Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

Η σύλληψη, η αιχμαλωσία και η εκτέλεση του ταξίαρχου Μαρκόπουλου

 *Ο Δημήτριος Μαρκόπουλος την εποχή που ακόμα ήταν συνταγματάρχης


Γράφει ο κ. Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας, Αντιστράτηγος ε.α.

                Την νύκτα της 18ης προς 19η Απριλίου 1949 και ώρα 03.00 π.μ. ο Ταξίαρχος Δημήτριος Μαρκόπουλος, Διοικητής της Στρατιωτικής Διοίκησης Λιβαδειάς [82α Στρατιωτική Περιοχή] κατά τη διάρκεια επίθεσης μονάδων της ΙΙας Μεραρχίας  του Δημοκρατικού Στρατού [Διοικητής ο Ιωάννης Αλεξάνδρου, γνωστός ως Καπετάν Διαμαντής] κατά της κωμόπολης Λιδωρικίου Νομού Φωκίδος, τραυματίζεται και συλλαμβάνεται.
                Ο Ταξίαρχος Δημ. Μαρκόπουλος είχε γεννηθεί στο Ηράκλειο Κρήτης το 1894, γιος του εκδότου και βουλευτού της αυτόνομης Κρητικής Βουλής Γεωργίου Μαρκοπούλου. Ο Δημ. Μαρκόπουλος είχε καταταγεί στα 18 του χρόνια ως εθελοντής στον Ελληνικό Στρατό και συμμετέσχε στους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913, στη διάρκεια των οποίων τραυματίσθηκε στο πόδι κατά την επίθεση στο Μπιζάνι Ιωαννίνων. Κατόπιν συμμετείχε στο Βενιζελικό κίνημα της Εθνικής Αμύνης το 1916, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο [Μάχη του Σκρα], προαχθείς σε Υπολοχαγό για διακεκριμένη πράξη στο πεδίο της μάχης. Στη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας τραυματίσθηκε στο χέρι κατά την μάχη του Αρντίζ-Νταγ τον Αύγουστο του 1921 και μετά την υποχώρηση πρωτοστάτησε στην επικράτηση της Επανάστασης του Σεπτεμβρίου του 1922. Παρά τις φιλελεύθερες ιδέες του αρνήθηκε να συμμετάσχει στο Κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935, όταν με τον βαθμό του Ταγματάρχου υπηρετούσε στο 14ο Σύνταγμα Πεζικού Χανίων. Ως Αντισυνταγματάρχης στο Επιτελείο του Δ΄ Σώματος Στρατού στην Καβάλα είχε εκπονήσει τον Αύγουστο του 1940, ενόψει του επικειμένου πολέμου, επιτελική μελέτη για την άμυνα επί της Ελληνο-Βουλγαρικής Μεθορίου και στη συνέχεια είχε διοικήσει το 30ο Σύνταγμα Πεζικού στο Αλβανικό Μέτωπο.
Καθαρά από τυχαίο γεγονός απέφυγε την πρόσκληση του Στρατηγού Μάντακα, με τον οποίο είχε συνυπηρετήσει στο παρελθόν, να ενταχθεί στον ΕΛΑΣ. Στα πρώτα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου, προαχθείς στον βαθμό του Συνταγματάρχου, υπηρέτησε ως Επιτελάρχης της ΧV Μεραρχίας και είχε λάβει μέρος στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της Δυτικής Μακεδονίας, όπου επέδειξε απαράμιλλο ηρωισμό και ανδρεία. Αργότερα, προαχθείς στον βαθμό του Ταξίαρχου, ανέλαβε τη Διοίκηση της 22ας Ταξιαρχίας, ενός Σχηματισμού που σχεδόν είχε διαλυθεί στο Βίτσι, κατά την επίθεση των ανταρτών τον Σεπτέμβριο του 1948 και τέλος τον Φεβρουάριο του 1949 ανέλαβε τη Διοίκηση της Στρατιωτικής Διοίκησης Λιβαδειάς.
*Δημοσίευμα της εφημερίδας "Ελευθερία" για τον Μαρκόπουλο

ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΚΑΙ ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑΣ

                Την νύκτα της 18ης προς 19η Απριλίου 1949 η ΙΙα Μεραρχία του Δημοκρατικού Στρατού εκτόξευσε αιφνιδιαστική επίθεση με δύναμη 2 Ταγμάτων και μιας Διλοχίας, με σκοπό την κατάληψη της κωμόπολης του Λιδωρικίου, τη διατήρηση αυτού μέχρι το πρώτο φως, προκειμένου να προκαλέσει την πτώση του ηθικού των Μονάδων του Ελληνικού Στρατού και να επιτύχει βιαία στρατολόγηση νέων και  προμήθεια σε εφόδια και υλικά.
                Το απόγευμα της Δευτέρας 18ης Απριλίου η φρουρά του Λιδωρικίου απαρτιζόταν από τη Διμοιρία Ασφαλείας της Στρατιωτικής Διοίκησης Λιβαδειάς, μία Διμοιρία του 56ου Ελαφρού Τάγματος Πεζικού [ΕΤΠ], δύο Διμοιρίες Εθνοφρουρών του 55ου ΕΤΠ και μία μικρή δύναμη Χωροφυλακής, υπό τον Μοίραρχο Γεώργιο Αλεξανδρή. Ολόκληρη η δύναμη της φρουράς του Λιδωρικίου δεν υπερέβαινε τους 200 άνδρες και ο Ταξίαρχος Μαρκόπουλος εξέφρασε τηλεφωνικώς την ανησυχία του για την μικρή δύναμη στον ανώτερό του Υποστράτηγο Παυσανία Κατσώτα, ο οποίος του υπενθύμισε ότι εντός ολίγων ωρών θα ενισχύονταν με το 56 ΕΤΠ, που βρισκόταν στο Κροκύλι, 35 χιλιόμετρα Δυτικά του Λιδωρικίου.
                Το σχέδιο της επιχείρησης των ανταρτών προέβλεπε την επίθεση κατά του Λιδωρικίου από τρεις κατευθύνσεις, Βόρεια, Βορειοδυτική και Νοτιοδυτική, ενώ σημαντική εφεδρεία είχε καταλάβει θέσεις σε ζωτικά εδάφη της γύρω περιοχής, προκειμένου να απαγορευθεί κάθε ενίσχυση της τοπικής φρουράς ή να ενισχυθεί η επιτιθέμενη δύναμη, εάν χρειαζόταν. Ο Ταξίαρχος Μαρκόπουλος, έμπειρος πολεμιστής, μετά τον αρχικό αιφνιδιασμό ανέλαβε τη Διοίκηση όλων των τμημάτων για την αντιμετώπιση της επίθεσης. Σε μια ανάπαυλα, μεταξύ 02.30 και 03.00 ώρας, ο Ταξίαρχος, παρά τις αντίθετες προτροπές του Μοιράρχου, με ανδρεία και τόλμη, από τις οποίες διαπνέονταν σε όλη του την στρατιωτική σταδιοδρομία, εγκατέλειψε την ασφαλή κατοικία, που αμύνονταν και τεθείς επικεφαλής της Διμοιρίας Ασφαλείας επιχείρησε μια επιθετική αναγνώριση προς την κατεύθυνση της πλατείας της κωμόπολης. Από ενέδρα των ανταρτών έπεσαν επί τόπου νεκροί ο Λοχαγός Νικόλαος Γάσπαρης και δύο στρατιώτες, ενώ οι υπόλοιποι τραυματίσθηκαν, μεταξύ των οποίων και ο Μαρκόπουλος στον μηρό, οι οποίοι και συνελήφθησαν. Πριν ακόμα ξημερώσει τα τμήματα των ανταρτών αποχώρησαν από το Λιδωρίκι προς τον ορεινό όγκο της Γκιώνας.
*Εκείνες τις μέρες έχασε τη ζωή του σε μάχες με το Στρατό και ο καπετάν Διαμαντής. 
Εδώ η σορός του, μεταφέρεται σε φορείο από στρατιώτες για να ταφεί.

ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟΥΣ ΟΡΕΙΝΟΥΣ ΟΓΚΟΥΣ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ

                Κατά μη εξακριβωθείσες πληροφορίες ο Ταξίαρχος μετά την σύλληψή του με συνοδεία ανταρτών, ως φρουρών, οδηγήθηκε προς Βόρεια, προκειμένου να παρουσιασθεί σώος στην Κυβέρνηση του Βουνού ,στο όρος Γράμμος, κατά ρητή διαταγή του Γενικού Αρχηγείου του Δημοκρατικού Στρατού, που είχε πληροφορηθεί από τον ασύρματο την σύλληψη του Ταξίαρχου Μαρκόπουλου. Είχαν κυκλοφορήσει φήμες, σύμφωνα με τις οποίες σε όλο το δίμηνο η τύχη του αιχμαλώτου Ταξίαρχου επιχειρήθηκε να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο πλευρών, καθώς το ΚΚΕ επιδίωκε να τον ανταλλάξει με στέλεχος του, που εκρατείτο στις φυλακές της χώρας. Την ίδια περίοδο κυκλοφόρησε ανεπίσημα δήλωση του Αρχιστρατήγου Αλεξάνδρου Παπάγου ότι δεν έπρεπε το συγκροτημένο κράτος να συνδιαλέγεται με τις άτακτες συμμορίες των κομουνιστών, ενέργεια  που θα προσέδιδε στο ΚΚΕ το κύρος του συνομιλητού. Αλλά και η ίδια Κυβέρνηση είχε υιοθετήσει μια απολύτως άκαμπτη στάση στο θέμα αυτό και είναι ενδεικτικό ότι ο Σπύρος Μαρκεζίνης, μέλος της Κυβέρνησης, δεν κατόρθωσε να διασώσει από το εκτελεστικό απόσπασμα τον πρώτο εξάδελφό του Βασίλειο Μαρκεζίνη.
                Όπως αποδείχθηκε αργότερα από την ανεύρεση της σορού του Ταξίαρχου στην περιοχή του Κλειστού [Κλιτσός τότε] Ευρυτανίας, ο Μαρκόπουλος κατά το δίμηνο οδηγήθηκε εκεί είτε από το ορεινό δρομολόγιο των χωριών Πανουργιάς- Στρώμη- Μαυρολιθάρι- Καστριώτισσα- Δάφνη- Ανατολή- Μάρμαρα- Νικολίτσι- Ροβολιάρι- Ρεντίνα- Κλειστό, 120 χιλιόμετρα από την αφετηρία, είτε επίσης από το ορεινό δρομολόγιο Άμπλιανη- Τσιγκλίστα- Κρικελοπόταμο- Μεγάλο Χωριό- Βίννιανη ή Δάφνη- Κλειστό.
                Από την στιγμή της αιχμαλωσίας του Ταξίαρχου και για δύο μήνες απόλυτη σιωπή σκέπασε τα ίχνη του, ενώ το όνομά του δεν αναφέρθηκε, μετά την αρχική ενημέρωση και δημοσίευση, ούτε μία φορά από τα μέσα ενημέρωσης. Οι προσπάθειες για τον εντοπισμό από εδάφους και αέρος των κινήσεων του αιχμαλώτου και των συνοδών του από Μονάδες του Ελληνικού Στρατού απέβησαν άκαρπες. Αλλά και οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις από τις αρχές Μαΐου με τον κωδικό «Κυνηγός» προς εντοπισμό του Ταξίαρχου στους ορεινούς όγκους της Γκιώνας, των Βαρδουσίων ορέων, της Οίτης, του Τυμφρηστού και των Αγράφων, μια δύσκολη περιοχή με πλούσια βλάστηση, δεν είχαν αποτέλεσμα. Το ίδιο χρονικό διάστημα ο Ταξίαρχος συνέταξε και απέστειλε τέσσερις επιστολές, που απευθύνονταν στην οικογένειά του, στον εκδότη της εφημερίδας «Εθνικός Κήρυξ» Αθανάσιο Παράσχο, εξάδελφο της συζύγου του, στον Σοφοκλή Βενιζέλο και στον Αρχιστράτηγο Αλ. Παπάγο.
 *Δημοσίευμα της εφημερίδας "Εμπρός"

ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΣ ΣΟΡΟΥ ΤΑΞΙΑΡΧΟΥ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ

                Από τμήμα του Ελληνικού Στρατού, που ερευνούσε σε μια περιοχή 50 χιλιομέτρων Βόρεια του Καρπενησίου, εντοπίσθηκε το σώμα του Ταξίαρχου Δ. Μαρκοπούλου στις 30 Ιουνίου 1949 κοντά στο χωριό Κλειστό. Ο νεκρός, σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΓΕΣ βρισκόταν σε ημιαποσύνθεση και έφερε διαμπερές κρανιακό τραύμα από πυροβόλο όπλο με είσοδο του βλήματος από τον τράχηλο και έξοδο από την μετωπική χώρα, γεγονός που εκλήφθηκε ως απόδειξη ότι ο Ταξίαρχος εκτελέσθηκε κατά πάσα πιθανότητα προ 8 ημερών. Σε καμιά επίσημη ανακοίνωση ή και απόρρητο έγγραφο της Κυβέρνησης ή του Στρατού δεν αναφέρονταν ότι ο νεκρός βρέθηκε κακοποιημένος.
                Σύμφωνα με διάφορες πληροφορίες, που δεν είχαν επιβεβαιωθεί, ο Ταξίαρχος εκτελέσθηκε σε αντίποινα είτε για την εκτέλεση του Ταγματάρχου του ΔΣΕ Σωτηρίου Τσιτσιπή {Τάξης 1940 της Σχολής Ευελπίδων],του ονομαζόμενου Λοκρού, είτε για τον θανάσιμο τραυματισμό σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Καπετάνιου Διαμαντή. Ο τελευταίος δολοφονήθηκε εν ψυχρώ, σύμφωνα με μαρτυρία του Γεωρ. Χουλιάρα [Καπετάνιος Περικλής] στις 21 Ιουνίου 1949 στα Βαρδούσια από τον σύντροφό του Θύμιο Κατσόγιαννο [Από το βιβλίο του Διον. Χαριτόπουλου Άρης Βελουχιώτης, ο Αρχηγός των Ατάκτων σελ.777].
                Η άποψη να φονεύθηκε ο Ταξίαρχος σε ανταλλαγή πυρών μεταξύ των ανταρτών- φρουρών και τμημάτων του Ελληνικού Στρατού αποκλείσθηκε, γιατί, σύμφωνα με ανακοίνωση του ΓΕΣ τις ημερομηνίες εκείνες, 21-24 Ιουνίου στην περιοχή Κλειστού δεν διεξήχθησαν εκκαθαριστικές ή αναγνωριστικές επιχειρήσεις.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

                Μετά την εν ψυχρώ δολοφονία στις 17 Απριλίου 1944 στο Κλήμα Δωρίδος του Δημοκρατικού Συνταγματάρχου Δημητρίου Ψαρρού από τον συμμαθητή του στην Σχολή Ευελπίδων Ταγματάρχη του ΕΛΑΣ Ευθύμιο Ζούλα, εκτελείται εν ψυχρώ, μετά από δίμηνη αιχμαλωσία και περιπλάνηση στα βουνά και όρη της Ρούμελης ο Ταξίαρχος Δ. Μαρκόπουλος, ένας γενναίος και τολμηρός Δημοκρατικός Αξιωματικός, που είχε διακριθεί ιδιαίτερα στα πεδία των μαχών του Έθνους.

       Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας, Αντιστράτηγος ε.α.


ΠΗΓΕΣ
1.Εμφύλιος Πόλεμος Έτους 1949 της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού.
2. «Ο θάνατος ενός Ταξίαρχου» του Λεων. Καλλιβρετάκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου