Τετάρτη 21 Φεβρουαρίου 2024

Η εθελοντική δράση του καπετάν Κρομμύδα στους Βαλκανικούς Πολέμους

*Ο Σπύρος Μήτσης ή καπετάν Κρομμύδας



 

Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης




               Στους νικηφόρους Βαλκανικούς Πολέμους, πρωταγωνιστικό ρόλο είχαν η γενναιότητα και η μαχητικότητα των στρατευμένων, η διοικητική ικανότητα των αξιωματικών όλων των βαθμών και ο ασίγαστος πατριωτισμός όλων και η πίστη στον αγώνα τους, που οδήγησαν την Ελλάδα, στο διπλασιασμό του εδάφους της και στο διπλασιασμό του πληθυσμού της. Μέσα σ’ αυτές τις αρετές, αναδείχθηκε και το πνεύμα του πατριωτικού εθελοντισμού, ο οποίος πρόσφερε στο αγωνιζόμενο έθνος σημαντικές δυνάμεις.

               Το φαινόμενο του πατριωτικού εθελοντισμού, συνήθως παραβλέπεται, αν και η προσφορά του υπήρξε μεγίστη για την κατάκτηση της τελικής νίκης. Εθελοντές τότε, από όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, όπου ανθούσε Ελληνισμός, όπως από την Αμερική, από τη σκλαβωμένη Κύπρο, από την Αίγυπτο κ.λπ. αλλά και από τα μέρη του αλύτρωτου Ελληνισμού, που προσδοκούσε εναγωνίως να απελευθερωθεί, έσπευσαν να παράσχουν κάθε είδους βοήθεια στην αγωνιζόμενη Ελλάδα. Μια πτυχή αυτού φαινομένου ήταν και τα εθελοντικά ανταρτικά σώματα, που σχηματίσθηκαν επιτόπου και στήριξαν τις ένοπλες δυνάμεις.

               Ειδικά στην Ήπειρο ήταν τόσο μεγάλη η βοήθεια των εθελοντών, που ο στρατός δημιούργησε το Μικτό Στράτευμα Ηπείρου (ΜΣΗ) στο οποίο υπήγαγε όλες τις εθελοντικές ομάδες ιδιωτών που προσήλθαν αυτοβούλως να πολεμήσουν, κατά την εφημερίδα «Εμπρός» (28 Νοεμβρίου 1912). Επικεφαλής τους είχε τοποθετηθεί ο απόγονος των Μποτσαραίων του Σουλίου μόνιμος αξιωματικός Δημήτριος Νώτη Μπότσαρης.

               Το ΜΣΗ κάτω από δυσμενέστατες καιρικές συνθήκες πήρε μέρος σε διάφορες μάχες και συνετέλεσε στην εκκαθάριση της Ηπείρου από σώματα Αλβανοτσάμηδων, που καταδυνάστευαν τον εγχώριο πληθυσμό. Ο Μπότσαρης είχε την ατυχία να τραυματισθεί σοβαρά στη φτέρνα, να κακοφορμίσει το τραύμα του από τις συνεχείας πορείες και να αναγκασθεί να μεταβεί στην Άρτα για να χειρουργηθεί. Στη θέση του τοποθετήθηκε ο αντισυνταγματάρχης Μηχανικού Χρήστος (ή Κίτσος) Μαλάμος και αυτός απόγονος Σουλιωτών.

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2024

1913: Όταν οι Βούλγαροι πήραν την Αδριανούπολη. Μαρτυρίες αυτοπτών

*Το Σερβικό Ιππικό εισέρχεται στον Αδριανούπολη, από τα δυτικά.

 


 

Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 

 

 

           Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913 υπήρξαν μέγιστο πολιτικοστρατιωτικό γεγονός, που οδήγησε σε μεγάλες γεωστρατηγικές ανακατατάξεις στη Χερσόνησο του Αίμου. Η σημασία έγκειται στο γεγονός ότι Χριστιανικά νεόκοπα κράτη συνασπίσθηκαν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και απέσπασαν εδάφη της. Η Θράκη και η Μακεδονία βρέθηκαν τότε στο επίκεντρο των πολεμικών γεγονότων.

               Μια από τις σημαντικότερες μάχες, έγινε για την κατάληψη της Αδριανούπολης μετά από πολιορκία πέντε μηνών και έθρεψε τα όνειρα των Βουλγάρων ότι μπορεί να μπούνε και στην Κωνσταντινούπολη!!!

Οι Βούλγαροι κήρυξαν τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις 4 Οκτωβρίου 1912. Σύμμαχοί τους ήταν οι Έλληνες, οι Σέρβοι και οι Μαυροβούνιοι. Η πρώτη εύκολη επιτυχία για τα βουλγαρικά στρατεύματα, ήταν η κατάληψη του Μουσταφά Πασά (σήμερα Σβίλεγκραντ), γιατί οι Τούρκοι το εγκατέλειψαν, μετά από μάχη, υποχωρώντας.

            Στην περιοχή των Σαράντα Εκκλησιών έγιναν πολύνεκρες μάχες. Επικεφαλής των Βουλγαρικών δυνάμεων ήταν ο στρατηγός Δημήτριεφ. Οι Σαράντα Εκκλησίες καταλήφθηκαν μετά από πείσμονες μάχες στις 11 Οκτωβρίου 1912, ενώ ο τουρκικός στρατός υποχωρούσε προς τη Βιζύη. Οι Βούλγαροι απωθώντας τους Τούρκους, προέλασαν κατά μήκος των δύο οχθών του Έβρου και μαχόμενοι ακόμα και σώμα με σώμα με τις εφ’ όπλου λόγχες τους έφτασαν  μπροστά στις πρώτες οχυρώσεις της Αδριανούπολης. Από τις πρώτες περιμετρικές οχυρές τοποθεσίες, που κατέλαβαν οι Βούλγαροι, ήταν το Τσιρμέν (σήμερα Ορμένιο) και έτσι προωθήθηκαν ως τις όχθες του ποταμού Άρδα. Μαζί τους πολεμούσαν και συμμαχικά Σερβικά στρατεύματα υπό τον στρατηγό Στεπάν Στεπάνοβιτς. Οι Βούλγαροι προωθούσαν τις θέσεις τους πιέζοντας προς την κατεύθυνση της Αδριανούπολης. Έτσι κατόρθωσαν να καταλάβουν και τα υψώματα των Μαρασίων. Σύντομα μπόρεσαν να καταλάβουν και το Καραγάτς. Απέβλεπαν να απομονώσουν την Αδριανούπολη.

Στα πρόθυρα της Αδριανούπολης γίνονταν σφοδρές μάχες από τα μέσα του Οκτωβρίου. Η συνολική εξωτερική οχύρωση της Αδριανούπολης είχε κυκλικό σχήμα.

Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2024

Τα Στενά των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου, στο μύθο, στην ιστορία και στη διεθνή διπλωματία

*Αριστερά τα Στενά των Δαρδανελίων και δεξιά ο Βόσπορος.


 


 

Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 

 

               Τα Στενά των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου, είναι ένα από τα στρατηγικότερα σημεία της Ανατολικής Μεσογείου και αποτελούν μείζονος σημασίας πλεονέκτημα για την χώρα που τα κατέχει και εν προκειμένω την Τουρκία, που της επιτρέπουν να κάνει τα γνωστά «Ανατολίτικα παζάρια» και να επιτυγχάνει, όταν διατυπώνει απαιτήσεις ή διενεργεί εκβιασμούς, σε διεθνές επίπεδο. Τα Στενά έχουν παίξει πρωτεύοντα στρατηγικό ρόλο στην ιστορία και για μακρό διάστημα. Η ιστορία αυτών των Στενών χάνεται στα βάθη της ιστορίας, εμπλέκεται σε πολέμους και πρωταγωνιστεί στα αέναα παιχνίδια της διπλωματίας.

               Οι απαρχές της ιστορίας των Στενών, βρίσκονται στην Αρχαία Ελληνική Μυθολογία με τους μύθους του Φρίξου και της Έλλης, του Τρωικού Πολέμου και της Αργοναυτικής Εκστρατείας του Ιάσονα. Μέσα από τα περιβλήματα των μύθων, βρίσκεται πάντα η ουσία, που στην περίπτωσή μας, είναι η αναζήτηση των πλούσιων αγαθών, τα οποία παράγουν οι χώρες του Ευξείνου Πόντου, που είναι γνωστός ως Μαύρη Θάλασσα. Αλλά πέραν της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας, τα Στενά δεν έπαψαν ποτέ να προκαλούν το ενδιαφέρον όλων και κατά τους ιστορικούς χρόνους. Το 608-606 π.Χ. οι Αθηναίοι πολέμησαν με τους Μυτιληναίους για τον έλεγχο των Στενών, προκειμένου να μεταφέρουν σιτηρά από τα λιμάνια του Πόντου. Οι ίδιοι κατά τη διάρκεια της γνωστής κραταιάς Αθηναϊκής Ηγεμονίας, είχαν επιβάλει τον λεγόμενο «Ελλησπόντιο φόρο» κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα.

Την άνοιξη του 341 π.Χ. ο Φίλιππος απειλούσε το Βυζάντιο και επειδή οι βόρειες ακτές του Ευξείνου  ήταν οι σιτοβολώνες της Ελλάδας, οι Αθηναίοι παρά το γεγονός ότι δεν συμπαθούσαν τους Βυζάντιους, επινοούσαν τρόπους για να εμποδίσουν το Φίλιππο θα δεσπόσει στον είσπλουν του Ευξείνου, δηλαδή στο Βόσπορο.

Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2024

Ξεχασμένες κρίσιμες στιγμές της Αθήνας- Λιθοβολούσαν τα σπίτια πολιτικών αρχηγών

*Ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κουμουνδούρος και οι υπουργοί του Χαρίλαος Τρικούπης και Θεόδωρος Δηλιγιάννης, το 1878 
                                         


 Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 

               Δραματικά διλήμματα αντιμετώπισε η Ελλάδα κατά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1877-1878 και ειδικά όταν φάνηκε ότι οι Ρώσοι υπερίσχυαν σε όλα τα μέτωπα και οι Τούρκοι υποχωρούσαν. Στην Ελλάδα της Μελούνας, σχηματίσθηκαν δύο τάσεις. Η μία υπέρ της συμμετοχής μας στον πόλεμο στο πλευρό των Ρώσων και η άλλη υπέρ της αυτοσυγκράτησης γιατί θεωρούσαν ότι η χώρα δεν ήταν έτοιμη να πάρει μέρος σε ένα πόλεμο.

               Μεγαλύτερες ελπίδες όμως έτρεφαν οι Έλληνες των αλύτρωτων περιοχών, που έβλεπαν να ηττάται η Οθωμανική Αυτοκρατορία και οι ίδιοι πίστευαν ότι θα τους δοθεί η πολυπόθητη ελευθερία από ένα χριστιανικό έθνος, όπως οι Ρώσοι. Τελικά και αυτοί διαψεύσθηκαν οικτρά, ειδικά οι Έλληνες γιατί οι Ρώσοι προώθησαν τους Βουλγάρους, δημιούργησαν μια Μεγάλη Βουλγαρία από τον Εύξεινο Πόντο έως την Αδριατική. Το τερατούργημα των Ρώσων δεν κράτησε πολύ γιατί το Συνέδριο του Βερολίνου το καλοκαίρι του 1878 ανέτρεψε τις αποφάσεις των Ρώσων. Αυτά όμως είναι μια άλλη ιστορία.

               Σήμερα θα δούμε την άγρια κατάσταση που επικράτησε στην Αθήνα, όταν έφτασαν τα άσχημα μαντάτα, μετά την ανακωχή που δέχθηκαν οι Τούρκοι με τους όρους που επέβαλαν οι Ρώσοι και κυρίως μετά την κατάληψη και της Αδριανούπολης, που άνοιγε το δρόμο για να μπουν οι Ρώσοι ενδεχομένως και μέσα στην Κωνσταντινούπολη.

Στην Αθήνα, υπήρχε συναντίληψη όλων των κομμάτων, ότι η Ελλάδα είχε δική της εθνική αποστολή «ως πυρήν και πρόδρομος της εν τω πληρώματι του χρόνου συμπήξεως άπαντος του Ελληνισμού εν κράτει ελευθέρω» όπως είχε γράψει χαρακτηριστικά στην εφημερίδα «Ώρα» ο Χαρίλαος Τρικούπης από τις 2 Ιουλίου 1876.

               Υπήρχαν όμως οι εγγενείς δυσχέρειες που αντιμετώπιζε το μικρό Ελληνικό βασίλειο. Όπως είχε αποδείξει από το 1866 και η Επανάσταση της Κρήτης, οι οργανωτικές, οικονομικές και στρατιωτικές δυνατότητες της Ελλάδας, επέβαλαν μεγάλη αυτοσυγκράτηση, γιατί η χώρα δεν ήταν ετοιμοπόλεμη. Έτσι, πολλοί πολιτικοί της εποχής εκείνης θεωρούσαν ότι έπρεπε να αξιοποιηθούν υπέρ της Ελλάδας, πρωτίστως οι υπολογισμοί τους οποίους έκαναν οι Μεγάλες Δυνάμεις, οι οποίες έβλεπαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως τον «Μεγάλο Ασθενή», που ήθελαν να «διαμοιράσουν τα ιμάτιά του» χωρίς όμως καμιά Μεγάλη Δύναμη να επιχειρήσει να καταλάβει για λογαριασμό της τα Στενά των Δαρδανελίων και την ίδια Κωνσταντινούπολη. Άσχετα από τις σκέψεις που έκαναν οι ηγεσίες των ελληνικών κομμάτων, με αφορμή των Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1877, η κοινή γνώμη παρουσίαζε μια διαρκώς αυξανόμενη εθνικιστική διέγερση, για κήρυξη πολέμου κατά της Τουρκίας. Για το λόγο αυτό σημειώθηκαν πολλά και μεγάλα συλλαλητήρια με τη συμμετοχή του Πανεπιστημίου, της Εκκλησίας και την ανοχή των κυβερνήσεων και το 1877 και το 1878.