Τετάρτη 12 Μαΐου 2010

Η ΑΓΡΙΑ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ ΤΟΥ ΙΘ' ΑΙΩΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΣΒΕΣΤΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ


*Χάρτης της Θράκης από την Θρακική Εστία Θεσσαλονίκης

Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης


          Ο ΙΘ' αιώνας, είναι αιώνας αντιφάσεων στη Θράκη, καθώς η Τουρκία πιεζόμενη από τις μεγάλες Δυνάμεις της εποχής επιχειρεί να εφαμόσει μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονισμούς, τα γνωστά με την ονομασία Τανζιμάτ, ενώ σε τοπικό επίπεδο οι μπέηδες και οι αγάδες περιφρονούν τα νέα μέτρα και εξακολουθούν να συμπεριφέρονται απάνθρωπα σαν δυνάστες.
          Είναι θα μπορούσα να πω, αυτή η "μικροϊστορία" της Θράκης, η οποία εμπλουτίζει την μεγάλη Ιστορία με λεπτομέρειες και περιστατικά, χωρίς να αμβλύνει τις διαπιστώσεις της, να διαστρεβλώνει τα συμπεράσματά της, να «σουλουπώνει» τις ετυμηγορίες της και να στηρίζει την εθνική μνήμη, του κόσμου αλλά και τους μικρόκοσμού της, που ζει στο πετσί του κάθε άγρια καθημερινότητα, όταν η Ιστορία γεννοβολάει εξελίξεις.
          Ποια ήταν αυτή η άγρια καθημερινότητα; Την περιγράφει λιτά και άκρως παραστατικά, ένα γράμμα των Ελλήνων κατοίκων της Αίνου προς τον υπουργό Εξωτερικών Πέτρο Δεληγιάννη, με ημερομηνία 14 Απριλίου 1868[1].


          «Κύριε υπουργέ,
Μολονότι και δια προηγουμένων δια μέσου τη Σεβαστής Πρεσβείας αναφορών μάλιστα εσχάτως και δι’ εκτάκτου μεταβάντος εις Κωνσταντινούπολιν, περιεγράψαμε την απελπισίαν εις ήν περιήλθομεν ως εκ της βιαίου, ανόμου και βαρβάρου διαγωγής της ενταύθα Τοπικής Αρχής, μ’ όλα ταύτα αναγκαζόμεθα και πάλιν απευθείας προς Υμάς Εκλαμπρότατε ν’ αναφέρουμε εν συντόμω, ότι ουδέν άλλον τις αείποτε ακούει ενταύθα, παρ’ ότι τον δείνα Έλληνα ανηλεώς εξυλοκόπησαν, τον δείνα εφυλάκισαν και τον άλλον αδίκησαν. Δια την μικροτέραν αιτίαν Κύριε Υπουργέ, ενίοτε και άνευ αυτής, στέλλει τρεις ή τέσσαρας χωροφύλακας συλλαμβάνει επί του δημοσιοτέρου μέρους, όντινα βούλεται Έλληνα, μεταφέρει βιαίως, θέτει εις την φυλακήν των κακούργων, δεκατίζει χρηματικώς κατά την συνήθειάν της και οπόταν θελήση τον απελευθερώνει. Αν υπάρχει Πράκτωρ Έλλην ποσώς δεν πτοείται, αλλά πράττει κατά το δοκούν αυτής. Και μάλιστα το μέγιστον δυστύχημά μας είναι ότι ούτε καν Έλληνας θέλει να μας αναγνωρίσει, αδιαφορούσα αν έχωμε τα τακτικά της εθνικότητος μας έγγραφα. Προσπίπτομεν όθεν εις τους πόδας Σας, Εκλαμπρότατε, όπως εξ ονόματος του Παναγάθου Θεού και της Ιεράς Πατρίδος φανήτε ίλεως προς ημάς και μας απαλλάξητε της απελπιστικής θέσεως, είς ήν καταντήσαμεν…».
Η τύχη της επιστολής, μόλις την διάβασαν στην Αθήνα, ήταν… προδιαγεγραμμένη. «Εις το αρχείον» έγραψε ιδιοχείρως ο υπουργός Π. Δεληγιάννης και έβαλε τη μονογραφή του…

*H Αίνος περί το 1902

Οι κατατρεγμένοι Έλληνες της Αίνου, βλέποντας να μην γίνεται τίποτα και η άγρια καθημερινότητά τους να μην απαλύνεται, απευθύνθηκαν και στον Έλληνα πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Ιωάννη Δεληγιάννη με επιστολή τους την 1η Ιουλίου 1868.
«Κύριε Πρέσβυ,
Οι ευσεβάστως αναφερόμενοι Έλληνες υπήκοοι και δια προηγουμένων αναφορών μας εθέσαμε τας αδίκους φυλακίσεις, τους ραβδισμούς, τας περιφρονήσεις άς υπέστημεν και ήδη υποφέρομεν. Ουδείς τολμά να εκστομίσει ότι είναι Έλλην ουδείς δύναται αφόβως να τρέξη εις το έργον του καθ’ ότι συλλαμβάνεται, φυλακίζεται, κακοποιείται, φορολογείται κατά το δοκούν της Τοπικής Αρχής και όχι κατά τον Κτηματικόν φόρον. Τις θα υπερασπισθή ημάς Κύριε Πρέσβυ;...».     


*Ο Ιωάννης Δεληγιάννης
 
          Η κατάσταση της άγριας καθημερινότητας στη Θράκη, δεν άλλαξε ούτε δέκα χρόνια αργότερα. 


*Σουφλί. Το Παλαιό Γυμνάσιο


          Οι Σουφλιώτες αγανακτισμένοι από τις βιαιοπραγίες των Τούρκων, με αναφορά τους στις 28 Σεπτεμβρίου 1878[2] προς τον πρόξενο της Ελλάδας στην Αδριανούπολη ζήτησαν προστασία: «Κύριε Πρόξενε-έγραφαν μεταξύ άλλων- ενεργήσατε παρακαλούμεν υπέρ της ημετέρας ασφαλείας». Για την ιστορία, την αναφορά αυτή που διασώζεται στο Ιστορικό Αρχεία του υπουργείο των Εξωτερικών, υπέγραφαν οι Σουφλιώτες Δ. Χατζή Βενέτογλου, Δ. Χαραμπάρας, Χατζή Ηλίας, Σ. Παπαδόπουλος, Αθανάσιος Αποστόλου, Γιώργης Νικολάου, Δήμος Δημητρίου, Βασίλης Μοκαλήογλους, Χατζή Χρήστος, Γιώργης Χατζή Πασχάλης. Χατζή Νίκος, Πρωτόπαπας Πασχάλης, Παπά Τριαντάφυλλος Σακελάριος. Παρόμοια αναφορά επέδωσαν οι Σουφλιώτες και στο Ρώσο Διοικητή της Αδριανούπολης στρατηγό Τοτλέβεν.  
Όμως η άγρια καθημερινότητα της σκλαβιάς, οι διωγμοί, οι καταπιέσεις, η εξόντωση πληθυσμών, οι αδικίες, οι ληστείες, δεν έσβησαν ποτέ από τη σκέψη και την καρδιά των Θρακιωτών, την φλόγα της απελευθέρωσης.
Το μαρτυρούν οι αγώνες τους και η συμμετοχή τους σε όλες τις εθνικές απελευθερωτικές εξάρσεις, σε όλα τα εθνικά απολυτρωτικά ξεπετάγματα.
Παρά το γεγονός ότι οι γενικότερες διπλωματικές συνθήκες δεν το επέτρεπαν και το ελληνικό κράτος δεν ενθάρρυνε εύκολα εξεγέρσεις των υπόδουλων και μάλιστα τόσο κοντά στο κέντρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το ενδιαφέρον για ξεσηκωμό των Θρακιωτών, έστω και ατελέσφορο, έστω και ανοργάνωτο, έστω και χωρίς υποστήριξη, υπήρχε. Το καντήλι της ελπίδας, δεν έσβησε ποτέ. Και πάντα κάποιοι ήθελαν να σιγοκαίει ο πόθος της λευτεριάς.


*Σαράντα Εκκλησίες. Η στρατιωτική λέσχη

          Μια τέτοια πρώιμη ένδειξη μας παρέχει ένα έγγραφο του Έλληνα πρόξενου της Αδριανούπολης Αναστάσιου Δόσκου με ημερομηνία 30 Μαΐου 1866, προς τον υπουργό των Εξωτερικών.
«Λαμβάνω την τιμήν ν’ αναφέρω προς την Υμετέραν Εξοχότητα, ότι καθ’ άς εμπιστευτικάς έλαβον πληροφορίας παρά τινος εσχάτως μεταβάντος γνωστού μου  προσώπου εκ των εγκρίτων κατοίκων της διοικητικής περιφερείας Τεσσαράκοντα Εκκλησιών, προ ενός μηνός ήδη ανεφάνησαν σποράδην περιφερόμενοι εις τα ορεινότερα μέρη της Μηδείας είκοσι περίπου άτομα διαδίδοντα μυστικώς μεταξύ των απλοϊκοτέρων εις τα ορεινά εκείνα μέρη κατοίκων, ότι εισίν απόστολοι εξ Ελλάδος ίνα μυήσωσιν εις επανάστασιν τους ομογενείς. Λαλούσιν Ελληνικήν, μεταβάλλουσι δε συνεχώς τα είδη της ενδυμασίας των, αποφεύγοντες τα κεντρικώτερα και πολυανθρωπότερα μέρη ενδιαιτώντας εις τα ορεινά. Η εμφάνισις τοιούτων προσώπων ενεποίησε λυπηράν εντύπωσιν εις τους ορθοφρονούντας εκ των προκρίτων των μερών εκείνων αποδοκιμάζοντας τα τοιαύτα κατά τας παρούσας περιστάσεις ως μη δυνάμενα ωφέλιμόν τι να επιφέρωσιν αποτέλεσμα, αλλά να διεξάρωσιν τας υπονοίας των εκεί εγχωρίων Αρχών».         
          Η εμφάνιση "αποστόλων" από την Ελλάδα, να υποκινήσουν επανάσταση για απελευθέρωση και η αντίδραση των προκρίτων, που δεν έβλεπαν με καλό μάτι κάθε τέτοια κίνηση που θα τους έβαζε σε φασαρίες, είναι άκρως παραστατική, των κοινωνικών συνθηκών που υπήρχαν την εποχή εκείνη. Ωστόσο, δεν έχουμε άλλες πληροφορίες για την τύχη εκείνων των είκοσι αποστόλων εξ Ελλάδος. Ποιοι ήταν, από πού υποκινούνταν, πόσο καιρό έμειναν, ποιους μύησαν; Είναι ερωτήματα, στα οποία δεν βρίσκουμε απαντήσεις. Η εξέλιξη των γεγονότων μας βεβαιώνει, ότι δεν πρέπει να έκαναν τίποτα στη Μήδεια.
Ο πόθος όμως του Θρακιώτικου λαού για λευτεριά, δεν έπαψε να σιγοκαίει. Και όταν του ξαναδόθηκε η ευκαιρία, να ζητήσει τη λευτεριά που τόσο ήθελε, έσπευσε να τη ζητήσει, προσφέροντας τα δικά του παλληκάρια.
          Εδώ, αντί άλλης αναφοράς, θα παραθέσουμε ένα απόσπασμα, από την έκθεση του Έλληνα υποπροξένου στην Αίνο, Εμμανουήλ Ξένου. Είναι ακριβώς την επομένη της αποχώρησης των ρωσικών στρατευμάτων, τα οποία στο ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878 κατατρόπωσαν τα τουρκικά στρατεύματα, κατέλαβαν τη Θράκη και έφθασαν έως τον Άγιο Στέφανο, έξω από την Κωνσταντινούπολη. Έμειναν εκεί περί τους εννέα μήνες. Αρχικά δημιούργησαν ελπίδες στους υπόδουλους Έλληνες, για απελευθέρωση, αλλά σύντομα διαψεύσθηκαν κατά τρόπο τραγικό.


*Το Κάστρο της Αίνου

          Η διάψευση των ελπίδων όμως δεν στάθηκε εμπόδιο στην αναζωπύρωση των προσδοκιών των Θρακιωτών. Είναι αντάξιο της Θρακιώτικης φιλοπατρίας, το απόσπασμα του Ξένου, προς την προϊσταμένη του, πρεσβεία της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη.
          «Δεν θεωρούμεν άνευ σκοπού, αλλά οφείλομεν να αναγγείλωμεν υμίν, ότι ιερείς τινές Έλληνες εκ των περιχώρων Αίνου, μετά των Τζορμπατζήδων (Δημογερόντων) προσήλθον προς ημάς, λέγοντες εμπιστευτικώς ότι αν ήτο δυνατόν να εμφανισθή είς μόνος οπλαρχηγός εις τα μέρη ταύτα εκ των ημετέρων με μόνον εκατόν παλληκάρια, τέσσερις έως πέντε χιλιάδες εκ των δούλων Ελλήνων δύνανται προθύμως να τον ακολουθήσουν. Δεν θα είναι ανωφελές περί τούτου ν’ αναλογισθώμεν ότι είς μίαν ώραν απροσδοκήτου πολέμου, οι χωρικοί ούτοι δύνανται να υπηρετήσωσι μεθ’ όλης της οφειλομένης ζωηρότητος, ανδρείας και πατριωτισμού. Διότι αν ούτοι υπεδέχθησαν τους Ρώσσους μετά τοσούτου ενθουσιασμού εις ποίον βαθμόν άραγε ήθελε φθάσει ο ενθουσιασμός ούτος κηρυσσομένου πολέμου μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας;».[3]
          Οι Θρακιώτες ήταν ψυχικά έτοιμοι. Περίμεναν, να κάνει την κίνηση που έπρεπε, το Ελληνικό κράτος. Η κίνηση αυτή, άργησε να έρθει πάρα πολύ. Ήρθε τον επόμενο αιώνα...     


[1] ΙΑΥΕ 1868 φάκ. 39,13
[2] ΙΑΥΕ 1878 φάκ. 99/2
[3] ΙΑΥΕ 1878 φάκ. ΑΑΚ/Ε











Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου