Κυριακή 28 Απριλίου 2024

Το υπόμνημα Τσουδερού προς τον Ρούζβελτ, με τις εθνικές διεκδικήσεις και η στάση των συμμάχων

*Όταν οι μεγάλοι μοίραζαν τον κόσμο... Τσώρτσιλ, Ρούζβελτ, Στάλιν


 

 

Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 


               Η Ελλάδα, από την αρχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έβλεπε καθαρά, τη νίκη των συμμάχων και προσπάθησε με κάθε τρόπο να εξασφαλίσει στην μεταπολεμική εποχή τις εθνικές διεκδικήσεις. Γι’ αυτό υποβλήθηκε σε θυσίες κάθε είδους. Πολέμησε, σε θάλασσες και στεριές. Εξορίσθηκε η κυβέρνησή της. Υποδουλώθηκε από Γερμανούς, Ιταλούς και Βουλγάρους. Γνώρισε το θανατικό από την πείνα της Κατοχής. Στο τέλος του πολέμου και με τους συμμάχους νικητές, η χώρα μας αμείφθηκε ουσιαστικά με… ελάχιστες παραχωρήσεις!

               Ο τότε πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός, συνέταξε το 1941 ένα αναλυτικό υπόμνημα που το υπέβαλε στο βασιλέα Γεώργιο Β΄ και την επόμενη χρονιά ένα σχεδόν παρόμοιο υπόμνημα παρέδωσε ο βασιλιάς στον πρόεδρο των ΗΠΑ Φραγκλίνο Ρούζβελτ. Η ιστορία αυτών των υπομνημάτων δείχνει, ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις διαχειρίζονται τις καταστάσεις με γνώμονα τα δικά τους γεωστρατηγικά συμφέροντα, χωρίς ίχνος συναισθηματισμού, που συνήθως κατέχει τους μικρότερους σε δύναμη συμμάχους τους.

               Ας παρακολουθήσουμε την ιστορία αυτών των υπομνημάτων, που η εξέλιξη των πραγμάτων τότε, μας έδωσε πίκρες γιατί δεν ευοδώθηκαν οι εθνικές επιδιώξεις, αλλά μας χάρισαν ως ελάχιστη ικανοποίηση για τους αγώνες μας στο πλευρό των συμμάχων, την απελευθέρωση τουλάχιστον των Δωδεκανήσων (το 1948 τελικά) από την Ιταλική κατοχή.

Παρασκευή 19 Απριλίου 2024

Η Ραιδεστός, λιμάνι διαφυγής Μικρασιατών προσφύγων, το 1922

*Πρόσφυγες στο λιμάνι της Ραιδεστού περιμένουν τα ατμόπλοια.


 

 


Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 

 

               Το λιμάνι της Ραιδεστού στις ακτές της Προποντίδας, αποδείχθηκε σωτήριο στις τρομερής Μικρασιατικής Καταστροφής για χιλιάδες Μικρασιάτες πρόσφυγες της Βιθυνίας και άλλων περιοχών της βόρειας Μικράς Ασίας, που έτρεχαν απελπισμένοι να σωθούν από τις σφαγές. Και η διάσωση αυτών των προσφύγων βρέθηκε στο ενδιαφέρον των διπλωματών που έδρευαν στην Κωνσταντινούπολη, αλλά η λήψη των αποφάσεων σωτηρίας πάντα ήταν καθυστερημένες και πάντα λαμβάνονταν μετά από τις σφαγές.

Στις 13 Σεπτεμβρίου 1922 ξέσπασε η μεγάλη πυρκαγιά στη Σμύρνη, ξεκινώντας από την αρμενική συνοικία. Ήδη από τις 9 Σεπτεμβρίου είχαν μπει στην πόλη οι πρώτοι ιππείς Τούρκοι, και δύο μέρες αργότερα ο Μουσταφά Κεμάλ με το επιτελείο του.

               Όταν οι Τούρκοι μπήκαν στην Σμύρνη, από τους πρώτους που συνέλαβαν με εντολή του Νουρεντίν Πασά, ήταν ο μητροπολίτης Χρυσόστομος, που τον υπέβαλαν σε φρικιαστικά μαρτύρια και εξευτελισμούς και τελικά τον κατακρεούργησαν στις 27 Αυγούστου 1922, εξαφανίζοντας τελικά ό,τι είχε μείνει από το σεπτό σώματα Ιεράρχη. Η είδηση για έγκλημα αυτό  έγινε  γνωστή στην Ελλάδα με καθυστέρηση κάποιων ημερών!!!

               Από την πρώτη μέρα εκείνου του μαύρου Σεπτέμβρη του 1922, οι ειδήσεις έδειχναν τι θα ακολουθήσει. Μεγάλες δυσχέρειες παρουσίαζε η Σμύρνη όπου είχαν συγκεντρωθεί από πολλές μέρες νωρίτερα άνω των 500.000 ελληνικής καταγωγής προσφύγων, που ήθελαν να φύγουν, πάση θυσία, λόγω των σφαγών και να εγκατασταθούν στην Ελλάδα.

               Σημαντικό τότε αποδείχθηκε το λιμάνι της Ραιδεστού. Χιλιάδες πρόσφυγες από τη Βιθυνία, την Προύσα και άλλες περιοχές της βόρειας Μικράς Ασίας, οδοιπορώντας κατέφευγαν στο λιμάνι των Μουδανιών και από εκεί περνούσαν σχετικά εύκολα στο λιμάνι της Ραιδεστού. Υπολογίσθηκε τότε ότι πλέον των 150.000 ατόμων βρήκαν προσωρινό καταφύγιο στη Ραιδεστό και από εκεί πήραν το δρόμο για την ελεύθερη Ελλάδα. Στο λιμάνι των Μουδανιών και της Πανόρμου κατευθύνθηκε και το Γ΄ Σώμα Στρατού, για να περάσει συντεταγμένο στο λιμάνι της Ραιδεστού. Άλλωστε στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Οκτωβρίου 1922 πολλές χιλιάδες ΑνατολικοΘρακιωτών, διατάχθηκαν να εγκαταλείψουν τα πάντα και να φύγουν και αυτοί. Απελπισία παντού… 

               Από την πλευρά της Ελλάδας έγιναν διαβήματα προς τις λεγόμενες συμμαχικές κυβερνήσεις για τη διάσωση των προσφύγων. Κατά την ειδησεογραφία των αρχών Σεπτεμβρίου, όλοι γνώριζαν ότι χωρίς τη βοήθεια των συμμάχων αλλά και της Αμερικής αυτή η σωτηρία θα ήταν δύσκολη. «Η Κυβέρνησις όθεν επικαλείται τα χριστιανικά αισθήματα των Δυνάμεων τούτων και παρακαλεί όπως δοθεί έμπρακτος βοήθεια δια την διάσωσίν και εγκατάστασίν των». Ο υπουργός Εξωτερικών Νικόλαος Καλογερόπουλος πραγματοποίησε σχετικές συνεννοήσεις με τους πρέσβεις της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας και αργότερα έγινε σύσκεψη υπό τον πρωθυπουργό Νικόλαο Τριανταφυλλάκο.

Πέμπτη 11 Απριλίου 2024

1878: Η ξεχασμένη υγειονομική κρίση της Κωνσταντινούπολης

*Η Κωνσταντινούπολη



 

*Τύφος και ευλογιά

*Νεκρά ζώα στη θάλασσα

 


 

Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 


               Ο Μάρτης του 1878 στην Κωνσταντινούπολη δεν μύριζε άνοιξη. Η θαλάσσια αύρα του Βοσπόρου, δεν έφερνε το δροσερό χάδι, αλλά απαίσιες οσμές. Το αεράκι ψηλά στους μιναρέδες, δεν ήταν όπως παλιά. Τα κύματα δεν λαμπύριζαν από τις ακτίνες του ήλιου. Επάνω τους κολυμπούσε ο θάνατος. Στα σοκάκια, οι άνθρωποι κυκλοφορούσαν κατηφείς. Η πόλη των πόλεων, η Βασιλεύουσα, αντιμετώπιζε βαρύτατη υγειονομική κρίση.

               Η Τουρκία, βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο. Ηττημένη στον ρωσοτουρκικό πόλεμο, είχε υποχρεωθεί να υπογράψει την ταπεινωτική συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και αναζητούσε διεθνή στηρίγματα, για να σώσει την πρωτεύουσα της από την κάθοδο των Ρώσων του Τσάρου Αλέξανδρου Α’, που η διάβασή τους από τον Αίμο δημιούργησε χιλιάδες Τούρκων προσφύγων, οι οποίοι κατέφευγαν με κάθε μέσο στη Κωνσταντινούπολη. 

Οι Τούρκοι της Αδριανούπολης και της Βόρειας Θράκης, προσπαθούσαν να φύγουν όπως- όπως από το 1877. Προορισμός η πρωτεύουσα. Στην ελληνική εφημερίδα «Νεολόγος» της Κωνσταντινούπολης, του Ιανουαρίου 1878, υπάρχουν πολλές ανταποκρίσεις από την Αδριανούπολη, που μιλούν για σύγχυση και αταξία, ενόψει της καθόδου των Ρώσων. Μέσα στην Αδριανούπολη κατέφυγαν χιλιάδες πρόσφυγες, ανάμεσα στους οποίους 4.460 στρατιωτικοί (ασθενείς ή τραυματίες).

          Το κρύο ήταν δριμύτατο και το θερμόμετρο έδειχνε 10 βαθμούς της κλίμακας Ρεωμύρου κάτω του μηδενός. Υπάρχουν στον Τύπο περιγραφές για νεαρή μητέρα που κρατούσε στην αγκαλιά της το νεκρό βρέφος της, το οποίο είχε χάσει τη ζωή του εξαιτίας του κρύου. Μια άλλη τουρκάλα γέννησε μέσα σε ένα βαγόνι. Ακόμα και μαστιγώσεις πολιτών για ασήμαντες αφορμές από Βούλγαρους που διορίσθηκαν από τους Ρώσους ως αστυνομικοί μετά την κατάληψη της Ανατολικής Θράκης, αναφέρθηκαν.

          Ρακένδυτοι πρόσφυγες έφταναν από τη Φιλιππούπολη μέσα σε ανοιχτά βαγόνια αφού ταξίδευαν μέσα στο ψύχος επί 26 ώρες και είχαν αναμείνει τις αμαξοστοιχίες άλλες 48 ώρες για να τους παραλάβουν.