Σάββατο 30 Ιουλίου 2022

Τα δεινοπαθήματα της Ανατολικής Θράκης και τα βουλγαρικά κινήματα του 1903

*Βούλγαροι κομιτατζήδες κάπου στη Ροδόπη, Ο φόβος και ο τρόμος όλων των χωριών 


 

 

*Ήλιντεν και Στράντζα, 

θνησιγενή κινήματα

*Τακτική των Βουλγάρων: 

Κάψιμο των αλωνιών

*Η Βουλγαρική διπλοπροσωπία

 

 



Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 


               Το λεγόμενο Ήλιντεν του 1903, ήταν ένα θνησιγενές επαναστατικό κίνημα των Βουλγάρων, κατά των Οθωμανών, το οποίο άδοξα κατέρρευσε σε λίγες μέρες. Περίπου ταυτόχρονα οι Βούλγαροι επιχείρησαν άλλο ένα επαναστατικό κίνημα στην περιοχή της Αδριανούπολης, που είναι άγνωστο και το οποίο είχε την ίδια τύχη. Τα δύο όμως αυτά κινήματα είχαν ολέθριες συνέπειες στον αλύτρωτο Ελληνισμό της Μακεδονίας και της Θράκης.

               Η εξέγερση του Ίλιντεν που οργάνωσαν οι Βούλγαροι πήρε το όνομα του Προφήτη Ηλία από την ημερομηνία της εκδήλωσης στις 20 Ιουλίου 1903. Επρόκειτο για μια επανάσταση αλύτρωτων σλαβόφωνων ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οργανώθηκε από την αυτονομιστική μυστική οργάνωση Εσωτερική Μακεδονική Αδριανουπολίτικη Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΑΕΟ) η οποία είχε πρωτοσυσταθεί το 1893. Οι εξεγερμένοι Βούλγαροι σχημάτισαν μια προσωρινή κυβέρνηση στο Κρούσοβο, υπό την ηγεσία του δάσκαλου Νίκολα Κάρεφ, η οποία καταλύθηκε μετά από δέκα ημέρες, στις 12 Αυγούστου.

Στις 19 Αυγούστου, οι Βούλγαροι, διοργάνωσαν μια παράλληλη εξέγερση στο βιλαέτι της Αδριανούπολης, που οδήγησε στην κατάληψη μιας εκτεταμένης περιοχής προς τα βουνά της Στράντζας στον καζά των Σαράντα Εκκλησιών. Εκεί σχημάτισαν μια προσωρινή κυβέρνηση στην κωμόπολη Βασιλικό, που τη βάφτισαν Δημοκρατία της Στράντζας. Και αυτή όμως δεν μακροημέρευσε. Η ζωή της διήρκεσε περίπου είκοσι μέρες πριν καταλυθεί από τους Οθωμανούς!

Το ελληνικό κράτος, δεν είχε θετική άποψη γι’ αυτά τα θνησιγενή κινήματα των Βουλγάρων γιατί προφανώς μια αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία ή Θράκη, αν θα επετύγχαναν, θα ήταν αντίθετη στις εθνικές ελληνικές προσδοκίες για απελευθέρωση των δύο αυτών περιοχών. Η Ελλάδα  συνέχιζε την πολιτική της, για προώθηση  του εκπαιδευτικού έργου στις αλύτρωτες περιοχές με τη  στήριξη της Εκκλησίας. Ο ένοπλος αγώνας άρχισε κυρίως από την επόμενη χωριά, όταν παρά την αποτυχία των δύο κινημάτων τους σε Μακεδονία και Θράκη, οι Βούλγαροι διέσπειραν κομιτατζήδες, οι οποίοι με το μαχαίρι και την  βία προσπαθούσαν να προσαρτήσουν στην σχισματική Εκκλησία τους ανυπεράσπιστα χριστιανικά χωριά, αποσπώντας τα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Η ελληνική  κυβέρνηση απέστειλε με τηλεγραφικές εγκυκλίους στις  ελληνικές διπλωματικές αρχές της Μακεδονίας και της Θράκης συνιστούσε στο ελληνικό  στοιχείο  να παραμείνει ουδέτερα και να μην συμμετέχει στα επαναστατικά κινήματα των Βουλγάρων έχοντας την πεποίθηση ότι η Οθωμανική κυβέρνηση  θα εξουδετερώσει τους κινηματίες.

               Χαρακτηριστικά, στον Τύπο της Αθήνας, η εξέγερση παρουσιάστηκε ως κίνημα  ληστανταρτών, αλλά  και ως κίνημα  Βουλγάρων πατριωτών που αποσκοπούσε στην  αναβίωση του  ονείρου  της  Μεγάλης Βουλγαρίας που δημιουργούσε η συνθήκη του  Αγίου  Στεφάνου, η οποία σύντομα ανατράπηκε από το Συνέδριο του Βερολίνου την ίδια χρονιά.

Αξίζει να υπενθυμίσουμε για να αντιληφθούμε την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στις αλύτρωτες ελληνικές περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης, στις αρχές του 1904 ήταν ότι περίπου 65 πατριαρχικά χωριά είχαν προσχωρήσει με τη βία στη σχισματική  βουλγαρική  εκκλησία.

*Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ Γ', έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην προστασία του Ελληνισμού από τους Βουλγάρους

               Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, προσπάθησε με μυστικές ενέργειες να αποτρέψει τη συμμετοχή των Ελλήνων στην βουλγαροτουρκική διαμάχη. Όταν μάλιστα οι Τούρκοι επιχείρησαν να δημιουργήσουν εθελοντικά σώματα για καταδίωξη των Βουλγάρων έστειλε στις μητροπόλεις ανυπόγραφο σημείωμα, ζητώντας να συστηθεί στους Έλληνες να απόσχουν από κάθε τέτοια κατάταξη. Ο πρόξενος  στην Αδριανούπολη δεν γνώριζε τίποτα. Το πληροφορήθηκε όταν ο διάκονος του μητροπολίτη Λιτίτζης του επέδειξε το σχετικό σημείωμα.

Ο αγώνας εναντίον των Βουλγάρων στη Μακεδονία, είναι γνωστός από τη θυσία του Παύλου Μελά και άλλων εθελοντών οπλαρχηγών και μαχητών. Η κατάσταση όμως που επικρατούσε στην Ανατολική Θράκη, η οποία ήταν στόχος των Βουλγάρων, αγνοήθηκε, παραμερίσθηκε, λησμονήθηκε και σήμερα, ελάχιστα γνωρίζουμε για τη σκοτεινή εκείνη περίοδο. Αυτή την κρίσιμη χρονιά για τον Ελληνισμό της Θράκης θα γνωρίσουμε με οδηγό τη διπλωματική αλληλογραφία της εποχής, που διασώζεται στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών και από τα δημοσιεύματα του Τύπου, που υπάρχουν στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων.  

*Οι Βούλγαροι απ' όπου περνούσαν έκαιγαν τα πάντα...


Αρχίζουν οι υπονομευτικές ενέργειες των Βουλγάρων

 

               Από τις αρχές του 1903, οι Βούλγαροι είχαν αρχίσει τις υπονομευτικές ενέργειές τους.

Όπως για παράδειγμα, η υπονόμευση το Φεβρουάριο, της σιδηροδρομικής γραμμής στο Τσερκέσκιοϊ κοντά στην Τσατάλτζα. Ένας Βούλγαρος με καταγωγή από το Ουζούν Κιοπρού είχε τοποθετήσει 28 κιλά δυναμίτιδας τοποθετημένα σε 123 φύσιγγες. Για κακή του τύχη όμως δύο Οθωμανοί χωροφύλακες τον αντιλήφθηκαν και τον συνέλαβαν. Ο γενικός στρατιωτικός διοικητής τους πρόσφερε από 50 μετζήτια, τους προήγαγε σε λοχίες και τους πρότεινε για παράσημο. 

Λίγες μέρες νωρίτερα είχε γίνει γνωστό ότι μια βουλγαρική συμμορία 50 ανδρών πέρασε τα σύνορα κοντά στο χωριό Τσαλίκοϊ, διαιρέθηκε σε τρεις ομάδες. Η μία πορεύθηκε προς το χωριό Χατίπκιοϊ όπου αιχμαλώτισε τον Οθωμανό Ιντρίζ αγά, απαιτώντας 500 λίρες για να τον απελευθερώσει. Για τις άλλες ομάδες δεν έγινε γνωστό κάτι άλλο. Μια άλλη βουλγαρική συμμορία, μπήκε μέρα μεσημέρι στο χωριού Ρούμπελι της Βιζύης και σκότωσε ένα παντοπώλη που αντιστάθηκε και έφυγε ανενόχλητη.

               Η Βουλγαρία είχε αρχίζει να ετοιμάζεται από τις αρχές του έτους. Το προσωπικό του βουλγαρικού γυμνασίου, σε ένα συμπόσιο που οργάνωσε στα τέλη Ιανουαρίου εξέφρασε την άποψη πώς ό,τι και να κάνει η βουλγαρική κυβέρνηση, τα βουλγαρικά κομιτάτα θα εισορμήσουν στη Μακεδονία και να εξαναγκάσουν τη Ρωσία να προστρέξει επικουρικά προς  τη Βουλγαρία, σε περίπτωση που η Τουρκία θα κηρύξει τον πόλεμο εναντίον της. Όλο των προσωπικό των βουλγαρικών σχολείων της Θράκης είχε αρχίσει να κάνει… ασφάλειες ζωής!!!

Όμως οι πληροφορίες ότι οι Βούλγαροι ετοιμάζουν επαναστατικό κίνημα στην περιοχή Σαράντα Εκκλησιών έφθασαν στους Οθωμανούς από τον Ιανουάριο του 1903. Από τις 22 Φεβρουαρίου επίσης το υποπροξενείο του Δεδέαγατς, πληροφορούσε τον υπουργό Εξωτερικών Αλέξανδρο Σκουζέ για την προετοιμασία επαναστατικού κινήματος από τους Βουλγάρους οι οποίοι «εργάζονται υπέρ των πανσλαυιστικών σκοπών μετ’ επιμονής, αλλά λάθρα και ηρέμως». Ανέφερε επίσης ότι μυστικοί πράκτορες ενσπείρουν επαναστατικές ιδέες και εξάπτουν με φανατισμό το βουλγαρικό εθνικό φρόνημα και πρόσθετε:  «Αλλ’ ιδία επ’ εσχάτων εγένοντο αισθηταί, μυστικωτάτω τω τρόπω δε και εν όπλοις προετοιμασίαι προς μέλλουσαν εξέγερσιν».

               Στις 18 Μαρτίου έγινε γνωστό ότι οι Βούλγαροι ανατίναξαν τη μισή σιδηροδρομική γέφυρα μεταξύ Αδριανούπολης και Μουσταφά Πασά και μια αποθήκη πετρελαίου.

               Από τα διπλωματικά έγγραφα που σώζονται προκύπτει ότι στις 20 Απριλίου μια ομάδα 60 Βουλγάρων φάνηκε στα περίχωρα του τουρκικού χωριού Χατζή Ταλασμάν σε απόσταση 4 ωρών βόρεια της Αδριανούπολης. Η ομάδα αυτή αποκρούσθηκε από τους Τούρκους αλλά κατόρθωσε να διεισδύσει νοτιότερα και να φτάσει στο βουλγαρικό χωριό Τασλί Μουσελίμ και να οχυρωθεί σ’ αυτό. Οι Τούρκοι έστειλαν ένα απόσπασμα Ιππικού με χωροφύλακες, που πολιόρκησε τους Βουλγάρους κινηματίες. Στην επίσης βουλγαρική κωμόπολη Τυρνόβου, που υπάγονταν στη διοίκηση των Σαράντα Εκκλησιών, στασίασαν όλοι οι Βούλγαροι, που αρνήθηκαν να πληρώσουν στους Τούρκους το φόρο των προβάτων.

               Στην Αδριανούπολη σε συγκέντρωση Τούρκων αξιωματικών, τους συνεστήθη να τηρούν απόλυτη μυστικότητα για τις κινητοποιήσεις και τις συγκρούσεις με Βουλγάρους και να προσπαθούν να μετριάζουν στην πληθυσμό, τις εντυπώσεις από τις ανταρτικές κινήσεις σμικρύνοντας το μέγεθος των γεγονότων.  Ο διευθυντής του προξενείου Ε. Ρικάκης, τόνιζε προς την Αθήνα, ότι ο ορίζοντας δεν είναι αίθριος γιατί τα μέτρα που παίρνει η οθωμανική γενική διοίκηση δεν είναι αρκετά ώστε να προληφθεί ένα βουλγαρικό κίνημα.

               Χαρακτηριστικά αναφέρθηκε ότι η Βουλγαρική σχολή αρρένων, ακριβώς απέναντι από το ελληνικό Ζάππειο Παρθεναγωγείο, είχε μετατραπεί σε κέντρο συνεδριάσεων των Βουλγάρων της Αδριανούπολης, που συσκέπτονταν εκεί από το απόγευμα έως το ξημέρωμα, κάθε μέρας.

               Προς τα τέλη Απριλίου οι πληροφορίες που υπήρχαν ανέφεραν ότι οι Οθωμανοί ανέκτησαν τον καζά Τυρνόβου, έως το Βασιλικό, που πρόσκαιρα είχαν καταλάβει επαναστάτες Βούλγαροι. Έγιναν και ορισμένες αψιμαχίες με συμμετοχή του Πυροβολικού. Οι Βούλγαροι όμως υποχωρώντας φαίνεται πως φρόντισαν να υπάρχει δίοδος για την υποχώρησή τους προς Βουλγαρία, αλλά να είναι και χρήσιμη όταν αργότερα θα επανέρχονταν, για να αποφεύγουν τις μεγάλες φονικές μάχες σε ανοιχτά πεδία. Πάντως οι Βούλγαροι κάτοικοι των χωριών είχαν καταφύγει στα βουνά φοβούμενοι τις τουρκικές αντεκδικήσεις. Οι Γκέκηδες Αλβανοί, που είχαν φέρει οι Τούρκοι δεν έχασαν ευκαιρία να λεηλατήσουν τα βουλγαρικά χωριά του Τυρνόβου, όπως είχαν γράψει Γερμανοί ανταποκριτές που βρέθηκαν στις Σαράντα Εκκλησίες.  

*Ο υπουργός Εξωτερικών Αλέξανδρος Σκουζές, αποδέκτης των προξενικών αναφορών από την Ανατολική Θράκη



Κρίσιμος ο Μάιος του 1903

 

               Ο Μάιος ήταν κρίσιμος μήνας, επιτρέποντος και του καιρού πλέον, στην ανάπτυξη της δράσης των συμμοριών.

               Το προξενείο της Αδριανούπολης σε αναφορά του διευκρίνιζε ότι η κατάσταση των κοινοτικών πραγμάτων έφτασε σε οξύτατο σημείο, εξαιτίας της ρήξης μεταξύ του μητροπολίτη Κύριλλου και της κοινότητας. Δυσάρεστα, αλλά συνήθη ελληνικά φαινόμενα…

               Στην Αδριανούπολη μέσα επικρατούσε φαινομενική γαλήνη αν και όλοι γνώριζαν ότι οι εκεί Βούλγαροι δρούσαν μυστικά παρασκευάζοντας την εισβολή στην Ανατολική Θράκη.

               Στις 7 Μαΐου, σύμφωνα με αναφορά του υποπροξενείου Δεδέαγατς σε τρία χωριά της διοικητικής περιφέρειας Γκιουμουλτζίνας, στο Καρακατζαλή, (Κρωβύλη;) το Χατζηλάρ (σήμερα Προσκυνητές) και Μηλιός βρέθηκαν όπλα και πολεμοφόδια.

               Η Τουρκική κυβέρνηση  προ του κινδύνου των Βουλγάρων κομιτατζήδων κινητοποίησε μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις. Από την Ασία κινητοποίησαν 52 τάγματα αλλά αποβιβάσθηκα στο Δεδέαγατς τελικά 12 τάγματα και 20 τάγματα αλβανών Γκέκηδων από τα Σκόπια που κατευθύνθηκαν προς τα τουρκοβουλγαρικά σύνορα, στο οποία τελικά έφτασαν 3 τάγματα.

               «Άπαντες όμως εν κακή καταστάσει εις ους εστάλη ιματισμός» πληροφορούσε την Αθήνα ο Νικολάου. Σε τουρκικά χωριά διένειμαν όπλα Μαρτίνι και «25 φυσέκια» στον κάθε ένοπλο χωρικό.

       Οι πληροφορίες που έφταναν στην Αδριανούπολη αλλά και σε άλλες πόλεις ήταν σαφείς. Οι Βούλγαροι συγκέντρωναν στα τουρκοβουλγαρικά σύνορα με την Ανατολική Ρωμυλία, πολυάριθμες ομάδες κομιτατζήδων. Οι Οθωμανικές αρχές στο Δεδέαγατς ενίσχυσαν τις δυνάμεις της πόλης με ένα επιπλέον τάγμα για να επιβλέπει τα πέριξ Βουλγαρικά χωριά. 

*Τα δημοσιεύματα του Τύπου ισχνά, αλλά χαρακτηριστικά

               Εκείνο το μήνα οι Βούλγαροι σχεδίαζαν να εισβάλουν από την περιοχή των χωριών Μαλκότς και Καϊπλάρ της Ανατολικής Θράκης για να καταλάβουν τις κωμοπόλεις Τύρνοβο, Τυρνοβοτσίκ και Δερέκιοι και τις ελληνικές κωμοπόλεις Σκοπός, Σκεπαστό, Σαμακόβι, Μήδεια και Βιζύη έως τα βουνά της Στράντζας. Το σχέδιο αυτό απέτυχε γιατί οι οθωμανικές δυνάμεις που είχαν πληροφορίες τους καταδίωξαν. Οι Βούλγαροι όμως δεν αποθαρρύνθηκαν και εξακολούθησαν να εργάζονται για να προωθήσουν 17.000 όπλα στα βουλγαρικά χωριά της Ανατολικής Θράκης. Πολλά από τα όπλα αυτά κατασχέθηκαν από τους Τούρκους, που απέκλειαν ύποπτα χωριά και ερευνούσαν στα σπίτια τους. Οι Βούλγαροι πραγματοποιούσαν στη συνέχεια πολλούς φόνους αντεκδίκησης. Η κατάσταση στη περιοχή των Σαράντα Εκκλησιών είχε καταστεί αφόρητη. Ο Νικολάου από την Αδριανούπολη γνωστοποιούσε στην Αθήνα ότι: «Οι κάτοικοι έντρομοι δεν τολμώσι να εξέλθωσι της πόλεώς των, έχουσι δε εγκαταλείψει τους αγρούς των και παραμελήσει τας εργασίας των. Φόβος και τρόμος κατέχει πάντας, η απελπισία δ’ αυτών κορυφούται έτι μάλλον διότι βλέπουν ότι αι οθωμανικαί αρχαί δεν είναι ικαναί   να υπερασπίσωσι την ζωήν και την περιουσίαν αυτών».

               Περί τα τέλη Μαΐου δημογέροντες του Διδυμοτείχου πήγαν στην Αδριανούπολη και ανακοίνωσαν στο ελληνικό προξενείο ότι η Μητρόπολη Διδυμοτείχου είχε επικεντρώσει την προσοχή της στα τουρκόφωνα χριστιανικά χωριά της περιοχής της παρέχοντας την προστασία της και τη μέριμνά της για την ανάδειξη σ’ αυτά της εθνικής ιδέας.

               Η κίνηση αυτή οφείλονταν στις ποικίλες σλαβικές προπαγάνδες στις περιοχές Κωνσταντινούπολης, Αδριανούπολης και Διδυμοτείχου, όπου υπήρχαν χωριά στα οποία κατοικούσαν τουρκόφωνοι  χριστιανοί και σε μερικά αλβανόφωνοι. Αυτούς ήθελαν να προσηλυτίσουν στην σχισματική βουλγαρική εκκλησία. Υπόσχονταν μάλιστα υποστήριξη έναντι των καταπιέσεων και των υπερβασιών των τοπικών τουρκικών αρχών.

*Γκαγκαούζοι στα περίχωρα της Βάρνας, το 1903 (από το LostBulgaria)


Στο στόχαστρο και οι Γκαγκαούζοι

 

               Χαρακτηριστικό γεγονός της έντασης της Πανσλαβιστικής προπαγάνδας, είναι η άφιξη στις 27 Μαΐου 1903 στην Αδριανούπολη Ρώσου συνταγματάρχη, με σκοπό να περιοδεύσει στα χριστιανικά τουρκόφωνα χωριά των Γκαγκαούζων. Τέτοια χωριά υπήρχαν στο Χάσκιοϊ, τη Χάφσα, το Σαραπλάρ, το Όλ Πασά, το Ιμάμ Παζάρ και κάποια άλλα στην επαρχία Διδυμοτείχου, τα οποία όμως παρά την τουρκοφωνία των χωρικών ήταν καθαρώς ελληνικά και διατηρούσαν ελληνικά σχολεία με ελληνικές επιχορηγήσεις.

Ο Ρώσος συνταγματάρχης επισκέφθηκε το Ρώσο υποπρόξενο, τον Έλληνα μητροπολίτη και τον Τούρκο γενικό διοικητή και πήρε πληροφορίες για τα χωριά αυτά. Του παρασχέθηκε συνοδεία δύο χωροφυλάκων και άρχισε την περιοδεία του.

Στις 21 Ιουνίου 1903 το προξενείο του Δεδέαγατς ανέφερε στο υπουργείο Εξωτερικών ότι σε απόσταση 56 χιλιομέτρων από το Δεδέαγατς προς Γκιουμουλτζίνα άγνωστοι δράστες είχαν τοποθετήσει δυναμίτιδα στις σιδηροδρομικές γραμμές, η οποία αν και ανεφλέγη από την τριβή των τροχών του τρένου που πέρασε, δεν προξένησε καμιά ζημιά και ο συρμός εξακολούθησε το δρομολόγιό του. Ο πρόξενος Μπαρακλής, θύμιζε ότι σε έρευνα που είχε προηγηθεί χρονικά στα κοντινά χωριά με βουλγαρικό πληθυσμό, είχαν βρεθεί όπλα, πυρίτιδα και άλλα πολεμοφόδια.           

Οι προσπάθειες καταστροφής των σιδηροδρομικών γραμμών συνεχίσθηκαν αν και  όχι επιτυχείς πάντα.

               Τον Ιούνιο του 1903 μεταξύ άλλων μια σημαντική συμπλοκή συνέβη στο βουλγαρικό χωριό Ιντετζίκ. Μεταξύ Αδριανούπολης και Σαράντα Εκκλησιών. Αρκετοί Βούλγαροι έχασαν τη ζωή τους και 40 συνελήφθησαν αιχμάλωτοι, μεταξύ των οποίων και δύο υπεύθυνοι για την διανομή όπλων. Ο ένας ήταν λοχαγός και ο δεύτερος ήταν γραμματέας. Στο χωριό αυτό κατασχέθηκαν 46 όπλα και 1085 φυσίγγια.

Στα τέλη εκείνου του μήνα εντοπίσθηκαν στο βουλγαρικό χωριό Ντουάν Ασσάρ (σήμερα Αισύμη Αλεξανδρούπολης) κρυμμένοι επαναστάτες με όπλα και ποσότητα δυναμίτιδας, βάσει πληροφοριών από το Δεδέαγατς. Στο ίδιο χωριό νοσηλεύονταν και Βούλγαροι που είχαν τραυματισθεί σε προηγούμενες συμπλοκές.

 

Οι «Τάιμς» του Λονδίνου γράφουν για το κίνημα

 

               Οι «Τάιμς» του Λονδίνου στις 30 Ιουλίου είχαν γράψει, ότι σύμφωνα με πληροφορίες από τη Σόφια και την Κωνσταντινούπολη, επαναστατικό κίνημα εξερράγη στο βιλαέτι της Αδριανούπολης. Και συμπλήρωναν: «Βουλγαρικαί συμμορίαι εισήλασαν εις την χώρας και εξήγειραν δια της βίας τους χωρικούς σχισματικών τινων χωρίων εις επανάστασιν. Κατά τα εκ Κωνσταντινουπόλεως τηλεγραφήματα ισχυρά τουρκικά αποσπάσματα ετέθησαν αμέσως εις καταδίωξιν των ληστανταρτών. Θεωρείται βέβαιον ότι το κίνημα εν τω βιλαετίω θα καταπνιγή υπό του τουρκικού στρατού πολύ ταχύτερον του εν Μοναστηρίω».

               Στα τέλη Ιουλίου 1903 έφτασε στο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη) ο πρόεδρος του Στρατοδικείου της Θεσσαλονίκης Εδίπ Πασάς για να συντονίσει το αγώνα κατά της δίωξης όσων ενοχοποιούνταν από τα βουλγαρικά χωριά ότι στηρίζουν τους κομιτατζήδες και τους βοηθούσαν. Εν τω μεταξύ έγινε γνωστό ότι από την Κωνσταντινούπολη και την Αδριανούπολη έως το Μοναστήρι είχαν τοποθετηθεί σε επίκαιρα σημεία της σιδηροδρομικής γραμμής 2.000 στρατιώτες  για την περιφρούρηση των τρένων, εξαιτίας δολιοφθορών στις σιδηροδρομικές γραμμές. Επίσης αποφάσισαν σε περίπτωση μετακίνησης στρατευμάτων και πολεμοφοδίων για λόγους ασφαλείας σε κάθε συρμό να προηγείται μια ατμομηχανή.

*Κομιτατζήδες του βοεβόδα Χρήστο Τσερνοπέεφ to 1903 (από το LostBulgaria)


Ο Αύγουστος του πραξικοπήματος

 

               Τον Αύγουστο του 1903,  από τις αρχές του, παρατηρήθηκε έντονη βουλγαρική κινητικότητα στο καζά των Σαράντα Εκκλησιών. Οι πληροφορίες που έφταναν στην Αδριανούπολη ήταν ανησυχητικές.

               Η «Ακρόπολις»  είχε γράψει ότι στις 4 Αυγούστου δέκα βουλγαρικά επαναστατικά σώματα με 100 άνδρες το καθένα, διέβησαν τα σύνορα από το Τύρνοβο. Τα σώματα αυτά ενισχύθηκαν από Βούλγαρους χωρικούς και στη συνέχεια κατευθύνθηκαν προς τα χωριά Καβακλή, Καραχαλήλ και Γενιτσέ, όπου έβαλαν φωτιά στα αλώνια και έκαψαν τα σιτηρά που είχαν συγκεντρωθεί εκεί για αλωνισμό.

Στις Σαράντα Εκκλησίες ειδικά είχε επισημανθεί η παρουσία πέντε επαναστατικών βουλγαρικών σωμάτων, με 100 άνδρες το καθένα, στα οποία προστέθηκαν και πολλοί χωρικοί της περιοχής. Οι κομιτατζήδες πέρασαν από τα χωριά Καβακλή, Ντοκούς, Γιου, Τσίκλα, Καϊκιού, Δερέκιοϊ, Καραχαλήλ, και Ζααρά. Στα πρώτα πέντε χωριά μάλιστα μπαίνοντας, πυροβόλησαν στον αέρα. Στη συνέχεια κατευθύνθηκαν στα αλώνια και έκαψαν τις θημωνιές των σιτηρών. Στα υπόλοιπα τρία σημειώθηκαν και φόνοι. Στο Δερέκιοϊ ανατίναξαν με δυναμίτιδα το τηλεγραφείο και το οίκημα του στρατιωτικού σταθμού. Στο Καραχαλήλ σκότωσαν δύο Οθωμανούς δασοφύλακες. Αυτά τα χωριά είχαν κυρίως κατοίκους Τούρκους και Βουλγάρους.

               Οι Τούρκοι απέστειλαν στρατιωτικά αποσπάσματα για την καταδίωξη των κομιτατζήδων. Κατόρθωσαν μάλιστα να περικυκλώσουν δύο σώματα και να διεξαχθεί σφοδρή μάχη.

               «Τα κινήματα ταύτα ενέπνευσαν πανικόν εις τα ρηθέντα χωρία καθώς και εις την πόλιν της Ηρακλείας, όπου έκοψαν τα τηλεγραφικά σύρματα και εσχεδίασαν και την απομόνωσιον από πάσης συγκοινωνίας…» ανέφερε προς τον πρωθυπουργό και υπουργός Εξωτερικών Δημήτριο Ράλλη, ο πρόξενος Μιχαήλ Νικολάου.

Το «Εμπρός» της 14ης Αυγούστου, πληροφορούσε τους αναγνώστες του ότι Βούλγαροι κομιτατζήδες είχαν κάψει πολλά χωριά και έφτασαν στα πρόθυρα της Αδριανούπολης. Οι στρατιώτες που τους καταδίωξαν, μάζεψαν 32 πτώματα, τα οποία ανήκαν σε χωρικούς. Τότε αναγγέλθηκε και η καταστροφή εκκλησιών και ελληνικών σπιτιών στον Πύργο (Μπουργκάς).

               Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι από τις 5 έως τις 14 Αυγούστου είχε παρατηρηθεί κάθοδος κομιτατζήδων από την περιοχή Τυρνόβου στην Ανατολική Θράκη, ειδικά στον καζά των Σαράντα Εκκλησιών, σε ομάδες των 12-25 ανδρών. Αυτοί έμπαιναν στα χωριά και έκαιγαν στα αλώνια την εσοδεία των χωρικών.

               Στα χωριά Ευκάριον, Σκεπαστό και Καραχαλήλ που είχαν μικτό πληθυσμό Ελλήνων και Βουλγάρων έκαψαν τα αλώνια, κατά την προξενική αναφορά.

*Οι Ρώσοι τους εβλεπαν από τα πλοία...

               Εκείνο τον Αύγουστο από τις 4 του μηνός σημειώθηκε εισβολή κομιτατζήδων και από τη θάλασσα και ενώ περιπολούσε ανοιχτά των βουλγαρικών ακτών ο ρωσικός στόλος. Οι Βούλγαροι αποβιβάσθηκαν στο χωριό Βασιλικό κατέλαβαν το διοικητήριο, το τελωνείο, το τηλεγραφείο και τα ανατίναξαν με δυναμίτιδα. Έβαλαν φωτιά στην πόλη, όπως είχαν πράξει και στην Αγαθούπολη. Σκότωσαν Οθωμανούς στρατιώτες και δημοσίους υπαλλήλους που αντιστάθηκαν και αιχμαλώτισαν πολλούς. Βασιλικό και Αγαθούπολη ήταν ελληνικά. Το μεν πρώτο με 250 οικογένειες και η δεύτερη με 200 οικογένειες.

               Οι ανατινάξεις τηλεγραφείων και η διακοπή των τηλεγραφικών καλωδίων, δεν επέτρεπε να γίνουν άμεσα γνωστά των εγκλήματα που συνέβαιναν.

               Λόγω της ανώμαλης κατάστασης, που επικρατούσε στην ύπαιθρο ο πρόξενος Νικολάου έστειλε από την Αδριανούπολη στις Σαράντα Εκκλησίες τον διερμηνέα του προξενείου για να πληροφορηθεί τι ακριβώς συμβαίνει και να ενημερώσει το προξενείο. Ο απεσταλμένος αυτός έφερε πλήθος πληροφοριών. Ειδικά για το Βασιλικό και την Αγαθούπολη ανέφερε ότι οι αποβιβασθέντες Βούλγαροι προέβησαν σε δηώσεις και κατά των ελληνικών χωριών της περιοχής Γραμματικό, Μάζαρι, Λιμάνι, Κορφοκολύμπι και Κωστή, που δεν είχαν γίνει γνωστές στις Σαράντα Εκκλησίες γιατί συνεχίζονταν η διακοπή των τηλεγραφικών καλωδίων.

               Η εφημερίδα «Άστυ» είχε γράψει για βανδαλισμούς των Βουλγάρων στην Αγαθούπολη και Δερέκιοϊ, αλλά και σε άλλα πέντε χωριά ανάμεσα στη Μήδεια και τη Μηλιά, όπου εκτός των φόνων προξένησαν μεγάλες καταστροφές βάζοντας φωτιά ή ανατινάζοντας σπίτια! Η ίδια εφημερίδα έγραψε ότι στην Κωνσταντινούπολη, το πραξικόπημα των Βουλγάρων προξένησε αλγεινότατες εντυπώσεις μεταξύ των διπλωματών, γιατί εξακριβώθηκε ότι η πυρπόληση χωριών έγινε «υπό τα όμματα σχεδόν του ρωσικού στόλου, όστις εστάθμευσεν εις την Μήδειαν και παρά τας συμβουλάς της επισήμου Ρωσίας προς τους Βουλγάρους όπως απόσχουν παντός κινήματος εις ό ήθελον προβή ενθαρρυνόμενοι εκ της παρουσίας του ρωσικού στόλου».

               Λίγες μέρες αργότερα η ίδια εφημερίδα έγραψε ότι η Υψηλή Πύλη είχε πληροφορίες πως περίπου 70 ανώτεροι και κατώτεροι Ρώσοι αξιωματικοί κατατάχθηκαν στο βουλγαρικό στρατό και κατανεμήθηκαν σε στρατιωτικές μονάδες κυρίως της Ανατολικής Ρωμυλίας, δηλαδή προς τα τουρκοβουλγαρικά σύνορα.

*Η καταστροφή του Βασιλικού

               Σύμφωνα με τηλεγραφήματα του προξένου Νικολάου από την Αδριανούπολη, στις 10 Αυγούστου 2.500 Βούλγαροι επαναστάτες είχαν καταλάβει τη Βιζύη, τη Μήδεια και το Βασιλικό. Κατά τις πληροφορίες του οι Οθωμανοί είχαν φέρει ενισχύσεις από το Διδυμότειχο, δύο τάγματα Ιππικού, από το Γκρίτζαλη και το Μουσταφά Πασά από ένα τάγμα Πεζικού και από την Κωνσταντινούπολη έφεραν ένα τάγμα Ιππικού και τρείς ορεινές πυροβολαρχίες. Άλλα τέσσερα τάγματα Πεζικού εστάλησαν στις Σαράντα Εκκλησίες και στα άλλα παραλιακά μέρη και κατόρθωσαν να περικυκλώσουν τους κομιτατζήδες σε ένα μεγάλο και αδιάβατο δάσος. Οι κομιτατζήδες- κατά τον Νικολάου- απ’ όπου πέρασαν είχαν προκαλέσει πολλές καταστροφές. Στην περιοχή εκείνη κατοικούσαν Έλληνες.

               Κάτι που επεσήμαινε ο Έλληνας πρόξενος, ήταν ότι όταν ανοίχτηκαν στη θάλασσα τα ρωσικά πλοία που ναυλοχούσαν στο Πύργο (Μπουργκάς) αμέσως τα βουλγαρικά ληστανταρτικά σώματα επιβιβάσθηκαν σε πλοιάρια και αποβιβάσθηκαν στη Βασιλικό όπου κατέλαβαν το διοικητήριο, υψώνοντας τη Βουλγαρική σημαία.

               «Η κίνησις του Ρωσικού στόλου απεριγράπτως ενεθάρρυνε τα βουλγαρικά επαναστατικά σώματα και εδειλίασε τους Τούρκους αξιωματικούς, αποδίδοντας εις την ναυτικήν επίδειξιν, πολιτικήν σημασίαν».

               Από τις 11 Αυγούστου ο Νικολάου ειδοποιούσε ότι η κατάσταση στα ορεινά χωριά του Τυρνόβου ήταν σοβαρή. Εκεί στα τουρκοβουλγαρικά σύνορα είχαν συγκεντρωθεί πλέον των 2.000 κομιτατζήδων. Ανάμεσά τους υπήρχαν στρατιώτες και αξιωματικοί. Άλλοι είχαν αναπτυχθεί έως και την παραλία της Αγαθούπολης. Τα Οθωμανικά στρατεύματα προσπαθούσαν να τους συγκρατήσουν ελπίζοντας ότι θα τους περιορίσουν στον ορεινό όγκο. Συμπλοκές γίνονταν σε διάφορα χωριά όπως στα Πάσπαλα, Κόρφω, Κολύμπα και Σκεπαστό. Οι Τούρκοι κάτοικοι πανικόβλητοι εγκατέλειψαν τα χωριά Σεβτζιλάρ, Αβρέτ, Χαρμάς Μπαΐρ, και Φουντούκ Μπαΐρ, εγκαταλείποντας τις σοδειές τους σε σιτηρά.

*Η ανατίναξη του εμβληματικού τρένου



Η ανατίναξη του Οριάν Εξπρές στο Πύθιο

 

               Σημαντικό γεγονός του επαναστατικού πυρετού των Βουλγάρων στην Ανατολική Θράκη, ήταν η ανατίναξη στις 13 Αυγούστου του φημισμένου τρένου Οριάν Εξπρές.  

Στο Πύθιο, κατέληγε η σιδηροδρομική γραμμή από την οποία περνούσε το περίφημο Οριάν Εξπρές, πριν περάσει από τη γέφυρα επί του ποταμού Έβρου για να φτάσει στην Κωνσταντινούπολη. Διένυε μια διαδρομή 2.740 χιλιομέτρων περίπου από το Παρίσι έως την Κωνσταντινούπολη, με ενδιάμεσες σύντομες στάσεις στο Στρασβούργο, το Μόναχο, τη Βιέννη, τη Βουδαπέστη και το Βουκουρέστι. Το Οριάν Εξπρές, είχε ταυτιστεί με την ταξιδιωτική πολυτέλεια. Λειτουργούσε από τις 5 Ιουνίου του 1883.

    Το μυθικό Οριάν Εξπρές όπως είναι γνωστό αποτέλεσε το χώρο, στον οποίο η φημισμένη συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων Άγκαθα Κρίστι, έγραψε το «Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές».

    Ας επανέλθουμε όμως στην έκρηξη που έγινε στο Κούλελι Μπουργκάς, στο Πύθιο, όπως ονομάζονταν το 1903. Όπως έγινε αργότερα γνωστό ότι η τρομοκρατική έκρηξη έγινε στις 10.30 το βράδυ λίγο μετά την άφιξη της υπ’ αριθμ 12 αμαξοστοιχίας, στο σιδηροδρομικό σταθμό του Κούλελι Μπουργκάς και θα συνέχιζε προς Αδριανούπολη. Με το συγκεκριμένο τρένο ταξίδευαν επιστρέφοντας στην Ευρώπη, πολλές γυναίκες περιηγήτριες. Καπνοί και φλόγες έζωσαν το σταθμό. Ακούγονταν τρομερές εκπυρσοκροτήσεις. Τμήματα κάποιων βαγονιών τινάζονταν στον αέρα. Ατμόσφαιρα εφιαλτική. Πανικός του κόσμου. Ο αριθμός των νεκρών αναθεωρήθηκε μετά τις πρώτες εντυπώσεις. Σκοτώθηκαν επιτόπου 6 άτομα και τραυματίσθηκαν 18. Από τους νεκρούς οι δύο ήταν γυναίκες, καθώς και ένα παιδί, ένας μηχανοδηγός, ένας σιδηροδρομικός υπάλληλος, ο υπηρέτης του σιδηροδρομικού εστιατορίου και ένα ακόμα άτομο.

Η αμαξοστοιχία διέθετε μία ατμομηχανή, ένα βαγόνι-αποθήκη, ένα ταχυδρομικό βαγόνι, μία κλινάμαξα, έξι βαγόνια της α΄ και της β΄ θέσης και ένα βαγόνι της γ’ θέσης.

Στο σταθμό του Κούλελι Μπουργκάς υπήρχε για τη φύλαξή του ένα λόχος του Οθωμανικού στρατού. Η «Ακρόπολις» έγραψε ειρωνικά  ότι «οι Τούρκοι φύλακες επιτηρούσι τόσον καλώς τους σιδηροδρόμους, όσον και τα σύνορα, δια των οποίων διέρχονται καθ΄ εκάστην νύκτα ουχί δεκάδες, αλλ’ εκατοντάδες επαναστατών εκ Βουλγαρίας».

*Ο Τύπος ειδοποιεί...

Στις 23 Αυγούστου η «Ακρόπολις» δημοσίευσε ανταπόκριση από την  Αδριανούπολη, σύμφωνα με την οποία στην Ανατολική Θράκη υπήρχαν 400.000 Έλληνες άοπλοι και απροστάτευτοι με τη ζωή την τομή τους και την περιουσία τους να απειλούνται κάθε στιγμή από τους κομιτατζήδες που έμπαιναν κρυφά στην Οθωμανική επικράτεια. Η Οθωμανική κυβέρνηση εξόπλιζε τους τουρκικούς πληθυσμούς και οι Έλληνες έμεναν εντελώς ανυπεράσπιστοι. Η ίδια εφημερίδα υπογράμμιζε την ανάγκη εξοπλισμού των Ελλήνων, κάτι που έγινε πολύ αργότερα, από την πλευρά της Ελλάδας.

 «Καιρός είναι να δείξει- έγραφε για τον Ελληνισμό η εφημερίδα- ότι δεν αδρανεί, αλλ’ ότι δύναται να υπερασπίση το έν εκατομμύριον πληθυσμού, όπερ υπάρχει εν τοις νομοίς Αδριανουπόλεως, Θεσσαλονίκης και Βιτωλίων».

   Η «Ακρόπολις» την ίδια μέρα δημοσίευσε την ακόλουθη χαρακτηριστική ανταπόκριση από την Αδριανούπολη:

   «Εάν η Ευρώπη εις τα ζητήματα της Ανατολής εις τα οποία δεν έχει ίδιον συμφέρον, ενόχως σιωπά, ίνα φανή αρεστή εις την Ρωσίαν την προστατεύουσαν τους Βουλγάρους, εάν λέγω η Ευρώπη δια της στάσεώς της συντελή όπως οι Βούλγαροι διαπράττωσιν εναντίον των εν  Θράκη απροστατεύτων Ελληνικών χωρίων τα θηριωδέστερα κακουργήματα δια δυναμίτιδος καίοντες και καταστρέφοντες ελληνικάς εκκλησίας, σχολεία και χωρία ολόκληρα, αποκλειστικώς Ελληνικά, ως ο Βασιλικός, η Μήδεια, η Βιζύη και τόσα άλλα, η Ελληνική Κυβέρνησις έχει νομίζομεν καθήκον άμα και δικαίωμα να ρήξη φωνήν, να μεταχειρισθεί άπαντα τα μέσα προς υπεράσπισιν των Ελληνικών συμφερόντων. Εν Θράκη, εν τω νομώ Αδριανουπόλεως υπάρχουσι 400.000 Έλληνες άοπλοι και απροστάτευτοι, των οποίων την ζωήν, τιμήν και περιουσίαν επαπειλούσιν οι εκ διαφόρων σημείων εισβάλλοντες λησταντάρται».

Στις 29 Αυγούστου 1903 το ελληνικό προξενείο του Δεδέαγατς , ειδοποιούσε την Αθήνα, ότι την προηγούμενη νύχτα έγινε αποτυχημένη απόπειρα ανατίναξης με δυναμίτιδα το συρμού Θεσσαλονίκης- Δεδέαγατς έξω από το χωριό Χιρκάς (σήμερα Κίρκη). «Ουδέν δυστύχημα» τηλεγραφούσε το προξενείο.

 

Αυτά τα τρόπαια θαυμάζουν οι Άγγλοι;

 

               Στις 29 Αυγούστου εμφανίστηκε στην Αδριανούπολη ο απεσταλμένος των «Τάιμς» του Λονδίνου Havell προερχόμενος από τη Μακεδονία, ο οποίος επισκέφθηκε τον πρόξενο Νικολάου. Αυτός δήλωσε με την πρώτη κουβέντα ότι τα πράγματα στη Μακεδονία εξελίσσονται υπέρ των Βουλγάρων και ότι η κοινή γνώμη στην Αγγλία είχε στραφεί υπέρ των Βουλγάρων.

               Ο Νικολάου ψύχραιμα τον ρώτησε:

 -Τα άγρια εγκλήματα που διέπραξαν οι Βούλγαροι εναντίον των Ελλήνων, αυτά είναι τα τρόπαια , που θαυμάζουν οι Άγγλοι; Ελπίζω να αλλάξεις γνώμη αφού πρώτα μάθεις την αλήθεια.

Ο Άγγλος δημοσιογράφος κατάλαβε τι συμβαίνει και άλλαξε τη συζήτηση. Απάντησε ότι δεν αναμιγνύεται στα πολιτικά και ότι απλώς συγκεντρώνει πληροφορίες. Και επιπλέον ζήτησε από τον Έλληνα πρόξενο να του πει πόσα και ποια ελληνικά χωριά έκαψαν οι Βούλγαροι. Ο Νικολάου τα απαρίθμησε ο Άγγλος τα κατέγραψε, ευχαρίστησε και έφυγε.

Εν τω μεταξύ λίγες μέρες αργότερα, ο Νικολάου, σε μια συνομιλία του με τους προξένους της Αυστρία, της Γαλλίας και της Ρωσίας, συμπέρανε, πως όλοι οι πρόξενοι σε Μακεδονία και Θράκη υπεδείκνυαν στις κυβερνήσεις τους να υπάρξει στρατιωτική κατοχή ιδίως στη Μακεδονία, αλλά και στο Λίβανο, όπου επίσης υπήρχαν ταραχές.

*Η σημαία του βουλγαρικού αποσπάσματος Ρακόφσκυ (από το LostBulgaria)


 

Κάποιοι επέμεναν και το Σεπτέμβριο, αλλά…

 

               Οι Τούρκοι μπόρεσαν σχετικά γρήγορα να εξουδετερώσουν τους πραξικοπηματίες Βουλγάρους στην Ανατολική Θράκη και να τους απωθήσουν από τα εδάφη τους. Τα μεγαλεπήβολα όνειρα των Βουλγάρων για αυτονομία φυλλορρόησαν, στις οροσειρές της Στράντζας.

               Όταν μπήκε ο Σεπτέμβριος του 1913 στο βιλαέτι της Αδριανούπολης είχαν εναπομείνει 100 κομιτατζήδες υπό την αρχηγία του πρώην δημάρχου Βάρνας Σισμάνωφ, που τελικά διασκορπίσθηκαν καταδιωκόμενοι από τα τουρκικά αποσπάσματα προς τη Βιζύη. Τελικά ο Σισμάνωφ με άλλους 25 συνελήφθη αιχμάλωτος και εστάλησαν όλοι στην Κωνσταντινούπολη. Άλλοι ομάδα με 200 Βούλγαρους πέρασε τα τουρκοβουλγαρικά σύνορα κοντά στο Μουσταφά Πασά, αλλά αμέσως απωθήθηκαν από τους Τούρκους, με σφοδρή μάχη.  Έχασαν τη ζωή τους 15 κινηματίες.

               Προς τα μέσα Σεπτεμβρίου, ο πρόξενος Μιχαήλ Νικολάου πληροφορούσε τον πρωθυπουργό και υπουργό Εξωτερικών Δημήτριο Ράλλη ότι οι βιαιοπραγίες δεν σταμάτησαν, παρά το γεγονός ότι οι Τούρκοι είχαν εκδιώξει από την Ανατολική Θράκη τους Βούλγαρους κινηματίες. Στην πραγματικότητα όμως οι εντόπιοι Βούλγαροι που ήταν συνένοχοι των εγκληματικών πράξεων που είχαν συμβεί άρχισαν να σχηματίζουν μικρές ομάδες και να καταφεύγουν στα βουνά. Ο Νικολάου, συνέχισε να ενημερώνει την κυβέρνηση:

               «Επομένως όλαι αι πληροφορίαι μου παριστάνουσιν την κατάστασιν των χωρικών πληθυσμών, το μεν ανυπόφορον και επισφαλή εκ μέρους των αφανών συμμοριών, το δε πολύ ενοχλητικήν εκ των δυσβαστάκτων πολλών στρατευμάτων. Δια τούτο επεκαλέσθην την προσοχήν και μέριμναν του Γενικού Διοικητού, όπως επαρκώς προστατεύσει τους αόπλους κατοίκους και εδραιώση κατάστασιν ασφαλείας και συνάμα περιθάλψη πάντας τους παθόντας Έλληνας υπό των Βουλγάρων, διότι ομολογουμένως εν τω καζά κατοικούντων, πλην της πόλεως και εν τω καζά Τυρνόβου μέχρι της παραλίας επήλθε φρικτή λεηλασία και ερήμωσις του βουλγαρικού και τουρκικού πληθυσμού, του μεν υπό των Τούρκων, του δε υπό των Βουλγάρων και τούτων βιαιοπραγησάντων κατά των Ελληνικών χωρίων της παραλίας από του Βασιλικού μέχρις Υνιάδος, ως εκ καιρώ ανέφερον».

               Μια άλλη μάχη βουλγάρων κινηματιών και τουρκικών δυνάμεων αναφέρεται ότι έγινε στα μέσα Σεπτεμβρίου στο χωριό Χαρμανλούκ, δύο ώρες μακριά από το Μουσταφά Πασά. Ήταν ομάδα 200 Βουλγάρων και μόλις εμφανίσθηκαν ακούσθηκαν «τρεις τηλεβολισμοί» από τα  οχυρώματα του Δερβίς Τεπέ και συνήφθη ζωηρή μάχη. Οι Βούλγαροι ετράπησαν σε φυγή τελικά αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 35 νεκρούς και τραυματίες. Οι Τούρκοι είχαν 17 νεκρούς.

 

Διαπιστώσεις εκ πείρας…

 

Και μια χαρακτηριστική διαπίστωση του πρόξενου Μιχ. Νικολάου, με ημερομηνία 6 Οκτωβρίου 1903:

«Μακρά πείρα με διδάσκει ότι εν Τουρκία, ουδεμία βιαιοπραγία, λεηλασία, πυρκαϊά και σφαγή κατά χριστιανών γίνεται άνευ ανωτάτης διαταγής, εκτός των κοινών εγκλημάτων, των κατά σύμπτωσιν λαμβανόντων χώραν, διότι και ο στρατός και ο μωαμεθανός είναι πολύ ευπειθής και ουδέποτε πράττει τι άνευ ανωτέρας διαταγής, οι δε ανώτεροι υπάλληλοι και στρατιωτικοί, οι εκτελούντες τας ανωτάτας διαταγάς ου μόνον δεν καταδικάζονται, αλλά και βραβεύονται».

Αυτές οι διαπιστώσεις έγιναν μετά τα εγκλήματα και τις λεηλασίες που είχαν διαπραχθεί κατά των Ελλήνων από Τούρκους στο Ευκάρυον και αποδόθηκαν ευθύνες στο μπίμπαση (χιλίαρχο) Ιμπραήμ εφέντη. Το στρατοδικείο όμως τον αθώωσε, γιατί δέχθηκε μετά από μονομερείς ανακρίσεις, ότι τα όσα συνέβησαν στο Ευκάρυον οφείλονταν σε βασιβουζούκους και όχι στον τακτικό στρατό!!!

* Η ομάδα του βοεβόδα Μίτρε Πιρόσφκι το 1903(από το LostBulgaria)

Το στρατοδικείο της Αδριανούπολης καταδίκασε τους πρώτους συλληφθέντες βουλγάρους χωρικούς, ως συνεργούς των ληστανταρτών για σειρά δυναμιτιστικών ενεργειών, στις 10 Οκτωβρίου. Από αυτούς 9 καταδικάσθηκαν σε θάνατο. Άλλοι 9 καταδικάσθηκαν σε ισόβια δεσμά. Σε 15ετή κάθειρξη καταδικάσθηκαν 12 Βούλγαροι και 2 αθωώθηκαν. Ταυτόχρονα παρέμεναν στις φυλακές Αδριανούπολης για να δικαστούν για παρόμοια εγκλήματα 180 Βούλγαροι (ανάμεσα σ’ αυτούς οι 90 ήταν κομιτατζήδες) 45 στις φυλακές των Σαράντα Εκκλησιών και 62 στις φυλακές του Μουσταφά Πασά.

Κάποιοι παρέμειναν αμετανόητοι… Προς τα τέλη Δεκεμβρίου 1903 το βουλγαρικό κομιτάτο έστειλε στη διεύθυνση του σιδηροδρομικού σταθμού της Αδριανούπολης  επιστολή με την οποία γνωστοποιούσε ότι θα επαναλάμβανε τις δυναμιτιστικές επιθέσεις!!! Οι οθωμανικές αρχές αναγκάσθηκαν να διπλασιάσουν τις φρουρές στις σιδηροδρομικές γραμμές.

Όλα αυτά συνέβαιναν το 1903 στην Ανατολική Θράκη. Η κοινή γνώμη της ελεύθερης Ελλάδας είχε ελάχιστη ενημέρωση. Η ευαισθησία κυρίως των αξιωματικών είχε αρχίσει να φουντώνει και άρχισαν οι μυστικές αποστολές πρώτα στη Μακεδονία και αργότερα στη Θράκη για να οργανώσουν τον αλύτρωτο Ελληνισμό εναντίον των ποικίλων κινδύνων που τον απειλούσαν με αφανισμό. Και το κερασάκι… στην τούρτα, ήταν η υποκρισία της Βουλγαρίας!!!

Σε σχέση με τον έξω κόσμο, κυρίως, η κατάσταση παρουσίαζε σχιζοφενική κατάσταση. Η επίσημη Βουλγαρία στα λόγια αποδοκίμαζε τη δράση των κομιτατζήδων. Έμπρακτα όμως και εκ του αφανούς υπέθαλπε όλη την εγκληματικής της δραστηριότητα. Κάτι που παρατηρούσε σε έγγραφό του ο Έλληνας πρόξενος στον Πύργο, Κωνσταντίνος Ντάσσος, στις 28 Σεπτεμβρίου του 1903. Έγραφε μεταξύ άλλων:

«Και όμως σήμερον η επίσημος Βουλγαρία διαρρηγνύει τα ιμάτιά της και διαμαρτύρεται ενώπιον όλου του κόσμου ότι αποδοκιμάζει, κατακρίνει και καταδιώκει πάσαν των κομιτάτων ενέργειαν, εν’ ώ δι’ οργάνων της διοικήσεως υποθάλπει και υποστηρίζει τους αναρχικούς τούτους των κομιτάτων».

 

Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 

ΠΗΓΕΣ

*Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, Κεντρική Υπηρεσία 1903, φακ. 50.

*Αρχείο εφημερίδων «Ακρόπολις», «Άστυ», «Εμπρός», του 1903, Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων.

9 σχόλια:

  1. Βασ Στας
    Ευτυχώς υπάρχει ΤΣΥΡΙΖΑ με τις αποτυχημένες προτάσεις του να μας τα θυμίζει, "δημοκρατία του Ίλιντεν"!!! Εξέγερση σλαβόφωνων, οικιοποιημένη από Σκοπιανούς. Όλοι οι βαλκανικοί πόλεμοι αποτελούν άγνωστη πτυχή, με τις ευχές του υπουργείου παιδείας ασχέτου κόμματος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Elias Papadodemas
    Δεν τα διδάσκουμε, δεν τα αναλύουμε σωστά, μα και τα θάβουμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Eleni Chioni
    Πολυ ωραίο Παντελή!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ευχαριστώ πολύ για την ανάδειξη των "ξεχασμένων" γεγονότων στην πολύπαθη Θράκη..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Leyteris Antipr AsimQozmimata
    Να συμπληρωσω μονο οτι τους Βουλγαρους τους ενθαρυνε περα απο τους Ρωσσους κ η Γερμανια.Με λιγα λεφτουδακια οι Βουλγαροι πηγαιναν αμεσως.Γερμανια Ρωσσια κ Τουρκια παντα αγαστοι κ φιλοι κ προπαντων εχθροι μας.Οπως κ σημερα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Sotris Zervogianidis
    Ποταμός πληροφοριών της θρακικής ιστορίας. Συγχαρητηρια κ. Παντελή

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Elli Samouridou Dimitriadou
    Και εμείς πάντα χαλαροί

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Σμα Αγγε
    Δεινοπάθησαν
    Εύχομαι να μην ξανασυμβεί.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Χρυσουλα Αμιλλη
    Ταλαιπωρηθηκε πολύ αυτός
    Ο λαός και συνεχίζει !
    Τι φταίει άραγε η γεωγραφική θέση
    οι κυβερνησεις
    Ο λαός που μόνο εν καιρό
    πολέμου σμίγει?
    Τι φταίει ? Τελικά !

    ΑπάντησηΔιαγραφή