Σάββατο 3 Απριλίου 2010

ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΣΤΗΡΙΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑΣ

*Λεπτομέρεια από την Κοσμοσώτειρα των Φερρών. Διακρίνεται ο μονοκέφαλος αϊτός, 
σήμα των Κομνηνών της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας.

*Έλεγχος της Εγνατίας Οδού 
*Προστασία της Κωνσταντινούπολης 
*Ιστορία, μύθοι και θρύλοι.
*Μάρτυρες του Βυζαντινού μεγαλείου.
*Υπέστησαν τρομερές καταστροφές.
*Διδυμότειχο, Κοσμοσώτειρα Φερρών,
Τραϊανούπολη, Πύθιο, Γρατινή,
Τόπειρος, Περιθεώριον κ.λπ.



Σελίδες από το βιβλίο μου "Ψηφίδες από τη Θράκη του χτες"
       


          Τα κάστρα της Θράκης, άψυχα κουφάρια σήμερα, πέτρινοι γίγαντες λαβωμένοι από τους πολέμους και το χρόνο, χωρίς λειτουργική χρησιμότητα στην εποχή μας,  στέκουν στους κάμπους και τα στρατηγικά περάσματα, αψευδείς μάρτυρες του αλλοτινού μεγαλείου τους, τότε που αποτελούσαν  μια καλά μελετημένη ζώνη προστασίας της Κωνσταντινούπολης, της Βασιλεύουσας.
          Η Θράκη, στην ενιαία ιστορική μορφή της με την ενδοχώρα της, που έφτανε ως το Δούναβη, ήταν πάντα ο φυσικός προμαχώνας της πρωτεύουσας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ήταν η ασπίδα της. Ήταν ο αποσβεστήρας των βαρβαρικών επιθέσεων.
          Αυτό φαίνεται από τη μελέτη της χιλιόχρονης ιστορίας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αλλά και από τη μελέτη της γεωταξικής κατανομής όλων αυτών των οχυρώσεων. Τα κάστρα της Θράκης αναπτύχθηκαν κυρίως:

          1) Κατά μήκος του μεγάλου και ιστορικού οδικού άξονα της Εγνατίας Οδού, που κατευθύνεται από τη Δύση προς τη Βασιλεύουσα. Τα περισσότερα από αυτά, βρίσκονται σήμερα στην ελληνική Θράκη.
          2) Περιμετρικά, ώστε να προστατεύουν την πρωτεύουσα της εκτεταμένης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Τα κάστρα αυτά επεκτείνονται σε όλο το χώρο της ενιαίας ιστορικής Θράκης, που σήμερα τη μοιράζονται η Ελλάδα, η Βουλγαρία και η Τουρκία. Ουσιαστικά κτίσθηκαν όλα αυτά τα φρούρια, μικρότερα και μεγαλύτερα, για να δημιουργηθεί ένα πλέγμα ασφαλείας γύρω και μακρύτερα από την Κωνσταντινούπολη, ώστε να την προστατεύουν από την κάθοδο των εχθρικών φύλων, όταν αυτά διέβαιναν το Δούναβη και καταλήστευαν την Αυτοκρατορία, αποβλέποντας συνάμα και στην κατάλυσή της.
          Τα κάστρα αυτά, στο πέρασμα του χρόνου και ανάλογα με τα γεγονότα, πολλές φορές μετέβαλαν ρόλο στην προστασία της Αυτοκρατορίας, ανακατασκευάστηκαν ή επισκευάστηκαν όταν χρειάστηκε, παρήκμασαν και τώρα στις μέρες μας δέχονται σαν άψυχα κουφάρια πολλές φορές τις σύγχρονες επεμβατικές αναστηλώσεις για να μην καταρρεύσουν ολοσχερώς.
          Για να κατανοήσει κανείς τη σημασία της Θράκης στην ασφάλεια της Κωνσταντινούπολης, θα πρέπει να λάβει υπόψη του σχετικά, αυτό που αναφέρεται από ιστορικούς, ότι ο Ιουστινιανός, έχτισε στις φυσικές  διόδους της Ροδόπης 120 οχυρά για να διασφαλίσει την πεδινή Θράκη από τις επιδρομές βαρβάτων φυλών. Είναι δε χαρακτηριστικό το γεγονός ότι κατά τις ποικίλες ανασκαφές στο νομό Ροδόπης βρέθηκαν πολλοί μεταλλικοί σταυροί με παραστάσεις «στρατιωτικών» αγίων, που οι στρατιώτες κρεμούσαν στο λαιμό τους σαν φυλαχτά.
          Ονομαστό έμεινε το Κάστρο της Γκίμπραινας, σε μια από τις ανατολικές κορυφές της Ροδόπης. Σώζονται κάποια ίχνη του. Στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, οι αντάρτες της Εθνικής Αντίστασης είχαν λημέρια στην ευρύτερη δασώδη περιοχή του.

*Ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος

          Τη σημασία της Θράκης, με βάση και τα σημερινά ευρωπαϊκά γεωπολιτικά δεδομένα, είχε προσδιορίσει επιτυχώς ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος τον 10ο αιώνα, όταν έγραφε στο γιο του Ρωμανό: «Αρχήν δε της Ευρώπης εγώ τίθημι την Θράκην, επεί και αυτό το Βυζάντιον της Θράκης εστί μέρος κάλλιστον και τιμιώτατον».
          Σήμερα για να γνωρίσει κανείς τα κάστρα της Θράκης, της αρχής δηλαδή της Ευρώπης, θα πρέπει να επιχειρήσει ένα ταξίδι από τον ποταμό Νέστο και να βαδίσει Ανατολικά, ακολουθώντας περίπου τη χάραξη της παλαιάς Εγνατίας Οδού, που τώρα έχει αντικατασταθεί με άλλη χάραξη βέβαια από την Νέα Εγνατία Οδό, κατά ένα μεγάλο μέρος. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα άκρως γοητευτικό ταξίδι. Εκτός από τα κάστρα αυτά, που διασώζουν το ιστορικό παρελθόν της περιοχής, μπορεί να γνωρίσει και τους σημαντικότερους ίσως υδροβιότοπους της Ελλάδας, όπως είναι το Δέλτα του ποταμού Νέστου, η λιμνοθάλασσα του Πόρτο- Λάγους και το περίφημο Δέλτα του Έβρου, αλλά και τα δάση της Ροδόπης με τα Πομακοχώρια, καθώς και το  εξαίρετο Δάσος της Δαδιάς με τα σπάνια αρπακτικά πουλιά. Όπως και τα υπολείμματα της μοναστικής πολιτείας του Παπικίου Όρους, που στο Βυζάντιο εθεωρείτο, εφάμιλλη του Αγίου Όρους. Στη μοναστική πολιτεία του Παπικίου Όρους είχαν μονάσει ο σεβαστοκράτωρ Αλέξιος, νόθος γιος του Μανουήλ του Α΄, ο Σέρβος ηγεμόνας Στέφανος Νεμάνια, ο Γρηγόριος Παλαμάς, μετέπειτα μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, ο Όσιος Μάξιμος Καυσοκαλυβίτης κ.ά. 

*Τα στενά του Νέστου, που φυλάσσονταν με κάστρα

Ο Τόπειρος

          Η πρώτη οχυρή θέση που συναντά κανείς στη Θράκη ερχόμενος από Δυσμάς, είναι κοντά στο χωριό Παράδεισος, στις όχθες του ποταμού Νέστου. Εκεί περίπου, ήταν ο αρχαίος Τόπειρος ενώ σήμερα υπάρχει στην περιοχή με το ίδιο όνομα καποδιστριακός Δήμος, που υπάγεται στο νομό Ξάνθης. Το πιο σημαντικό χωρίο για την θέση της Τοπείρου το έχουμε από τον Προκόπιο, στο κλασσικό έργο του «Περί Κτισμάτων» όπου γράφει: «Έστι δε τις εν Ροδόπη πόλις αρχαία, Τόπερος ούνομα ‘ή ποταμού μεν ρείθρα περιβάλλεται εκ τού επί πλείστον, λόφον δ’ αυτή επανεστηκότα όρθιον είχεν». Εκεί από το ίδιο χωρίο πληροφορούμαστε επίσης, ότι «βασιλεύς Ιουστινιανός μέγα τω περιβόλω ύψος εντέθεικεν  ώστε υπεραίρει τοσούτω τον λόφον, όσον δη καταδέστερον τα πρότερα ήν».  Σύμφωνα με τον Προκόπιο από το βιβλίο του «Υπέρ των πολέμω» πληροφορούμαστε ότι ο Τόπειρος ήταν μία καλά περιτειχισμένη πόλη. Μεταγενέστεροι συγγραφείς αναφέρουν, ότι ο Τόπειρος συναντάται και ως Ρούσιον,  (Ιεροκλέους «Συνέκδημος») και ότι η αρχαία αυτή πόλη επέζησε με το όνομα Πόροι, ως  τα χρόνια των Κομνηνών το λιγότερο.
        Στα 1195 – 1200 η περιοχή του νομού δοκιμάζεται από τις αγριότητες του Βλαχο-Βούλγαρου Ιβαγκού ή Αλεξίου, ο οποίος κυριεύει πόλεις και χωριά, όπως μας πληροφορεί ο ιστορικός Νικήτας Χωνιάτης. Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης στα χέρια των Φράγκων, στα 1204, ο Βαλδουΐνος Α΄ κατέλαβε τις περισσότερες πόλεις της Θράκης.
        Το 1224 η περιοχή απελευθερώνεται από τους Φράγκους, χάρη στο δεσπότη της Ηπείρου Θεοδ. Κομνηνό. Από τα 1230-1244 η περιοχή υφίσταται όλα τα αποτελέσματα μιας δουλείας  Βουλγαρικής. Απελευθερώνεται τελικά από το βασιλιά του κράτους της Νίκαιας Ιω. Βατάτζη.
        Στα 1308 και στα 1344 η περιοχή μεταβάλλεται σε ληστρικό Βουλγαρικό κράτος. Στα 1361 υποδουλώθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία για περίπου 600 χρόνια συνολικά.
          Σήμερα, σώζεται κομμάτι τείχους, ρωμαϊκών ή βυζαντινών χρόνων, στον δρόμο Καβάλας – Ξάνθης, μεταξύ του Παραδείσου και της οδικής γέφυρας του Νέστου. Στον Τόπειρο διακρίνονται και ίχνη οχύρωσης της εποχής των Παλαιολόγων. Η ίδρυση του οχυρού στο σημείο εκείνο, είναι προφανής. Ο έλεγχος των δρόμων που είχε ανοίξει ο ποταμός με το ρου του από Βορρά προς Νότο και ο έλεγχος της μοναδικής Εγνατίας Οδού από Δυσμάς προς Ανατολάς.

*Υπολείμματα των τειχών της Ξάνθειας

Άβδηρα ή Πολύστηλον και Ξάνθεια

          Η δεύτερη οχυρωμένη τοποθεσία που συναντά κανείς, είναι τα αρχαία Άβδηρα, νότια της Ξάνθης. Στην φημισμένη αυτή πόλη της ελληνικής Αρχαιότητας που ανέδειξε τον πατέρα της θεωρίας της ατομικής ενέργειας Δημόκριτο, υπήρχε οχυρό λιμάνι, που μετεξελίχθηκε σε βυζαντινό οχυρό, γνωστό από τον 9ο αιώνα μ.Χ. με την ονομασία Πολύστηλο, προφανώς από το μεγάλο αριθμό των αρχαίων κιόνων, που υπήρχαν στο χώρο εκείνο.  Η πόλη αυτή και το κάστρο της αναπτύχθηκαν, κυρίως από τον 9ο έως τον 13ο αιώνα μ.Χ. και τελικά οδηγήθηκε σε παρακμή.
          Συνέχεια, συναντά κανείς, κατευθυνόμενος προς Ανατολάς, το φρούριο της βυζαντινής Ξάνθειας. Πρόκειται για ένα φυσικό οχυρό σε λόφο δίπλα στην πόλη της Ξάνθης με προφανή στόχο την προστασία των ορεινών διόδων της Ροδόπης, που οδηγούν στην εύφορη πεδιάδα του Νέστου. Το οχυρό αυτό απέκτησε μεγάλη σημασία κατά τη διάρκεια των εμφυλίων πολέμων της δυναστείας των Παλαιολόγων, που ταλάνισαν και αδυνάτισαν επικίνδυνα της ισχύ της κραταιός Αυτοκρατορίας. Στην ίδια ευρύτερη περιοχή υπάρχουν και άλλες μικρότερες βυζαντινές οχυρώσεις, όπως κοντά στο χωριό Γλαύκη και  στο χωριό Κομνηνά.
          Ειδικότερα, στα βόρεια του χωριού Νεοχώρι, σε απόσταση 9 χιλμ. και 4 χιλμ. από το χωριό Καλύβα, βρίσκεται σε οχυρότατη θέση που ελέγχει ένα μεγάλο μέρος του ρου του Νέστου, το φρούριο της ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής με την ονομασία Καλύβα. Έχει περίμετρο 245 μ. και διαθέτει έξι πύργους, τετραγωνικούς και κυκλικούς. Επίσης έχει δεξαμενή βάθους 12 μ. Το φρούριο αυτό χτίσθηκε από τον Φίλιππο τον Β΄ περί το 340 π. Χ. και χρησιμοποιήθηκε κατόπιν και από τους Βυζαντινούς.


Αναστασιούπολις ή Περιθεώριον

          Αμέσως μετά, είναι η οχυρή τοποθεσία της Αναστασιούπολης- Περιθεωρίου λίγο μετά τη σημερινή κωμόπολη Ίασμος, και νότια του χωριού Αμαξάδες, μεταξύ Ξάνθης και Κομοτηνής. Το κάστρο που βρίσκεται μέσα σε οργιώδη βλάστηση σήμερα, έχει περίμετρο πολυγωνική και διασώζονται ορισμένοι πύργοι του, ενώ εκατέρωθεν της τοξωτής του πύλης, υπάρχουν εγχάρακτα σε λίθους μονογράμματα των Παλαιολόγων.
          Το οχυρό αυτό, που υπήρχε από τα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας, ήλεγχε την Εγνατία και στα ρωμαϊκά χρονικά αναφέρονταν ως Σταθμός του Διομήδη, γιατί κατά την παράδοση της Αρχαιότητας, εκεί ήταν τα βοσκοτόπια με τα άγρια άλογα του Διομήδη.
          Και για το κάστρο αυτό, κάνει αναφορά ο ιστορικός Προκόπιος, που αποδίδει την ονομασία Αναστασιούπολη στον Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αναστάσιο. Η πόλη υπέστη πολλές καταστροφές από τους Βούλγαρους επιδρομείς του Ιωαννίτζη, ενώ όταν το 1341 ο Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος ανακατασκεύασε το κάστρο, του έδωσε την νέα ονομασία Περιθεώριον. Φονικές μάχες έγιναν εδώ και στην εποχή των Σταυροφόρων.

Μαξιμιανούπολις ή Μοσυνούπολις, Κουμουτζηνά και Γρατινή

          Επόμενη οχυρωμένη τοποθεσία βαδίζοντας ανατολικά, είναι της Μαξιμιανούπολης- Μοσυνούπολης, που δεσπόζει στον κάμπο της Κομοτηνής. Εδώ μιλάμε για αρχαία πόλη, που ονομάζονταν Πεσούλαι, επί Ρωμαίων έγινε Μαξιμιανούπολη και επί Βυζαντινών Μοσυνούπολη. Όταν οι Οθωμανοί κατέλαβαν τη Θράκη, μετονομάσθηκε σε Μεσινέ Καλέ.
          Το κάστρο αυτό είχε χρησιμοποιήσει πολλές φορές ο Βασίλειος Βουλγαροκτόνος, όταν έκανε τις εκστρατείες του εναντίον των Βουλγάρων. Πάντως και αυτό το οχυρό καταστράφηκε επί Ιωαννίτζη. Το 1343 όταν στρατοπέδευσε εκεί ο Ιωάννης Καντακουζηνός ΣΤ΄ το είχε βρει κατεστραμμένο.
          Το κάστρο αυτό το 1204 είχε παραχωρηθεί στον Γοδεφρείδο Βιλεαρδουΐνο. Εδώ, αναφέρεται ότι είχε τραυματισθεί στο χέρι ελαφρά ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός, σε μια αψιμαχία του με Βούλγαρους.
          Στο κέντρο του νομού Ροδόπης, βρίσκεται η σημερινή πρωτεύουσα Κομοτηνή. Η Κομοτηνή ήταν αρχικά σταθμός της Εγνατίας Οδού. Από τα οχυρωματικά της έργα, βυζαντινά κυρίως, σώζεται ένα τετράπλευρος οχυρωματικός περίβολος, θεωρούμενος κτίσμα του Θεοδοσίου του Α΄ (379-395).
          Την Κομοτηνή μνημονεύει ο Ιωάννης Καντακουζηνός ΣΤ΄ με το βυζαντινό της όνομα γράφοντας «Κουμουτζηνά, πόλισμα της Θράκης ου πολύ απωκισμένον της θαλάσσης». Οι Οθωμανοί την κατέλαβαν το 1363.  
          Η Γρατινή, χωριό στα μέσα του ορεινού όγκου της Ροδόπης, βορειοανατολικά της Κομοτηνής, είναι μια κωμόπολη η οποία στα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας διέθετε  ισχυρό φρούριο, γνωστό ως Γρατιανούπολη. Από αυτό διασώζονται σήμερα ίχνη του οχυρωματικού περιβόλου και μια μεγάλη δεξαμενή νερού.
          Η Γρατιανούπολη απέκτησε στρατηγική σημασία όταν καταστράφηκε η Μαξιμιανούπολη- Μοσυνούπολη και ειδικότερα επί Ματθαίου Καντακουζηνού, τον οποίο ο πατέρας του Ιωάννης Στ΄ έχρισε τοπάρχη (1341-1354).
          Φύσει οχυρή η Γρατιανούπολη, αναφέρεται από το Ιωάννη Καντακουζηνό, ο οποίος έγραψε: «Την Γρατιανού πόλιν επολιόρκει ούσαν ου μεγάλην, οχυροτάτην δε εκ της φύσεως του τόπου και των τειχών της κατασκευής» ΙΙ σελ. 422-424.

 *Η Μαρώνεια σε παλιά καρτ ποστάλ

Μαρώνεια, Μάκρη, Τραϊανούπολη
          Νότια της Κομοτηνής, πραγματικό επίνειό της, υπάρχει η Μαρώνεια, αρχαία θρακική πόλη, κοιτίδα του βασιλείου του θρακικού φύλου των μεγαλόσωμων Κικόνων. Ο βασιλιάς και γενάρχης της ο Μάρων, πρόσφερε κατά τον Όμηρο άκρατον οίνο στον Οδυσσέα, όταν επέστρεφε από την Τροία. Τα τείχη της που αναπτύχθηκαν περισσότερο κατά τη βυζαντινή εποχή, κατέβαιναν ως τη θάλασσα, προστατεύοντας το στρατηγικό της λιμάνι, το οποίο δέσποζε στο Θρακικό Πέλαγος.
          Σήμερα σώζονται στον οικισμό του Αγίου Χαραλάμπους, πύργοι τετράγωνοι και κυκλικοί και το προτείχισμα της βυζαντινής οχύρωσης.
          Ψηλά στο βουνό Ίσμαρος εξάλλου, στην τοποθεσία Άγιος Γεώργιος, είναι χτισμένη ακρόπολη με κυκλώπεια τείχη, όπως φαίνεται από τα υπολείμματα που διασώθηκαν ως τις ημέρες μας. Το φρούριο αυτό έχει περίμετρο 1330 μ. Ήταν οχυρό των κλασσικών και των βυζαντινών χρόνων. Πιστεύεται ότι στην ακρόπολη αυτή ήταν η πόλη των Κικόνων, η Ισμάρα, την οποία ίδρυσε ο βασιλιάς και ιερέας του Απόλλωνα Μάρων, ο πρώτος οικιστής της Μαρώνειας.
          Στη Μαρώνεια εκτός όλων των άλλων, σώζεται και εξαιρετικό αρχαίο θέατρο.  
          Μικρότερης σημασίας οχυρώσεις προστάτευαν τη Μάκρη 10 χιλμ. Δυτικά της Αλεξανδρούπολης, παραθαλάσσια και την Τραϊανούπολη, βορειότερα της Αλεξανδρούπολης.
          Η Τραϊνανούπολη, αρχικά ρωμαϊκή πόλη με ιαματικά λουτρά διέθετε οχύρωση με επάλξεις, από την οποία διασώζονται ελάχιστα ίχνη. Την πόλη αναφέρει ο βυζαντινός ιστορικός Νικηφόρος Βρυέννιος.
          Εκεί σώζεται η περίφημη Χάνα, ένα επίμηκες καμαροσκέπαστο κτίσμα. Η Χάνα ήταν ξενώνας για τη διαμονή ταξιδιωτών, αλλά και ασθενών που προσέρχονταν εκεί για ιαματικά λουτρά.
          Ποικίλα οχυρωματικά έργα, κατασκευασμένα από τους Κατελούζους της Γένουας, υπάρχουν και στο μοναδικό θρακικό νησί τη Σαμοθράκη.

*Η Κοσμοσώτειρα των Φερρών

Η Κοσμοσώτειρα των Θρακών
         
          Μετά την Τραϊανούπολη και προς το Βορρά επί του βασικού οδικού άξονα, συναντά κανείς τις Φέρρες. Η περίπτωση των Φερρών αποτελεί μια εξαιρετικά χαρακτηριστική περίπτωση μοναστηριακής οχύρωσης.
          Στο μέρος αυτό, ο αυτοκράτορας Ισαάκιος Κομνηνός ίδρυσε τη Μονή της Κοσμοσώτειρας και έγραψε μάλιστα και το Τυπικόν της Μονής, μέσα από το οποίο αντλούμε σήμερα σημαντικές πληροφορίες περί της αρχιτεκτονικής του ναού και των οικοδομικών παρακολουθημάτων του, και περί των λειτουργιών του μοναστηριού.
          Το Καθολικόν της Μονής διασώζεται και αποτελεί πλέον εδώ και λίγα χρόνια με Προεδρικό Διάταγμα, Προσκυνηματικό Κέντρο των Απανταχού Θρακών.
          Το μοναστήρι που δέσποζε σε μια απέραντη εύφορη πεδιάδα στον κάτω ρου του ποταμού Έβρου, προστατεύονταν από οχυρωματικό περίβολο, από τον οποίο διασώζονται δύο πύργοι στο νότιο μέρος του.
          Εντυπωσιακά τμήματα του ναού, είναι οι τοιχογραφίες των λεγόμενων στρατιωτικών αγίων, αγίων δηλαδή με στρατιωτικές στολές και οπλισμό, που οι βυζαντινολόγοι, τους έχουν ταυτίσει με πρόσωπα της οικογένειας των Κομνηνών. Τα ξίφη , τα δόρατα και οι θώρακες των Αγίων αυτών, μας δίνουν σήμερα μια εικόνα του οπλισμού των βυζαντινών αξιωματούχων των μέσων του 12ου αιώνα.

*Το Διδυμότειχο σε καρτ ποστάλ των αρχών του 20ου αιώνα

Το σημαντικό Διδυμότειχο

          Το σημαντικότερο κάστρο στη σημερινή (ελληνική) Θράκη είναι του Διδυμοτείχου.
          Βρίσκεται στο μέσον περίπου του «κάθετου» στο χάρτη νομού Έβρου (και του μοναδικού με αρσενική ονομασία, «ο Έβρος») ελέγχει τη συμβολή δύο ποταμών (του Ερυθροπόταμου στο σημείο που εκβάλει στον Έβρο) και έχει δεύτερη στρατηγική στήριξη από παρακείμενο  λόφο στην ίδια περιοχή, επί του οποίου υπήρχε η ρωμαϊκή πόλη Πλωτινούπολη, την οποία ίδρυσε ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Τραϊανός (117- 98 π.Χ.).
          Τα δείγματα του τρόπου οικοδόμησης των τειχών, μαρτυρούν ύπαρξη κάστρου πολύ προ των βυζαντινών χρόνων.
          Κατά τον ιστορικό Προκόπιο, τα τείχη του Διδυμοτείχου ανακατασκευάσθηκαν και ενισχύθηκαν επί Ιουστινιανού. Τα ίδια τείχη ενισχύθηκαν αργότερα και επί Κωνσταντίνου Ε΄ το 751. Όπως και το 1303, που τα τείχη ενισχύθηκαν σημαντικά από τον πρωτοστράτορα Κωνσταντίνο Ταρχανειώτη.
          Το Διδυμότειχο είχε αποκτήσει φήμη τόπου εξορίας και φυλακής των συνωμοτών του Βυζαντίου, αλλά ταυτόχρονα αποτελούσε ισχυρό αμυντικό προγεφύρωμα, για όσους επιβουλεύονταν την Κωνσταντινούπολη. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο το κάστρο αυτό δοκιμάσθηκε από πολύχρονες και σκληρές πολιορκίες και κατά καιρούς υπέστη φοβερές καταστροφές, όπως από τον Βούλγαρο βασιλιά Κρούμο το 813-814, αλλά και από τους Σταυροφόρους, που τελικά το κατέλαβαν.
          Το κάστρο πολιορκήθηκε στην πρώτη Σταυροφορία το 1189 από τα στρατεύματα του γερμανού αυτοκράτορα Φρειδερίκου Μπαρμπαρόσα υπό τη διοίκηση του δούκα Φρειδερίκου της Σβάμπ. Όταν κατά την 4η Σταυροφορία έπεσε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, το Διδυμότειχο είχε καταλάβει ο Βονιφάτιος Μομφερατικός. Αργότερα πέρασε στην κυριαρχία του Γοδεφρείδου Βιλεαρδουίνου και αργότερα του κόμη Ούγο ντε Σαιν Πωλ. Το 1206 όμως υπέστη μεγάλες καταστροφές από τον τσάρο των Βουλγάρων Ιωαννίτζη. Το 1237 πάντως οι Κουμάνοι επιδρομείς, που είχαν ερημώσει τη Θράκη δεν είχαν κατορθώσει να καταλάβουν το Διδυμότειχο.
          Όταν ξέσπασε ο πολυετής εμφύλιος πόλεμος (1321-1354) στο Βυζάντιο, το Διδυμότειχο κατέστη πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Παλαιολόγο Γ΄ που είχε εξεγερθεί εναντίον του παππού του Ανδρόνικου Παλαιολόγου Β΄    
          Το 1341, στο Διδυμότειχο στέφεται αυτοκράτορας ο Ιωάννης Καντακουζηνός ΣΤ΄. Το 1346 ο Καντακουζηνός για να επιτύχει τη συμμαχία των Τούρκων δίδει ως σύζυγό την 13χρονη κόρη του πριγκίπισσα Θεοδώρα στον υπέργηρο σουλτάνο Ορχάν στη Σηλυβρία.
          Τελικά, ανάμεσα στο 1357-1360 το Διδυμότειχο πέφτει στα χέρια των Τούρκων και απελευθερώνεται το 1920!!!.
          Το περίφημο αυτό κάστρο, που συντηρήθηκε ανεπαρκώς από τους Οθωμανούς κατακτητές, υπέστη μεγάλες καταστροφές από ποικίλους επιδρομείς κατά τα βυζαντινά και μεταβυζαντινά χρόνια, αλλά και από τους Ρώσους, που κατέλαβαν το Διδυμότειχο στους δύο νικηφόρους γι’ αυτούς ρωσοτουρκικούς πολέμους το 1829 και το 1878.
          Το κάστρο των Διδύμων Τειχών, συνοδεύεται με θρύλους, όπως αυτός με τις Σαράντα Κάμαρες, που βρίσκονται σε δαιδαλώδη διάταξη μέσα στο βράχο πάνω στον οποίο είναι κτισμένο στο κάστρο. Στην πραγματικότητα, το κάστρο διαθέτει δεκάδες λαξευτών σπηλαίων, που χρησιμοποιούνταν ως αποθήκες ή δεξαμενές νερού ή καταφύγια.
          Ένας άλλος θρύλος θέλει, το άπαρτο κάστρο του Διδυμοτείχου να πέφτει στους Τούρκους από «μπαμπεσιά» και την υπεύθυνη «βασιλοπούλα» να πέφτει από τον γωνιακό νοτιοανατολικό πύργο με το άσπρο άλογο της και να αυτοκτονεί. Και ο άρχοντας πατέρας της, που ήταν έξω από το φρούριο σε κυνήγι όταν άκουσε το μαντάτο της κατάληψης του Διδυμοτείχου, αναφώνησε: «Για να το πιστέψω, πρέπει αυτές οι κότες που μαγειρεύουμε εδώ, να σηκωθούν και να λαλήσουν». Και ως του θαύματος, οι μαγειρεμένες κότες, ζωντάνεψαν. Και εις ανάμνηση, η τοποθεσία, με ένα παρεκκλήσι σήμερα του Αγίου Βλασίου , ονομάσθηκε στα τουρκικά «Ταούκ Γκεμέζ» δηλαδή, που οι κότες που τελικά δεν τις έφαγαν!!!
          Οι θρύλοι της περιοχής κάνουν λόγο για «σαράντα κάμαρες» που είναι λαξευμένες μέσα στο βράχο και η ύπαρξή τους συνδυάζεται με κρυμμένους βασιλικούς θησαυρούς.   

*Το Κάστρο του Πυθίου, της εποχής των Κατακουζηνών

Το κάστρο του Πυθίου

          Το κάστρο του Πυθίου (του βυζαντινού Εμπυθίου) βρίσκεται 16 χιλμ. βορειότερα του Διδυμοτείχου, κοντά στη σιδηροδρομική γέφυρα, που εισέρχεται από το ελληνικό, στο τουρκικό έδαφος.
          Κτίσθηκε από το 1331 έως το 1341 από τον Ιωάννη Καντακουζηνό ΣΤ΄ ο οποίος το χρησιμοποιούσε για να ελέγχει τις στρατηγικές διαβάσεις της κοιλάδας του ποταμού Έβρου. Τότε ο μεγάλος αυτός ποταμός, ήταν πλωτός σχεδόν έως τη Φιλιππούπολη και αποτελούσε την κύρια εμπορική αρτηρία από βορρά προς νότο.
          Ουσιαστικά από το μικρό σε έκταση αλλά κραταιό οχυρό, σώζονται σήμερα δύο μεγάλοι πύργοι και κάποια στοιχεία του οχυρωματικού περιβόλου του. Το φρούριο αυτό, καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς το 1361, οι οποίοι το χρησιμοποίησαν και ως ορμητήριο για τις επιχειρήσεις τους εναντίον του Διδυμοτείχου.
          Στο Πύθιο ετάφη το 1821 το σκήνωμα του απαγχονισθέντος πρώην Οικουμενικού Πατριάρχη Κύριλλου του ΣΤ΄ προκάτοχου του Γρηγορίου του Ε΄. Οι Τούρκοι τον θεώρησαν ύποπτο συμμετοχής στην Επανάσταση των Ελλήνων και μετά τον απαγχονισμό του πέταξαν το σκήνωμά του στον Έβρο, απαγορεύοντας τον ενταφιασμό του. Το βρήκε ένας Έλληνας αγρότης στο ύψος του Πυθίου όπου το παρέσυραν τα νερά του ποταμού, το μάζεψε κρυφά και το έθαψε μέσα στο σπίτι του.

 *Το Κάστρο του Διδυμοτείχου

Τα κάστρα της άλλης Θράκης

          Κάστρα μεγάλα και φημισμένα, υπήρχαν και στην υπόλοιπη Θράκη, στο μεγαλύτερο μέρος της δηλαδή, που δεν ανήκει τώρα στην Ελλάδα, αλλά στην Τουρκία και την Βουλγαρία.
          Το κάστρο της Αδριανούπολης, ήταν πάντα το σημαντικότερο και στρατηγικότερο στο  χώρο της ενιαίας Θράκης. Όταν οι Τούρκοι το κατέλαβαν, χρησιμοποίησαν την πόλη σαν πρωτεύουσά τους. Ανάλογης μεγάλης σημασίας ήταν και το κάστρο της Φιλιππούπολης.
Στο Σαμάκοβο της Ανατολικής Θράκης υπήρχε κάστρο στην περιοχή Κροβύζων, το ονομαστό κάστρο της Μουριάς, γιατί είχε φυτρώσει μια μουριά μπροστά στην κεντρική του πύλη.
          «Τα παλικάρια της Μουριάς τα παραπονεμένα,
           που δεν το καταδέχονταν τη γη να την πατήσουν
          και τώρα πώς κατάντησαν, βρέθηκαν σκλαβωμένα…»

μοιρολογούσε με πολύ σημασία ένα δημοτικό τραγούδι της περιοχής.
Στην ίδια περιφέρεια υπήρχαν και πολλά άλλα κάστρα όπως της Θυνιάδας, Πλιάτσας, Βεζιργιένη, Μήδειας, κλπ. Στην περιοχή Σαράντα Εκκλησιών υπήρχε το κάστρο της κωμόπολης Σκοπέλου. Μια παράδοση μάλιστα της περιοχής ανέφερε, ότι το κάστρο διέθετε υπόγεια σήραγγα, που έφτανε έως την Αδριανούπολη!!!  Ο Ιωάννης Καντακουζηνός ο ΣΤ΄ αναφέρει για το κάστρο αυτό: «Αξιόλογός εστί δια το αρχαίον αυτού φρούριον εξ ού καταδεικνύεται οίαν το πάλαι κατείχε θέσιν». Εκεί κοντά υπήρχαν και τα κάστρα Γιούνταλα Καλεσί, Κετσή Χισάρ Καλεσί.
Στην περιοχή Στενημάχου στη Βόρεια Θράκη, περίπου 50 χιλμ. νότια της Φιλιππούπολης υπήρχαν τέσσερα κάστρα με γνωστότερο το κάστρο της Αναθεματίστρας.
Η ίδια η Στενήμαχος είχε δικό της κάστρο με βυζαντινή εκκλησία, η οποία κατά την παράδοση ονομάζονταν Παναγία του Καλέ και είναι γνωστή ως Παναγία η Πετριτζονίτισσα.
Σημαντικό ήταν και το κάστρο της Βιζύης, πατρίδας του μεγάλου λογοτέχνη Γεώργιου Βιζυηνού. Πληροφορίες για την κατάσταση του κάστρου της το 1866, μας δίνει ο εκπαιδευτικός Σάββας Ιωαννίδης, σε μια σωζόμενη χειρόγραφη μελέτη του.
«Η Βιζύη- γράφει ο Ιωαννίδης- εκτισμένη επί αποτόμου αυχένος πάντοθέν εστιν απρόσβλητος, πλην της προς βορράν θέσεως, ούτος δεν πεδινός εστί». Και προσθέτει ότι «τα τείχη αυτής προς Β. μεν ου προ πολλού κατηδαφίσθησαν και μέρος των λίθων προ 80 ετών εχρησίμευσαν εις την οικοδομήν της εν Λουλέ Βουργάζ (Αρκαδιουπόλεως) οδού τε και γεφύρας. Το προς Δ. δε και Ν. τείχος διατηρεί πολλά αυτού μέρη εξαίσιον το κάλλος εχόντων την τειχοδομίαν Αλεξανδρινής εποχής. Και το μεν μήκος από Β. προς Ν. εστί χιλίων βημάτων, το δε πλάτος 600. Και προς Β. διατηρείται η πύλη της Ακροπόλεως αυτής και τινες περί αυτήν πύργοι. Μετά δε τούτοις είναι ο Ναός (νυν τζαμίον) της Αγίας Σοφίας Βυζαντινής τέχνης, σταυροειδής εν συνόλω δείκνυσι τέχνην της 10-11ης εκατονταετηρίδος, η έσωθεν όμως διαίρεσις προδίδει αρχαιοτέραν εποχήν».
Σε άλλο σημείο της μελέτης του μας πληροφορεί: « Όλη η πόλις έχει τρεις πύλας» και ότι « έξωθεν δε του τείχους και προς Δ. ίστανται 2-3 πύργοι προστατεύοντες επί του ύδατος ού η πηγή εστίν εξ ής διανέμεται το ύδωρ καθ’ άπασαν την εντός του τείχους και εκτός πόλιν».
          Τα κάστρα της περιοχής μας, σήμερα, πληγωμένα από το χρόνο, βροντοφωνάζουν το μεγαλείο της Θράκης.
Π.Σ.ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ



Βοηθήματα:
-Πολ. Παπαχριστοδούλου «Τα κάστρα της Θράκης και έμμετροι λαϊκοί θρύλοι». Ανάτυπο από τον 22ο τόμο του Αρχείου Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, 1957.
-Δέσποινας Ευγενίδου
«Κάστρα Μακεδονίας και Θράκης» Εκδόσεις Αδάμ, 1997.
-Φιλ. Γιαννόπουλου «Διδυμότειχο» Έκδοση του Λαογραφικού Μουσείου Πελοποννήσου.
-Αθ. Γουρίδη «Το ιστορικό Διδυμότειχο» Έκδοση του Δήμου Διδυμοτείχου, 1999.
-Συλλογική εργασία «Θράκη» Έκδοση Γεν. Γραμματείας Περιφέρειας Ανατ. Μακεδονίας- Θράκης.
-Α. Bakirtzi- D. Triantafyllou «Thrace» Έκδοση του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΤΒΑ.





10 σχόλια:

  1. ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ Κ. ΠΑΝΤΕΛΗ!! ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ- ΦΡΟΥΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΔΡΙΑΝΟΥΣ ΗΤΑΝ ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΣΑΜΑΒΙΝΑΣ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΧΩΡΙΟ ΑΜΜΟΒΟΥΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΟΥ ΚΑΤΑΛΗΦΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΘΩΜΑΝΟΥΣ ΑΤΑΚΤΟΥΣ ΛΙΓΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΑΔΡΙΑΝΟΥΣ!! ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΔΕ ΠΩΣ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΑΥΤΟ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Ο ΜΠΕΝΤΡΕΝΤΙΝ ΧΟΤΖΑ ΑΠΟ ΠΑΤΕΡΑ ΟΘΩΜΑΝΟ ΤΟΝ ΙΣΜΑΗΛ ΚΑΤΑΚΤΗΤΗ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΚΑΙ ΜΗΤΕΡΑ ΜΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ!! ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΕ ΕΠΟΜΕΝΟ ΣΧΟΛΙΟ ΜΟΥ!!
    ΝΑΣΑΙ ΠΑΝΤΑ ΚΑΛΑ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Χρήστο, φίλε μου, δεκτά τα σχόλιά σου με χαρά. Άλλωστε συμπληρώνουν τις δικές μου ελλείψεις... Πέριμένω τη συνέχεια

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Χαιρετίζουμε την προσπάθειά σας. Ευχομαστε να συνεχίσετε....
    Faro Fylakes

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Κατατοπιστικότατο και καταπληκτικό. Ευχαριστώ κ. Αθανασιάδη.

    Ηλίας Κοτρίδης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Στα βορειοδυτικά της Αδριανούπολης υπήρχε μια σειρά από κάστρα πολλά εκ των οποίων αναφέρονται στα κείμενα της Άννας της Κομνηνής αλλά και στις πρώτες συνθήκες μεταξύ βουλγάρων και Βυζαντινών π.χ προβατου και σκουταρίου. Δυστυχώς τα περισσότερα είναι κατεστραμμένα , στη βάση τους όμως ακόμα και σήμερα μπορεί κανείς να βρει σημάδια των μαχών τις εποχής όπως βέλη.

    Thanos Nisioudis

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Ιωάννης Σαρσάκης
    Θράκη: Κεντρώα περιοχή για την αυτοκρατορία της Κωνσταντινουπόλεως!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Μάκης Γκουντινάκης- ΦωτεινήΓραμμενίδου
    Κύριε Αθανασιάδη εξαιρετικό το άρθρο σας για τα θρακικά κάστρα!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Elen Chion
    ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟΟΟΟ!!!!!!!!!!!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Συγχαρητήρια για το εξαιρετικό σας άρθρο κε Αθανασιάδη !!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Marinos Matziaras
    Εξαιρετικό άρθρο! Πολλά συγχαρητήρια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή