Σάββατο 27 Αυγούστου 2016

Μνήμες για τον Εμφύλιο με ανθρώπινες ιστορίες από τον γενέθλιο τόπο (2)

*Βελούχι (Τυμφρηστός) :«η Κεφαλή του Δία», μια από τις ονομασίες της,  όπως τον άκουσε να ονομάζει την κορυφή ο χωριανός του αφηγητή Ευάγγελος Καλατζής, υπουργός επί Παπάγου, όπως φαίνεται από την περιοχή «Λελούδα» του χωριού. Όλη η περιοχή, κάτω της δεξιά, 





*Σε ένα χωριό της Δυτ. Φθιώτιδας 
στα ριζά του Βελουχιού



Γράφει ο κ. Νίκος Δ. Παπαδιονυσίου





    1957 της Παναγίας στα δεκάξι του, είχαν ανέβει για μερικές ημέρες από τον Πειραιά  στον γενέθλιο τόπο του με τον θείο του Βαγγέλη και τον αδελφό του Κώστα. Ο Κώστας στα 26 του, πηγαίνοντας καλά επαγγελματικά, είχε ένα Ι.Χ, ένα WARTBURG, δίχρονο ανατολικογερμανικό. Μεγάλη υπόθεση τότε να έχεις Ι.Χ. Ήταν πιθανά το μοναδικό αυτοκίνητο που υπήρχε εκείνες τις ημέρες στους δρόμους του χωριού, ίσως και  των γειτονικών, παρότι 15Αύγουστος με τους πάντες ν΄ ανεβαίνουν να γιορτάσουν στα χωριά τους .
    Καλεσμένοι στον Κάτω Μαχαλά για φαγητό μεσημέρι στο σπίτι συγγενών, μόλις είχαν καθίσει. Σερβίριζαν μια πηκτή από το πολύ πάχος και ρύζι αρνίσια σούπα, που δεν τρωγόταν με τίποτε. Την έβλεπε και αναγούλιαζε.

*O Κάτω Μαχαλάς του χωριού

            Τους διακόπτει φθάνοντας λαχανιασμένος ένας χωριανός. Ταραγμένος,  απευθύνεται στον Κώστα:
            - Κωστάκ’, έλα γλήγουρα, φέραν τρία παιδιά απ’ το δάσος του διπλανού χωριού  κτυπημέν’ απ’ νάρκ΄, πρέπ’ να πάν’ Λαμία, νοσοκομείο!...
    Το γεύμα σχόλασε. Με πονοκέφαλο, μισοσουρωμένος ακόμη, ασυνήθιστος στο οινόπνευμα από γλεντάκι με τσίπουρα που είχε προηγηθεί το περασμένο βράδυ στο «μαγαζί», με το στομάχι ανακατεμένο, ρώτησε τον χωριανό μόλις έφυγε ο αδελφός του, «τι έγινε, πώς είναι τα παιδιά;». 
    Άδειασε το στομάχι του όταν του απάντησε.
    Έπαιζαν στο ελατοδάσος- καστανοδάσος, του πολύ κοντινού χωριού. Βρήκαν και σκάλισαν κάποια χειροβομβίδα που εξερράγη. Το ένα, ετοιμοθάνατο, έφυγε στη διάρκεια της διαδρομής για Λαμία. Το δεύτερο, κάποιο θραύσμα ή το ωστικό κύμα του είχαν αποσπάσει ένα κομμάτι από  το κρανίο. Φαινόταν το μυαλό. Έφυγε στο Νοσοκομείο. Το τρίτο, με σχετικά ελαφρά τραύματα, επέζησε.
    Παρόλα τα χρόνια που είχαν περάσει, δεν έλειψαν τ΄ ανεπίτρεπτα σχόλια κάποιου:
    -Ο πατέρας των δυο παιδιών ήταν «κατσαπλιάς». Έφυγε στο Παραπέτασμα. Τα παιδιά γεννήθηκαν εκεί. Μ’ αυτό που έπαθε, πλήρωσε τα εγκλήματά του!.

Αμέσως μετά τον Εμφύλιο και για πολλά χρόνια, παιδιά ειδικά, εύρισκαν παίζοντας τον θάνατο στα δάση, «παράπλευρες απώλειες» του αδελφοκτόνου πολέμου.

Γυρίζοντας στο 1950 και κοντά

Γυρίζοντας στην ηλικία των οκτώ, στην άνοδό του στον γενέθλιο τόπο το 1950 με τη λήξη της σχολικής χρονιάς, μετά την επίσημη λήξη του Εμφυλίου, τα πλέον φρικιαστικά που είδε και που σύντομα έπαψαν να τον εντυπωσιάζουν καταντώντας συνηθισμένα, ήσαν άλλα.
Έβλεπε μονοπάτια κλειστά από έλλειψη χρόνων ανθρώπινης περπατησιάς, βάτα φουντωμένα, ξύλινους φράκτες πεσμένους, δένδρα, χωράφια απεριποίητα, εγκαταλειμμένα, αγριεμένα, εκτάσεις καλλιεργημένες παλιότερα κοντά στο δάσος, αυτοαναδασωμένες από ελάτια κι’ αγριοκαστανιές. Σπίτια γκρεμισμένα ή ετοιμόρροπα. Κτισμένα με πέτρα και λάσπη με άχυρο, με ασυντήρητες για τους χειμώνες κεραμοσκεπές, σταλάγματα από βροχές και χιόνια εισχωρούσαν και φούσκωναν διαλύοντας τους τοίχους. Έβλεπε οπλισμό σπαρμένο στο δάσος, παρόλο που είχε γίνει  μια πρώτη περισυλλογή του. Χειροβομβίδες, νάρκες κατά προσωπικού, βλήματα όλμου, εκρηκτικούς κορμούς βλημάτων πυροβολικού που δεν είχαν εκραγεί, τουφέκια άφθονα, πιστόλια, κ.α.
Στο σπίτι του παππού Στέλιου αποθηκευμένες με τάξη, πλήρεις βολές όλμου, έμειναν χρόνια πριν τις παραλάβει ο Στρατός. Το σπίτι του παππού, ένα στολίδι του 19ου αι., παλιό δημαρχείο για λίγα χρόνια του δήμου των χωριών στη Δυτική (Ορεινή) Φθιώτιδα,  φτιαγμένο από Ηπειρώτες μαστόρους της πέτρας και του ξύλου, βρέθηκε «φουσκωμένο». Αρχές 10ετίας του 1960 ο παππούς στα 85 του το γκρέμισε μήπως και τους σκοτώσει. Ήδη είχε προετοιμάσει με προσωπική εργασία και αυτή του Βαγγέλη το «Παλιόσπιτο» ένα διπλανό σπιτάκι-  αποθήκη. Κάποιοι στον Εμφύλιο είχαν κάψει τα πάτερα του σπιτιού του για να ζεσταθούν χειμώνα με χιόνια. Ένας χωριανός του ψιθύρισε φοβιστικά στο παιδικό του αυτί:
-O Άρης!   
*Το «Παλιόσπιτο» μετά τον Εμφύλιο. Φωτό του 1985

*Το «Παλιόσπιτο» σήμερα, μετά προσωπική εργασία του Βαγγέλη...

Ο Άρης ο Βελουχιώτης ήταν κάποιος που δεν γνώριζε ακόμη καθώς ήταν παιδάκι. Αργότερα το πίστεψε. Ο Άρης ο Βελουχιώτης με τους δικούς του ή επειδή ο Άρης ήδη είχε σκοτωθεί, αντάρτες του Εμφύλιου που έμειναν έκαψαν τα πάτερα μην έχοντας ξύλα. Τελευταία πληροφορήθηκε από αξιόπιστο Blog ότι και ο Εθνικός Στρατός κατέβηκε και έμεινε στο χωριό του καταχείμωνο με χιόνια μέτρου που «πάγωναν τα μουστάκια των φαντάρων και στόμωναν τις κάνες των όπλων» μετά από μάχες στη Θέση Ξηροβούνι, πιο ψηλά προς το Βελούχι, στα όρια με την Ευρυτανία, περίπου μιάμιση ώρα πορείας από το χωριό.
*Κάτω από το Βελούχι, η θέση Ξηροβούνι, στα όρια Ευρυτανίας- Φθιώτιδας σε φωτό 08. 2016. Πεδίο σκληρών μαχών του Ε.Σ που τον κατέλαβε, με τον Δ.Σ με χιόνια μέτρου


Οι αλυσοδεμένοι αντάρτες

Ανάλογο με τα οστά της νεαρής αντάρτισσας, είδε άλλα οστά την ίδια ή την επόμενη χρονιά, ψηλά, σε  περιοχή πιο κοντά στο Βελούχι, σε ξέφωτο της Λελούδας ή σε μονοπάτι για Αγίους Αποστόλους, κοντά στο Ξηροβούνι και στον σημερινό δρόμο για Ρεντίνα από Ράχες Τυμφρηστού, κοντά σε μια πηγούλα. Μαθημένος πλέον από σκελετούς, τα διεσπαρμένα οστά έξω από το οστεοφυλάκιο του κατεστραμμένου νεκροταφείου της Παναγιάς, κρανία, γνάθους, κλείδες, πλευρά,  άγνωστο γι΄ αυτόν από τι, πιθανά από σκυλιά του εγκαταλειμμένου χωριού, δεν του έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση, όπως την πρώτη φορά με τον σκελετό της αντάρτισσας.
*Ειδικές Δυνάμεις του Ε. Σ στο Καρπενήσι με βρετανικούς μπερέδες και αμερικάνικα μπουφάν (22.05. 1948) .Πηγή www.lifo.gr

*Εκπαίδευση οπλιτών του ΔΣΕ σε οπλοπολυβόλο(Φωτό Σπύρου Μελετζή)


Ήσαν δύο σκελετοί ανθρώπων που σκοτώθηκαν μαζί, πολύ κοντά μεταξύ τους, σχεδόν ανάκατα. Μαζί, κάποιες σκουριασμένες αλυσίδες. Οι σκελετοί ήσαν λειψοί. Όρνια κι΄ αγρίμια τους είχαν διαμελίσει.
Πολύ αργότερα, τέλος της δεκαετίας του 70, αρχές της δεκαετίας του 80, όταν είχαν αρχίσει ν΄ ανοίγουν τα σφραγισμένα στόματα  των φοβισμένων χωριανών, ακόμα  και των «επιζησάντων» ανταρτών του Εμφυλίου, όσων τον εμπιστεύονταν, ήταν από «σόι» δεξιό, έστω ήπιου δεξιού πατέρα, ανιψιός έφεδρου ανθυπολοχαγού και μετέπειτα αρχηγού στα Τ.Ε.Α., έφεδρος ανθυπολοχαγός ο ίδιος, πάνω στη συζήτηση στο «μαγαζί» με  πρωινό καφέ και τσιγάρο ή κάποιο κονιάκ ή τσίπουρο απογευματινό- βραδινό με στραγάλια για μεζέ ή πόντσι άκουσε γι’ αυτά τα οστά από παλιό αντάρτη, όταν τον ρώτησε.
            -Ανήκαν σε δύο συντρόφους πολυβολητές. Στη μάχη της επίθεσης του Στρατού  αλυσοδέθηκαν μόνοι μη και δειλιάσουν και φύγουν.
    Πετάγεται από δίπλα κάποιος που είχε στήσει αυτί, δεξιός αυτός του μονοιασμένου χωριού. Έσπευσε να διαψεύσει  τον πρώτο.
    -Τους δυο κατσαπλιάδες, έδεσαν οι «αρχισυμμορίτες» τους, μη δειλιάσουν και το σκάσουν...


Νίκος Δ. Παπαδιονυσίου

2 σχόλια:

  1. Kostas Patialiakas
    Ανθρώπινες ιστορίες μιας δύσκολης περιόδου. Να μην επαναληφθεί, γιαυτό κ. Παπαδιονυσίου πρέπει να έρχονται στην επιφάνεια, στο φως, από τον κονιορτό, με τον οποίο είναι σκεπασμένες. Μόνο έτσι θα διδαχθούν οι επόμενες γενεές για τα λάθη, ώστε να μην τα επαναλάβουν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αυτός βασικά είναι και ο λόγος που κοινοποιώ αυτές τις ιστοριούλες από αυτά που έζησα Στρατηγέ μου. Συμφωνώ απόλυτα με το σχόλιό σας..

    ΑπάντησηΔιαγραφή