Τρίτη 27 Ιουλίου 2010

Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΒΟΕΒΟΔΑ ΠΕΤΚΟ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΝΣΛΑΒΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ- Άρθρο 2ο

*Η σημαία της Βουλγαρικής Λεγεώνας






Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης



          Σε προηγούμενο άρθρο, είδαμε διάφορες πληροφορίες για τη δράση του Βούλγαρου Πέτκο Βοεβόδα στη Θράκη, κατά τον ΙΘ' αιώνα, οποίος συνδύαζε την ληστρική δραστηριότητα ταυτόχρονα με την επιδίωξη της προώθησης των πανσλαβιστικών βλέψεων για την έξοδο της Βουλγαρίας στο Αιγαίο. 
          Από πολλές προξενικές αναφορές φαίνεται η δολιότητα του Πέτκο, ο οποίος συνήθιζε στις ληστρικές επιδρομές του να υψώνει ελληνική σημαία και να μιλάει ελληνικά για να παραπλανά τις αρχές και τα θύματά του. 
Μια άλλη σημαντική αναφορά για τον Πέτκο έχουμε από κατοίκους της σημερινής Αλεξανδρούπολης, (Δεδέαγατς) στις 6 Μαρτίου 1878[1]. Τότε πολλοί κάτοικοι με επιστολή τους προς τον υπουργό Εξωτερικών επαίνεσαν ένθερμα τις ενέργειες του Έλληνα πρόξενου στην πόλη, Καραγιαννόπουλου, για την προστασία των Ελλήνων, αλλά και για τη διατήρηση της τάξης κατά την είσοδο των Ρώσων, όταν καταλάμβαναν τα εδάφη της Θράκης, νικώντας κατά κράτος τους Οθωμανούς.
*Ο βοεβόδα Πέτκο σε βουλγαρικό γραμματόσσημο

          Η ιστορική αυτή επιστολή όπως διασώθηκε στο Αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών, έχει ως εξής:
          «Κύριε υπουργέ,
          Οι ευσεβάστως υποφαινόμενοι υπήκοοι της Α. Μεγαλειότητος, έχοντες υπ’ όψιν ότι καλοί υπάλληλοι δια καλής μορφούνται αμοιβής μάλιστα ηθικής, παρακαλούμεν Υμάς, όπως επιτρέψη ημίν, εξιστόρησιν εν βραχεί τα της πολιτείας του ενταύθα Υποπροξένου κ. Καραγιαννοπούλου, να συστήσωμεν εις την εθνικήν μέριμναν της Κυβερνήσεως τον Έλληνα τούτον υπάλληλον.
          Ελθών ενταύθα ο κ. Καραγιαννόπουλος κατά τον παρελθόντα Μάιον εύρε λίαν προβληματικήν την δημόσιον ασφάλειαν της πόλεως συνεπεία των εν αυτή ως εν πάση νεοσυστάτω πόλει, συσσωρευμένων πλείστων πάσης ποιότητος ατόμων. Ενζήλως επελήφθη του ζητήματος τούτου, αποκαταστήσας πραγματικήν την ασφάλειαν του τόπου, δια της βαθμιαίας απομακρύνσεως πάντων των αέργων και ταραξιών Ελλήνων, εφ’ ώ και εδέχθη τας ευχαριστίας των κατοίκων και των συναδέλφων αυτού.
          Ως βεβαίως γνωρίζετε, η Θράκη και ιδίως τα περί το Δεδέαγατς διαμερίσματα, αυτής, προ ετών πολλών καταμαστίζονται υπό της ληστρικής συμμορίας του περιβοήτου Βουλγάρου Πέτκου, ο οποίος ολοκλήρους κώμας και χωρία μέχρι τούδε κατέστρεψε καθόσον πλην των υπ’ αυτού ενεργηθεισών ληστοπραξιών συνέπεσεν ως εκ των συχνών αυτού επισκέψεων εις τας κώμας να ενοχοποιηθώσιν εκ των Οθωμανών πολλοί ευκατάστατοι και ευυπόληπτοι Έλληνες Χριστιανοί ως λησταποδόχοι, επί μόνω τω σκοπώ βεβαίως, όπως φορολογηθώσιν υπό των ακεραίων (;) Οθωμανικών Αρχών. Πολλάς πλουσίας οικογενείας καταστρέφωσιν επί τη αφορμή ταύτη. Και εις το ζήτημα τούτο επιτυχώς μέχρι τούδε ενήργησεν ο κ. Καραγιαννόπουλος πολλούς μεν  των επί λησταποδοχή συκοφαντηθέντων υπό των Οθωμανικών ονύχων διασώσας, τινάς δε των πραγματικών λησταποδόχων καταδιώξας και εν γένει ενεργήσαντες ούτως, ώστε ήδη από τινων μηνών τουλάχιστον τα της πόλεώς μας περίχωρα εισίν απαλλαγμένα της παρουσίας του ληστάρχου τούτου. Περί πάντων τούτων δύναται να μαρτυρήσει και το εν Αδριανουπόλει Προξενείον.
          Η διαγωγή αύτη του κ. Καραγιαννοπούλου τοσούτον διέσωσε και εκραταίωσε το όνομα αυτού παρ’ άπασι τοις περί το Δεδέαγατς διαμερίσμασιν, ώστε ήδη από τινος χρόνου πάντες οι κάτοικοι αυτών Έλληνες και Τούρκοι και Βούλγαροι, διά πάσαν ανάγκην προς αυτόν και μόνο απευθύνονται.
          Ως γνωρίζετε η Θράκη άπασα και ιδίως η ημετέρα πόλις εις λίαν ακροσφαλή   περιέστησαν θέσιν συνεπεία του τελευταίου πολέμου και την πολυπληθή μετανάστευσιν των διαφόρων Τουρκικών ορδών. Δεν δυνάμεθα, κύριε υπουργέ ή να ανακηρύξωμεν γεγονυία τη φωνή, ότι το Δεδέαγατς , ού η ύπαρξις ευρέθη επί ξυρού ακμής (ως μαρτυρούσιν τα εις όλον τον κόσμον διαβιβασθέντα τηλεγραφήματα, ότι το Δεδέαγατς κατεστράφη) εις μόνον τον Έλληνα υποπρόξενον οφείλει την σωτηρίαν αυτού. Καθότι ο κ. Καραγιαννόπουλος δια της προτέρας αυτού διαγωγής είχεν αποκτήσει την εμπιστοσύνην και αγάπην πάντων των Οθωμανών και των Οθωμανικών Αρχών, Καϊμακάμη, Καδή, Αστυνόμου, Φρουράρχου και αυτών μάλιστα των προεξαρχόντων Κιρκασίων. Τούτους καθ’ όλον το διάστημα των ωδίνων εφιλοξένει εν τη οικία αυτού και ούτω κατώρθου να ενεργώσιν υπό τας εμπνεύσεις αυτού. Πλην τούτου ο κ. Καραγιαννόπουλος καθ’ εκάστην εσπέραν συσσωματών περί αυτόν πολλούς των Ελλήνων εφρούρει καθ’ όλην την νύκτα ένοπλος την πόλιν. Ημέραν τινά οι Κιρκάσιοι κακά διανοηθέντες δεν ήθελον να αναχωρήσωσιν. Άμα μαθών τούτο ο κ. Καραγιαννόπουλος, πέμπει προς αυτούς φίλον τινα Κιρκάσιον, πρώην επί την δεκάτην υπάλληλον, ο οποίος νουθετήσας έπεισεν αυτούς να επιβιβασθώσιν αυθωρεί επί των αναμενόντων αυτούς δύο Αυστριακών ατμοπλοίων. Δι΄ όλων τούτων των μέσων αληθώς έσωσε την πόλιν ο κ. Καραγιαννόπουλος.
          Μετά την έλευσιν των Ρώσων ούτως επιτυχών επολιτεύθη, ώστε κατώρθωσε, συμπήξας εις ταυτό άπαν το ενταύθα Χριστιανικόν στοιχείον, να παραστήση αυτό ως Ελληνικόν εις τας Ρωσσικάς στρατιωτικάς αρχάς αίτινες ως εκ τούτου ηναγκάσθησαν να μορφώσωσιν ενταύθα πάντας τους κλάδους της υπηρεσίας αποκλειστικώς ελληνικούς, μ’  όλας τας εναντίας παραστάσεις και τας παρά τοις Βουλγάροις ραδιουργίας, των ενταύθα ολιγίστων Καθολικών.
          Πάντα ταύτα αναγκάζουσιν ημάς, κύριε υπουργέ, να αποδώσωμεν τον  δίκαιον έπαινον τω κ. Καραγιαννοπούλω, τιμήν φέροντι τω έθνει και τω ελληνικώ Δεδέαγατς. Ούτω ενεργούντες ελπίζομεν ότι θέλομεν εφελκύσει την επί του υπαλλήλου τούτου μέριμναν της Σεβαστής Κυβερνήσεως προς όφελος του εν τη Θράκη ψυχορραγούντος εθνισμού μας.

Ευπειθέστατοι Έλληνες»

          Την επιστολή υπογράφουν οι Π. Γ. Κόκκινος, Ι. Κ. Μαλιαρός, Ι. Λαμπουσιάδης, Ε. Δ. Αναγνώστου, Ι. Φιμερέλης, Δ. Αποστολίδης, Μιχαήλ Αποστολίδης, Δ. Κυριαζόπουλος, Γ. Δουζίνας, Παναγιώτης Ζερβός, Βασίλειος Κουβαράς, Κ. Φιμερέλης, Μιχαήλ Ταβακόπουλος, Αναστάσιος Φωκάς, Νικόλαος Κ. Αγγελής, Θ. Παρασχίδης, Βασίλειος Μενεγάκης, Ν. Γ. Παλαμάρης, Σπύρος Λαχανάς, Δημήτριος Σταύρου, Νικόλαος Λαγόπουλος, Δ. Κόκκινος, Δ. Παρασκευόπουλος, Α. Οικονομίδης, Γ. Νικολαϊδης, Κ. Κουμπής, Βαγγέλης Αγγεληνός και Σταύρος Καπετάνου. Ελάχιστα ακόμη ονόματα, είναι δυσανάγνωστα ή έχουν καταστραφεί στο καταταλαιπωρημένο αυτό έγγραφο.
          Και η επιστολή αυτή, όταν έφτασε στο υπουργείο Εξωτερικών, με ιδιόχειρη σημείωση εστάλη στο αρχείο!
*Από τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Πέτκο στο Λόφο των Γαριβαλδινών στη Ρώμη 


         Δυο μέρες μετά την επιστολή των κατοίκων του Δεδέαγατς, και συγκεκριμένα στις 8 Μαρτίου εξαιτίας της καταδίωξης του Πέτκο και της συμμορίας του, η Μαρώνεια υπέστη μια πρωτοφανή τουρκική επίθεση και λεηλασία. Για το γεγονός αυτό υπάρχει μάλιστα διασταύρωση και επιβεβαίωση διπλωματική και δημοσιογραφική.
Αγανακτισμένοι οκτώ κάτοικοι, έστειλαν στις 12 Μαρτίου επιστολή στο «Νεολόγο» της Κωνσταντινούπολης για τα παθήματά τους, στην οποία έγραφαν μεταξύ άλλων:
          «Ίσως εκ φήμης εμάθατε ότι την 8 Μαρτίου λόγω καταδιώξεως της ληστρικής συμμορίας του Πέτκου, ήτις λυμαίνεται από καιρού την επαρχίαν Μαρωνείας, εν τη εφαρμογή των καταδιωκτικών μέτρων εκ μέρους στρατιωτικού αποσπάσματος, υπό την οδηγίαν ενός λοχαγού και ενός χρέη αστυνόμου εκτελούντος εν Γκιουμουρτζίνη Χασάν αγά, μετά δύο έως τριών χιλιάδων μεταναστών και περιοίκων, επέδραμον κατά της ομωνύμου ελληνικής πολίχνης, εξαιρέσει του στρατιωτικού αποσπάσματος και ως πειναλέοι γύπες θραύσαντες δια πελέκεων τας θύρας των οικιών διήρπασαν 170 τοιαύτας, μηδέν από του πολυτιμοτέρου μέχρι του ευτελεστέρου ράκους ή σκεύους αφέντες, αφού π
ροηγουμένως εξήγαγον πάντας τους κατοίκους διανυκτερεύσαντας εν υπαίθρω και εφόνευσαν εξ απροσεξίας τρεις πολίτας και ένα Σαμόθρακα, της καταδιώξεως ούτω περατωθείσης, υπέστρεψαν έκαστος εις τα ίδια, φέρων μεθ’ εαυτού την πολύτιμον λείαν του και κατέλιπον αύθις ελευθέραν την κατά τα μέρη εκείνα ενδιαίτησιν των ληστών...».
*Η υπογραφή και η σφραγίδα του Μητροπολίτη Μαρωνείας Ιερώνυμου 

        Οι Μαρωνίτες πρόσθεταν, ότι επιτόπου μετέβη ο μητροπολίτης Ιερώνυμος, ο οποίος έχοντας μαζί του το στρατιωτικό απόσπασμα της πόλης, κατόρθωσε να ανακαλύψει στα κοντινά μουσουλμανικά χωριά, πολλά από τα κλοπιμαία που επιστράφηκαν στους ιδιοκτήτες τους. Επίσης εξέφραζαν την ευγνωμοσύνη τους προς το Μητροπολίτη υπενθυμίζοντας και μια άλλη άγνωστη σήμερα πράξη του, την απελευθέρωση 60 Βουλγαροπαίδων της Γκιουμουρτζίνας «εξ αρπακτικών χειρών». Δεν κατονομάζουν τους απαγωγείς, αλλά είναι πολύ πιθανόν να ήταν οι φοβεροί Κιρκάσιοι.
          Γι’ αυτή τη ληστρική επιδρομή εναντίον της Μαρώνειας, η οποία υφίστατο τις συνέπειες της παρουσίας εκεί του Πέτκο, ο υποπρόξενος Καραγιαννόπουλος έστειλε από το Δεδέαγατς στις 18 Μαρτίου 1878[2] έκθεση στο υπουργείο των Εξωτερικών στην οποία περιέγραφε-από τη δική του οπτική γωνία βέβαια- ότι ο «λήσταρχος Πέτκος» με δώδεκα άλλους συνεργάτες του και μερικούς Βουλγάρους «ους παραλαμβάνει εκάστοτε όταν πρόκειται να κακουργή επετέθη κατ΄ Οθωμανών τους οποίους συνήντησε μεταξύ του χωρίου Κιρκά υπαγομένου εις της περιφέρειαν Γκιουμουλτζίνας και του χωρίου Καρά- καγιά (Σ.Σ. πρόκειται για τον εγκαταλελειμμένο σήμερα οικισμό Μαυρόπετρα κοντά στην Αισύμη) υπαγομένου ενταύθα και εφόνευσε τρεις και δύο επλήγωσε καιρίως».
          Εξαιτίας της στυγερής αυτής πράξης και των πολλών παραπόνων που είχαν διατυπωθεί για τις έκνομες δραστηριότητες του Πέτκο, Οθωμανικός στρατός από τη Γκιουμουλτζίνα με πολλούς άοπλους Οθωμανούς πολίτες των περιχώρων, συνολικά πλέον των 1.000 ατόμων πορεύθηκε τα ξημερώματα της 8ης Μαρτίου στη Μαρώνεια «ένθα πάντοτε διαιτάται ο λήσταρχος» και αφού περικύκλωσαν την πόλη, μπήκαν μέσα 300 και κατευθύνθηκαν προς το σπίτι όπου διέμενε ο Πέτκο ζητώντας από αυτόν να παραδοθεί.
*Η προτομή του Πέτκο στη Βάρνα. Εδώ προβάλλεται η ιδιότητα του Γαριβαλδινού

          Εκείνος- κατά την περιγραφή του Καραγιαννόπουλου- αρνήθηκε και ξέσπασε από τις αντιμαχόμενες πλευρές, ένοπλη σύρραξη. Σκοτώθηκαν τριανταδύο  Οθωμανοί και τέσσερις ληστές. Δύο  Βούλγαροι και δύο Έλληνες Οθωμανοί υπήκοοι. Ο ένας κατάγονταν από την Αίνο και ονομάζονταν Κόμνος και ο άλλος από τη Σμύρνη και ονομάζονταν Βαγγέλης.
          Μέσα στην αναμπουμπούλα της μάχης ο Πέτκο, παρά τη στενή πολιορκία, κατόρθωσε να διαφύγει με τους υπόλοιπους οπαδούς του. Οι Οθωμανοί αντί να συνεχίσουν την καταδίωξη άρχισαν να αποβάλλουν κάθε έννοια πειθαρχίας και να επιδίδονται σε εκτεταμένες λεηλασίες «και ούτω η Ελληνική αύτη κωμόπολις αριθμούσα τεσσάρων αιώνων ύπαρξιν και ακμάζουσα άλλοτε επί πλούτω κατεστράφη εντελώς, ένεκεν του ληστάρχου τούτου και των καταδιωκόντων αυτόν βαρβάρων Οθωμανών».
          Η συνέχεια ήταν αναμενόμενη. Οι Ρώσσοι του Δεδέαγατς, που είχαν δυνάμεις αδιαφόρησαν αν και όπως βεβαιώνει ο Έλληνας υποπρόξενος ενώ πολλές φορές παρακάλεσε υποδεικνύοντας και τους τρόπους σύλληψης του Πέτκο, δεν εισακούσθηκε.
          Αλλά και το Οθωμανικό στοιχείο «εντελώς αδρανές, κούφον και βάρβαρον ως γιγνώσκετε, ουδέν δύναται να εκτελέση».
          Μπροστά στο αδιέξοδο αυτό ο Καραγιαννόπουλος αποκαλύπτει προς το υπουργείο Εξωτερικών, ότι ήρθε σε επαφή με τον Πέτκο. Συγκεκριμένα στην ίδια έκθεση σημειώνει συμπερασματικά:
          «Δια τούτο χάριν του τόπου απεφάσισα να διέλθω την ευρωπαϊκήν οδόν και επί τούτω απέστειλα άνθρωπόν μου πιστόν όπως ανταμώση τον ίδιον τον Πέτκον και δια πολλαπλών μέσων και υποσχέσεων καταπείσω αυτόν να εγκαταλείψει την Θράκην και μεταβή όπου θέλει να πολεμήση τουλάχιστον υπέρ του Ελληνισμού».
          Είναι αινιγματική η προτροπή του Καραγιαννόπουλου προς τον Πέτκο να πολεμήσει τουλάχιστον υπέρ… του Ελληνισμού εκτός όμως της Θράκης, αλλά η εξέλιξη των γεγονότων, παρά την έλλειψη πληροφοριών, δεν φαίνεται να μετέβαλε την κατάσταση.
Στις 17 Μαΐου 1877[3] ο πρόξενός της Αδριανούπολης Γεννάδης Νικ. βασιζόμενος σε πληροφορίες που του έδωσε προξενικός πράκτορας του Δεδέαγατς, αποκαλύπτει προς την Ελληνική Πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης, ότι ο πανούργος Πέτκο, σφετερίζονταν ακόμα και τις ελληνικές φορεσιές, προκειμένου να εξαπατά τους διώκτες του. Γράφει:
          «... ληστρική συμμορία εξ 20 ατόμων συγκειμένη ανεφάνη αίφνης εις Μαρώνειαν κωμόπολιν πλησίον του Δεδέαγατς κειμένην και εν καιρώ ημέρας εισβαλούσα εις αυτήν  συνέλαβεν τον πρόκριτον του χωρίου Θωμάν Γιαννούδην αφήρεσε παν ό,τι εύρεν εν τη οικία του εις χρήματα και πολύτιμα είδη αξίας εν όλω 2 περίπου χιλιάδων λιρών, αιχμαλωτίσασα δ’ αυτόν και τους δύο εν Μαρωνεία εδρεύοντας ζαπτιέδες απήλθεν εκείθεν.
*Ο αθηναϊκός Τύπος, έγραφε την 1η Ιουνίου 1877. 
          Προς καταδίωξιν των ληστών εξήλθον διάφορα αποσπάσματα χωροφυλάκων αλλ’ άχρις ώρας η καταδίωξις ουδέν επήνεγκεν αποτέλεσμα. Περί των ληστών αυτών αι ενταύθα εγχώριαι αρχαί ως και εν Δεδέαγατς διϋσχυρίζονται ότι εισίν Έλληνες εξ Ελλάδος δια θαλάσσης εισβαλόντες αυτόθι, φέρουσι το ελληνικόν ένδυμα (φουστανέλας) και λαλούσι την Ελληνικήν. Καθ’ ας όμως έλαβον εγώ πληροφορίας  η συμμορία αύτη είναι η άλλοτε υπό τον Βούλγαρον αρχιληστήν Πέτκον αναφανείσα εις τα μέρη εκείνα και σύγκειται εξ ανθρώπων διαφόρων φυλών και θρησκευμάτων. Τούτο ουδόλως αμφιβάλλω ότι γιγνώσκουσι οι Τούρκοι εκ προθέσεως δε και δια σκοπούς λίαν ευνοήτους διαδίδουσι τ’ ανωτέρω. Τας διαδόσεις δε ταύτας ας υποστηρίζει και ο εκτάκτως αποσταλείς ενταύθα ως πρόξενος της Αγγλίας κ. Βλουντ εννοείται ότι θα καταπολεμήσωμεν δεόντως...».
          Στο ίδια έγγραφο ο Γεννάδης αφηγείται και άλλες περιπτώσεις ληστειών σε διάφορα μέρη της Θράκης.   
          Μετά την ειδοποίηση του Γεννάδη για τις κατηγορίες των Τούρκων εναντίον των Ελλήνων και για τις υποψίες του ότι επρόκειτο για τη συμμορία του Πέτκο, ο πρεσβευτής Α. Κουντουριώτης με ιδιόχειρη σημείωσή του στο περιθώριο του εγγράφου του Γεννάδη, διέταξε τον Διερμηνέα της Πρεσβείας Αλ. Δρακόπουλο να κάνει διάβημα για τις αυθαίρετες ερμηνείες των τουρκικών αρχών, ότι επρόκειτο για Έλληνες ληστές, που εισέβαλαν δια θαλάσσης.
          Ο Δρακόπουλος επισκέφθηκε τον υφυπουργό Εξωτερικών της Υψηλής Πύλης έκανε το διάβημα και ο ίδιος σημείωσε στη δεύτερη σελίδα του εγγράφου του Γεννάδη, ότι ο υφυπουργός τον άκουσε προσεκτικά, κράτησε σημειώσεις και υποσχέθηκε ότι αυθημερόν θα έστελνε σχετική διαταγή, στο Γενικό Διοικητή του Βιλαετίου της Αδριανούπολης.   
          Οι Ρώσοι που αμνήστευσαν τα αδικήματα του Πέτκο, όταν κατέλαβαν τη Θράκη, έκαναν συνεργάτη τους το Βούλγαρο ληστή και τον περιέβαλαν με εμπιστοσύνη. Με αποτέλεσμα, οι σύντροφοί του να κάνουν επιδρομές και μέσα στο Δεδέαγατς.
          Ο Καραγιαννόπουλος στις 21 Μαΐου 1978[4] με αναφορά του με αρ. πρωτ. 86, περιγράφει προς το υπουργείο των Εξωτερικών νέα κατορθώματα της συμμορίας Πέτκου, αλλά και τη φανερή προστασία που του παρείχαν οι Ρωσικές Αρχές κατοχής:
          « Κατόπιν πολλών προς το υπουργείον αφηγήσεών μου περί του εν Θράκη ληστάρχου Πέτκου έρχομαι και αύθις να υποβάλω υμίν, ότι ούτος υποθαλπόμενος  πλέον φανερά παρά της Ρωσσικής Αρχής κατέστη έτι επιφοβώτερος. Την παρελθούσαν Δευτέραν δύο Βούλγαροι της συμμορίας αυτού εν πλήρει μεσημβρία εκ τινός ενταύθα καφφενείου απήγαγον Οθωμανόν τινα όν και εκρεούργησαν. Ημέρα δεν παρέρχεται να μην φονευθή παρά της συμμορίας αυτού ή άλλων Βουλγάρων πλήθος Οθωμανών. Εννοείται λοιπόν ότι οι κατά των Οθωμανών βανδαλικαί αύται πράξεις, θα επιφέρουν  όταν επιστή η επικράτησις του Οθωμανικού στοιχείου την αυτοδικίαν καθ’ όλου του Χριστιανισμού. Ως εκ τούτου δια να προλάβω την κατά των Ελλήνων προβλεπομένην αντεκδίκησιν ηναγκάσθην διότι οι Οθωμανοί ευλόγως δύνανται να υποθέσωσιν ότι εις όλα ταύτα ενέχονται αμφότερα τα Διοικητικά Συμβούλια Δεδέ- Αγάτς και Μάκρης τα εξ Ελλήνων συγκεκροτημένα να παροτρύνω ταύτα να παραιτηθώσιν και συγχρόνως δια πολλών οργάνων να φθάσουν εις τα ώτα των Οθωμανών ότι τα Ελληνικά Συμβούλια ταύτα αφού δεν ηδυνήθησαν δια του ορθού λόγου να καταπείσωσιν τας Ρωσσικάς Αρχάς όπως επιφέρωσιν την εξάρθρωσιν του Πέτκου και την χειραγώγησιν των Βουλγάρων παρητήθησαν. Ακολούθως θέλω καταστήσει γνωστόν προς το Β. Υπουργείον αν εγένετο δεκτή η σημερινή παραίτησις των εν λόγω συμβουλίων ως και κατάλεπτον έκθεσιν των κακουργημάτων των Βουλγάρων αποστείλω».
          Λίγες μέρες αργότερα, ο Καραγιαννόπουλος επιχειρεί μέσα από σειρά επαφών και διαβουλεύσεων με τις ρωσικές αρχές του Δεδέαγατς, να λύσει το πρόβλημα του Πέτκου, γιατί η περιφέρεια στέναζε από τις θηριωδίες της ομάδας του. Έτσι μετά από συζητήσεις με Ρώσους στρατιωτικούς, στέλνει στις 27 Μαρτίου 1878[5] νέα αναφορά στο υπουργείο Εξωτερικών, αποκαλύπτοντας μεταξύ άλλων, ότι η συμμορία του Πέτκου είχε «σπιτωμένες» στην πόλη τις ερωμένες και τις συζύγους των ληστών και ότι οι Ρώσοι επεφύλασσαν για τον Πέτκο και τους άνδρες του ρόλο εμπροσθοφυλακής, γιατί γνώριζαν καλά τις τοποθεσίες της Θράκης. Κάτι ανάλογο δηλαδή με το ρόλο που επεφύλασσαν οι Αμερικανοί στον UCK των αλβανόφωνων του Κοσσυφοπεδίου, αν χρειάζονταν να κάνουν χερσαίες επιχειρήσεις το 1999, πριν επέλθει η ειρήνευση.
          Είναι πολύ ενδιαφέρον το έγγραφο αυτό, που δημοσιεύεται ολόκληρο και αναφέρει προς το υπουργείο Εξωτερικών:
          «Εις την υπ’ αριθμ. 86 και από 21 υφισταμένου ε.ε. προς το Β. Υπουργείον αποσταλείσαν έκθεσίν μου ανέφερον εν βραχεί την προς τον λήσταρχον Πέτκον εύνοιαν των Ρωσσικών Αρχών, ήτις κατέστησεν αυτόν και τους λοιπούς Βουλγάρους θηριωδέστερους και των Οθωμανών και την συνεπεία ταύτης παραίτησιν των Συμβουλίων Δεδέ- Αγάτς και Μάκρης. Ήδη εν πρώτοις αναφέρω ότι η παραίτησις των Συμβουλίων τούτων δεν εγένετο δεκτή κατ’ επίμονον άρνησιν του ενταύθα Μαγιόρ (εννοεί τον Ρώσο στρατηγό- διοικητή, που τον αποκαλούσαν με το βαθμό του Μαγιόρ Τζενεράλ) και τας δοθείσας προς αυτά προφορικάς υποσχέσεις του, ότι του λοιπού δεν θα επαναληφθώσιν τα τοιαύτα. Κατά συνέπειαν όθεν της υποσχέσεως ταύτης τα Συμβούλια εξακολουθούν ως και πριν, θεωρών πλέον περιττήν πάσαν περί Πέτκου και Βουλγάρων αφήγησιν καθόσον αρκούντως μέχρι τούδε εξέθηκα, περιορίζω την έκθεσίν μου ταύτην εις λεπτομερή των γεγονότων…. (μια λέξη δυσανάγνωστη) την ψυχικήν ευγένειαν των Ρώσων αξιωματικών και τον προς το καθήκον σεβασμόν.
          Ημέραν τινά ο ενταύθα Β. Πράκτωρ της Αυστροουγγαρίας κύριος Σούχορ μεθ’ ενός μέλους του ενταύθα Διοικητικού Συμβουλίου κυρίου Καραπαναγιώτου, μεταβάντες τη προτροπή εμού εις την οικίαν του λοχαγού Garbatorski όπου ευρίσκετο ο Στρατιωτικός Διοικητής, ο λοχαγός Albinski και άλλοι αξιωματικοί και παραστήσαντες τω Στρατιωτικώ  Διοικητή, ότι η ανασφάλεια του τόπου πολλού γε δη από του να είναι ευάρεστος, ότι ο τόπος κινδυνεύει ένεκεν της συμμορίας του Πέτκου και των λοιπών Βουλγάρων και ότι τέλος πρέπει να ληφθεί εκ μέρους αυτού η δέουσα πρόνοια, έσχον την εξής απάντησιν. Πώς δύνασθε ν’ αποδείξητε ημείς ηρώτησεν ως αξιωματικός ο Garbatorski ότι πάντα ταύτα διαπράττονται παρά του Πέτκου και λοιπών Βουλγάρων; Έπειτα τι μέλλει ημίν, είπεν άλλος αξιωματικός ο Albinski, ειλικρινέστερος τουλάχιστον, εάν φονεύωνται Οθωμανοί; Μέχρι τούδε μόνον Οθωμανοί εφονεύθησαν.
          Ετέραν ημέραν ο ίδιος ο κύριος Σούχορ και Καραπαναγιώτης μετά του υπολοχαγού Granmer και του λοχαγού Taksevski όστις πλέον της Ρωσσικής Γαλλικάς τινάς λέξεις ψελλίζει, είπεν αυτοίς τα ακόλουθα άτινα επεκύρωσεν ο Granmer «Maintenant notre ami Petko» (Τώρα, ο φίλος μας ο Πέτκο) ο δε λοχαγός Thuberef είπεν ότι, επειδή ο Πέτκος γνωρίζει καλώς τας τοποθεσίας των μερών τούτων εκρίθη καλόν να προσληφθή ως εμπροσθοφυλακή προς απόκρουσιν της επαναστάσεως των Οθωμανών (είχε εκδηλωθεί ήδη η εξέγερση των Πομάκων της Ροδόπης εναντίον των Βουλγάρων και των Ρώσων).  
Εν άλλη δεν ημέρα εξελθόντες εις περίπατον εγώ ο Σούχορ, ο Καραπαναγιώτης, μετά του Garbatorski ηκούσαμεν εις τον άνω λεγόμενον μαχαλάν, ένθα υπάρχει ως γνωστόν κατοικία των γυναικών της συμμορίας του Πέτκου, άσματα ευωχουμένων. Ο κ. Σούχορ λέγει τότε τω λοχαγώ Garbatorski, ότι υποθέτει ότι οι ψάλλοντες εισίν οι λησταί οι εν των  καφφενείω συλλαβόντες τους Οθωμανούς. «τι βγαίνει από ένα Οθωμανόν, είπεν ο λοχαγός Γερμανιστί, εγώ σας βεβαιώ, ότι ουδένα Χριστιανόν θέλει κακοποιήσει».
Τας αυτάς περί Ρώσσων πληροφορίας υπέβαλε και ο κ. Σούχορ προς την εν Κωνσταντινουπόλει Πρεσβείαν αυτού. Τας αυτά δεν και έτι πλείονας έλαβε παρ’ εμού και ο του Αρχιερέως Γκιουμουρτζίνης Ιερωνύμου, προς εμέ συσταθείς κ. Γκρασπερέτ, Γάλλος το γένος στρατηγός της Αμερικής, όστις κατά διαταγήν φαίνεται της κυβερνήσεώς του, περιηγείται την Θράκην συλλέγων πληροφορίας. Ο λίαν ούτος φιλέλλην, ο πολλά υπέρ του Ελληνισμού εκφρασθείς ανεχώρησε σήμερον δια Κωνσταντινούπολιν. Τοιαύτα περί Ρώσων αξιωματικών, περί δε του Πέτκου έμαθον ότι την παρελθούσαν Κυριακήν εισελθόντες οι Οθωμανοί εις το Χριστιανικόν χωρίον Πλαβού της περιφερείας Αδριανουπόλεως ήρχισε σφοδρός μετά της συμμορίας αυτού πυροβολισμός, φονευθέντων πολλών εκατέρωθεν, ο δε Πέτκος πληγωθείς κατά την παρειάν νοσηλεύεται εις Αδριανούπολιν παρά Ρώσων ιατρών».      
          Χαρακτηριστικό γεγονός εξάλλου είναι, η μεγάλη έριδα που είχε ξεσπάσει την άνοιξη του 1878 μεταξύ του υποπρόξενου Καραγιαννόπουλου και ελαχίστων Ελλήνων υπηκόων οι οποίοι συνεργάσθηκαν με τους Ρώσους, και το όνομα του Πέτκου, μπήκε ανάμεσά τους.
          Στις 12 Ιουνίου 1878 ο Καραγιαννόπουλος και αφού είχαν προηγηθεί άλλα έγγραφά του με βαριές κατηγορίες για τους ελάχιστους συνεργάτες των Ρώσων, με την υπ’ αριθμ. 112 αναφορά του[6] καταγγέλλει ευθέως τον Συριανό έμπορο Ιωάννη Φιμερέλη, που οι Ρώσοι τον διόρισαν πρόεδρο του  Διοικητικού Συμβουλίου Δεδέαγατς, ότι υπέθαλπε «τον λήσταρχον Πέτκον όπως κερδίση την εύνοιαν των Ρώσων και κραταιωθεί εν τη θέσει του ταύτη».   
          Είναι όμως άκρως αποκαλυπτική και η αφήγηση[7] της συνάντησης που είχε με τον Πέτκο στο Δεδέαγατς, ο Έλληνας υποπρόξενος της Αίνου Εμμανουήλ Ξένος. Το διασωθέν έγγραφο, είναι αντίγραφο αναφοράς του στις 2 Οκτωβρίου 1878[8] προς την Ελληνική πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης. Αφορμή της αφήγησής του, ήταν μια επίθεση εναντίον Οθωμανών, την επομένη της αναχώρησης των Ρώσων, από το χωριό Μεγάλη Διασορνή, δύο ώρες μακριά από την Αίνο, κατοικούμενο από Χριστιανούς και Οθωμανούς με 70 σπίτια. Το βράδυ της 29ης Σεπτεμβρίου 1878,τουλάχιστον δώδεκα ένοπλοι  Βούλγαροι, μπήκαν στο χωριό και περικύκλωσαν το τζαμί μέσα στο οποίο είχαν καταφύγει αρκετοί Τούρκοι. Οι Βούλγαροι ζήτησαν να βγουν όλοι έξω. Οι Τούρκοι, που ήταν και άοπλοι έμειναν μέσα, φοβούμενοι να βγουν. Οι εισβολείς εξοργισμένοι άρχισαν να πυροβολούν από τα παράθυρα μέσα στο τζαμί, με αποτέλεσμα να σκοτώσουν οχτώ άτομα. Σκότωσαν επίσης έξω από το τζαμί τον Έλληνα ζαπτιέ Δούκα, που την ημέρα εκείνη είχε διαταχθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο της πόλης να αναλάβει υπηρεσία. Ο Δούκας θέλησε να υπερασπισθεί τους πολιορκημένους Οθωμανούς, που ζητούσαν απεγνωσμένα βοήθεια, αλλά οι Βούλγαροι με μια σφαίρα, που τον πέτυχε στο δεξιό μάτι, τον άφησαν νεκρό.
*Το Οθωμανικό ιππικό


Μεταξύ των φονευθέντων Τούρκων ήταν και ο τσορμπατζής του χωριού Χατζή Μεμέτ Αγάς, διαβόητος άλλοτε λήσταρχος ο οποίος- κατά τον Ξένο- είχε διαπράξει κατά το παρελθόν αναρίθμητα κακουργήματα κατά των Χριστιανών. Το περιστατικό στη Διασορνή δεν αποκλείεται να ήταν ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ ληστάρχων, αλλά ο Ξένος απέδιδε την επίθεσή του σε ρωσικό δάκτυλο, γιατί πολλοί είχαν πει ότι στους εισβολείς υπήρχαν και ορισμένοι Ρώσοι στρατιώτες οι οποίοι επέστρεψαν για να περισυλλέξουν εναπομείναν στρατιωτικό υλικό. Και φθάνει στον Πέτκο, γράφοντας:
«Πολλοί θέλουν να είπωσιν ότι ανεγνώρισαν τον αρχηγόν των δολοφόνων και ότι ούτος ήτο ο περιώνυμος λήσταρχος Πέτκος ονομαζόμενος και Βούλγαρος την καταγωγήν, καταμαστίσας επί μίαν ολόκληρον  δωδεκαετίαν την Θράκην και όστις αμέσως τη αφίξει της Ρωσικής Κατοχής προσήλθεν προς τους Ρώσσους Διοικητάς Αδριανουπόλεως, Διδυμοτείχου, Φερρών και Δεδέαγατς, περιφερόμενος ελεύθερος μετά των… (μία λέξη δυσανάγνωστη) δεκαεπτά τον αριθμόν. Μεταξύ δε αυτών ήταν και τινες Έλληνες εκ της Ακαρνανίας. Περιεφέροντο δε ελεύθεροι, τιμώμενοι και περιποιούμενοι παρά των αξιωματικών Ρώσων, συνάμα δε και θαυμαζόμενοι παρ’ απάντων των κατοίκων των μνημονευομένων πόλεων, οίτινες αρκούντως εγίγνωσκαν την θηριωδίαν των.
Δεν θεωρούμεν ανώφελον ν’ αναφέρωμεν εις την Υμετέραν Εξοχότητα έν αρκετά άγνωστον επεισόδιον το οποίον συνέβη κατά τον παρελθόντα Ιούλιον μεταξύ ημών και του διαβοήτου ληστάρχου Πέτκου και του οποίου την αφήγησιν παρακαλούμεν την Υμετέραν Εξοχότητα να μας επιτρέψη.
Ότε κατά τον παρελθόντα Ιούλιον από Κωνσταντινούπολιν εις Αίνον, γνωστόν το τοιούτον υμίν, αφίχθημεν δια του σιδηροδρόμου εις Δεδέαγατς. Ούτω προ της αναχωρήσεώς μας δι’ Αίνον επορεύθημεν προς επίσκεψιν του Ρώσου Πολιτικού Διοικητού και φίλου μας ταγματάρχου Κόμητος Στέμποκ ονομαζομένου. Εισερχόμενος δε εν τω θαλάμω της υποδοχής του, συνηντήθημεν μετά του ρηθέντος ληστάρχου, όστις επί μίαν ολόκληρον πενταετίαν εις το διάστημα της ενταύθα παραμονής μας, τοσούτον κατέπληξεν την ακοήν μας δια τα παρ’ αυτού διαπραχθέντα κακουργήματα. Εισερχόμενοι δε εν τω θαλάμω του κ. Κόμητος προς στιγμήν ατενίσαμεν προς τον λήσταρχον και ενομίσαμεν ότι κάποιος Στρατηγός Ρώσσος ευρίσκετο παρά τω κόμητι. Διότι τη αληθεία έκαστος ηδύνατο να εκλάβη τον Πέτκον ως τοιούτον».
Ο Ξένος εξηγεί, ότι έμεινε κατάπληκτος από την εμφάνιση του Πέτκο που φορούσε ευρωπαϊκή στρατιωτική στολή χρυσοΰφαντη και έμοιαζε με στρατηγό.
*Μια από τις προτομές του Πέτκο σε χωριό, στην ορεινή βόρεια Ροδόπη


Ο Στέμποκ, αντιλήφθηκε την έκπληξη του Ξένου και έσπευσε να σηκωθεί όρθιος και να τους συστήσει μιλώντας γαλλικά και αποκαλώντας τον Βούλγαρο ληστή φημισμένο άτομο μεγάλης υπολήψεως και Capitain Petko Brigant. Και συνεχίζει ο Ξένος:
«Ο δε ληστής ομιλών κάλλιστα την Ελληνικήν προσεφέρθη προς ημάς αρκετά ευγενής και μετά μεγίστης αβροφροσύνης μας είπαν προς τοις άλλοις, ότι επρόκειτο να μας επισκεφθεί εις Αίνον. Ούτω ήλπιζεν ότι ηδυνάμεθα να συνδράμωμεν αυτόν εις δοσοληψίας του τινάς τας οποίας είχε εκεί μετά τινων κλεπταποδόχων ονομαζομένων προυχόντων της πόλεως ταύτης. Το τοιούτον ως καλώς γνωρίζομεν ψευδές δεν είναι. Αλλ’ ούτος δεν ήλθεν εις Αίνον».






*Ο Πέτκο κατά την εποχή της δράσης του


          Με τη δράση του Πέτκο, συνέβησαν και τα εξής κωμικοτραγικά όπως είχε καταγγείλει το Νοέμβριο του 1875 από την Καλλίπολη ο ανταποκριτής της εφημερίδας «Τουρκία».
          Οι χωροφύλακες που είχαν σταλεί στην Κεσσάνη να καταδιώξουν το ληστή Πέτκο και τη συμμορία του, κατέλυσαν στα καλύτερα σπίτια και αντί να κυνηγούν το Βούλγαρο ληστή, απαιτούσαν από τους ιδιοκτήτες των σπιτιών να τους φέρνουν ό,τι καλύτερο είχαν σε κρέατα, βούτυρα κλπ!
          Την ίδια ακριβώς εικόνα, βλέπουμε και το 1877[9] σαν τίποτα να μην άλλαζε στο κράτος της ράθυμης Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο πρόξενος Γεννάδης περιγράφει στις 20 Μαρτίου, τις ληστείες που υφίσταντο τα Χριστιανικά χωριά της περιοχής Αδριανούπολης.
          «Οι χωρικοί εν γένει λέγουσιν ότι εξερχόμενοι των χωρίων των φέρουσιν ράκη άτε καλώς ειδόντες ότι τα ενδύματά των θέλωσιν αφαιρεθεί παρά του πρώτου Οθωμανού ον ήθελον απαντήσει, προστίθησι δ’ ότι οι στελλόμενοι ζαπτιέδες προς καταδίωξιν των κλεπτών ουδέν άλλον πράττουσιν ή να καταλύωσιν εις τας οικίας των ευπορωτέρων χωρικών και να παραμένωσιν εν αυταίς επί πολλάς ημέρας τρεφόμενοι και ευωχούμενοι δαπάναις αυτών».   
          Ο Πέτκο με τη δράση του όχι, μόνο καταλήστευε τη Θράκη, αλλά το 1878  μαζί με άλλη συμμορία ληστών βρέθηκε στο επίκεντρο μιας ελάσσονος διπλωματικής αναταραχής.
          Η αναταραχή στη διπλωματική υπηρεσία, άρχισε όταν ο ανταποκριτής των «Ημερήσιων Νέων», έγραψε απροκάλυπτα, ότι οι Ρώσοι που είχαν καταλάβει τη Θράκη υπέθαλπαν τον Πέτκο και ο πρόξενος Γ. Καραγιαννόπουλος, υπέθαλπε Έλληνες ληστές[10].  Αυτός, δεν μπορούσε να μείνει με σταυρωμένα χέρια μπροστά σε τέτοιες συκοφαντικές κατηγορίες.
          Στις 12 Σεπτεμβρίου 1878 ο Καραγιαννόπουλος με το υπ’ αριθμ. 189 έγγραφό του ειδοποιούσε το υπουργείο των Εξωτερικών, ότι έχει στα χέρια του την εφημερίδα της Τεργέστης «Ημέρα» η οποία δημοσίευε το ακόλουθο απόσπασμα:
          «Ο ανταποκριτής των «Ημερησίων Νέων» επιστέλει εκ Δεδέαγατς ότι τα περίχωρα της πόλεως εκείνης λυμαίνονται δύο ληστρικαί συμμορίαι η μια υπό τον Βούλγαρον Πέτκον και η άλλη υπό τον Έλληνα Αργέλην. Κατά τους κατοίκους τον Πέτκον υποστηρίζει αναφανδόν ο Ρώσσος στρατηγός, τους δε ετέρους ο Έλλην πρόξενος».
          Ο Καραγιαννόπουλος, ζητούσε άδεια για να διαψεύσει δια του Τύπου τις συκοφαντίες και ανέφερε, ότι πριν λίγα χρόνια, κάποιος άλλος Άγγλος ανταποκριτής είχε αποπειραθεί να δυσφημίσει τον Μητροπολίτη Μαρωνείας Ιερώνυμο, ότι και αυτός υπέθαλπε ληστές. Επιπλέον ο Έλληνας πρόξενος διαβεβαίωνε ότι ληστρική ομάδα υπό τον Έλληνα Αργέλη, ουδέποτε υπήρξε στη Θράκη, όπως και σε καμιά περίπτωση δεν είχε αναφανεί ληστρική ομάδα υπό Έλληνα λήσταρχο έστω και με άλλο όνομα. Στη συμμορία όπως του Βούλγαρου λήσταρχου Πέτκο- όπως έγραφε- υπήρχαν και μερικοί Έλληνες, μερικοί από τους οποίους ήταν ήδη στις φυλακές της Αδριανούπολης, οι δε άλλοι Έλληνες της ληστρικής ομάδας του Πέτκο δεν ήταν γνωστό πού πήγαν μετά την αμνηστία, που είχαν δώσει οι Ρώσοι στον Πέτκο και τους δικούς του.
          Πρόσθετε επίσης ότι «Προ ολίγου καιρού παρουσιάσθη εν τη περιφερεία μου ετέρα ληστρική συμμορία υπό τον Βούλγαρον Γιουβάναν εις ήν υπάρχει και είς Έλλην Ν. Παλαμάρας εκ Τήνου καταγόμενος. Η συμμορία αύτη ηχμαλώτισεν την 8 παρελθόντος Αυγούστου τον ενταύθα παντοπώλην Έλληνα Σγουρήν παρ’ ού έλαβεν ως λύτρα 500 Οθωμ. λίρας».     
Στις 20 Σεπτεμβρίου 1878 μια μεγάλη ομάδα Ελλήνων κατοίκων του Δεδέαγατς που έλεγαν ότι αντιπροσώπευαν το σύνολο των κατοίκων, πλην έξι που προτίμησαν να συνεργασθούν με τους Ρώσους για να πάρουν μεγάλες θέσεις, με επιστολή τους προς τον υπουργό Εξωτερικών Θεόδωρο Δεληγιάννη, υπερασπίσθηκαν με σθεναρότητα τον Καραγιαννόπουλο τον οποίο χαρακτήριζαν θύμα του Καθολικισμού και του Πανσλαβισμού.
Στην τετρασέλιδη ενυπόγραφη επιστολή τους υποστήριζαν ότι ο Βέλτσερ υπονόμευε τον Καραγιαννόπουλο γιατί «δεν αρέσει βέβαια εδώ, η ενταύθα ύπαρξις του Κυρίου Καραγιαννοπούλου, διότι κατέστη ο μοχλός και καλλιεργητής του Ελληνισμού». 
          Στις 2 Οκτωβρίου ο Καραγιαννόπουλος με αναφορά του απέρριπτε όλες τις κατηγορίες εναντίον και υπεδείκνυε ως υποκινητή της συκοφαντικής εκστρατείας τον Άγγλο πρόξενο Βέλτσερ. Αποκάλυπτε μάλιστα πως όταν επήλθε η κατάκτηση της περιοχής από τους Ρώσους, το προξενικό σώμα του Δεδέαγατς παρακλήθηκε να υποδείξει πρόσωπα ικανά για τη διακυβέρνηση του τόπου. Ο Βέλτσερ είχε την αξίωση, συμπαραστατούμενος από τους Καθολικούς προξενικούς πράκτορες της Γαλλίας και της Ιταλίας να διορισθεί πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της πόλης, ένας Καθολικός στο θρήσκευμα, στο εμπορικό γραφείο του οποίου εργάζονταν ως γραμματέας ο Βέλτσερ. Ο Καραγιαννόπουλος αντέδρασε, γιατί τον θεωρούσε ανίκανο να ασκήσει τέτοια καθήκοντα. Η υποψηφιότητά του απορρίφθηκε από τους Ρώσους και ο Βέλτσερ εξοργίσθηκε. Έκτοτε κρατούσε εχθρική στάση προς τον Καραγιαννόπουλο. Υπήρξαν όμως και άλλα περιστατικά που συντηρούσαν αυτή την εχθρότητα. Ο Θ. Δεληγιάννης με ιδιόχειρη σημείωσή του στην αναφορά,  ζήτησε να ερευνηθούν οι καταγγελίες κατά του Καραγιαννόπουλου.
Οι μέρες περνούσαν και καμιά κάλυψη δεν δίνονταν. Στις 26 Νοεμβρίου ο Καραγιαννόπουλος σύμφωνα με τα σωζόμενα έγγραφα στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών, επανήλθε με νεώτερη επιστολή του θυμίζοντας ότι ζήτησε άδεια να του επιτραπεί να απαντήσει στα δημοσιεύματα των «Ημερήσιων Νέων» τα οποία θεωρούσε συκοφαντικά και δυσφημιστικά. Αντί να του παρασχεθεί κάλυψη και η άδεια να απαντήσει, είδε να καταφθάνει στο Δεδέαγατς ο πρόξενος της Αδριανούπολης Ν. Γεννάδης για να ερευνήσει την υπόθεση.      
          Από τα σωζώμενα έγγραφα προκύπτει, ότι τον Καραγιαννόπουλο «κάρφωσε» με ανεπίσημο σημείωμα που έδωσε στον πρεσβευτή της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη Ανδρέα Κουντουριώτη και ο Βρετανός πρεσβευτής Λαϋάρδος. Ο Κουντουριώτης έστειλε το σημείωμα στον υπουργό Εξωτερικών Θ. Δεληγιάννη. 
          Για τον Πέτκο και τον «αέρα» που πήρε με τους Ρώσους υπάρχει και μια αναφορά από την Καβάλα. Είναι γραμμένη σε επιστολόχαρτο του γαλλικού υποπροξενείου της Καβάλας με ημερομηνία 11 Νοεμβρίου 1878. Την εποχή εκείνη είχε απομακρυνθεί από το ελληνικό υποπροξενείο ο δραστήριος Αρ. Παπαδόπουλος επειδή δεν τον πλήρωναν και ανέλαβε την προσωρινή διεύθυνση του ελληνικού υποπροξενείου, ο Πέτρος Βουλγαρίδης[11], ο οποίος έγραφε:
          «Ο περιβόητος ληστής Πέτκος ενεφανίσθη επί της Ροδόπης. Ο μουδίρης του τηλεγραφείου μας είπεν εμπιστευτικώς ότι ο Πέτκος εμήνυσε τω διοικητή του Τουρκικού στρατού, του στρατοπεδεύοντος μεταξύ Γιουμουρτζίνης και Αχή Τσελεμπή, ν’ απομακρυνθή της Ροδόπης ήτις ανήκει εις την Βουλγαρίαν, αλλοιώς θα επιπέση κατ’ αυτού και του στρατού του συμμετρουμένου μόλις εις 800 άνδρας. Ο Χιλίαρχος διοικητής του Οθωμανικού στρατού ανακοινώσας ταύτα των μουτασερίφη Δράμας εζήτησε παρ’ αυτού οδηγίας».
 *Ο αδριάντας του Πέτκο στο Χάσκοβο


         Ο Βουλγαρίδης όμως έλαβε και μια επιστολή γραμμένη στις 10 Νοεμβρίου στην Κομοτηνή από Έλληνα ονόματι Ιωάννη (το επίθετό του είναι δυσανάγνωστο) ο οποίος του γνωστοποιούσε ότι:
          «Ληστρική συμμορία υπάρχει εις Ίν-δερε μεταξύ των τμημάτων Φερρών και Γιουμουρτζίνης ής ο σκοπός μοι είναι άγνωστος καθότι μεταξύ των Βουλγάρων υπάρχουσι και Έλληνες και ουδένα μεν των Χριστιανών ενοχλεί εκ δε των Οθωμανών τους πάντας φονεύει.
          Περί δε τον Πέτκον πληροφορούμαι ότι εκ Διδυμοτείχου προτίθεται μετά πέντε χιλιάδων οπαδών να μεταβή εις τον Καζάν Αχή Τσελεμπή. Μεταξύ Αχή Τσελεμπή και Γιουμουρτζίνας ουδεμία ληστρική συμμορία εκ Βουλγάρων ηκούσθη, αλλ’ ουδέ στρατός εκ Δράμας υπάρχει, αν αι πληροφορίαι άς συνέλεξα είναι αληθείς.
          Ληστείαι και κακουργήματα γίνονται εις όλον τον Καζάν Γιουμουρτζίνης αλλ’ εκ των προσφύγων. Προς την Μαρώνειαν μόνον υπάρχουν ολίγοι λησταί Βούλγαροι, αλλά λησταί. Τα εις το τμήμα της Γιουμουρτζίνης Βουλγαρόφωνα χωρία ησυχούσι καταγινόμενα εις το έργον των μολονότι τινά τούτων καταραδιουργήθησαν παρά της Ρωσσικής προπαγάνδας.
          Εκ του τμήματος όμως Φερρών τέσσερα έως πέντε χωρία εξ ολοκλήρου μετηνάστευσαν. Εις τους χωρικούς τούτους εχορηγήθησαν ως έμαθον εκτεταμέναι γαίαι παρά των Ρώσσων προς τα μέρη της Γενή Ζααράς».
          Ο Κομοτηναίος επιστολογράφος φρονούσε ότι οι Ρώσοι έκαναν τα πάντα για να επιτύχουν μετανάστευση Βουλγάρων από τα νότια της Θράκης ώστε να ενισχύσουν το βουλγαρικό στοιχείο της Ρωμυλίας.

*Η Βάρνα, όπου πέθανε το 1900 ο Πέτκο


          Για να συνεκτιμήσουμε την προβολή που επιχειρούν να επιτύχουν τώρα υπέρ του Πέτκο ορισμένοι κύκλοι της Βουλγαρίας, θα πρέπει να γνωρίζουμε, ότι διαχρονικά οι Βούλγαροι συνήθιζαν να εξογκώνουν κάθε φήμη και να μετατρέπουν κάθε κίνηση ληστρικής ομάδας σε επαναστατικό κίνημα. Χαρακτηριστικά ο γενικός πρόξενος της Θεσσαλονίκης Κ. Βατικιώτης, ειδοποιούσε στις 23 Οκτωβρίου 1878[12] το υπουργείο Εξωτερικών:
          «Τα διαδιδόμενα περί επαναστατικών δήθεν κινημάτων εν ταις επαρχίαις Μάλες, Μελενίκου, Πετριτσίου και Νεβροκόπου καίτοι ικανώς σπουδαία ως ληστρικά κινήματα, νομίζω ότι επίτηδες εξογκούνται υπό των οργάνων των βουλγαρικών κομιτάτων».


   ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΣΤΕΦ. ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ



[1] ΙΑΥΕ 1878 φάκ. 35, 3
[2] ΙΑΥΕ 1878 φάκ. 99/2
[3] ΙΑΥΕ 1877 φάκ. 4/1
[4] ΙΑΥΕ 1878 φάκ. 4/1
[5] ΙΑΥΕ 1878 φάκ. 4/1
[6] ΙΑΥΕ 1878 φάκ.19/4
[7] ΙΑΥΕ 1878 φάκ, 35,3
[8] ΙΑΥΕ 1878 φάκ. ΑΑΚ/Ε
[9] ΙΑΥΕ 1877 φάκ.4,1
[10] ΙΑΥΕ 1877 φάκ. 35,3
[11] ΙΑΥΕ 1878 φάκ, ΑΑΚ/Γ
[12] ΙΑΥΕ 1878 φάκ. ΑΑΚ/Η΄ 














5 σχόλια:

  1. Andreas Sotiropoulos
    ΘΕΛΑΝΕ ΚΑΙ ΝΟΜΙΖΑΝ, ΑΛΛΑ Δ Ε Ν !!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Κορνηλία Καραμπίνα
    Εξαιρετικα ενδιαφερον το ολον θεμα.... ομως αυτο που με τρελλαινει ειναι η γλωσσα των εγγραφων... γραφω πολυτονικο..... λατρευω την καθαρευουσα.... ειναι η δικη μου αντισταση και επανασταση .....
    καλο απογευμα κε Αθανασιαδη...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Λιτσα Καραγιαννοπουλου
    Ευχαριστώ πολύ για τις πολύτιμες πληροφορίες !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Κυριακος Ζειμπεκιδης
    Μία ζωή λήσταρχοι και φονιάδες τίποτα άλλο βάρβαροι όπως και γύφτος σκοπιανοί το ίδιο πράγμα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Παναγιωτης Μπακαλουδης
    Οφείλω να ομολογήσω ότι οι παρουσιασεις σας όχι μόνο κεντριζουν το ενδιαφέρον αλλά δίνουν και το έναυσμα για περαιτέρω ενασχόληση με την θρακική ιστορία

    ΑπάντησηΔιαγραφή