Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2009

Η ΜΑΚΡΑ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΕΞΙΑΣ


Από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_1_08/11/2009_336539


*Από την ίδρυση του Λαϊκού Κόμματος το 1920, 
τον «Ελληνικό Συναγερμό» 
και την ΕΡΕ έως τη δικτατορία του 1967

Του Γιώργου Α. Λεονταρίτη

Ουσιαστικά, η «Δεξιά» ξεκινά με το Λαϊκόν Κόμμα που ίδρυσε ο Δημήτριος Γούναρης το 1920. Το Κόμμα των Εθνικοφρόνων του οποίου ηγείτο μέχρι τότε ο Γούναρης, άλλαξε εκείνη τη χρονιά την ονομασία του και έγινε «Λαϊκόν». Η απόφαση της αλλαγής του τίτλου, αντικατόπτριζε μια πραγματικότητα. Το Λαϊκόν Κόμμα επίστευε πάντοτε στον κοινοβουλευτισμό, και ουδέποτε ανήλθε ή επεδίωξε να ανέλθει στην εξουσία άνευ της λαϊκής εγκρίσεως. Και με τον Γούναρη επικεφαλής, βρέθηκε τον Μάρτιο του 1921 έξω από την Κωνσταντινούπολη και την Αγκυρα. Θύμα των δολοπλοκιών των «Συμμάχων» μας, αλλά και πολιτικών σκοπιμοτήτων, ο Γούναρης με τον Νικ. Στράτο, τον Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, τον Νικ. Θεοτόκη, τον Γεώργ. Μπαλτατζή και τον Αρχιστράτηγο Χατζηανέστη, ύστερα από μία παρωδία δίκης στο έκτακτο Στρατοδικείο, εθεωρήθησαν υπαίτιοι της Μικρασιατικής Καταστροφής και εκτελέστηκαν το 1922 στο Γουδί.
Θα πρέπει να τονίσουμε ότι, προηγουμένως, στην περίοδο 1917 - 1920, στον χώρο της συντηρητικής παρατάξεως, συναντούμε σημαντικές προσωπικότητες, όπως ήταν ο Δημήτριος Ράλλης, ο Γ. Θεοτόκης, ενώ ο Νικόλαος Στράτος είχε ιδρύσει το Συντηρητικόν Κόμμα, το οποίο φιλοδοξούσε να καταλάβει τη θέση του δευτέρου σε δύναμη κόμματος. Οπωσδήποτε, με την εκτέλεση των «Εξι», το Λαϊκόν Κόμμα υπέστη μεγάλο πλήγμα. Παρέμεινε ακέφαλο, ενώ πολλά στελέχη του απογοητευμένα είχαν αποφασίσει να αποσυρθούν από την ενεργό πολιτική. Την ανασύσταση του κόμματος αποφάσισε ο Παναγής Τσαλδάρης.

Η εκστρατεία στη Μικρά Ασία

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_100112_08/11/2009_336477 
*Από το Μικρασιατικό Μέτωπο


*Ηταν η παρουσία των ελληνικών δυνάμεων 
στην Ανατολία 
προάγγελος των δραματικών γεγονότων 
μέχρι και την Καταστροφή του 1922;"



Επιμέλεια Στέφανος Xελιδόνης
Στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 ο Ελευθέριος Βενιζέλος ηττήθηκε και αναχώρησε για το εξωτερικό. Οι διάδοχοί του στην εξουσία, κυνηγώντας τις κεμαλικές δυνάμεις, παρασύρθηκαν όλο και βαθύτερα στην Ανατολία και διέσχισαν την Αλμυρά έρημο προς τον Σαγγάριο ποταμό. 

Στην αρχή πέτυχαν εντυπωσιακές νίκες. Με τσέτες, όμως, να πλήττουν τις γραμμές ανεφοδιασμού μέσα στην έρημο και τον χρόνο να κυλάει υπέρ του Μουσταφά Κεμάλ, που στο μεταξύ είχε δημιουργήσει διαύλους επικοινωνίας με τους φιλικούς προς την τουρκική υπόθεση μπολσεβίκους, ο ελληνικός στρατός στο τέλος τράπηκε σε άτακτη υποχώρηση. Θα ήταν τα πράγματα διαφορετικά αν ο Βενιζέλος δεν είχε χάσει τις εκλογές ή αν δεν τις είχε προκηρύξει; Ή ήταν η μικρασιατική εκστρατεία καταδικασμένη όχι μόνο από την πρώτη κιόλας μέρα, αλλά και νωρίτερα, όταν στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων ο Βενιζέλος απεδέχθη ενθουσιωδώς την πρόταση των Βρετανών και Γάλλων ομολόγων του για την απόβαση ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη τον Μάιο του 1919; Αυτά τα ερωτήματα είναι εξαιρετικά δύσκολο να απαντηθούν υπό το πρίσμα των δεδομένων εκείνης της εποχής, με δυσκολότερο απ' όλα το αν η ίδια η απόφαση για την απόβαση ήταν σωστή. Το τελευταίο ίσως παρουσιάζει και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, καθώς με την υλοποίηση της απόφασης που ελήφθη στο Παρίσι, στήθηκε το σκηνικό για τα δραματικά γεγονότα που ακολούθησαν στη Μικρά Ασία.

Οι «συνένοχοι» των Παρισίων
Μάιος 1919. Ο ελληνικός στρατός έχει πραγματοποιήσει απόβαση στη Σμύρνη και ευζωνικό τμήμα παρελαύνει στην προκυμαία της πόλης (αριστερά). Οι εκκλήσεις των Μικρασιατών Ελλήνων προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο αποτέλεσαν σοβαρό λόγο για την απόφαση του Ελληνα πρωθυπουργού να διεκδικήσει στο Συνέδριο της Ειρήνης, στο Παρίσι, τη Σμύρνη και το Βιλαέτι του Αϊδινίου.
Οταν ο Βρετανός πρωθυπουργός David Lloyd George (πάνω), με τη σύμφωνη γνώμη του Γάλλου ομολόγου του Georges Clemenceau (κάτω), πρότεινε στον Βενιζέλο να στείλει ειρηνευτική δύναμη στη Σμύρνη, εις πρόληψη ιταλικής απόβασης, αυτός άρπαξε την πολυπόθητη ευκαιρία με ενθουσιασμό.
1. Κων. Δ. Σβολόπουλου, Η απόφαση για την επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας στη Μικρά Ασία, Ικαρος, Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών και Μελετών Ε. Κ. Βενιζέλος, 2009.
2. Carnegie Endowment for International Peace, Report of the International Commissioto Inquire into the Causes and Conduct of the BalkaWars, WashingtoD. C., 1914, σ. 70 - 80.
3. Ξεν. Στρατηγού, Η Ελλάς εν Μικρά Ασία, Αθήνα, 1925, σ. 51.

Η απόφαση για την απόβαση στη Σμύρνη


Του Θάνου Bερέμη*

Το πρωί της 2/15 Μαΐου 1919 πραγματοποιήθηκε η απόβαση της Πρώτης Ελληνικής Μεραρχίας υπό τον Συνταγματάρχη Ζαφειρίου στην προκυμαία της Σμύρνης.
Ο τουρκικός στρατός της πόλης περιορίστηκε στους στρατώνες του. Οταν τα ελληνικά τμήματα έφθασαν κοντά στο Διοικητήριο, δέχθηκαν πυροβολισμούς με αποτέλεσμα να ακολουθήσει συμπλοκή, η οποία είχε απολογισμό τον θάνατο ή τον τραυματισμό 163 ατόμων. Ηταν φανερό ότι οι ελληνικές αρχές δεν ήταν προετοιμασμένες για όσα επρόκειτο να αντιμετωπίσουν. Οι αλλεπάλληλες κατοπινές επεκτάσεις της περιοχής κατοχικής ευθύνης του ελληνικού στρατού αποτελούσαν προοίμιο μελλοντικών δεινών.
Ο Βενιζέλος κατάλαβε τη σημασία των αρνητικών εντυπώσεων που προκάλεσε η ελληνική ανεπάρκεια όταν το ζήτημα των επεισοδίων έγινε αντικείμενο συζήτησης στη Βουλή των Κοινοτήτων. Ο ύπατος αρμοστής της Σμύρνης, Αριστείδης Στεργιάδης, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του έπειτα από πιέσεις του Βενιζέλου, έφτασε στη Σμύρνη στις 8/21 Μαΐου 1919. Από τον Ιούνιο εκτιμούσε ήδη ότι η ελληνοτουρκική αναμέτρηση στη Μικρά Ασία εξελισσόταν σε κάτι ανάλογο με την εκστρατεία των Αθηναίων στις Συρακούσες.
Το βέβαιο είναι ότι καθώς ο ελληνικός στρατός γινόταν δεκτός από ένα πλήθος Ελλήνων που παραληρούσε από ενθουσιασμό, ο Μουσταφά Κεμάλ, αργότερα γνωστός ως Ατατούρκ, έφευγε από την Κωνσταντινούπολη για τη Σαμψούντα με εντολή της οθωμανικής κυβέρνησης να αφοπλίσει τις συντεταγμένες τουρκικές δυνάμεις. Εκανε βέβαια ακριβώς το αντίθετο και οργάνωσε τον πόλεμο κατά των Ελλήνων.
Με την απόσταση η οποία μας χωρίζει από τη μοιραία απόφαση που έφερε τις ελληνικές δυνάμεις στη Μικρά Ασία, μπορούμε σήμερα να αποτιμήσουμε με νηφαλιότητα το κόστος και τα οφέλη της επιλογής αυτής του Βενιζέλου. Θα ήταν βέβαια άδικο και σφάλμα αναχρονισμού αν εφαρμόζαμε την κτηθείσα έκτοτε πείρα για να κατακρίνουμε αποφάσεις που διαμορφώθηκαν σε εποχή εθνικών θριάμβων, κατάπτωσης της οθωμανικής Τουρκίας και σχέσεων με την Αγγλία και τη Γαλλία που ανάλογες δεν ξαναέγιναν.
Είναι, ωστόσο, νόμιμο να προβούμε σε ένα συμπέρασμα και μια προτροπή προς τους νεότερους ιστορικούς. Με την ύστερη γνώση των συνεπειών της απόφασης θα μπορούσαμε να αποφανθούμε ότι η μονιμότερη εδαφική απώλεια από την Καταστροφή του 1922 υπήρξαν η Ανατολική Θράκη και η Ιμβρος και Τένεδος, περιοχές οι οποίες προσαρτήθηκαν στην ελληνική επικράτεια.
Θυμίζουμε ότι η Σμύρνη ουδέποτε έγινε ελληνικό έδαφος και για αυτό η κατηγορία στη δίκη των έξι, ότι η τότε κυβέρνηση παρέδωσε ελληνικά εδάφη στον εχθρό, ήταν έωλη.
Συνηθίζουν πολλοί ιστορικοί μας, όταν εξηγούν τα κίνητρα που οδήγησαν την Ελλάδα στη Μικρά Ασία, να σταθμίζουν ηθικά μόνο τους διωγμούς που υπέστησαν οι Ελληνες, μετά τους Βαλκανικούς πολέμους1. Για την αντικειμενικότερη αποτίμηση του ισοζυγίου των ευθυνών, θα ήταν απαραίτητο να υπολογίσουμε και τις ακρότητες που προηγήθηκαν κατά των μουσουλμάνων της Βαλκανικής από όλους τους εμπολέμους. Οταν οι χιλιάδες μουσουλμάνοι πρόσφυγες έφτασαν στην οθωμανική επικράτεια είναι φανερό ότι τόσο η αποκατάστασή τους όσο και η εκδικητικότητα των ομοθρήσκων τους υπήρξαν παράγοντες που επηρέασαν την κατοπινή συμπεριφορά των τουρκικών αρχών, αλλά και τις αυτοδικίες κατά των Ελλήνων της Μικράς Ασίας2.
Η εξέλιξη του τουρκικού εθνικισμού μετά το κίνημα των Νεοτούρκων του 1908, σχετίζεται άμεσα με τις βαλκανικές συγκρούσεις και την αποπομπή των μουσουλμανικών πληθυσμών. Μολονότι η Ελλάδα εβράδυνε λόγω του διχασμού να βγει στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι διωγμοί εναντίον των Ελλήνων άρχισαν στη Μικρά Ασία από το 1914 και συνεχίστηκαν έως το τέλος του πολέμου.
Οι εκκλήσεις των Μικρασιατών Ελλήνων προς τον Βενιζέλο αποτέλεσαν σοβαρό λόγο για την απόφαση του Ελληνα πρωθυπουργού να διεκδικήσει στο Συνέδριο της Ειρήνης στο Παρίσι, τη Σμύρνη και το Βιλαέτι του Αϊδινίου. Τη συστηματική προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης ενίσχυσε άθελά της και η διεκδικητικότητα της Ιταλίας και η προτίμηση των Αγγλων και Γάλλων (αρχικά) για μια ελληνική κατοχή αντί της πιο επικίνδυνης για τα συμφέροντά τους, ιταλικής.
Οταν ο Lloyd George, με τη σύμφωνη γνώμη του Clemenceau, πρότεινε στον Βενιζέλο να στείλει ειρηνευτική δύναμη στη Σμύρνη, αυτός άρπαξε την πολυπόθητη ευκαιρία με ενθουσιασμό.
Το βιλαέτι του Αϊδινίου περιελάμβανε τέσσερα σαντζάκια με συνολικό πληθυσμό 1.650.000 κατοίκους. Από αυτούς, 940.000 περίπου ήταν Τούρκοι και 620.000 Ελληνες. Υπήρχαν ακόμη Αρμένιοι, Εβραίοι και Φραγκολεβαντίνοι.

Ο ιταλικός παράγοντας και οι σύμμαχοι

Με τη συνθήκη του Λονδίνου, τον Απρίλιο του 1915, η Ιταλία ανέλαβε την περιοχή της Αττάλειας στη νοτιοδυτική Μικρά Ασία.
Το 1917 της ανατέθηκε και η Σμύρνη με τη συμφωνία του Αγίου Ιωάννη της Μωριέννης. Ομως, η ιταλική βουλιμία και οι επιθετικές αυθαιρεσίες, που οι ιταλικές δυνάμεις διέπρατταν την άνοιξη του 1919 σε περιοχές πέραν της αρμοδιότητάς τους, ανάγκασαν τους Αγγλους, τους Γάλλους, ακόμα και τους Αμερικανούς, που υπήρξαν αρχικά αντίθετοι, να λογαριάσουν σοβαρά τις διεκδικήσεις του Βενιζέλου για μια ζώνη ελληνικού ενδιαφέροντος στη Μικρά Ασία, η οποία θα περιελάμβανε και τη Σμύρνη.
Η διεκδίκηση της Σμύρνης σε περίοδο διάλυσης των οθωμανικών στρατιωτικών δυνάμεων φαινόταν ρεαλιστικό εγχείρημα. Ομως, το μοναδικό ίσως σταθερό έρεισμα του Βενιζέλου ήταν η ηθική συμπαράσταση του Lloyd George.
Το Ανώτατο Συμβούλιο της Διασκέψεως στη Βουλόνη αποφάσισε τον Απρίλιο να δώσει «εντολή» στην Ελλάδα να καταλάβει τη Σμύρνη για να αποκαταστήσει εκεί την τάξη. Ο Βενιζέλος διαβεβαίωσε τους συμμάχους ότι ήταν σε θέση να φέρει εις πέρας την αποστολή αυτή και στις 30 Απριλίου / 13 Μαΐου 1919 τηλεγράφησε στον αρχηγό του Στρατού ότι ακόμα και η Ιταλία είχε συναινέσει με τους υπόλοιπους μεγάλους «εις την υπό τής Ελλάδος στρατιωτικήν κατάληψιν Σμύρνης, επί σκοπώ υστέρας προσκυρώσεως ταύτης εις Ελλάδα...»3.
Η αισιοδοξία του Βενιζέλου για τη μονιμότητα των παραγόντων που είχαν επιτρέψει στους Ελληνες να πραγματοποιήσουν τα επεκτατικά τους όνειρα, αποδείχθηκε κακός σύμβουλος. Ο Clemenceau, o Lloyd George και συνεπώς η αγγλογαλλική εύνοια ήταν εφήμερα στοιχεία της συγκυρίας. Το χειρότερο ήταν ότι ο ίδιος ο Βενιζέλος δεν είχε αντιληφθεί ότι η θέση του στην εξουσία ήταν επισφαλής, όταν μάλιστα βασιζόταν στην ετυμηγορία ενός λαού κουρασμένου από τον πόλεμο.
Η Συνθήκη των Σεβρών, σύμφωνα με την οποία διαμελιζόταν η οθωμανική αυτοκρατορία και αναδυόταν η Ελλάδα, «των πέντε θαλασσών και των δύο ηπείρων», υπογράφτηκε στις 28 Ιουλίου / 10 Αυγούστου 1920. Η διάρκειά της υπήρξε βραχύβια και η ζωή της κυβέρνησης του Βενιζέλου κράτησε μόλις ένα τρίμηνο μετά τους πανηγυρισμούς.
Οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920, στις οποίες το κόμμα των Φιλελευθέρων έλαβε μόνο 118 έδρες από το σύνολο των 369, απέδειξαν ότι το μεγαλεπήβολο σχέδιο του Κρητικού ηγέτη στη Μικρά Ασία ήταν χτισμένο επί άμμου.

*Ο κ. Θάνος Βερέμης είναι πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας.