Πέμπτη 2 Απριλίου 2020

Η επιστροφή του Ανδρέα Παπανδρέου

 ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ   https://www.kathimerini.gr/1071320/gallery/epikairothta/ellada/h-epistrofh-toy-andrea-papandreoy
*16 Αυγούστου 1974. Θριαμβευτική υποδοχή του Ανδρέα Παπανδρέου στο αεροδρόμιο. Στα αριστερά του ο Γιάννης Χαραλαμπόπουλος.







Του κ. ΣΠΥΡΟΥ ΔΡΑΪΝΑ*




Στις 2 Οκτωβρίου 1970 ο Μέλβιν Λερντ, υπουργός Αμύνης των ΗΠΑ, ήταν ο πρώτος υψηλόβαθμος Αμερικανός αξιωματούχος που θα επισκεφθεί την Ελλάδα μετά το πραξικόπημα του 1967. Η επίσκεψη σφράγισε τη νέα πολιτική της κυβέρνησης Νίξον που παρέχει, παρά τις συνεχιζόμενες ενστάσεις από το Κογκρέσο και τις σκανδιναβικές χώρες του ΝΑΤΟ, την άνευ όρων πολιτική υποστήριξη των ΗΠΑ στο καθεστώς των συνταγματαρχών.
Σύμφωνα με τη μεταγενέστερη αξιολόγηση ενός αξιωματούχου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η επίσκεψη «θα έχει ως αποτέλεσμα να πείσει τους Έλληνες, κάθε πολιτικής πεποίθησης, ότι οι ΗΠΑ επιτέλους έχουν βρει το είδος καθεστώτος στην Ελλάδα με το οποίο προτιμούν να συνεργαστούν».
Για τον Ανδρέα Παπανδρέου, η επίσκεψη του Λερντ είχε διαφορετικό αντίκτυπο. Επικύρωσε τις πιο απαισιόδοξες πεποιθήσεις του για την ελληνική υπόθεση. Σε σχέση με τον πολιτικό κόσμο, οριστικοποιήθηκε ο διαχωρισμός του από τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές του αντι-χουντικού στρατοπέδου. Από τη μεριά τους, οι περισσότεροι πολιτικοί αντίπαλοι της χούντας- από τους βασιλόφρονες αξιωματικούς, όπως ο Στρατηγός Ορέστης Βιδάλης, μέχρι τους «ανανεωτικούς» αριστερούς, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης- συνέχισαν να επενδύουν τις ελπίδες τους σε μια πολιτική λύση «εκ των άνω» με ηγέτη τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και με τη στήριξη ή έστω την ανοχή των ΗΠΑ.
Σε αντίθεση, ο Παπανδρέου πρέσβευε μία λύση «από τα κάτω», επιδιώκοντας τη μεταμόρφωση του Πανελληνίου Απελευθερωτικού Κινήματος (ΠΑΚ) σε έναν φορέα κινητοποίησης του λαού για έναν μακρόχρονο «εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα» κατά της «αμερικανικής κατοχής». Σε κάθε ευκαιρία, διεκήρυσσε ότι «πολιτική λύση δεν υπάρχει καμιά». Και σαν απάντηση στο ερώτημα «γιατί αγωνιζόμαστε» προέβαλλε το όραμα μιας Ελλάδας αβασίλευτης, δημοκρατικά αποκεντρωμένης, σοσιαλιστικής και αποδεσμευμένης από τα ψυχροπολεμικά μπλοκ.


Προώθηση δυναμικής αντίστασης στη χούντα


Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή η λεγόμενη «ριζοσπαστικοποίηση» του Παπανδρέου αποτελούσε τη συμμετοχή του στην απρόοπτη εμφάνιση μιας Νέας Αριστεράς, ενός περίπλοκου πολιτικού ρεύματος (με εμβληματική στιγμή τον Παρισινό Μάη του ’68) που τάραξε τα πολιτικά δρώμενα των χωρών της Δύσης. Εντούτοις, δεν ήταν τυχαία αυτή η συμμετοχή του. Αντιπροσώπευε την αναζωπύρωση του νεανικού του οράματος κατά της δικτατορίας του Μεταξά, σε συνδυασμό με την αντι-σταλινική εκδοχή του της μαρξιστικής επανάστασης, με κύριο εκφραστή τον Λέοντα Τρότσκι.
Με αυτόν τον στρατηγικό προσανατολισμό και το ιδεολογικό υπόβαθρο, ο αρχηγός του ΠΑΚ κινήθηκε από τις αρχές του 1971 μέχρι την κατάρρευση της χούντας το καλοκαίρι του 1974. Δηλώνοντας ρητώς πως «είναι ξεκάθαρο σε όλους ότι οι συνθήκες για την ανάπτυξη ενός μαζικού κινήματος αντίστασης ακόμα δεν υπάρχουν», εστίασε στην προώθηση δυναμικής αντίστασης με σκοπό να δημιουργήσει ανασφάλεια στους κόλπους της χούντας, αλλά με περιορισμένη επιτυχία. Στην Ελλάδα, εκδηλώθηκε μια σειρά από μεμονωμένες βομβιστικές, κυρίως συμβολικές, επιθέσεις κατά χουντικών στόχων με τη συμμετοχή, επώνυμων και μη, στελεχών του ΠΑΚ. Από το άλλο μέρος συνεχιζόταν ο στρατιωτικός νόμος, με τις συλλήψεις, τα βασανιστήρια, τις δίκες στα στρατοδικεία, τους διωγμούς του πολιτικού κόσμου και τα άλλα δεινά της δικτατορίας. 
*Ο αρχηγός του ΠΑΚ λίγες μέρες πριν από την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ.

Από τις αρχές όμως του 1972, το κλίμα στην Ελλάδα άρχισε να αλλάζει. Από τη μία, απέτυχαν οι προσπάθειες του Παπαδόπουλου να εξασφαλίσει τη συμμετοχή έστω μιας μερίδας του παλιού πολιτικού κόσμου ώστε να «ομαλοποιήσει» το καθεστώς με την εφαρμογή της «ελεγχόμενης (από τον στρατό) δημοκρατίας» στο πλαίσιο του «Συντάγματος» του 1968. Από την άλλη, η συνεχιζόμενη συγκέντρωση εξουσιών από τον Παπαδόπουλο, με κορύφωση την ανάληψη της αντιβασιλείας τον Μάρτιο του 1972, προκάλεσε τη δυσφορία του σκληρού πυρήνα των κατώτερων αξιωματικών- υποστηρικτών της απριλιανής «επανάστασης». Τον ίδιο μήνα, εμφανίστηκαν οι πρώτες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας των φοιτητών κατά της χουντικής αυθαιρεσίας στα πανεπιστήμια. Τον Νοέμβριο, οι αναλυτές της αμερικανικής CIA προειδοποιούσαν τους ιθύνοντες της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ ότι οι αντιθέσεις προς τον Παπαδόπουλο άρχισαν να τον απειλούν.


Το 1973 αλλάζει άρδην το πολιτικό σκηνικό


Το 1973 οι απανωτές εξελίξεις στη χώρα άλλαξαν ριζικά το σκηνικό. Τον Φλεβάρη, η πρώτη μαζική κινητοποίηση κατά της χούντας εκδηλώθηκε με την κατάληψη της Νομικής. Τον Απρίλη, ο Καραμανλής, ύστερα από τριάμισι χρόνια σιωπής, προέβη σε δηλώσεις, προτρέποντας τη χούντα να καλέσει τον βασιλιά και «να παραχωρήση την θέσιν της εις μίαν έμπειρον και ισχυράν Κυβέρνησιν». Τον Μάη εκδηλώθηκε το Κίνημα του Ναυτικού με την ανταρσία του αντιτορπιλικού «Βέλος», προκαλώντας ανησυχίες και στο εξωτερικό για τη σταθερότητα του καθεστώτος.
Σε απάντηση στα συσσωρευμένα προβλήματά του, ο Παπαδόπουλος αντιδρούσε δυναμικά με ένα ολοκληρωμένο σχέδιο. Κήρυξε τη μοναρχία «έκπτωτη» και ανέλαβε ο ίδιος τη θέση του Προέδρου, με μία θητεία επτά ετών. Ταυτόχρονα καθόριζε την 29η Ιουλίου για τη διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος για την αναθεώρηση του Συντάγματος του 1968, ώστε να αντικαταστήσει τον θεσμό του Στέμματος με τον θεσμό του Προέδρου.
*Η κατάληψη της Νομικής τον Φεβρουάριο του 1973 ήταν η πρώτη μαζική κινητοποίηση κατά της χούντας.

Σχεδίαζε και τον διορισμό ενός πολιτικού ως πρωθυπουργού και τη διεξαγωγή κοινοβουλευτικών εκλογών, με το δικαίωμα συμμετοχής των κομμάτων να βασίζεται στην έγκριση ενός Συνταγματικού Δικαστηρίου διορισμένου από τον ίδιο τον Πρόεδρο. Εφόσον, κατά το αναθεωρημένο Σύνταγμα, ο Πρόεδρος επίσης διόριζε τους υπουργούς Αμύνης, Εξωτερικών και Δημόσιας Τάξης, το σχέδιο ουσιαστικά σκόπευε στην εξασφάλιση της απόλυτης εξουσίας του ιδίου.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου ξαφνιάστηκε από αυτές τις τολμηρές κινήσεις. Μάλιστα, σε συνέντευξη στην Deutsche Welle στις 8 Φλεβάρη 1973, είχε εκφράσει την άποψη ότι, ενώ οι υποστηρικτές της χούντας θα προτιμήσουν μία πολιτικοποίησή της, «δεν αποτολμούν όμως ούτε καν τον εξωραϊσμό, επειδή φοβούνται ότι η κατάσταση θα διαφύγει τον έλεγχό τους». Προφανώς, οι εκτιμήσεις του έπεσαν έξω, αλλά όπως δείχνει η έκβαση των πραγμάτων, όχι εντελώς. Εν τω μεταξύ, στο ξεκίνημα του σχεδίου Παπαδόπουλου, οι πρεσβευτές μιας πολιτικής λύσης, εξίσου ξαφνιασμένοι, βρέθηκαν μπροστά σε ένα δυσεπίλυτο δίλημμα. Ναι μεν οι όροι που έθεσε το σχέδιο και η μορφή του κοινοβουλευτισμού που προέβλεπε ήταν δημοκρατικά απαράδεκτα, αλλά ταυτόχρονα το σχέδιο– δημοψήφισμα, συγκρότηση μιας πολιτικής κυβέρνησης, κοινοβουλευτικές εκλογές– προσέφερε κάποια ανοίγματα για έναν αντιπολιτευτικό λόγο και την προοπτική, εν δυνάμει και σταδιακά, μετεξέλιξης του καθεστώτος σε μια πιο αποδεκτή μορφή. Επιπλέον, η απόλυτη άρνηση συμμετοχής και ενδεχόμενη επαναφορά της σκληρής καταπίεσης διέτρεχαν τον κίνδυνο, όπως θα δηλώσει ο Καραμανλής, για «εθνικούς σπαραγμούς». Το δύσκολο της υπόθεσης ήταν πώς να αξιοποιήσουν τα νέα δεδομένα με τρόπο δημοκρατικά αξιοπρεπή, αλλά και με την προοπτική επιτυχίας για τους δικούς τους σκοπούς.


Τώρα ή ποτέ, το μεγάλο δίλημμα τις πρώτες ημέρες της Μεταπολίτευσης


Για τον Ανδρέα Παπανδρέου, το σχέδιο του Παπαδόπουλου δεν παρουσίαζε τέτοια διλήμματα. Κατά την άποψή του, αντιπροσώπευε την εκπλήρωση της αναβληθείσας επιδίωξης του αμερικανικού Πενταγώνου για τη μονιμοποίηση της δικτατορίας ως εγγυητή έναντι της Σοβιετικής Ένωσης στην Ανατολική Μεσόγειο. Η καθολική απόρριψη του σχεδίου Παπαδόπουλου από τον Παπανδρέου ήταν, εξαρχής, δεδομένη. Ενώ οι υποστηρικτές μιας πολιτικής λύσης αισιοδοξούσαν ότι είχε ανοίξει μία δύσκολη, αλλά κατορθωτή διέξοδος από τη μισητή δικτατορία, ο Παπανδρέου θεωρούσε τη στάση τους ως μοιραίο λάθος. Εντούτοις, καθώς προχωρούσε το σχέδιο του Παπαδόπουλου, τα νέα δεδομένα παρουσίασαν στον Παπανδρέου διλήμματα άλλης μορφής. Η στάση του ήταν αντίθετη στο ευρύτερο κλίμα μοιρολατρικής ανοχής της πορείας των πραγμάτων ή τουλάχιστον στην προσδοκία μιας βελτίωσης της κατάστασης. Ακόμα μέσα στις τάξεις του ΠΑΚ υπήρχε ένα κλίμα ηττοπάθειας. Σύντομα, πάντως, άλλαξε πάλι το σκηνικό. Αφού προχώρησε το σχέδιο του Παπαδόπουλου με τον διορισμό του Σπύρου Μαρκεζίνη ως πρωθυπουργού, συνέβησαν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου που, εν συνέχεια, δημιούργησαν το κατάλληλο κλίμα για την ανατροπή του Παπαδόπουλου με πρωταγωνιστή τη μαύρη καρδιά της χούντας, τον Δημήτρη Ιωαννίδη, διοικητή της στρατιωτικής αστυνομίας. Η χούντα μπήκε πλέον στην πιο οδυνηρή φάση της– μία φάση που κατέληξε στην κατάρρευσή της· ούτε λόγος πια για μία πολιτική λύση «εκ των άνω», αλλά ούτε και για μια λαϊκή εξέγερση. Αντιθέτως, η χούντα ουσιαστικά αυτοκτόνησε λόγω των εξωφρενικών πράξεων του Ιωαννίδη που προκάλεσαν την τραγωδία της Κύπρου και εν συνεχεία μια απόδραση από την εξουσία που άφησε ένα απόλυτο κενό εξουσίας στην Ελλάδα, το οποίο επέτρεπε μια βελούδινη επαναφορά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας κάτω από τη στιβαρή ηγεσία του Καραμανλή. 
*Ο υπ. Άμυνας των ΗΠΑ Μέλβιν Λερντ (εδώ σε αμερικανικό αεροπλανοφόρο) επισκέφθηκε την Ελλάδα των δικτατόρων το 1970.

Στις πρώτες ενδείξεις για την κατάρρευση της δικτατορίας, ο Παπανδρέου εξέφρασε σοβαρές επιφυλάξεις για το τι θα ακολουθήσει. Υποδέχθηκε την είδηση της 23ης Ιουλίου ότι ο Καραμανλής κατεβαίνει στην Ελλάδα με τη δήλωση πως «η νέα νατοϊκή φρουρά εγκατεστάθη». Αλλά σύντομα έγινε σαφές ότι η ανάκτηση της ελευθερίας από τον λαό, που πλημμύρισε τους δρόμους, ήταν αμετάτρεπτη. Εκ των πραγμάτων, τέθηκε το ερώτημα εάν ο Παπανδρέου πρέπει ή όχι να επιστρέψει. Ενδεικτικό για τους προβληματισμούς του ήταν η δήλωσή του στα στελέχη του ΠΑΚ στο Βίντερτουρ της Ελβετίας, στο τέλος Ιουλίου: «Άμα χάσει τη λαϊκή βάση ένα κίνημα, τότε είναι δύσκολο να την ανακτήσει». Σχεδόν από την αρχή, αναγνώριζε ότι αντιμετώπισε ένα πεισματικό «τώρα ή ποτέ». Όπως του έλεγε τηλεφωνικώς ο Γεώργιος Ρωμαίος, διευθυντής του «Βήματος», «ή θα επέστρεφε τώρα για να μετάσχει ενεργά στη διαμόρφωση του μεταπολιτευτικού πολιτικού τοπίου ή θα έμενε οριστικά εκτός πολιτικής σκηνής». Στις 16 Αυγούστου, προσγειώθηκε το αεροπλάνο του στο Ελληνικό, όπου του επεφυλάχθη μια θριαμβευτική υποδοχή με άγνωστο ακόμα το τι μέλλει γενέσθαι.


* Ο κ. Σπύρος Δραΐνας είναι συγγραφέας του βιβλίου «Ανδρέας Παπανδρέου: Η Γέννηση ενός Πολιτικού Αντάρτη», εκδόσεις Ψυχογιός.

3 σχόλια:

  1. Victor Elmhurst
    Ο μεγάλος δάσκαλος του Τσοχατζόπουλου, του Παπαντωνίου... καί της 17 Ν (Πακ) ασφαλώς και του μεγάλου ψεύτη που είναι στο σύριζα ....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Tassos Karkas
    ..και μεγάλος δάσκαλος του Γιάννη Χαραλαμπόπουλου, του Απόστολου Κακλαμάνη, τουΣάκη Πεπονή της Μελίνας Μερκούρη, του Ευάγγελου Γιαννόπουλου, του Κάρολου Παπούλια, του Γιώργου Γεννηματά, του Γεώργιου Μαγκάκη, του Μανώλη Δρετάκη, του Φοίβου Ιωαννίδη, του Λευτέρη Βερυβάκη,του Γεράσιμου Αρσένη, του, του.... έτσι δεν είναι Παντελή μου ,εσύ που τους έζησες από κοντά;;;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ναι, είναι, αλλά εγώ εξαιρώ τον Γιαννόπουλο, όχι γιατί ήταν κλέφτης, αλλά γιατί το ήθος του δεν μου ταίριαζε καθόλου. Θυμήσου και τις καταγγελίες Βασ. Κεδίκογλου για την κατοχική του συμπεριφορά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή