Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

Η ΓΕΝΕΣΗ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΗΣ ΔΡΑΧΜΗΣ ΜΑΣ!

Ένα άλλο εντυπωσιακό κείμενο, που κυκλοφορεί ως αδέσποτο στο Ίντερνετ, έλαβα από μια αναγνώστρια του ιστολογίου μου από την Καβάλα. Θεωρώ, ότι αξίζει να του ρίξετε μια ματιά. Πρόκειται για μια αξιόλογη και λιτή αφήγηση για την ιστορία του κατ' εξοχήν ελληνικού νομίσματος, που συντρόφευσε τους Έλληνες και σε στιγμές φτώχειας (όταν υπήρε και αυτή) και σε στιγμές ευμάρειας (όταν μερικοί έκαιγαν χιλιάρικα στα μπυζούκια, βουτηγμένα στο ουίσκυ). Το κείμενο αυτό- αγνώστου πατρός- κάνει και μια ενδιαφέρουσα διαδρομή στη Νεώτερη Ελληνική Ιστορία. 


*Δραχμή και ευρώ. Ο πρόγονος και ο επίγονος



«...θέλει εισαχθή νέον νόμισμα, φέρον το όνομα δραχμή, και θέλει
λογίζεσθαι ως μονάς και βάσις του νέου νομισματικού συστήματος».
Από το ΦΕΚ

Η δραχμή ως νομισματική μονάδα του ελεύθερου ελληνικού κράτους καθιερώθηκε για πρώτη φορά κατά την περίοδο αντιβασιλείας του Όθωνα με το Βασιλικό Διάταγμα της 8ης Φεβρουαρίου 1833. Το νέο ελληνικό νομισματικό σύστημα ήταν στη σύλληψή του διμεταλλικό, αλλά στην πράξη δεν κυκλοφόρησαν παρά ελάχιστα χρυσά νομίσματα.



*Δραχμή της εποχής του Όθωνα 
Η δραχμή ήταν αργυρό νόμισμα που ζύγιζε 4,477 γραμμάρια με
περιεκτικότητα 900 και διαιρούνταν σε εκατό μόρια, τα ονομαζόμενα λεπτά. Από το ίδιο ΒΔ- που υπογράφεται από τον Οικονομικό Γραμματέα του κράτους Αλ. Μαυροκορδάτο- οριζόταν ότι θα εκδίδονταν επίσης νομίσματα των 5 δραχμών, της μισής δραχμής και του ενός τετάρτου της που θα είχαν την ίδια αναλογία μίγματος και εσωτερικής αναλογίας με το μονόδραχμο. Το Διάταγμα εισαγωγής της δραχμής όριζε και τις ισοτιμίες της με 16 χρυσά και 29 αργυρά ξένα νομίσματα. Έχει επισημανθεί όμως ότι το γεγονός πως η δραχμή δεν διαιρούσε ακριβώς κανένα νόμισμα, με εξαίρεση το ισπανικό δίστηλο και τα αμερικανικά τάληρα, ήταν κάτι που δεν ευνοούσε τις συναλλαγές ενός κράτους με σημαντικό διαμετακομιστικό εμπόριο, που απαιτούσε τη χρήση ξένων
νομισμάτων.
Δοκίμια του βαυαρικού οίκου T. Ertel δεν έγιναν δεκτά για τον σχεδιασμό της δραχμής και η εργασία ανατέθηκε στο Νομισματοκοπείο Μονάχου με χαράκτες τους C. Voigt και Κ. Lange- αργότερα διευθυντή του Ελληνικού Βασιλικού Νομισματοκοπείου- όπου, κατά τα έτη 1832 έως 1834 κόπηκαν χρυσά 20δραχμα, αργυρά των 5, 1, ½ και ¼ δραχμών, καθώς και χάλκινα νομίσματα των 10, 5, 2, και 1 λεπτών. Τα χρυσά και αργυρά νομίσματα φέρουν την κεφαλή του νεαρού Όθωνα και στην άλλη τους όψη τον βασιλικό θυρεό, ενώ τα χάλκινα φέρουν τον θυρεό και στην άλλη όψη μέσα σε στεφάνι, αναγράφεται μόνο η αξία τους και χρονολογία. Η παραγγελία αυτή συμπληρώθηκε και με κοπές στο Νομισματοκοπείο του
Παρισιού. Η δραχμή άρχισε να επιβάλλεται στις εγχώριες συναλλαγές καθώς απαγορεύτηκε ρητά η αποδοχή τουρκικών νομισμάτων από τα δημόσια ταμεία. Το νομισματικό σύστημα άρχισε να σταθεροποιείται και το 1841, μετά από πολυετείς προσπάθειες, ιδρύθηκε η Εθνική Τράπεζα με κεφάλαιο 5.000.000 δραχμών και παραχώρηση προνομίου για την έκδοση τραπεζικών γραμματίων στον κομιστή. Εκτός από το Δημόσιο, που γράφτηκε για 1.000 μετοχές των 1.000 δραχμών, από τους πρώτους μετόχους εμφανίζονται ο Ελβετός φιλέλληνας ιππότης Εϋνάρδος και ο Γ. Σταύρου που είχαν και την πρωτοβουλία να επιχειρήσουν ένα παρόμοιο εγχείρημα, και ο Κ. Βράνης, ο βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος, οι αδελφοί Ρότσιλντ και ο Ν. Ζωσιμάς. Πρώτος Διευθυντής διορίστηκε ο Γ. Σταύρου και η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος άρχισε τις εργασίες της τον Ιανουάριο του 1842 προικοδοτημένη με κεφάλαιο 3.402.000 δραχμών. Εννέα μήνες μετά την ίδρυσή της, κυκλοφόρησαν τραπεζογραμμάτια των 25, 50, 100 και 500 δραχμών τα οποία το κοινό δέχθηκε με εμπιστοσύνη θέτοντας ευνοϊκές βάσεις για τη νομισματική κυκλοφορία. Η οικονομική κρίση στην Ευρώπη το 1848 δεν άφησε όμως ανεπηρέαστη την νεότευκτη ελληνική οικονομία. Από τα πρώτα αποτελέσματα της αποσταθεροποίησης ήταν να σπεύδουν οι κάτοχοι τραπεζογραμματίων της Τράπεζας να τα εξαργυρώνουν
σε μεταλλικό νόμισμα, ακόμη και σε τουρκικά γρόσια, γεγονός που έφερε την Τράπεζα σε δύσκολη θέση. Την ίδια χρονιά η Τράπεζα ήταν σε θέση να ανακοινώσει την έκδοση από μέρους της τραπεζογραμματίων μικρότερης αξίας, των 10 δραχμών. Η Εθνική εξασφάλισε το 1861 ανανέωση του προνομίου έκδοσης τραπεζικών γραμματίων για 25 χρόνια καθώς και την έγκριση να εκδώσει δεκάδραχμα τραπεζικά γραμμάτια μέχρι του ποσού των δύο εκατομμυρίων δραχμών. Παράλληλα, οι Βαυαροί οργάνωσαν το «Βασιλικόν Νομισματοκοπείον και Σφραγιστήριον Αθηνών» και το προίκισαν με τα αναγκαία μηχανήματα και προσωπικό. Βρισκόταν στη σημερινή πλατεία Κλαυθμώνος και λειτούργησε από το 1836 ως το 1958 με πρώτο διευθυντή τον βαυαρό C. Reichenbach και πρώτο χαράκτη τον K. Lange. Από το 1851, τα αργυρά νομίσματα κόβονταν στη Βιέννη, με τη μορφή του
Όθωνα σε ώριμη ηλικία. Δείγμα της κακής οικονομικής κατάστασης του νέου κράτους ήταν το διάταγμα της 7ης
Απριλίου 1843 με το οποίο επιτρεπόταν στο Βασιλικό Νομισματοκοπείο η κοπή αργυρών νομισμάτων για
λογαριασμό ιδιωτών, που θα προσκόμιζαν άργυρο ή αργυρά νομίσματα και μετά την αφαίρεση των δικαιωμάτων για τη νομισματοποίηση παραλάμβαναν αργυρά νομίσματα. Στα 1856, τα Δημόσια Ταμεία δέχονταν ακόμη τουρκικά νομίσματα.
Η πορεία μέσα στο χρόνο
Η δραχμή επηρεάστηκε από τη διεθνή οικονομική συγκυρία και από τις ιστορικές τύχες του ελληνικού κράτους, οι οποίες αποτυπώθηκαν στην αξία της όσο και στην αισθητική της.
Η ιδέα της νομισματικής ένωσης κρατών δεν είναι όσο καινούργια είναι η Ο.Ν.Ε. Το 1865 είχε συγκροτηθεί από τη Γαλλία, την Ελβετία, το Βέλγιο και την Ιταλία η Λατινική Νομισματική Ενωση. Οι χώρες αυτές έκριναν ότι αν ακολουθούσαν τους ίδιους κανόνες σχετικά με την ποσότητα ασημιού ή χρυσού στα νομίσματά τους, η κυκλοφορία των μεν στην επικράτεια των άλλων θα γινόταν χωρίς πρόβλημα, γεγονός που είχε μεγάλη σημασία καθώς οι εμπορικές τους σχέσεις ήταν ιδιαίτερα
αναπτυγμένες. Δύο χρόνια αργότερα εντάσσεται σ’ αυτή την Ένωση και η Ελλάδα. Η Ένωση καθιέρωσε το διμεταλλικό σύστημα το οποίο προέβλεπε ταυτόχρονη κυκλοφορία χρυσών και αργυρών νομισμάτων, που θα αποτελούσαν απεριόριστα μέσα
πληρωμής. Η μεταξύ τους σταθερή ανταλλακτική σχέση ήταν από τον νόμο καθορισμένη.
*Δίδραχμο του 1885
Η Κρητική Επανάσταση που ξέσπασε το 1866 δημιούργησε αυξημένες ανάγκες για την Ελλάδα και οι πρόσθετες
δαπάνες που απαιτούσε η πολεμική προπαρασκευή, ανέστειλαν την εφαρμογή του νέου νομισματικού συστήματος και επέβαλαν καθεστώς αναγκαστικής κυκλοφορίας για διάστημα 14 μηνών.
Η Ελλάδα, λόγω των αναστατώσεων αυτών, δεν κατάφερε να εφαρμόσει τον διμεταλλισμό και να καθορίσει νέες ισοτιμίες για τα διάφορα ξένα νομίσματα το 1873 ενώ από το 1876 απαγορεύτηκε η κυκλοφορία άλλων νομισμάτων πλην αυτών της Νομισματικής Ένωσης. Μετά την έλευση του νέου βασιλιά
Γεωργίου Α΄ εισάγεται νέο νομισματικό σύστημα η μονάδα του οποίου καθορίζεται θεωρητικά σε 5 γραμμάρια αργύρου 900 βαθμών. Την εποχή αυτή κόπηκαν σε γαλλικά νομισματοκοπεία χρυσά νομίσματα των 5, 10, 20, 50, και 100 δραχμών, αργυρά των 5 και 1 δραχμών και 50, 20 λεπτών καθώς και χάλκινα των 10 (διώβολα), 5 (οβολοί), 2 και 1 λεπτών. Παράλληλα, γίνονταν δεκτά τα νομίσματα των άλλων χωρών της Λατινικής Νομισματικής
Ένωσης. Η ισοτιμία της με άλλα της εποχής είχε ως εξής: η αγγλική ασημένια κορόνα ισοδυναμούσε με 5 δραχμές, το ρωσικό ασημένιο ρούβλι με περίπου 4 δραχμές ενώ το ολλανδικό χρυσό φλωρίνι με περίπου 13 δραχμές. Η Λατινική Νομισματική Ένωση έπαψε να υφίσταται ουσιαστικά από την περίοδο του Α΄
Παγκοσμίου πολέμου με την καθιέρωση της αναγκαστικής κυκλοφορίας των τραπεζογραμματίων ενώ το διμεταλλικό σύστημα εγκαταλείφθηκε οριστικά από τις χώρες που ανήκαν στην Ενωση το 1928.
*Νομίσματα εποχής Γεωργίου Α΄
Το 1879 αρχίζει μια νέα περίοδος για τα οικονομικά της Ελλάδας: είναι η εποχή των δανείων του εξωτερικού, που τυπικά τελειώνει το 1893. Εκείνη τη χρονιά, ο πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης αναγκάστηκε να κηρύξει το κράτος σε πτώχευση. Μετά από αυτή, αλλά  και την ταπεινωτική ήττα της Ελλάδας στον πόλεμο
του 1897 με την Τουρκία, επιβλήθηκε στη χώρα Διεθνής Νομισματικός Ελεγχος από επιτροπή που αντιπροσώπευε τα συμφέροντα των ξένων δανειστών της. Το 1882, Γάλλοι κεφαλαιούχοι σε συνδυασμό με δάνειο που προσφέρθηκε στο
ελληνικό δημόσιο, είχαν ιδρύσει την «Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας» στην οποία παραχωρήθηκε και το προνόμιο έκδοσης τραπεζογραμματίων για τη νεοπροσαρτημένη αυτή περιοχή του ελληνικού κράτους. Το τραπεζικό σύστημα της χώρας πλήγηκε όμως όπως ήταν αναμενόμενο από την κρίση που κορυφώθηκε με την πτώχευση. Θύμα της κρίσης υπήρξε και η Τράπεζα
Ηπειροθεσσαλίας, η οποία συγχωνεύθηκε το 1889 με την Εθνική Τράπεζα.
Κυκλοφόρησαν την εποχή αυτή χαλκονικέλινα κέρματα των 20, 10 και 5 λεπτών ως συνέχεια των κερματικών γραμματίων, που είχαν κάνει την εμφάνισή τους στα τέλη του αιώνα. Ήταν πια στις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του 20ού αι., όταν κόπηκαν και πάλι αργυρά νομίσματα, έργα του ζωγράφου και γλύπτη Γεωργίου
Ιακωβίδη, με παραστάσεις από την ελληνική μυθολογία. Ευνοϊκές συνθήκες επικράτησαν για την ελληνική οικονομία τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. καθώς η Ελλάδα ήταν το μόνο εμπόλεμο κράτος που δεν κατέφυγε στην κυκλοφορία ακάλυπτου χαρτονομίσματος για να αυξήσει τους πόρους του. Η επέκταση των ορίων του, η αύξηση του πληθυσμού και η εμφάνιση της δραχμής εκτός των εθνικών συνόρων ήταν παράγοντες που έκαναν τη δραχμή να απολαμβάνει την ίδια υπόληψη με την αγγλική λίρα και το δολάριο. Μέχρι το 1920, η ισοτιμία της με τη χρυσή λίρα της Αγγλίας παρέμενε σταθερή (25 δραχμές). Από τότε ώς τις μέρες της Μικρασιατικής Καταστροφής υποτιμούνταν συνεχώς έως τις 140 δραχμές, ώσπου ο υπουργός Οικονομικών
Πρωτοπαπαδάκης προχώρησε στη διχοτόμησή της το 1922. Το κράτος αναγκάστηκε να προσφύγει στην έκδοση
ακάλυπτου χαρτονομίσματος με τη διεύρυνση του εκδοτικού προνομίου της Εθνικής Τραπέζης τον επόμενο
χρόνο κατά 750 εκατομμύρια δραχμές.
Ακολουθεί νέα νομισματική κρίση που συνεχίζεται έως το 1926, οπότε η Ελλάδα τίθεται και πάλι υπό την κηδεμονία των πιστωτών της που συστήνουν τη δημιουργία ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας- η οποία δεν θα είχε ταυτόχρονα εκδοτικό προνόμιο και εμπορικές δραστηριότητες-, επιφορτισμένης με τη
διατήρηση της νομισματικής σταθερότητας. Έτσι, το 1928 ιδρύεται η Τράπεζα της Ελλάδος και παρά τη μεγάλη διεθνή ύφεση του 1929 και τις διεθνείς οικονομικές και νομισματικές διαταραχές της δεκαετίας του 1930, η Ελλάδα κατόρθωσε να
διατηρήσει σχετική νομισματική σταθερότητα έως την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, συνδεόμενη με το σύστημα του Χρυσού Νομισματικού Κανόνα. 
*Η δραχμή της Δημοκρατίας, 1926
Η Δημοκρατία είχε κόψει 1926  χαλκονικέλινα νομίσματα των 2 και 1 δραχμής καθώς και των 50 και 20 λεπτών με την απέριττη κεφαλή της Αθηνάς στη μία όψη τους. Τη λιτή αυτή εμφάνιση θα αντισταθμίσουν το 1930 ημιαργυρά κέρματα των 10 και 20 δραχμών σχεδιασμένα από τον ζωγράφο Μιχαήλ Αξελό με τις κεφαλές της Δήμητρας και του Ποσειδώνα αντίστοιχα ενώ το χαλκονικέλινο 5δραχμο κόσμησε ο αναγεννώμενος Φοίνικας παραπέμποντας πίσω στην αρχή της νομισματικής ιστορίας του ελληνικού κράτους. 
*Κατοχικό χαρτονόμισμα

Είναι γνωστό ότι η περίοδος της γερμανικής Κατοχής, εκτός των άλλων, καθήμαξε οικονομικά την Ελλάδα, μέσω και της εφαρμογής του ελληνογερμανικού κυρίως συστήματος κλήριγκ, που αφορούσε στην ανταλλαγή γεωργικών προϊόντων της Ελλάδας με είδη για την κάλυψη αναγκών των στρατευμάτων Κατοχής . Οι Γερμανοί τοποθέτησαν εξάλλου επικεφαλής της Τραπέζης της Ελλάδος δύο επιτρόπους, έναν Γερμανό και έναν Ιταλό,
γεγονός που σήμαινε ουσιαστική κατάργηση των ελληνικών νομισματικών αρχών και απόλυτο έλεγχο της κυκλοφορίας χαρτονομίσματος. Οι αρχές κατοχής έθεσαν σε κυκλοφορία τη μεσογειακή δραχμή οι Ιταλοί, το μάρκο κατοχής οι Γερμανοί και το λέβα οι Βούλγαροι. Φυσικό επακόλουθο ήταν η πλήρης κατάρρευση του νομισματικού συστήματος. Η αξία της δραχμής εκμηδενίσθηκε καθώς η νομισματική χρηματοδότηση
χρησιμοποιήθηκε αλόγιστα για τις δαπάνες των στρατευμάτων Κατοχής. Καθώς η δραχμή είχε επανέλθει στον μονομεταλλισμό (1928) και στη σύνδεσή της με τον χρυσό, η διαρπαγή των αποθεμάτων χρυσού της χώρας κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής οδήγησε την οικονομία σε κατάρρευση. Την περίοδο αυτή κυκλοφόρησαν πληθωριστικά δραχμικά χαρτονομίσματα και, στα τέλη της, η χρυσή λίρα- που είχε αναχθεί σε μέσο μέτρησης
αξιών και σώρευσης πλούτου αυτή την περίοδο- αντιστοιχούσε με 71 εκατομμύρια δραχμές! Ο πρωτοφανής πληθωρισμός αποστράγγισε την αγοραστική δύναμη των Ελλήνων και κυρίως των μισθωτών και οδήγησε στην εμφάνιση του αντιπραγματισμού, για όσους βέβαια είχαν κάποια αντικείμενα να ανταλλάξουν αλλά και της χρυσοφιλίας, που κληροδοτήθηκε και στην μεταπολεμική περίοδο.
Η συνολική ζημία της περιόδου της Κατοχής για την ελληνική οικονομία έχει υπολογισθεί σε 549 εκατομμύρια
δολάρια, έως τις αρχές Οκτωβρίου του 1944. Η προσπάθεια οικονομικής ανασυγκρότησης μετά την απελευθέρωση καθυστέρησε λόγω του εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε. Ο μεγάλος όγκος του κατοχικού χαρτονομίσματος αχρηστεύτηκε μεταπολεμικά με την έκδοση νέων τραπεζογραμματίων. Αλλεπάλληλες προσπάθειες για οικονομική σταθερότητα πραγματοποιήθηκαν μετά τη σύσταση και λειτουργία της
Νομισματικής Επιτροπής και με τις Ηνωμένες Πολιτείες να καταλαμβάνουν τη θέση επιρροής που έως πρόσφατα τότε, κατείχε η Βρετανία, μέσω της εφαρμογής και στην Ελλάδα, του σχεδίου αμερικανικής οικονομικής βοήθειας, γνωστού ως σχεδίου Μάρσαλ. 
*Η σωτήρια υποτίμηση της δραχμής από τον Σπύρο Μαρκεζίνη
Η νομισματική σταθερότητα ενισχύθηκε μετά την υποτίμηση της δραχμής κατά 50% έναντι του δολαρίου το 1953 από την κυβέρνηση Αλ. Παπάγου και με υπουργό Εθνικής Οικονομίας τον Σπ. Μαρκεζίνη,- κατόπιν σχετικής πρότασης που προέκυπτε από την έκθεση του Κυρ. Βαρβαρέσου- και τη σύνδεση της δραχμής με τον κανόνα χρυσού- συναλλάγματος, που είχε αποφασισθεί στη διεθνή διάσκεψη του Bretton Woods (1944). Με τη συμφωνία αυτή οι νομισματικές μονάδες των περισσότερων χωρών της Γης καθορίστηκαν με βάση μια σταθερή αναλογία προς το βάρος καθαρού χρυσού με διεθνή σύμβαση, η οποία υπογράφηκε υπό την αιγίδα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και έθετε τέρμα στη σχετική ασάφεια που επικρατούσε μέχρι τότε σχετικά με τη συμβατική αξία των νομισμάτων. Το μέτρο της υποτίμησης ήταν τολμηρό οικονομικό εγχείρημα αλλά αναγκαίο για την εξυγίανση και του πιστωτικού συστήματος της χώρας. Η νέα δραχμή που κάνει την εμφάνισή της το 1954 (με τρία μηδενικά λιγότερα από την προηγούμενη, με την κεφαλή του βασιλιά Παύλου και τον βασιλικό θυρεό στην άλλη όψη της) θα σηματοδοτήσει μια εικοσαετή περίοδο νομισματικής σταθερότητας και χαμηλού πληθωρισμού με διατήρηση όμως της τάσης αποθησαύρισης χρυσού ως επενδυτικού και αποταμιευτικού μέσου. 

*Αναμνηστικό κέρμα για την εκατονταετία της δυναστείας
Με την άνοδο στον θρόνο του βασιλιά Κωνσταντίνου το 1964, συνεχίζεται η κοπή νομισμάτων ίδιου τύπου, που φέρουν όμως τη δική του μορφή. Το 1971, ο βασιλικός θυρεός αντικαταστάθηκε από το έμβλημα του καθεστώτος της 21ης Απριλίου.
Η σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία της δραχμής προς το δολάριο κατά την περίοδο 1953-1972 είχε αρχίσει να δέχεται την επίδραση των διεθνών νομισματικών ανακατατάξεων, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Η σύνδεσή της με αυτό είχε νόημα για όσο διάστημα το δολάριο ήταν σταθερό νόμισμα, συνδεδεμένο με τον χρυσό και ίσχυαν σταθερές ισοτιμίες μεταξύ των νομισμάτων διαφόρων χωρών. Οταν αυτές οι προϋποθέσεις άρθηκαν, αποφασίστηκε και η αποδέσμευση της δραχμής από το αμερικανικό νόμισμα, το 1975. Από τότε, οι τιμές συναλλάγματος καθορίζονται με βάση τον μέσο όρο των τιμών μιας δέσμης νομισμάτων στο οποίο συγκαταλέγεται και το δολάριο. Το 1972 λειτουργεί και πάλι το Νομισματοκοπείο Αθηνών ενώ με την αλλαγή του πολιτεύματος κυκλοφορεί νέα σειρά νομισμάτων με αρχαίες παραστάσεις, έργα του γλύπτη Περαντινού.
Το 1981 η Ελλάδα εντάσσεται στην Ε.Ο.Κ. και το 1983 υιοθετήθηκε η νομισματική πολιτική της διολίσθησης (βαθμιαίας και ελεγχόμενης υποτίμησης), κατά 15% εκείνη τη χρονιά και κατά 15,5% το 1985. Νέα υποτίμηση θα δεχθεί η δραχμή το 1998 αλλά με παράλληλη ένταξή της στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (όπως ονομάζεται από το 1993 και εξής η Ε.Ο.Κ.). Στα τέλη όμως του ίδιου χρόνου, το ελληνικό νόμισμα θα γνωρίσει την πρώτη ανατίμηση στην ιστορία του, ως αποτέλεσμα της θετικής πορείας της οικονομίας της χώρας και ενόψει της τελευταίας φάσης της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, στην οποία η δραχμή θα μετέχει από τον Ιούνιο του 2000 με την ένταξη της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ. 

Νόμισμα των 100 δραχμών, από τα τελευταία που κυκλοφόρησαν, πριν από το ευρώ


Από τον Ιανουάριο του 2001, η δραχμή εμφανίζεται δίπλα- δίπλα με το ευρώ στην αναγραφή των τιμών και αξιών στην ελληνική
αγορά ενώ τον επόμενο Ιανουάριο (2002) αρχίζει η τελευταία βραχύχρονη πράξη της κυκλοφορίας της, παράλληλα με το ευρωπαϊκό νόμισμα.
Παροιμειώδεις φράσεις σχετικά με τη δραχμή
"Δεν δίνει έναν παρά": Λέγεται για όποιον αδιαφορεί για όλα. Φαίνεται ότι προέρχεται από επιστολή του λόρδου Βύρωνα στην οποία ανέφερε: «Πρόσφερα μίαν χιλιάδα τάλληρα κατά μήνα δια το Μεσολόγγι και τους Σουλιώτας του φονευθέντος προ ολίγου καιρού Μπότσαρη, αλλά η κυβέρνησις μου απήντησεν ότι θα επροτιμούσε να συνεννοηθή προηγουμένως μαζί μου, πράγμα το οποίον σημαίνει ότι επιθυμεί να διαθέσω τα χρήματά μου κατ'  άλλον τρόπον, Θα επιφυλαχθώ όσον αφορά τα δημόσια πράγματα, χωρίς να δώσω ούτε έναν παράν».
"Δ ει δη χρημάτων" (του Δ ημοσθένη προς τους Αθηναίους
(Ολυνθιακός Α΄, 20) όταν τους συμβούλευε να ετοιμαστούν για
πόλεμο και όχι να σπαταλούν τα δημόσια χρήματα σε άσκοπες σπατάλες. «Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος» (Γοργίας) «Τα μυαλά σου και μια λίρα και του μπογιατζή ο κόπανος» «Το χρήμα δεν μυρίζει» «Ψωροκώσταινα»: ζητιάνα την εποχή του Καποδίστρια στο Ναύπλιο, στο πρόσωπο της οποίας προσωποποιήθηκε η ίδια η Ελλάδα και η δεινή οικονομική της κατάσταση.
Από λεξικό της αργκό
" Δραχμοφονιάς", "Τέρμα τα δίφραγκα", "Δεν δίνω δεκάρα τσακιστή".
Στις άλλες γλώσσες






Ντραμ στην Αρμενία.
Ντιρχάμ στο Μαρόκο και τα Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα.
*Το ευρώ
Εθνικές παραστάσεις στο ευρώ

Μια αναδρομή στην ιστορία της κάνει και η Ελλάδα με επιλεγμένα εθνικά σύμβολα στην μία από τις όψεις των 
κερμάτων του ευρώ. Έτσι η εθνική ιδιαιτερότητα του νομίσματος δεν αίρεται τελείως. Μια αθηναϊκή τριήρης στο 
κέρμα του ενός λεπτού, δρόμωνας ή κορβέτα που χρησιμοποιήθηκε στην Ελληνική Επανάσταση στο κέρμα των 
δύο λεπτών, ένα δεξαμενόπλοιο της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας στο κέρμα των πέντε λεπτών, ο Ρήγας

Βελεστινλής στο κέρμα των δέκα λεπτών, ο Ιω. Καποδίστριας στο κέρμα των είκοσι λεπτών, ο Ελευθέριος 
Βενιζέλος στο κέρμα των πενήντα λεπτών, αθηναϊκό τετράδραχμο με παράσταση γλαύκας στο κέρμα του ενός 
ευρώ και η Ευρώπη απαχθείσα από τον Δία με μορφή ταύρου στο κέρμα των δύο ευρώ.



Υ.Γ. 
Η λέξη δραχμή παράγεται από το ρήμα δράττομαι. Στους αρχαίους ελληνικούς χρόνους ήταν μονάδα βάρους που αντιστοιχούσε σε μια χούφτα (όσα μπορούσε να αδράξει ένα χέρι) χάλκινων ή μεταλλικών οβολών. Στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. ο Φείδων έκοψε στην Αίγινα νόμισμα ίσο προς έξι οβολούς (με όσους δηλαδή γέμιζε ένα χέρι) που ονομάστηκε δραχμή. Από τότε καθιερώθηκε η δραχμή, ως όνομα και ως νόμισμα.







2 σχόλια:

  1. Giorgos Moraitinis
    Ενα ενδιαφέρον αλμπουμ γιά τη δραχμή, έχει εκδώσει ο Αδωνις Κυρου. Πάντως τό άρθρο που αναρτας είναι εμπεριστατωμένο με άγνωστα ιστορικά στοιχεία. Συγχαρητήρια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ekaterina Papanicolaou
    Εξαιρετική αναφορά Παντελή! Συγχαρητήρια! !

    ΑπάντησηΔιαγραφή