Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2009

ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ: Η ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΤΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ


Από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_1_06/12/2009_382264




 Ο επίλογος της Μικρασιατικής Καταστροφής έφερε πόνο στις δύο πλευρές, αλλά και την ειρήνη μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας




Επιμέλεια: Στέφανος Xελιδόνης


Στις 20 Νοεμβρίου 1922, επαύριο της ελληνικής ήττας στη Μικρά Ασία, άρχισε στη Λωζάννη η Συνδιάσκεψη Ειρήνης, με σκοπό οι δύο πλευρές να καταλήξουν σε μια νέα Συνθήκη που θα αντικαθιστούσε τη Συνθήκη των Σεβρών, την οποία η νέα τουρκική κυβέρνηση υπό τον Μουσταφά Κεμάλ δεν αναγνώριζε.
Ο Κεμάλ είχε επίσης ξεκαθαρίσει ότι σκόπευε να διώξει το συντομότερο από τα εδάφη της Τουρκίας όσους Ελληνες είχαν απομείνει και είχε μάλιστα ορίσει προθεσμία τις 13 Δεκεμβρίου. Στις 30 Ιανουαρίου 1923, ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Ισμέτ Πασάς (αργότερα Ινονού) υπέγραψαν στη Λωζάννη δύο συμβάσεις - μία για την ανταλλαγή των ομήρων και των αιχμαλώτων πολέμου και μία για την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Η Σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών με μοναδικό κριτήριο το θρήσκευμα των «ανταλλάξιμων», την οποία είχε εισηγηθεί ο Νορβηγός αντιπρόσωπος της Κοινωνίας των Εθνών, Φρίντχοφ Νάνσεν, στη συνέχεια κατέστη μέρος της Συνθήκης της Λωζάννης της 24ης Ιουλίου 1923. Η Σύμβαση άρχισε να εφαρμόζεται από τον Αύγουστο του 1923, η δε μεικτή επιτροπή επιφορτισμένη με την εκτίμηση και εκκαθάριση των περιουσιών που θα άφηναν πίσω τους οι πληθυσμοί περάτωσε το έργο της το 1925. Η ανταλλαγή των πληθυσμών μπορεί δικαίως να θεωρηθεί ο επίλογος της Μικρασιατικής Καταστροφής, καθώς -πέρα από το ότι αποτελούσε μια ηπιότερη μορφή εθνοκάθαρσης- ουσιαστικά νομιμοποιούσε στη διεθνή κοινότητα το τέλος της μακραίωνης ελληνικής παρουσίας στην Ιωνία. Ηταν η πρώτη μεγάλη ανταλλαγή πληθυσμών στον 20ό αιώνα, μια πρακτική που κατόπιν εφαρμόστηκε και σε άλλα μέρη του κόσμου, και την οποία σήμερα ο ΟΗΕ καταδικάζει ως παραβίαση των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου.






Ο δύσκολος δρόμος προς την ομοιογένεια




Του Bruce Clark*

Για τον άνθρωπο του 21ου αιώνα, που τη διαβάζει για πρώτη φορά, η Σύμβαση της ανταλλαγής πληθυσμών έχει κάτι το φρικιαστικά ψυχρό. Με γραφειοκρατική αλλά σαφέστατη γλώσσα, διατάζει την απέλαση εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, ανεξαρτήτως της πολιτισμικής τους ταυτότητας ή των προσωπικών τους αισθημάτων. Η ιδέα αυτή καθαυτήν ότι ένα κράτος μπορεί να «ανταλλάξει» μέρος του πληθυσμού του με μιαν άλλη ομάδα ανθρώπων συνεπάγεται κάτι το τρομακτικό για τη σχέση μεταξύ πολίτη και κράτους. Δείχνει ότι το κράτος «κέκτηται» των ανθρώπων που βρίσκονται υπό την εξουσία του με τον ίδιο τρόπο που του ανήκει μία ράβδος χρυσού ή ένα θωρηκτό.
Στην εφαρμογή της, η Σύμβαση είχε όντως ορισμένες σκληρές συνέπειες για σχεδόν δύο εκατομμύρια ανθρώπους, αυτές δε οι συνέπειες δεν ήταν ούτε απλές ούτε ομοιόμορφες. Για το ένα εκατομμύριο περίπου Ελληνορθοδόξους, που είχαν ήδη τραπεί σε φυγή από τη Μικρά Ασία και τη Θράκη (και συνωστίζονταν στα λιμάνια, στις πόλεις και στα νησιά της Ελλάδας, σε μία κατάσταση απόγνωσης και ένδειας), η Σύμβαση υποδήλωνε αποδοχή ότι δεν θα επέστρεφαν στις γενέτειρές τους. Για τουλάχιστον 150.000 Οθωμανούς Ελληνες, των οποίων η εκδίωξη (από τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας και την ενδοχώρα της) βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη, η Σύμβαση ηύξανε την πιθανότητα ότι τουλάχιστον θα έφευγαν από την Τουρκία ζωντανοί. Πολλοί άνθρωποι που ανήκαν σε αυτήν την κατηγορία ήταν σε κακή φυσική κατάσταση ως αποτέλεσμα μακρών αναγκαστικών πορειών και μεταδοτικών νοσημάτων. Για 50.000 ή περισσότερους ορθόδοξους χριστιανούς στην Καππαδοκία, πολλοί από τους οποίους ήταν τουρκόφωνοι, η Σύμβαση σήμαινε τη συντονισμένη απέλαση από μια πατρίδα που δεν την άγγιξε ο πόλεμος και στην οποία ήλπιζαν να παραμείνουν. Και για σχεδόν 400.000 μουσουλμάνους που ζούσαν σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, η Σύμβαση σήμαινε κάτι παρόμοιο: μία συντονισμένη αλλά οδυνηρή απέλαση από εδάφη με τα οποία ήταν στενά συνδεδεμένοι.