Πέμπτη 11 Ιουνίου 2020

Οι πρώτες εκλογές της Μεταπολίτευσης

ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 

https://www.kathimerini.gr/1081717/gallery/epikairothta/politikh/oi-prwtes-ekloges-ths-metapoliteyshs
*Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής χαιρετάει το πλήθος σε προεκλογική συγκέντρωση. Η φωτογραφία αυτή συνοδεύει τη μνήμη του Καραμανλή.







Του κ. ΑΝΤΩΝΗ ΚΛΑΨΗ*




Στις 3 Οκτωβρίου 1974, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, επικεφαλής της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας ήδη από τις 24 Ιουλίου του ίδιου έτους, ανακοίνωσε ότι βουλευτικές εκλογές θα διεξάγονταν στις 17 Νοεμβρίου. Θα ήταν η πρώτη φορά έπειτα από δέκα χρόνια που οι Ελληνες θα προσέρχονταν στις κάλπες. Η τελευταία εκλογική αναμέτρηση είχε γίνει τον Φεβρουάριο του 1964, ενώ οι προγραμματισμένες για τον Μάιο του 1967 εκλογές δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ, καθώς μεσολάβησαν το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου και η επιβολή της επτάχρονης δικτατορίας, η οποία ανέστειλε κάθε δημοκρατική διαδικασία.
Η προκήρυξη των εκλογών αποτελούσε αποφασιστικό βήμα για την αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας. Στις 23 Σεπτεμβρίου είχε προηγηθεί η δημοσίευση νομοθετικού διατάγματος, το οποίο προέβλεπε την επαναλειτουργία των πολιτικών κομμάτων, μεταξύ αυτών και του ΚΚΕ που είχε παραμείνει παράνομο από το 1947.
Το πλαίσιο διεξαγωγής των εκλογών είχε προσδιοριστεί ήδη από τις 19 Σεπτεμβρίου, όταν, με ομόφωνη απόφαση του υπουργικού συμβουλίου, επελέγη ως εκλογικό σύστημα η ενισχυμένη αναλογική. Επρόκειτο για μέθοδο που διευκόλυνε τον σχηματισμό ισχυρής κυβέρνησης, έτσι ώστε να διασφαλιζόταν η πολιτική σταθερότητα, σε μια περίοδο που η δημοκρατία είχε μεν αποκατασταθεί, αλλά απέμεναν ακόμα πολλά να γίνουν ώστε να εμπεδωθεί πλήρως.
*Κων. Καραμανλής, Ευ. Αβέρωφ, Γιώργιος Μαύρος. Ο τελευταίος αποχώρησε από την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας προκειμένου να ηγηθεί της Ενώσεως Κέντρου.



Οι πέντε βασικοί πολιτικοί σχηματισμοί


Στον χώρο της Κεντροδεξιάς αναμενόταν να κυριαρχήσει πλήρως η Νέα Δημοκρατία, την οποία ίδρυσε ο Καραμανλής στις 29 Σεπτεμβρίου. Το νέο κόμμα απορρόφησε σχεδόν το σύνολο της προδικτατορικής Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως (ΕΡΕ). Αξιοσημείωτη εξαίρεση αποτέλεσε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο οποίος το 1963 είχε διαδεχθεί τον Καραμανλή στην ηγεσία της ΕΡΕ, αλλά το 1974 αποφάσισε να μην πολιτευτεί. Στους συνδυασμούς της Νέας Δημοκρατίας εντάχθηκαν, επίσης, και ορισμένα επιφανή κεντρογενή στελέχη που είχαν αποσκιρτήσει από την Ένωση Κέντρου το καλοκαίρι του 1965, όπως οι Δημήτριος Παπασπύρου, Γεώργιος Μπακατσέλος, Ιωάννης Τούμπας, Θεοχάρης Ρέντης, Κωνσταντίνος Στεφανάκης και Ιωάννης Τσουδερός.
Στον αντίποδα, ο Γεώργιος Μαύρος αναγνωρίστηκε ως αρχηγός της Ενώσεως Κέντρου, διεκδικώντας την πολιτική και εκλογική κληρονομιά της. Στις 7 Οκτωβρίου ανακοινώθηκε η σύμπραξη της Ενώσεως Κέντρου με τις Νέες Πολιτικές Δυνάμεις, σχηματισμός ο οποίος είχε συγκροτηθεί στο τέλος Σεπτεμβρίου του 1974 από κεντρώες και φιλελεύθερες προσωπικότητες που είχαν αναπτύξει αντιστασιακή δράση εναντίον της δικτατορίας, όπως οι Ιωάννης Πεσμαζόγλου, Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης, Αναστάσιος Πεπονής, Βιργινία Τσουδερού, Κωνσταντίνος Αλαβάνος, Δημήτρης Τσάτσος κ.ά. Επικεφαλής του ενιαίου φορέα με την επωνυμία Ένωσις Κέντρου - Νέες Δυνάμεις ετέθη ο Μαύρος.
Τμήμα της αριστερής πτέρυγας της προδικτατορικής Ενώσεως Κέντρου, αλλά και ψηφοφόρους από τον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς φιλοδοξούσε να εκφράσει το ΠΑΣΟΚ, η ίδρυση του οποίου εξαγγέλθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Τον κορμό του αποτέλεσαν μέλη του Πανελληνίου Απελευθερωτικού Κινήματος (ΠΑΚ), το οποίο είχε επιδείξει αντιδικτατορική δράση κυρίως στο εξωτερικό. Σε μεγάλο βαθμό, το ΠΑΣΟΚ υπήρξε αντανάκλαση της προσωπικότητας του ιδρυτή και ηγέτη του, η αντινατοϊκή, αντιαμερικανική και ευρύτερα αντιδυτική ρητορική του οποίου συμβάδιζε με τις αντιλήψεις σημαντικού τμήματος της κοινής γνώμης την επαύριον της κατάρρευσης της χούντας.
*Ο ηγέτης της ΕΔΑ Ηλίας Ηλιού ψηφίζει στις 17 Νοεμβρίου 1974.

Πιο σύνθετα εμφανίζονταν τα πράγματα στον χώρο της Αριστεράς, όπου υπήρχαν τρία μείζονα κόμματα: το ΚΚΕ, το ΚΚΕ (εσωτερικού) το οποίο είχε προκύψει μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1968, και η προδικτατορική ΕΔΑ. Η προοπτική, της μεταξύ τους συνεργασίας, δυσχεραινόταν πρωτίστως εξαιτίας της άρνησης του ΚΚΕ να δεχθεί την επίσημη σύμπραξη με τους αποσκιρτήσαντες του 1968, δηλαδή με το ΚΚΕ (εσωτερικού): είναι χαρακτηριστικό ότι επί χρόνια ο «Ριζοσπάστης», επίσημο δημοσιογραφικό όργανο του ΚΚΕ, δεν χρησιμοποιούσε καν τον όρο ΚΚΕ (εσωτερικού), το οποίο περιέγραφε απαξιωτικά ως «το λεγόμενο εσωτερικού» (παραλείποντας εντελώς το πρόθεμα ΚΚΕ). Μέσα σε αυτές τις περιστάσεις, βρέθηκε μια παράδοξη λύση που επέτρεψε την τριμερή συνεργασία, σώζοντας ταυτόχρονα τα προσχήματα για το ΚΚΕ: η εκλογική συμμαχία των τριών κομμάτων υπό τον τίτλο Ενωμένη Αριστερά, αποτέλεσε τυπικά σύμπραξη του ΚΚΕ και της ΕΔΑ, ενώ το ΚΚΕ (εσωτερικού) θα εκπροσωπείτο ανεπίσημα μέσω υποψηφίων της ΕΔΑ.
Πολύ μικρότερη κινητικότητα αναπτύχθηκε στον χώρο δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας. Η απαξίωση της δικτατορίας κατέστη σχεδόν καθολική λόγω των προφανών ευθυνών του χουντικού καθεστώτος για το πραξικόπημα εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και για την τουρκική εισβολή που ακολούθησε.
Το φιάσκο της επιστράτευσης και η πρόδηλη αδυναμία οποιασδήποτε σοβαρής στρατιωτικής απάντησης στην Τουρκία είχαν απονομιμοποιήσει πλήρως το στρατιωτικό καθεστώς στη συνείδηση της κοινής γνώμης.  Έτσι, ουσιαστικά μόνο ένα κόμμα, η Εθνική Δημοκρατική Ένωσις (ΕΔΕ), με αρχηγό τον κεντρογενή πρώην υπουργό Πέτρο Γαρουφαλιά, επιχείρησε να εκφράσει τους ολιγάριθμους νοσταλγούς της δικτατορίας.



Τετρακομματική η σύνθεση της Βουλής


Λίγες ημέρες μετά την προκήρυξη των εκλογών, η κυβέρνηση εθνικής ενότητας παραιτήθηκε. Στη θέση της σχηματίστηκε υπηρεσιακή κυβέρνηση, με μοναδική αποστολή τη διασφάλιση της ομαλής πορείας της χώρας προς τις κάλπες. Από τον γενικό κανόνα τής μη παραμονής σε κυβερνητικές θέσεις όσων θα κατέρχονταν ως υποψήφιοι στις εκλογές, υπήρξαν δύο σημαντικές εξαιρέσεις. Αφενός ο Καραμανλής που παρέμεινε πρωθυπουργός, αφετέρου ο Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας που διατήρησε το χαρτοφυλάκιο του υπουργού Εθνικής Άμυνας: ήταν οι απαραίτητες ασφαλιστικές δικλείδες για τη διατήρηση του πολιτικού ελέγχου πάνω στο στράτευμα και για την αποτροπή οποιασδήποτε ανατρεπτικής ενέργειας από την πλευρά φιλοχουντικών αξιωματικών, οι οποίοι εξακολουθούσαν να βρίσκονται στις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων. Για τον ίδιο λόγο, με προσανατολισμό προς τα Σώματα Ασφαλείας (πρωτίστως τη χωροφυλακή), δεν μετακινήθηκε από τη θέση του ο υπουργός Δημόσιας Τάξης Σόλων Γκίκας, ο οποίος, πάντως, έτσι κι αλλιώς δεν επρόκειτο να πολιτευτεί. Για μικρό χρονικό διάστημα συνέχισε να ασκεί τα καθήκοντα του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Εξωτερικών και ο Μαύρος, ο οποίος όμως σύντομα παραιτήθηκε προκειμένου να αφοσιωθεί στον εκλογικό αγώνα του κόμματός του.
Η προεκλογική περίοδος κύλησε ομαλά. Η ελευθερία λόγου και έκφρασης διασφαλίστηκε πλήρως. Όλα τα κόμματα διεξήγαγαν χωρίς εμπόδια τις εκστρατείες τους, οι οποίες συμπεριλάμβαναν και τη διοργάνωση ανοικτών πολιτικών συγκεντρώσεων, για πρώτη φορά μετά το πραξικόπημα του 1967. Ισοτιμία χρόνου δόθηκε σε όλα τα κόμματα για την προβολή των θέσεών τους από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Εντυπωσιακή ήταν η ηλικιακή διαστρωμάτωση των υποψήφιων βουλευτών, η συντριπτική πλειονότητα των οποία έθετε για πρώτη φορά υποψηφιότητα: η μεσολάβηση της επτάχρονης δικτατορίας είχε εκ των πραγμάτων διευκολύνει την ανανέωση μεγάλου μέρους του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Προκειμένου να αποφύγει οποιαδήποτε ανεπιθύμητη περιπλοκή, αλλά και για να διατρανώσει την αποφασιστικότητά του να αποκαταστήσει πλήρως τη δημοκρατική ομαλότητα, στις 2 Νοεμβρίου ο Καραμανλής εξέδωσε αυστηρές εντολές προς την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, προειδοποιώντας ότι η κυβέρνηση δεν θα ανεχόταν την παραμικρή παρέμβασή τους στις επερχόμενες εκλογές. Σε περίπτωση παραβίασης αυτής της αρχής, ο Καραμανλής ξεκαθάριζε ότι θα θεωρούσε προσωπικά υπεύθυνους τους αρχηγούς των επιτελείων.
*18.11.1974, η σαρωτική νίκη του Κωνσταντίνου Καραμανλή στις πρώτες εκλογές της Μεταπολίτευσης αποτυπώνεται στην πρώτη σελίδα της «Κ».

Το αποτέλεσμα των εκλογών αποτέλεσε θρίαμβο για τη Νέα Δημοκρατία, η οποία εξασφάλισε το 54,37% των ψήφων και 220 έδρες στη νέα Βουλή. Αυτό το εντυπωσιακό ποσοστό οφειλόταν πρωτίστως στην παρουσία του Καραμανλή στην ηγεσία του κόμματος, καθώς ο ίδιος αναγνωριζόταν ευρύτατα ως ο μόνος κατάλληλος προκειμένου να ηγηθεί της τιτάνιας προσπάθειας για την ομαλή και αναίμακτη αποκατάσταση της δημοκρατίας: αυτή την πραγματικότητα αποτύπωσε αποφθεγματικά ο Μίκης Θεοδωράκης με τη φράση «Καραμανλής ή τανκς».



Η νέα κυβέρνηση


Τη δεύτερη θέση στις εκλογές πήρε η Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις, με 20,42% και 60 έδρες: από τη μια η σαρωτική εμφάνιση της Νέας Δημοκρατίας, από την άλλη η παρουσία του ΠΑΣΟΚ, άσκησαν ισχυρότατες αμφίπλευρες πιέσεις στην Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις. Τρίτο αναδείχθηκε το ΠΑΣΟΚ με 13,58% και 12 έδρες, κατοχυρώνοντας έτσι τον χώρο ανάμεσα στο Κέντρο και στην Αριστερά και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για τη μελλοντική διεύρυνση της εκλογικής του βάσης. Στην τέταρτη θέση βρέθηκε η Ενωμένη Αριστερά με 9,47% και 8 έδρες: από πλευράς ποσοστού, επρόκειτο για τη χειρότερη έως τότε μετεμφυλιακή επίδοση της κομμουνιστικής Αριστεράς. Καταστροφικό υπήρξε το αποτέλεσμα για την ΕΔΕ, η οποία μόλις που ξεπέρασε το 1% και δεν κατόρθωσε να εκλέξει ούτε έναν βουλευτή: ήταν κι αυτή μια απόδειξη της πλήρους αποδοκιμασίας της χούντας από τον ελληνικό λαό.
Με τις εκλογές έκλεισε ο πρώτος κύκλος που είχε ανοίξει τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου 1974. Μέσα σε λιγότερο από τέσσερις μήνες, είχε διανυθεί εντυπωσιακά μεγάλη απόσταση. Ο άμεμπτος τρόπος διεξαγωγής των εκλογών επιβεβαίωσε ότι η δημοκρατία είχε αποκατασταθεί και πλέον θα λειτουργούσε ομαλά.
*Οδός Πανεπιστημίου. Η χώρα γέμισε εκλογικά περίπτερα. Η προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση στην Ελλάδα είχε γίνει στις 16 Φεβρουαρίου 1964.

Απέμεναν πλέον ακόμα δύο βήματα για την ολοκλήρωση της μεταπολίτευσης: το δημοψήφισμα για το πολιτειακό και η ψήφιση του νέου Συντάγματος. Και τα δύο θα αναλάμβανε να τα πραγματοποιήσει η νέα- μονοκομματική αυτή τη φορά- κυβέρνηση Καραμανλή, η οποία σχηματίστηκε αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της κάλπης της 17ης Νοεμβρίου.



* Ο κ. Αντώνης Κλάψης είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου