Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2009

ΤΑ ΒΑΣΑΝΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΣΤΟΥΣ ΡΩΣΟΤΟΥΡΚΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ



*Διδυμότειχο. Συμβολικός πίνακας, του Θρακιώτη ζωγράφου Δημήτρη Ναλμπάντη


 *Ολοκαυτώματα και απερίγραπτοι βασανισμοί
*Ληστείες, εξανδραποδισμοί, πυρπολήσεις, και βιασμοί.
*Ανατριχιαστικές περιγραφές Τύπου και διπλωματών.


Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης


          Οι Θρακιώτες υπήρξαν μεγάλα εξιλαστήρια θύματα των πολέμων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όχι μόνο εξαιτίας των αιματηρών συγκρούσεων, αλλά και εξαιτίας των έμμεσων συνεπειών, που είχε μια κινητοποίηση της τουρκικής πολεμικής μηχανής. Οι Τούρκοι μαζί με τα τακτικά στρατεύματα κινητοποιούσαν και στίφη ατάκτων, οι οποίοι κατά τη διάβασή τους ή τη διαμονή τους καταλήστευαν και κατατυραννούσαν τους Χριστιανικούς πληθυσμούς.
          Χαρακτηριστικά παραδείγματα, είναι κατ’ αρχήν οι πολεμικές συγκρούσεις του 1853-54 μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας, στις οποίες οι Τούρκοι ήθελαν και την εθελοντική συμμετοχή των Ελλήνων. Οι κάτοικοι της Θράκης όμως, πλην ελαχίστων Βουλγάρων απέφυγαν να συστρατευθούν με τους δυνάστες τους, ελπίζοντας ίσως στη μελλοντική βοήθεια των ομόδοξων Ρώσων.
           Λίγο η καρτερική αναμονή ότι το χριστιανικό γένος των Ρώσων θα βοηθούσε προς την κατεύθυνση αυτή, λίγο οι προσδοκίες για το «ξανθό γένος» όπως έγραφαν οι ουτοπικές αλλά θερμουργές προφητείες του Αδριανουπολίτη ιερομόναχου Αγαθάγγελου, που κυκλοφορούσαν από χέρι σε χέρι, είχαν δημιουργήσει μια κατάσταση προσμονής.




*Οι χρησμοί του Ανδριανουπολίτη μοναχού, Αγαθάγγελου σε σύγχρονη έκδοση

            Λόγω της έντασης που επικρατούσε το χειμώνα του 1853 στα Ρωσοτουρκικά σύνορα προς την περιοχή του Δούναβη, αλλά και στη Μαύρη Θάλασσα, οι Τούρκοι θέλησαν να στρατολογήσουν Χριστιανούς από τη Θράκη, αλλά το μόνο που κατόρθωσαν ήταν να καταταγούν 50 Βούλγαροι εθελοντές υπό τον ταγματάρχη Θωμά Βέρβιν. «Οι Θράκες μας διέμενον ακατάπειστοι και κωφοί» με ό,τι αυτό συνεπαγόταν τότε, αναφέρεται στη διπλωματική αλληλογραφία της εποχής εκείνης.
Πάντως ο τότε μητροπολίτης Αδριανούπολης ευλόγησε τα όπλα των Βουλγάρων που είχαν ενταχθεί εθελοντικά σε τάγματα Κοζάκων, τα οποία πολεμούσαν με τους Τούρκους εναντίον των Ρώσων και στο λόγο που εκφώνησε υπογράμμισε τα καθήκοντα των Χριστιανών στρατιωτών έναντι του σουλτάνου. Αυτά βέβαια τα έκανε, γιατί είχαν ακουσθεί πολλές συκοφαντίες εναντίον των Ελλήνων, ότι δεν θέλουν να μιμηθούν το παράδειγμα των Βουλγάρων και υπονομεύουν τη στρατολογία εθελοντών. Είχαν σταλεί μάλιστα τέτοιες συκοφαντικές επιστολές από την Κωνσταντινούπολη, τη Σηλυβρία και την Τυρολόη.

Διάψευση ελπίδων το 1877-78

          Αργότερα πάλι, οι Θρακιώτες, όταν οι Ρώσοι κατέλαβαν την Θράκη στο Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78, είχαν εναποθέσει πολλές ελπίδες, για καλυτέρευση των όρων της διαβίωσής τους, μετά από εκατοντάδες χρόνια οθωμανικού ζυγού.
Οι ελπίδες τους όμως διαψεύσθηκαν καθώς οι Ρώσοι είχαν άλλους στρατηγικούς στόχους, κυρίως γιατί τους νέους κατακτητές ακολουθούσαν οι Βούλγαροι, οι οποίοι με την κάθοδο τον όμαιμων Ρώσων είχαν αναθαρρήσει και θεώρησαν καλό να αρχίσουν να δείχνουν την αιφνίδια ισχύ που απέκτησαν, πρώτα… στους Έλληνες.


*Ο Επαμεινώνδας Δεληγιώργης

Στην Αθήνα, στις 22 Φεβρουαρίου 1877 ανέλαβε η κυβέρνηση Επ.  Δεληγιώργη. Ακολουθούσε ουδετερόφιλη πολιτική θέλοντας να αποφύγει εμπλοκή της χώρας. Η κοινή γνώμη επηρεασμένη απαιτούσε να κηρυχθεί πόλεμος κατά της Τουρκίας, προσδοκώντας σε νίκη της Ρωσίας. Η κυβέρνηση δεν άντεξε και παραιτήθηκε στις 19 Μαΐου. Τη διαδέχθηκε η κυβέρνηση του Αλ. Κουμουνδούρου, με φιλοπολεμικές διαθέσεις και υποκίνηση επαναστατικών ενεργειών στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία. Και η κυβέρνηση εκείνη υπήρξε βραχύβια. Έτσι στις 26 Μαΐου σχηματίσθηκε  κυβέρνηση με σύμπραξη πολλών κομμάτων υπό τον γηραιό ναύαρχο Κ. Κανάρη, που αποκλήθηκε Οικουμενική. Ο Κανάρης πέθανε στις 2 Σεπτεμβρίου.
          Το φθινόπωρο του 1877, εποχή που έφταναν στη Θράκη οι άνεμοι τους οποίους έφερνε ο συνεχιζόμενος ρωσοτουρκικός πόλεμος, η κατάσταση είχε εκτραχυνθεί. Πολλοί λιποτάκτες του τουρκικού στρατού προτιμούσαν το δρόμο της ληστείας, παρά της τακτικής σύμπραξης με τις στρατιωτικές δυνάμεις της πατρίδας τους. Εγκατέλειπαν τις μονάδες τους και κατέφευγαν στα βουνά όπου σχημάτιζαν ομάδες ληστών.
          Πολύ χαρακτηριστικά, είχε αναφερθεί από την Καλλίπολη ότι όλοι οι δρόμοι ήταν γεμάτοι με Κιρκάσιους και λιποτάκτες του στρατού. Οι Έλληνες κατατρομαγμένοι, δεν μπορούσαν να κάνουν ούτε ένα βήμα έξω από τις κωμοπόλεις και τα χωριά. Το μόνο που άκουγε κανείς εκείνες τις μέρες ήταν ληστείες και βιαιοπραγίες.
          Μια άλλη τέτοια περίπτωση που πλήρωσαν ακριβά οι Θρακιώτες, για να αποκτήσουν... ιππικό οι ληστές, περιγράφει ο Έλληνας υποπρόξενος της Καβάλας Αρ. Παπαδόπουλος σε έκθεσή του προς το Προξενείο της Θεσσαλονίκης στις 20 Οκτωβρίου 1877. «Προς περισσοτέραν ασφάλειαν αυτών εκ των καταδιώξεων και ευκολωτέραν διάπραξιν ληστειών εσχημάτισαν και ιππικόν αφαιρέσαντες πλείστους ίππους εκ διαφόρων χριστιανικών χωρίων της Θράκης και ήδη εν σώματι ως ιππείς της Κυβερνήσεως περιφέρονται εις τα διάφορα χωρία αρπάζοντες παν το προστυχόν».
          Έτσι, φορώντας και τις στρατιωτικές στολές τους, αλώνιζαν και έκαναν ό,τι ήθελαν. Σε άλλο σημείο της έκθεσής του ο Παπαδόπουλος διεκτραγωδεί και τις διαρπαγές των εκκλησιών, σημειώνοντας χαρακτηριστικά:
          «Οι λιποτάκται ούτοι εσχάτως φαίνεται ελθόντες, εκόμισαν πλείστα λάφυρα εκ των εκκλησιών εν Βουλγαρία και Θράκη, ήτοι αργυρά κοσμήματα Αγίων εικόνων, στέφανα εκκλησιών, δισκοπότηρα και άλλα πράγματα εξ ών πλείστα, Οθωμανοί τινές και συγγενείς των λιποτακτών μετέφερον ενταύθα την παρελθούσαν εβδομάδα προς πώλησιν εις τινα Ιουδαίον αργυραμοιβόν».
          Από την Καλλίπολη εξάλλου ο υποπρόξενος Τζαννέτος Π. ειδοποιούσε από την 1 Σεπτεμβρίου 1877 το υπουργείο Εξωτερικών:
          «Λαμβάνω την τιμήν να αναφέρω ότι η δημοσία ασφάλεια  ημέρα τη ημέρα χειροτερεύει. Άπασαι αι οδοί βρίθουσι Κιρκασίων και λιποτακτών του στρατού ώστε οι Έλληνες δεν δύνανται να εξέλθωσιν ούτε βήμα μακράν των κωμοπόλεων ή  των χωρίων...». 
Ανάμεσα σε μια σειρά εγγράφων Θρακικού ενδιαφέροντος της Βιβλιοθήκης της Βουλής, υπάρχει και ένα απόκομμα της Κωνσταντινουπολίτικης εφημερίδας «Νεολόγος» του 1879, από την οποία ξεχωρίζουμε δυο αποσπάσματα για το Μπαμπά Εσκή της Ανατολικής Θράκης και το Μουσταφά Πασά κοντά στην Αδριανούπολη, που υπέστησαν κατά τρόπο δραματικό τις συνέπειες αυτού του πολέμου.
          Για το Μπαμπά Εσκή η εφημερίδα γράφει, ότι είχε 1200 Έλληνες και 800 Οθωμανούς και προσθέτει: «Δυστυχώς τα άτακτα στίφη του τελευταίου πολέμου κατέστρεψαν την κωμόπολιν ταύτην την επί της σιδηροδρομικής γραμμής κειμένην, μη αρκεσθέντα δ’ εις την λεηλασίαν αυτής επυρπόλησαν την εκκλησίαν και την σχολήν. Τούτων ένεκα ούτε ίχνος σχολής υπάρχει νυν».
          Στην ίδια εφημερίδα για το Μουσταφά Πασά αναγράφεται: «Ολίγον προ της εισβολής του ρωσικού στρατού η νηπιαγωγός ανεχώρησεν εκείθεν, άμα δε τη κατοχή της κωμοπόλεως υπ’ αυτού, οι Βούλγαροι θρασυνθέντες έκλεισαν και την αλληλοδιδακτικήν σχολήν».

Προέλαση των Ρώσων- Πανικός των Οθωμανών

          Η κάθοδος των ρωσικών στρατευμάτων μετά την κατάληψη της Φιλιππούπολης και την προέλαση προς την Αδριανούπολη, προκάλεσε μεγάλο πανικό κυρίως μεταξύ του τουρκικού πληθυσμού. Τα θεμέλια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έτριζαν επικίνδυνα. Η βοήθεια ήταν αποδεκτή απ’ όπου και αν προέρχονταν. Η τουρκική εφημερίδα «Μπασιρέτ» από το Μάιο του 1877 είχε γράψει, ότι ο Γεώργιος Ζαρίφης επρόκειτο να αναλάβει την πληρωμή των ημερομισθίων 80 εργατών, που θα εργάζονταν στα τουρκικά οχυρωματικά έργα, τα οποία είχαν αρχίσει να ανεγείρουν οι Τούρκοι με ταχείς ρυθμούς.
          Μεταξύ αυτών που βοήθησαν τους Οθωμανούς στον πόλεμο εκείνο, ήταν και ορισμένοι Πολωνοί πατριώτες, οι οποίοι υποκινούμενοι από καθαρά αντιρωσικό μένος, έσπευσαν να καταταγούν εθελοντές. Οι Πολωνοί της Ανατολής συνέπηξαν στην Κωνσταντινούπολη κομιτάτο που καλούσε εθελοντές υπό τα όπλα για να πολεμήσουν εναντίον των Ρώσων στο πλευρό των Τούρκων. Επισημαίνεται μάλιστα, ότι στρατολογούσε Πολωνούς εθελοντές από τον Απρίλιο του 1877 ο Έρνομπεκ, ενώ αναφέρεται η παρουσία στην Αδριανούπολη του Αρθούρου Μπέη επικεφαλής μικρής ομάδας Πολωνών εθελοντών. Άλλωστε Πολωνοί ιερείς, που δίδασκαν στο ένα από τα δύο καθολικά σχολεία της Αδριανούπολης είναι βέβαιο, ότι υπήρχαν εκεί τουλάχιστον από το 1870.


*Κομοτηνή. Βουλγαρική κατοχή στους Βαλκανικούς Πολέμους (1913)

Οι Τούρκοι της Αδριανούπολης και της Βόρειας Θράκης, προσπαθούσαν να φύγουν με κάθε μέσο. Επίκεντρο της τεράστιας συγκέντρωσης πληθυσμού, ήταν ο σιδηροδρομικός σταθμός της πόλης. Στην ελληνική εφημερίδα «Νεολόγος» της Κωνσταντινούπολης, του Ιανουαρίου 1878, υπάρχουν πολλές ανταποκρίσεις από την Αδριανούπολη, που μιλούν για σύγχυση και αταξία, ενόψει της καθόδου των Ρώσων. Μέσα στην Αδριανούπολη κατέφυγαν χιλιάδες πρόσφυγες, ανάμεσα στους οποίους 4460 στρατιωτικοί, ασθενείς ή τραυματίες.
          Το κρύο ήταν δριμύτατο και το θερμόμετρο έδειχνε 10 βαθμούς Ρεωμύρου κάτω του μηδενός. Υπάρχουν στον Τύπο περιγραφές για νεαρή μητέρα που κρατούσε στην αγκαλιά της το νεκρό βρέφος της, το οποίο είχε χάσει τη ζωή του εξαιτίας του κρύου. Μια άλλη τουρκάλα γέννησε μέσα σε ένα βαγόνι. Ακόμα και μαστιγώσεις πολιτών για ασήμαντες αφορμές από Βούλγαρους που διορίσθηκαν από τους Ρώσους ως αστυνομικοί μετά την κατάληψη της Ανατολικής Θράκης, αναφέρθηκαν.
          Ρακένδυτοι πρόσφυγες έφταναν από τη Φιλιππούπολη μέσα σε ανοιχτά βαγόνια αφού ταξίδευαν μέσα στο ψύχος επί 26 ώρες και είχαν αναμείνει τις αμαξοστοιχίες άλλες 48 ώρες για να τους παραλάβουν.
          Στα βαγόνια ανέβαιναν ακόμα και στις οροφές. Ο υποπρόξενος στο Δεδέαγατς (σημερινή Αλεξανδρούπολη) Γ. Καραγιαννόπουλος δίνει μια συνοπτική αλλά άκρως παραστατική περιγραφή της καθόδου των προσφύγων στις 4 Ιανουαρίου γράφοντας ότι «θέαμα σπαραξικάρδιον παρουσιάζει από τινος η κωμόπολις αύτη». Τότε είχε διακοπεί η σιδηροδρομική γραμμή προς Κωνσταντινούπολη ενώ «ο σιδηρόδρομος της Αδριανουπόλεως μετέφερε τεσσαράκοντα βαγόνια πλήρη έσωθεν και άνωθεν Οθωμανικών οικογενειών. Το δε μεσονύκτιον έτερα τεσσαράκοντα της αυτής καταστάσεως. Ο θρήνος και ο κλαυθμός απερίγραπτος». Το ένα τρίτο από τους πρόσφυγες στεγάσθηκε πρόχειρα σε καφενεία και μερικά σπίτια και οι υπόλοιποι έμεναν στο ύπαιθρο.
          Πρόσφυγες Οθωμανοί είχαν καταφύγει ακόμα και στην Ξάνθη. Σχεδόν 20.000 ψυχές, από την Φιλιππούπολη και την Αδριανούπολη. Στην πόλη άρχισαν να σημειώνονται δραματικές ελλείψεις τροφίμων.
*Μουσουλμάνοι πρόσφυγες, φεύγοντας πανικόβλητοι προς Κωνσταντινούπολη


Σαλέπι και ψωμί!!!

          Στην Αδριανούπολη ένας Έλληνας ο Βενετσιάνης, αντιπρόσωπος του πάμπλουτου βαρόνου Χιρς, άρχισε να οργανώνει συσσίτια  και καταλύματα. Προσλήφθηκαν κατά το ρεπορτάζ της εφημερίδας, ακόμα και  «εκμεκτσήδες» δηλαδή ψωμάδες και «σαλεπιτζήδες» που έκαναν τα γνωστά ζεστά ροφήματα, για να ανακουφίσουν τις πρώτες ώρες τους πρόσφυγες. Αργότερα ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ επαίνεσε δημόσια το Βενετσιάνη.
          Ο βαρόνος Χιρς ήταν ο ξένος μεγαλοεπενδυτής, που είχε αναλάβει την κατασκευή των σιδηροδρόμων και άλλων έργων στην Ευρωπαϊκή Τουρκία.  
Πρόσφυγες στην Καλλίπολη περιέθαλψε και ο Αντωνάκης Σιδερίδης πρόξενος της Αυστρίας και πράκτορας του Λόυδ.
          Αξίζει να σημειωθεί, ότι εξ αιτίας των κακών συνθηκών που επικρατούσαν στις πόλεις και την ύπαιθρο, στις αρχές Μαρτίου 1878 ενέσκηψε στην Αδριανούπολη επιδημία τυφοειδούς πυρετού, από τον οποία πέθαιναν κάθε μέρα 10-15 άτομα. Στο Ορτάκιοϊ έπεσε δυσεντερία, εξανθηματικός πυρετός και τύφος. Επιδημία τύφου έπεσε και στη Ραιδεστό.
          Η Θράκη, όταν επήλθε η Ρωσική κατοχή δέχθηκε στα εδάφη της πολλά στρατεύματα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
          Ο υποπρόξενος στην Φιλιππούπολη Αθανάσιος Ματάλας έδωσε μια ζοφερή εικόνα φρικαλεοτήτων για την κατάσταση που επικράτησε εκεί, από τότε που άρχισαν να υποχωρούν τα τουρκικά στρατεύματα. Σε έκθεσή του στις 2 Φεβρουαρίου 1878 αναφέρει ότι κατά την υποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων, για ένα φόνο που διέπραξε Τούρκος στρατιώτης και για κάποιες απόπειρες λεηλασιών με διαταγή του Σουλεϊμάν Πασά, τρεις στρατιώτες απαγχονίστηκαν, τρεις τουφεκίστηκαν και ένας αποκεφαλίσθηκε! Τα πτώματά τους έμειναν άταφα για όσο καιρό διέβαιναν από εκεί τουρκικά στρατεύματα, για παραδειγματισμό. Η καθημερινότητα στη Θράκη εκείνα τα χρόνια, ήταν αναμφισβήτητα πολύ άγρια.
          Αντίθετα τα ρωσικά στρατεύματα κατοχής, επέδειξαν αχαρακτήριστη συμπεριφορά, στην πεδιάδα της Φιλιππούπολης, διαψεύδοντας τις ελπίδες των Χριστιανών.
          «Εισερχόμενα εις τας οικίας αφήρουν παν το πρόχειρον, σκεύη, έπιπλα, ζώα. Επιτέλους καταλαμβάνοντες τας οικίας ως καταλύματα, υπεχρέουν τους κατοίκους εις τροφήν της ορέξεώς των, μεθύοντες δε, ήρπαζον τα οινοβάρελά των και τα έχυναν. Επί τέλους καίτοι υπαρχόντων ξύλων προς θέρμανσιν, επροτίμουν να καίουν τας θύρας και τα παράθυρα. Οι δυστυχείς κάτοικοι παραπονούμενοι προς τους ανωτέρους αξιωματικούς, ουδεμίαν ελάμβανον ικανοποίησιν».
          Ο Ματάλας περιγράφει επίσης φοβερές σφαγές Οθωμανών από Ρώσους και Βουλγάρους μέσα στη Φιλιππούπολη. Ο ίδιος ως πρόεδρος της Προξενικής Επιτροπής, φρόντισε να σταλεί ψωμί στους λιμοκτονούντες Τούρκους, πολλοί από τους οποίους πέθαναν και από την πείνα.      
Στις 21 Μαρτίου 1878εξάλλου, μετέδιδε, ότι κατά τους υπολογισμούς των Ρώσων, στη Θράκη εισήλθε δύναμη 190.000 ανδρών. Από αυτούς έχασαν τη ζωή τους από τύφο, τραυματίσθηκαν ή προσβλήθηκαν από άλλες ασθένειες περί τους 25.000 άνδρες. Άλλοι 15.000 άνδρες πέθαναν από το κρύο κατά τη διάβαση του Αίμου.
          Η κατοχή της Αδριανούπολης, είχε και μια άλλη απροσδόκητη συνέπεια. Άρχισαν να καταφθάνουν εκεί που υπήρχαν τόσα στρατεύματα «αοιδοί, συμφωνηθείσαι αδρώς υπό κερδοσκόπων» όπως έγραψαν οι εφημερίδες.

Πληγή οι Κιρκάσιοι ληστές

          Τον τρόμο όμως των κατοίκων της Θράκης, επέτειναν όχι μόνο η προέλαση των Ρώσων, αλλά οι συνέπειές της, που ήταν οι διάφοροι άτακτοι και οι Κιρκάσιοι ή γνωστότεροι ως Τσερκέζοι. Οι οποίοι από πολύ νωρίτερα είχαν καταντήσει το φόβητρο των κατοίκων της Βόρειας και της Ανατολικής Θράκης κυρίως. Οι καταστροφές, οι θάνατοι και οι λεηλασίες, έχουν καταγραφεί στις εφημερίδες της εποχής.
          Ο «Νεολόγος» της Κωνσταντινούπολης σε αλλεπάλληλες ανταποκρίσεις του από την Αδριανούπολη διεκτραγωδεί με ζοφερά χρώματα την κατάσταση, κάνοντας λόγο για «κράμα ζεϊμπέκων, βασιβουζούκων και Κιρκασίων» που έσπερναν παντού τον τρόμο και την απόγνωση.
          Η «Παλιγγενεσία» των Αθηνών στις 24 Ιανουαρίου 1878 δημοσίευσε μια εκτενή ανταπόκριση, για τις συνέπειες του Ρωσοτουρκικού πολέμου, σημειώνοντας:
          «Ολόκληρα χωρία κατεστράφησαν υπό της πυρκαϊάς και της μαχαίρας του βασιβουζούκου. 43 περίπου εισίν τα καταστραφέντα χωρία και αι κωμοπόλεις μεταξύ των οποίων πλείσται καλλιπύργωτοι και αριθμούσαι χιλιάδας κατοίκων, δεν έχουσι πλέον μίαν οικοδομήν ούτε ένα κάτοικον ζώντα. Ούτω π.χ. το Στακτοχώριον, χωρίον καθαρώς ελληνικόν απέχον 3-4 ώρας του Πύργου και αριθμόν περί τας 200 οικίας, έχει επιζώντα πέντε μόνον άτομα, ών αι αφηγήσεις είναι σπαρακτικώταται. Οι κάτοικοι αυτού ίνα σωθώσιν εκλείσθησαν εις τον ναόν του χωρίου, όπου μετά βάσανον δύο όλων ημερών κατεκάησαν πάντες.
          Ο Αετός, έτερον χωρίον 5 ώρας του Πύργου απέχον με 1.200 οικίας καθ’ ά λέγουσι κατεστράφη υπό της πυρκαϊάς, οι δε κάτοικοι ατιμασθέντες και ληστευθέντες κατεσφάγησαν πάντες. Το Καρναβάτ υπέστη την αυτήν τύχην. Είς δυστυχώς κάτοικος αυτού περισωθείς Βυσοκαστρίτης καλούμενος απώλεσε 22 ψυχάς. ‘Έτερον χωρίον Σουμαλήκιοϊ κατεστράφη ολοτελώς υπό 50 Αλβανών, οίτινες αφού πρώτον εκόρεσαν τα αισχρά αυτών πάθη επί των κατοίκων, κατέσφαξαν έπειτα ανηλεώς αυτούς και κατεκρεούργησαν ανηλεώς. Είς ιερεύς Παπά Βασίλειος ονόματι, θελήσας να σώση την κόρην του από την ατιμίαν, διεμελίσθη οικτρώς υπό των τεράτων εκείνων, της δε δυστυχούς κόρης η τύχη διατελεί όλως άγνωστος».     
          Η ευρύτερη περιοχή της Βορειανατολικής  Θράκης, είχε υποστεί τα πάνδεινα κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο, όπως ιστορείται σε σειρά διπλωματικών εγγράφων.
          Ο Έλληνας υποπρόξενος του Πύργου Μιχαήλ Νομικός με έκδηλη δυσαρέσκεια αναφέρει, ότι και ορισμένοι Έλληνες έκαναν επιθέσεις εναντίον των Οθωμανών που είχαν παραμείνει στην περιοχή «προς λεηλασίαν και σφαγήν και τινές αυτών εφονεύθησαν».
          Στο χωριό Άγιος Νικόλαος κοντά στη Σωζόπολη, οι Βούλγαροι κάτοικοι έκαιγαν και υλοτομούσαν το δάσος της Μονής της Αγίας Αναστασίας θέλοντας να το σφετερισθούν.

Αναλυτικός πίνακας καταστροφών

          Η μεγάλη ιστορική προσφορά πάντως του Νομικού, είναι ο αναλυτικός κατάλογος που συνέταξε για τα χωριά που επλήγησαν και λεηλατήθηκαν από τους Κιρκάσιους στις επαρχίες Σωζόπολης, Αγαθούπολης και Πύργου.
          Ας δούμε συνοπτικά, τον κατάλογο αυτόν με τα χωριά:
          Άγιος Νικόλαος: Στο χωρίο αυτό οι Κιρκάσιοι κατέκλεψαν τα πάντα και καταβασάνισαν τους κατοίκους «σουβλίζοντες δια πεπυρακτωμένων σιδήρων και κατακαίοντες αυτούς».
          Μεμέτζ- Κιοϊ: Λεηλατήθηκαν όλα τα σπίτια. Οι κάτοικοι διέφυγαν στα βουνά. Κάηκε η εκκλησία και μερικά σπίτια.
          Σαρίμουσα: Λεηλατήθηκε η εκκλησία και πολλά σπίτια πυρπολήθηκαν.
          Τζανακτζή: Λεηλατήθηκε και πυρπολήθηκε.
          Καριά- Κιοϊ: Λεηλατήθηκε. Η εκκλησία του βεβηλώθηκε και πυρπολήθηκε. Θανατώθηκαν και κάποιοι κάτοικοι.
          Κήρ Χαρμάν: Λεηλατήθηκε και κάηκε το χωριό.
          Δουλγκερλή: λεηλατήθηκε το χωριό και οι κάτοικοί του χάθηκαν.
          Τζεμερένι: Έγιναν εκτεταμένες διαρπαγές. Η τύχη των κατοίκων άγνωστος.
          Καϊνάρτζα: Λεηλατήθηκε και πυρπολήθηκε.
          Αλά Γκιουνού: Εκτεταμένες διαρπαγές. Οι κάτοικοί του χάθηκαν στα βουνά.
          Ρουμ- Κιοϊ: Λεηλατήθηκε το χωριό. Οι κάτοικοί του χάθηκαν στα βουνά. Πολλοί δολοφονήθηκαν.
          Κονάκ: Σημειώθηκαν εκτεταμένες διαρπαγές και ολοσχερής αφανισμός του.
          Γκιοκ Τεπέ: Λεηλατήθηκε. Ορισμένοι κάτοικοί του τραυματίσθηκαν και «γυναίκες ευρέθησαν με καϋμένους μαστούς».
Σαρμασίκι: «Εφθάρη επίσης».
          Στοϊλοβον: Παρομοίως.
          Ζάμπερνον: Επίσης. Οι κάτοικοί του πάγωσαν στα βουνά.
          Κάλλοβον: Ωσαύτως.
          Βίβιτζα: Μετά τη διαρπαγή πυρπολήθηκε.
          Μούρτζοβον: Λεηλατήθηκε. Κάτοικοι φονεύθηκαν.
          Γραμματίκοβον: Παρομοίως και επιπλέον πυρπολήθηκε.
          Βούλγαρι: Διαρπαγή και πυρπόληση.
          Μπροτίβο (χωριό Ελληνικό): Διαρπαγή. Πάνω από τριάντα άνδρες και γυναίκες θανατώθηκαν.
          Αθανάσ- Κιοϊ (μισή ώρα μακριά από τον Πύργο): Λεηλατήθηκε και αποτεφρώθηκε.
          Στακτοχώριο (χωριό Ελληνικό): «Διηρπάγη. Αριθμός των κατασφαγέντων πολύς. Υπολογίζονται υπέρ τους εκατόν πεντήκοντα. Κλεισθέντες προς ασφάλειαν αυτών εντός της εκκλησίας εξηπατήθησαν υπό του Νουρή Μπέη αρχηγούντος συμμορίας Κιρκασίων και Αλβανών και παραδοθέντες υπό την σκεπήν του διήλθον άπαντες εν στόματι μαχαίρας, εξαγοράσαντες πρότερον το αίμα αυτών για 500 λιρών, άς εμέτρησαν του Μπέη Νουρή».
          Τσιφλίκια Ζαρίφη: Πυρπολήθηκαν.
          Ρουσόκαστρον: Επίσης.
          Και συμπερασματικά τόνιζε ο Νομικός: «Εν συνόλω όλα τα χωρία της επαρχίας Σωζοαγαθουπόλεως και Πύργου ερημώθησαν των κατοίκων αυτών εκγυμνωθέντων, φονευθέντων, βασανισθέντων, υπό τους ψύχους εις τα όρη καταψυγέντων και μύρια όσα υποστάντων».

Ολοκαύτωμα με πίσσα και θειάφι!

          Μια από τις μεγαλύτερες και αιματηρότερες επιθέσεις Κιρκασίων σημειώθηκε στη Βιζύη, μόλις υποχώρησαν οι Τούρκοι υπό τον στρατηγό Μεχμέτ Αλή Πασά, προ των προελαυνόντων Ρώσων. Έχουν καταγραφεί φόνοι, βιασμοί γυναικών, διαρπαγές, βεβηλώσεις ναών, και πυρπόληση της Μητρόπολης.
          Οι ορδές των Κιρκασίων μετά τη Βιζύη πήγαν στα χωριά Άγιος Γεώργιος, Άγιος Ιωάννης, Πινακά, Τζακλί, Καβάκι, Σεράγι, Γιοβαλί, Μαγκριώτισσα, Άσβουγα κλπ. όπου συνέχισαν το ληστρικό τους έργο.
          Πραγματικό ολοκαύτωμα συνέβη με τους ατυχείς κατοίκους του χωριού Άγιος Γεώργιος. Περίπου 1.000 άτομα κατέφυγαν σε μια σπηλιά στην τοποθεσία Καρά Ντερέ. Οι Κιρκάσιοι ανακάλυψαν το κρησφύγετό τους, αλλά δεν μπορούσαν να συλλάβουν τους έγκλειστους Χριστιανούς επειδή εκείνοι αντιστέκονταν σθεναρά. Η εφημερίδα «Παλιγγενεσία» των Αθηνών τη 1 Φεβρουαρίου 1878, δημοσιεύει μια συνταρακτική ανταπόκριση, σύμφωνα με την οποία οι Κιρκάσιοι κατέφυγαν σε ένα πανούργο και βάρβαρο τέχνασμα. Άνοιξαν με μοχλούς τρύπες στο θόλο της σπηλιάς και έριξαν μέσα θειάφι και πίσσα. Μετά άρχισαν να πυροβολούν. Το μίγμα πήρε φωτιά και οι ατυχείς Χριστιανοί πέθαναν από ασφυξία. Γλίτωσαν μόνο 18 άτομα.


*Αλεξανδρούπολη, τότε Δεδέαγατς. Φωτοκάρτα του 1913

           Τη Μήδεια, τρεις φορές αποπειράθηκαν να την καταλάβουν, αλλά αποκρούσθηκαν από τους οπλισμένους Έλληνες, που τους κατηύθυνε ο Ν. Βαζικιάδης.
          Μια μέρα νωρίτερα η ίδια εφημερίδα περιέγραφε με τα μελανότερα χρώματα, την επίθεση των Κιρκασίων εναντίον της Βιζύης και των γύρω χωριών της, κάνοντας λόγο για λεηλασίες, πυρπολήσεις, φόνους, ατιμώσεις γυναικών και αρπαγές κοριτσιών. Τόνιζε μάλιστα: «Έξι χιλιάδες άμαξαι διήλθον πλήρεις λαφύρων και κορασίων».
          Στην Οθωμανική Βουλή ο ομογενής βουλευτής Πετράκης, κατήγγειλε απερίφραστα τα εγκλήματα των Κιρκασίων αποκαλύπτοντας, ότι και μέσα στην Κωνσταντινούπολη πουλούσαν ως δούλους μικρά παιδιά, που είχαν αρπάξει υποχωρώντας ενώπιον των Ρώσων.
          Η διάλυση του τουρκικού στρατού ήταν ένα φοβερό γεγονός. Στον «Τηλέγραφο» των Αθηνών εστάλη από το Πόρτο Λάγος μια δραματική επιστολή που περιέγραφε αυτή τη διάλυση. Η επιστολή αυτή αναδημοσιεύτηκε στην «Παλιγγενεσία». Ο επιστολογράφος που δεν κατονομάζεται έγραφε μεταξύ άλλων:
          «Ητοιμαζόμην να σοι γράψω ότε μας κατεπλάκωσε ο στρατός του Σουλεϊμάν Πασά 40-45.000 Άραβες, Γκέκαι, γυμνοί πεινώντες και διψώντες, 10.000 περίπου ίπποι ημιθανείς εκ του καμάτου…».
          Και παρακάτω έγραφε: «Ο πυρετός η έλλειψις ξύλων και ύδατος απεδεκάτισαν εις τοιούτον βαθμός τον στρατόν, ώστε δεν βλέπει τις άλλο πέριξ της οικίας μου ειμή τάφους και πτώματα».
          Αλλά, σοβαρά δεινοπάθησε και η Ροδόπη κυρίως από τους Βούλγαρους. Είναι χαρακτηριστική η ακόλουθη δημοσίευση του «Νεολόγου» στις 23 Απριλίου 1878.
          «Η Ροδόπη βρίθει προσφύγων εκ των πέριξ της Φιλιππουπόλεως, Τατάρ Παζαρτζηκίου, Στενημάχου και λοιπών μερών. Βούλγαροι της περιπύστου (Σ. Σ. διαβόητης) λεγεώνος των, διατρέχουσι μετά σημαίας και βουλγαρικού συρφετού την Ροδόπην και επιτίθενται ενόπλως κατά των προσφύγων προς λεηλασίαν, συγκροτούνται δε συμπλοκαί, διότι αμφότεροι είναι ωπλισμένοι. Οι Βούλγαροι διαπράττουσιν όσα οι βασιβουζούκοι και οι Κιρκάσιοι».
          Οι Λεγεώνες αποτελούν ένα κομμάτι της νεώτερης ιστορίας της Βουλγαρίας. Η πρώτη Βουλγαρική Λεγεώνα, με 500 άτομα είχε συγκροτηθεί το 1861 από τον Γκ. Ρακόφσκι στη Σερβία και πήρε μέρος με τις σερβικές δυνάμεις σε μάχες εναντίον των Τούρκων. Σ’ αυτήν μετείχε ο εθνικός ήρωας των Βουλγάρων Βασίλ Λέφσκι. Οι Σέρβοι αποστράτευσαν τη Λεγεώνα αυτή το 1862. Η δεύτερη συγκροτήθηκε το 1867 στη Στρατιωτική Σχολή του Βελιγραδίου και αποστρατεύθηκε από τους Σέρβους το 1868. Οι απόπειρες να συγκροτηθούν Βουλγαρικές Λεγεώνες αργότερα, δεν είχαν ιδεολογικό υπόβαθρο και λαϊκή απήχηση. Τις περισσότερες φορές ήταν ομάδες ατάκτων, χωρίς πειθαρχία και συνοχή.


 *Η Ξάνθη σε παλαιά καρτ ποστάλ

          Στο Διδυμότειχο οι Ρώσοι διόρισαν Βούλγαρο τοπικό διοικητή. Στα τέλη Μαρτίου του 1878 εκρατούντο ακόμα στην πόλη 57 Μουσουλμάνοι στρατιώτες αιχμάλωτοι, που κάθε μέρα τους έβαζαν να εργάζονται σε καταναγκαστικά έργα. Κατασκεύαζαν λιθόστρωτο δρόμο μπροστά από μια εκκλησία, η οποία δεν κατονομάζεται σε δημοσίευμα του «Νεολόγου».
          Ιδιαίτερα κακή μεταχείριση από τους Βουλγάρους όπως φαίνεται από τα πολλά δημοσιεύματα, υπέστησαν οι Σαράντα Εκκλησίες.
          Το Φεβρουάριο του 1878 οι Ρώσοι εγκατέστησαν συμβούλιο προσωρινής διοίκησης της πόλης. Αν και υπερτερούσαν πληθυσμιακά αλλά και σε μόρφωση οι Έλληνες, το 18μελές συμβούλιο απαρτίσθηκε από οχτώ αμόρφωτους Βούλγαρους εργάτες, τέσσερις Έλληνες, τέσσερις Οθωμανούς και δύο Εβραίους. Επίσημη γλώσσα όρισαν τη Βουλγαρική και η πόλη μετονομάσθηκε σε Λόζινγραντ, που σημαίνει Αμπελούπολη. Οι Σαράντα Εκκλησίες είχαν περίφημους αμπελώνες και παρήγαν εκλεκτό κρασί, τον «μπογιαμά».
          Οι Ρώσοι όταν κατέλαβαν τη Θράκη, στη Στενήμαχο και τη Φιλιππούπολη, άρχισαν να επισκευάζουν τα εγκαταλελειμμένα σπίτια των Τούρκων και εγκαθιστούσαν Βούλγαρους, που τους μετέφεραν από τις παραδουνάβιες περιοχές για να αποδείξουν ότι υπερτερεί το βουλγαρικό στοιχείο.


*Ο Φάρος της Αλεξανδρούπολης σήμερα. Έργο των Ρώσων το 1878

       Το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης δεν έμεινε ασυγκίνητο από το δράμα των κατοίκων της Θράκης και έστειλε σχετικό υπόμνημα στην Υψηλή Πύλη, διαμαρτυρόμενο για τους φόνους, τις ληστείες τους βιασμούς, τις καταστροφές ναών και σχολείων από τους Κιρκάσιους και τους άλλους άτακτους. Υπάρχουν σχετικά δημοσιεύματα στις εφημερίδες της Κωνσταντινούπολης, με το περιεχόμενο ενός «τακριρίου», δηλαδή μιας διακοίνωσης, του Οικουμενικού Πατριαρχείου προς την Υψηλή Πύλη. Το διαβιβαστικό με το οποίο εστάλη για ενημέρωση από την Κωνσταντινούπολη στην Αθήνα έχει ημερομηνία 4 Φεβρουαρίου 1878 και γράφει.
          «... οι κακούργοι ούτοι, δίκην εχθρών εκδικήσεως διψώντων αίμα εις τοιαύτας παρεκτροπάς και θηριωδίας προέβησαν παραδόντες ανηλεώς πλείστους άνδρας και γυναίκας, νέους και γέροντας, μικρούς τε και μεγάλους μαχαίρα τε και πυρί, ίνα εξαλείψωσιν αυτούς από τους προσώπου της γης και εις τοιούτον βαθμόν εξωρμήθησαν να καταστρέψωσι τας ανθούσας Χριστιανικάς κωμοπόλεις και χωρία των, ώστε κάλαμος ανθρώπου αδυνατεί να περιγράψη , μαρτυρεί δε άλλως τούτο η σημερινή τεφρώδης και καθημαγμένη αυτών κατάστασις...».
          Απ’ όπου περνούσαν οι Κιρκάσιοι άφηναν στάχτη και αίμα. Στο «τακρίριο» αυτό γίνεται ευθέως λόγος για κλοπές ιερών σκευών από τις εκκλησίες, που τα πουλούσαν στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης και για αρπαγή αγοριών και κοριτσιών, που τα πουλούσαν σαν δούλους. 

Βιασμοί Οθωμανίδων από Ρώσους

          Όταν μπήκαν οι Ρώσοι στη Φιλιππούπολη, έκαναν ακόμα και βιασμούς Οθωμανίδων. Είναι αποκαλυπτικό, ένα έγγραφο του πρόξενου Αθανάσιου Ματάλα στις 21 Μαρτίου 1878, στο οποίο αναφέρει, ότι ο Άγγλος υποπρόξενος κατήγγειλε βιασμούς στο Ρώσο στρατιωτικό διοικητή και τον οδήγησε μάλιστα στο Ορφανοτροφείο των Οθωμανοπαίδων που διατηρούσε η Προξενική Επιτροπή, όπου τέσσερις γυναίκες Οθωμανίδες «ατιμασθείσαι είχον καταφύγει εκεί, ως άσυλον». 
          Το υπουργείο των Εξωτερικών δημοσίευσε τον Απρίλιο του 1878 στη γαλλική γλώσσα στο Παρίσι εκθέσεις των Ελλήνων προξένων, οι οποίοι αφηγούνταν τα κακουργήματα που διέπραξαν οι τουρκικές αρχές, ο τουρκικός στρατός, οι ζεϊμπέκοι, οι Γκέκηδες, οι βασιβουζούκοι και οι Κιρκάσιοι κατά των Ελλήνων, στις διάφορες επαρχίες του Οθωμανικού κράτους.

Προβλήματα και μετά την αποχώρηση των Ρώσων

           Όταν έφυγαν οι Ρώσοι, οι Χριστιανοί δεν έπαψαν να έχουν προβλήματα με τους Οθωμανούς που επέστρεφαν και ζητούσαν εκδίκηση.
          Ο Εμμ. Ξένος υποπρόξενος της Ελλάδας στην Αίνο, σε μια αναφορά του προς την πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης, στις 2 Οκτωβρίου 1878, αφηγείται ότι την επομένη της αναχώρησης των Ρώσων, δηλαδή στις 27 Σεπτεμβρίου 1878, στο χωριό Αχούρκιοϊ που απείχε πέντε ώρες από την Αίνο και είχε περίπου 50 σπίτια με Χριστιανικές μόνο οικογένειες, μπήκαν 20 Οθωμανοί οι οποίοι έκλεψαν πολλά ζώα, τραυμάτισαν μερικούς κατοίκους, σκότωσαν ένα οικογενειάρχη 70 ετών και «προσέβαλαν την τιμήν μερικών παρθένων, αναχωρήσαντες την πρωίαν». Οι κάτοικοι απέδωσαν αυτή τη ληστεία σε Οθωμανούς των Υψάλων.
          Πολλές αρπαγές και κλοπές σημειώθηκαν στα περίχωρα της Αίνου μετά την αποχώρηση των Ρώσων καθώς και μέσα στην ίδια την πόλη. Κυρίως εκλάπησαν βόδια και άλογα. Αυτές οι κλοπές αποδίδονταν σε Βουλγάρους, αλλά και Οθωμανούς.
Οι κλοπές αυτές, δεν είχαν σταματήσει ούτε στο εννεάμηνο της Ρωσικής κατοχής. Ο Ξένος στο κείμενό του ευθέως εξέφραζε την άποψη, ότι οι Ρώσοι αξιωματικοί παρότρυναν τους στρατιώτες τους και τους Βουλγάρους και προσέθετε ότι «το κατά των Ελλήνων μίσος των είναι απεριόριστον, αμφιβολία δεν μας μένει ότι οι Ρώσσοι υποκινούν τοιαύτα κακουργήματα, προς βλάβην του ατυχούς Έλληνος. Απεδείχθη δε καλώς ότι η ύπαρξις του εν Θράκη Χριστιανού δεν εξησφαλίσθη μετά την εμφάνισιν των Ρώσσων. Ούτως οι εδώ κάτοικοι ως και εκείνοι των περιχώρων, ήλπιζον ότι οι αξιωματικοί και στρατιώται Ρώσσοι εκήρυττον αναφανδόν (και εις ημάς αυτούς) ότι εισήλθον ενταύθα ως κατακτηταί και ουδέποτε θα εγκαταλείψουν τα μέρη ταύτα».  
Η καθημερινότητα στη Θράκη, υπό Οθωμανική ή άλλη κυριαρχία, ήταν άγρια για τους κατοίκους της, οι οποίοι πλήρωναν με απερίγραπτη σκληρότητα τις συνέπειες των πολέμων Ρωσίας και Τουρκίας.
Π.Σ. ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ

Πηγές- Βοηθήματα.

-Δημοσιεύματα του Τύπου της εποχής.
-Προξενικές αναφορές στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών.
-Παντελή Στεφ. Αθανασιάδη «Η άγρια καθημερινότητα 1850-1880, Συμβολή στην ιστορία της Θράκης» (Ανέκδοτο βιβλίο).


22 σχόλια:

  1. Πραγματικά πολύ καλή δουλειά. Έμαθα πάρα πολλά για την Θράκη και την ιστορία της και σε ευχαριστώ πολύ.
    Αγαπώ την Θράκη μια και έχω ζήσει 2 χρόνια εκει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Εξαιρετικό, πώς μπορώ να βρώ το ανέκδοτο έργο σας;;;
    Σταύρος Δρακίδης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Εξαιρετικό άρθρο κ. Αθανασιάδη ..... φωτίζει αρκετές άγνωστες πτυχές της Θρακικής ιστορίας μας.

    Papadakis Triantafyllos

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ΑΓΑΠΗΤΕ ΜΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗ ΣΕ ΜΙΑ ΟΜΙΛΙΑ ΜΟΥ ΕΙΧΑ ΠΕΙ ΟΤΙ ΘΑ ΣΠΑΣΟΥΜΕ ΠΟΛΛΟΥΣ ΚΑΣΜΑΔΕΣ ΚΑΙ ΦΤΥΑΡΙΑ ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ ΘΑ ΤΗΝ ΑΝΑΔΕΙΞΟΥΜΕ ΣΕ ΠΕΙΣΜΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΟΥ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΑΦΉΝΕΙ ΑΜΝΗΜΟΝΕΥΤΗ ΤΗ ΘΡΑΚΗΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΗΣ.ΚΑΙ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΦΡΟΝΤΙΖΟΥΝ ΝΑ ΑΠΟΣΙΩΠΟΥΝ ΠΑΡΑ ΤΑ ΤΡΑΝΤΑΧΤΑ ΤΕΚΜΗΡΙΑ ΤΓΟΥΣ ΛΕΜΕ ΟΤΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΜΑς ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΜΑΣ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ. ΝΑΣΑΙ ΚΑΛΑ ΚΑΛΕ ΜΟΥ ΦΙΛΕ ΚΑΙ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙΣ ΟΙ ΘΡΑΚΙΚΕΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΕΣ ΜΑΖΙ ΣΟΥ.

    Ελευθέριος Χατζόπουλος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Δημήτριος Χατζηπουλίδης
    Τέλειο το άρθρο , για να μπορούμε να διδασκόμαστε από την ιστορία. Όταν πολλοί φίλοι μιλάνε για τους Ρώσους με τόσο κολακευτικά λόγια και θεωρούν ότι σε κάθε κακό μας αυτοί θα μας βοηθήσουν εγώ συμμαζεύομαι . Το άρθρο επιβεβαιώνει ιστορικά ότι και αυτοί έχουν εγκληματήσει κατά των Ελλήνων , πολλές φορές και με άγριο τρόπο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Οι Ρωσσοι ευθύνονται για σημαντικές ζημιές στο κάστρο του Διδυμοτείχου...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Αυτό αληθεύει, γιατί ήθελαν να αδυνατίσουν την άμυνα των Οθωμανών γενικά...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Νίνα Γκούδλη
    Ευχαριστώ Παντελή για την ανάδειξη της ιστορίας της Θράκης!.. 🌺

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Θόδωρος Ορδουμποζάνης
    Βρε Παντελή, μήπως όλα αυτά που γράφεις πρέπει κάποτε να εκδοθούν στο χαρτί για να μη χαθούν; Ο αείμνηστος δάσκαλος Ποιμενίδης από το 1936 είχε γράψει "...δυστυχώς την ιστορία μας δεν την έχουμε δει στο χαρτί γραμμένη...".

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Γεωργιος Νεστωράκης
    Και εγώ συμφωνώ αγαπητέ και εκλεκτέ μου φίλε Παντελή, με την πρόταση του καλού και κοινού μας φίλου Θοδωρή. Την αληθινή περί της Θράκης και των Θρακιωτών ιστορία,η οποία δυστυχώς μέχρι σήμερα, ειναι σχεδόν αγνωστη......

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Καλοί μου φίλοι σας ευχαριστώ θερμά. Κάποτε το έτος 2001 αν θυμάμαι καλά, είχα αποτανθεί σε δύο εκδοτικούς οίκους, για έκδοση ενός πονήματος, που το είχα έτοιμο, 80.000 λέξεων, αλλά ή απάντηση ήταν περίπου: Ποιος θα διαβάσει τώρα για τη Θράκη;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Γεωργιος Νεστωράκης
    Ανήκουστο- Ντροπή τους οταν σκέπτονται ετσι για μια ελληνικοτάτη περιοχή ,προμαχώνα ανα τους αιώνες του ελληνισμου !!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. Νίνα Γκούδλη
    Ευχαριστούμε Παντελή για το πατριωτικό σου έργο!..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. Νίνα Γκούδλη
    Τόλμησέ το ξανά....βεβαιώνοντάς τους ότι πολλοι Θρακιώτες το ζητούμε και θα το πάρουμε.....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  15. Χρύσα Μαρασλή
    Τους εκδότες τους ενδιαφέρει μόνο το κέρδος.Γι΄αυτό έχουμε γεμίσει γιαλαντζί-"συγγραφείς". Τα ίδια είχε πει και ένας εκδότης στην Μαρία Ιορδανίδου για την Λωξάνδρα. Ότι δεν ενδιαφέρει τον κόσμο. Να το εκτυπώσετε σε φωτοτυπίες. Εγώ θα το έπαιρνα ευχαρίστως.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  16. Παναγιωτης Δοδας
    😨😨😨;;;;;;;;;Οι άγνωστες πτυχές της ιστορίας της Θρακης μας!!!!!!!!!!! Φοβερά πράγματα δυστυχως, και αυτά όλα,απο τους αποκαλουμενους Ομοδοξους μας;;;;;;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  17. Voula Varsamidou
    Τι τράβηξε η Θράκη από Τούρκους Βούλγαρους και Ρώσους. Μεγάλο μίσος εναντίον των Ελλήνων από όλους.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  18. Michail Athanasioy
    Σε αυτον τον πολεμο ειχε πολεμησει κι'ο παππους μου, πατερας του πατερα μου ...!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  19. Λυδία Λυδία Παπα
    Τι τράβηξαν οι πρόγονοι μας για να ζούμε εμείς σήμερα ελεύθεροι Έλληνες Ας το σεβαστούμε Ένα κερί για όλες αυτές τις ψυχές που χάθηκαν για την ελεύθερη πατρίδα

    ΑπάντησηΔιαγραφή