Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2020

Ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1878 στο Σκοπό Ανατολικής Θράκης

*Ο συγγραφέας Αναστάσιος Βαλιούλης, από το Σκοπό της Ανατολικής Θράκης







          Με αφορμή το άρθρο μου «Η Θράκη στον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878» ο κ. Βασίλης Σακελλαρίδης από τη Θεσσαλονίκη, είχε την καλοσύνη να μου στείλει ένα απόσπασμα από το βιβλίο του παππού του Αναστάσιου Βαλιούλη "Ο διωγμός των Σκοπιανών Ανατολικής Θράκης" (σήμερα επικρατεί ο όρος Σκοπηνών για τους κατοίκους της ελληνικής κοινότητας Σκοπού, πλησίον των Σαράντα Εκκλησιών).
Το απόσπασμα αφορά περιστατικά εκείνου του ρωσοτουρκικού πολέμου και δείχνει ανάγλυφα τα δεινά των Ελλήνων, που βρέθηκαν ανάμεσα στις μυλόπετρες της Ρωσίας και της Τουρκίας.

Έκρινα ότι το κείμενο αυτό αποτελεί μια αξιόλογη ιστορική πτυχή από τα βάσανα του Ελληνισμού της Θράκης, μια σημαντική αυθεντική μαρτυρία. Για το λόγο αυτό το αναρτώ σ’ αυτή την ιστοσελίδα.  Για να γνωρίζει η νέα γενιά των Θρακών….


Από το βιβλίο του Αναστάσιου Βαλιούλη


....Ότε αργότερον εκηρύχθη ο Ρωσσοτουρκικός πόλεμος του 1877-78 και αι πρώται μάχαι απέβησαν υπέρ των Ρώσσων, η Τουρκία, καταπατούσα τα προνόμια μας, προέβη εις την στρατολόγησιν των Ελλήνων υπηκόων της (ραγιάδων) δια των οποίων ήλπιζε να αντιμετώπιση νικηφόρως τους Ρώσσους. Εστρατολογήθησαν και εξωπλίσθησαν τότε και οι Σκοπιανοί, οι οποίοι τελείως αγύμναστοι όντες επρόκειτο να αποσταλώσιν αμέσως εις το μέτωπον του Δουνάβεως. Πολλοί δε από τους στρατολογηθέντας Σκοπιανούς διωρίσθησαν τσαούσηδες καθώς και ο πατέρας μου. Επί μίαν δε εβδομάδα οι στρατολογηθέντες Σκοπιανοί τίποτε άλλο δεν έκαμνον ειμή μόνον να τρώγουν, να πίνουν, να διασκεδάζουν και ένοπλοι να περιφέρωνται εις τους δρόμους του Σκοπού, αναμένοντες την ώραν της δια το πολεμικόν μέτωπον αναχωρήσεώς των. Ένας μάλιστα από αυτούς, ο Λουλούδης Αντ. Παύλογλου, καθώς διηγούντο οι συστρατιώται του, ωμολογούσε δε αργότερον και ο ίδιος εις εμέ, εισερχόμενος εις την πατρικήν του οικίαν, άφηνε το γιαταγάνι του να σύρεται θορυβοδώς επάνω εις το λιθόστρωτον της αυλής φωνάζων εις την μητέρα του: «μάνα τουρκιάς μυρίζω κάνε μιλίνα (γλυκεία πήτα) να φάγω, φεύγω στον πόλεμο και δεν θα με ξαναϊδής».