Σάββατο 25 Ιουνίου 2016

Ο Β΄ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

 *Η μάχη του Κιλκίς, από την εφημερίδα "Πατρίς" Ιούλιος 1913



  Γράφει ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας


         Στις αρχές του 20ου αιώνα τα χριστιανικά κράτη της Βαλκανικής ανέπτυξαν έντονη δραστηριότητα με στόχο την απελευθέρωση των υποδούλων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ομοεθνών τους και την ανάκτηση των τουρκοκρατούμενων εδαφών τους.
Το 1912 η εθνικιστική πολιτική των Νεοτούρκων σε βάρος των χριστιανικών πληθυσμών επέβαλε τη σύμπραξη των Βαλκανικών χωρών, οι οποίες προχώρησαν στη σύναψη διμερών αμυντικών συμβάσεων και τελικά στην κήρυξη επιστράτευσης.
Στις 25 Σεπτεμβρίου 1912 πρώτο το Μαυροβούνιο κήρυξε τον πόλεμο κατά της Τουρκίας. Μετά την απόρριψη της κοινής διακοίνωσης Ελλάδας, Σερβίας και Βουλγαρίας για την εφαρμογή ριζικών μεταρρυθμίσεων στη διοίκηση της Ευρωπαϊκής Τουρκίας, Βουλγαρία και Σερβία κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον της Τουρκίας στις 4 Οκτωβρίου, ενώ την επομένη ακολούθησε και η Ελλάδα. Επακολούθησαν οι μάχες του Σαρανταπόρου, Γιαννιτσών, η κατάληψη της Θεσσαλονίκης και της Δυτικής Μακεδονίας, η μάχη του Μπιζανίου, η κατάληψη των Ιωαννίνων και η απελευθέρωση της Βόρειας Ηπείρου, με τη λήξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου.
*1913. Διάβαση ποταμού

         Με τη συνθήκη ειρήνης του Λονδίνου στις 17 Μαΐου 1913 τερματίσθηκε ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος. Όμως οι διαφορές για τη διανομή των ανακτηθέντων από τη Τουρκία εδαφών προκάλεσαν προστριβές στους κόλπους των νικητών. Οι διεκδικήσεις της Βουλγαρίας, που εξελίχθησαν σε μεθοριακά επεισόδια σε βάρος της Ελλάδας και της Σερβίας, είχαν ως επακόλουθο τη σύναψη στις 19 Μαΐου 1913 αμυντικής συμμαχίας μεταξύ των δύο χωρών. Η άμεση αντίδραση της Ελλάδας και της Σερβίας στην Βουλγαρική αιφνιδιαστική επίθεση της 16ης Ιουνίου 1913 σηματοδότησε την έναρξη του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου.
*Εικόνα των μετόπισθεν. Αρχείο Γενναδείου Βιβλιοθήκης

          Ο Ελληνικός Στρατός, μετά την εκκαθάριση της Θεσσαλονίκης από τα βουλγαρικά τμήματα στις 17 Ιουνίου, ανέλαβε ευρείας έκτασης αντεπίθεση κατά της ισχυρής βουλγαρικής αμυντικής τοποθεσίας ΚΙΛΚΙΣ- ΛΑΧΑΝΑ. Ακολούθησε η ομώνυμη μάχη, από 19 έως 21 Ιουνίου, που κατέληξε σε περιφανή, αλλά αιματηρή , νίκη του Ελληνικού Στρατού. Η προέλαση των στρατευμάτων μας συνεχίστηκε στην Ανατολική Μακεδονία και Δυτική Θράκη μέχρι τα μέσα του Ιουλίου του 1913 με σπουδαίες επιτυχίες στα πεδία των μαχών και την απελευθέρωση των πόλεων της περιοχής. Η ισχυρή αντεπίθεση των βουλγαρικών στρατευμάτων κατά της διάταξης του Ελληνικού Στρατού στο εσωτερικό της Βουλγαρίας έληξε με σοβαρές απώλειες για τη Βουλγαρία, που επιζητούσε πλέον την ανακωχή.
Με την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου στις 28 Ιουλίου 1913 έληξε ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος και στην Ελλάδα παραχωρήθηκαν τα εδάφη από την κορυφογραμμή της Κερκίνης (Μπέλες) μέχρι τις εκβολές του ποταμού Νέστου.
       Από το τόμο «Μνήμες Πολέμου 1897-1974, οι αγώνες του Ελληνικού Έθνους, μέσα από προσωπικές μαρτυρίες» της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού για το Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο αντλούμε τα παρακάτω στοιχεία:
*Ο Ελληνικός Στρατός στη Θεσσαλονίκη

        1. Θεσσαλονίκη, 17 Ιουνίου 1913.
         «Αυστηρά επιφυλακή. Το απόγευμα εις τας 3.30΄ εκκίνησις του λόχου μας για την γενικήν επίθεσιν κατά του βουλγαρικού στρατού της πόλεως. Καταλαμβάνομεν στενά η φρουρά αρχίζει τουφεκίδι πυκνό και πολυβόλα. Όταν ενύκτωσε ήμουν σύνδεσμος με τον Ανθυπολοχαγόν Μεταξάν, τουφεκίδι πυκνό, βόμβαι, πολυβόλα, πανδαιμόνιον. Ο φονευμένος, τον μεταφέρω με 3 άλλους, παίρνω το παγούρι του, παγερόν ρίγος. Αγρυπνούμεν έως το πρωΐ. Κανονιοβολισμός των τριών τελευταίων ανθισταμένων οικημάτων, παράδοσις των Βουλγάρων. Νίκη Αέρα».
«Το ημερολόγιον ενός στρατιώτου, ο Ελληνοβουλγαρικός Πόλεμος του 1913» της Έλλης Π. Ανδρουλή.
         2. Ατζί Γκιολ (Πικρολίμνη) Θεσσαλονίκης, 19 Ιουνίου 1913.
         «Αι απώλειαι της Μεραρχίας μας ήσαν εξαιρετικώς μεγάλαι την ημέραν αυτήν από το βουλγαρικόν πυροβολικόν, το οποίον έβαλλε σφοδρώς κατά του εις ακάλυπτον εντελώς έδαφος προχωρούντος πεζικού μας. 1275 άνδρας είχεν η Μεραρχία μας απέναντι ολικών απωλειών 2201 των τεσσάρων Μεραρχιών (ΙΙ, ΙΙΙ, IV, V και Ταξιαρχίας Ιππικού), αν υπολογίση δε τις την μάχιμον δύναμιν εις 7000 άνδρας περίπου, θα ίδη ότι εντός ολίγων ωρών έχασε περίπου το 1/5 των δυνάμεων της».
         Απομνημονεύματα του Στρατηγού Αλεξάνδρου Μαζαράκη- Αινιάνος.
*Οι στρατιωτικοί φούρνοι, ετοιμάζουν κουραμάνες

         3. Κιλκίς, 21 Ιουνίου 1913.
«Μετά την νυκτερινήν πορείαν διαρκέσασαν όλην την νύκτα φθάνομεν 4. π.μ. Αρχή μάχης, όλον το μέτωπον δια κατάληψιν χωρίου Κιλκίς. Μαχόμεθα κατά πυροβολικού χελώνης. Εχθρικόν αεροπλάνον. Προχώρησις. Πολλοί νεκροί στρατιώται, μας σώζει το πυροβολικόν. Διαρκεί η μάχη έως τας 1 μ.μ. Έφοδος δια λόγχης. Κόπωσις μεγάλη. Δική μου λόγχη δεν μπαίνει. Περιγραφή αδύνατος».
       «Το ημερολόγιον ενός στρατιώτου, ο Ελληνοβουλγαρικός Πόλεμος του 1913» της Έλλης Π. Ανδρουλή.
        4. Κιλκίς, 21 Ιουνίου 1913.
        «Το απόγευμα καίεται το χωρίον ολόκληρον. Βούλγαροι υποχωρούν, πολύνεκρος η μάχη και ιδίως αξιωματικοί. Στρατιώται πολλοί νεκροί και τραυματίαι, η μάχη παραβάλλεται προς την του Σαρανταπόρου. Η φρίκη των νεκρών και των τραυματιών. Ευτυχώς Θεού δόξα εσώθην. Το εσπέρας 7 μ.μ. τέλος κατασκήνωσις πλησίον του νερού, ανάπτουν πυράν, τρώγωμεν χήναν. Ύπνος, απόλαυσις μετά την μάχην. Μεγάλη πυρκαΐά, τριγύρω των καιομένων χωρίων. Η ΙΙ Μεραρχία μείον 1200 εκτός μάχης. Πολλοί αξιωματικοί».
         «Το ημερολόγιον ενός στρατιώτου, ο Ελληνοβουλγαρικός Πόλεμος του 1913» της Έλλης Π. Ανδρουλή.
          5. Πορεία από Τέρπυλλος Κιλκίς προς Στρώμνιτσα, 23 Ιουνίου 1913.
          «Ξυπνούμεν μάλλον κρύο. Πρωϊνός καφές, απόλαυσις. Εις τας 10 π.μ. εκκίνησις της Μεραρχίας, εσπευσμένη πορεία έως τας 4 μ.μ. Μεγάλη κούρασις διερχόμεθα άλλα χωρία πυρποληθέντα, παντού ίχνη υποχωρήσαντος εχθρού, σάκκοι, νεκροί Βούλγαροι κ.λ.π. Τέλος, κατασκήνωσις, ανάπαυσις αναγκαία. Πεινώ, έφαγα μια γαλέττα μόνον. Τρώγω δύο αυγά μου έδωσε ο Σκουζές. Είναι ωραία η κατασκήνωσις, δροσιά. Κοιμούμεθα επάνω σε άχυρο με μανδύαν. Ωραία, μανθάνω ότι ο πληγωμένος μου θα ζήση. Τί χαρά».
*Η Διάσκεψη του Λονδίνου

          «Το ημερολόγιον ενός στρατιώτου, ο Ελληνοβουλγαρικός Πόλεμος του 1913» της Έλλης Π. Ανδρουλή.
  6. Δοΐράνη Κιλκίς, 23 Ιουνίου 1913.
  «Η λίμνη ήταν γεμάτη πτώματα Βουλγάρων, που είχαν πεθάνει, όπως έλεγαν, από χολέρα. Φήμη κυκλοφορούσε πως και σ΄ όλα τα πηγάδια οι Βούλγαροι είχαν ρίξει πτώματα για να μολύνουν τον Στρατό μας. Ο φόβος που προκαλεί η ιδέα της χολέρας είναι πολύ μεγαλύτερος από εκείνον που εμπνέουν τα πολεμικά όπλα. Γιατί από τις σφαίρες και τις οβίδες μπορεί κάπως να προφυλαχθή κανείς, αλλά από την χολέραν; Βέβαια ήταν το μπόλι, αλλά πως να είναι κανείς βέβαιος ότι είναι αποτελεσματικό;».
          «Αναμνήσεις του πολέμου και της ειρήνης» του Δημητρίου Α. Καμπάνη.
*Ελληνική προπαγανδιστική καρτ ποστάλ

          7. Νέο Πετρίτσι Σερρών, 27 Ιουνίου 1913.
           «Την πρωϊνή ώρα 4η ήρξατο εκ νέου σφοδρά η επίθεσις. Ο εχθρός καίτοι φοβερά οχυρωμένος ενδίδει εις την ορμήν των Ευζώνων και του 5ου Πεζικού και εις τας 09.30 έχει τελείως υποχωρήσει ανατινάζων την γέφυραν. Εν τούτοις τα τοπομαχικά εξακολουθούν βάλλοντα και μας υποβάλουν εις φοβεράς απωλείας. Μετά μεσημβρίαν ο εχθρός έχει τελείως υποχωρήσει εν πανικώ. Κυριεύομεν τα τέσσερα τοπομαχικά του εχθρού, απειρίαν τροφών και 70 βαγόνια εν Δεμίρ Ισάρ ( Σιδηρόκαστρο). Οι Εύζωνες και το ορεινόν πυροβολικόν ενίκησαν οχυρωμένον εχθρόν με τοπομαχικά».
           Από το ημερολόγιο του Κωνσταντίνου Τιμ. Βάσσου, Αξιωματικού Ιππικού του Επιτελείου της Ιης Μεραρχίας.
           8. Ποταμός Στρυμώνας, κοντά στο Πετρίτσι, τέλη Ιουνίου 1913.
           «Την άλλη μέρα μάθανε ότι οι Βούλγαροι, φεύγοντες, άφησαν σε απόκρημνα μέρη στρατιωτικούς, με μικρές τηλεφωνικές συσκευές, για να τους μεταδίδουν πληροφορίες σχετικές με τις κινήσεις του στρατού μας. Κι΄ έτσι συνέβαινε οι Βούλγαροι να ρίχνουν εύστοχες βολές εναντίον τμημάτων μας, μολονότι τα τμήματα αυτά εκινούντο αθέατα μέσα σε δασωμένες περιοχές. Φαίνεται πως κι΄ ο νεαρός αιχμάλωτός τους ήταν ένας τέτοιος «εθελοντής του θανάτου», αφού ήξερε ότι δεν είχε καμιά ελπίδα να ξεφύγη. Έπειτα πιάστηκαν και άλλοι τέτοιοι κατάσκοποι, σκαρφαλωμένοι επάνω στα δένδρα που οι φαντάροι και οι τσολιάδες μας τους ανακάλυπταν από τα καλώδια. Κι΄ ήταν να γελάς ακούγοντας τον τσολιά να λέη σ΄ έναν τέτοιο κατάσκοπο, κρυμμένον επάνω σε δένδρο:
            - Ρίξου, ουρέ, κάτ΄ μ΄ έναν πήδου! Ρίξου ουρέ. Σι βλέπου σα σκουφάγο;(το πουλί συκοφάγος)».
    «Όρθιοι στην καταιγίδα του Μιχάλη Μ. Δημητρίου», εθελοντής Δεκανέας Μηχανικού.
             9. Βυρώνεια Σερρών, 5 Ιουλίου 1913.
     «Ήρθε στρατιώτης του Καλλέργη το πρωί και μου είπε για την αρρώστια του την ξαφνική. Κατάλαβα αμέσως, χολέρα. Τον είδα κρυφά, στο βαγόνι του ξαπλωμένο και πολύ αδύνατο, μου είπε λίγα λόγια. Όπως πάντα, αμέσως προβλέπω το χειρότερο. Ως το μεσημέρι είχε τελειώσει. Πειράχτηκαν τα νεύρα μου και έφυγα να συμμαζευτούν. Ύστερα περιμάζεψα τα πράγματά του και κάθισα που έσκαβαν το λάκκο. Βροχή με βροντές. Έγραψα της Έφης. Σιχασιά. Καλύτερα να ήμουν στο λόχο και να΄ χω ελπίδα να με πάρει το βόλι, παρά εδώ που μόνο η χολέρα με φοβερίζει. Μα πάλι κι αυτό πρέπει να το υποφέρω, γιατί είναι άσχημο. Πρέπει να΄χω τη δύναμη να μην με πειράζουν τ΄άσχημα και τα σιχαμένα. Παπάς από τη Σάμνα(;), ακακία, σταυρός, ενταφιασμός».
 «Ημερολόγιο, Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913» του Φιλίππου Στεφ. Δραγούμη, έφεδρος Δεκανέας και μετέπειτα Λοχίας.
*Δημοσίευμα για τη στάση των Βουλγάρων έναντι των Ελλήνων στη Θράκη

          10. Ύψωμα Πετσόβου, αρχές Ιουλίου 1913.
           «Ακούστε, μου λέει κάποιος, κ. επιλοχία πως σκοτώθηκε ο Τσούνης. Σε μια επίθεση σε κάποιο ύψωμα του Πετσόβου διετάχθη ο λόχος να το καταλάβη. Ο Τσούνης προχωρούσε εκ των πρώτων, φθάνει πρώτος εις το ύψωμα. Εκείνη την στιγμήν επετίθετο και ένας Βούλγαρος και ρίχνεται κατά του Τσούνη, όστις όμως είχε εφ΄όπλου λόγχη, τον διαπερνά το ίδιο κάνει και ο Βούλγαρος και έτσι τους βρήκαμε λογχισμένους και όρθιους νεκρούς και κατά ένα παράδοξο τρόπο επάνω στα όπλα των, που ήσαν διασταυρωμένα με τας λόγχας εις τα στήθη των. Έτσι ηρωϊκότατα έπεσε ο Τσούνης, τον οποίον εθεωρούσαμεν ανεπίδεκτον. Είχε θυμόν ψυχής, αυτό που είπε ο Βούλγαρος Αρχιστράτηγος, μετά τον πόλεμο.» Όλα τα υπολογίσαμε εκτός όμως του θυμού της Ελληνικής ψυχής».
           «Κάποιες άλλες εποχές», του Γεωργίου Χριστοπούλου, Επιλοχίας Τάγματος Ευζώνων.
           11. Υψώματα βόρεια της Γκραδέσνιτσας, 7 Ιουλίου.
           «Ωραία ήτο η προέλασις της πυροβολαρχίας Ηλιάδου υπό το πυκνόν πυρ των Βουλγαρικών οβιδοβόλων των 12 προς κατάληψιν θέσεως. Η κίνησις ήτο επιτυχεστάτη. Αυτό νομίζω ότι οφείλεται ολίγον εις την Κυρίαν Λεοέν σύζυγον δημοσιογράφου Γάλλου και πολύ Φιλέλληνος, ήτις εκείνην την στιγμήν είχε έλθη πλησίον μας. Ο στρατηγός φαίνεται δια να δειχθή εις αυτήν διέταξε την κίνησιν ταύτην, διότι άλλως δεν εξηγείται πως αυτός τόσον επιφυλακτικός συνήθως δια το πυροβολικόν διέταξε τόσον επικίνδυνον κίνησιν, ενώ ανάγκη απόλυτος δεν ήτο».
            «Ημερολόγιο από γράμματα, Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913» του Κωνσταντίνου Τιμ. Βάσσου.
            12. Στενά Κρέσνας, 7 Ιουλίου 1913.
             «8 π.μ. εκκίνησις προς μάχην μόλις καταλείπομεν τον καταυλισμόν βαλλόμεθα υπό πυροβολικού. Οι οβίδες πίπτουν πολύ πλησίον μας ευτυχώς βοηθεία του Θεού αποφεύγομεν τον κίνδυνον. Εξακολουθούμεν προχωρούντες τροχάδην ολοταχώς κατά διμοιρίας, κατά τετράδας εις παράταξιν έως τας 11 π.μ., ότε κρυπτόμεθα όπισθεν χαράδρας έως τας 3 μ.μ. Ο εχθρός υποχωρεί κανονικώς. Από τας 3 μ.μ. πορεία ατελείωτος κοπιαστική διερχόμεθα ατελείωτας υψηλάς κορυφογραμμάς 3 μ.μ.-10 μ.μ. τέλος σταθμεύομεν, κοιμούμεθα το βράδυ εις υψηλήν κορυφήν 2000 μέτρα, κρύο».
   «Το ημερολόγιον ενός στρατιώτου» της Έλλης Π. Ανδρουλή.
           13. Στενά Κρέσνας, 9 Ιουλίου 1913.
            «Έγερσις το πρωΐ ξυλιασμένος από το κρύο της νυκτός, περιμένομεν τον ήλιον να ζεσταθούμε. Η φρίκη της χολέρας, αδιάκοπα μεταφέρουν τα φορεία, απελπισία. Ελπίζω εις τον Θεόν. Αναχωρούμεν 8 π.μ. έως τας 5 μ.μ. πορεία ανεβαίνομεν πάλιν υψηλάς κορυφάς ατελειώτους πολύ κοπιαστικόν. Τέλος 5 μ.μ. ανάπαυσις, κατασκήνωσις. Επίσκεψις Τουφεξή, Δεκάριστου. Εις την σκηνήν των Αξιωματικών προσφέρουν καφφέ, σοκολάταν, φαγητόν απόλαυσις, τι κούρασις όμως, Θεέ μου, τι κούρασις… τρέμω».
            «Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913», του Φιλίππου Στεφ. Δραγούμη.
            14. Πρεντέλ Χαν Βουλγαρίας, 17 Ιουλίου 1913.
            «Κατά την μάχην ταύτην οι άνδρες του λόχου μου επεδείξαντο μεγάλην αυτοθυσίαν, μεγάλην γενναιότητα, μεγάλην αυταπάρνησιν, θάρρος δε απαράμιλλον. Και ταύτα πάντα νήστεις, άυπνοι εν πορείαις και μάχαις αδιακόπως από της 15ης Ιουλίου υπερβάντες ούτω τα όρια της φυσικής αντοχής. Εδείχθησαν με μίαν λέξιν υπεράνθρωποι παλαίσαντες καθ΄ όλων των στοιχείων της φύσεως, εξευτελίσαντες τας απολύτους ανθρωπίνας ανάγκας, αναδειχθέντες ούτω αληθινοί ήρωες».
     «Ημερολόγιο πορειών και πολεμικών επιχειρήσεων 1912-1913» του Κωνσταντίνου Ζωρογιαννίδη, Λοχαγός Πεζικού στο μέτωπο.

*Βουλγαρικά λάφυρα, μεταφερμένα στην Αθήνα

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

            Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι συνιστούν μία από τις ενδοξότερες σελίδες  της Ελληνικής Ιστορίας. Η επίτευξη μεγάλου μέρους των Εθνικών διεκδικήσεων και ο διπλασιασμός του Ελληνικού κράτους σε έκταση και πληθυσμό συνέβαλαν στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας. Μετά από τις σκληρότατες και αιματηρότατες μάχες, κατά τη διάρκεια των οποίων φονεύθηκαν 10 Αξιωματικοί Διοικητές Συνταγμάτων και Ταγμάτων Πεζικού, καταλήφθηκαν στις 21 Ιουνίου 1913 ο Λαχανάς και το Κιλκίς και άρχισε η υποχώρηση του Βουλγαρικού Στρατού και η σταδιακή απελευθέρωση μέρους της Κεντρικής Μακεδονίας και ολόκληρης της Ανατολικής Μακεδονίας. Κατά τις μάχες του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου φονέυθηκαν 164 Αξιωματικοί και 5.687 Οπλίτες και τραυματίστηκαν 294 Αξιωματικοί και 23.553 Οπλίτες, απώλειες τριπλάσιες εκείνων του Α΄  Βαλκανικού Πολέμου.

     Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας



ΠΗΓΕΣ
1. Επίτομη Ιστορία των Βαλκανικών Πολέμων 1912-1913 της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού.
2. Μνήμες Πολέμου 1897-1974 οι αγώνες του Ελληνικού Έθνους μέσα από προσωπικές μαρτυρίες της Δ/νσης Ιστορίας Στρατού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου