καλώς οργανωμέναι και κατόπιν, ως εφάνη εκ των υστέρων,
πολλής προμελέτης, εισέβαλαν από πολλών σημείων βορείως της Ξάνθης, επιτεθείσαι
εναντίον ελληνικού αποσπάσματος. Ο στρατός μας αντεπιτεθείς, έδωκεν εις την οργανωμένην
τουρκοβουλγαρικήν συμμορίαν ένας γερό μάθημα. Έ φ α γ α ν τ ό σ ο ξύλο, ώ σ τ ε έ β α λ α ν κ α ι σ τ η ν τ σ έ π η ν τ ω ν. Δεν δύνασθε να φαντασθήτε πόσον ενεθουσίασεν τον στρατόν μας η
συμπλοκή αυτή, Όσοι απέμειναν εκ των συμμοριτών ας κοπιάσουν κι άλλη φορά.
Πού βρίσκεται η αλήθεια; Κανένας σήμερα δεν ξέρει. Είναι όμως γεγονός ότι η
δράση του Φουάτ Μπαλκάν, τον οποίο στην
Τουρκία τον θεωρούν ήρωα, που αναλώθηκε σε συνεργασία με τους Βούλγαρους
κομιτατζήδες, περιορίστηκε σε μικρής έκτασης σαμποτάζ και σε μεγάλη έκταση
τρομοκρατίας, δολοφονιών και ληστειών. Όμως και σε μια μεγάλη πολυαίμακτη
επίθεση Βούλγαρων κομιτατζήδων εναντίον των Πετρωτών Τριγώνου το Μάρτιο του
1920 (Βλέπε σχετικά στο https://sitalkisking.blogspot.com/2018/02/1920.html#more)
δεν φαίνεται να είχε συμμετοχή ο Ολυμπιονίκης της ξιφασκίας.
Όταν πια το καλοκαίρι
του 1922 η περιπέτεια των Ελλήνων στη Μικρά Ασία, έβαινε προς το δραματικό
τέλος της, ο Φουάτ Μπέης ενέτεινε τις δραστηριότητές του στην περιφέρεια του
Δεδέαγατς και των Σερρών, μετά από απόρρητες εντολές που έλαβε από την Άγκυρα. Οι
δραστηριότητές του συνεχίσθηκαν στα βουνά της Δυτικής Θράκης, κατά την εκκένωση
της Ανατολικής Θράκης από το ελληνικό στοιχείο, τον Οκτώβριο εκείνης της
δραματικής χρονιάς. Κυρίως συνεχιστήκαν οι επιθέσεις των συμμοριακών αυτών ομάδων
και σε άλλες περιοχές της Θράκης, ανατινάζοντας ράγες των τρένων και κόβοντας
τις γραμμές τηλεπικοινωνιών του Ελληνικού στρατού.
Το 1923 υπεγράφη η
Συνθήκη της Λωζάνης, και η Δυτική Θράκη παρέμεινε εκτός των Τουρκικών συνόρων. Η
αποστολή του Φουάτ Μπαλκάν έληξε. Στα απομνημονεύματά του σχετικά με αυτό το
θέμα, υποστηρίζει ότι οι δραστηριότητες που πραγματοποιήθηκαν στη Δυτική Θράκη ήταν
σύμφωνες με την Εθνική Στρατηγική του Αγώνα, ήταν επιτυχημένες και οι στόχοι
που προσδιορίστηκαν από τον Μουσταφά Κεμάλ στην αρχή της αποστολής του
υλοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό.
Στην πραγματικότητα οι
στόχοι που είχαν τεθεί από την Άγκυρα και τον Μουσταφά Κεμάλ δεν υλοποιήθηκαν, γιατί δεν υποχρέωσαν
την Ελλάδα να διατηρεί μεγάλο αριθμό δυνάμεων στη Θράκη για μην τις στείλει στη
Μικρά Ασία. Ας μη ξεχνάμε ότι η απελευθέρωση της Θράκης, έγινε ομαλά χωρίς να
υπάρξει τουρκική αντίσταση, πλην του Τζαφέρ Ταγιάρ στην Αδριανούπολη, ο οποίος
πριν αντισταθεί, συνελήφθη αιχμάλωτος… από ένα τσομπανόπουλο!!! (Βλέπετε
σχετικά στο https://sitalkisking.blogspot.com/2016/05/1920.html)
Η Δυτική Θράκη, το
μικρότερο κομμάτι της ιστορικής ενιαίας Θράκης κέρδισε τελικά την ελευθερία
της, χύνοντας όμως πολύ αίμα από τις βάρβαρες επιθέσεις των κομιτατζήδων
Τούρκων και Βουλγάρων.
Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
ΠΗΓΕΣ
*Κώστα
Ανδρεάδη, υπομοίραρχου ε.α. «Τα Θρακικά κομιτάτα και αι επιδιώξεις των»
Κομοτηνή 1936, Τύποις Λάζαρου Φύγκα.
*Εφημερίδε εποχής «Φως»,
«Μακεδονία» Θεσσαλονίκης, «Πατρίς», «Καιροί» Αθηνών
Angel Petro
ΑπάντησηΔιαγραφήΝικημενος και αυτος απο τον ενδοξο Ελληνα Στρατιωτη
Πολυ ενδιαφέρον!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜανώλης Σ. Χούμας
ΑπάντησηΔιαγραφήΜου είναι γνωστά αυτά φίλε Παντελή. Το σωστό όνομα του Βούλγαρου αρχιληστή Τάνε Νικολώφ ή Ντάνεφ, όπως ήταν γνωστός, είναι Τάνιου. Το κανονικό όνομα της Γενισέας ήταν Γενιτζέ ι Καράσου δλδ ο Γενιτζές του Νέστου.
Χαρουλα Κοντογιαννιδου
ΑπάντησηΔιαγραφήΔύο τέρατα της εποχής εκείνης. Σκορπουσαν τον θάνατο σε Έλληνες και σε άλλους λαούς των Βαλκανίων. ����
Μπραβω πατριώτη μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαθενουμε πολλά από σένα,,,,,,
Ioannis Minoudis
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτοί είναι οι Τούρκοι και οι άλλοι καλοί μας γείτονες, δεν άλλαξαν…..