Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2015

ΜΝΗΜΕΣ ΕΛΛΗΝΟ-ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ: ΜΑΧΗΣ ΤΩΝ ΟΧΥΡΩΝ- ΜΑΧΗΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

 *Μεταφορά τραυματία στο βουνά της Βορείου Ηπείρου


Γράφει ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας

                Η Ιταλία, στο πλαίσιο της εφαρμογής των επεκτατικών σχεδίων της στη Μεσόγειο, κήρυξε τον πόλεμο στην Ελλάδα στις 28 Οκτωβρίου 1940. Οι επιχειρήσεις μεταξύ των αντιπάλων έλαβαν χώρα σε δύο  επιμέρους θέατρα επιχειρήσεων, της Ηπείρου και της Δυτικής Μακεδονίας, με ενδιάμεσο σύνδεσμο τον τομέα της Πίνδου. Η Ελληνοϊταλική σύγκρουση διακρίνεται σε τρεις περιόδους, στις αμυντικές επιχειρήσεις στην Ήπειρο και στη Βορειοδυτική Μακεδονία (28 Οκτωβρίου-13 Νοεμβρίου 1940), στην αντεπίθεση και προέλαση του Ελληνικού Στρατού στη Βόρειο Ήπειρο (14 Νοεμβρίου 1940-6 Ιανουαρίου 1941) και στις επιθετικές επιχειρήσεις του Β΄ Σώματος Στρατού και εαρινή επίθεση του Ιταλικού Στρατού (7 Ιανουαρίου-26 Μαρτίου 1941).
                Οι ανεπιτυχείς επιχειρήσεις της Ιταλίας για ταχεία κατάληψη της Ελλάδας προκάλεσαν την επέμβαση της Γερμανίας. Η εισβολή των Γερμανικών στρατευμάτων στο έδαφος της Ελλάδας, στις 6 Απριλίου 1941, σήμανε την έναρξη της Μάχης των Οχυρών, του τετραήμερου αγώνα στα 21 οχυρά της Γραμμής Μεταξά, κατά μήκος της Ελληνο-Βουλγαρικής Μεθορίου. Μετά τη διάσπαση της αμυντικής τοποθεσίας από τα Ελληνο- Γιουγκοσλαβικά σύνορα η Γερμανική προέλαση συνεχίσθηκε προς την Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα και περατώθηκε με την κατάληψη στις 27 Απριλίου της Αθήνας και αργότερα και της Πελοποννήσου. Στις 20 Μαΐου 1941 στη Κρήτη οι Ελληνικές Δυνάμεις μαζί με τα  Συμμαχικά στρατεύματα δέχθηκαν την επίθεση του πιο επίλεκτου στρατιωτικού σώματος του Γ΄ Ράιχ, τους αλεξιπτωτιστές. Μετά από άνισο αγώνα η Κρήτη στις 31 Μαΐου καταλήφθηκε από τα Γερμανικά στρατεύματα, παρά την άμυνα των Βρετανο- Ελληνικών στρατευμάτων και την γενναία αντίσταση του λαού της νήσου. Από την πρόσφατη έκδοση «Μνήμες Πολέμου 1897-1974, οι αγώνες του Ελληνικού Έθνους μέσα από προσωπικές μαρτυρίες», της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, αντλούμε τις ακόλουθες μαρτυρίες: