Παρασκευή 8 Ιουλίου 2022

Αδριανούπολη 1919: Ένα βαρυσήμαντο υπόμνημα στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων

*Εικόνα της Αδριανούπολης με την γέφυρα επί του Έβρου


 



Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης



               Ένα άγνωστο- και εξ όσων γνωρίζω και ανέκδοτο- υπόμνημα των Αδριανουπολιτών το 1919, δείχνει το ενδιαφέρον των πολιτών της, όχι μόνο για την απελευθέρωσή τους από τον Οθωμανικό ζυγό, αλλά και για τις εδαφικές διευθετήσεις που επρόκειτο να γίνουν μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ώστε η περιοχή, που είχε παρακμάσει λόγω των πολέμων, να αποκτήσει ενδοχώρα, ικανή να συντελέσει στην τροφοδοσία και στην ανάπτυξη της φημισμένης αυτής πόλης και των κατοίκων της.

               Το ιστορικό αυτό υπόμνημα, συνέταξαν στην Αθήνα εκπρόσωποι των Αδριανουπολιτών, που δεν γνωρίζουμε αν πήγαν εκτάκτως στην Αθήνα για την περίσταση ή αν ήταν εκτοπισμένοι από την περίοδο των διωγμών των Νεοτούρκων.  Οι εκπρόσωποι των Αδριανουπολιτών στην Αθήνα- που σήμερα δεν γνωρίζουμε τα ονόματά τους- συνέταξαν το υπόμνημα στα τέλη Φεβρουαρίου 1919 και το υπέβαλαν στην Κεντρική Επιτροπή των Αλυτρώτων (προεδρεύων ο Σ. Σαραντίδης), για να προωθηθεί στο πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο στο Παρίσι, όπου διεξάγονταν οι εργασίες της Συνδιάσκεψης για την Ειρήνη.

Η Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων, με τις νικήτριες δυνάμεις του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, να συνεδριάζουν για να αποφασίσουν για την νέα μεταπολεμική μορφή της Ευρώπης με τα σύνορα και τις νέες προοπτικές, και τους θεσμούς που θα διασφάλιζαν την μελλοντική ειρήνη, αναζωπύρωσε τις προσδοκίες των αλύτρωτων Ελλήνων για ελευθερία, που κινήθηκαν όπως μπορούσαν.

               Αντίγραφο του υπομνήματος των αντιπροσώπων των Αδριανουπολιτών, σώζεται στο πολύτιμο Ιστορικό Αρχείο του υπουργείου Εξωτερικών.

               Οι Αδριανουπολίτες αντιπρόσωποι αναφέρονται αρχικά στα δεινά της πατρίδας τους υπογραμμίζοντας χαρακτηριστικά: 

               «Εξοχώτατε, είναι τοσαύτα τα δεινά άτινα κατά τα τελευταία ιδίως έτη υπέστη η πόλις ημών παρά των εφαμίλλων εις βαρβαρότητα και ελληνοκτόνον πολιτικήν Τούρκων και Βουλγάρων, ώστε η τέως ευδαίμων και ευημερούσα πόλις του Αδριανού να παρουσιάζη ερειπιώδη εικόνα πολίχνης,  μόλις δυναμένη να υπενθυμίζη και αυτήν έτι την προ τινων ετών ζηλευτήν πρόοδον και ακμήν του Ελληνικού πρωτίστως στοιχείου».

               Οι Αδριανουπολίτες εκφράζουν την ελπίδα ότι η πόλη τους θα προσαρτηθεί στην Ελλάδα και προβαίνουν σε ορισμένες διαπιστώσεις, που σχετίζονται με τη βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής τους.

               Αρχικά υπενθυμίζουν, πως όταν κηρύχθηκε αυτόνομη υπό το όνομα Ανατολική Ρωμυλία, η Βόρεια Θράκη και χαράχθηκαν τα σύνορά της, επικράτησε «επιπολαιότης και αβελτηρία» με αποτέλεσμα να αποσπασθεί από την περιφέρειά της η ελληνικότατη περιοχή του Καβακλή και να καταδικασθεί η Αδριανούπολη να ασφυκτιά, επειδή είχε περικοπεί κάθε ελπίδα ανάπτυξης προς βορράν. Απώλεσε δηλαδή η Αδριανούπολη τους πνεύμονές της-έλεγαν- με την άδικη και καταθλιπτική επιβολή των συνόρων, όπως έγινε. 

               Και σαν να μην  έφθανε αυτό, προτείνονταν στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης ως φυσικό όριο από τα δυτικά ο ποταμός Άρδας. Αυτό- τόνιζαν ανησυχούντες οι Αδριανουπολίτες- απέκοπτε την τέως ανεπαρκή για την τροφοδοσία και ανάπτυξη της πόλης και της περιφέρειάς της, την λεγόμενη επαρχία του Μπες- Τεπέ (Πενταλόφου) Μπάρας (εγκατελελειμμένη σήμερα), Κουμαρλή (Κομάρων), Σαρή- Γιαρ (Θεραπειό), Μπεκτεσίδες (Μηλιά), Γιαλιά (εγκατελελειμμένη σήμερα), Μοναστήριον Λαμπούς.

               Αν συμβεί αυτό- συνέχιζαν οι Αδριανουπολίτες- θα καταφερθεί καίριο και θανάσιμο πλήγμα κατά της υπόστασης της Αδριανούπολης. Για το λόγο αυτό, οι κάτοικοι της Αδριανούπολης δια των αντιπροσώπων τους, ζητούσαν να μην αποσπασθεί κατά κανένα τρόπο η επαρχία Μπες- Τεπέ και να συμπεριληφθούν το βορειότερα κείμενα χωριά όπως το Καβακλή (5.000 κάτοικοι) Καρυές (3.000 κάτοικοι) Δογάνογλου, Σιναπλή, Μέγα Μοναστήρι και Μικρό Μοναστήρι με 5.000 κατοίκους κ.λπ. Και πρόσθεταν:

               «Ως αντάλλαγμα οιονεί της προεκτάσεως ταύτης και δια λόγους κυρίως εθνολογικούς δεν θα ήτο υποθέτομεν άδικος η άρσις πάσης βλέψεως επί της επαρχίας Μουσταφά Πασά (σήμερα Σβίλεγκραντ) μετά του Τσιρμέν (Ορμενίου) ως και της υποδιοικήσεως Τυρνόβου».

               Οι αντιπρόσωποι των Αδριανουπολιτών ζητούσαν να απασχολήσει τη Συνδιάσκεψη Ειρήνης και η λύση που θα δοθεί για τη Σωζόπολη, που ήταν αμιγώς ελληνική πόλη, μαζί με την παραλία και τα παραλιακά χωριά της στη δυτική ακτή του Εύξεινου Πόντου. (Βλέπε στο  https://sitalkisking.blogspot.com/2022/07/1919.html). Επίσης υπενθύμιζαν ότι οι Σωζοπολίτες είχαν ήδη υποβάλει δικό τους υπόμνημα με ταυτόσημους πόθους θεωρώντας μάλιστα σωστική την διοικητική και λοιπή εξάρτησή τους  από την Αδριανούπολη και κατέληγαν:

               «Εξοχώτατε, η περί το προκείμενον ταπεινόν ημών υπόμνημα παράκλησις, ξένη τελείως προς εποφθαλμιάσεις αλλοτρίων και άλλων σεβαστών δικαιωμάτων, θέλει τύχη ευμενούς συζητήσεως και ερεύνης οριστικής εν τέλει αποδοχής».

               Στόχος τους ήταν η ενοποίηση των περιφερειών γύρω από την Αδριανούπολη, ώστε να αποκτήσει η μεγάλη αυτή Θρακική πόλη σημαντική  ενδοχώρα, που θα της επέτρεπε να έχει επάρκεια αγαθών και προϊόντων, που θα τροφοδοτούσαν την ανάπτυξη, το εμπόριο, αλλά και την ευμάρεια των κατοίκων. Και αυτό μετά από σειρά πολέμων, αλλά και απηνών διωγμών, που άρχισαν να εκδηλώνονται από το 1913.

               Πάνω από όλα όμως ήταν ο πόθος και ελπίδα των αλύτρωτων να ενωθούν με την Ελλάδα. Κάτι που το επέτρεπαν οι εξελίξεις μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

*Μια άποψη της Αδριανούπολης



Τραγική η κατάσταση στην Αδριανούπολη


               Η κατάσταση στην Αδριανούπολη ήταν τραγική. Μεγάλη έλλειψη ψωμιού. ‘Έλειπαν επίσης το σαπούνι, η ζάχαρη, ο καφές και το τσάι. Οι πάντες προσδοκούσαν να έρθει η κατάληψή της από τον ελληνικό στρατό. Παρά τη παρουσία αξιωματικών των συμμαχικών κρατών, οι Τούρκοι δημόσιοι υπάλληλοι  εξακολουθούσαν να ταλαιπωρούν με κάθε τρόπο τους Έλληνες.

               Στη βουλγαροκρατούμενη Δυτική Θράκη η κατάσταση ήταν χειρότερη. Οι Βούλγαροι είχαν μεταβάλει σε ερείπια τη Μαρώνεια. Από τα περίπου 400 σπίτια της είχαν απομείνει όρθια περίπου 20, με μόνο 2 ελληνικές οικογένειες. Στα υπόλοιπα 18 είχαν εγκατασταθεί Βούλγαροι έποικοι. Οι περισσότεροι Μαρωνίτες είχαν εκτοπισθεί στο εσωτερικό της Βουλγαρίας. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής οχυρωματικών έργων ανακαλύφθηκαν σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία μεταφέρθηκαν στη Σόφια. Το ελληνικό σχολείο της Μαρώνειας, που είχαν κατασκευάσει το 1908 οι αδελφοί Χατζέα καταστράφηκε από τους Βουλγάρους και τα οικοδομικά υλικά του χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή οχυρώσεων.

               Ανάλογη εικόνα καταστροφών παρουσίαζε και το Δεδέαγατς Πολλά σπίτια εντελώς κατεστραμμένα. Και όσα έμειναν όρθια δεν είχαν πόρτες, παράθυρα και κεραμίδια γιατί τα άρπαζαν οι Βούλγαροι για να κατασκευάσουν στρατώνες.

               Στα τέλη Ιανουαρίου, εξαιτίας της μεγάλης έλλειψης τροφίμων η Ελληνική Διεύθυνση Επισιτισμού έστειλε στην Αδριανούπολη και το Λουλέ Μπουργκάς (Χαριούπολη) διάφορα τρόφιμα για να διανεμηθούν στους ελληνικού πληθυσμούς από τους οικείους μητροπολίτες. Σε μια σιδηροδρομική αποστολή, είχαν σταλεί στην Τυρολόη 15 σάκκοι ζάχαρης, 15 σάκκοι καφέ και 15 σάκκοι ρυζιού.

*Όταν άρχισαν να θερμαίνονται οι ελπίδες για απελευθέρωση



Όταν γεννήθηκαν οι πρώτες ελπίδες…

 

Στις 21 Φεβρουαρίου άρχισαν να γεννιούνται οι πρώτες ελπίδες για τους αλύτρωτους Θράκες. Οι πρώτες πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν στις εφημερίδες ανέφεραν ότι η επί των Ελληνικών αξιώσεων επιτροπή της Συνδιάσκεψης Ειρήνης στην έκθεσή της που υπέβαλε στην Κεντρική επί των Αξιώσεων Επιτροπή, γνωμάτευε για τη Θράκη κατά πλειοψηφία- με μία μόνο αρνητική ψήφο- υπέρ της παραχωρήσεώς της μέχρι της γραμμής Αίνου- Μηδείας στην Ελλάδα!!! Το όνειρα όλων έπαιρναν σάρκα και οστά…

Οι Βούλγαροι στο αντίστοιχο υπόμνημά τους υπογράμμιζαν ότι δεν πρέπει να επαναληφθεί το λάθος του 1878!!! Με άλλα λόγια δεν είχαν εγκαταλείψει ακόμα και μετά τις αλλεπάλληλες ήττες τους, τα ιμπεριαλιστικά σχέδιά τους για τη δημιουργία Μεγάλης Βουλγαρίας!!! Κάτι που δεν πέρασε βέβαια…

               Ο ανταποκριτής της εφημερίδας «Μόρνινγκ Ποστ» τηλεγραφούσε από την Κωνσταντινούπολη, ότι Άγγλος αξιωματικός που περιόδευσε στη Θράκη ανέφερε ότι οι Μουσουλμάνοι κάτοικοί της, ενόψει κατοχής της Θράκης από ελληνικά στρατεύματα, δεν ήταν εναντίον μιας ελληνικής κατοχής, εκφράζοντας την άποψη ότι αφού δεν μπορούσαν να είναι Τούρκοι πολίτες, προτιμούσαν να γίνουν Έλληνες πολίτες θεωρώντας ότι μια Βουλγαρική κυριαρχία στη Θράκη θα ήταν όλεθρος γι’ αυτούς.

*Από την εφημερίδα "Πατρίς" 25 Φεβρυαρίου 1919



Οι διωγμοί δεν σταμάτησαν…

 

               Στις αρχές του ίδιου μήνα, η εφημερίδα «Πατρίς» δημοσίευσε ρεπορτάζ για τους διωγμούς Ελλήνων από τους Τούρκους.

               Μεταξύ άλλων ανέφερε ότι στο Μουσταφά Πασά, 18 χιλιόμετρα βορείως της Αδριανούπολης υπήρχε ένα τάγμα εργασίας με 400 στρατιώτες που επισκεύαζαν το δρόμο.  Από αυτούς οι 338 ήταν Έλληνες, 60 Αρμένιοι και 2 Εβραίοι. Όλοι ήταν άνθρωποι των γραμμάτων. Φορούσαν τις πολιτικές τους ενδυμασίες, που είχαν μεταβληθεί σε κουρέλια. Η κατάστασή τους ήταν απελπιστική.

               Στη Χάφσα, 28 χιλιόμετρα ανατολικά της Αδριανούπολης άλλο ένα απόσπασμα 180 ατόμων δούλευε σε οδικά έργα. Από τους 180 οι δύο ήταν Τούρκοι, 36 Εβραίου, 70 Αρμένιοι και οι υπόλοιποι 72 ήταν Έλληνες.  Σ’ αυτούς τους δυστυχείς στρατευμένους υπήρχαν ένας μονόφθαλμος, 2 ανάπηροι, 43 ασθενείς και πολλοί γέροντες.

               Η ίδια εφημερίδα δημοσίευσε και άλλα στοιχεία. Μεταξύ άλλων από την περιοχή της Αδριανούπολης είχαν εκτοπισθεί 27.554 Έλληνες, από την Τυρολόη 16.552, από την Αίνο 11.469, από το Διδυμότειχο 51.470, από την Καλλίπολη 24.734 κ.λπ. 

*Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στο Παρίσι με τον πρεσβευτή Άθω Ρωμάνο



Δηλώσεις του Ελευθέριου Βενιζέλου για τη Θράκη

 

Εκτεταμένες δηλώσεις για τις ελληνικές αξιώσεις έκανε ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος στην «Επιθεώρηση των Βαλκανίων». Ειδικά για τη Θράκη είχε δηλώσει:

«Το ζήτημα της Θράκης, τίθεται σαφώς. Οι Βούλγαροι, οι οποίοι δεν υπερβαίνουν τας 112.171, αναγνωρίζουν τόσον καλά τον Ελληνικόν χαρακτήρα της Θράκης, ώστε όταν το 1912 παρέστη ανάγκη συνεργασίας εις τας εκλογάς κατά του εκτουρκιστικού προγράμματος του Νεοτουρκικού Κομιτάτου, απεφασίσθη μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων, υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Βουλγαρικής Εξαρχίας, όπως ο συνασπισμός των υποστηρίξη εν Θράκη επτά Έλληνας υποψηφίους απέναντι ενός και μόνου Βουλγάρου. Κατά την γραμμήν των συνόρων, την οποίαν επρότεινα εις την Διάσκεψιν, μόλις 69.000 Βούλγαροι να περιληφθούν εις την Ελλάδα, ενώ θ’ απελευθερωθούν 366.000 Έλληνες. Η Βουλγαρία θα διατηρήσει τας διεξόδους της εις τον Εύξεινον Πόντον. Δεν έχει δε κανέν δικαίωμα να διατηρήση το τμήμα της Δυτικής Θράκης, το οποίον κατέλαβε το 1913 και το οποίον της έδωσε διέξοδον προς το Αιγαίον. Το τμήμα τούτο της Θράκης ουδόλως είναι Βουλγαρικόν. Το εσωτερικόν του είναι Τουρκοελληνικόν, τα δε παράλιά του καθαρώς Ελληνικά. Διατηρουμένη η Βουλγαρία αυτόθι, θα δημιουργήσει βάσεις υποβρυχίων και θα θέση εν κινδύνω την εν τω μέλλοντι εθνικήν μας άμυνας. Είμεθα διατεθειμένοι να την δώσωμεν εμπορικήν διέξοδο δια του παραλιακού μας εδάφους».  

*Η σφραγίδα του Θρακικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης "Η Αλληλοβοήθεια"



Οι κινητοποιήσεις των Θρακών

 

               Ενόψει εξελίξεων στο Παρίσι, είχαν κινητοποιηθεί οι απανταχού Θρακικοί σύλλογοι, που με ψηφίσματά τους ζητούσαν την ένωση της Θράκης με την Ελλάδα. Δύο Θρακικοί σύλλογοι στη Θεσσαλονίκη, ο Πολιτικός Θρακικός Σύλλογος με πρόεδρο τον Στεφάνου και ο Θρακικός Σύλλογος «Αλληλοβοήθεια», με πρόεδρο τον Τζιρίτη, άρχισαν να κινητοποιούνται κυρίως εξαιτίας των αλλεπάλληλων πληροφοριών από την βουλγαροκρατούμενη Θράκη για κακοποιήσεις Ελλήνων.

               Στις 2 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε στην πλατεία του Λευκού Πύργου της Θεσσαλονίκης ογκώδες συλλαλητήριο Θρακών, οι οποίοι διερμηνεύοντες το φρόνημα 250.000 Θρακών προσφύγων που είχαν καταφύγει στη Μακεδονία ζήτησαν να σταματήσουν οι διωγμοί από τους Βουλγάρους στη Δυτική Θράκη και ο εποικισμός ενόψει της διευθέτησης των συνόρων. Επίσης ζήτησαν την κατάληψη της Δυτικής Θράκης από τα ελληνικά στρατεύματα και την παλιννόστηση των Θρακών προσφύγων. Όλοι μαζί διαδήλωσαν την ανάγκη να ενωθεί η Δυτική Θράκη με την  Μητέρα Πατρίδα.

               Ανάλογο συλλαλητήριο πραγματοποιήθηκε και στην πλατεία Ομονοίας της Αθήνας στις 10 Φεβρουαρίου, για να καταγγελθούν τα τουρκοβουλγαρικά όργια στην Ανατολική και τη Δυτική Θράκη. Παρόμοια συλλαλητήρια έγιναν στην Πάτρα, τη Δράμα, την Κατερίνη  και το Βόλο.

               Στη Δράμα, εκτός από τους εκτοπισμένους Θράκες πήραν μέρος στο ογκώδες συλλαλητήριο και πάρα πολλοί Θράκες, που υπηρετούσαν στον ελληνικό στρατό. Μίλησε ο πρόεδρος του Θρακικού Συλλόγου Θ. Αθανασιάδης. Στην Κατερίνη μίλησε ο πρόεδρος της Πανθρακικής Ένωσης Ι. Δανιλόπουλος. Στη Βέροια ομιλητής ήταν ο δικηγόρος Αν. Κάππος, πρόεδρος του Θρακικού Συλλόγου.

               Στα μέσα Φεβρουαρίου οι Θράκες της Νέας Υόρκης είχαν στείλει στον πρόεδρο των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον και στις κυβερνήσεις των συμμάχων της Αντάντ ψήφισμα διαμαρτυρίας κατά των Βουλγαρικών θηριωδιών. Επίσης ζητούσαν την ένωση της Θράκης με την Ελλάδα. Οι Θράκες του Πίτσμπουργκ έστειλαν ψήφισμα στο πρόεδρο των ΗΠΑ, με 10.000 υπογραφές.

               Στα Καϊλάρια (Πτολεμαΐδα) και  στην πόλη και την υποδιοίκηση, είχαν καταφύγει 4.500 Θράκες και Μικρασιάτες εξ αιτίας των διωγμών των Νεοτούρκων. Τον Απρίλιο του 1919 πραγματοποίησαν πάνδημο συλλαλητήριο και ενέκριναν ψήφισμα, το οποίο υπέβαλαν στον αρχηγό Στρατού στρατηγό Λεωνίδα Παρασκευόπουλο. Με το ψήφισμά τους εξέφραζαν την αγανάκτησή του για τα μαρτύρια που υπέστησαν και εξακολουθούν να υφίστανται οι υπόδουλοι συμπατριώτες τους «από τους δύο αδιορθώτους λυμεώνας της πατρίδας μας Θράκης και Μικράς Ασίας, τον Τούρκον και τον Βούλγαρον και υπό αυτά τα όμματα των Συμμάχων». Οι διωγμένοι Έλληνες ζητούσαν ένωση με την Μητέρα Πατρίδα της Θράκης και της Μικράς Ασίας που από την εποχή του Ησιόδου και του Ομήρου ήταν ελληνικότατες και έκαναν έκκληση στους συμμάχους να μην επιτρέψουν στους Τούρκους και τους Βουλγάρους «να πατήσουν επί των πτωμάτων μας». Την επιτροπή αποτελούσαν οι Ανδρέας Βουλκίδης, Χρήστος Καζαντζής, Παντελής Ναλμπάντης, Νικόλαος Τακουλίδης, Νικόλαος Αναστασίου, Ιάκωβος Γεωργιάδης και Ιωάννης Βλαδένης.

               Πάντως η έναρξή του 1919 είχε έρθει με πολλές ευχές και περισσότερες ελπίδες για την ποθούμενη απελευθέρωση της Θράκης. Αργότερα το 1922, ήρθε η μεγάλη Καταστροφή και όλα τα όνειρα έγιναν στάχτη

 

Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 

 

ΠΗΓΕΣ

*Αρχείο εφημερίδων «Ακρόπολις» και «Πατρίς», Αθηνών και «Μακεδονία» και «Φως» Θεσσαλονίκης, Φεβρουαρίου 1919.

*Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, 1919, αρ. φακ. Β/38 (2) σελ. 236-239 και 166-168

 

7 σχόλια:

  1. Θόδωρος Ορδουμποζάνης
    Δυστυχώς Παντελή, η ιστορία της Θράκης αγνοείται από το επίσημο κράτος και τους ιστορικούς. Και καλά που είσαι και εσύ και μερικοί άλλοι και γίνεται μια προσπάθεια να έρθουν στην επικαιρότητα στιγμές της Θρακικής ιστορίας. Περιμένω από μέρα σε μέρα να κυκλοφορήσει το νέο μου βιβλίο (ιστορικό μυθιστόρημά) με τίτλο «Οίκαδε» που αναφέρεται στην ιστορική διαδρομή της Δυτικής (κυρίως) Θράκης από το 1900 μέχρι το 1980.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Νίκος Νομικός (ειυαποε)
    Αγαπητότατε φίλε
    Συγχαρητήρια για το συγκεκριμένο κείμενο αλλά και για το μπλογκ γενικότερα.
    Απολαμβάνω να διαβάζω και σέβομαι ιδιαίτερα την πολύτιμη εργασία για την ανάδειξη και όσων έχει υποφέρει η Θράκη αλλά και όσων σημαίνει.
    Σε θυμάμαι πάντα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Εννοούσα στη γενική διαγώνια υποκλίνομαι είναι αλήθεια ότι έχω διαβάσει πάρα πολλά αλλά αυτό το κείμενο τα περιλαμβάνει όλα σας αξίζουν χίλια συγχαρητήρια σε σας και τους κυρίους που κάναν τα σχολεία Να στε καλά ευχή είναι να φτάσει στα σχολικά βιβλία

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Το όνομά μου είναι Έλλη Δημητριάδου και η καταγωγή μου είναι η νέα Ορεστιάδα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Elli Samouridou Dimitriadou
    Ευχαριστώ πάρα πάρα πολύ για το ωραίο κείμενο που μου δώσατε σας αξίζουν πολλά συγχαρητήρια και ευχή μας είναι να μπορέσουν αυτά να μπούνε στα σχολεία πρέπει τα ελληνόπουλα να ξέρουν ιστορία τους να είστε γερός και να μας διδάσκεται

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Anastasia Evripidou
    Μερη ΕΛληνικα και πανεμορφα ,αλλοιμονο....

    ΑπάντησηΔιαγραφή