Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

Η άγνωστη δράση του Ηλία Δεληγιαννάκη στους Βαλκανικούς Πολέμους

*Ο Ηλίας Δεληγιαννάκης (Φωτογραφία από το αρχείο του Ε.Λ.Ι.Α.) 



Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης



Η συμβολή των Κρητών εθελοντών στη διεξαγωγή των Βαλκανικών Πολέμων 1912-13, υπήρξε πολύ σημαντική. Η συμμετοχή τους στην μεγάλη εθνική εξόρμηση εκείνων των ετών είναι μια παράμετρος, που συνήθως την αγνοούμε αν και η αποφασιστική συμβολή των Κρητών με την εγνωσμένη μαχητικότητά τους και τη γενναιότητά τους, συνετέλεσε στην εξασφάλιση της νίκης σε πολλά μέτωπα. Αξίζει κατά συνέπεια η μελέτη, η διερεύνηση και η ανάδειξη αυτής της συμβολής.
Μια από τις περιπτώσεις των Κρητών εθελοντών, είναι και η περίπτωση των αδελφών Μάρκου, Κανάκη και Ηλία Δεληγιαννάκη από την Αργυρούπολη Ρεθύμνης και ιδιαιτέρως του Ηλία Δεληγιαννάκη. Ο Ηλίας Ιωάννου Δεληγιαννάκης ή Βασούλης (1877- 1918), γεννήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 1877. Έδρασε στην επανάσταση των Κρητικών στα 1896. Αργότερα πήρε μέρος ως οπλαρχηγός με δικό του σώμα στο Μακεδονικό αγώνα επί τέσσερα χρόνια. Έδρασε στις περιοχές Μονής Παναγίας Σισανίου, Βιτσίου και Καστανοχωρίων, Μεταμορφώσεως Καστοριάς και τέλος δυτικά της Φλώρινας- Κλεισούρας, στο Βίτσι, όπου, μετά τη μάχη στην περιοχή του χωρίου Ποριάς Καστοριάς στις 4 Φεβρουαρίου 1908, έπαθε πνευμονία και αποσύρθηκε. Εξελέγη «τιμής ένεκεν» βουλευτής Ρεθύμνης, στο καθεστώς της Κρητικής Πολιτείας, για να σταλεί στην Ελληνική Βουλή, αλλά συνελήφθη και κρατήθηκε με άλλους Κρητικούς βουλευτές σε Αγγλικό πολεμικό στη Σούδα.
Όταν κηρύχθηκε ο πρώτος Βαλκανικός Πόλεμος του 1912, κλήθηκε από το Γενικό Επιτελείο, και απεστάλη στη Μακεδονία ως αρχηγός ανεξαρτήτου σώματος με δική του πολεμική σημαία και αγωνίσθηκε έως ότου απελευθερωθεί η Μακεδονία. Ευτύχησε να είναι το σώμα του, μεταξύ των εθελοντικών σωμάτων που απελευθέρωσαν τη Σιάτιστα, μια ημέρα πριν την απελευθερώσει ο ελληνικός στρατός.
*Από την εφημερίδα "Οι Καιροί"

Στη συνέχεια με διαταγή του Γενικού Αρχηγείου πήγε στην Ήπειρο, όπου και ενίσχυσε τους μεγαλύτερους αδελφούς του Κανάκη και Μάρκο, αρχηγούς σωμάτων.
Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατετάγη στον τακτικό Ελληνικό Στρατό σαν αξιωματικός πεζικού και στη Μάχη του Σκρα κατά των Βουλγάρων, το 1918, τραυματίσθηκε θανάσιμα από τρία βλήματα πολυβόλου στην κοιλιακή χώρα, από τα οποία το ένα τρύπησε τη λαβή του σπαθιού και τα 2 την κοιλιακή του χώρα. Δύο μέρες αργότερα , στις 19 Μαΐου 1918, ξεψύχησε, φέροντα το βαθμό του υπολοχαγού πεζικού.

Στη Μακεδονία, το 1912

                Ένα μέρος της δράσης του στον πρώτο Βαλκανικό Πόλεμο, περιγράφεται στην εφημερίδα «Οι Καιροί» στην οποία παραχώρησε ορισμένες από τις σελίδες του ημερολογίου που κρατούσε ο Ηλίας Δεληγιαννάκης. Ορισμένες πτυχές της δράσης του θα παρακολουθήσουμε εδώ.
                Στις 6 Οκτωβρίου 1912, το σώμα του οπλαρχηγού Ηλία Δεληγιαννάκη, αναχωρούσε από την Αθήνα καταχειροκροτούμενο και κατευθύνονταν προς τη Μακεδονία για να αγωνισθεί μαζί με το στρατό.
*Ο καπετάν Καούδης

                Στο έδαφος, που ήταν υπό τον έλεγχο των Τούρκων, αλλά εγκαταλείφθηκε πριν από δύο μέρες, έφθασαν οι εθελοντές με τα σώματα των οπλαρχηγών Καούδη και Σεϊμένη και συναντήθηκαν με τον ίλαρχο Βάσσο. Πέρασαν από τον ποταμό Αλιάκμονα με άλογα, που τους πρόσφεραν πρόθυμα οι κάτοικοι της περιοχής.
                Την ώρα που περνούσαν οι τελευταίοι άνδρες, ένας χωρικός κατέφθασε και ειδοποίησε ότι οι Τούρκοι βρίσκονταν στο χωριό Χολένιστα των Γρεβενών, που σήμερα ονομάζεται Δίπορο (Σ.Σ. Οι ονομασίες τοποθεσιών χωριών κ.λπ. αναφέρονται εδώ με τα παλιά τους ονόματα). Οι εθελοντές παράτησαν τις κάπες τους στους χωρικούς και έπιασαν αμέσως θέσεις στα γύρω υψώματα, περιμένοντας επίθεση. Τελικά Τούρκοι δεν φάνηκαν, γιατί έμαθαν ότι έφτασαν τα εθελοντικά σώματα και προτίμησαν να κατευθυνθούν προς το Βένυλι.
                Στη Σαρακίνα, υποδέχθηκαν με δάκρυα τους κρητικούς εθελοντές οι κάτοικοι, ενώ οι ιερείς τους αφηγήθηκαν τις ανήκουστες ωμότητες και πιέσεις των βαλαάδων πλιατσικολόγων που είχαν αρχηγό τον Κρόζο. (Σ.Σ. Οι βαλαάδες  της περιοχής Βοΐου του νομού Κοζάνης ήταν εξισλαμισμένοι Έλληνες, που το 1924 ανταλλάχθηκαν με Έλληνες του Πόντου). 
*Ο Ηλίας Δεληγιαννάκης (πίνακας του Γιάννη Διαμαντάκη)

                Την επομένη ο Δεληγιαννάκης πληροφορήθηκε ότι ο Κρόζος εμφανίσθηκε στο Πηλιουρί ενσπείροντας τον τρόμο στους χριστιανούς. Το σώμα του Δεληγιαννάκη έσπευσε να τον καταδιώξει. Πρόλαβε μόνο την οπισθοφυλακή του. Αντάλλαξαν πυροβολισμούς αλλά οι βαλαάδες πρόλαβαν και κρύφτηκαν στην Τόριστα, σημερινή Ποντηνή Γρεβενών. Ο οπλαρχηγός συνεννοήθηκε με τους άλλους οπλαρχηγούς καπετάν Θύμο και Σεϊμένη αν έπρεπε να επιτεθούν κατά της Τόριστας. Επειδή όμως ο τουρκικός στρατός ήταν κοντά προς τα Γρεβενά και το Λιαυγή, κρίθηκε ότι έπρεπε να αλλάξουν πορεία και να κατευθυνθούν προς το χωριό Έξαρχος. Από εκεί έστειλαν επιστολή προς τους μπέηδες της Τόριστας, που τους καθιστούσαν υπεύθυνους για τις καταπιέσεις των Ελλήνων από τους βαλαάδες. Μετά από δύο ώρες πήραν απάντηση των αντιπροσώπων των αγάδων, που τους βεβαίωναν ότι δεν θα γίνονταν καμιά καταστροφή εις βάρος των Ελλήνων. Και ευτυχώς τήρησαν την υπόσχεσή τους…
                Αργότερα το σώμα του Ηλ. Δεληγιαννάκη κατέλυσε στο Παλαιόκαστρο, όπου τα μεσάνυχτα έφτασαν σύνδεσμοι από τη Σιάτιστα. Οι κάτοικοι εξέφραζαν φόβους ότι θα υποστούν επίθεση από τους Τούρκους, που βρίσκονταν στη Λιάψιστα. Τρεις η ώρα τη νύχτα ξεκίνησαν αμέσως οι εθελοντές και μπήκαν μέσα στην Σιάτιστα. Όταν ακούσθηκε ότι έφτασαν τα σώματα των Κρητικών οι κάτοικοι ξεσηκώθηκαν και με σημαίες και πρωτοφανή ενθουσιασμό, τους υποδέχθηκαν στην πλατεία! Ο δήμαρχος της πόλης και ο αρχιερατικός επίτροπος ζήτησαν από τους 30 εθελοντές να παραμείνουν δύο ακόμα ημέρες, φυλάγοντας τους έντρομους κατοίκους.
                Ο Δεληγιαννάκης έβαλε καραούλι, αλλά οι άνδρες του ενθουσιασμένοι πυροβόλησαν τρεις φορές την ίδια νύκτα εντελώς άσκοπα, προκαλώντας κάποιο πρόσκαιρο φόβο. Το πρωί της 15ης Οκτωβρίου 1912 οι εθελοντές προχώρησαν με τα πόδια προς την Ζέλτα, όπου επίσης έγιναν δεκτοί με ενθουσιασμό. Στους κατοίκους που συγκεντρώθηκαν μίλησε ο γραμματέας του εθελοντικού σώματος Γ.Σ. Δανακάλης, αναλύοντας τη σημασία και την ιερότητα του αγώνα.
                Το πρωί της επομένης 16 Οκτωβρίου 1912 δια μέσου της Πιπιλίτσας (σημερινά Νάματα Κοζάνης) έφτασαν στο χωριό Βλάτσι και την επομένη με το σώμα του καπετάν Καούδη κατευθύνθηκαν στο χωριό Εμπόριο για να αφοπλίσουν τους Τούρκους του χωριού και των γύρω Κονιαροχωρίων. Για το λόγο αυτό κάλεσαν με επιστολή τους πρόκριτους να αναλάβουν την παράδοση στις 10 το πρωί της επόμενης μέρας.
*Το Βογατσικό (από τα ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ)

Η πυρπόληση του Βογατσικού

                Και ενώ ετοιμάζονταν για την επιχείρηση αυτή, έφτασε αγγελιοφόρος και τους έφερε επιστολή του πρόκριτου Ι. Βατραχάνη, ότι καίγεται το Βογατσικό. Δυστυχώς δεν προλάβαιναν να σώσουν την μακεδονική αυτή κωμόπολη.  Έτσι οι εθελοντές ξεκίνησαν για το χωριό Βλάτσι και το χωριό Λόσεντζα, ενώ θα προλάβαιναν στο μεταξύ να αντιμετωπίσουν και τους πλιατσικολόγους βαλαάδες.
                Στις 11 το πρωί της 17ης Οκτωβρίου εισήλθαν στο Βογατσικό που κάπνιζε ακόμα οι άνδρες του Δεληγιαννάκη, συναντώντας στους δρόμους τους ολοφυρόμενους κατοίκους. Περίπου 80 σπίτια, είχαν γίνει παρανάλωμα του πυρός. Υπήρχαν έξι νεκροί πεταμένοι ακόμα στους δρόμους, άταφοι. Υπήρχαν και 15 τραυματίες κυρίως γυναίκες και παιδιά. Όσοι πανικόβλητοι κάτοικοι είχαν εγκαταλείψει το Βογατσικό, αναθάρρησαν και επέστρεψαν. Εν τω μεταξύ το απόγευμα, έφτασε εκεί και το εθελοντικό σώμα του Καούδη. Τη νύχτα μια ομάδα 15 εθελοντών φύλαξαν μια γέφυρα φοβούμενοι μήπως περάσουν Τούρκοι για να επιτεθούν. Το πρωί αυτοί αντιλήφθηκαν 80 και πλέον  νιζάμιδες που έρχονταν από τη Λιάψιστα (Σ.Σ. η Νεάπολη Βοΐου). Μόλις πλησίασαν οι Κρητικοί άρχισαν να τους πυροβολούν. Οι νιζάμιδες άλλαξαν κατεύθυνση και πήγαν προς το Βιτάνι  (σημερινό Βοτάνι), που βρίσκεται στη δεξιά όχθη του Αλιάκμονα. (Σ.Σ. Νιζάμηδες ονομάζονταν οι Τούρκοι στρατιώτες του τακτικού στρατού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας). Τρείς άνδρες του σώματος ο Ιωάννης Μισούλης ή Δεληγιαννάκης, ο Σπυρίδων Καρούσος και ο Ευάγγελος Δεληγιανάκης, διακρίθηκαν στη συμπλοκή αυτή για την γενναιότητά τους.  Έσπευσαν όμως στη περιοχή και άλλοι Τούρκοι από την Χρούμπιστα και γενικεύθηκε η ανταλλαγή πυρών, που κράτησε ως τις 5 μ.μ. Έχασαν τη ζωή τους 10 Τούρκοι και πληγώθηκαν πολλοί. Οι Κρητικοί δεν έπαθαν τίποτα.
                Ξημέρωσε η 19η Οκτωβρίου 1913. Υπήρχαν πληροφορίες ότι οι Τούρκοι θα προσέβαλαν την Λιάψιστα, που υπεράσπιζε ο ελληνικός στρατός υπό τον γενικό αρχηγό Κατεχάκη. Ο Δεληγιαννάκης πρότεινε στον καπετάν Καούδη να καταλάβουν τα υψώματα γύρω από τη γέφυρα ώστε να εμποδίσουν την αποστολή επικουρικών τουρκικών στρατευμάτων και να επιτεθούν κατά των υποχωρούντων Οθωμανών. Ο Δεληγιανάκης με τους άνδρες του κατέλαβαν τα αριστερό ύψωμα. Ως τις 9 το πρωί δεν είχαν φανεί οι Τούρκοι. Ξαφνικά παρατηρήθηκε από την Χρούπιστα (Σ.Σ. Το Άργος Ορεστικό) βάδιζαν κατά της γέφυρας πολλοί στρατιώτες Τούρκοι με αρκετά μεταγωγικά. Όταν πλησίασαν τη γέφυρα σταμάτησαν προσπαθώντας να διαπιστώσουν αν αυτή φυλάγεται. Ήταν 400 και πλέον με αξιωματικούς αλλά και πυρομαχικά. Στόχος τους να κατευθυνθούν προς τη Λιάψιστα. Τους άφησαν να μπούνε στη γέφυρα και τότε έδωσε το σύνθημα της επίθεσης ο εθελοντής Ιωάννης Μισούλης. Ακολούθησε ομοβροντία των υπολοίπων ανδρών.
                Οι Τούρκοι αιφνιδιάστηκαν και άρχισαν να διασκορπίζονται, αν και επιχείρησαν αρχικά να διαβούν τη γέφυρα, αλλά ματαίως… Άλλοι έφυγαν για τη Χρούπιστα , άλλοι έπεσαν στο ποτάμι και άλλοι πήραν θέσεις. Στη 1 μ.μ. κατέφθασε και ο καπετάν Καούδης με τη δύναμή του. Το σώμα του Ηλία Δεληγιαννάκη ενίσχυσαν επίσης ο καπετάν Λάζος Αποστολίδης και ο καπετάν Μακρής ή Γρεβενιώτης, που πρόλαβαν να κυκλώσουν τους Τούρκους περί τις 12 το μεσημέρι…
                Στη μάχη αυτή, όλοι επέδειξαν μεγάλη γενναιότητα, έγραψε στο ημερολόγιό του ο Ηλίας Δεληγιαννάκης, κάνοντας ειδική αναφορά στο γραμματέα του σώματος Γ. Σ. Δανακάλη «όστις  εν τη ακμή της μάχης έψαλλεν ηρωικά άσματα».
                Το σώμα των εθελοντών του Δεληγιαννάκη από τις 20 έως τις 23 Δεκεμβρίου 1912 ασχολήθηκε με τον αφοπλισμό των Τούρκων στα χωριά Μπομπούσt, Λαμπάνοβο, αλλά και σε άλλα χωριά.
 *Μερική άποψη της λίμνης της Καστοριάς

Στη λίμνη της Καστοριάς

                Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1912 με τον καπετάν Μαυρογένη οι άνδρες του Δεληγιαννάκη μετέβησαν στο χωριό Γκόριντζ και αφόπλισαν τους εκεί Τούρκους, οι οποίοι «προσκύνησαν» με προθυμία. Ανήμερα των Χριστουγέννων έσπευσαν να ενισχύσουν το σώμα του καπετάν Νικολούδη στο Μαύροβο, που είχε συλλάβει 30 αιχμαλώτους στη λίμνη της Καστοριάς. Όταν αργά το απόγευμα έφτασαν έξω από το Μαύροβο άκουσαν πυροβολισμούς από τη λίμνη. Έβγαλαν αμέσως τις βαριές κάπες τους και πήραν μέρος στη μάχη που εξελίσσονταν, ενώ τρείς βάρκες προσπαθούσαν να αποβιβάσουν τουρκικό στρατό για να καταδιώξει τα εθελοντικά σώματα. Η πρώτη βάρκα συνελήφθη μαζί με τα 25 άτομα που επέβαιναν. Υπήρχαν ακόμα μέσα πέντε τραυματίες και δύο νεκροί, από τους οποίους ο ένας ήταν υπολοχαγός.
                Στα χωριά αυτά δεν είχε φτάσει ακόμα ο ελληνικός στρατός και το έργο του αφοπλισμού και της ασφάλειας των κατοίκων είχε αναλάβει ο Ιωάννης Μισούλης, ο Σπυρίδων Καρούσος και ο Ευάγγελος Δεληγιαννάκης.

Τα τσαρούχια έμενον εις την λάσπην…

                Την επομένη επικράτησε ησυχία αρχικά αλλά ξαφνικά φάνηκαν σε απόσταση περίπου 600 μέτρων 30 άνδρες. Τελικά δεν ήταν Τούρκοι αλλά Αλβανοί, που κατέλαβαν θέσεις απέναντι στους Έλληνες. Μια περίπολος Κρητών κατόρθωσε να συλλάβει τρείς αιχμαλώτους, προερχόμενους από τη Θεσσαλονίκη, που τους ανέκρινε ο Δεληγιαννάκης. Τους έθεσε υπό περιορισμό και διέταξε επίθεση μαζί  με τον καπετάν Μάνδακα. Οι άνδρες τους πλησίασαν σε απόσταση 100 μέτρων. Τα πυρά που ανταλλάσσονταν ήταν σφοδρά. Οι Αλβανοί ενισχύθηκαν από Τούρκους και κατέλαβαν θέσεις στα πεδινά από τη θέση Σμιξ έως το Δράλσι, όπου ο καπετάν Μαλέκος με επικουρικές δυνάμεις από το Βογατσικό τους αντιμετώπισαν αποφασιστικά.
                Στη συνέχεια ο καπετάν Μαλέκος κατευθύνθηκε με τη δύναμή του προς το Κωστοράζι, ενώ οι Τούρκοι από τη γέφυρα συμπτύχθηκαν προς το κέντρο και μάχονταν με τους Κρητικούς του Δεληγιαννάκη. Τρείς φορές μέσα στο σκοτάδι ακούστηκαν οι σάλπιγγες των Τούρκων, που σάλπιζαν έφοδο. Οι αντιμαχόμενοι είχαν πλησιάσει μεταξύ τους στα 20 μέτρα. Πυροβολούσαν και έβριζαν οι μεν του δε και τανάπαλιν. Οι απώλειες των αντιπάλων που φαίνονταν μεγάλες δεν έγιναν γνωστές. Από τους εθελοντές Κρητικούς τραυματίσθηκαν στο κεφάλι ο Ηλίας Κτιστάκης και ο Δημήτριος Μπαλατσός. Έχασε τη ζωή του ο σημαιοφόρος Μάρκος Βούρβαχης από το Μυριοκέφαλο Ρεθύμνης.
                Ο Ηλ. Δεληγιαννάκης έγραψε στο ημερολόγιό του: «Πάντες δ’ οι λοιποί εσώθημεν ως εκ θαύματος επελθούσης της νυκτός, ήτις μας διηυκόλυνεν εις την υποχώρησιν. Σημειωτέον ότι  το μέρος ένθα εμαχόμεθα ήτο ομαλώτατον και λίαν υγρόν, πολλών δε τα τσαρούχια έμενον εις την λάσπην και τα φυσίγγιά μας εσώθησαν».
                Στις 30 Δεκεμβρίου 1912, το σώμα του Δεληγιαννάκη πέρασε από το Κωστοράζι. Την επομένη, τελευταία μέρα του έτους δέχτηκε επίθεση από ενισχυμένη δύναμη Τούρκων. Τα σώματα των καπετάν Καραβίτη και Νικολούδη μάχονταν στην πεδιάδα και οι άνδρες του Νικολούδη κατέλαβαν θέσεις στις ράχες, γιατί είχαν πλέον έλλειψη σε φυσίγγια. Αναγκάσθηκαν μάλιστα να δανειστούν από άλλους. Το απόγευμα ακούστηκε αχός ορεινού πυροβόλου και φάνηκε μεγάλη δύναμη Τούρκων, αλλά οι εθελοντές Κρητικοί ήταν ολιγάριθμοι και δεν είχαν πολεμοφόδια. Παρ’ όλα αυτά συνεννοήθηκαν με τον καπετάν Γ. Μακρή και κατέλαβαν το χωριό Προφήτης Ηλίας, σκοπεύοντας να το υπερασπιστούν αν χρειαστεί. Η έλλειψη φυσιγγίων όμως ήταν απελπιστική. Έτσι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, δίνοντας ταυτόχρονα τη δυνατότητα στους κατοίκους να φύγουν.
                Μεσολάβησε μια υποχώρηση των Ελλήνων στο Σόροβιτς (Αμύνταιο), που αποθράσυνε τους Τούρκους.
                Από εκεί πήγαν στο Κουντσικό, αλλά στις 4 μ.μ. διατάχθηκαν να βαδίσουν προς Βλάτσι για να υπερασπίσουν το χωριό από ενδεχόμενη επίθεση Κονιάρων, οι οποίοι την προηγούμενη μέρα είχαν πυρπολήσει την Κλεισούρα. Η νυχτερινή πορεία τους κράτησε επτά ώρες. Εκεί βρήκαν έτοιμους τους κατοίκους για αναχώρηση.
*Το σώμα του Μάρκου Δεληγιαννάκη

                Συνεχίζοντας με τον καπετάν Μάνδακα πήγαν στη Λίγκα, το Εμπόριο και το Δέμβρι, όπου αφόπλισαν τους Τούρκους.
                Οι εθελοντές Κρητικοί του Ηλία Δεληγιανάκη, αφού διέσχισαν την Μακεδονία με διαταγή του Γενικού Αρχηγού αναχώρησαν για την Ήπειρο (15 άτομα, ενώ οι υπόλοιποι αναχώρησαν για την Αθήνα). Μετά από πορεία 15 ημερών έφτασαν στην Ήπειρο και ειδικά στην Παραμυθιά, για να ενισχύσουν τη δύναμη του οπλαρχηγού Μάρκου Δεληγιαννάκη.
                Ο Ηλίας Δεληγιαννάκης, σφράγισε την προσφορά του προς την πατρίδα με τον ηρωικό θάνατό του το 1918. Οι ανώνυμοι εθελοντές που τον ακολούθησαν, έγραψαν σελίδες δόξας. Στους επιγενόμενους ανήκει η ευθύνη να αναδείξουν το μέγεθος της προσφοράς τους.


Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

7 σχόλια:

  1. Νίνα Γκούδλη
    Ευχαριστώ Παντελή!.... Η δράση τέτοιων ηρώων πρέπει να γίνεται γνωστή....έτσι μένουνε "ΑΘΑΝΑΤΟΙ".....
    Καλή χρονιά να είσαι γερός... να μαθαίνουμε από σένα την ιστορία μας!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Kostas Patialiakas
    Παντελή όταν το 1983 υπηρετούσα στο Ρέθυμνο με το βαθμό του Ταγματάρχη στο 44ο Σύνταγμα Πεζικού υπηρετούσε και ο Υπολοχαγός Μάρκος Δεληγιαννάκης από την Αργυρούπολη( Σχολής Μονίμων Υπαξιωματικών), γεννημένος τη δεκαετία 1930 μακαρίτης πλέον. Πιστεύω να ήταν εγγονός του αναγραφόμενου στο κείμενο Μάρκου Δεληγιαννάκη. Κάτι μου έλεγε για Μακεδονία, αλλά δεν θυμάμαι λεπτομέρειες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Τρία αδέρφια Δεληγιαννάκη υπηρέτησαν στη Μακεδονία τότε...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Kostas Patialiakas
    Πιθανόν του Μάρκου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ελένη Τράϊου
    Ενδιαφέρον!
    Το διάβασα 🌺

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Eleftheria Perisanidis
    Ενδιαφέρον 👍👍👍

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Σπύρος Θεοδωρόπουλος
    --
    Εύγε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή