Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Η Αλεξανδρούπολη κατά τις παραμονές της πρώτης απελευθέρωσής της από τον Παύλο Κουντουριώτη, έζησε τραγικές στιγμές εξαιτίας της βάρβαρης, ανεκδιήγητης και εκδικητικής συμπεριφοράς των Βουλγάρων, οι οποίοι κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο απώθησαν τους Τούρκους και κατέλαβαν την Δυτική Θράκη.
Η κατάσταση για τα Βουλγαρικά στρατεύματα έγινε δύσκολη όταν εξαιτίας της προκλητικότητάς τους και του αδηφάγου χαρακτήρα τους, από σύμμαχοι της Ελλάδας έγιναν αντίπαλοι και έτσι άρχισε ο Β’ Βαλκανικός Πόλεμος.
Οι άμεσες νίκες των Ελλήνων σε όλα τα μέτωπα κυρίως της Ανατολικής Μακεδονίας και η ραγδαία προέλασή τους κατέστησαν τους Βουλγάρους απηνείς διώκτες των ελληνικών πληθυσμών στις περιοχές τις οποίες κατείχαν και τις εκκένωναν.
Η Αλεξανδρούπολη, που τότε ακόμα ονομάζονταν Δεδέαγατς, δοκιμάσθηκε από πρωτοφανείς θηριωδίες, εις βάρος του πληθυσμού της, χριστιανικού και μουσουλμανικού.
Ο νεολογισμός “Βουλγαρισμοί”…
Η κοινοβουλευτική επιτροπή της Βουλής των Ελλήνων που ερευνούσε τις βουλγαρικές βαρβαρότητες, όταν έφτασε στο Δεδέαγατς και έκανε τις διαπιστώσεις της και τηλεγράφησε σχετικά στον πρόεδρο της Βουλής Κωνσταντίνο Ζαβιτσιάνο. Το τηλεγράφημα αρχίζει με τη φράση: “Εξηκριβώθησαν εκ Δεδέαγατς, οι επόμενοι Βουλγαρισμοί…”, απαριθμώντας απίστευτες βουλγαρικές βαρβαρότητες. Εντύπωση προκαλεί η χρήση του νεολογισμού “Βουλγαρισμοί” για να περιγραφεί η θλιβερή ατμόσφαιρα που επικρατούσε εκεί!!!
Ένα από τα θύματα των Βουλγάρων υπήρξε ο Έλληνας υποπρόξενος του Δεδέαγατς Στράβων Σπαθάρης, ο οποίος συνελήφθη για κατασκοπεία, οδηγήθηκε στην Αδριανούπολη με στόχο να μεταφερθεί στη Βουλγαρία για να δικαστεί από στρατοδικείο. Τελικά γλίτωσε λόγω της προέλασης των Τούρκων που επανακατέλαβαν την Αδριανούπολη και οι Βούλγαροι έφευγαν όπως- όπως για να γλιτώσουν.
Η περιπέτεια του Σπαθάρη αρχίζει...
Ας δούμε όμως την περιπέτεια του Σπαθάρη, που συνελήφθη νύχτα. Σημειώνουμε ότι πριν το Δεδέαγατς ο Σπαθάρης, το 1911 υπηρετούσε στο ελληνικό προξενείο της ιταλοκρατούμενης Ρόδου.
Από τη μέρα που άρχισαν οι ελληνοβουλγαρικές συμπλοκές στην Ανατολική Μακεδονία, οι οποίες σήμαναν την έναρξη του Β’ Βαλκανικού Πολέμου, δηλαδή από τις 22 Ιουνίου 1913, το λιμάνι του Δεδέαγατς αποκλείσθηκε στους πλόες. Απαγορεύθηκε η είσοδος και η έξοδος πλοίων. Ταυτόχρονα διεκόπη η τηλεγραφική και η ταχυδρομική επικοινωνία των πολιτών. Οι πρόξενοι των ξένων κρατών και ο πληθυσμός εξαιτίας αυτών των διακοπών, είχαν πλήρη άγνοια των γεγονότων που συνέβαιναν γύρω τους.
Το απόγευμα της 25ης Ιουνίου εμφανίσθηκαν σε μικρή απόσταση από το λιμάνι το ανιχνευτικό πλοίο “Ιέραξ” και το οπλιταγωγό “Μυκάλη”. Οι Βούλγαροι τέθηκαν σε συναγερμό και άρχισαν να κανονιοβολούν από τα επάκτια πυροβολεία τα ελληνικά πολεμικά σκάφη. ‘Ερριξαν έξι βολές. Χωρίς πλήξουν τα δύο ελληνικά πολεμικά, τα οποία είχαν αρχίσει να απομακρύνονται πλέοντας προς τη Σαμοθράκη.
Την επομένη ήρθε ταχυδρομείο από τη Σόφια, που έφερε μεταξύ άλλων και τη γαλλόφωνη εφημερίδα “Ηχώ της Βουλγαρίας”. Από την εφημερίδα αυτή ο υποπρόξενος Σπαθάρης πληροφορήθηκε τις δηλώσεις του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου στη Βουλή, ότι κηρύσσεται πόλεμος κατά της Βουλγαρίας εξαιτίας της κακοπιστίας την οποία επέδειξε έως τότε.
Αμέσως πήγε στον στρατιωτικό διοικητή της πόλης συνταγματάρχη Κάρτζιεφ και του είπε ότι κατόπιν της κηρύξεως πολέμου και της διακοπής των διπλωματικών σχέσεων των δύο χωρών η εκεί παρουσία του δεν είχε κανένα λόγο πλέον και τον παρακάλεσε να θέσει στη διάθεσή του πλωτό μέσο για να περάσει με την οικογένειά του στη Σαμοθράκη. Ο Βούλγαρος συνταγματάρχης του δήλωσε ότι αυτό είναι αδύνατο, αφού υπήρχε διαταγή των προϊσταμένων του, που απαγόρευε γενικά κάθε μετακίνηση.
Οι φωτεινές δέσμες των προβολέων των πλοίων
Τη νύχτα της μέρας εκείνης τα ελληνικά πολεμικά πλοία, που απομακρύνθηκαν από το λιμάνι λόγω των κανονιοβολισμών, φώτιζαν την πόλη του Δεδέαγατς με τους ισχυρούς ηλεκτρικούς προβολείς τους. Φωτίζοντας κατά τμήματα το Δεδέαγατς, δέσμες των προβολέων έπεσαν και επάνω στο κτίριο του ελληνικού προξενείου.
Ο Σπαθάρης την ώρα εκείνη έτρωγε αμέριμνος με την οικογένειά του και είχε αναμμένα τα φώτα του σπιτιού του.
Ξαφνικά δυνατά χτυπήματα ακούστηκαν στην εξώπορτα. Ο ίδιος άνοιξε ένα παράθυρο και τότε είδε Βούλγαρο ενωμοτάρχη επικεφαλής στρατιωτικών, που είχαν εφ’ όπλου λόγχη. Ο ενωμοτάρχης του εξήγησε ότι είχε διαταγή να τον συνοδεύσει στο Διοικητήριο και αν δεν πήγαινε θα χρησιμοποιούσε βία.
Ο Σπαθάρης δεν αρνήθηκε, αλλά έπεισε τον ενωμοτάρχη να προηγείται, να ακολουθεί ο ίδιος και σε μικρή απόσταση να ακολουθεί η ένοπλη φρουρά. Έτσι πήγε στη Διοικητήριο, όπου αντί του συνταγματάρχη Κάρτζιεφ, βρήκε ένα φανατικό Βούλγαρο του Οικονομικού Σώματος ονόματι Ηλίεφ, ο οποίος εντελώς ψυχρά του ανακοίνωσε ότι έχει εντολή να τον στείλει με συνοδεία στη Αδριανούπολη για να δώσει ορισμένες πληροφορίες στον στρατηγό Βέλτσεφ.
Ο υποπρόξενος Σπαθάρης διαμαρτυρήθηκε για την αυθαιρεσία αυτή, αλλά ο Ηλίεφ αντί να δώσει απάντηση, συνέλαβε και τον καβάση (κλητήρα) του προξενείου.
Τελικά επέτρεψε στον πρόξενο να μεταβεί στο σπίτι του υπό συνοδεία για να αποχαιρετίσει την οικογένειά του και στον καβάση να μεταβεί για να παραλάβει 2-3 βαλίτσες αναγκαίες για το ταξίδι.
Όταν ήρθε η ώρα της αναχώρησης τους έβαλαν σε μια άμαξα και τους μετέφεραν στο σιδηροδρομικό σταθμό. Όταν η άμαξα περνούσε έξω από το Γαλλικό προξενείο βγήκε ο Γάλλος πρόξενος και πληροφόρησε τον Έλληνα συνάδελφό του ότι θα φιλοξενήσει στο προξενείο του την οικογένεια του Σπαθάρη.
Το ίδιο βράδυ Βούλγαροι πήγαν στο Γαλλικό προξενείο και συνέλαβαν τη σύζυγο του Σπαθάρη και τη σύζυγο του Γάλλο πρόξενου Τακελά. Τις οδήγησαν στο ελληνικό προξενείο, που κατέλαβε ο βουλγαρικός στρατός όπου τις έθεσαν υπό κράτηση.
Στο σταθμό τους επιβίβασαν, πρόξενο και καβάση σε μια σκευοφόρο υπερπλήρη με Βούλγαρους τραυματίες και ασθενείς των συγκρούσεων που είχαν προηγηθεί στο Παγγαίο. Ο Σπαθάρης υποχρεώθηκε να καθίσει επάνω σε ένα κασόνι πυρομαχικών, ενώ απέναντί του ήταν Βούλγαροι συνοδοί με εφ’ όπλου λόγχες!!!
Φτάνουν στην Αδριανούπολη
Όταν έφθασαν στην Αδριανούπολη, οι συνοδοί τους πήγαν σε διάφορα γραφεία, όπου όμως έπαιρναν τη στερεότυπη απάντηση ότι αυτοί δεν ήταν αρμόδιοι για την συγκεκριμένη υπόθεση. Χάος ή ενδεχομένως όλα αυτά γίνονταν επίτηδες…
Τελικά κατέληξαν υποπρόξενος και καβάσης στην αστυνομική διεύθυνση, όπου ο διευθυντής τους ανακοίνωσε ότι η υπόθεση που αφορούσε τον υποπρόξενο ήταν σοβαρή και υπέβαλε σχετική ερώτηση στη Βουλγαρική κυβέρνηση που θα εξετάζονταν από το υπουργικό συμβούλιο. Εν τω μεταξύ όμως, έπεσε η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Δάνεφ… Αυτό σήμαινε για την άτυχο Σπαθάρη ότι έπρεπε να κλεισθεί σε ένα μικρό δωματιάκι της αστυνομίας. ‘Έτσι πέρασαν ένδεκα μέρες, περιμένοντας τι θα πει η καινούργια κυβέρνηση. Ο Σπαθάρης ήταν έγκλειστος με δύο χωροφύλακες απέξω, που δεν του επέτρεπαν να βγει καθόλου...
Τούρτσιτε ιντβάτ: Οι Τούρκοι έρχονται
Στη 1 μετά τα μεσάνυχτα της 6ης προς την 7η Ιουλίου 1913 μπήκε με θόρυβο στο μικρό καμαράκι ο φρούραρχος της Αδριανούπολης και ανακοίνωσε στον Έλληνα υποπρόξενο ότι οι Τούρκοι βρίσκονται λίγα χιλιόμετρα μακριά από την πόλη, ότι οι Βουλγαρικές αρχές εγκαταλείπουν την Αδριανούπολη και ότι όφειλε και ο Σπαθάρης να ακολουθήσει τα βουλγαρικά στρατεύματα που υποχωρούσαν προς τα παλαιά βουλγαρικά σύνορα.
Ο Σπαθάρης ζήτησε λίγο χρόνο να σκεφθεί αλλά ο Βούλγαρος φρούραρχος κατατρομαγμένος από την προέλαση των Τούρκων έφυγε εκνευρισμένος βρίζοντας θεούς και δαίμονες.
Ο Τούρκος καφετζής
Ο κρατούμενος υποπρόξενος όμως γνώριζε τα νέα και τη δύσκολη θέση των Βουλγάρων, πριν του μιλήσει ο φρούραρχος. Πώς τα γνώριζε; Στο Διοικητήριο υπήρχε ένας Τούρκος καφετζής που του έφερνε καφέ. Αυτός λοιπόν ο καφετζής τον ενημέρωνε για όσα συνέβαιναν έξω. Μάλιστα ο Σπαθάρης ζητούσε καφέ όταν κατά κανόνα οι δεσμοφύλακες απέξω άρχιζαν… να ροχαλίζουν!!! Και μόλις του έφερνε καφέ ο καφετζής, άρχιζε τις ερωτήσεις και έτσι ήταν ενήμερος για τις εξελίξεις στο μέτωπο της Ανατολικής Θράκης και την προέλαση κυρίως των Τούρκων.
Όταν έφυγε ο φρούραρχος εκνευρισμένος, ο Σπαθάρης παρατήρησε κάποια στιγμή ότι οι δύο χωροφύλακες, που τον φύλαγαν, δεν ήταν στις θέσεις τους. Αλλά και στους άλλους χώρους υπήρχε μια ερήμωση. Μόνο σε μια άκρη ήταν ένας γέρος Βούλγαρος εθνοφρουρός, ο οποίος είχε αποκτήσει τις προηγούμενες μέρες μια οικειότητα με τον Σπαθάρη, ο οποίος συχνά τον δωροδοκούσε. Τον πλησίασε και τον ενημέρωσε. Τον έπεισε μάλιστα δημιουργώντας και μια ατμόσφαιρα πανικού, να βρει ένα κάρο για να φύγουν έγκαιρα αυτός με τον Σπαθάρη και τον καβάση του.
Πράγματι βρέθηκε το κάρο, φόρτωσαν τις βαλίτσες του, αλλά και ένα άλλο μεγάλο δέμα από πλιάτσικα που είχε κάνει ο Βούλγαρος εθνοφρουρός και ξεκίνησαν για τον κεντρικό δρόμο.
Έξω γινόταν ο χαλασμός… Παντού κανόνια, στρατιώτες, γυναίκες, παιδάκια, κάθε είδους πρόσφυγες όλοι σε μια μεγάλη σύγχυση.
Σε κάποιο σημείο κατέβηκε από το κάρο ο Βούλγαρος εθνοφρουρός παίρνοντας μαζί και το δέμα του με το πλιάτσικο… Ο Σπαθάρης κατευθύνθηκε προς τη Μητρόπολη, όπου πέρασε την νύχτα του.
Την άλλη μέρα κατέφυγε στο Ρωσικό προξενείο, ενώ οι Τούρκοι όλο και πλησίαζαν. Την επομένη, εισήλθαν στην Αδριανούπολη οι τουρκικές προφυλακές….
Ο Τούρκος στρατιωτικός διοικητής, που γνώριζε για την αιχμαλωσία του Έλληνα υποπρόξενου του Δεδέαγατς, φρόντισε να τον επιβιβάσει σε τρένο, που πήγαινε στην Κωνσταντινούπολη, απ’ όπου έφτασε στον Πειραιά ατμοπλοϊκώς.
Έτσι, για καλή του τύχη γλίτωσε ο Σπαθάρης το βουλγαρικό στρατοδικείο.
Η Δυτική Θράκη όμως παρά την απελευθέρωσή της από τον ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη, είχε την ατυχία, με την συνθήκη του Βουκουρεστίου που ακολούθησε, να ζήσει έως το 1919 υπό τρομακτική και ασφυκτική βουλγαρική κατοχή, με ανομολόγητες ωμότητες και απέραντη βία.
Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
ΠΗΓΕΣ
*Αρχείο εφημερίδων “Ακρόπολις”, “Εμπρός”, “Πατρίς” Αθηνών
Eleni Nikolaou
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι γνώσεις σου πολύτιμες Παντελη μου..
Nitsa Alexakoudi-Bibisidou
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστούμε πολύ !για τα ωραία σας άρθρα!
Ευχαριστώ για μια φορά ακόμα κύριε Αθανασιάδη.Συγχαρητήρια για την προσφορά σας!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤελικά οι Βούλγαροι ήταν πολύ πιο καθάρματα από τους Τούρκους!!
ΑπάντησηΔιαγραφήIlias Tzioras
ΑπάντησηΔιαγραφή🔝🔝 ευγε για το αρθρο
Spiridon Leontditsis
ΑπάντησηΔιαγραφήΤότε πόλεμος τώρα οικονομικός πόλεμος έχουν πάρει όλο το νόμο Καβάλας και εσείς πηγενετε μετανάστες στη γερμανια
Vassilios Kazakidis
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι βουλγαρικές κατοχές στην περίοδο των δύο βαλκανικών και των δύο παγκοσμίων πολέμων ήταν πολύ δύσκολες για τον ντόπιο πληθυσμό. Μετά την ανακατάληψη της Αδριανούπολης το '13 ο τουρκικός στρατός πέρασε τον Έβρο στο Πραγγί και ανακατέλαβε και το Διδυμότειχο με το βόρειο Έβρο, μέχρι το χωριό Μάνδρα. Οι Βούλγαροι παρέμειναν στον Νότιο Έβρο και επέστρεψαν στον Β. Έβρο το '15 με την είσοδο της Βουλγαρίας στον 1ο ΠΠ.
Dimitra Vergou
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχαρητήρια! Πολύ ενημερωτικό το άρθρο σας! Για να μαθαίνουν και οι νεώτεροι την ιστορία!
Lemonia Avgenoudi
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστούμε πολύ. Μαθαίνουμε πολλά ιστορικά γεγονότα για τον τόπο μας
Κρίνα Έρδα
ΑπάντησηΔιαγραφήΕιναι ωραια να μας θυμηζουνε την Ιστορια μας καλημερα.
Anastasia Papadopoulou
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι Βούλγαροι ήταν πιό βάρβαροι απο τούς Τούρκους, και οι κάτοικοι τής Θράκης Χριστιανοί και μουσουλμάνοι δεινοπάθησαν από τήν σκληρότητά τους!!!
Γιάννης Βουτσάς
ΑπάντησηΔιαγραφήΒουλγαροι φιλοι δεν γινονται ποτε......
Vaggelis Tsiakiris
ΑπάντησηΔιαγραφήΝΑΣΕ. ΓΕΡΟΣ ΝΑ ΓΡΑΦΕΙΣ. ΜΑΘΕΝΟΥΜΕ ΠΡΑΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΑ ΞΕΡΟΥΜΕ
Τριαδα Φωτοπουλου
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαθενουμε τόσα πολλά από σένα. Παντελή μου!!!!!!σε ευχαριστώ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΥΜΠΕΡΙΔΗΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΣπαθάρηδες είχαμε μεγάλη οικογένεια στην Ορεστιάδα.