Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2011

ΟΙ ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΝΣΛΑΒΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ- ΑΡΘΡΟ 3ο

*Η Θράκη



Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης



          Η προπαγάνδα των Βουλγάρων, ήταν ένα στοιχείο έντονο, που προηγήθηκε των γεγονότων του Σχίσματος και της δημιουργίας Βουλγαρικής Εξαρχίας. Αυτοί όμως που σχεδίασαν τις εξελίξεις, βάσισαν την επιτυχία τους, στην προπαγάνδα. Και μάλιστα σε βάθος χρόνου, γιατί η προπαγάνδα ήταν στα χέρια τους ένα δυνατό εργαλείο που λειτούργησε για πολλά χρόνια μετά το Σχίσμα και η μεγάλη έξαρσή της σημειώθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα.
Τον περασμένο αιώνα, ήταν σε έξαρση η προσπάθεια της Βουλγαρίας να ελέγξει τα ελληνικά χωριά, με παπάδες και δασκάλους, ώστε να προσαρτηθούν στη Σχισματική Βουλγαρική Εξαρχία. Και η Οθωμανική εξουσία έκανε τα «στραβά μάτια» στις διενέξεις μεταξύ των υπόδουλων λαών της, όταν δεν τις υποδαύλιζε.



*Η Φιλιππούπολη
Πολύ εύστοχα ο υποπρόξενος στη Φιλιππούπολη Γ. Δ. Κανακάρης έγραφε το 1861[1]:
        «Η Οθωμανική εξουσία έχει βεβαίως το συμφέρον να υπάρχει διαίρεσις μεταξύ των Χριστιανικών φυλών. Φοβουμένη την υπεροχήν του Ελληνισμού ενισχύει τον Βουλγαρισμόν είς τον οποίον κατά την εαυτής κρίσιν δεν υπάρχουσιν επίφοβα στοιχεία». Και αποκάλυπτε, ότι υπέρ των Βουλγάρων δούλευε και ο μετατεθείς εκεί από την Αδριανούπολη Άγγλος υποπρόξενος K. Blunt, πολυπράγμων και ανθέλληνας διπλωμάτης.
        Σε εμπιστευτική αναφορά[2] της 29ης Δεκεμβρίου 1861, αποκαλύπτεται ο φιλοβουλγαρισμός του Blunt, η σύζυγος του οποίου, μάλιστα είχε αναλάβει την εφορία ενός Βουλγαρικού σχολείου θηλέων της Φιλιππούπολης. Ο Γάλλος υποπρόξενος Champoiseau, που ο Κανακάρης τον θεωρούσε φιλέλληνα, είχε διακόψει τις σχέσεις του με τον βουλγαρόφιλο Βρετανό. Ο Blunt την επόμενη χρονιά, μετατέθηκε και πάλι στην Αδριανούπολη, επειδή η Αγγλία, που δεν είχε υπηκόους στη Φιλιππούπολη, αποφάσισε να κλείσει το υποπροξενείο της. Πήρε μάλιστα και αύξηση στο μισθό του, από 350 σε 500 λίρες Αγγλίας.
        Ο Έλληνας υποπρόξενος Γ. Δ. Κανακάρης όμως έδειχνε ανακουφισμένος, όπως φαίνεται από την αναφορά του στις 5 Ιανουαρίου 1862[3] προς την Πρεσβεία μας στην Κωνσταντινούπολη, όταν έγραφε:
        «Εκ της μεταθέσεως ταύτης η Ελληνική κοινότης μυρίας έχει αφορμάς ευχαριστιών, η Βουλγαρική τουναντίον συνησθάνθη την αιφνιδίαν ταύτην του κ. Blunt μετάθεσιν, διότι η εντεύθεν αποδημία του θέλει ματαιώσει πολλάς μελετωμένας ραδιουργίας και τεκταινόμενα υπέρ του Βουλγαρισμού σχέδια».
*Η Αδριανούπολη
        Στην Αδριανούπολη ο Blunt διακρίθηκε για τον φιλοτοτουρκισμό του. Κατά τον πρόξενο Ι. Μεταξά το 1870[4] ο Blunt "τα πάντα διαπράττει κατά του Ελληνισμού".
Οι Βούλγαροι στην προπαγάνδα τους, με τη στήριξη πάντα των Ρώσων, που οραματίζονταν Σλαβική αυτοκρατορία με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, χρησιμοποίησαν κάθε δυνατότητα. Τον εντυπωσιασμό, το χρηματισμό, τη δύναμη, την πειθώ και τη βία.
Από νωρίς, θέλησαν να επιβληθούν με τον εντυπωσιασμό. Είναι χαρακτηριστική μια έκθεση του Α. Δόσκου από την Αδριανούπολη με ημερομηνία 14 Δεκεμβρίου 1859[5]. Γνωστοποιούσε στην Αθήνα ότι ο   μητροπολίτης Σαμακοβίου διερχόμενος από την Αδριανούπολη τον πληροφόρησε, ότι «προ τριών μηνών αφίχθησαν δύο άγνωστοι ευρωπαϊκά ενδεδυμένοι φέροντες και επενδύτας με χρυσά κομβία». Αυτοί, ισχυριζόμενοι ότι είναι Σαμακοβίτες προέτρεπαν τους Βουλγάρους να μην ανέχονται την Οθωμανική δουλεία, ότι η απελευθέρωση της Βουλγαρίας είναι εύκολη αφού υπάρχει γι’ αυτούς προστασία και τους υπεδείκνυαν να απαιτήσουν από το Μητροπολίτη να γίνονται σε ολόκληρη την επαρχία οι ιερουργίες στα Σλαβικά.
Το 1862[6] οι Οθωμανοί είχαν πληροφορίες, ότι περίπου 60 Βούλγαροι κατάσκοποι διέτρεχαν τη Βουλγαρία για να εξεγείρουν τους συμπατριώτες τους κατά των Οθωμανών. Αμέσως πήραν μέτρα και κατόρθωσαν να συλλάβουν τέσσερις, που ομολόγησαν την αποστολή τους και προφυλακίσθηκαν.
Μια άκρως ενδιαφέρουσα αναφορά, υπάρχει μεταξύ των εγγράφων της Βιβλιοθήκης της Βουλής, σε αχρονολόγητη έκθεση του Γ. Χατζόπουλου για το Καβατζήκι, τη σημερινή Λευκίμη Έβρου.
          «Ελληνικόν χωρίον σπουδαιότατον- γράφει η έκθεση Χατζόπουλου- δια την θέσιν αυτού, τον πληθυσμόν, τον καθαρόν και αμιγή Ελληνισμόν και δια τον ηρωϊσμόν και τα ελληνικότατα αισθήματα των κατοίκων του.
          Το χωρίον τούτο ορεινόν ον, είναι ακατάλληλον δια την γεωργίαν και την κτηνοτροφίαν, οι κάτοικοι φιλοπονώτατοι ενασχολούνται μεν εις την γεωργίαν και την κτηνοτροφίαν, ιδίως όμως ζώσιν δια του μικρεμπορίου, αλλά μετά πολλού κόπου και μάλλον πένονται. Εξασκεί πολλήν την επιρροήν εις τα παρακείμενα χωρία τα Βουλγαρικά και συγκρατεί αυτά εντός των ορίων του καθήκοντος προς την Μ. Εκκλησίαν...».
          Για τον κίνδυνο της Βουλγαρικής προπαγάνδας, υπάρχει μια προειδοποίηση του Ν. Γ. Χατζόπουλου σε έκθεσή του γραμμένη στις Φέρρες στις 25-7-1882, απευθυνόμενη προς την Εκπαιδευτική και Φιλανθρωπική Αδελφότητα της Κωνσταντινούπολης. Σ’ αυτήν γράφει μεταξύ άλλων:
          «Ευσεβάστως υποβάλλω Υμίν, ότι εκ των Βουλγαρικών χωρίων της επαρχίας Διδυμοτείχου και Μαρωνείας, ενεργείται όπως ληφθώσιν Βουλγαρόπαιδες οίτινες εκπαιδευόμενοι εις τα εν Φιλιππουπόλει Βουλγαρικά σχολεία, να διδάξωσιν ακολούθως εις τα διάφορα μέρη των επαρχιών των.
          Δια του τρόπου τούτου η πανσλαυϊστική προπαγάνδα θα έχει εγχώρια όργανα, άτινα δια των συμπατριωτών των θα υπηρετώσιν αποτελεσματικώς τους σκοπούς αυτής».
*Η Αίνος
        Σε άλλη έκθεσή του με ημερομηνία 3 Αυγούστου 1883, που είναι γραμμένη στην Αίνο, ο Νικ. Γ. Χατζόπουλος περιλαμβάνει και το ακόλουθο χαρακτηριστικό απόσπασμα:
          «Τα Βουλγαρικά χωρία θα ώσιν Βουλγαρικά και μάλλον επικίνδυνα εκπαιδευόμενα δαπάνη ημετέρα και δια της Ελληνικής Παιδείας ως η πείρα τούτο απέδειξε. Διότι οι φανατικώτεροι και αμειλικτότεροι πολέμιοι του Ελληνισμού υπήρξαν πάντοτε οι Ελληνιστί εκπαιδευθέντες Βούλγαροι. Προς τι τάχα να μην δίδωται η βοήθεια αύτη εις το ομογενές και πτωχόν Διδυμότειχον, όπερ συμφέρει και ως έδρα Μητροπολίτου και ως έδρα Μουτασερίφου;».
          Επιπλέον στο ίδιο έγγραφο, που έφτασε και πρωτοκολλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 20 Αυγούστου 1883 επισημαίνονται και τα εξής διαφωτιστικά:
*Οι Φέρρες
          «Εκ του τμήματος Φερρών απεστάλησαν εις την εν Φιλιππουπόλει Βουλγαρικήν Σχολήν πέντε Βουλγαρόπαιδες. Είς εκ των της κωμοπόλεως Φερρών Ιωάννης Καραμανώλη, εκ του χωρίου Μπαλήκιοϊ (περιοχή του σημερινού χωριού Μελία) καταγόμενος και εν Φέρραις αποκατασταθείς προ ετών. Είς έτερος εκ του Βουλγαρικού χωρίου Τουρμπαλήκιοϊ . Τρίτος Βουλγαρόπαις εκ του χωρίου Μπαλήκιοϊ και δύο εκ Δουάν Ασσάρ. Τους Βουλγαρόπαιδες τούτους εκπαιδεύουσα η Βουλγαρική προπαγάνδα προπαρασκευάζει εγχώρια όργανα, άτινα δια των συμπολιτών αυτών θα εξυπηρετήσωσιν αποτελεσματικώτερον τους σκοπούς της προπαγάνδας».
          Επιπρόσθετα, και εκτός των αρχείων της Βιβλιοθήκης της Βουλής μπορούμε να επικαλεσθούμε δυο στοιχεία, που δείχνουν σε πόσο επικίνδυνο περιβάλλον διαβίωνε ο Ελληνισμός, εξαιτίας των προσπαθειών της βουλγαρικής προπαγάνδας που προσπαθούσε με κάθε μέσο να εμφανίσει πότε πραγματικά και πότε απατηλά, ότι προσέρχονταν οι Έλληνες στη σχισματική τους εκκλησία.
*Το Διδυμότειχο
          Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Μικρά Ασία» του Ιανουαρίου 1875 «δεκατέσσαρα χωρία της επαρχίας Διδυμοτείχου αποσπασθέντα άδηλόν πως της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας ότε ο νυν άγιος Κρήτης διετέλει μητροπολίτης Διδυμοτείχου, δεν υπήκουον τον μητροπολίτη, ούτινος εμνημόνευον  μεν το όνομα, αλλ’ εις τον οποίον ουδ’ οβολόν εκ της επιχορηγήσεως αυτού απέτεινον, ηπείλουν δε ότι θα προσέλθωσι τη εξαρχία των σχισματικών. Ευτυχώς όμως άμα τω διορισμώ του νυν αγίου Διδυμοτείχου κ. Μελετίου, όστις εχρημάτισε και άλλοτε μητροπολίτης εκεί και όστις ευαρεστοτάτας παρά τοις εκεί χριστιανοίς κετέλειπεν αναμνήσεις, δεκατρία των χωρίων τούτων εδήλωσαν εγγράφως της Αυτού Παναγιότητι ότι ευχαριστήθησαν εκ της γενομένης εκλογής και διατρανούσι την προς αυτόν αφοσίωσιν αυτών». 
          Η επάνοδος στο μητροπολιτικό θρόνο του Διδυμοτείχου του μητροπολίτη Μελέτιου, που είχε μετατεθεί επί επτά χρόνια σε μητρόπολη της Κρήτης, ήταν ένα πολυσήμαντο γεγονός και χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από τους κατοίκους της πόλης όταν τελικά επέστρεψε εκεί στις 15 Ιουλίου 1875.
          Το γεγονός που ανακούφισε τους κατοίκους και θεωρήθηκε άκρως σημαντικό, είναι αυτό που επισημαίνει στις 27 Ιουλίου 1875 ο «Νεολόγος». Τα βουλγαρικά χωριά της επαρχίας, που είχαν αποσκιρτήσει επί των δύο προκατόχων μητροπολιτών, μόλις έφτασε ο Μελέτιος δήλωσαν δια των αντιπροσώπων τους, ότι του λοιπού θα ανήκουν στη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία υπό την ποιμαντορία του Μελέτιου.
          Το άλλο σημείο αφορά μια ανακοίνωση της Μητρόπολης Διδυμοτείχου (αναφέρεται από τον Νικόλαο Βαφείδη) που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Εκκλησιαστική Αλήθεια» του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις 23 Ιανουαρίου 1892. Η ανακοίνωση αυτή εκδόθηκε, όταν σε βουλγαρική εφημερίδα δημοσιεύθηκε η ψευδής και αναληθής πληροφορία, ότι η Μητρόπολη Διδυμοτείχου προσχώρησε στη  σχισματική Εκκλησία των Βουλγάρων. Στην ανακοίνωση αναφέρονταν ότι το Διδυμότειχο «ουδένα πραγματικόν Βούλγαρον κάτοικον έχει, ειμή μόνον αθιγγάνους εμπεριέχει. Κατοικείται υπό 8.236 κατοίκων, ων οι 3.185 Οθωμανοί, 4380 Ορθόδοξοι ρωμαίοι, 186 Αρμένιοι και 485 Εβραίοι».   
          Είναι χαρακτηριστικό εξάλλου το γεγονός και αναφέρεται από τις εφημερίδες της εποχής εκείνης, ότι οι Βούλγαροι, όταν κατέλαβαν οι Ρώσοι τη Θράκη, έκαναν κυρίαρχη λέξη στο καθημερινό λεξιλόγιό τους, τη βουλγαρική προσφώνηση «Μπρατούσκα» που σημαίνει «Αδελφέ». Με την προσφώνηση αυτή προς του Ρώσους, υπογράμμιζαν τους δεσμούς της κοινής σλαβικής καταγωγής τους και εδραίωναν σε επίπεδο εντυπώσεων τη θέση τους, μεταξύ των άλλων εθνοτήτων της Θράκης.
          Πολλά χρόνια όμως πριν είχε γίνει αισθητή η βουλγαρική προπαγάνδα, που ασκούσαν δάσκαλοι και ιερωμένοι κάθε λογής που είχαν αρχίσει να εξαπλώνονται σαν ιστός αράχνης σε Μακεδονία και Θράκη.
*Το Χάσκιοϊ
          Μια ανταπόκριση από το Χάσκιοϊ της Ανατολικής Θράκης δημοσιευμένη στο «Νεολόγο» της Κωνσταντινούπολης1[7], έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου, ότι μετά το θρησκευτικό Σχίσμα, θα δημιουργούσαν και πολιτικό ζήτημα, με στόχο την ίδια την Κωνσταντινούπολη, όπως υποδηλώνει η φράση περί Ανατολής.
          «Ομάς ανθρώπων- έγραφε- εν Βοημία ή αλλαχού μορφωθείσα και εμπνεομένη υπό των πλέον αλλοκότων περί θρησκευτικής και πολιτικής ζωής δοξασιών, διασπαρείσα κατά την Βουλγαρίαν, Θράκην και Μακεδονίαν υπό το σχήμα του διδασκάλου, του ιερέως και του μοναχού, από πολλού ανενδότως και συστηματικώς ειργάζετο, έχουσα υπό την όψιν, ουχί το συμφέρον του βουλγαρικού έθνους αλλά τα σχέδια των απορροφητικών πανσλαυιστών, να γενικεύσει και να διαδώσει τας εαυτής καταστρεπτικάς δια την αυθυπαρξίαν της Ανατολής ως είρηται δοξασίας. Τούτο δε αύτη κατορθώσασα, καθ’ όσον αφορά το εκκλησιαστικόν ζήτημα, ήδη αγωνίζεται να παρασύρει το βουλγαρικόν έθνος εις τας εαυτής πλεκτάνας, κινούσα πολιτικόν ζήτημα...».
          Αναζητώντας τις πτυχές της βουλγαρικής προπαγάνδας τα χρόνια εκείνα, αξίζει να αναφέρουμε μια ανταπόκριση του «Νεολόγου» από τη Φιλιππούπολη, τον Ιανουάριο του 1875. Δείχνει πολύ παραστατικά τα μέσα που μετέρχονταν οι Βούλγαροι για να υπερισχύσουν του ελληνικού στοιχείου. Μετέρχονταν ακόμα τους.... προικοθήρες γαμπρούς! Ειδικότερα η εφημερίδα αναφέρει ότι οι Βούλγαροι που μετανάστευαν από τα χωριά στη Φιλιππούπολη, ζητούσαν σε γάμο Ελληνίδες, αλλά με την προϋπόθεση ότι έπρεπε να είχαν σπίτι δικό τους, το οποίο να περάσει στην ιδιοκτησία του Βούλγαρου γαμπρού με «τακτική πώληση». Και προσθέτει η εφημερίδα: «Εννοείται δε οίκοθεν, ότι η νύμφη πρέπει να κάμη χάριν του αφιλοκερδούς συζύγου, την μικράν θυσίαν να αρνηθεί τα πάτρια».    
          Οι Θρακιώτες της εποχής που εξετάζουμε, είχαν να αντιμετωπίσουν εκτός από τη βουλγαρική προπαγάνδα, και την προπαγάνδα του Ουνιτισμού, που είχε ισχυρά ερείσματα στην περιοχή της Αδριανούπολης. Το πόσο σκληροί και φανατικοί ήταν οι καθολικοί και οι ουνίτες ιερωμένοι, φαίνεται μέσα από το ασυνήθιστο περιστατικό μιας κηδείας!
*Η Αδριανούπολη
          Όσο και αν δείχνει απίστευτο, όταν στις 28 Ιουνίου 1875 πέθανε στην Αδριανούπολη ο πρόσφατα αντικατασταθείς πρόξενος της Αυστροουγγαρίας ντε Καμερλόχερ, οι καθολικοί ιερείς αρνήθηκαν να τον κηδέψουν «επειδή ελέχθη, θνήσκων δεν εχρίσθη» όπως έγραψε τότε ο «Νεολόγος».
Ο «Φάρος της Ανατολής» κατήγγειλε, ότι ο ντε Καμερλόχερ επί 14 χρόνια έκανε πολλές εξυπηρετήσεις στον καθολικό κλήρο και ιδίως στα σχολεία των Ουνιτών.
Η οικογένεια του εκλιπόντος, όταν συνάντησε την άρνηση των καθολικών ιερέων να τελέσουν τη νεκρώσιμη ακολουθία έστειλε στον καθολικό αρχιεπίσκοπο που είχε έδρα στο Σταυροδρόμιο της Κωνσταντινουπόλεως, τηλεγράφημα διαμαρτυρίας. Και αυτός απάντησε κυνικά, ότι ως θεματοφύλακας των εκκλησιαστικών νόμων, δεν μπορεί να τους αθετήσει χωρίς να διαπράξει έγκλημα, το οποίο δεν θα ανακούφιζε την ψυχή του εκλιπόντος!
 Έτσι η οικογένεια του ντε Καμερλόχερ αναγκάσθηκε να προστρέξει στον Ορθόδοξο αρχιερέα της Αδριανούπολης Διονύσιο, ο οποίος συμπαραστατούμενος από 30 ιερείς τέλεσε την νεκρώσιμη ακολουθία . Τρεις χιλιάδες κόσμος παρακολούθησε την κηδεία, ενώ η οικογένεια δυσαρεστημένη από τη στάση των καθολικών κάλυψε, για να μην φαίνεται κατά την εκφορά, το παπικό παράσημο με το οποίο είχε τιμηθεί ο πρόξενος.
Ο ντε Καμερλόχερ ετάφη στον περίβολο της Ορθόδοξης Εκκλησίας του Καραγάτς. 
          Εκτός όμως από τον Ουνιτισμό από πολύ νωρίτερα είχε αρχίσει και ο προσηλυτισμός στον Προτεσταντισμό, κυρίως στην περιοχή της Αδριανουπόλεως, από τους Άγγλους.
          Ο υποπρόξενος της Ελλάδας Ιωσήφ Βαρότσης σε μια αναφορά του στις 18 Ιουνίου 1853[8] περιγράφει και τον νέο κίνδυνο που πλαγιοκοπούσε τον Ελληνισμό της περιοχής εκείνης.
«Ο κορυφαίος των φανατικών της πόλεως Βέιδων Ιβέσης, διαζεύξας μίαν Χριστιανήν υπηρέτριάν του από τον άνδρα της, ετούρκισεν αυτήν. Η ενδεκάτη πληγή του Φαραώ, ο Οθωμανικός προσηλυτισμός έφερεν και μίαν δωδεκάτην, τον Προτεσταντισμόν. Οι απόστολοι της Αγγλίας διατηρούν ενταύθα δύο κήρυκας του Προτεσταντισμού, Αρμενίους εν γένει. Οι Διάβολοι ούτοι αφού διέφθειραν πολλούς Αρμενίους επέσυρον εις τας παγίδας των και τρεις Γραικούς. Η Ορθόδοξος ενταύθα Αρχή αμηχανεί προς ποίον να καταφύγει δια να χαλινώσει το κακόν».   
          Η Βουλγαρική προπαγάνδα εκείνα τα χρόνια είχε κινηθεί δραστήρια προς κάθε κατεύθυνση ώστε να αποκτήσει ερείσματα. Ένας από τους φιλικά διακείμενους προς τους Βούλγαρους ήταν και ο Γάλλος υποπρόξενος της Φιλιππούπολης Κάρολος Σαμπουαζώ. Ο Έλληνας συνάδελφός Γ. Δ. Κανακάρης, όμως κατόρθωσε μετά από αλλεπάλληλες συνομιλίες μαζί του, να του αλλάξει πολλές από τις ανθελληνικές του απόψεις, όπως μαρτυρεί σε αναφορά του προς τον πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Π. Δεληγιάννη στις 26 Μαΐου 1865[9].
*Ο Σαμπουαζώ
          Μια από τις εμμονές των Γάλλων ήταν ότι μπορούσαν να προσηλυτίσουν τους Βούλγαρους στον Καθολικισμό. Γι’ αυτό και ενίσχυσαν σκανδαλωδώς την Δυτική και Ουνιτική προπαγάνδα. Για το ίδιο λόγο άλλωστε ίδρυσαν και γαλλικά σχολεία αρρένων και θηλέων στη Φιλιππούπολη με δασκάλους από το Τάγμα των Λαζαριστών και των Δομηνικανών και δασκάλες Αδελφές του Ελέους, που στέλνονταν συνέχεια από τη Γαλλία.


Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης


[1] ΙΑΥΕ 1861 φάκ. 37,13
[2] ΙΑΥΕ 1862, φάκ. 37,13
[3] ΙΑΥΕ 1862 φάκ. 37,13
[4] ΙΑΥΕ 1870 φάκ. 37,13
[5] ΙΑΥΕ  1860  φάκ. 76,1γ
[6] Αναφορά Κανακάρη από Φιλιππούπολη στις 6 Ιουλίου 1862 ΙΑΥΕ 1862 φάκ. 37,13
[7] 19 Ιουλίου 1873
[8] ΙΑΥΕ 1853 37,13
[9] ΙΑΥΕ 1865 φάκ. 76,1α







3 σχόλια:

  1. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Θεόφιλος Ήμαρτον Γουδουσάκης
    Αντί σχολίου ένα σχετικό απόσπασμα από το εγχειρίδιο με ιστορική καταγραφή της παράδοσης του γενέθλιου χωριού μου Μαυροκκλήσι. {.........Στις 13 Οκτωβρίου 1913 Βούλγαροι κομιτατζήδες κατέλαβαν την Μανδρίτσα ενώ ο βουλγαρικός στρατός κύκλωσε την περιοχή. Οι κάτοικοι αιφνιδιάστηκαν και δεν μπόρεσαν να χρησιμοποιήσουν τα όπλα τους. Οι κομιτατζήδες συγκέντρωσαν τους άνδρες στο σχολείο με πρόθεση να τους κάψουν ζωντανούς και άρχισαν να λεηλατούν τα σπίτια. Ευτυχώς όμως ένας εκ των οπλαρχηγών του χωριού ο Απόστολος Ερίνκογλου κατόρθωσε να συγκεντρώσει αρκετούς ενόπλους οι οποίοι άρχισαν να πυροβολούν μαζικά στην είσοδο του χωριού παραπλανώντας τους κομιτατζήδες οι οποίοι πίστεψαν ότι έρχεται τουρκικός στρατός και άρχισαν να αποχωρούν. Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΕΡΙΝΚΟΓΛΟΥ εκείνη τη μέρα πολεμώντας να καταδιώξει τους Κομιτατζήδες σκοτώθηκε από βουλγάρικη σφαίρα. Δόξα και τιμή στον ήρωα Έλληνα-Αρβανίτη της Μανδρίτσας που με το θάρρος του, την τόλμη και την εξυπνάδα του έσωσε το χωριό του. Δεν μπόρεσα να το επιβεβαιώσω αλλά ο ήρωας Ερίνκογλου πρέπει να ήταν παππούς του συγχωριανού μας και παιδικού μου φίλου, του δάσκαλου Απόστολου Ερίνκογλου. (Όποιος έχει περισσότερες πληροφορίες παρακαλώ να με διορθώσει) Την επόμενη μέρα(14 Οκτωβρίου 1913) διέσχισαν τον ποταμό Καναρά και πέρασαν σε ασφαλές τουρκικό έδαφος (χωριά του Διδυμοτείχου) όπου παρέμειναν ως πρόσφυγες για 6 μήνες. Στη συνέχεια μέσω Κωνσταντινούπολης και Ραιδεστού αναχώρησαν για την Ελλάδα και την Κυριακή των Βαΐων του 1914 αποβιβάστηκαν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης ενώ ένα μήνα μετά μια δεύτερη ομάδα αποβιβάστηκε στο λιμάνι της Καβάλας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Κιμων Βρεττος
    Εντυπωσιακή δουλειά......🤗🤗🤗🤗🤗

    ΑπάντησηΔιαγραφή