ΑΠΟ
ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ https://www.kathimerini.gr/culture/561333835/i-perikefalaia-toy-kolokotroni/
Γράφει
ο κ. ΓΙΩΡΓΟΣ Θ. ΜΑΥΡΟΓΟΡΔΑΤΟΣ*
Αν
ακούσεις τη λέξη «περικεφαλαία», πού τρέχει ο λογισμός σου, ιδίως εφέτος;
Μάλλον στον Θεόδωρο (ή «Θοδωράκη») Κολοκοτρώνη. Αυτός αποδεικνύεται ασύγκριτα
πιο επιτυχημένος από όλους τους άλλους πρωταγωνιστές του 1821, όχι μόνο ως
στρατιωτικός ηγέτης, αλλά και ως ιδιοφυής μάστορας στην αυτοπροβολή και στην
αυτομυθοποίηση – δηλαδή, στην κατασκευή του ίδιου του δικού του μύθου για την
αιωνιότητα.
Το έκανε βέβαια με τις
αναμνήσεις του, που υπαγόρευσε στον Γεώργιο Τερτσέτη – πρώτα δικαστή του, αλλά
ύστερα θαυμαστή του και θεματοφύλακα του μύθου του. Αυτός βρήκε και τον
μεγαλόστομο τίτλο «Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής», ενώ δεν πρόκειται
παρά για εντελώς προσωπικά απομνημονεύματα. Στο πεδίο του γραπτού λόγου, τον
Κολοκοτρώνη ξεπέρασε μόνο ο Ιωάννης Μακρυγιάννης. Αλλά στο πεδίο της εικόνας, ο
Κολοκοτρώνης αποδείχθηκε ασυναγώνιστος – χάρη στην περικεφαλαία του.
Πολλές ξεχωριστές προσωπικότητες έχουν επίγνωση της σημασίας που αποκτά η εμφάνισή τους, αν πρόκειται να εντυπωθεί και να εντυπωσιάσει τους συγχρόνους τους, αλλά και τους μεταγενέστερους. Το πρώτο παράδειγμα που έρχεται στον νου είναι ο Ναπολέων Βοναπάρτης, με το απλό και γυμνό από στολίδια μαύρο καπέλο του (από το οποίο σώζονται αρκετά δείγματα). Για να εκτιμήσουμε πόσο ρηξικέλευθο και εντυπωσιακό υπήρξε τότε, ως «σήμα κατατεθέν», πρέπει να το συγκρίνουμε όχι τόσο με τα τρίκοχα καπέλα των παλαιών αριστοκρατών, όσο με τα φανταχτερά χρυσοποίκιλτα καπέλα των στρατηγών της Γαλλικής Επανάστασης, φορτωμένα φτερά και άλλα λοφία. Τέτοιο φόρεσε και αυτός, ως στρατηγός της Δημοκρατίας. Ως αυτοκράτορας, όμως, όχι μόνο δεν το χρειαζόταν πια, αλλά έπρεπε επιπλέον να ξεχωρίζει από τους στρατάρχες του, που συνέχισαν να φορούν τέτοια καπέλα.
Τρεις
πρωταγωνιστές
Αν έρθουμε τώρα στη
δική μας Επανάσταση, αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι επιλογές που έκαναν
ορισμένοι πρωταγωνιστές της σχετικά με την εμφάνισή τους. Είναι μάλιστα οι
τρεις ηγέτες που ταυτίστηκαν με τα λεγόμενα «ξενικά» κόμματα.
Ελάχιστα γνωστή, αλλά
εξαιρετικά εύγλωττη υπήρξε η κυριολεκτική μεταμόρφωση του Μαυροκορδάτου, πριν
κατέβει στην επαναστατημένη Ελλάδα το 1821. Όταν διέφυγε στη Δύση το 1818 μαζί
με τον θείο του, Ιωάννη Καρατζά, μέχρι τότε ηγεμόνα της Βλαχίας, ο
Μαυροκορδάτος είχε την εμφάνιση Οθωμανού αξιωματούχου, με πλούσια γένια,
τουρμπάνι και ανατολίτικα ρούχα. Έτσι τον δείχνει και ένα πορτρέτο του από τον
Horace Vernet το 1819, όταν ήταν στη Γενεύη. Ετσι τον γνώρισαν στην Πίζα τον
επόμενο χρόνο και οι Shelley: ο κορυφαίος ρομαντικός ποιητής Percy Shelley και
η γυναίκα του Mary Shelley (που έγινε πασίγνωστη ως συγγραφέας του
«Frankenstein»).
Πριν όμως ξεκινήσει για
την επαναστατημένη Ελλάδα, ο Μαυροκορδάτος ξύρισε τα γένια και φόρεσε ευρωπαϊκά
ρούχα, για τα οποία ύστερα τον λοιδορούσαν εχθροί του, όπως ο Κολοκοτρώνης το
1823 («σε διώχνω με τα λεμόνια, με τη
βελάδα που ήλθες»). Έδωσε ο ίδιος κάποια εξήγηση τότε στους Shelley, όταν
τους αποχαιρέτισε μεταμορφωμένος; Έδωσε μήπως αργότερα; Φαίνεται πως όχι. Όμως
ο Χρήστος Λούκος εύλογα συμπεραίνει ότι αυτή η μεταμόρφωση έδειχνε «την
οριστική ρήξη του Μαυροκορδάτου με το οθωμανικό παρελθόν».
Εντελώς αντίθετα, ο
Κωλέττης μέχρι το τέλος της ζωής του φαίνεται ότι δεν εμφανίστηκε ποτέ με
ευρωπαϊκά ρούχα, ούτε καν όταν ήταν οκτώ χρόνια πρεσβευτής στο Παρίσι, όπου
περιφερόταν πάντα με φουστανέλα και φέσι, ως εξωτική και ρομαντική μορφή των
σαλονιών. Έτσι τον απαθανάτισε μετά θάνατον και ο Γάλλος ζωγράφος Dominique
Papéty, κατά παραγγελία της γαλλικής βασιλικής οικογένειας του Λουδοβίκου-Φιλίππου,
για να θυμούνται τον φίλο τους. Στην περίπτωση του Κωλέττη, δεν υπάρχει τίποτε
ανεξήγητο. Όπως έλεγε ο ίδιος μόλις έγινε πρωθυπουργός, το 1844, στον γραμματέα
του Νικόλαο Δραγούμη (που κληρονόμησε από τον προκάτοχό του Μαυροκορδάτο), το
ελληνικό έθνος δεν φοράει βελάδες, αλλά φουστανέλες – και τα έθνη «δεν αυτοσχεδιάζονται».
Σύνθετη
περίπτωση
Σε σύγκριση με τις δύο
προηγούμενες, η περίπτωση του Κολοκοτρώνη παρουσιάζεται πολύ πιο σύνθετη. Πρώτα
πρώτα, έχει σημασία ότι δεν επινόησε την περικεφαλαία, αλλά του βρέθηκε – ως
ενθύμιο. Ήταν μέρος της επίσημης στρατιωτικής στολής του, όταν υπηρέτησε το
1810-1816 ως αξιωματικός σε μονάδα Ελλήνων, που οργάνωσαν οι Βρετανοί στη
Ζάκυνθο. Είχε μάλιστα διοικητή τον γνωστό Ιρλανδό φιλέλληνα Ρίτσαρντ Τσωρτς
(Richard Church), που ο Τερτσέτης αναφέρει ως «Τζουρτζ». Στο Εθνικό Ιστορικό
Μουσείο μπορεί κανείς να δει και τις επωμίδες με λεοντοκεφαλές, που επίσης ήταν
μέρος της βρετανικής στολής του Γέρου του Μοριά.
Εντελώς αντίθετα, ο Παπαφλέσσας, ως ήδη αμφιλεγόμενο πρόσωπο, θα είχε γελοιοποιηθεί και περιθωριοποιηθεί ανεπανόρθωτα αν είχε επινοήσει μόνος του μια αρχαιοπρεπή περικεφαλαία και εμφανιζόταν με αυτήν, όπως τον παρουσιάζει ο Adam Friedel, στο πιο ακραίο δείγμα της αναξιοπιστίας του ως προσωπογράφου της Επανάστασης.
Οι
προσωπογραφίες
Για την ανάλυσή μας
χρειάζεται πρώτα μια απογραφή και αξιολόγηση των προσωπογραφιών του
Κολοκοτρώνη. Τρεις μόνο μπορούν να θεωρηθούν πιστές και εκ του φυσικού
απεικονίσεις του.
Η πιο προσεγμένη και
ρεαλιστική σχεδιάστηκε από τον Βαυαρό υπολοχαγό Karl Krazeisen με μολύβι στη
Δαμάλα (Τροιζήνα) στις 14 Μαΐου 1827. Έγινε όμως γνωστή μόνο από τη λιθογραφία
που κυκλοφόρησε το 1831 στο Μόναχο. Σ’ αυτήν, τα χαρακτηριστικά του προσώπου
έγιναν πιο εξευγενισμένα και έπαψαν να αποπνέουν σκληρότητα. Προστέθηκε κάτι το
«ατμώδες», όπως έγραφε το 1926 ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, σεμνός διευθυντής της
Εθνικής Πινακοθήκης, χάρη στον οποίο αυτή απέκτησε τα ανεκτίμητα πρωτότυπα
σχέδια του Krazeisen. Τα άλλα δήθεν πορτρέτα του Κολοκοτρώνη από την εποχή του
Αγώνα (όπως π.χ. το προγενέστερο του Friedel) είναι τελείως άτεχνα ή και
εντελώς φανταστικά (με την αρχική σημασία του όρου).
Η δεύτερη εκ του
φυσικού πιστή απεικόνιση οφείλεται στον επίσης Βαυαρό (αλλά επαγγελματία ζωγράφο)
Peter von Hess. Έγινε σε μινιατούρα στο Ναύπλιο το 1833, για να ενσωματωθεί
ύστερα στον μνημειώδη πίνακα με την άφιξη του Όθωνα, που είχε παραγγείλει ο
πατέρας του. Διαστάσεων 265,5 x 415 εκ., ο πελώριος πανοραμικός πίνακας
εκτέθηκε στο Μόναχο το 1835 και προσέλκυσε μεγάλα πλήθη.
Η τρίτη πιστή και εκ
του φυσικού απεικόνιση του Κολοκοτρώνη έγινε στην Αθήνα στις 7 Απριλίου 1842
από τον Βέλγο διπλωμάτη και ερασιτέχνη ζωγράφο Benjamin Mary. (Περιλαμβάνεται
στην πρόσφατη θαυμάσια έκδοση «Η Ιστορία έχει πρόσωπο», αλλά μπορείτε τώρα να
τη θαυμάσετε και στα κάγκελα του Εθνικού Κήπου, επί της λεωφόρου Βασιλίσσης
Σοφίας.) Η απεικόνιση του Κολοκοτρώνη σε στρογγυλή τοιχογραφία της Αίθουσας των
Υπασπιστών στα Παλαιά Ανάκτορα (σημερινή Βουλή) έγινε λίγο μετά τον θάνατό του
(τον Φεβρουάριο του 1843) και μοιάζει αντίγραφο από το έργο του Mary.
Η
φουστανέλα δεν μπορεί να φορεθεί μαζί με χλαμύδα…
Πρώτη φορά εμφανίζεται ο Κολοκοτρώνης με τη χαρακτηριστική περικεφαλαία του στην υποδοχή του Όθωνα το 1833. Έτσι τον ζωγράφισε εκ του φυσικού ο Hess, προκειμένου να αποτυπώσει με οιονεί φωτογραφική ακρίβεια την ιστορική σκηνή. Φορούσε ποτέ την περικεφαλαία νωρίτερα ο θρυλικός Γέρος του Μοριά; Ασφαλώς όχι στον πόλεμο (δίνοντας άστοχα στόχο), όπως νόμιζε παλιότερα και το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, σύμφωνα με τον οδηγό του 1994. Ίσως παρασύρθηκαν από την τοιχογραφία του Hess και την οικεία αντίστοιχη λιθογραφία μετά το 1845, που δείχνει τον Κολοκοτρώνη καθιστό να κοιτάζει παλικάρια που χορεύουν, μετά τη νίκη στα Δερβενάκια, έχοντας την περικεφαλαία ακουμπισμένη στο έδαφος δίπλα του. Ευτυχώς, σήμερα διευκρινίζουν ότι ο Κολοκοτρώνης δεν φορούσε ποτέ την περικεφαλαία του στη μάχη… Ούτε όμως την είχε μαζί του. Διαφορετικά, θα την είχε φορέσει όταν πόζαρε στον Krazeisen το 1827.
Ο Τερτσέτης τονίζει ότι
ο Κολοκοτρώνης άρχισε να μεταχειρίζεται την περικεφαλαία «ως τμήμα της επίσημης ενδυμασίας του» μόνο μετά το τέλος της
Επανάστασης. Γιατί τη φόρεσε το 1833 ειδικά στην υποδοχή του Όθωνα; Ασφαλώς όχι
απλώς για να κάνει εφήμερη εντύπωση, μολονότι ήταν «ο μόνος με την περικεφαλαίαν του».
Η περικεφαλαία συνδύαζε
με μοναδικό τρόπο την τότε ευρωπαϊκή στρατιωτική ενδυμασία με την ελληνική
αρχαιότητα. Ο Τερτσέτης στα «Προλεγόμενά» του παρασύρεται σε λυρικές εξάρσεις
γράφοντας για τον Τσωρτς («Τζουρτζ») και τον Κολοκοτρώνη, όταν υπηρετούσαν μαζί
το 1810-1816: «Τα ξανθά μαλλιά του ενός,
τα μαύρα του άλλου εστολίζοντο από την Ελληνικήν περικεφαλαίαν των αρχαίων».
Από τους Έλληνες θεωρήθηκε πάντα ότι η περικεφαλαία του Κολοκοτρώνη παραπέμπει
στους αρχαίους προγόνους, άσχετα από τη βρετανική της προέλευση, ενώ στους
Ευρωπαίους ήταν αναγνωρίσιμη και οικεία ως στοιχείο της στολής πολλών δικών
τους συνταγμάτων (π.χ. δραγόνων).
Τη φορούσε μήπως ο
Γέρος του Μοριά στη συνέχεια; Μάλλον όχι. Φορούσε από το 1835 το επίσημο ψηλό
φέσι της Φάλαγγας, με το χαρακτηριστικό έμβλημα και το στέμμα, όπως πόζαρε στον
Mary το 1842. Κέρδισε όμως τελικά ο Hess! Όλες οι μετά το 1842 απεικονίσεις του
Κολοκοτρώνη με περικεφαλαία προέρχονται αποκλειστικά από τον Hess. (Μάλλον όχι
από τη μινιατούρα, που δεν ήταν γνωστή, αλλά από τον πελώριο πίνακα της άφιξης
του Όθωνα, που την ενσωματώνει.)
Ο
ανδριάντας του Σώχου
Με την περικεφαλαία
υποχρεώθηκε να παραστήσει τον Γέρο του Μοριά και ο γλύπτης Λάζαρος Σώχος, στον
πασίγνωστο έφιππο ανδριάντα, πρώτα στο Ναύπλιο και ύστερα ξανά στην Αθήνα. Στη
διάρκεια συντήρησης του αθηναϊκού ανδριάντα το 2002, βρέθηκε χαραγμένη στο
εσωτερικό της περικεφαλαίας η χαριτωμένη διαμαρτυρία του: «Παρά την θέλησιν του Σώχου, Κολοκοτρώνη μου, ξαναφόρεσε την περικεφαλαίαν».
Αλλά δεν πέρασε από το μυαλό του γλύπτη η σκέψη ότι ο δοξασμένος στρατηγός θα
είχε απαιτήσει, ακριβώς, να απαθανατιστεί με την περικεφαλαία!
Τελικά, ο Κολοκοτρώνης
έκανε μία σπουδαία ανακάλυψη. Η φουστανέλα δεν μπορεί βέβαια να φορεθεί μαζί με
χλαμύδα – για να δανειστούμε από τον ευρηματικό τίτλο του νέου βιβλίου της
Χριστίνας Κουλούρη. Φοριέται όμως άνετα μαζί με περικεφαλαία!
Αυτή έπαιξε ρόλο-κλειδί
για την απόλυτη επικράτηση του Κολοκοτρώνη στο εθνικό μας φαντασιακό. Αληθινή
αποθέωση μπορεί να θεωρηθεί το πρώτο Κλασσικό Εικονογραφημένο που επανεκδόθηκε
και μοιράστηκε με την «Καθημερινή» (21.3.2021), με συγγραφέα τον Βασίλη Ρώτα
και με εμπνευσμένη εικονογράφηση από τον Κώστα Γραμματόπουλο. Όχι μόνο δείχνει
τον Κολοκοτρώνη συνεχώς με περικεφαλαία, αλλά περιέχει και τον εξής διάλογο.
Λέει ο Κολοκοτρώνης: «Και σεις οι
άρχοντες, που ντυθήκατε τις τούρκικες φορεσιές και φαινόσαστε σαν Χριστιανοί
πασάδες…». Απορεί ένας προεστός: «Τι,
να βάλουμε περικεφαλαίες;» Ό.έ.δ.
* Ο κ. Γιώργος Θ.
Μαυρογορδάτος είναι ιστορικός, τ. καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών.
τόσο η μυθοποίηση όσο και απομυθοποίση εξυπηρετούν διαυγείς πολιτικές σκοπιμότητες. Και καλά οι όποιες προθέσεις στου Κολοκοτρώνη, οι σημερινές όμως ποιες είναι;
ΑπάντησηΔιαγραφή